Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ρωσική Άπω Ανατολή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το ρωσικό Ομοσπονδιακό Διαμέρισμα της Άπω Ανατολής στον χάρτη της Ρωσίας (με κόκινο)
Η όχθη του ποταμού Αμούρ στο Χαμπάροφσκ
Το ηφαίστειο Κοριάκσκι στην Καμτσάτκα

Η Ρωσική Άπω Ανατολή (ρωσ. Дальний Восток России) είναι μεγάλη περιοχή της βορειοανατολικής Ασίας. Αποτελεί το ανατολικότερο μέρος της Ρωσίας και της ασιατικής ηπείρου, ενώ διοικητικώς υπάγεται στο Ομοσπονδιακό Διαμέρισμα της Άπω Ανατολής, που απλώνεται από τη λίμνη Βαϊκάλη στην ανατολική Σιβηρία μέχρι τον Ειρηνικό Ωκεανό και ιδρύθηκε μόλις το έτος 2000. Η μεγαλύτερη πόλη είναι το Χαμπάροφσκ και ακολουθεί το Βλαδιβοστόκ. Η Ρωσική Άπω Ανατολή έχει εδαφικά σύνορα με τα κράτη Μογγολία, Κίνα και Βόρεια Κορέα στα νότια, καθώς και θαλάσσια σύνορα με την Ιαπωνία στα νοτιοανατολικά και με τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής κατά μήκος του Βερίγγειου πορθμού στα βορειοανατολικά.

Παρότι θεωρείται από πολλούς μη Ρώσους διεθνώς ως μέρος της Σιβηρίας, στα ρωσικά περιφερειακά σχήματα η Ρωσική Άπω Ανατολή ταξινομείτο ιστορικώς πάντοτε ως ξεχωριστή οντότητα από τη Σιβηρία (και κατά τη Σοβιετική εποχή, όταν αποκαλείτο «Σοβιετική Άπω Ανατολή»).[1]

Στη Ρωσία η περιοχή αναφέρεται συνήθως απλώς ως «Άπω Ανατολή» (ρωσ. Дальний Восток), ενώ αυτό που αποκαλείται στις περισσότερες χώρες Άπω Ανατολή στη Ρωσία αποκαλείται συνήθως «Ασία του Ειρηνικού ωκεανού» (Азиатско-тихоокеанский регион) ή «Ανατολική Ασία» (Восточная Азия), ανάλογα με τα συμφραζόμενα.

Γεωγραφικά χαρακτηριστικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μερικά αξιοσημείωτα γεωγραφικά χαρακτηριστικά στη Ρωσική Άπω Ανατολή είναι μεταξύ άλλων τα εξής:

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην πανίδα της Ρωσικής Άπω Ανατολής παρουσιάζουν ζώα από τρεις διαφορετικές τάξεις του ζωικού βασιλείου:

Πρόβατο του χιονιού
Λεοπάρδαλη του Αμούρ (Panthera pardus orientalis)

Τρία ενδεικτικά είδη φυτών της Ρωσικής Άπω Ανατολής είναι τα εξής:

Το Βλαδιβοστόκ στις αρχές του 20ού αιώνα

Οι Ρώσοι έφθασαν στην ακτή του Ειρηνικoύ Ωκεανού το 1647 με την ίδρυση του Οχότσκ. Η Ρωσική Αυτοκρατορία παγίωσε τον έλεγχο της Ρωσικής Άπω Ανατολής κατά τον 19ο αιώνα, μετά την προσάρτηση μέρους της κινεζικής Μαντσουρίας (1858-1860). Η Περιφέρεια Πριμόρσκαγια (= «παραθαλάσσια») ιδρύθηκε ως χωριστή διοικητική περιφέρεια της Ρωσικής Αυτοκρατορίας το 1856, με διοικητικό κέντρο το Χαμπάροφσκ.

