Μανφρέδος της Σικελίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μανφρέδος της Σικελίας
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Manfred (Γερμανικά)
Γέννηση1232
Βενόζα
Θάνατος26  Φεβρουαρίου 1266[1][2][3]
Μπενεβέντο
Συνθήκες θανάτουθάνατος στη μάχη[4]
Τόπος ταφήςΜπενεβέντο
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓερμανικά[5]
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο της Μπολόνια[4]
University of Paris[4]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασυγγραφέας[4]
ποιητής[4]
Οικογένεια
ΣύζυγοςΒεατρίκη της Σαβοΐας (Μαρκησία του Σαλούτσο) (από 1248)[6][7][4]
Ελένη Αγγελίνα της Ηπείρου (από 1258)[4]
ΤέκναΚωνσταντία Χοενστάουφεν της Σικελίας[6]
Βεατρίκη της Σικελίας[4]
ΓονείςΦρειδερίκος Β΄ Χοενστάουφεν[6] και Μπιάνκα Λάντσια[6]
ΑδέλφιαΆννα των Χοενστάουφεν[4]
Μαργαρίτα της Σικελίας
Κορράδος Δ΄ της Γερμανίας[4]
Ερρίκος της Γερμανίας[4]
Φρειδερίκος της Αντιόχειας
Έντσο της Σαρδηνίας
Φρειδερίκος του Πεττοράνο
ΟικογένειαΟίκος των Χοενστάουφεν
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Πόλεμοι/μάχεςBattle of Benevento
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΆρχοντας της Σικελίας[4]
Θυρεός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Μανφρέδος της Σικελίας (γερμανικά: Manfred‎‎, 1232 - 26 Φεβρουαρίου 1266) μέλος του Οίκου των Χοενστάουφεν ήταν βασιλιάς της Σικελίας (1258 - 1266) και πρίγκιπας του Τάραντα (1250 - 1266). Ο Μανφρέδος της Σικελίας ήταν νόθος γιος του Γερμανού αυτοκράτορα Φρειδερίκου Β΄ από την ερωμένη του Μπιάνκα Λάντσια. Ο πατέρας του -σύμφωνα με τον Μάθιου Πάρις- νυμφεύτηκε τη Μπιάνκα Λάντσια στην επιθανάτιο κλίνη του ως τέταρτη σύζυγο, αλλά η εκκλησία δεν αναγνώρισε τον γάμο και ο ίδιος παρέμεινε νόθος.[8] Όταν πέθανε ο ετεροθαλής αδελφός του Κορράδος Δ΄ της Γερμανίας (1254), τον διαδέχθηκε ο ανήλικος γιος του Κορραδίνος· ο Μανφρέδος ορίστηκε αντιβασιλιάς και κηδεμόνας στο όνομα του μικρού ανιψιού του, μέχρι την ενηλικίωση εκείνου.

Ο Μανφρέδος κατέστειλε όλες τις επαναστάσεις σε τέσσερα χρόνια, μέχρι τη χρονιά που σφετερίστηκε την εξουσία του μικρού Κορραδίνου και ανακηρύχτηκε ο ίδιος βασιλιάς της Σικελίας (1258). Ο πάπας Ιννοκέντιος Δ΄ αντέδρασε και ο Μανφρέδος ανέλαβε την ηγεσία στους πολέμους της οικογένειάς του εναντίον τού πάπα: νίκησε τον παπικό στρατό στη Φότζια (2 Δεκεμβρίου 1254). Ο Μανφρέδος αφορίστηκε από τρεις διαφορετικούς πάπες, κλήθηκε σε Σταυροφορία από τον πάπα Αλέξανδρο Δ΄ και τον Ουρβανό Δ΄, αλλά τους αγνόησε.[9] Τότε ο Ουρβανός Δ΄ ζήτησε τη βοήθεια των Καπετιδών-Ανζοού να ανατρέψουν τον Μανφρέδο και ο Κάρολος νίκησε τους Χοενστάουφεν στο Μπενεβέντο και ανακηρύχτηκε νέος βασιλιάς της Σικελίας ως Κάρολος Α΄· ο Μανφρέδος έπεσε στη μάχη.

Πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Απεικόνιση του Μανφρέδου της Σικελίας στη "Βίβλο του Μανφρέδου", 13ος αι.

