Μάχη του Αχελώου (917)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Να μη συγχέεται με τη Μάχη του Αχελώου (1359).
Σφραγίδα τού Συμεών Α΄.

Η μάχη τού Αχελώου (βουλγαρικά: Битката при Ахелой‎‎), [1] γνωστή και ως Μάχη της Αγχιάλου, [2] έλαβε χώρα στις 20 Αυγούστου 917, στον ποταμό Αχελώο κοντά στη βουλγαρική ακτή της Μαύρης Θάλασσας, κοντά στο φρούριο Tουθόμ (σημερινό Pomorie) μεταξύ βουλγαρικών και ρωμαϊκών δυνάμεων. Οι Βούλγαροι επέτυχαν μία αποφασιστική νίκη, που όχι μόνο εξασφάλισε τις προηγούμενες επιτυχίες τού Συμεών Α΄, αλλά τον έκανε de facto κυρίαρχο ολόκληρης της Βαλκανικής Χερσονήσου, αποκλείοντας την καλά προστατευμένη βυζαντινή πρωτεύουσα Κωνσταντινούπολη και την Πελοπόννησο .

Η μάχη, η οποία ήταν μία από τις μεγαλύτερες και πιο αιματηρές μάχες τού ευρωπαϊκού Μεσαίωνα, ήταν μία από τις χειρότερες καταστροφές, που έπληξε ποτέ έναν βυζαντινό στρατό, και αντιστρόφως: μία από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές επιτυχίες της Βουλγαρίας. [3] Μεταξύ των σημαντικότερων συνεπειών ήταν η επίσημη αναγνώριση τού αυτοκρατορικού τίτλου των Βουλγάρων ηγεμόνων και η συνακόλουθη επικύρωση της βουλγαρικής ισότητας έναντι της Ρωμανίας.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βουλγαρικά στρατεύματα καταλαμβάνουν την Αδριανούπολη.

Μετά τη βουλγαρική νίκη στον πόλεμο τού 894–896, οι Βυζαντινοί αναγκάστηκαν να πληρώσουν φόρο υποτέλειας στον τσάρο Συμεών Α΄ της Βουλγαρίας. Το 912, όταν απεβίωσε ο βυζαντινός Αυτοκράτορας Λέων ΣΤ΄, ο αδελφός του Αλέξανδρος αρνήθηκε να πληρώσει φόρο υποτέλειας στους Βουλγάρους. Ο Συμεών είδε την ευκαιρία να διεξάγει νέο πόλεμο και να εκπληρώσει τις φιλοδοξίες του να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη. Ο Αλέξανδρος απεβίωσε την ίδια χρονιά και η νέα κυβέρνηση, υπό τον Πατριάρχη Νικόλαο Α΄ Μυστικό, έκανε απεγνωσμένες προσπάθειες να αποφύγει τον πόλεμο, υποσχόμενη ότι ο νήπιος Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ζ΄ θα νυμφευόταν μία από τις κόρες τού Συμεών Α΄. [4] Κάποια στιγμή μάλιστα ο Πατριάρχης και ο Συμεών Α΄ συναντήθηκαν έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης, κάνοντας τελετή στέψης. Στη συνέχεια, ο Συμεών Α΄ άρχισε να χρησιμοποιεί τον τίτλο «τσάρος των Βουλγάρων» και τον ελληνικό τίτλο βασιλεύς στις σφραγίδες του. [5]

Μετά από μία συνωμοσία στη βυζαντινή Αυλή το 914, ωστόσο, η νέα αντιβασίλισσα Ζωή, μητέρα τού Κωνσταντίνου Ζ΄, απέρριψε τον γάμο. Σε απάντηση οι Βούλγαροι επιτέθηκαν στην ανατολική Θράκη. Η Αδριανούπολη άνοιξε τις πύλες της στον Συμεών Α΄ τον Σεπτέμβριο του 914, [6] [7] [8] και ο πληθυσμός της αναγνώρισε τον Συμεών Α΄ ως ηγεμόνα του, [9] ενώ ο βυζαντινός στρατός καταλήφθηκε στα ανατολικά. [10] Τον επόμενο χρόνο οι βουλγαρικοί στρατοί επιτέθηκαν στις περιοχές τού Δυρραχίου και της Θεσσαλονίκης. [11]

