Εξέγερση του Ίλιντεν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Εξέγερση του Ίλιντεν
Χρονολογία1903
ΤόποςΒιλαέτι του Μοναστηρίου, Βιλαέτι της Αδριανούπολης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία
ΈκβασηΚαταστολή της εξέγερσης. 30.000 πρόσφυγες κατέφυγαν στη Βουλγαρία.[1]
Συμφωνία της Μυρστέγης
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα

Η Εξέγερση του Ίλιντεν (πλήρης ονομασία στα βουλγαρικά: Илинденско-Преображенско въстание: Εξέγερση του Προφήτη Ηλία-Μεταμορφώσεως) ήταν μία επανάσταση σλαβοφώνων ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία[3], που οργανώθηκε και υλοποιήθηκε από την αυτονομιστική οργάνωση Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση το 1903. Το όνομα της εξέγερσης αναφέρεται στο Ίλιντεν (Илинден), όπως αποκαλούν οι Σλαβομακεδόνες και οι Βούλγαροι την ημέρα εορτής του Προφήτη Ηλία (20 Ιουλίου με το Ιουλιανό ημερολόγιο/2 Αυγούστου) και στο Πρεομπραζένιε (Преображение), το οποίο σημαίνει την ημέρα εορτής της Μεταμορφώσεως (6 Αυγούστου με το Ιουλιανό ημερολόγιο/19 Αυγούστου).

Η εξέγερση στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας εκδηλώθηκε στο βιλαέτι του Μοναστηρίου, κυρίως στα κεντρικά και νοτιοδυτικά τμήματα του από τους Βούλγαρους[4][5] των αγροτικών περιοχών και υποστηρίχθηκε σε κάποιο βαθμό και από τους βλάχους της περιοχής. Μια προσωρινή κυβέρνηση σχηματίστηκε στο Κρούσοβο, όπου οι αντάρτες κήρυξαν τη Δημοκρατία του Κρουσόβου υπό την ηγεσία του δάσκαλου Νίκολα Κάρεφ, η οποία καταλύθηκε μετά από δέκα ημέρες, στις 12 Αυγούστου. Στις 19 Αυγούστου, οι Βούλγαροι χωρικοί, διοργάνωσαν μια συνδεδεμένη εξέγερση στο βιλαέτι της Αδριανούπολης, που οδήγησε στην απελευθέρωση μιας μεγάλης περιοχής στα βουνά της Στράντζας στην περιοχή των Σαράντα Εκκλησιών[6] και στη δημιουργία μιας προσωρινής κυβέρνησης στην πόλη Βασιλικό, τη Δημοκρατία της Στράντζας. Αυτή διήρκεσε περίπου είκοσι μέρες πριν καταλυθεί από τους Οθωμανούς.

Σήμερα αυτή η εξέγερση γιορτάζεται στη Βουλγαρία και στη Βόρεια Μακεδονία.

Γεωπολιτική κατάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης των Βαλκανίων μετά τη συνθήκη του Βερολίνου (1878).
Βουλγαρικός εθνογλωσσικός χάρτης της περιοχής της Μακεδονίας (1914).

Στις αρχές του 20ού αιώνα η Οθωμανική αυτοκρατορία κατέρρεε κάτω από το παλιό μοντέλο διοίκησης, τη γραφειοκρατία και τη διαφθορά, την αύξηση των εισαγωγών βιομηχανικών προϊόντων, την αύξηση της τιμής των αγροτικών προϊόντων και την αδυναμία της να εκβιομηχανιστεί. Η οικονομική δύναμη του μουσουλμανικού πληθυσμού στη Μακεδονία και τη Θράκη εξασθενούσε και οι χριστιανικοί και εβραϊκοί πληθυσμοί, ιδιαίτερα των πόλεων και των κωμοπόλεων, είχαν αποκτήσει μεγάλη ευρωστία που αντικατοπτρίζονταν στην άνοδο του βιοτικού και του μορφωτικού τους επιπέδου. Οι χριστιανικοί και εβραϊκοί πληθυσμοί είχαν αποκτήσει τον έλεγχο του εμπορίου, της οικιακής βιοτεχνίας ακόμα και της τουρκικής διοίκησης, όπου παρατηρούνταν συχνά φαινόμενα διαφθοράς. Στις αγροτικές περιοχές, ενώ τις εκτάσεις τις κατείχαν παλαιότερα οι μεγάλοι Τούρκοι γαιοκτήμονες οι οποίοι συμπεριφέρονταν άδικα και βάναυσα στους χριστιανούς εργάτες με παρακράτηση της αμοιβής τους, σε πολλές περιπτώσεις, όπως στο βιλαέτι του Μοναστηρίου, οι χριστιανικοί και οι εβραϊκοί πληθυσμοί είχαν αποκτήσει ακόμα και τις μισές εκτάσεις των παλαιών τσιφλικιών.[εκκρεμεί παραπομπή]

