Γοδεφρείδος Α΄ Βιλλεαρδουίνος
Γοδεφρείδος Α΄ Βιλλεαρδουίνος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Geoffroi Ier de Villehardouin (Γαλλικά) |
Γέννηση | 1169 (περίπου) |
Θάνατος | 1229 ή 1228 (περίπου) |
Χώρα πολιτογράφησης | Γαλλία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γαλλικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Elisabeth (de Chappes) |
Τέκνα | Γοδεφρείδος Β΄ Βιλλεαρδουίνος Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος Alix de Villehardouin |
Γονείς | Jean de Villehardouin, Seigneur de Brandonvillers και Céline |
Οικογένεια | Οίκος των Βιλλεαρδουίνων |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Πρίγκιπας της Αχαΐας |
Θυρεός | |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Γοδεφρείδος Α΄ Βιλλεαρδουίνος (γαλλικά: Geoffroi Ier de Villehardouin, 1169 - 1229) από τον Οίκο των Βιλλεαρδουίνων ήταν Γάλλος ιππότης από την κομητεία της Καμπανίας που ενώθηκε στην Δ΄ Σταυροφορία.[1][2][3][4] Συμμετείχε στην κατάκτηση της Πελοποννήσου από τους Σταυροφόρους και έγινε ο δεύτερος πρίγκιπας της Αχαΐας (1209 - 1229). Ο Γοδεφρείδος Α΄ Βιλλεαρδουίνος ήταν μεγαλύτερος γιος του Ιωάννη Βιλλεαρδουίνου ενός ιππότη από την Καμπανία και της Σελίν του Μπριέλ, ο πατέρας του ήταν μικρότερος αδελφός του Γοδεφρείδου Βιλλεαρδουίνου του σπουδαίου ιστορικού και στρατάρχη της Δ΄ Σταυροφορίας.[2][5] Την περίοδο της βασιλείας του το Πριγκιπάτο της Αχαΐας έγινε υποτελές στη Λατινική Αυτοκρατορία, επέκτεινε σημαντικά τα όρια του πριγκιπάτου αλλά η ηγεμονία του αμαυρώθηκε από τις συγκρούσεις του με την εκκλησία.[6] Παντρεύτηκε την Ελισάβετ που ταυτίζεται με τους ιστορικούς με την Ελισάβετ του Τσαπ απόγονο οικογένειας Σταυροφόρων αλλά ο ιστορικός Λόνγκνον το απορρίπτει.[7][8]
Δ΄ Σταυροφορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πήρε με τον θείο του τον σταυρό στα τέλη Νοεμβρίου 1199 σε ένα τουρνουά, ο Γοδεφρείδος βρισκόταν ανάμεσα στους Σταυροφόρους που πήγαν απ'ευθεία στη Συρία.[3] Δεν βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη όταν έγινε η άλωση της πόλης από τους Σταυροφόρους (13 Απριλίου 1204), όταν το έμαθε έφυγε το καλοκαίρι του 1204 με κατεύθυνση προς τα δυτικά.[3][9][10] Η τρικυμία τον εμπόδισε να φτάσει στον προορισμό του, προσάραξε τον χειμώνα του 1204 - 1205 στη Μεθώνη Μεσσηνίας, στη νότια Πελοπόννησο.[3][10] Ο Γοδεφρείδος βρήκε τους κατοίκους της περιοχής σε πλήρη αναρχία και τους άρχοντες του τόπου να ανταγωνίζονται για την κατάληψη της εξουσίας. Τότε έλαβε πρόσκληση από τον άρχοντα της Κορώνης, Ιωάννη Καντακουζηνό, με τον οποίο και ήλθε σε συμφωνία να συνεργαστούν για την κατάκτηση όλης της Πελοποννήσου. Έτσι ο Γοδεφρείδος κατέστη κύριος των δυτικών παραλίων της Μεσσηνίας, της Ηλείας και των Πατρών. Ο Καντακουζηνός όμως πέθανε και ο γιος του Μιχαήλ Καντακουζηνός έβλεπε εχθρικά τους Φράγκους.