Πανεπιστήμιο της Βιέννης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πανεπιστήμιο της Βιέννης
Universität Wien
Ίδρυση1365
Προϋπολογισμός€ 572 εκατομμύρια[1]
ΠρύτανηςSebastian Schütze
Ακαδημαϊκό προσωπικό6.730
Διοικητικό προσωπικό2.960
Φοιτητέςπερ. 91.900[2]
Προπτυχιακοί79.300
Μεταπτυχιακοί12.600
ΤοποθεσίαΒιέννη
Χρώματακυανό και λευκό
Ιστότοποςhttp://www.univie.ac.at/en

Το Πανεπιστήμιο της Βιέννης (γερμανικά: Universität Wien, λατινικά: Universitas Vindobonensis, Alma Mater Rudolphina) είναι ένα δημόσιο πανεπιστήμιο που βρίσκεται στη Βιέννη, πρωτεύουσα της Αυστρίας. Ιδρύθηκε από τον δούκα Ροδόλφο Δ΄ το 1365, όντας έτσι το παλαιότερο πανεπιστήμιο ολόκληρου του γερμανόφωνου κόσμου. Πέρα από τη μακρά και πλούσια ιστορία του, έχει εξελιχθεί σε ένα από τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια της Ευρώπης, διακρινόμενο ιδιαίτερα στις ανθρωπιστικές επιστήμες. Μέχρι στιγμής 15 κάτοχοι Βραβείου Νόμπελ με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο συνδέθηκαν με το Πανεπιστήμιο (υπήρξαν φοιτητές ή καθηγητές του), ενώ φιλοξένησε και πολλές άλλες μορφές ιστορικά ή ακαδημαϊκά σημαντικές.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τον Μεσαίωνα στον Διαφωτισμό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Πανεπιστήμιο της Βιέννης ιδρύθηκε στις 12 Μαρτίου 1365 από τον δούκα Ροδόλφο Δ΄ της Αυστρίας και τους δύο αδελφούς του, δούκες Αλβέρτο και Λεοπόλδο, από όπου και το παραδοσιακό παράπλευρο όνομά του «Alma Mater Rudolphina». Το ίδρυμα αποτελεί έτσι το τρίτο παλαιότερο πανεπιστήμιο της Κεντρικής Ευρώπης, μετά το Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα και το Γιαγκελονιανό Πανεπιστήμιο στην Κρακοβία, καθώς και το παλαιότερο πανεπιστήμιο του γερμανόφωνου κόσμου. Οργανώθηκε με πρότυπο το Πανεπιστήμιο του Παρισιού. Ωστόσο, ο Πάπας Ουρβανός Ε΄ δεν επεκύρωσε την ιδρυτική πράξη, ειδικά ως προς το τμήμα της θεολογίας. Η αιτία ήταν προφανώς η πίεση του Αυτοκράτορα Καρόλου Δ΄, που επιθυμούσε να αποφύγει τον ανταγωνισμό του πανεπιστημίου του στην Πράγα. Η έγκριση από τον Πάπα έφθασε τελικώς το 1384 και τότε το ίδρυμα απέκτησε το status πλήρους πανεπιστημίου, συμπεριλαμβανομένης της Καθολικής Θεολογικής Σχολής. Το πρώτο κτίσμα του άνοιξε το 1385. Αναπτύχθηκε στο μεγαλύτερο πανεπιστήμιο της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους και στα μέσα του 15ου αιώνα είχε περισσότερους από 6.000 φοιτητές.