Τα ανταρτικά σώματα των διάφορων εθνικών ομάδων προσπαθούσαν με θεμιτά ή όχι μέσα, συχνά με τη βία, να εκφοβίσουν τον αντίπαλο εθνικό πληθυσμό. Τα νέα σλαβόφωνα κράτη (Βουλγαρία και Σερβία) αλλά και η Ελλάδα άρχισαν να διεκδικούν τα κομμάτια της Μακεδονίας και της Θράκης βασιζόμενα σε ιστορικούς και εθνοτικούς λόγους. Ο χριστιανικός πληθυσμός της περιοχής ήταν εθνοτικά μικτός, αλλά με πατριαρχική πλειοψηφία, και οι διεκδικήσεις κάθε κράτους βασίζονταν σε ανταγωνιστικές αξιώσεις από διάφορες αυτοκρατορίες του μακρινού παρελθόντος.[7] Ο ανταγωνισμός για τον έλεγχο των εδαφών βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό σε εκστρατείες προπαγάνδας και ανταγωνισμού μέσω των εκκλησιών, της Βουλγαρικής Εξαρχίας και του Πατριαρχείου, για την κυριότητα των ναών και της γλώσσας την ώρα της Θείας Λειτουργίας, αλλά ιδιαίτερα των σχολείων, που ελέγχονταν κυρίως από τον τοπικό μητροπολίτη, με σκοπό τη δημιουργία εθνικής συνείδησης στον τοπικό πληθυσμό. Στην περιοχή εμφανίζονται διάφορες ομάδες εντεταλμένων παραστρατιωτικών και ανταρτών, οι οποίοι σε αρκετές περιπτώσεις υποστηρίζονται από τον τοπικό πληθυσμό ή τον τρομοκρατούν, και υποστηρίζονται ανεπίσημα από τις κυβερνήσεις των βαλκανικών κρατών της περιόδου.[7][8] Κάθε τάση προσπαθούσε να ελέγξει τη λειτουργία των σχολείων και των εκκλησιών, ώστε να μπορεί να δηλώσει σε δεύτερο χρόνο τη δύναμη της κοινότητάς της απέναντι κυρίως στους προξένους, εκπροσώπους των δυνάμεων της Δύσης στην περιοχή, και σε κάθε επόμενη μεταστροφή των γεγονότων.,

Προετοιμασία της εξέγερσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βοεβόδες στο Βιλαέτι του Όντριν (Αδριανούπολη) πριν την εξέγερση.

Το 1897 δημιουργήθηκε η Σλαβόφωνη Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΑΕΟ) ώστε να οργανώσει και να προκαλέσει μια εξέγερση, με την υπόσχεση αυτοδιάθεσης και αυτονομίας στον τοπικό πληθυσμό. Αρχική επιδίωξη της ήταν έπειτα από την αυτονόμηση της Μακεδονίας και της Θράκης, να ενταχθούν οι δυο περιοχές στο Βουλγαρικό Βασίλειο, όπως έγινε στην περίπτωση της Ανατολικής Ρωμυλίας όταν- με τη Συνθήκη του Βερολίνου (1878)- η περιοχή αυτονομήθηκε και αργότερα, με πραξικόπημα ενάντια στην οθωμανική αρχή, προσαρτήθηκε από τη Βουλγαρία. Ωστόσο πριν την εξέγερση του Ίλιντεν, η οργάνωση είχε ανοιχθεί σε μεγάλο μέρος του μακεδονικού πληθυσμού και η ιδέα της ένωσης με τη Βουλγαρία είχε εγκαταλειφθεί.