[10] Ο Γοδεφρείδος βλέποντας τις κατακτήσεις του να χάνονται αποφάσισε να συναντήσει τον Βονιφάτιο τον Μομφερατικό που είχε φτάσει με αρκετό στρατό στην Πελοπόννησο από τη Θεσσαλονίκη υποτάσσοντας όλες τις περιοχές στην πορεία του και είχε αρχίσει την πολιορκία της Ακροκορίνθου όπου βρισκόταν ο Λέων Σγουρός (1205). Ο Βονιφάτιος τον καλοδέχτηκε και τον έβαλε σε ψηλή θέση στον στρατό του.[3][10] Στο Χρονικό της Τέταρτης Σταυροφορίας και της κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης, γραμμένο από το θείο του, αναφέρεται συχνά ως ο "Γοδεφρείδος ο ανεψιός". Στην Ελλάδα σήμερα αναφέρεται είτε ως Βιλλεαρδουίνος είτε ως Βιλλεαρδουίνος. Στο Χρονικόν του Μορέως συνήθως αναφέρεται ως «μισὶρ Ντζεφρέ», αλλά σε τρεις περιπτώσεις αναφέρεται με το πλήρες όνομά του και στις τρεις περιπτώσεις με μικροδιαφορές στην ορθογραφία:
μισὶρ Ντζεφρὲ τὸν ἔλεγαν, ντὲ Βιλαρντουῆ τὸ ἐπίκλην
τὸν ἔλεγαν μισὶρ Ντζεφρέ, Βιλαρτουὴ τὸ ἐπίκλη
τοῦ γέρο τοῦ μισὶρ Ντζεφρέ, Βιλαρδουὴν τὸ ἐπίκλην
Κατάκτηση της Πελοποννήσου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Γοδεφρείδος στο στρατόπεδο του Βονιφάτιου συνάντησε τον Γουλιέλμο Σαμπλίτη, με τον οποίο ήταν συμπατριώτες και ζήτησαν την υποστήριξη του Βονιφάτιου για να καταλάβουν την Πελοπόννησο ως υποτελείς του. Ο Βονιφάτιος συμφώνησε, και ο Γοδεφρείδος ένωσε τις δυνάμεις του με αυτές του Γουλιέλμου.[3][11] Την άνοιξη του 1205 ο Γουλιέλμος Σαμπλίτης και ο Γοδεφρείδος ξεκίνησαν με 100 ιππότες και 400 ιππείς για την κατάκτηση της Πελοποννήσου.[12] Κατέλαβαν με έφοδο την Πάτρα, η Ανδραβίδα τους άνοιξε τις πύλες της, οι κάτοικοι υποτάχθηκαν αφού πήραν εγγύηση ότι θα διατηρήσουν την περιουσία και τα έθιμα τους.[11] Στην Κυπαρισσία συνάντησαν μονάχα αντίσταση από γαιοκτήμονες της Αρκαδίας και της Λακωνίας υπό τη διοίκηση της οικογένειας Χαμάρετου, γαιοκτήμονες που είχαν συμμαχήσει με τους Μηλιγγούς.[10][13] Ένας Βυζαντινός ευγενής με το όνομα Μιχαήλ που είχε συμμαχήσει με τον Μιχαήλ Καντακουζηνό ήρθε να βοηθήσει τους γαιοκτήμονες, ο ευγενής αυτός ήταν ο Μιχαήλ Α΄ Κομνηνός Δούκας που ίδρυσε την ίδια εποχή το Δεσποτάτο της Ηπείρου.[14] Ο Μιχαήλ έκανε εκστρατεία στην Πελοπόννησο εναντίον των Σταυροφόρων με 500 στρατιώτες αλλά ηττήθηκε στη Μάχη του ελαιώνα του Κούντουρα στη βορειοανατολική Μεσσηνία.[11][15] Οι Σταυροφόροι ολοκλήρωσαν την κατάκτηση ολόκληρης της Πελοποννήσου εκτός από την Αρκαδία και τη Λακωνία.[11]