Κατά τις πρώτες του δεκαετίες το πανεπιστήμιο είχε μία μερικώς ιεραρχική και μερικώς συνεργατική δομή, στην οποία κυριαρχούσε ο πρύτανης. Οι μάγιστροι και οι δόκτορες αποτελούσαν το διδακτικό προσωπικό στις 4 σχολές του και εξέλεγαν τους ακαδημαϊκούς αξιωματούχους μέσα από τις τάξεις τους. Οι φοιτητές και τα άλλα Supposita (μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας) χωρίζονταν σε 4 «ακαδημαϊκά έθνη». Εξέλεγαν και αυτοί μέλη του συμβουλίου, συνήθως αποφοίτους, και είχαν το δικαίωμα να εκλέγουν τον Πρύτανη. Ο Πρύτανης προήδρευε του Συμβουλίου των επικεφαλής των «εθνών» και των κοσμητόρων, αλλά και της Συνελεύσεως του Πανεπιστημίου, στην οποία συμμετείχαν όλοι οι διδάσκοντες. Παράπονα ή ενστάσεις των φοιτητών κατά αποφάσεων των διδασκόντων έπρεπε να μεταφερθούν εδώ από κάποιο μάγιστρο ή δόκτορα.

Θεωρούμενο παπικό ίδρυμα, το Πανεπιστήμιο αντιμετώπισε δυσκολίες κατά τη Μεταρρύθμιση. Επιπλέον, η Πρώτη πολιορκία της Βιέννης από τους Οθωμανούς επέφερε ερήμωση στην πόλη και την παρακμή του ιδρύματος, με μόλις 30 φοιτητές να είναι εγγεγραμμένοι κάποια εποχή. Για τον βασιλιά Φερδινάνδο Α΄ αυτό σήμαινε ένα μόνο πράγμα: ότι το Πανεπιστήμιο θα έπρεπε να προσδεθεί ακόμα περισσότερο στην Εκκλησία. Το 1551 εγκατέστησε τους Ιησουίτες εκεί, οι οποίοι με την έδικτο Sanctio Pragmatica του Φερδινάνδου Β΄ το 1623 ανέλαβαν τη διδασκαλία στη θεολογική και στη φιλοσοφική σχολή. Με τον τρόπο αυτό το Πανεπιστήμιο της Βιέννης έγινε προπύργιο του Καθολικισμού για περισσότερα από 150 χρόνια. Μόλις στα μέσα του 18ου αιώνα η Αυτοκράτειρα Μαρία Θηρεσία υποχρέωσε το ίδρυμα να επανέλθει υπό τον έλεγχο της μοναρχίας. Ο διάδοχός της Ιωσήφ Β΄ των Αψβούργων βοήθησε την παραπέρα εξέλιξη του πανεπιστημίου, επιτρέποντας σε Προτεστάντες και Εβραίους να εγγράφονται και καθιερώνοντας τη γερμανική ως την υποχρεωτική γλώσσα διδασκαλίας (αντί της λατινικής, που ήταν η επίσημη γλώσσα του Βατικανού).

Από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κεντρικό κτήριο του Πανεπιστημίου της Βιέννης

Σημαντικές αλλαγές έγιναν στον απόηχο των εξεγέρσεων του 1848, με τη φιλοσοφική σχολή να αναβαθμίζεται σε ισότιμη της θεολογικής, της νομικής και της ιατρικής. Με τις μεταρρυθμίσεις του κόμη Λεοπόλδου του Χόχενστάιν το πανεπιστήμιο μπόρεσε να επιτύχει μεγαλύτερο βαθμό ακαδημαϊκής ελευθερίας. Το σημερινό κεντρικό κτήριο του ιδρύματος, στη Ρίνγκστρασσε, ανεγέρθηκε μεταξύ του 1877 και του 1884 από τον Χάινριχ φον Φέρστελ. Το προηγούμενο βρισκόταν κοντά στην πύλη Stuben (Stubentor), στην Πλατεία Iganz Seipel, θέση του παλαιού πανεπιστημιακού ναού (Universitätskirche) και της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών (Österreichische Akademie der Wissenschaften). Γυναίκες γίνονταν δεκτές ως φοιτήτριες από το 1897, αν και στην αρχή σπούδαζαν μόνο στη φιλοσοφική: Η πρώτη φοιτήτρια της ιατρικής εγγράφηκε το 1900, της νομικής το 1919, της προτεσταντικής θεολογίας το 1923 και τέλος της ρωμαιοκαθολικής θεολογίας μόλις το 1946. Το 1907 η Ελίζε Ρίχτερ έγινε η πρώτη γυναίκα καθηγήτρια στην ιστορία του πανεπιστημίου, διδάσκοντας ρομανικές γλώσσες.