Η οργάνωση, που άλλαζε διάφορα ονόματα πριν και μετά την εξέγερση, ξεκίνησε κυρίως ως Βουλγαρομακεδονική υποστηρίζοντας την ιδέα της αυτόνομης Μακεδονίας αλλά και των περιοχών της Αδριανούπολης με τη Θράκη που ανήκαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία και την προστασία της βουλγαρικής εθνικής ταυτότητας. Η οργάνωση είχε ως σύνθημα το «Η Μακεδονία για τους Μακεδόνες».[8] Σύντομα στην οργάνωση αυτή δημιουργήθηκαν δύο ρεύματα. Το ένα, οι Αυτονομιστές, υποστήριζε την αυτονόμηση της Μακεδονίας και τη διαφύλαξη της αυτονομίας και αυτοδιάθεσης της περιοχής που απέρριπτε τη μελλοντική ένωση με τη Βουλγαρία, ενώ η άλλη ομάδα, που δημιουργήθηκε από μέλη του Ανώτατου Μακεδονικού Κομιτάτου (Върховен македоно - одрински комитет, ВМОК), μιας οργάνωσης που ιδρύθηκε το 1894 στη Σόφια, υποστήριζε την αρχικά αυτονομία της περιοχής και έπειτα την προσχώρηση στη Βουλγαρία. Τα μέλη της ομάδας αυτής ονομάστηκαν Ενωτικοί ή Βερχοβιστές, σε αντίθεση με τους Αυτονομιστές,[9] επειδή πίστευαν στον υπέρτατο στόχο, την άμεση προσάρτηση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία.[10]

Έτσι η οργάνωση ΕΜΑΕΟ που δημιούργησε το Ίλιντεν φαίνεται πως είχε ως τελικό στόχο την απελευθέρωση των υπόδουλων Χριστιανών από τον Σουλτάνο και τους Οθωμανούς-τη στιγμή που οι ντόπιοι έβλεπαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία να καταρρέει και να δημιουργούνται τα πρώτα βαλκανικά κράτη (με εξαίρεση την Ελλάδα που είχε ήδη δημιουργήσει το πρώτο εθνικό κράτος το 1830)- και μία αυτόνομη ή ανεξάρτητη Μακεδονία πιθανότατα μέσα σε μία ομόσπονδη ένωση βαλκανικών κρατών.

Ο Βασίλ Τσακαλάρωφ κ.ά. επαναστάτες της Καστοριάς στην κατειλημμένη Κλεισούρα.

Ιλίντεν Εξέγερση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επιλογή της 20ής Ιουλίου, ημέρας του Προφήτη Ηλία, ήρθε ύστερα από μια σειρά πολλών αναβολών, ώστε να οργανωθεί με τον κατάλληλο τρόπο και με τη συμμετοχή του τοπικού πληθυσμού. Η εξέγερση στη Μακεδονία εκδηλώθηκε στο βιλαέτι του Μοναστηρίου και υποστηρίχθηκε από βουλγαρόφιλους και σλαβόφωνους των αγροτικών περιοχών αλλά και σε κάποιο βαθμό και από τον αρμανικό (βλάχικο) και ελληνόφωνο πληθυσμό της περιοχής.[11][εκκρεμεί παραπομπή] Χωρικοί που συμμετείχαν μαζικά στην εξέγερση οπλισμένοι με αγροτικά εργαλεία επιτέθηκαν σε πύργους και κατοικίες Μουσουλμάνων, αλλά και Χριστιανών, μεγαλοϊδιοκτητών γης προξενώντας καταστροφές και λεηλασίες ακόμα και προβαίνοντας σε ωμότητες και δολοφονίες σε κάποιες περιπτώσεις. Η ανηλεής καταστροφή της περιουσίας των μεγαλοϊδιοκτητών οδήγησε την ηγεσία της ΕΜΑΕΟ να εκδώσει τρεις μέρες μετά το ξέσπασμα της εξέγερσης μια ειδική διαταγή που επέβαλλε την ποινή του θανάτου σε όσους κατέστρεφαν τη σοδειά των τσιφλικιών.[12] Σε μήνυμα του προς τον πατέρα του, Στέφανο, στις 25 Ιουλίου ο Ίων Δραγούμης έγραψε ότι «έχομεν σλαυικήν επανάστασιν εν Μακεδονία [...] Άπαντες οι σλαυόφωνοι πληθυσμοί ηκολούθησαν το κομιτάτον, ορθόδοξοι και σχισματικοί, και οι πλείστοι εκουσίως» και ότι οι επαναστάτες καταλάμβαναν κωμοπόλεις και χωριά κατοικούμενα από βλαχόφωνους και αλβανόφωνους, όπως το Κρούσοβο, το Πισοδέρι και το Νυμφαίο.[13] Η κατοχή του Κρουσόβου από τους επαναστάτες κράτησε ακριβώς δέκα μέρες μέχρι τις 12 Αυγούστου ανακηρύσσοντας τη Δημοκρατία του Κρουσόβου υπό την προεδρία του δασκάλου Νικόλα Κάρεφ.