Διοικητική ιστορία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρκετές διοικητικές οντότητες με την ονομασία «Άπω Ανατολή» υπήρξαν κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, όλες με διαφορετικά σύνορα:

  • 1920-1922: η Δημοκρατία της Άπω Ανατολής (ή «Δημοκρατία του Τσιτά»), που περιελάμβανε 4 περιφέρειες (όμπλαστ): της Υπερβαϊκάλης, του Αμούρ, την Πριμόρσκαγια και της Καμτσάτκα, καθώς και το βόρειο τμήμα της νήσου Σαχαλίνης.
  • 1922-1926: Η «Απωανατολική Περιφέρεια» (ρωσ. Дальневосточная область), που περιελάμβανε το Κυβερνείο του Αμούρ, το Κυβερνείο της Υπερβαϊκάλης, το Κυβερνείο της Καμτσάτκα και άλλα.
  • 1926-1938: Το Κράι της Άπω Ανατολής, που περιελάμβανε τα σημερινά Κράι του Πριμόριε και Κράι Χαμπάροφσκ.

Μέχρι το έτος 2000 η Ρωσική Άπω Ανατολή δεν είχε επισήμως ορισμένα σύνορα. Ο όρος «Σιβηρία και η Άπω Ανατολή» (Сибирь и Дальний Восток) αναφερόταν συχνά στις περιοχές της Ρωσίας ανατολικά από τα Urals χωρίς καθαρό διαχωρισμό ανάμεσα στη «Σιβηρία» και την «Άπω Ανατολή».

Το 2000 οι Ομόσπονδες ενότητες της Ρωσίας ομαδοποιήθηκαν σε μεγαλύτερα Ομοσπονδιακά Διαμερίσματα της Ρωσίας, ένα εκ των οποίων, το Ομοσπονδιακό Διαμέρισμα της Άπω Ανατολής, αποτελείται από την Περιφέρεια (όμπλαστ) Αμούρ, τον Αυτόνομο θύλακα Τσουκότκα, το Εβραϊκό Αυτόνομο Όμπλαστ, την Περιφέρεια Καμτσάτκα με τον Αυτόνομο θύλακα της Κοριακίας, το Κράι Χαμπάροφσκ, το Όμπλαστ του Μαγκαντάν, το Κράι του Πριμόριε, τη Δημοκρατία των Σαχά (Γιακουτία και το Όμπλαστ της Σαχαλίνης. Τον Νοέμβριο του 2018 προστέθηκαν το Κράι Υπερβαϊκάλης και η Δημοκρατία της Μπουργιατίας, που μέχρι τότε αποτελούσαν μέρος του Σιβηρικού Ομοσπονδιακού Διαμερίσματος.[10]

Αν την ορίσουμε ταυτόσημη με τα σύνορα του ομώνυμου ομοσπονδιακού Διαμερίσματος, η Ρωσική Άπω Ανατολή έχει έκταση 6,2 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα, δηλαδή περισσότερο από το ένα τρίτο της συνολικής εκτάσεως της Ρωσίας.

Ρωσοϊαπωνικός Πόλεμος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ρωσία επεδίωκε επίμονα να αποκτήσει ένα λιμάνι σε θερμή θάλασσα (δηλαδή που δεν θα παγώνει καθόλου τον χειμώνα) στον Ειρηνικό Ωκεανό για το πολεμικό ναυτικό της, αλλά και για τη διευκόλυνση του θαλάσσιου εμπορίου. Το λιμάνι του Βλαδιβοστόκ (που είχε ιδρυθεί το 1860) ήταν λειτουργικό μόνο κατά τους θερινούς μήνες, ενώ το Πορτ Άρθουρ (που ενοικίαζε η Ρωσία από την Κίνα από το 1896 και μετά) στη Μαντσουρία μπορούσε να λειτουργεί όλο το έτος. Μετά τον Α΄ Σινοϊαπωνικό Πόλεμο (1894-1895) και την αποτυχία των διαπραγματεύσεων του 1903 μεταξύ Ιαπωνικής και Ρωσικής Αυτοκρατορίας, η Ιαπωνία επέλεξε τον πόλεμο προκειμένου να προστατεύσει την κυριαρχία της στην Κορέα και τα γειτονικά εδάφη. Η Ρωσία επίσης είδε τον πόλεμο ως ένα μέσο να αποσπάσει την προσοχή του λαού της από τα εσωτερικά θέματα, μετά από πολλές γενικές απεργίες. Η Ιαπωνία κήρυξε τον πόλεμο στις 8 Φεβρουαρίου 1904 και το ιαπωνικό ναυτικό επιτέθηκε αμέσως στον ρωσικό στόλο του Ειρηνικού.