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1920 το ίδρυμα γνώρισε την αναταραχή από την αντιδημοκρατική και αντισημιτική δραστηριότητα φοιτητών. Ο καθηγητής Μόριτς Σλικ δολοφονήθηκε από έναν πρώην φοιτητή ενώ ανέβαινε τα σκαλοπάτια του πανεπιστημίου για να διδάξει ένα μάθημα. Ο δολοφόνος του απελευθερώθηκε αργότερα από το ναζιστικό καθεστώς. Μετά την προσάρτηση της Αυστρίας στη Γερμανία το 1938, το Πανεπιστήμιο της Βιέννης «αναμορφώθηκε» πολιτικά και πάρα πολλοί διδάσκοντες και φοιτητές εκδιώχθηκαν για πολιτικούς και φυλετικούς λόγους.[3] Τον Απρίλιο του 1945, ο τότε 22χρονος Κουρτ Σούμπερτ πήρε άδεια από τις σοβιετικές δυνάμεις κατοχής να ανοίξει και πάλι το πανεπιστήμιο για διδασκαλία, και γι' αυτό θεωρείται ως ο πρώτος ανεπίσημος «πρύτανης» του ιδρύματος στη μεταπολεμική περίοδο, αν και τον ίδιο μήνα (25/4/1945) ο δικηγόρος Λούντβιχ Αντάμοβιτς εκλέχθηκε ως επίσημος πρύτανης. Μεγάλος βαθμός συμμετοχής των φοιτητών και των διοικητικών στα πανεπιστημιακά πράγματα επιτεύχθηκε το 1975, ωστόσο οι μεταρρυθμίσεις του 1993 και του 2002 επανέφεραν σε σημαντικό βαθμό τους καθηγητές ως τους βασικούς λήπτες των αποφάσεων. Πάντως με την τελευταία μεταρρύθμιση το Πανεπιστήμιο ανέκτησε, μετά από περισσότερα από 250 χρόνια υπό κυβερνητικό έλεγχο, τα νομικά του δικαιώματα. Ο αριθμός των σχολών και των κέντρων του αυξήθηκε σε 18, ενώ ολόκληρη η ιατρική σχολή ανεξαρτητοποιήθηκε στο νέο «Ιατρικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης».

Θέση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κύρια Αίθουσα Τελετών (Großer Festsaal) στο κεντρικό κτήριο

Το Πανεπιστήμιο της Βιέννης δεν διαθέτει ενιαία πανεπιστημιόπολη. Οι εγκαταστάσεις του είναι διάσπαρτες σε περισσότερες από 60 τοποθεσίες σε όλη την πόλη της Βιέννης. Το ιστορικό κεντρικό κτήριο στη Ρίνγκστρασσε αναφέρεται συχνά ως «το πανεπιστήμιο» ("die Uni"). Οι περισσότερες άλλες εγκαταστάσεις και αίθουσες διδασκαλίας βρίσκονται εκεί κοντά, στο 1ο και στο 9ο διαμέρισμα, όπως το «Νέο Συγκρότημα Διδασκαλίας» (Neues Institutgebäude, NIG), το συγκρότημα αιθουσών διδασκαλίας της Althanstraße (UZA), η νομική σχολή (Juridicum) και άλλα. Ο Βοτανικός Κήπος του Πανεπιστημίου της Βιέννης βρίσκεται στο 2ο διαμέρισμα, όπως και το Τμήμα Βιοχημείας και τα σχετικά ερευνητικά κέντρα.

