Μετάβαση στο περιεχόμενο

Λιουβιγγέλδος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Λιουβιγγέλδος
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση525 ή 519
Θάνατος21  Απριλίου 586
Τολέδο
ΘρησκείαΑρειανισμός
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης
Οικογένεια
ΣύζυγοςΓοϊσβίνθα
ΤέκναΕρμινίγγελδος
Ρεκαρέδος Α΄
ΑδέλφιαΛιούβα Α΄
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαβασιλιάς των Βησιγότθων (568–586)
king of the Suebi (585–586)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Λιουβιγγέλδος, Liuvigild, Leuvigild, Leovigild ή Leovigildo στα Ισπανικά και Πορτογαλικά, (Κωνσταντίνη 519 – 586) ήταν Βησιγότθος βασιλιάς της Hispania και της Σεπτιμανίας από το 568 έως το 586. Έμεινε γνωστός για τον Codex Revisus ή Κώδικας του Λιουβιγγέλδου, έναν νόμο που επέτρεπε ίσα δικαιώματα μεταξύ του Βησιγοτθικού και του Ισπανορωμαϊκού πληθυσμού. Το βασίλειό του κάλυπτε τη σύγχρονη Πορτογαλία και το μεγαλύτερο μέρος της σύγχρονης Ισπανίας μέχρι το Τολέδο. Ο Λιουβιγγέλδος κατατάσσεται μεταξύ των μεγαλύτερων Βησιγότθων βασιλέων της Αρειανής περιόδου. [1][2]

Όταν απεβίωσε ο βασιλιάς των Βησιγότθων Αθαναγίλδος (567), τον διαδέχθηκε ο Λιούβα Α΄ σε μεγαλοπρεπή τελετή που έγινε στο Ναρμπόν.[3] Ο Λιούβα Α΄ αναγνώρισε τις ικανότητες τού μικρότερου αδελφού του Λιουβιγγέλδου και τον ανακήρυξε συμβασιλιά, και τού έδωσε και τη διοίκηση στην Εντεύθεν Ιβηρία της ανατολικής Hispania.[3][4] Οι δύο συμβασιλείς είχαν ασπαστεί τον Αρειανισμό, που ήταν το κυρίαρχο δόγμα όλων των Βησιγότθων βασιλέων της Hispania μέχρι το 587.[5] Ο Λιουβιγγέλδος νυμφεύτηκε δύο φορές, με την πρώτη του σύζυγο Θεοδοσία απέκτησε δύο γιους : τον 'αγιο Ερμινίγγελδο και τον μετέπειτα βασιλιά των Βησιγότθων Ρεκαρέδο Α΄. Μετά τον θάνατο της Θεοδοσίας, ο Λιουβιγγέλδος νυμφεύτηκε σε δεύτερο γάμο την χήρα του Αθαναγίλδου Γοϊσβίνθα.[6] Από την πρώτη χρονιά που ο Λιουβιγγέλδος έγινε συμβασιλιάς, ξεκίνησε εκστρατείες απέναντι σε όλους τους εχθρούς των Βησιγότθων στην Ιβηρική όπως η Γαλισία, η Βυζαντινή αυτοκρατορία και οι Βάσκοι.[7] Τις εκστρατείες αυτές καταγράφει ο ιστορικός Πέτερ Χήδερ με τον τίτλο "κατάλογος στοχευμένων επιτυχιών".[8] Η πρώτη εκστρατεία του Λιουβιγγέλδου ξεκίνησε εναντίον της Γαλισίας (569), κατέκτησε την Ζαμόρα, την Παλένθια και το Λεόν, επιτέθηκε κατόπιν στη Βαστανία (570), όπου νίκησε τις αυτοκρατορικές δυνάμεις. Την ίδια χρονιά (570) λεηλάτησε τη Μαλάγα, την επόμενη χρονιά (571) κατέλαβε την Μεδίνα Σιδόνια. Με τον θάνατο τού μεγαλύτερου αδελφού του Λιούβα Α΄, παρέμεινε ο μοναδικός βασιλιάς (572) και κατέλαβε από τους Βυζαντινούς την Κόρδοβα.[9]