Ο Μανφρέδος γεννήθηκε στη Βενόζα της επαρχίας Μπαζιλικάτα και είχε πάρει το επώνυμο της μητέρας του. Ο Φρειδερίκος Β΄ τον νομιμοποίησε με τη γέννηση του, το ίδιο έκανε με την αδελφή του από την ίδια μητέρα Άννα των Χοενστάουφεν που την πάντρεψε με τον Αυτοκράτορα της Νίκαιας Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη. Ο Μανφρέδος πούδασε στο Παρίσι και την Μπολόνια και είχε τα ίδια ενδιαφέροντα με τον πατέρα του στις τέχνες, τις επιστήμες και την ποίηση. Ο Φρειδερίκος Β΄ τον όρισε με τη διαθήκη του πρίγκιπα του Τάραντα.[10] Ο μεγαλύτερος ετεροθαλής αδελφός του Κορράδος Δ΄ διαδέχθηκε τον πατέρα τους στη Γερμανία, την Ιταλία και τη Σικελία, ενώ ο Μανφρέδος θα οριζόταν αντιβασιλιάς της Σικελίας την εποχή που ο Κορράδος Δ΄ απουσίαζε στη Γερμανία.[11]

Την εποχή που απεβίωσε ο πατέρας του (1250), ο 18χρονος Μανφρέδος εκτελούσε με πίστη τις εντολές του· το βασίλειο βρισκόταν τότε σε ταραχές, που είχαν κινηθεί από τον πάπα Ιννοκέντιο Δ΄ εναντίον της οικογένειας. Ο νεαρός Μανφρέδος μπόρεσε επιδέξια να υποτάξει όλες τις πόλεις που επαναστάτησαν, με εξαίρεση τη Νάπολη.[12] Ο Μανφρέδος προσπάθησε να κάνει παραχωρήσεις στον Ιννοκέντιο Δ΄ και να κλείσει ειρήνη, αλλά ο πάπας απέρριψε όλες τις προτάσεις.[13] Ο Κορράδος Δ΄ εμφανίστηκε στη νότια Ιταλία (1252) και η εξουσία του αναγνωρίστηκε από όλους, χωρίς αντίδραση.[14] Ο Κορράδος Δ΄ αφαίρεσε όλα τα αξιώματα από τον Μανφρέδο (χάρη στον φόβο προδοσίας) και τον περιόρισε μονάχα στο πριγκιπάτο του Τάραντα.[15] Τον Οκτώβριο του 1253 η Νάπολη έπεσε στα χέρια του Κορράδου Δ΄· όρισε τον πάπα κηδεμόνα του Κορραδίνου και έναν ισχυρό Γερμανό ηγεμόνα αντιβασιλιά.[16][17]

Κηδεμόνας του Κορραδίνου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κορράδος Δ΄ απεβίωσε τον Μάιο του 1254 από ελονοσία σε ηλικία 26 ετών.[18][19] Ο Μανφρέδος αρνήθηκε να παραδώσει το Βασίλειο της Σικελίας στον πάπα Ιννοκέντιο Δ΄ και ανέλαβε ο ίδιος την αντιβασιλεία για λογαριασμό του νεαρού Κορραδίνου.[20] Τον Ιούλιο του 1254 ο πάπας, που είχε οριστεί κηδεμόνας του Κορραδίνου από τον πατέρα εκείνου, αφόρισε τον Μανφρέδο.[21] Η αντιβασιλεία ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τον Ιννοκέντιο Δ΄· τελικά ο Μανφρέδος υποτάχθηκε τον Σεπτέμβριο του 1254 και δέχτηκε τον τίτλο του αυτοκρατορικού βικάριου στη νότια Ιταλία.[22] Η συμπεριφορά της παπικής συνοδείας και η κατοχή της Καμπανίας από τα παπικά στρατεύματα ενόχλησαν έντονα τον Μανφρέδο που διέφυγε στη Λουτσέρα.