Αξιοσημείωτο είναι και το Αστεροσκοπείο της Βιέννης, το οποίο ανήκει στο Πανεπιστήμιο, καθώς και το Ινστιτούτο Αθλητισμού του Πανεπιστημίου (USI), που προσφέρει εκπαίδευση και δυνατότητες αναψυχής σε όλους τους φοιτητές. Επιπροσθέτως, το Πανεπιστήμιο της Βιέννης διατηρεί εγκαταστάσεις και έξω από την πόλη, στις επαρχίες Κάτω Αυστρία, Άνω Αυστρία και Σάλτσμπουργκ. Αυτές είναι κυρίως ερευνητικά και πειραματικά εργαστήρια για τη βιολογία, την αστροφυσική και τον αθλητισμό.

Δομή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προγράμματα σπουδών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι φοιτητές και φοιτήτριες του Πανεπιστημίου της Βιέννης μπορούν να επιλέξουν κάποιο από τα 187 προγράμματα σπουδών που προσφέρονται: 55 προπτυχιακά, 116 προγράμματα master και 12 διδακτορικά. Κατά το ακαδημαϊκό έτος 2012-2013 το Πανεπιστήμιο απένειμε 10.904 πτυχία, 1.138 master και 585 διδακτορικά. Τα παρακάτω προγράμματα Master διδάσκονται στην αγγλική γλώσσα:

  • Quantitative Economics, Management and Finance
  • Science-Technology-Society
  • Environmental Sciences
  • Middle European interdisciplinary Master Programme in Cognitive Science
  • European Master in Health and Physical Activity
  • English Language and Linguistics
  • Anglophone Literatures and Cultures
  • East Asian Economy and Society
  • Economics
  • Botany
  • Ecology and Ecosystems
  • Molecular Microbiology, Microbial Ecology and Immunobiology

Σχολές και κέντρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σήμερα το Πανεπιστήμιο της Βιέννης αποτελείται από 15 σχολές και 4 κέντρα, τα εξής:

  1. Σχολή Ρωμαιοκαθολικής Θεολογίας
  2. Σχολή Προτεσταντικής Θεολογίας
  3. Νομική Σχολή
  4. Σχολή Επιχειρήσεων, Οικονομικών και Στατιστικής (δεν πρέπει να συγχέεται με το Πανεπιστήμιο Οικονομικών και Επιχειρήσεων της Βιέννης)
  5. Σχολή Επιστήμης υπολογιστών
  6. Σχολή Ιστορικών και Πολιτιστικών Σπουδών
  7. Σχολή Φιλολογικών και Πολιτιστικών Σπουδών
  8. Σχολή Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής
  9. Σχολή Ψυχολογίας
  10. Σχολή Κοινωνικών Επιστημών
  11. Σχολή Μαθηματικών
  12. Σχολή Φυσικής
  13. Σχολή Χημείας
  14. Σχολή Γεωεπιστημών, Γεωγραφίας και Αστρονομίας
  15. Σχολή Βιοεπιστημών
  1. Κέντρο Μεταφραστικών Σπουδών
  2. Κέντρο Επιστημών του Αθλητισμού
  3. Κέντρο Μοριακής βιολογίας
  4. Κέντρο Εκπαιδεύσεως διδασκάλων

Διάσημοι καθηγητές και απόφοιτοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καθηγητές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Πανεπιστήμιο της Βιέννης υπήρξε το λίκνο της «Αυστριακής σχολής» των οικονομικών. Οι ιδρυτές της που σπούδασαν και αργότερα δίδαξαν στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης ήταν οι Καρλ Μένγκερ, Έουγκεν Μπεμ φον Μπάβερκ, Φρήντριχ φον Βήζερ, Γιόζεφ Σουμπέτερ, Λούντβιχ φον Μίζες και Φρίντριχ Χάγιεκ.

