Άγιος Δημήτριος Λήμνου
Συντεταγμένες: 39°54′46″N 25°09′17″E / 39.91278°N 25.15472°E
Άγιος Δημήτριος | |
---|---|
Διοίκηση | |
Χώρα | Ελλάδα |
Περιφέρεια | Βορείου Αιγαίου |
Περιφερειακή Ενότητα | Λήμνου |
Δήμος | Λήμνου |
Δημοτική Ενότητα | Ατσικής |
Γεωγραφία | |
Νομός | Λέσβου |
Υψόμετρο | 130 |
Πληθυσμός | |
Μόνιμος | 736 |
Έτος απογραφής | 2021 |
Πληροφορίες | |
Παλαιά ονομασία | Λέρα |
Ο Αγιος Δημήτριος είναι χωριό της Λήμνου. Διοικητικά ανήκει στον Δήμο Λήμνου της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου (πρόγραμμα Καλλικράτης). Από το 1999 έως το 2010 σύμφωνα με την τότε διοικητική διαίρεση της Ελλάδας ήταν έδρα του ομώνυμου δημοτικού διαμερίσματος του Δήμου Ατσικής. Παλαιότερα ανήκε στον νομό Λέσβου.
Έχει πληθυσμό 812 κ. (2011), ενώ το 2001 είχε 698 κατοίκους. Βρίσκεται στο 10ο χλμ του κεντρικού οδικού άξονα Μύρινας – Μούδρου, ο οποίος διασχίζει το χωριό. Μαζί με τη Νέα Κούταλη, είναι τα δύο νεότερα χωριά της Λήμνου, αφού δημιουργήθηκαν μετά το 1922 από Μικρασιάτες πρόσφυγες. Νωρίτερα στη θέση του υπήρχε τουρκοχώρι, το οποίο ονομαζόταν Λέρα, ονομασία που είχε ο οικισμό μέχρι το 1951.
Μύθος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πριν από την απελευθέρωση του νησιού που έγινε το 1912 στην περιοχή του σημερινού Αγίου Δημητρίου υπήρχαν τα Λέρα, ένα από τα δύο χωριά της Λήμνου που είχαν αμιγή οθωμανικό πληθυσμό. Ένας μύθος σχετικός με το όνομα του χωριού λέει ότι κάποτε ο άρχοντας του νησιού απεφάσισε να μοιράσει το νησί στους δυο γιους του. Για να μην αδικήσει όμως κανέναν, έκρινε πως το δίκαιο θα ήταν να ξεκινήσουν και οι δυο με την αυγή -δηλαδή με τη πρώτη λαλιά του πετεινού- από τα δυο άκρα του νησιού, ο ένας από τη Μύρινα και ο άλλος από την Πλάκα και στο σημείο που θα συναντηθούν να βάλουν το όριο για να το χωρίσουν. Ό ένας από τους δυο τάισε τον πετεινό του κρασί και ρεβίθια. Ο πετεινός μέθυσε και λάλησε στις μία τη νύχτα αντί στις τρεις ή τέσσερις. Έτσι, ο γιος αυτός ξεκίνησε νωρίτερα και διανύοντας μεγαλύτερη απόσταση, συναντήθηκε με το δεύτερο στην περιοχή όπου τώρα είναι ο Άγιος Δημήτριος. "Αυτό που μου έκανες με φόρτωσε λέρα", του είπε ο άλλος κι από τότε το χωριό πήρε το όνομα Λέρα.
Από το θρύλο προκύπτει ξεκάθαρα η ελληνική προέλευση του τοπωνυμίου. Αυτό δεν πρέπει να ξενίζει, διότι οι Λεριανοί μιλούσαν μια τουρκική διάλεκτο εμπλουτισμένη με πολλές λέξεις της λημνιακής ντοπιολαλιάς. Στις συνομιλίες τους με τους Έλληνες χρησιμοποιούσαν τη δομή της ελληνικής γλώσσας και ουσιαστικά δεν γνώριζαν την τουρκική γλώσσα. Το 1923 που εγκαταστάθηκαν στη Λάμψακο, έπειτα από την ανταλλαγή πληθυσμών, οι εκεί Τούρκοι δεν τους καταλάβαιναν και τους αποκαλούσαν Γκιαούρηδες! Ο παπά-Αγγελής Μιχέλης διέσωσε στο βιβλίο του «Λημνιακή Λαογραφία» (σσ. 14-15) ψήγματα από το λεριανό λεξιλόγιο:
"Ιδικεί λόγια λέγαμ’, λακυρντεύαμ’, ναργκιλέ φλουμέρναμ’, τσιγάρο καφέ πίναμ’, μέσα του Μαντρατζή του καφενέ, ιδικεί λέγαμ’ ιμιά γκιαούρ να περνά να δέρνουμ’. Μπίρντα ιβλέπουμ’, εφέντημ’ σένσιν, ι μια γκιαούρ’ με τ’ γκάδαρότ’ αλετρόξλες φορτωμένο και περνά απ’ ιδικεί."