Ο Γουλιέλμος Σαμπλίτης έγινε στη συνέχεια Κύριος της Πελοποννήσου και πρίγκιπας της Αχαΐας υπό την υψηλή επικυριαρχία του βασιλιά της Θεσσαλονίκης.[11][15] Ο Γοδεφρείδος Α΄ δέχτηκε σαν ανταμοιβή από τον πρίγκιπα για τη βοήθεια του την Καλαμάτα και την Κορώνη.[15] Η Δημοκρατία της Βενετίας ζήτησε να διατηρηθεί η συνθήκη που είχε κάνει με τους Σταυροφόρους (1204) για να μπορεί να έχει στην κατοχή της τους θαλάσσιους εμπορικούς σταθμούς προς την Κωνσταντινούπολη.[16][17] Οι Βενετοί επιτέθηκαν (1206) και κατέλαβαν τη Μεθώνη Μεσσηνίας και την Κορώνη, ο Γουλιέλμος Σαμπλίτης έδωσε σαν αποζημίωση στον Γοδεφρείδο την Αρκαδία.[17]
Πρίγκιπας της Αχαΐας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Γουλιέλμος Σαμπλίτης έμαθε ότι πέθανε ο μεγαλύτερος αδελφός του (1208) και έφυγε για τη Γαλλία να διεκδικήσει την κληρονομιά του, άφησε στην Αχαΐα διάδοχο τον ανήλικο ανιψιό του Ούγο με κηδεμόνα και βάϊλο του πριγκιπάτου τον Γοδεφρείδο Α΄ Βιλλεαρδουίνο. Ο Γουλιέλμος Σαμπλίτης πέθανε στον δρόμο στην Απουλία, αμέσως μετά πέθανε και ο Ούγος Σαμπλίτης, ο Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος τους διαδέχθηκε στο πριγκιπάτο της Αχαΐας.[17][18] Ο Γοδεφρείδιος σαν νέος πρίγκιπας της Αχαΐας πήγε τον Μάιο 1209 στο Κοινοβούλιο που συγκάλεσε ο αυτοκράτορας Ερρίκος της Φλάνδρας στη Ραβέννικα, ο αυτοκράτορας τον όρισε πρίγκιπα της Αχαΐας, υποτελή του και στρατοπεδάρχη της Ρωμανίας.[5][19][20]
Το Χρονικόν του Μορέως γράφει ότι ο άλλος ανιψιός του Γουλιέλμου Ροβέρτος Σαμπλίτης είχε πάρει προθεσμία ένα χρόνο και μια μέρα να ταξιδεύσει στην Πελοπόννησο για να διεκδικήσει την κληρονομιά του.[21] Ο Γοδεφρείδος προσπάθησε με κάθε τρόπο να καθυστερήσει την άφιξη του κληρονόμου στην Πελοπόννησο και μετακινήθηκε συνεχώς με τους ιππότες του μέχρι να περάσει ο απαιτούμενος χρόνος χωρίς να συναντηθεί μαζί του, κατόπιν συγκάλεσε συνέλευση και ανακήρυξε ότι είναι ο νόμιμος κληρονόμος.[22] Τον Ιούνιο του 1209 με τη Συνθήκη της Σαπιέντζας ρύθμισε τις σχέσεις του με τη Βενετία. Έγινε υποτελής του Δόγη της Βενετίας, αποδέχτηκε την Ενετική κατοχή της Μεθώνης και της Κορώνης και αναγνώρισε το δικαίωμα των Βενετών να εμπορεύονται ελεύθερα στην Πελοπόννησο και να διατηρούν εκκλησίες και αποθήκες στα διάφορα λιμάνια.[5][17][20] Η Πελοπόννησος χωρίστηκε σε 12 βαρονίες με επικεφαλής σε κάθε μία ένα φεουδάρχη που ήταν κατευθείαν υποτελής στον ηγεμόνα. Πρωτεύουσα του κράτους έγινε η Ανδραβίδα, και άρχισαν να κτίζονται οχυρά όπως το Κάστρο της Πάτρας, τη Χαλανδρίτσα Αχαΐας, της Καρύταινα και την Άκοβα με σκοπό την παγίωση της Φραγκικής εξουσίας στην περιοχή.