Ο Λιουβιγγέλδος αποδέχτηκε όλες τις Ρωμαϊκές (Βυζαντινές) συνήθειες, όπως το prenomen "Φλάβιος", την πορφυρή χλαμύδα, το στέμμα, το σκήπτρο και χρυσά νομίσματα σε ανάμνηση γεγονότων.[10][11] Οι Γαλίσιοι επιτέθηκαν για να ανακαταλάβουν τα εδάφη τους, και ο Λιουβιγγέλδος ξεκίνησε αντεπίθεση (573), αλλά την ίδια στιγμή έμαθε ότι απεβίωσε ο αδελφός του και θα παρέμενε ο μοναδικός βασιλιάς των Βησιγότθων.[9] Ο Λιουβιγγέλδος ξεκίνησε τις προσπάθειες για να εξασφαλίσει την ομαλή διαδοχή, όρισε τους γιους του συμβασιλείς και δούκες του Τολέδου και του Ναρμπόν.[12] Οι Βησιγότθοι εξακολουθούσαν να είναι στην εποχή του μία διακριτή αριστοκρατία στην Ιβηρική, και διαχωριζόντουσαν έντονα με τον παλαιότερο πληθυσμό των Ιβηρο-Ρωμαίων με νομικούς κανόνες. Ο Λιουβιγγέλδος όρισε νέους νομικούς κώδικες, κατήργησε τους παλαιούς, που χρονολογούνταν από τον 4ο αι., όταν οι Βησιγότθοι είχαν κατακτήσειαν την Ιβηρική. Ο σημαντικότερος ήταν η κατάργηση τού νόμου, που απαγόρευε τους γάμους ανάμεσα στους Βησιγότθους και τους Ίβηρο-Ρωμαίους, όταν τα πρώτα χρόνια η τιμωρία ήταν ακόμη και ο θάνατος.[13][14]

Μετά τις νέες νομοθετικές ρυθμίσεις, ξεκίνησε νέες εκστρατείες για κατακτήσεις, κατέλαβε την Μπραγκάνσα στα σύνορα με την Γαλισία.[9] Ο Γρηγόριος Τουρώνης ισχυρίζεται ότι ο Λιουβιγγέλδος ισχυροποίησε τις δυνάμεις του, όταν έκανε διανομή του βασιλείου του στους γιους του. Η πράξη αυτή έγινε πιθανότατα, για να περιορίσει την δύναμη των ευγενών, και αυτό προκάλεσε πολλές επαναστάσεις και απειλές από την Βυζαντινή αυτοκρατορία. Με την βοήθεια τού γιου του Ρεκαρέδου κατέπνιξε όλες τις εξεγέρσεις, και οι εχθροί του τιμωρήθηκαν με βίαιο θάνατο.[15] Σε μιά από τις εκστρατείες του (576) ανάγκασε τον βασιλιά των Σουάβων Μίρο να γίνει φόρου υποτελής του.[16] Ο Λιουβιγγέλδος εόρτασε τις μεγάλες νίκες του με την ίδρυση μίας πόλης, που της έδωσε το όνομα Ρεκαραδία προς τιμή του γιου του Ρεκαρέδου.[17] Αργότερα (582) κατέλαβε και την Μέριδα, έτσι μέχρι το τέλος της βασιλείας του κατείχε σχεδόν ολόκληρη την Ιβηρική.[18]

Η επανάσταση του Ερμινίγγελδου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τριτημόριον (tremissis) τού Λιουβιγγέλδου, 573-578.

Ο μεγαλύτερος γιος του Ερμινίγγελδος του ασπάστηκε την Ορθόδοξη Χριστιανική θρησκεία, σημαντικό ρόλο σε αυτό είχαν η Φράγκα σύζυγος του Ινγούνδη και ο επίσκοπος Λέανδρος της Σεβίλλης. Ο πατέρας του αντέδρασε έντονα και συνέχισε να διορίζει Αρειανούς επισκόπους, με αποτέλεσμα την εξέγερση της Βαιτικής υπό την ηγεσία του ίδιου του Ερμινίγγελδου, που υποστήριζε τους Ορθόδοξους επισκόπους: τον υποστήριζε και ο πάπας Γρηγόριος Α΄. Ο Λιουβιγγέλδος προσπάθησε να συμβιβαστεί με τον μεγαλύτερο γιο του, έτσι έκανε αποδεκτούς τους Αγίους, τα λείψανα και την ισότητα του Ιησού με τον πατέρα του, σε αντίθεση με τον Αρειανισμό που τον ήθελε υποδεέστερο.[19] Όμως οι προσπάθειες δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα, αφού ο Αρειανισμός είχε απορριφθεί από το σύνολο του Χριστιανισμού.[20] Η εξέγερση του Ερμινίγγελδου ανησύχησε έντονα τον Λιουβιγγέλδο σχετικά με το θέμα της εμπλοκής των Μςεοβίγγειων στους Βησιγότθους. Ο αδελφός της Ινγούνδης Χιλδεβέρτος Β΄ έδειξε έντονο ενδιαφέρον στο βασίλειο της αδελφής του, όταν πέθανε ο πατέρας του Σιγιβέρτος Α΄. Ο Λιουβιγγέλδος προσπάθησε να προσεγγίσει τους Φράγκους, προτείνοντας τον γάμο τού μικρότερου γιου του Ρεκαρέδου με την κόρη του Χιλπέριχου Α΄ Ριγούνθα: οι διαπραγματεύσεις σταμάτησαν με τον θάνατο του Χιλπέριχου Α΄.[21] Ο Ερμινίγγελδος παρουσίασε τον εαυτό του ως θύμα τού πατέρα του και προσπάθησε να δημιουργήσει συμμαχίες στο όνομα της Ορθοδοξίας.[20] Παρά την υποστήριξη τού πάπα, ο Ερμινίγγελδος βρήκε ελάχιστη υποστήριξη στην εξέγερση εναντίον τού πατέρα του, και η Ρωμαϊκή (Βυζαντινή) υποστήριξη απέτυχε.[22] Ο Λιουβιγγέλδος πολιόρκησε, κατέλαβε την Σεβίλλη (584) και έστειλε τον γιο του εξορία στην Βαλένθια, όπου την επόμενη χρονιά δολοφονήθηκε (585).[22] Ο επίσκοπος Λέανδρος της Σεβίλλης πήγε εξορία και κατόπιν αγιοποιήθηκε. Η σύζυγος τού Ερμινίγγελδου Ινγούνδη ζήτησε την βοήθεια του ανατολικού Αυτοκράτορα Τιβέριου Β΄ και ακούστηκε για τελευταία φορά στην Αφρική. Ο πάπας έριξε την ευθύνη για την δολοφονία του Ερμινίγγελδου στον πατέρα του και δήλωσε ότι μαρτύρησε για χάρη της Ορθόδοξης πίστης.[23]