Μερικοί άλλοι σημαντικοί διδάξαντες στο Πανεπιστήμιο είναι οι: Τέοντορ Αντόρνο, Μάνφρεντ Μπήτακ, Τέοντορ Μπίλροτ, Λούντβιχ Μπόλτσμαν, Φραντς Μπρεντάνο, Άντον Μπρούκνερ, Ρούντολφ Κάρναπ, Κόνραντ Κέλτις, Βίκτορ Φρανκλ, Σίγκμουντ Φρόυντ, Έντουαρντ Χάνσλικ, Χανς Κέλσεν, Γιόζεφ Λόσμιντ, Φρανκ Μίκλοσιτς, Όσκαρ Μόργκενστερν, Όττο Νόιρατ, Πάπας Πίος Β΄, Καρλ φον Ροκιτάνσκυ, Άουγκουστ Σλάιχερ, Μόριτς Σλικ, Λούντβιχ Καρλ Σμάρντα, Γιόζεφ φον Ζόνενφελς, Γιόζεφ Στέφαν, Λέοπολντ Φιτορίς, Τζαλιλέ Τζαλίλ, Καρλ Άουερ φον Βέλσμπαχ, Όλγα Τάουσκυ-Τοντ, Πολυχρόνης Ενεπεκίδης.

Απόφοιτοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μερικοί από τους γνωστότερους φοιτητές του Πανεπιστημίου της Βιέννης είναι και οι: Μπρούνο Μπέτελχαϊμ, Ρούντολφ Μπινγκ, Λούτσιαν Μπλάγκα, Γιόζεφ Μπρέουερ, Φ.Φ. Μπρους, Ελίας Κανέττι, Έρικ Φέγκελιν, Ιβάν Τσάνκαρ, Ότο Μαρία Καρπώ, Κρίστιαν Ντόπλερ, Φέλιξ Έρεναφτ, Μιχαήλ Εμινέσκου, Πωλ Φεγεράμπεντ, Χάιντς Φίσερ, Ο.Β. Φίσερ, Ιβάν Φράνκο, Σίγκμουντ Φρόυντ, Αλτσίντε ντε Γκάσπερι, Ερνστ Γκόμπριχ, Κουρτ Γκέντελ, Φραντς Γκρίλπαρτσερ, Άλφρεντ Γκουζενμπάουερ, Γεργκ Χάιντερ, Τέοντορ Χερτσλ, Έντμουντ Χούσερλ, Ούγκο φον Χόφμανσταλ, Ελφρίντε Γέλινεκ, Πέρσυ Λέιβον Τζούλιαν, Καρλ Κάουτσκι, Χανς Κέλσεν, Ρούντολφ Κίρχσλόγκερ, Άρθουρ Κέσλερ, Γέρνεϊ Κόπιταρ, Καρλ Κόρντες, Καρλ Κράους, Μπρούνο Κράισκυ, Ρίτσαρντ Κουν, Πάουλ Λάζαρσφελντ, Γκούσταβ Μάλερ, Τόμας Μάζαρικ, Λίζε Μάιτνερ, Γκρέγκορ Μέντελ, Φραντς Μέζμερ, Φρανκ Μίκλοσιτς, Αλόις Μοκ, Ματίγια Μούρκο, Γιόχαν Παλίζα, Έντουαρντ Πέρνκοπφ, Πάπας Πίος Γ΄, Καρλ Πόπερ, Όττο Πρέμινγκερ, Βίλχελμ Ράιχ, Πέτερ Σάφαρ, Μόρντχε Σαίχτερ, Καρλ Σενκλ, Άρτουρ Σνίτσλερ, Βόλφγκαγκ Σύσελ, Γιόζεφ Σουμπέτερ, Άνταλμπερτ Στίφτερ, Κουρτ Βαλντχάιμ, Όττο Βάινινγκερ, Στέφαν Τσβάιχ, Ιγκνάσι Λουκασιέβιτς, Προκόπιος Γεωργιάδης και Ούλριχ Ζβίγγλιος.