Εξέγερση Κράστοβντεν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Οι πολιτοφυλακές που δραστηριοποιούνται στην περιοχή των Σερρών, με επικεφαλής τον Γιάν Σαντάνσκι και έναν αντάρτη αποσύνδεση της Ανώτατης Επιτροπής, κράτησαν μια μεγάλη τουρκική δύναμη. Αυτές οι ενέργειες ξεκίνησαν την ημέρα της γιορτής του Σταυρού (Krastovden στα βουλγαρικά, 27 Σεπτεμβρίου) και δεν περιελάμβαναν τον τοπικό πληθυσμό όσο και σε άλλες περιοχές, και ήταν καλά στα ανατολικά του Μοναστηρίου και στα δυτικά της Θράκης.

Σε περιοχές που περιλαμβάνουν την εξέγερση του 1903, οι Αλβανοί χωρικοί βρίσκονταν σε απειλή είτε από το IMRO četas είτε στρατολογήθηκαν από οθωμανικές αρχές για να τερματίσουν την εξέγερση.[14]

Εξέγερση Preobrazhenie[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 6 Αυγούστου 1903 / 19 Αυγούστου, ημέρα εορτής της Μεταμορφώσεως, έγινε η εξέγερση Βουλγάρων αγροτών στο βιλαέτι της Αδριανούπολης και οδήγησε στον έλεγχο μιας μεγάλης περιοχής στα όρη της Στράντζα κοντά στη Μαύρη Θάλασσα και ανακηρύχτηκε η δημιουργία αυτόνομης διοίκησης των ελεύθερων περιοχών με το όνομα Δημοκρατία της Στράντζας και μιας προσωρινής κυβέρνησης με έδρα την πόλη Βασιλικό (σημερινό Τσάρεβο της Βουλγαρίας, στην επαρχία Μπουργκάς). Η προσωρινή κυβέρνηση διατηρήθηκε συνολικά για είκοσι μέρες μέχρι την καταστολή της εξέγερσης από τον οθωμανικό στρατό.[15][16]

Εξέγερση στα βουνά της Ροδόπης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η στάση της Ελλάδας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης με Τούρκους αξιωματικούς.