Ο πόλεμος έληξε τον Σεπτέμβριο του 1905 με νίκη της Ιαπωνίας μετά την πτώση του Πορτ Άρθουρ και την αποτυχία της ρωσικής εισβολής στην Ιαπωνία δια της κορεατικής χερσονήσου και της βορειοανατολικής Κίνας. Επίσης η Ιαπωνία είχε απειλήσει να εισβάλει στο Κράι του Πριμόριε δια της Κορέας. Τα αντίπαλα μέρη υπέγραψαν τη Συνθήκη του Πόρτσμουθ στις 5 Σεπτεμβρίου και συμφώνησαν να εκκενώσουν τη Μαντσουρία και να την επιστρέψουν στην Κίνα, αλλά επιτράπηκε στην Ιαπωνία να ενοικιάσει τη Χερσόνησο Λιαοντόνγκ (όπου το Πορτ Άρθουρ και το Νταλιάν) και το ρωσικό σιδηροδρομικό σύστημα της νότιας Μαντσουρίας με την πρόσβασή του σε στρατηγικούς φυσικούς πόρους. Η Ιαπωνία κράτησε επίσης το νότιο μισό της νήσου Σαχαλίνης (Νομός Καράφουτο).

Από το 1937 έως το 1939 η Σοβιετική Ένωση του Στάλιν απέλασε πάνω από 200.000 Κορεάτες στο Ουζμπεκιστάν και στο Καζακστάν, από φόβο ότι οι Κορεάτας ίσως να δρούσαν ως κατάσκοποι της Ιαπωνίας. Πολλοί από αυτούς πέθαναν στη διαδρομή εξαιτίας της πείνας, ασθενειών, ή και από το κρύο. Οι σοβιετικές αρχές εκκαθάρισαν και εκτέλεσαν πολλά ηγετικά πρόσωπα της μειονότητας αυτής, γνωστής ως «Κόργιο-σαράμ», τα μέλη της οποίας δεν επιτρεπόταν να ταξιδέψουν εκτός Κεντρικής Ασίας την επόμενη 15ετία. Επίσης δεν τους επιτρεπόταν να μιλούν στη γλώσσα τους, η οποία άρχισε να χάνεται με την επικράτηση της διαλέκτου κόργιο-μαρ και τη χρήση της ρωσικής.

Η ανάπτυξη πολλών απομακρυσμένων περιοχών στη Σοβιετική Άπω Ανατολή επαφιόταν σε στρατόπεδα εργασίας του συστήματος Γκούλαγκ μέχρι τον θάνατο του Στάλιν, ιδίως στο βόρειο μισό της περιοχής. Μετά το 1953 η μεγάλης κλίμακας καταναγκαστική εργασία υπεχώρησε και επεκράτησε η εγκατάσταση εθελοντών με κίνητρο σχετικώς μεγάλους μισθούς και ημερομίσθια.

Σοβιετο-ιαπωνικές συγκρούσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την Ιαπωνική εισβολή στη Μαντσουρία το 1931, οι Σοβιετικοί κατέλαβαν τα νησιά Μπαλσόι Ουσουρίσκι, Γινλόνγκ και αρκετές παρακείμενες νησίδες, ώστε να αποκόψει την πόλη Χαμπάροφσκ από εδάφη ελεγχόμενα από μία δυνητικά εχθρική δύναμη.