Τιμημένοι με Βραβείο Νόμπελ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μεγάλο κλιμακοστάσιο (Feststiege) του κεντρικού κτηρίου

Μέχρι στιγμής υπάρχουν οι παρακάτω 15 κάτοχοι Βραβείου Νόμπελ που με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο συνδέονται με το Πανεπιστήμιο της Βιέννης (υπήρξαν φοιτητές ή καθηγητές του):

Ονοματεπώνυμο Κατηγορία `Ετος βραβεύσεως
Ρόμπερτ Μπαράνυ Φυσιολογία και Ιατρική 1914
Ρίχαρντ Άντολφ Σίγκμοντυ Χημεία 1925
Γιούλιους Βάγκνερ-Γιάουρεγκ Φυσιολογία και Ιατρική 1927
Χανς Φίσερ Χημεία 1930
Καρλ Λαντστάινερ Φυσιολογία και Ιατρική 1930
Έρβιν Σρέντινγκερ Φυσική 1933
Ότο Λέβι Φυσιολογία και Ιατρική 1936
Βίκτορ Φραντς Ες Φυσική 1936
Ρίτσαρντ Κουν Χημεία 1938
Μαξ Πέρουτς Χημεία 1962
Καρλ φον Φρις Φυσιολογία και Ιατρική 1973
Κόνραντ Λόρεντς Φυσιολογία και Ιατρική 1973
Φρίντριχ Χάγιεκ Οικονομικά 1974
Ελίας Κανέττι Λογοτεχνία 1981
Ελφρίντε Γέλινεκ Λογοτεχνία 2004

Η πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κύριο αναγνωστήριο της βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου

Η βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Βιέννης αποτελείται από το κεντρικό κτήριο και 61 επιμέρους βιβλιοθήκες των τμημάτων και σχολών του, διάσπαρτες σε όλη τη Βιέννη. Η βασική αποστολή τους είναι η εξυπηρέτηση των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας, ωστόσο το προσωπικό τους, 350 άτομα, παρέχει και πρόσβαση στο ευρύτερο κοινό. Η χρήση των βιβλίων στα αναγνωστήρια είναι δωρεάν για όλους χωρίς την επίδειξη ταυτότητας, που απαιτείται μόνο για τον δανεισμό τους. Ο ιστότοπος της βιβλιοθήκης παρέχει άμεση πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικές με τα διαθέσιμα ηλεκτρονικά περιοδικά, ευρετήρια και βάσεις δεδομένων.

Ιστορικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ροδόλφος Δ΄ είχε ήδη γράψει για μία publica libraria στην ιδρυτική πράξη του Πανεπιστημίου της 12ης Μαρτίου 1365, όπου θα συγκεντρώνονταν τα πολύτιμα βιβλία που θα κληροδοτούσαν τα αποθνήσκοντα μέλη του ιδρύματος. Η συλλογή αυτή αυξήθηκε πολύ και απετέλεσε τη βάση της παλαιάς Libreye, που στεγάσθηκε στο κτήριο του κέντρου υγείας των φοιτητών. Επιπροσθέτως, υπήρχαν βιβλιοθήκες στις επιμέρους σχολές και στο Κολέγιο του Δούκα.