Δηλαδή:
"Εκεί που μιλούσαμε, κουτσομπολεύαμε, φουμέρναμε ναργιλέ και πίναμε τσιγάρο και καφέ στον καφενέ του Μαντρατζή, εκεί λέγαμε να περνούσε ένας γκιαούρης να τον δέρναμε. Κάποια στιγμή βλέπουμε αφέντη μου ένα γκιαούρη να περνά από κει με το γάιδαρό του φορτωμένο με αλετρόξ’λα."
Ιστορικά στοιχεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το χωρίον τα Λέρα αναφέρεται σε χρυσόβουλο του 1355 ως ιδιοκτησία της μονής Φιλοθέου του Αγ. Όρους. Σημειώνεται ανώνυμα το 1785 στο χάρτη του Choiseul-Guffier μαζί με τους άλλους μικροοικισμούς της περιοχής, ως Villages. Το 1858 ο Conze το αντίκρισε από μακριά σημειώνοντας πως ήταν τουρκοχώρι. Το σημειώνει με τ’ όνομά του: Lera, όπως και ο Fredrich το 1904. Το 1874 είχε μόνο 18 σπίτια. Στις καταγραφές «στεφάνων» που έκανε η μητρόπολη Λήμνου κατά το 19ο αιώνα δεν αναφέρεται, αφού το κατοικούσαν αποκλειστικά Οθωμανοί.
Στην αγροτική περιφέρεια του χωριού και με επίκεντρο τα Λέρα αναπτύχθηκαν στο παρελθόν διάφοροι μικροί αγροτικοί οικισμοί, η παρουσία των οποίων αναφέρεται από τα βυζαντινά χρόνια. Τέτοιοι ήταν το Κοντοβράκι, το Κουρούνι και το Στρατί.
Οι Λεριανοί ήταν απόγονοι εξισλαμισμένων κατοίκων της Λήμνου, πιθανότατα των Κομάνων, ενός φύλου από τη Σαρματία μέλη του οποίου μεταφέρθηκαν από τη Θράκη στη Λήμνο το 1327. Στα τέλη του 14ου αιώνα αναφέρονται σε έγγραφα της μονής Μεγ. Λαύρας ο Ιωάννης Κομάνος και θέση "πλησίον του Κωμάνου". Την ίδια περίοδο -το 1355- εμφανίζεται και το τοπωνύμιο Λέρα. Φαίνεται, πως οι Κομάνοι δεν ενσωματώθηκαν στη λημνιακή κοινωνία, αποτέλεσαν ξένο σώμα και απομονώθηκαν, με αποτέλεσμα όταν αργότερα ήρθαν οι Τούρκοι, να τους δεχτούν με ανακούφιση και να ασπαστούν τον ισλαμισμό.
Στις 8 Οκτωβρίου 1912 στη θέση Μεγάλα Βράχια κοντά στα Λέρα σημειώθηκε η μοναδική προσπάθεια αναχαίτισης των ελληνικών στρατευμάτων από τουρκικό τμήμα 50 χωροφυλάκων και 280 οπλισμένων Λεριανών, το οποίο διασκορπίστηκε έπειτα από μικρή αψιμαχία αφήνοντας ελεύθερο το δρόμο για την απελευθέρωση του Κάστρου (Μύρινας). Το 1918 τα Λέρα αποτέλεσαν οικισμό της κοινότητας Σβερδίων -της μετέπειτα Δάφνης- ως το 1927 που ιδρύθηκε ξεχωριστή κοινότητα από τους εν τω μεταξύ εγκατεστημένους πρόσφυγες.