Οι Σαρακηνοί της Λουτσέρας τον βοήθησαν να νικήσει τον παπικό στρατό στη Φότζια (2 Δεκεμβρίου 1254) και να αναλάβει πλήρως την εξουσία στη Σικελία και τη νότια Ιταλία.[23][24] Την ίδια χρονιά ο Μανφρέδος υποστήριξε τις πόλεις των Γιβελλίνων, ιδιαίτερα τη Σιένα, που τον βοήθησε να συντρίψει τη Φλωρεντία στη "μάχη του Μονταπέτρι", έτσι πήρε τον τίτλο του "προστάτη των Γιβελλίνων". Ο Ιννοκέντιος Δ΄ απεβίωσε και ο διάδοχος του Αλέξανδρος Δ΄ αφόρισε αμέσως τον Μανφρέδο.[25] Ωστόσο ο Μανφρέδος συνέτριψε τον παπικό στρατό (1257) και έγινε απόλυτος κύριος σε όλη τη νότια Ιταλία, ενώ δέχτηκε από τον Κορραδίνο τον τίτλο του "βικάριου".

Βασιλιάς της Σικελίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σφραγίδα του Μανφρέδου της Σικελίας.

Στις 10 Αυγούστου 1258 κυκλοφόρησαν φήμες, ότι ο μικρός Κορραδίνος είχε αποβιώσει και ο Μανφρέδος στέφθηκε βασιλιάς της Σικελίας στο Παλέρμο. Όταν η φήμη αποδείχτηκε ψευδής, οι απεσταλμένοι του Κορραδίνου ήρθαν να ακυρώσουν τη στέψη, αλλά εκείνος τους απάντησε, ότι η χώρα χρειαζόταν ισχυρό βασιλιά. Ο πάπας, που θεωρούσε κακούργημα τη συμμαχία του Μανφρέδου με τους Σαρακηνούς, ακύρωσε τη στέψη του, αλλά ο Μανφρέδος κέρδισε σύντομα τον έλεγχο σε ολόκληρη την κεντρική και βόρεια Ιταλία. Η Τοσκάνη, το Σπολέτο, το Μάρκε, η Εμίλια-Ρομάνια και η Λομβαρδία τον κήρυξαν αντιβασιλιά· οι κάτοικοι της Φλωρεντίας του έδωσαν όρκο υποτέλειας και τον όρισαν "Προστάτη της Τοσκάνης" και "Συγκλητικό των Ρωμαίων". Ο Μανφρέδος της Σικελίας ενίσχυσε σημαντικά τη θέση του όταν έδωσε την κόρη του Κωνσταντία Χοενστάουφεν της Σικελίας σύζυγο στον Πέτρο Γ΄ της Αραγωνίας. Ο νέος πάπας Ουρβανός Δ΄, έντονα ενοχλημένος από αυτές τις εξελίξεις, αφόρισε ξανά τον Μανφρέδο, προσπάθησε να πωλήσει το Βασίλειο της Σικελίας στον Ριχάρδο Α΄ της Κορνουάλης, μικρότερο αδελφό του Ερρίκου Γ΄ της Αγγλίας, αλλά ο Ριχάρδος Α΄ αρνήθηκε. Η δεύτερη απόπειρα ήταν περισσότερο επιτυχής: ο Κάρολος, μικρότερος αδελφός του Γάλλου βασιλιά Λουδοβίκου Θ΄ δέχθηκε να αγοράσει το βασίλειο (1263). Ο Μανφρέδος, όταν έμαθε τα νέα εξέδωσε διάταγμα, με το οποίο κήρυξε τον εαυτό του -όχι απλά βασιλιά της Σικελίας, αλλά- και αυτοκράτορα των Ρωμαίων.[26]

Η μάχη του Μπενεβέντο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πολύ ισχυρότερος στρατός του Καρόλου με 30.000 άνδρες εισήλθε στα τέλη του 1265 στην Ιταλική χερσόνησο και κατέλαβε εύκολα όλες τις πόλεις των Γιβελλίνων στον βορρά, προχώρησε στη Ρώμη και στέφτηκε τον Ιανουάριο του 1266 βασιλιάς, εν απουσία του πάπα. Προχώρησε νοτιότερα και εισέβαλε στο βασίλειο της Σικελίας (20 Ιανουαρίου 1266)· η τελική αναμέτρηση με τους δύο Χοενστάουφεν ολοκληρώθηκε στη "μάχη του Μπενεβέντο", στην οποία ο στρατός του Μανφρέδου γνώρισε τη συντριβή (26 Φεβρουαρίου 1266).[27] Ο Μανφρέδος αρνήθηκε να διαφύγει, πολέμησε σκληρά μέχρι το τέλος και σκοτώθηκε, τάφηκε με έναν σωρό από πέτρες στο ίδιο σημείο.[28] Η σορός του εκτάφηκε αργότερα με διαταγή του πάπα και μεταφέρθηκε σε άλλο σημείο, στις όχθες του ποταμού Γκαριλιάνο έξω από τη Νάπολη και τα Παπικά Κράτη.[29][30]