Προετοιμασίες για μάχη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Και οι δύο πλευρές προετοιμάστηκαν προσεκτικά για ένα αποφασιστικό τέλος της σύγκρουσης. Η αυτοκράτειρα Ζωή ήθελε να συνάψει γρήγορα ειρηνευτική συμφωνία με τους Άραβες και να εμπλέξει ολόκληρο τον στρατό της Ανατολής σε πόλεμο με τον Συμεών Α΄ και να τον καταστρέψει. [12] [13] Οι Βυζαντινοί προσπάθησαν να βρουν συμμάχους [14] και έστειλαν απεσταλμένους στους Μαγυάρους, τους Πετσενέγους και τους Σέρβους [15], αλλά ο Συμεών Α΄ ήταν εξοικειωμένος με τις μεθόδους της βυζαντινής διπλωματίας και από την αρχή είχε κάνει επιτυχημένες ενέργειες, για να αποτρέψει μία πιθανή συμμαχία μεταξύ των εχθρών του. [16] Έτσι οι Βυζαντινοί αναγκάστηκαν να πολεμήσουν μόνοι τους. 

Ο βυζαντινός στρατός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ζωή Καρβωνοψίνα και ο γιος της, Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ζ΄. Επιγρ.: + CONSTANTI. CE ZOH / CONSTANTINO CE ZOH BASIL[E]IS ROMEON, Xάλκινος φόλλις 5,40 γραμ., Κωνσταντινούπολη 914-919.

Μέχρι το 917, μετά από μία σειρά επιτυχημένων εκστρατειών, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία είχε σταθεροποιήσει τα ανατολικά της σύνορα και οι στρατηγοί Ιωάννης Βογάς και Λέων Φωκάς ο Πρεσβύτερος μπόρεσαν να συγκεντρώσουν επιπλέον στρατεύματα από τη Μικρά Ασία [17] για να ενισχύσουν τα αυτοκρατορικά τάγματα και τα ευρωπαϊκά θεματικά στρατεύματα, συγκεντρώνοντας μία δύναμη π. 30.000 ανδρών. [3] Αυτός ήταν ένας πολύ μεγάλος στρατός για την εποχή και στόχος του ήταν η εξάλειψη της βουλγαρικής απειλής από τον Βορρά. Οι Βυζαντινοί διοικητές ήταν πεπεισμένοι, ότι η στρατηγική τους θα ήταν επιτυχής.  Το ηθικό ανυψώθηκε, καθώς οι στρατιώτες ορκίστηκαν από τον θαυματουργό Σταυρό να πεθάνουν ο ένας για τον άλλον.  Το πνεύμα τού στρατού αυξήθηκε περαιτέρω, καθώς τα στρατεύματα πληρώθηκαν εκ των προτέρων και ένας στόλος με διοικητή τον Ρωμανό Λεκαπηνό ξεκίνησε προς τα βόρεια στις εκβολές του Δούναβη. Οι Βυζαντινοί προσπάθησαν να πληρώσουν κάποιες φυλές των Πετσενέγκων για να επιτεθούν, αλλά ο Ρωμανός δεν δέχτηκε να τους μεταφέρει μέσω τού Δούναβη, και αντ' αυτού, επιτέθηκαν μόνοι τους στο βουλγαρικό έδαφος. [18]

Ο βουλγαρικός στρατός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μέγεθος τού βουλγαρικού στρατού υπό τον Συμεών Α΄ της Βουλγαρίας είναι άγνωστο. [3] Αν και κατέστρεψαν τις βυζαντινές διαπραγματεύσεις, οι Βούλγαροι εξακολουθούσαν να φοβούνται ότι οι παλαιοί σύμμαχοι των Βυζαντινών, οι Πετσενέγκοι και οι Ούγγροι, θα τους επιτεθούν από τον βορρά, έτσι στάλθηκαν δύο μικροί στρατοί για να προστατεύσουν τα βόρεια σύνορα της τεράστιας Βουλγαρικής αυτοκρατορίας, που εξαπλωνόταν από τη Βοσνία στα δυτικά έως τον ποταμό Δνείπερο στα ανατολικά. Ωστόσο το έργο Θαύματα τού Αγ. Γεωργίου επισημαίνει, ότι ο βουλγαρικός στρατός στη μάχη τού Αχελώου ήταν σύμμαχος με τα στρατεύματα των Ούγγρων και των Πετσενέγων, [19] κάτι που βοήθησε να κερδηθεί η νίκη εναντίον του βυζαντινού στρατού. [20] Επιπλέον, βουλγαρικές δυνάμεις υπό τον Mαρμαί αναπτύχθηκαν κοντά στα δυτικά σύνορα με τα σερβικά πριγκιπάτα, για να αποτρέψουν πιθανές αναταραχές. 