Ίδρυση του Αγίου Δημητρίου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Εδώ λοιπόν εγκαταστάθηκαν 556 πρόσφυγες από το Ρεΐζντερε (Ρεΐς-Ντερέ ή Ρεΐς-Δερέ, στα τούρκικα: Reïsdere) του Τσεσμέ (Κρήνης) της χερσονήσου της Ερυθραίας της Μικρασίας. Οι πρόσφυγες, που βρέθηκαν σε μια νέα πατρίδα, αγωνίστηκαν σκληρά για την επιβίωσή τους και την έκαναν τελικά δική τους. Δάμασαν την γη, έδωσαν και πήραν πολιτισμό, πρόκοψαν.
Το 1947 με απόφαση του κοινοτικού συμβουλίου, το χωριό μετονομάστηκε Άγιος Δημήτριος προς τιμήν του πολιούχου αγίου της πατρίδας τους.
Σύντομα οι πρόσφυγες έδωσαν νέα όψη στο χωριό. Έχτισαν κομψά σπίτια, καλλιέργησαν τη γη φυτεύοντας αμπέλια, καπνά για ένα διάστημα, βαμβάκι αργότερα, μπαξέδες με κηπευτικά κλπ. Αρκετοί διακρίθηκαν ως οργανοπαίκτες και πολλές κομπανίες του νησιού αποτελούνταν από Αγιοδημητριάτες.
Το σχολείο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Από το 1926 λειτούργησε το σχολείο, το οποίο στεγάστηκε σε νέο διδακτήριο το 1928. Τα πρώτα χρόνια σημαντική βοήθεια τόσο προς το σχολείο, όσο και στην εκκλησία πρόσφερε ο Σύλλογος "Άγιος Δημήτριος" των εκ Ρεΐζντερε μεταναστών στο Σόμερβιλ Βορ. Αμερικής. Το σχολείο ήταν διθέσιο και το 1938 είχε 132 μαθητές.
Μεταξύ άλλων στο χωριό υπηρέτησαν οι δάσκαλοι: Ιούλιος Αγγελίδης, Όλγα Κακιάδου, Γεώργιος Καρβέλας, Αλίκη Ελευθεριώτου, Παναγιώτης Ξανθόπουλος, Πηνελόπη Κάργα, Σωτήριος Φραγκόπουλος, Γεώργιος Αγαλιανός, Ευστράτιος Τσαντήλας, Ιουλία Αδαμίδου, Αικατερίνη Ελιά κ.ά.
Κοινωνία - οικονομία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι κάτοικοι σήμερα ασχολούνται με τη γεωργία, την κτηνοτροφία κ.α. Η αμπελοκαλλιέργεια ήταν βασική ασχολία των Ρεϊσντεριανών στη Μικρά Ασία, την οποία μετέφεραν στην καινούρια τους πατρίδα. Εδώ μάλιστα, εκτός της αρχαίας ποικιλίας σταφυλιών «λημνιό» ή «καλαμπάκι», καλλιέργησαν μια εξαιρετική ποικιλία –«μοσχάτο Αλεξανδρείας» - που οι παλιότεροι λένε ότι κάποιος παπάς έφερε από την Αλεξάνδρεια, από την οποία παράγεται η μεγαλύτερη ποσότητα κρασιού και ρακιού της Λήμνου. Εδώ, το παρασκεύασμα που σε άλλα μέρη της Ελλάδας λέγεται ούζο, τσίπουρο, ή τσικουδιά, οι Ρεϊσντεριανοί και οι απόγονοί τους το ονομάζουν ρακί/ουδέτερου γένους/. Πολλοί δε αμπελοκαλλιεργητές έχουν εντάξει τα τελευταία χρόνια τα αμπέλια τους σε προγράμματα βιολογικής καλλιέργειας. Σχετικά με τις ποικιλίες σταφυλιών και κρασιών της Λήμνου Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Λήμνου.