Ο Κάρολος ο Ανδεγαυός συνέλαβε τη δεύτερη σύζυγο του Μανφρέδου Ελένη Αγγελίνα της Ηπείρου και τη φυλάκισε· απεβίωσε στη φυλακή πέντε χρόνια αργότερα (1271). Ο γαμπρός του Μανφρέδου, ο Πέτρος Γ΄ της Αραγωνίας, εκδικήθηκε τον θάνατο τού πεθερού του, όταν ξέσπασε ο Σικελικός Εσπερινός (1282) και έδιωξε τους Γάλλους από τη Σικελία. Ο βασιλιάς Μανφρέδος ίδρυσε τη σύγχρονη πόλη Μανφρεντόνια κοντά στα ερείπια του αρχαίου Σιπόντο· οι Γάλλοι του έδωσαν το όνομα "Νέο Σίποντο", αλλά επίσημα η νέα ονομασία δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Με την πρώτη σύζυγό του Βεατρίκη της Σαβοΐας, κόρη του Αμεδαίου Δ΄ της Σαβοΐας, απέκτησαν μία κόρη την Κωνσταντία, που παντρεύτηκε τον βασιλιά της Αραγωνίας Πέτρο Γ΄ (13 Ιουνίου 1262).[31]

Η τύχη της οικογένειας του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μικρογραφία του 13ου αιώνα που απεικονίζει τον Μανφρέδο να κρατάει ένα γεράκι.

Ο Μανφρέδος της Σικελίας παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο την Ελένη Αγγελίνα της Ηπείρου, κόρη του Μιχαήλ Β΄ Κομνηνού Δούκα, ο πεθερός του ήθελε μια ισχυρή συμμαχία για να προστατεύσει το Δεσποτάτο της Ηπείρου από τη Θεσσαλονίκη. Με τον δεύτερο γάμο του απέκτησε μια κόρη τη Βεατρίκη της Σικελίας και τέσσερις γιους : Φρειδερίκο, Ερρίκο, Άνσελμο και Φρεντερίκ, όλα τα αδέλφια μαζί με τη μητέρα του αιχμαλωτίστηκαν από τον Κάρολο τον Ανδεγαυό στη "μάχη του Μπενεβέντο" (1266). Η Ελένη Αγγελίνα πέθανε φυλακισμένη στη Νοσέρα (1271).[32] Τα παιδιά της φυλακίστηκαν από τον Κάρολο στο Καστέλ ντελ Μόντε, ο Κάρολος Β΄ της Νεαπόλεως τους μετέφερε αλυσοδεμένους στο Κάστρο του Αυγού (1299).[33] Οι συνθήκες αιχμαλωσίας των παιδιών της ήταν στον μέγιστο βαθμό άθλιες, αλυσοδεμένοι στο σκοτάδι χωρίς φαγητό, τα αδέλφια σύντομα τυφλώθηκαν και παραφρόνησαν. Οι δύο μικρότεροι Άνσελμο και Φρεντερίκ δεν άντεξαν και πέθαναν, ο Ερρίκος επέζησε άλλα 18 χρόνια και πέθανε σε ηλικία 47 ετών (1309), "λιμοκτονημένος, τυφλός και τρελός".[34][35] Η Βεατρίκη ελευθερώθηκε με διαταγή του Ρουτζέρο ντι Λαούρια μετά από μάχη έξω από τη Νάπολη (1284) και παντρεύτηκε τον Μανφρέδο Δ΄ του Σαλούτσο.[36] Ο μεγαλύτερος γιος Φρειδερίκος δραπέτευσε από τη φυλακή στη Γερμανία, έζησε σε διάφορες Ευρωπαϊκές αυλές μέχρι που πέθανε τελικά στην Αίγυπτο (1312).[37][38] Ο Μανφρέδος της Σικελίας είχε τουλάχιστον άλλη μία νόθη κόρη τη Φλορντελίς.[39]

Θρύλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ιστορικοί υμνούν σε μεγάλο βαθμό τη γοητεία που ασκούσε ο Μανφρέδος, τη φυσική του ομορφιά και τον εκπληκτικό του χαρακτήρα.[40] Ο Δάντης Αλιγκέρι στο έργο του Θεία Κωμωδία συναντά τον Μανφρέδο έξω από το Καθαρτήριο, όπου το πνεύμα εκείνου λέει ότι πρέπει να εξαγνιστεί για τις αμαρτίες, περιμένοντας 30 χρόνια για κάθε χρονιά που έζησε αφορισμένος, μέχρι να εισέλθει στον Παράδεισο. Ο Μανφρέδος έγινε ο κεντρικός ήρωας σε έργα πολλών δραματουργών, όπως ο Ράουπαχ και ο Μάρμπαχ· τρείς από τις επιστολές του δημοσιοποιήθηκαν στην Ιστορική Βιβλιοθήκη του Παλέρμο (1732).[41] Το όνομα του Μανφρέδου δανείστηκε ο Άγγλος συγγραφέας Χόρας Ουάλπολ (1717 - 1797) σαν τον βασικό χαρακτήρα για το έργο του "Το κάστρο του Οτράντο" (1764). Ο Μοντάγκ Σάμερς (1880 - 1948) σε νέα έκδοση του έργου (1924) παρουσιάζει πολλές λεπτομέρειες της ζωής του Μανφρέδου, που ενέπνευσαν τον μυθιστορηματογράφο. Ο Μανφρέδος είναι τέλος κεντρικός χαρακτήρας στο δραματικό ποίημα, που έγραψε ο Λόρδος Βύρων "Μανφρέδος" (1817).

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νυμφεύτηκε πρώτα τη Βεατρίκη, κόρη του Αμεδαίου Δ΄ κόμη της Σαβοΐας και είχε τέκνο:

Το 1259 απεβίωσε η Βεατρίκη και ο Μανφρέδος έκανε δεύτερο γάμο με την Ελένη Αγγελίνα, κόρη του Μιχαήλ Β΄ δεσπότη της Ηπείρου και είχε τέκνα:

Από μη νόμιμη σχέση είχε τέκνο:

  • (νόθη) Φλορντελίς, π.1266 - μετά το 1297.

Πρόγονοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. (Γερμανικά) Εγκυκλοπαίδεια Μπρόκχαους. manfred-30.
  2. «Gran Enciclopèdia Catalana» (Καταλανικά) Grup Enciclopèdia. 0039740.
  3. AlKindi. 94401.
  4. 4,00 4,01 4,02 4,03 4,04 4,05 4,06 4,07 4,08 4,09 4,10 4,11 «Dizionario Biografico degli Italiani». (Ιταλικά) Dizionario Biografico degli Italiani. 2007. re-di-sicilia-manfredi. Ανακτήθηκε στις 1  Οκτωβρίου 2022.
  5. «Identifiants et Référentiels». (Γαλλικά) IdRef. Agence bibliographique de l'enseignement supérieur. Ανακτήθηκε στις 4  Μαρτίου 2020.
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 6,4 6,5 «Kindred Britain»
  7. p11335.htm#i113343. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  8. Barber 2004, σ. 233.
  9. Lock 2013, σ. 179.
  10. Runciman 1958, σ. 27.
  11. Abulafia 1992, σ. 406.
  12. Runciman 1958, σσ. 28–29.
  13. Lomax 2013, σ. 440.
  14. Chisolm 1911, σ. 568.
  15. Lomax 2013, σ. 440.
  16. Lomax 2013, σ. 440.
  17. Previté-Orton 1975, σ. 696.
  18. Fried 2015, σ. 282.
  19. Venning & Frankopan 2015, σ. 335.
  20. Kelly & Walsh 2010, σ. 195.
  21. Lomax 2013, σ. 440.
  22. Berg 1993, σ. 113.
  23. Domenico 2002, σ. 25.
  24. Chisolm 1911, σ. 568.
  25. Kelly & Walsh 2010, σ. 195.
  26. Chisolm 1911, σ. 568.
  27. Runciman 1958, σσ. 92, 94.
  28. Runciman 1958, σ. 94.
  29. Chisolm 1911, σ. 568.
  30. Runciman 1958, σ. 94.
  31. Lomax 2013, σ. 440.
  32. Bennett & Weikert 2016, σ. 144.
  33. Gregorovius 2010, σ. 537, n. 1
  34. Gregorovius 2010, σ. 537, n. 1
  35. Bennett & Weikert 2016, σσ. 145–46.
  36. Cawley 2016.
  37. Koller 2007.
  38. Haverkamp 1988, σ. 267.
  39. Koller 2007.
  40. Chisolm 1911, σ. 568.
  41. Chisolm 1911, σ. 568.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Abulafia, David (1992). Frederick II: A Medieval Emperor. Oxford University Press.
  • Barber, Malcolm (2 August 2004). The Two Cities: Medieval Europe 1050–1320. Routledge.
  • Bauer, Susan Wise (23 September 2013). The History of the Renaissance World: From the Rediscovery of Aristotle to the Conquest of Constantinople. W. W. Norton.
  • Bennett, Matthew; Weikert, Katherine (13 September 2016). Medieval Hostageship c.700-c.1500: Hostage, Captive, Prisoner of War, Guarantee, Peacemaker. Taylor & Francis.
  • Berg, Beverly (1993). "Manfred of Sicily and Urban IV: negotiations of 1262". Mediaeval Studies.
  • Cawley, Charles (2016), MONFERRATO, SALUZZO, SAVONA, Medieval Lands database, Foundation for Medieval Genealogy public domain Chisholm, Hugh, ed. (1911).
  • Domenico, Roy Palmer (2002). The Regions of Italy: A Reference Guide to History and Culture. Greenwood Publishing Group.
  • Fried, Johannes (13 January 2015). The Middle Ages. Harvard University Press.
  • Haverkamp, Alfred (1988). Medieval Germany, 1056–1273. Oxford University Press.
  • Gregorovius, Ferdinand (2010) [1897]. History of the City of Rome in the Middle Ages. Vol. 5, Part 2. Cambridge University Press.
  • Kelly, John Norman Davidson; Walsh, Michael J. (2010). A Dictionary of Popes. Oxford University Press.
  • Koller, Walter (2007). "MANFREDI, re di Sicilia". Dizionario Biografico (in Italian). 68. Rome.
  • Lock, Peter (15 April 2013). The Routledge Companion to the Crusades. Routledge.
  • Lomax, John (18 October 2013). "Manfred". In Richard K. Emmerson (ed.). Key Figures in Medieval Europe: An Encyclopedia. Routledge.
  • Matthew, Donald (30 July 1992). The Norman Kingdom of Sicily. Cambridge University Press.
  • Previté-Orton, C. W. (24 July 1975). Cambridge Medieval History, Shorter: Volume 2, The Twelfth Century to the Renaissance. CUP Archive.
  • Runciman, Sir Steven (1958). The Sicilian Vespers: A History of the Mediterranean World in the Later Thirteenth Century. Cambridge University Press.
  • Venning, Timothy; Frankopan, Peter (1 May 2015). A Chronology of the Crusades. Routledge.
  • Weiler, Björn K. U. (2006). Henry III of England and the Staufen Empire, 1216-1272. Boydell & Brewer.
  • Mendola, Louis (2016). Frederick, Conrad and Manfred of Hohenstaufen, Kings of Sicily: the chronicle of Nicholas of Jamsilla 1210-1258. New York: Trinacria.
  • Momigliano, Eucardio (1963). Manfredi. Milan: Dall'Oglio.
Μανφρέδος της Σικελίας
Γέννηση: 1232 Θάνατος: 26 Φεβρουαρίου 1266
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Κορραδίνος
Βασιλιάς της Σικελίας

1258 - 1266
Διάδοχος
Κάρολος ο Ανδεγαυός
Προκάτοχος
Φρειδερίκος Β΄ Χοενστάουφεν
Πρίγκιπας του Τάραντα

1250 - 1266