Πράγματι, η Ιαπωνία έστρεψε τη στρατιωτική προσοχή της προς σοβιετικά εδάφη. Συγκρούσεις μεταξύ Ιαπώνων και Σοβιετικών συνέβαιναν συχνά στα σύνορα της Μαντσουρίας από το 1938 μέχρι το 1945. Η πρώτη αντιπαράθεση συνέβη στο Κράι του Πριμόριε και ήταν η Μάχη της λίμνης Χασάν (Ιούλιος–Αύγουστος 1938): άρχισε με στρατιωτική εισβολή του ελεγχόμενου από τους Ιάπωνες Μαντσουκούο σε έδαφος διεκδικούμενο από τη Σοβιετική Ένωση. Η ιαπωνική πλευρά είχε τη γνώμη ότι η Σοβιετική Ένωση είχε παρανοήσει τον ορισμό των συνόρων με βάση τη Σύμβαση του Πεκίνου (1860) ανάμεσα στην Αυτοκρατορική Ρωσία και την Αυτοκρατορική Κίνα. Το Κράι του Πριμόριε είχε συνεχώς την απειλή ιαπωνικής εισβολής, παρά το γεγονός ότι οι περισσότερες από τις υπόλοιπες συγκρούσεις συνέβησαν στο έδαφος του Μαντσουκούο.

Οι συγκρούσεις έληξαν λίγο πριν και μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, όταν η εξασθενημένη από τον πόλεμο με τις ΗΠΑ Ιαπωνία είδε τα εδάφη της στο Μαντσουκούο, το Μενγκγιάνγκ, την Κορέα και τη νότια Σαχαλίνη να κατακτώνται από σοβιετικά και μογγολικά στρατεύματα.

Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τόσο η Σοβιετική Ένωση όσο και η Ιαπωνία θεωρούσαν το Κράι του Πριμόριε στρατηγική περιοχή κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και σημειώθηκαν συγκρούσεις για τον έλεγχο της περιοχής. Οι Σοβιετικοί, όπως και οι Δυτικοί Σύμμαχοι, τη θεωρούσαν περιοχή-κλειδί για τη σχεδιαζόμενη εισβολή στην Ιαπωνία μέσα από την Κορέα. Η Ιαπωνία τη θεωρούσε επίσης σημαντική περιοχή για να αρχίσει μια μαζική εισβολή στην ανατολική Ρωσία. Στο Κράι βρισκόταν το σοβιετικό αρχηγείο για τις επιχειρήσεις του Ειρηνικού.

Μετά τη σοβιετική εισβολή, η ΕΣΣΔ επέστρεψε τη Μαντσουρία και το Μενγκγιάνγκ στην Κίνα, ενώ η Κορέα ελευθερώθηκε. Η Σοβιετική Ένωση κατέλαβε επίσης και προσάρτησε τις νότιες Κουρίλες και τη νότια Σαχαλίνη από την Ιαπωνία. Η σχεδιαζόμενη σοβιετική εισβολή στην κυρίως Ιαπωνία ωστόσο δεν έγινε ποτέ.

Κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Κορέας το Κράι του Πριμόριε έγινε αντικείμενο εξαιρετικών ανησυχιών ασφαλείας από μέρους της Σοβιετικής ΕνώσεΑναγνωριστικό αεροσκάφοςως.

Το Βλαδιβοστόκ υπήρξε ο τόπος διεξαγωγής των Συνομιλιών Περιορισμού Στρατηγικών Όπλων (SALT) το 1974. Σε αυτές η Σοβιετική Ένωση και οι ΗΠΑ απεφάσισαν ποσοτικές μειώσεις σε διάφορα συστήματα πυρηνικών όπλων και απαγόρευσαν την κατασκευή νέων χερσαίων εκτοξευτών διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων (ICBM). Μερικά χρόνια αργότερα το Βλαδιβοστόκ και άλλες πόλεις του Κράι του Πριμόριε έγιναν απαγορευμένες για τους ξένους εξαιτίας των βάσεων του Σοβιετικού στόλου του Ειρηνικού.