Η στάση του τότε ελληνικού κράτους, αν και δεν έχει ξεκαθαριστεί απόλυτα ιστορικά, επάνω στην επανάσταση του Ίλιντεν δεν φαίνεται να ήταν θετική γιατί προφανώς μια αυτόνομη ή ανεξάρτητη Μακεδονία θα ήταν κόντρα στις εδαφικές βλέψεις της χώρας στην περιοχή. Σύμφωνα με τον Πεζά, τον τότε πρόξενο της Ελλάδας στο τότε Οθωμανικό Μοναστήρι (Μπίτολα), και τα όσα γράφει σε έκθεσή του προς τον πρόεδρο της ελληνικής κυβέρνησης το 1902, η επερχόμενη εξέγερση (Ίλιντεν) έχει ως στόχο μια αυτόνομη ή ανεξάρτητη Μακεδονία, την οποία προτίθενται να ακολουθήσουν πατριαρχικοί και εξαρχικοί πληθυσμοί και περιγράφονται οι άθλιες συνθήκες ζωής πολλών Μακεδόνων (κυρίως αγροτών). Ο ίδιος ο Πεζάς, αναφέρει πως ο ίδιος και το ελληνικό κράτος επιδιώκει μια συνεργασία με τις οθωμανικές αρχές και δίνει μάλιστα σε αυτές όλες τις πληροφορίες που έχει μαζέψει σχετικά με τις κινήσεις των αυτονομιστών, καθώς επιθυμεί τη συντριβή του κινήματος. Αναφέρει ακόμα πως η Ελλάδα ενδιαφέρεται για την ηρεμία και την ευημερία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, καθώς φοβάται πως η αναταραχή θα μπορούσε να επεκταθεί και μέσα στην Ελλάδα. Τις παραμονές της επανάστασης ο νέος πρόξενος της Ελλάδας στο Μοναστήρι Κ. Κυπραίος αναφέρει πως υπάρχει συνεργασία του με την Οθωμανική Αυτοκρατορία σε επίπεδο πληροφοριών για την επερχόμενη επανάσταση και πως ξοδεύονται χρήματα για προπαγάνδα που θα απέτρεπε τον πατριαρχικό πληθυσμό να μπει στην επανάσταση. Τέλος, ο τότε μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης χαρακτηρίζει με ύβρεις τους επαναστάτες, ενώ φαίνεται πως ο συνεργάτης του και συνεργάτης των Οθωμανών Βαγγέλης Στρεμπενιώτης με τους άντρες του είχε συμμετοχή σε μία εκστρατεία κατά των επαναστατών στις 4 Αυγούστου.[18]

Επίλογος των γεγονότων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Συνέδριο των αντιπροσώπων της ΕΜΑΕΟ στην οροσειρά της Ροδόπης.
Συλλήψεις μελών της βουλγαρικής ΕΜΑΕΟ.

Όταν η εξέγερση εξαπλώθηκε πολλά ηγετικά στελέχη σκοτώθηκαν σε μάχες με τους Οθωμανούς και η δράση της εξέγερσης καταστάλθηκε μέσα σε διάστημα λίγων μηνών, ενώ πολλοί που στρατεύτηκαν με τους εξεγερθέντες σκοτώθηκαν, φυλακίστηκαν ή κατέφυγαν στις ορεινές περιοχές. Η οθωμανική διοίκηση έβλεπε τώρα με μεγαλύτερη καχυποψία τους χριστιανικούς πληθυσμούς, και αντί να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση των βασικών δικαιωμάτων του χριστιανικού στοιχείου, ενέτεινε την καταπίεση και δοκίμασε την εμπιστοσύνη του πληθυσμού σε ανάλογες μελλοντικές αυτονομιστικές ενέργειες.[εκκρεμεί παραπομπή]

Προφανώς, ένας από τους κυριότερους στόχους της εξέγερσης, ήταν να εμπλακούν οι Μεγάλες Δυνάμεις και πέτυχαν να πείσουν τις ευρωπαϊκές δυνάμεις να παρέμβουν στον σουλτάνο ώστε να υιοθετήσει μια πιο διαλλακτική στάση απέναντι στους χριστιανούς υπηκόους, αν και η πίεση αντίθετα εντάθηκε στο χριστιανικό στοιχείο και οδήγησε, μετά την Επανάσταση των Νεότουρκων, στην κήρυξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου το 1912.[εκκρεμεί παραπομπή]

Σύμφωνα με τον Βρετανό δημοσιογράφο H. N. Brailsford: το Ίλιντεν ήταν η πρώτη οργανωμένη απόπειρα του βουλγαρικού στοιχείου στη Μακεδονία και τη Θράκη, μετά τη διακήρυξη της ανεξαρτησίας της Βουλγαρίας το 1903.