Κατάληψη του Άργους και του Ναυπλίου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Γοδεφρείδος Α΄ από τότε αφιερώθηκε αποκλειστικά στην επέκταση του πριγκιπάτου του.[23] Με τη βοήθεια του Όθων ντε Λα Ρος κατέλαβε την Ακρόπολη της Ακροκορίνθου (1210) την οποία είχαν υπερασπιστεί από τους Σταυροφόρους ο Λέων Σγουρός και ο Θεόδωρος Κομνηνός Δούκας αδελφός του Μιχαήλ Α΄ Κομνηνού Δούκα.[19][23][24] Τους επόμενους μήνες ο Γοδεφρείδος και ο Όθων κατέλαβαν το Ναύπλιο και στις αρχές του 1212 την Ακρόπολη του Άργους στην οποία ο Θεόδωρος Κομνηνός Δούκας είχε μεταφέρει το θησαυροφυλάκιο από την εκκλησία της Κορίνθου.[24] Όταν οι λόρδοι των Θηβών Αλμπερτίνο και Ρολαντίνο της Κανόσα εγκατέλειψαν την πόλη μοιράστηκε ανάμεσα στα δύο ανάμεσα στον ίδιο τον Γοδεφρείδο και τον Όθων ντε λα Ρος.[25] Ο Γοδεφρείδος ζήτησε από τους Γάλλους να του στείλουν ιππότες από την Καμπανία να διοικήσουν τα εδάφη που είχε κατακτήσει, έκανε τη διανομή των εδαφών πριν συγκληθεί το μεγάλο κοινοβούλιο στην Ανδραβίδα.[23][26] Δημιούργησε 12 βαρονίες που ήταν υποτελείς απ'ευθείας στο πριγκιπάτο και στην Υψηλή αυλή της Αχαΐας.[27]
Σύγκρουση με την εκκλησία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Την εποχή της κατάκτησης το μεγαλύτερο τμήμα της εκκλησιαστικής περιουσίας έγινε κοσμική.[25] Το Χρονικό του Μορέα αναφέρει ότι ο Γοδεφρείδος έκανε κατάσχεση της εκκλησιαστικής περιουσίας όταν οι ιερείς αρνήθηκαν να του προσφέρουν στρατιωτική βοήθεια σύμφωνα με το μερίδιο που τους αναλογούσε, με τα έσοδα έκτισε ισχυρό κάστρο στο Χλεμούτσι.[25] Ο Γοδεφρείδος Α΄ κατηγορήθηκε επίσης για κακομεταχείριση των Ελλήνων ιερέων που ο αριθμός τους αυξανόταν συνεχώς, οι ιερείς δεν δίσταζαν να δώσουν οδηγίες στους χωρικούς να κάνουν επανάσταση, τα γεγονότα αυτά τον έφεραν σε μεγάλη σύγκρουση με την εκκλησία.[25]
Ο Λατίνος πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης Γερβάσιος αφόρισε τον Γοδεφρείδο και έθεσε την εκκλησία της Αχαΐας υπό απαγόρευση.[28] Ο Πάπας Ονώριος Γ΄ ύστερα από αίτημα του ίδιου του Γοδεφρείδου ζήτησε από τον πατριάρχη να ελαττώσει την ποινή (11 Φεβρουαρίου 1217).[28] Ο πατριάρχης με έναν νέο απεσταλμένο κήρυξε νέα απαγόρευση για το πριγκιπάτο της Αχαΐας, αυτό θεωρήθηκε από τον πάπα σαν εξέγερση απέναντι στην Αγία Έδρα.[29] Ο καρδινάλιος του πάπα Τζιοβάνι Κολόννα που ταξίδευσε στην Πελοπόννησο (1218) αφόρισε ξανά τον Γοδεφρείδο επειδή είδε ότι έκανε κατάσχεση ολόκληρης της εκκλησιαστικής περιουσίας.[30] Ο πάπας με αίτημα του τοπικού κλήρου επιβεβαίωσε τον αφορισμό (21 Ιανουαρίου 1219) και κήρυξε τον Γοδεφρείδο εχθρό του Θεού "χειρότερο από τον Φαραώ".