Από καιρού σε καιρό γίνονταν πάνω από τη σοβιετική Άπω Ανατολή πτήσεις από αμερικανικά αναγνωριστικά αεροσκάφη, που ξεκινούσαν από την Αλάσκα. Σχετικές ανησυχίες των Σοβιετικών προκάλεσαν την τραγωδία της κορεατικής πτήσεως 007 το 1983.

Μετασοβιετική εποχή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 2016 ο Πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν πρότεινε τον «Νόμο του Δωρεάν εκταρίου Άπω Ανατολής» ώστε να εποικισθεί η Ρωσική Άπω Ανατολή.[11] Ο νόμος αυτός προβλέπει τη δωρεά ενός εκταρίου (δέκα στρεμμάτων) γης στην περιοχή σε όποιον δεχθεί να μείνει εκεί για 5 χρόνια τουλάχιστον.

Φοιτήτριες στο Βλαδιβοστόκ στην εορτή της Αγίας Τατιανής, Ημέρας των Φοιτητών στη Ρωσία (2009)
Διάγραμμα της εξελίξεως του πληθυσμού της Ρωσικής Άπω Ανατολής τη μετασοβιετική εποχή

Σύμφωνα με τη Ρωσική απογραφή του 2010, το Ομοσπονδιακό Διαμέρισμα της Άπω Ανατολής είχε πληθυσμό 6.293.129 κατοίκους. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του πληθυσμού είναι συγκεντρωμένο στα νότια. Εξαιτίας της τεράστιας εκτάσεως της Ρωσικής Άπω Ανατολής, τα 6,3 εκατομμύρια κατοίκων αντιστοιχούν σε πυκνότητα πληθυσμού μικρότερη του 1 κατοίκου ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο, οπότε η Ρωσική Άπω Ανατολή είναι μια από τις πλέον αραιοκατοικημένες περιοχές της Γης. Ο πληθυσμός της μειώνεται από την εποχή που διαλύθηκε η Σοβιετική Ένωση και τα τελευταία 15 έτη έχει μειωθεί κατά 14%.

Η πλειονότητα του πληθυσμού ανήκει σε δύο εθνότητες: τους Ρώσους και τους Ουκρανούς.

Το Βλαδιβοστόκ το 2015

Το 75% του πληθυσμού της Ρωσικής Άπω Ανατολής κατοικεί σε πόλεις. Οι μεγαλύτερες από αυτές είναι οι εξής:

Παραδοσιακές εθνοτικές ομάδες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ιθαγενείς πληθυσμοί της Ρωσικής Άπω Ανατολής ταξινομούνται συνήθως με βάση τη γλωσσική ομάδα στην οποία ανήκουν. Συνακόλουθα, μερικές σημαντικές ομάδες είναι οι εξής:

Υδροπτέρυγο στον ποταμό Λένα (2004)

Η περιοχή δεν συνδεόταν με την υπόλοιπη Ρωσία με εθνικές οδούς, μέχρι την ολοκλήρωση της Εθνικής Οδού R297 (Μ58) το 2010.

Η Άπω Ανατολή είναι η μοναδική περιοχή της Ρωσίας στην οποία τα περισσότερα αυτοκίνητα έχουν το τιμόνι στα δεξιά (το 73% του συνόλου των αυτοκινήτων)[12], παρά το ότι η κυκλοφορία διεξάγεται στη δεξιά πλευρά των δρόμων.

Οι σιδηροδρομικές συγκοινωνίες είναι καλύτερα αναπτυγμένες. Ο περίφημος Υπερσιβηρικός σιδηρόδρομος και ο Σιδηρόδρομος Βαϊκάλης-Αμούρ (από το 1984) συνδέουν την Άπω Ανατολή με τη Σιβηρία και την υπόλοιπη Ρωσία. Σχεδιάζεται και η Κεντρική γραμμή Αμούρ-Γιακούτσκ.

Καθώς συμβαίνει και στη Σιβηρία, για πολλές απομακρυσμένες τοποθεσίες ο κυριότερος τρόπος μεταφοράς προς και από τον υπόλοιπο κόσμο είναι αεροπορικώς, αν και οι υποδομές είναι συχνά ανεπαρκείς.