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός, ότι στις δεκαετίες '60, '70 και '80, όλες οι λαϊκές κομπανίες της Λήμνου αποτελούνταν κατά πλειοψηφία από μουσικούς του Αγίου Δημητρίου. Σχετικά πιο γνωστή έγινε η οικογένεια μουσικών του Σωτηρίου Μαυράκη. Ήταν ξακουστοί - λένε οι παλιότεροι - οι ψαλτάδες του Ρεϊσντερέ στην ευρύτερη περιοχή της Ερυθραίας. Το γονίδιο της μουσικής, αλλά και την αγάπη προς αυτήν, φαίνεται πως μετέφεραν εκτός των άλλων οι πρόσφυγες, τα οποία μετέδωσαν στις επόμενες γενιές.
Σήμερα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Άγιος Δημήτριος είναι ένα ζωντανό χωριό, το οποίο με την ιδιαιτερότητα των κατοίκων του λόγω μικρασιατικής προέλευσης, με τα έθιμα τους, τις συνήθειες, το ρουχισμό, τα φαγητά κλπ, μπόλιασε το λημνιακό λαϊκό πολιτισμό με νέα στοιχεία. Διαθέτει Πολιτιστικό Σύλλογο με πλούσια δράση, ο οποίος μεταξύ άλλων αναβιώνει κάθε χρόνο στις Απόκριες το έθιμο της καμήλας, χορευτικό συγκρότημα νέων με παραδοσιακούς χορούς.
Τελευταία, ξαναχτίστηκε ο ναός του Αγίου Δημητρίου σε απομίμηση της μορφής που είχε στο Ρεΐζντερε με προσφορές των κατοίκων του χωριού και όχι μόνο. Στα εγκαίνια παρέστη ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Τέλος, στο χωριό λειτουργεί από χρόνια ο ποδοσφαιρικός σύλλογος Κεραυνός, ο οποίος διακρίνεται τόσο σε τοπικό όσο και σε νομαρχιακό επίπεδο ενώ έχει αγωνιστεί και στη Δ΄ Εθνική.
Εξέλιξη πληθυσμού
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Εξαρχής ο πληθυσμός του χωριού άρχισε να αυξάνεται με γρήγορους ρυθμούς. Το 1928 απογράφηκαν 556 άτομα, το 1938 υπήρχαν 680 κάτοικοι και το 1951 κατοικούσαν 871 μαζί με τους γειτονικούς μικροοικισμούς: Κουρούνι, Κοντοβράκι και Στρατί. Στη συνέχεια υπήρξε μια κάμψη λόγω της μετανάστευσης, όπως σε όλα τα χωριά του νησιού -το 1971 είχε 578 κατοίκους- αλλά γενικά ο Άγιος Δημήτριος συγκράτησε κι αύξησε τον πληθυσμό του. Το 2001 το χωριό είχε 698 κατοίκους και το δημοτικό διαμέρισμα 733.
Στο χωριό του Αγίου Δημητρίου διαμένουν και ορισμένα μέλη της αριστοκρατικής οικογένειας Βλασοπούλου της Κέρκυρας.
Έτος απογραφής | Κάτοικοι |
---|---|
1928 | 542 |
1940 | 687 |
1951 | 857 |
1961 | 700 |
1971 | 578 |
1981 | 621 |
1991 | 638 |
2001 | 698 |
2011 | 802 |
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Μνήμες Μικρασίας Β' έκδοση (Μαθιουδάκη - Δραγασάκη Μαρία) Ιεράπετρα Κρήτης 2004
- Δημώδη Άσματα Ρεϊς - Ντερέ τραγουδισμένα από την οικογένεια Σωτηρίου Μαυράκη (Θεοφάνη Αντ. Σουλακέλη) ΚΑΛΜΕ, Αθήνα 2002
- Τουρπτσόγλου-Στεφανίδου Βασιλική, «Ταξιδιωτικά και γεωγραφικά κείμενα για τη νήσο Λήμνο (15ος-20ος αιώνας)», Θεσσαλονίκη 1986.
- Λήμνος, Το νησί του Ηφαίστου ISBN 960-540-602-0
- Θ. Μπελίτσου, Η Λήμνος και τα χωριά της, 1994.
- Αγγ. Μιχέλη, Λημνιακή Λαογραφία, 1950.
- Cdrom Επαρχείου Λήμνου: "Λήμνος αγαπημένη".
- "ΛΗΜΝΟΣ: Ιστορική & Πολιτιστική Κληρονομιά", εκδ. Γ. Κωνσταντέλλης, 2010.