[25][29] Η σύγκρουση κράτησε πέντε χρόνια, στη συνέχεια ο Γοδεφρείδος έστειλε έναν ιππότη στη Ρώμη για να λύσει τις διαφορές του με τον πάπα (1223).[25] Ο πάπας Ονώριος Γ΄ έκλεισε συνθήκη με τον πρίγκιπα (4 Σεπτεμβρίου 1223) σύμφωνα με τη οποία θα επέστρεφε τα εκκλησιαστικά εδάφη και θα κρατούσε την εκκλησιαστική επίπλωση, οι Έλληνες ιερείς θα είχαν ελευθερία και ανεξαρτησία ανάλογα με το μέγεθος της κοινότητας τους.[25]
Πτώση της Θεσσαλονίκης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο κυβερνήτης της Ηπείρου Θεόδωρος Κομνηνός Δούκας επιτέθηκε στο μεταξύ στο Βασίλειο της Θεσσαλονίκης, ο Γοδεφρείδος δεν έστειλε στρατό να τον βοηθήσει παρά τις εκκλήσεις του πάπα με αποτέλεσμα την πτώση της πόλης στα τέλη του 1224.[4][31] Ο Γοδεφρείδος Α΄ Βιλλεαρδουίνος πέθανε τη διετία 1228 - 1230 σε ηλικία περίπου 60 ετών και τάφηκε στην εκκλησία του Αγίου Ιακώβου στην Ανδραβίδα, τον διαδέχθηκε ο μεγαλύτερος γιος του Γοδεφρείδος Β΄.[4][32]
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με τη σύζυγό του Ελισάβετ ντε Σαπ απέκτησε:
- Γοδεφρείδος Β΄, πρίγκιπας της Αχαΐας. Νυμφεύτηκε την Αγνή, κόρη του Πέτρου των Κουρτεναί Λατίνου αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης και της Γιολάντας της Φλάνδρας.
- Αλίκη Βιλλεαρδουίνου, παντρεύτηκε τον Ούγκο ντε Μπρυγιέρ βαρόνο της Καρύταινας. Γιος τους ήταν ο
- Γοδεφρείδος ντε Μπρυγιερ (περί το 1223-1275), βαρόνος της Καρύταινας.
- Γουλιέλμος Β΄, πρίγκιπας της Αχαΐας. Νυμφεύτηκε πρώτα την Άννα Αγγελίνα, κόρη του Μιχαήλ Β΄ δεσπότη της Ηπείρου και μετά την Καριντάνα νταλλε Κάρτσερι κυρία 1/2 Ωρεών.
Γενεαλογία Βιλλεαρδουίνων, πριγκίπων Αχαΐας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Γοδεφρείδος Α΄ πρίγκιπας της Αχαΐας 1210-1229 σύζ. Ελισάβετ ντε Σαπ | |||||||||||||||||||||||
Γοδεφρείδος Β΄ πρίγκιπας της Αχαΐας 1229-1246 σύζ. Αγνή των Κουρτεναί | Γουλιέλμος Β΄ πρίγκιπας της Αχαΐας 1246-1278 σύζ.1.κόρη του Ναρζό ντε Τουσί 2.Καριντάνα νταλλε Κάρτσερι 3.Άννα Αγγελίνα της Ηπείρου | ||||||||||||||||||||||
Ισαβέλλα πριγκίπισσα της Αχαΐας 1289-1307 σύζ.1.Φίλιππος της Σικελίας 2.Φλωρέντιος του Αινώ 3.Φίλιππος Α΄ του Πεδεμοντίου | Μαργαρίτα σύζ.1.Ισνάρντ ντε Σαμπράν 2.Ριχάρδος Α΄ Ορσίνι | ||||||||||||||||||||||
(2) Ματθίλδη του Αινώ πριγκίπισσα της Αχαΐας 1313-1318 σύζ.1.Γκυ Β΄ ντε Λα Ρος 2.Λουδοβίκος της Βουργουνδίας 3.Ιωάννης της γκραβίνας 4.Ούγκος ντε Λα Παλίς | (1) Ισαβέλλα ντε Σαμπράν σύζ.Φερδινάνδος της Μαγιόρκας | ||||||||||||||||||||||
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Runciman 1951, p. 126.