Η στιγμή για την οποία ο Βουλγάρικος πληθυσμός προετοιμαζόταν για δέκα χρόνια έφτασε την ημέρα του Πανηγυριού του Προφήτη Ηλία (το βράδυ της Κυριακής 2 Αυγούστου 1903)". Η εξέγερση εξέπληξε Τούρκους και Ευρωπαίους στην περιοχή της Μακεδονίας.[19]

Εικόνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Македония и Одринско 1893–1903. Мемоар на Вътрешната организация., Σόφια, Εσωτερική Μακεδονική Αδριανουπολιτική Επαναστατική Οργάνωση. 1904
  2. Brailsford, Henry N. (1906). Macedonia: its races and their future. Λονδίνο: Methuen & co. σελίδες 150–1. 
  3. The Establishment of the Balkan National States, 1804-1920, C. & B. Jelavich, 1977, σσ. 211-212, Vermeulen, Hans (1984). «Greek cultural dominance among the Orthodox population of Macedonia during the last period of Ottoman rule». Στο: Blok, Anton· Driessen, Henk. Cultural Dominance in the Mediterranean Area. Nijmegen. σελίδες 241, 249. 
  4. "Fifty Years In Constantinople And Recollections Of Robert College σελ. 286, archive.org
  5. THE OUTRAGES AT KRUSHEVO. DEMAND FOR GOVERNOR'S PUNISHMENT. LONDON, Sept. 3. The Sydney Morning Herald, nla.gov.au
  6. Ιωάννης Νοτάρης, ΗΛΙΝ-ΝΤΕΝ, περ. Εποχές, 1964
  7. 7,0 7,1 Gewehr, W.M. (1967), The Rise of Nationalism in the Balkans, 1800-1930, Archon books, ISBN 0208005072 , Πρώτη έκδοση το 1931 από τον H. Holt & Co.
  8. 8,0 8,1 Jelavich, B. (1983), History of the Balkans, 2, Cambridge University Press, ISBN 0-521-25448-5 
  9. 'Supremistsσσ. σουπρεμιστές από τη γαλλική λέξη suprême, που σημαίνει υπέρτερος, δηλ. υπέρτατος.
  10. Jelavich, C.; Jelavich, B. (1977), The Establishment of the Balkan National States, 1804-1920, University of Washington Press, ISBN 0-295-95444-2, https://archive.org/details/establishmentof00char  Volume 8 of the 11 volume series A History of East Central Europe.
  11. «Η κατάστασις εν Μακεδονια». Εμπρός (2420): σελ. 3. 21/07/1903. http://efimeris.nlg.gr/ns/pdfwin.asp?c=108&dc=21&db=7&da=1903. Ανακτήθηκε στις 05/03/2018. 
  12. Kostopoulos 2016, σελ. 157-8
  13. Ίων Δραγούμης (2000). Γιώργος Πετσίβας, επιμ. Τἀ Τετράδια τοῦ Ἴλιντεν. Αθήνα: Πετσίβας. σελίδες 195, 199. 
  14. Brown, Keith (2003). Το παρελθόν στην ερώτηση: Η σύγχρονη Μακεδονία και οι αβεβαιότητες του έθνους. Πανεπιστημιακός Τύπος του Πρίνστον. Π. 267. ISBN 9780691099958. "Η εξέγερση το 1903 είχε εμπλακεί κυρίως σλάβους χριστιανούς με τη βοήθεια του πληθυσμού των Βλα. Αλβανοί χωρικοί βρέθηκαν σε μεγάλο βαθμό είτε απειλούμενοι από το VMRO četas είτε στρατολογήθηκαν στην οθωμανική προσπάθεια να συντρίψουν την εξέγερση."
  15. Khadziev, Georgi (1992), Down with the Sultan, Long live the Balkan Federation!, http://www.savanne.ch/tusovka/en/will-firth/bulgaria.html, ανακτήθηκε στις 2007-09-03  Απόσπασμα από το βιβλίο "National Liberation and Libertarian Federalism" (Natsionalnoto osvobozhdeniye i bezvlastniyat federalizum), μεταφρασμένο από τον Will Firth.
  16. For freedom and perfection. The Life of Yané Sandansky. Mercia MacDermott (Journeyman, London, 1988), p. 134.
  17. Петко Т. Карапетков, Славейно. Пловдив, 1948 г., стр 216—219.
  18. H επανάσταση του Ίλιντεν, Δημήτρη Λιθοξόου
  19. H. N. Brailsford (1906). Macedonia: Its Races and their future]. London: New York, Arno Press. σελίδες 148. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διαβάστε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]