Από τον 17ο αιώνα το ενδιαφέρον για την παλαιά βιβλιοθήκη με τα χειρόγραφά της μειώθηκε και στο προσκήνιο ήρθε η νέα βιβλιοθήκη των Ιησουιτών. Τελικώς η πρώτη έκλεισε το 1756 και οι 2.787 τόμοι της ενσωματώθηκαν στη Βιβλιοθήκη της Αυλής, της οποίας διευθυντής ήταν τότε ο ιατρός Γκέραρντ φαν Σβίτεν. Μετά την απομάκρυνση των Ιησουιτών το 1773, δημιουργήθηκε η νέα «Ακαδημαϊκή Βιβλιοθήκη», που ενσωμάτωσε τις συλλογές βιβλίων των 5 κολεγίων της Κάτω Αυστρίας και πολλά αντίγραφα από τη Βιβλιοθήκη της Αυλής. Τα εγκαίνια της νέας βιβλιοθήκης έγιναν στις 13 Μαΐου 1777, ημέρα των γενεθλίων της Μαρίας Θηρεσίας. Είχε τότε περί τους 45.000 τόμους και εμπλουτίσθηκε σημαντικά μετά τη διάλυση των μοναστηριών από τον Αυτοκράτορα Ιωσήφ Β΄. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες, η νέα βιβλιοθήκη ήταν ανοικτή στο γενικό κοινό. Ανάμεσα στο 1827 και στο 1829 επεκτάθηκε στην κλασικιστική πτέρυγα του Ακαδημαϊκού Κολεγίου (οδός Postgasse 9), όπου και στεγάσθηκε μέχρι το 1884. Τότε η κύρια βιβλιοθήκη με περίπου 300 χιλιάδες τόμους, μετακόμισε στο νέο κεντρικό κτήριο του Πανεπιστημίου, όπου είχαν προβλεφθεί ράφια για 500 χιλιάδες τόμους. Ωστόσο, με ετήσια αύξηση κατά 30 χιλιάδες τόμους ο επιπλέον χώρος γέμισε σύντομα και άρχισαν επεκτάσεις σε άλλες αίθουσες. Εκατό χρόνια αργότερα, μαζί με τις βιβλιοθήκες των τμημάτων και τις θεματικές, το Πανεπιστήμιο κατείχε περισσότερα από 4,3 εκατομμύρια τόμους. Σήμερα η Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Βιέννης είναι η μεγαλύτερη συλλογή βιβλίων στην Αυστρία και αντιμετωπίζει ακόμα προβλήματα χώρου. Εκτός από την κεντρική βιβλιοθήκη, της οποίας τα βιβλία αυξάνονται κατά 40 χιλιάδες περίπου κάθε χρόνο, περιλαμβάνει τρεις βιβλιοθήκες σχολών, 32 θεματικές βιβλιοθήκες και 26 βιβλιοθήκες τμημάτων.[4]

Αριθμητικά δεδομένα για το 2013[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Αριθμός τόμων: 7.090.709 (από τους οποίους οι 2.760.418 ανήκουν στην κεντρική βιβλιοθήκη)
  • Τίτλοι περιοδικών: 10.100 έντυπα και 48.000 ηλεκτρονικά
  • Ενεργοί δανειστές: 68.358
  • Αναζητήσεις στον online κατάλογο: 6.985.681
  • Δανεισμοί και ανανεώσεις βιβλίων: 6.084.438
  • Παλαιότερο βιβλίο: Φυσική Ιστορία (Historia naturalis του Πλινίου, έκδοση του 1469

Διεθνής κατάταξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Πανεπιστήμιο της Βιέννης κατατάσσεται υψηλότερα στον τομέα των τεχνών και των επιστημών του ανθρώπου, όπου το Times Higher Education και το QS World University Rankings το έχουν στην 35η και στην 54η θέση στον κόσμο, αντιστοίχως. Εξέχουσες ξεχωριστές επιστήμες είναι η γεωγραφία (28η στον κόσμο το 2013), η γλωσσολογία και η φιλοσοφία (αμφότερες στην 46η θέση). Γενικώς, βαθμολογείται ψηλά στην ακαδημαϊκή φήμη και στον αριθμό των αλλοδαπών φοιτητών, και χαμηλότερα στην αναλογία διδασκόντων προς φοιτητές και στις αναφορές στη βιβλιογραφία ανά μέλος ΔΕΠ.[5][6][7]

Εικόνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. http://www.univie.ac.at/en/about-us/at-a-glance/facts-folders/
  2. «Figures and Facts». University of Vienna. Ανακτήθηκε στις 26 Ιουλίου 2014. 
  3. «Memorial Book for the Victims of National Socialism at the University of Vienna in 1938». University of Vienna. Ανακτήθηκε στις 26 Ιουλίου 2014. 
  4. «An Historical Tour of the University of Vienna». The University Library. University of Vienna Archives. Ανακτήθηκε στις 26 Ιουλίου 2014. 
  5. «Top 100 universities for Arts and Humanities 2013-14». Times Higher Education. Ανακτήθηκε στις 26 Ιουλίου 2014. 
  6. «University of Vienna Rankings». QS World University Rankings. Ανακτήθηκε στις 26 Ιουλίου 2014. 
  7. «University of Vienna Subject Rankings». QS World University Rankings. Ανακτήθηκε στις 26 Ιουλίου 2014. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]