Άγαλμα του Λιουβιγγέλδος στη Μαδρίτη του γλύπτη Φελίπε δελ Κόραλ, έργο των ετών 1750-53.

Ο Λιουβιγγέλδος κατέκτησε τους Σουηβούς, ύστερα από 40 χρόνια ανεξαρτησίας τους στην Ιβηρική (585). [24] Οι απόπειρές τους να αποκτήσουν ξανά την ανεξαρτησία τους απέτυχαν, έτσι ο Λιουβιγγέλδος τους ανάγκασε να ορκιστούν σε αυτόν υποτέλεια.[25] Στο τέλος της βασιλείας του παρέμειναν ανεξάρτητα μόνο δύο Βασκικά κρατίδια και ένα μικρό τμήμα στα νότια, που κατείχε η Ρωμαϊκή (Βυζαντινή) Αυτοκρατορία.[26] Είχε τεράστιες στρατιωτικές του επιτυχίες, ωστόσο ο Λιουβιγγέλδος δεν μπόρεσε να επιτύχει την θρησκευτική ενότητα ανάμεσα στην αριστοκρατία των Αρειανών και στην Ορθόδοξη λαϊκή πλειοψηφία.[27] Το τελευταίο έτος της βασιλείας του βρέθηκε στα βόρεια σύνορά του σε ανοιχτό πόλεμο με τους Φράγκους. Ο Λιουβιγγέλδος υπήρξε ωστόσο ο κορυφαίος βασιλιάς των Βησιγότθων της Hispania, επέτυχε την ενοποίηση της χερσονήσου με επίκεντρο την πρωτεύουσα Τολέδο.[26] Ο Γρηγόριος του Τουρ έγραψε ότι έπεσε άρρωστος (586) και στην επιθανάτιο κλίνη του ασπάστηκε την Ορθόδοξη θρησκεία με συνεχή μετάνοια για επτά μέρες.[28] Τον διαδέχθηκε ο μικρότερος γιος του Ρεκαρέδος Α΄, που με την Γ΄ Σύνοδο του Τολέδου (589) επέβαλε την Ορθόδοξη θρησκεία, επιτυγχάνοντας τη θρησκευτική ενότητα.[29]

Οι μεταγενέστεροι διάδοχοι τού Λιουβιγγέλδος περιλάμβαναν τον βασιλιά Σιλδασβίνθ (642-653) και τον γιο του Ρεκένσβιθ (653-672), οι οποίοι και οι δύο αναμόρφωσαν τους Βησιγοτθικούς νόμους και τους νομικούς κώδικες, που ουσιαστικά εξάλειψαν τη διάκριση μεταξύ Ιβηρο-Ρωμαίων και Γότθων και οι οποίοι επέτρεπαν τον μεικτό γάμο μεταξύ των δύο πληθυσμών. [30] Η πρόκληση για την κυριαρχία των Βησιγότθων ήρθε απότομα με τη μορφή Μουσουλμάνων Βερβέρων, με επικεφαλής τους τον Ομμεϋάδη Ταρίκ, οι δυνάμεις των οποίων νίκησαν τον βασιλιά Ροδέρικ των Βησιγότθων το 711 και μέχρι το 725, και το Βησιγοτθικό βασίλειο στην Hispania είχε κατακλυστεί πλήρως από μουσουλμάνους εισβολείς. [30]