Οι θαλάσσιες μεταφορές είναι επίσης σημαντικές για τη μεταφορά αγαθών σε τοποθεσίες κοντά ή πάνω στις ακτές του Ειρηνικού και του Αρκτικού Ωκεανού, όπως και για την εξαγωγή πρώτων υλών, ιδίως πετρελαίου, φυσικού αερίου και μεταλλευμάτων.


  1. Mieczowski, Z. (1968). «The Soviet Far East: Problem Region of the USSR». Pacific Affairs (University of British Columbia) 41 (2): 214-229. doi:10.2307/2754796. https://archive.org/details/sim_pacific-affairs_summer-1968_41_2/page/214. 
  2. «Northern Hazelhen (Tetrastes bonasia). Photo Gallery, Birds of Russian Far East». fareastru.birds.watch. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουνίου 2020. 
  3. «Siberian Grouse. Photo Gallery. Birds of Russian Far East». fareastru.birds.watch. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Μαΐου 2021. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουνίου 2020. 
  4. «Northern Black Grouse (Lyrurus tetrix). Birds of Russian Far East». fareastru.birds.watch. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουνίου 2020. 
  5. «Black-billed Capercaillie - eBird». ebird.org. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουνίου 2020. 
  6. «Willow Ptarmigan (Lagopus lagopus). Photo Gallery. Birds of Russian Far East». fareastru.birds.watch. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουνίου 2020. 
  7. «Rock Ptarmigan (Lagopus muta). Photo Gallery. Birds of Russian Far East». fareastru.birds.watch. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουνίου 2020. 
  8. Valerius Geist (Ιανουάριος 1998). Deer of the World: Their Evolution, Behaviour, and Ecology. Stackpole Books. σελ. 211. ISBN 978-0-8117-0496-0. Ανακτήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2016. 
  9. Uphyrkina, O.; Miquelle, D.; Quigley, H.; Driscoll, C.; O’Brien, S.J. (2002). «Conservation Genetics of the Far Eastern Leopard (Panthera pardus orientalis. Journal of Heredity 93 (5): 303-311. doi:10.1093/jhered/93.5.303. PMID 12547918. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-02-04. https://web.archive.org/web/20160204102124/http://dobzhanskycenter.bio.spbu.ru/pdf/sjop/MS458_Uphyrkina.pdf. Ανακτήθηκε στις 30 January 2016. 
  10. «Официальный интернет-портал правовой информации». publication.pravo.gov.ru. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Φεβρουαρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 2018. 
  11. «On Russia's Far Eastern Frontier, Vast Stretches Of Free Land, But Little Interest». RFE/RL. 20 Σεπτεμβρίου 2020. 
  12. «В России посчитали всех "праворуких"». auto.vesti.ru. http://auto.vesti.ru/news/show/news_id/672782/ccl_id/23/. Ανακτήθηκε στις 24 April 2017. 
  • Beer, Daniel: The house of the dead: Siberian exile under the tsars, εκδ. Vintage, 2017
  • Bobrick, Benson: East of the Sun: the Epic Conquest and Tragic History of Siberia, Poseidon Press, Νέα Υόρκη 1992
  • Forsyth, James: History of the Peoples of Siberia, Cambridge University Press, 1992
  • Glebov, Sergei: «Center, Periphery, and Diversity in the Late Imperial Far East: New Historiography of a Russian Region», Ab Imperio 2019.3 (2019), σσ. 265-278
  • Monahan, Erika: The merchants of Siberia: Trade in early modern Eurasia, Cornell University Press, 2016
  • Naumov, Igor: History of Siberia, Routledge, Λονδίνο 2006
  • Reid, Anna: The Shaman's Coat: A Native History of Siberia, Walker & Comp., Νέα Υόρκη 2002
  • Stolberg, Eva-Maria (επιμ.): Siberian Saga: a History of Russia's Wild East, 2005
  • Wood, Alan: Russian Far East 1581-1991, Bloomsbury Academic, Λονδίνο 2011

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]