Η μάχη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο βυζαντινός στρατός βάδισε προς τα βόρεια και στρατοπέδευσε κοντά στο ισχυρό φρούριο της Αγχιάλου. Ο Λέων Φωκάς σκόπευε να εισβάλει στη Μοισία και να συναντήσει τους Πετσενέγους και τα στρατεύματα τού Λεκαπηνού στη Δοβρουτσά. Ο Συμεών συγκέντρωσε γρήγορα τον στρατό του στα υψώματα γύρω από το φρούριο. 

Το πρωί της 20ης Αυγούστου, η μάχη μεταξύ Βουλγάρων και Βυζαντινών ξεκίνησε στον ποταμό Αχελώο κοντά στο σύγχρονο χωριό Αχελοί, 8 χιλιόμετρα βόρεια της Αγχιάλου (σημερινό Πομόριε) στην ακτή της Μαύρης Θάλασσας της Βουλγαρίας.  Οι Βυζαντινοί στρατηγοί σχεδίαζαν να υπερκεράσουν τη βουλγαρική δεξιά πτέρυγα, προκειμένου να αποσπάσουν τα στρατεύματα του Συμεών από τα Βαλκανικά περάσματα.  Ο Βούλγαρος ηγεμόνας συγκέντρωσε τις ισχυρότερες δυνάμεις του στις δύο πτέρυγες και άφησε το κέντρο σχετικά αδύναμο, για να περικυκλώσει τον εχθρό, όταν το κέντρο θα υποχωρούσε στη βυζαντινή επίθεση. Ο ίδιος ο Συμεών Α΄ ήταν επικεφαλής μεγάλων εφεδρειών ιππικού, που κρύβονταν πίσω από τους λόφους, οι οποίες είχαν σκοπό να χτυπήσουν το αποφασιστικό πλήγμα. 

Η βουλγαρική νίκη στην Αγχίαλο.

Η επίθεση των Βυζαντινών ήταν σφοδρή και δεν άργησε να αρχίσει σιγά σιγά οι Βούλγαροι να υποχωρούν. [21] Το βυζαντινό ιππικό επιτέθηκε στο πεζικό στο κέντρο, σκοτώνοντας πολλούς Βούλγαρους. Η βουλγαρική θέση έγινε δύσκολη, καθώς δεν κατάφεραν να κρατήσουν τα υψώματα στα νότια τού ποταμού και άρχισαν μία βιαστική υποχώρηση προς τα βόρεια. Ενθουσιασμένοι, οι Βυζαντινοί ξεκίνησαν μία σκληρή καταδίωξη. αλλά οι σχηματισμοί μάχης τους άρχισαν σύντομα να σπάνε, ειδικά καθώς διαδόθηκε η φήμη, ότι ο Βυζαντινός διοικητής Λέων Φωκάς είχε σκοτωθεί. [3] Σε αυτό το σημείο, ο Συμεών Α΄, που είχε εντοπίσει την αταξία στο βυζαντινό σχηματισμό, διέταξε τον στρατό του να σταθεί και, επικεφαλής τού βαρέως ιππικού σώματός του, επιτέθηκε στη βυζαντινή αριστερή πτέρυγα πίσω από τους λόφους. [22] Με μία ακαταμάχητη επίθεση, το ιππικό χτύπησε τον σε σύγχυση εχθρό, που λύγισε αμέσως κάτω από την επίθεσή τους, πανικοβλήθηκε και περιέπεσε σε αταξία. [23]

« ...Και ακόμη και τώρα υπάρχουν σωροί οστών στην Αγχίαλο, όπου ο φυγάς στρατός των Ρωμαίων σκοτώθηκε αισχρά. »

Λέων ο Διάκονος, Ιστορία, 75 έτη μετάr[24]

Κάποιοι Βυζαντινοί προσπάθησαν να αποκρούσουν την επίθεση τού ιππικού, αλλά δέχθηκαν επίσης επίθεση από το πεζικό. Ο τσάρος Συμεών Α΄ συμμετείχε προσωπικά στον αγώνα: το άσπρο του άλογο σκοτώθηκε στο απόγειο της μάχης. Οι Βυζαντινοί κατατροπώθηκαν εντελώς. Ο Λέων Φωκάς σώθηκε διαφεύγοντας στη Μεσημβρία (σημερινό Νεσέμπαρ) στη Βουλγαρία, αλλά στη σφοδρή μάχη ο Κωνσταντίνος Λιψ, ο Ιωάννης Γραψών και πολλοί άλλοι άρχοντες (διοικητές) σκοτώθηκαν μαζί με έναν τεράστιο αριθμό στρατιωτών και αξιωματικών. [25] Στο τέλος της ημέρας οι Βούλγαροι συνέτριψαν τους υπερασπιστές της Μεσημβρίας και κατέλαβαν την πόλη. Ο Λέων Φωκάς μετά βίας γλίτωσε, επιβιβαζόμενος σε πλοίο.

