Λικάριος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Λικάριος
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση13ος αιώνας
Κάρυστος Εύβοιας
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
ΘρησκείαΟρθόδοξη Εκκλησία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός
Περίοδος ακμήςΔεκαετία του 1250 - Δεκαετία του 1280
Οικογένεια
ΣύζυγοςΦελίζα ντα Βερόνα
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςναύαρχος

Ο Λικάριος (ή Ικάριος[1]), Γασμούλος ιππότης με Λομβαρδικές οικογενειακές ρίζες, γεννήθηκε στην Κάρυστο της Εύβοιας και έμεινε στην ιστορία για τα στρατιωτικά του κατορθώματα κατά τα τέλη του 13ου αι. μ.Χ. Ο Λικάριος για λόγους προσωπικής εκδίκησης στράφηκε εναντίον των συμπατριωτών του Λομβαρδών που κατείχαν τότε την Εύβοια. Αφού συμμάχησε με τον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο (1223-1282), κατάφερε να κατακτήσει, υπέρ των Βυζαντινών, την Εύβοια και πολλά νησιά του Αιγαίου. Για αυτές του τις υπηρεσίες τιμήθηκε από τον Μιχαήλ Η΄με τον τίτλο του Μεγάλου Δούκα.

Καταγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Λικάριος γεννήθηκε στην Κάρυστο στις αρχές του 13ου αι. μ.Χ. Ο πατέρας του, Λομβαρδικής καταγωγής από την πόλη Βιτσέντσα (ή κατ' άλλους Βερόνα[2]), εγκαταστάθηκε στην Κάρυστο μετά την Άλωση της Πόλης (1204) από τους Σταυροφόρους και την παραχώρηση της Εύβοιας σε Λομβαρδούς ευγενείς. Κατά μία εκδοχή η μητέρα του ήταν Καρυστινή[3].

Η οικογένειά του ήταν φτωχή και ασήμαντη όμως ο Λικάριος ήταν έξυπνος και πολύ φιλόδοξος.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο γάμος με τη Φελίζα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ιππότης Λικάριος κατά το 2ο μισό του 13ου αι. βρέθηκε να υπηρετεί στην αυλή του Γιβέρτου Β' Ντα Βερόνα, Τριτημόριου της Χαλκίδας. Εκεί γνώρισε την όμορφη Φελίζα, αδερφή του Γιβέρτου και χήρα του Τριμημόριου των Ωρεών, Ναρτζότο Νταλε Κάρτσερι, και την ερωτεύτηκε. Σύντομα και παρά τη διαφωνία τής οικογένειάς της ο Λικάριος παντρεύτηκε κρυφά τη Φελίζα.

Οι συγγενείς της Φελίζας, που δεν ήθελαν έναν άσημο ιππότη για γαμπρό τους, αντέδρασαν έντονα. Ο Λικάριος έβαλε μεσολαβητές να κατευνάσει την οργή τους αλλά δεν τα κατάφερε. Έτσι το νιόπαντρο ζευγάρι αναγκάστηκε να καταφύγει στις Ανεμοπύλες, ένα απομονωμένο κάστρο κοντά στην Κάρυστο. Εκεί ο Λικάριος συγκέντρωσε γύρω του τυχοδιώκτες και πειρατές και επιδόθηκε σε επιδρομές και λεηλασίες των γύρω περιοχών.

Η συμμαχία με τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

εικόνα Μιχαήλ Ή Παλαιολόγου
Ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος (εικόνα) παραχώρησε στο Λικάριο το ανώτατο αξίωμα του Μέγα Δούκα.

Ο πόθος του να εκδικηθεί τους υπερόπτες συγγενείς της Φελίζας αλλά και η φιλοδοξία του τον έφεραν στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί συνάντησε τον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο που λίγα χρόνια πριν (1261) είχε απελευθερώσει την Πόλη από τους Φράγκους και ενδιαφερόταν έντονα για την επανάκτηση των Βυζαντινών επαρχιών που, μετά την Άλωση της Πόλης το 1204, είχαν πέσει στα χέρια των Δυτικών. Ο Λικάριος ζήτησε από τον Μιχαήλ Η΄ στρατιωτικές δυνάμεις και σε αντάλλαγμα τού υποσχέθηκε την υποταγή της Εύβοιας. Ο Αυτοκράτορας δέχτηκε τη συμφωνία και ο Λικάριος ενισχυμένος με βυζαντινή φρουρά επέστρεψε στην Εύβοια και άρχισε αμείλικτο πόλεμο κατά των Λομβαρδών ηγεμόνων του νησιού. Αρχικά κατέλαβε το Κάστρο των Ωρεών και το κάστρο "Λα Κούπα" στην Κύμη.

Άνοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τη Ναυμαχία της Δημητριάδος (1275) στον Παγασητικό, όπου οι Βυζαντινοί κατανίκησαν τον Λομβαρδο-Ενετικό στόλο των βαρώνων της Εύβοιας, η θέση του Λικάριου ενδυναμώθηκε. Κερδίζοντας την υποστήριξη όλο και περισσότερων Ευβοέων κατάφερε να κυριεύσει το σημαντικό Κοκκινόκαστρο (Καστέλο Ρόσο) στη γενέτειρά του Κάρυστο. Συνέχισε και με άλλα ευβοιώτικα κάστρα ενώ κατέλαβε και τη γειτονική Σκόπελο που μέχρι τότε ανήκε στον Ενετό Φίλιππο Γκίζι.

Η εκδίκηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επόμενος στόχος του Λικάριου ήταν το Κάστρο της Χαλκίδας. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας κατάφερε να παρασύρει τον στρατό των υπερασπιστών στην περιοχή του Βατώντα, αρκετά έξω από τα τείχη, και να συλλάβει το μεγάλο του εχθρό Γιβέρτο Β' Ντα Βερόνα (αδελφό της Φελίζας) καθώς και τον σύμμαχό του Δούκα των Αθηνών Ιωάννη Ντε Λα Ρος. Παρά τη μεγάλη του αυτή επιτυχία ο Λικάριος δεν μπόρεσε να κυριεύσει την πόλη. Με την Χαλκίδα να είναι το μόνο απόρθητο σημείο της Εύβοιας, εγκαταστάθηκε στο γειτονικό ισχυρό Κάστρο των Φύλλων μετατρέποντάς το σε κατοικία και διοικητήριό του.

Αμέσως μετά (1279) ο Λικάριος ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη για να παραδώσει αυτοπροσώπως στον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ τους δύο ισχυρούς ηγεμόνες που είχε συλλάβει στον Βατώντα. Σύμφωνα μάλιστα με μαρτυρία του βυζαντινού ιστορικού Νικηφόρου Γρηγορά, ο αλυσοδεμένος Γιβέρτος Ντα Βερόνα όταν είδε τον πρώην άσημο ιππότη να μιλά με οικειότητα στον Αυτοκράτορα, ταράχτηκε τόσο πολύ που έπεσε νεκρός επιτόπου[4]. Ο Λικάριος είχε πάρει την εκδίκηση που τόσο επιθυμούσε.

Το απόγειο της δόξας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αυτοκράτορας Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος εντυπωσιασμένος από τις ικανότητες του Λικάριου του έδωσε τον τίτλο του Μέγα Δούκα, δηλαδή του Αρχιναυάρχου του Βυζαντινού Στόλου. Επίσης τον τίμησε δίνοντάς του για σύζυγο μια πλούσια και ευγενή ελληνίδα αφού φαίνεται ότι η Φελίζα, μάλλον λόγω θανάτου[5], δεν υπήρχε πια στη ζωή του Λικάριου. Ο κάποτε περιφρονημένος ιππότης επέστρεψε στην Εύβοια ένδοξος φεουδάρχης του νησιού, ηγέτης του Βυζαντινού πολεμικού ναυτικού και ευνοούμενος του Αυτοκράτορα.

Το τέλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως Αρχιναύαρχος, ο Λικάριος συνέχισε την επιθετική τακτική του και με ορμητήριο το Κάστρο των Φύλλων κυρίευσε πολλά νησιά και κάστρα. Στα 1280 "όλα σχεδόν τα νησιά του Αιγαίου είχαν περάσει σε βυζαντινά χέρια"[6] ενώ το 1281 (κατ' άλλους νωρίτερα[7]) ηγήθηκε και μιας νικηφόρας εκστρατείας των Βυζαντινών εναντίον των Τούρκων στην Παφλαγονία της Μ. Ασίας[5].

Αμέσως μετά το όνομα του Λικάριου χάνεται από τις ιστορικές πηγές. Δεν υπάρχουν πληροφορίες ούτε για τη συνέχεια της ζωής του ούτε και για το τέλος της. Το ίδιο συμβαίνει και με την τύχη των παιδιών που φέρεται ότι απέκτησε με την ελληνίδα σύζυγό του.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Παπασταματίου 1936, σ.46
  2. Nicol 1993, σ. 59
  3. Ευβοϊκή Εγκυκοπαίδεια 1990, σ. 1029
  4. Bury 1886, σ. 340
  5. 5,0 5,1 Ευβοϊκή Εγκυκλοπαίδεια 1990, σ. 1033)
  6. Bury 1886, σ. 341
  7. Miller 1908, σ. 425

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αγγλόφωνη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ελληνόφωνη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]