- ↑ 2,0 2,1 Evergates 2007, p. 246.
- ↑ 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 3,5 Setton 1976, p. 24.
- ↑ 4,0 4,1 4,2 Longnon 1969, p. 242
- ↑ 5,0 5,1 5,2 Longnon 1969, p. 239.
- ↑ Longnon 1969, pp. 240-241.
- ↑ Evergates 2007, p. 263.
- ↑ Jean Longnon, Les compagnons de Villehardouin (1978), p. 36
- ↑ Setton 1976, pp. 12., 24.
- ↑ 10,0 10,1 10,2 10,3 10,4 Fine 1994, p. 69.
- ↑ 11,0 11,1 11,2 11,3 11,4 Longnon 1969, p. 237.
- ↑ Setton 1976, p. 25.
- ↑ Fine 1994, pp. 69-70.
- ↑ Fine 1994, pp. 70, 614.
- ↑ 15,0 15,1 15,2 Fine 1994, p. 70.
- ↑ Longnon 1969, p. 238.
- ↑ 17,0 17,1 17,2 17,3 Fine 1994, p. 71.
- ↑ Setton 1976, pp. 33-34.
- ↑ 19,0 19,1 Fine 1994, p. 614.
- ↑ 20,0 20,1 Setton 1976, p. 34.
- ↑ Fine 1994, pp. 71-72.
- ↑ Fine 1994, p. 72.
- ↑ 23,0 23,1 23,2 Longnon 1969, p. 240.
- ↑ 24,0 24,1 Setton 1976, p. 36.
- ↑ 25,0 25,1 25,2 25,3 25,4 25,5 25,6 Longnon 1969, p. 241.
- ↑ Setton 1976, p. 30.
- ↑ Setton 1976, p. 31.
- ↑ 28,0 28,1 Setton 1976, p. 46.
- ↑ 29,0 29,1 Setton 1976, p. 47.
- ↑ Setton 1976, pp. 47-48.
- ↑ Setton 1976, p. 51.
- ↑ Cawley, Charles (2010-07-03). "Greece, Latin Lordships – Chapter 1: Achaia – B.: Princes of Achaia 1209-1278 (Villehardouin)"
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό της Εκδοτικής Αθηνών, Έτος έκδοσης 1990
- Evergates, Theodore (2007). The Aristocracy in the County of Champagne, 1100-1300. University of Pennsylvania Press.
- Fine, John V. A. (1994). The Late Medieval Balkans: A Critical Survey from the Late Twelfth Century to the Ottoman Conquest. The University of Michigan Press.
- Longnon, Jean (1969). The Frankish States in Greece, 1204-1311. In: Setton, Kenneth M.; Wolff, Robert Lee; Hazard, Harry W. (1969); A History of the Crusades, Volume II: The Later Crusades, 1189-1311; The University of Wisconsin Press.
- Runciman, Steven (1951). A History of the Crusades, Volume III: The Kingdom of Acre and the Later Crusades. Cambridge University Press.
- Setton, Kenneth M. (1976). The Papacy and the Levant (1204-1571), Volume I: The Thirteenth and Fourteenth Centuries. The American Philosophical Society.
- Bratu, Cristian. “Clerc, Chevalier, Aucteur: The Authorial Personae of French Medieval Historians from the 12th to the 15th centuries.” In Authority and Gender in Medieval and Renaissance Chronicles. Juliana Dresvina and Nicholas Sparks, eds. (Newcastle upon Tyne: Cambridge Scholars Publishing, 2012): 231-259.
- Finley Jr, John H. "Corinth in the Middle Ages." Speculum, Vol. 7, No. 4. (Oct., 1932), pp. 477–499.
- Tozer, H. F. "The Franks in the Peloponnese.