Ο Βυζαντινός ιστορικός Λέων ο Διάκονος λέει ότι 75 χρόνια μετά από αυτή τη στρατιωτική καταστροφή, το πεδίο της Αγχιάλου ήταν ακόμα καλυμμένο με δεκάδες χιλιάδες ρωμαϊκούς σκελετούς. Η μάχη ήταν από τις πιο αιματηρές της μεσαιωνικής ιστορίας και ορισμένοι ιστορικοί [26]  το αναφέρουν ως «η μάχη τού αιώνα». 

Συνέπειες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εξέλιξη της Μάχης τού Αχελώου.

Ο υπόλοιπος βυζαντινός στρατός κατέφυγε μέχρι την Κωνσταντινούπολη, ακολουθούμενος από τους Βούλγαρους. Αρκετές ημέρες αργότερα ο Φωκάς ηττήθηκε για άλλη μία φορά στους Κατασύρτες, όπου κατατροπώθηκαν τα τελευταία βυζαντινά στρατεύματα μετά από νυχτερινή μάχη. [27] Ο δρόμος για την Κωνσταντινούπολη ήταν ελεύθερος. [28] [29] Οι Βυζαντινοί πρότειναν μία νέα συνθήκη ειρήνης και ο Συμεών Α΄ μπήκε στην αυτοκρατορική πόλη και στέφθηκε για δεύτερη φορά ως «τσάρος» (ο σλαβικός τίτλος τού καίσαρα δηλ. αυτοκράτορας) «πάντων Βουλγάρων και Ρωμαίων». [30] Ο Συμεών Α΄ ζήτησε επίσης η κόρη του να παντρευτεί τον Κωνσταντίνο Ζ΄, γιο της αυτοκράτειρας Ζωής Καρβουνοψίνας, αλλά η Ζωή αρνήθηκε και συμμάχησε με τη Σερβία και την Ουγγαρία εναντίον του. Ωστόσο, τον Αύγουστο τού 918, ο στρατηγός Ρωμανός Λεκαπηνός σχεδίασε ένα πραξικόπημα για να καθαιρέσει τη Ζωή, και την περιόρισε στο μοναστήρι της Αγίας Ευφημίας εν τω Πετρίω, επιτρέποντάς της να έχει την πορφύρα. Η συμμαχία με τους Σέρβους ανέβαλε την αποφασιστική επίθεση της Κωνσταντινούπολης. Λόγω των επίσης βαριών απωλειών του, ο Συμεών Α΄ αποφάσισε να ασφαλίσει τα μετόπισθέν του και έστειλε στρατό από τις δυνάμεις του, που είχαν απομείνει υπό τον Μαρμαί και τον Θεόδωρο Σιγρίτσα, για να καταστρέψει τους Σέρβους. [31] Οι στρατηγοί του συνέλαβαν τον Σέρβο πρίγκιπα [15], αλλά ως τότε αυτό έδωσε στους Βυζαντινούς πολύτιμο χρόνο για να ανακάμψουν. Λόγω των ήδη μειωμένων δυνάμεών του, ο Συμεών Α΄ δεν είχε πια επαρκείς δυνάμεις για να πολεμήσει και στις δύο πλευρές ταυτόχρονα. 

Σημασία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μάχη τού Αχελώου ήταν μία από τις σημαντικότερες μάχες στους μακροχρόνιους Βυζαντινο-βουλγαρικούς Πολέμους. Εξασφάλισε την παραχώρηση τού αυτοκρατορικού τίτλου στους Βούλγαρους ηγεμόνες και έτσι καθιέρωσε σταθερά τον ρόλο της Βουλγαρίας ως βασικό παράγοντα στην Ευρώπη. Ωστόσο, ο δυναστικός γάμος που ήθελε να συνάψει ο Συμεών Α΄ με τη βυζαντινή αυτοκρατορική οικογένεια ματαιώθηκε. Μετά το τέλος του, ωστόσο, το 927, ο διάδοχός του Πέτρος Α΄ μπόρεσε να εξασφαλίσει το χέρι της Μαρίας Λεκαπηνής, εγγονής τού Αυτοκράτορα Ρωμανού Α΄, [32] και μαζί έναν ετήσιο φόρο υποτέλειας, την εκ νέου αναγνώριση τού αυτοκρατορικού του τίτλου και της αυτοκεφαλίας της Βουλγαρικής Εκκλησία. Αυτή η συμφωνία εγκαινίασε μία άνευ προηγουμένου 40ετή περίοδο ειρηνικών σχέσεων μεταξύ των δύο δυνάμεων, μία εποχή σταθερότητας και ευημερίας για τη Βουλγαρία. [33]

Υποσημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Haldon (1999), p. 212
  2. Stephenson (2004), p. 23
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 Haldon (2008), p. 92
  4. Nicolaus Patriarcha. Epistolae, ep. 8, col. 61C-68C
  5. Stephenson (2004), p. 22
  6. Theophanes Continuatus. Chronographia, p. 387
  7. Leo Grammaticus. Chronographia, p. 293–294
  8. Pseudo-Simeon. Chronographia, p. 723
  9. Островски, Г. Историја Византије, с.255
  10. Georgius Monachus Continuatus. Chronicon, p. 805
  11. Nicolaus Patriarcha. Epistolae, ep. 9, col. 76C
  12. Theophanes Continuatus. Chronographia, p. 388
  13. Georgius Monachus Continuatus. Chronicon, p. 806
  14. Ioannes Skylitzes. Historia, 2, pp. 283–284
  15. 15,0 15,1 Constantinus Porphyrogenitus. De administrando imperio, §32, p. 156
  16. Божилов, Ив. България и печенезите, 47–51
  17. Leo Grammaticus. Chronographia, p. 244
  18. Nicolaus Patriarcha. Epistolae, ep. 9, col. 73A
  19. Kristó Gyula: Levedi törzsszövetségétől Szent István államáig; Magvető Könyvkiadó, Budapest, 1980 p. 248 From Miracula Sancti Georgii. Hungarian translation: "A nyugati népek, azaz a bolgárok, magyarok, szküthák, médek és türkök leghevesebb felkelése történt" English translation from the Hungarian: It was the most violent upraising of the Western nations: the Bulgarians, Hungarians, Scythians, Medians and Turks
  20. Tóth, Péter. «Pecheneg – Hungarian Reconciliation after the Defeat of Riade, p. 27» (PDF). Ανακτήθηκε στις 26 Ιουνίου 2015. 
  21. Theophanes Continuatus. Chronographia, pp. 388–390
  22. Leo Grammaticus. Chronographia, pp. 294–296
  23. Ioannes Skylitzes. Historia, 2, pp. 284–288
  24. Λέων ο Διάκονος, Ιστορία, p. 124.
  25. Ioannes Skylitzes. Historia, 2, p. 288
  26. Bojidar, Dimitrov (2002). Bulgaria Illustrated History. Boriana Publishing House. ISBN 9545000449. 
  27. Theophanes Continuatus. Chronographia, p. 290
  28. Leo Grammaticus. Chronographia, p. 296
  29. Georgius Monachus Continuatus. Chronicon, p. 808
  30. Nicolaus Patriarcha. Epistolae, ep. 9, col. 68A
  31. Obolensky, D. The Byzantine Commonwealth, London, 1971, p. 111
  32. Stephenson (2004), p. 24
  33. Stephenson (2004), pp. 24–25

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Атанас Пейчев и колектив, 1300 χρόνια, Военно издателство, София 1984.
  • Βασίλ Ν. Златарски, История на българската държава преку средните векови, Τμήμα I, II изд., Наука и изкуство, София 1970.
  • Bakalov, Georgi (2003). Том 5 от История на българите: Военна история на българите от древността до наши дни. TRUD Publishers. ISBN 978-954-621-235-1.
  • Haldon, John (1999). Warfare, State and Society in the Byzantine World, 565–1204. London: UCL Press. ISBN 1-85728-495-X.
  • Haldon, John (2008). The Byzantine Wars. The History Press.
  • Hupchick, Dennis (2017). The Bulgarian-Byzantine Wars For Early Medieval Balkan Hegemony: Silver-Lined Skulls and Blinded Armies. Wilkes-Barre, US: Palgrave Macmillan. ISBN 978-3-319-56205-6.
  • John Skylitzes, Synopsis Historion, μετάφραση Paul Stephenson.
  • Theophanes Continuatus, επιμ. Bekker, pp. 388–390.
  • Йордан Андреев, Милчо Лалков, Българските ханове и царе, Велико Търново, 1996.
  • Stephenson, Paul (2004). Byzantium's Balkan Frontier: A Political Study of the Northern Balkans, 900–1204. Cambridge University Press. ISBN 0-511-03402-4.