Βιβλιογραφικές αναφορές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


  1. Wallace-Hadrill 2004, σελ. 118.
  2. Wallace-Hadrill 2004, σ. 118
  3. 3,0 3,1 Wolfram 1997, σ. 265
  4. John of Biclaro 1990, σ. 60
  5. Collins 1995, σ. 40
  6. Gregory of Tours 1974, σ. 233
  7. Wolfram 1997, σ. 266
  8. Heather 1998, σ. 279
  9. 9,0 9,1 9,2 Altamira 1913, σ. 166
  10. Wilentz 1999, σ. 111
  11. Davis 2005, σ. 99
  12. Wallace-Hadrill 2004, σ. 119
  13. López 1998, σ. 153
  14. Williams 2004, σ. 54
  15. Altamira 1913, σ. 167
  16. Collins 2004, σ. 54
  17. John of Biclaro 1990, σσ. 62–67
  18. Frassetto 2003, σ. 242
  19. Wolfram 1997, σσ. 266–267
  20. 20,0 20,1 Wolfram 1997, σ. 267
  21. Wood 1994, σ. 171
  22. 22,0 22,1 Frassetto 2003, σ. 241
  23. Wolfram 1997, σ. 268
  24. Goffart 2006, σ. 107
  25. Goffart 2006, σ. 213
  26. 26,0 26,1 Wickham 2005, σ. 38
  27. Frassetto 2003, σσ. 240, 242
  28. Gregory of Tours 1974, σ. 477
  29. Wolfram 1997, σσ. 271–272
  30. 30,0 30,1 Frassetto 2003, σελ. 360.

 

  • Altamira, Rafael (1913). "Spain under the Visigoths". In J.B. Bury; H. M. Gwatkin; J.P. Whitney (eds.). The Cambridge Medieval History. Vol. 2, The Rise of the Saracens and the Foundation of the Western Empire. New York: The Macmillan Company.
  • Collins, Roger (1995). Early Medieval Spain: Unity in Diversity, 400–1000. London: Macmillan.
  • Collins, Roger (2004). Visigothic Spain, 409–711. Malden, MA: Blackwell Publishing.
  • Davis, R.H.C. (2005). A History of Early Medieval Europe. London and New York: Routledge.
  • Frassetto, Michael (2003). Encyclopedia of Barbarian Europe: Society in Transformation. Santa Barbara, CA: ABC-CLIO.
  • Goffart, Walter (2006). Barbarian Tides: The Migration Age and the Later Roman Empire. Philadelphia: University of Pennsylvania Press.
  • Gregory of Tours (1974). The History of the Franks. Translated by Lewis Thorpe. New York: Penguin Books.
  • Heather, Peter (1998). The Goths. Oxford: Blackwell.
  • John of Biclaro (1990). Conquerors and Chroniclers of Early Medieval Spain. Translated by Kenneth Baxter Wolf. Liverpool: Liverpool University Press.
  • López, Gisela Ripoll (1998). "The Arrival of the Visigoths in Hispania: Population Problems and the Process of Acculturation". In Walter Pohl; Helmut Reimitz (eds.). Strategies of Distinction: The Construction of Ethnic Communities, 300–800. Leiden and Boston: Brill.
  • McKitterick, Rosamond (2001). The Early Middle Ages: Europe, 400–1000. Oxford and New York: Oxford University Press.
  • Wallace-Hadrill, J. M. (2004). The Barbarian West, 400–1000. Malden, MA: Wiley-Blackwell.
  • Wickham, Chris (2005). Framing the Early Middle Ages: Europe and the Mediterranean, 400–800. Oxford; New York: Oxford University Press.
  • Wickham, Chris (2016). Medieval Europe. New Haven and London: Yale University Press.
  • Wilentz, Sean (1999). Rites of Power: Symbolism, Ritual, and Politics since the Middle Ages. Philadelphia: University of Pennsylvania Press.
  • Williams, Mark (2004). The Story of Spain. San Mateo, CA: Golden Era Books.
  • Wolfram, Herwig (1997). The Roman Empire and its Germanic Peoples. Berkeley and Los Angeles: University of California Press.
  • Wood, Ian (1994). The Merovingian Kingdoms, 450–751. London and New York: Longman.

Περαιτέρω ανάγνωση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • EA Thompson, Οι Γότθοι στην Ισπανία (1969).

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]