ΣΤ΄ Βενετοτουρκικός Πόλεμος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Πόλεμος του Μωριά)
ΣΤ΄ Βενετοτουρκικός Πόλεμος
Χρονολογία1684 - 1699
ΤόποςΠελοπόννησος, Αιγαίο, Δαλματία
ΈκβασηΚατάληψη του Μοριά και της Αθήνας από τους Βενετούς και Συνθήκη του Κάρλοβιτς
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Φραντζέσκο Μοροζίνι
Όττο Βίλχελμ Καίνιξμαρκ
Έλληνες και Χειμαριώτες οπλαρχηγοί

Ο ΣΤ΄ Βενετοτουρκικός Πόλεμος[1] ή Πόλεμος του Μοριά ήταν πόλεμος που διεξήχθη ανάμεσα στους Βενετούς και του Οθωμανούς από το 1684 έως το 1699. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του πολέμου πραγματοποιήθηκαν στη Δαλματία, στο Αιγαίο άλλα κυρίως στην Πελοπόννησο όπου έλαβε χώρα μεγάλη εκστρατεία των Βενετών. Ο πόλεμος κηρύχθηκε σε περίοδο που οι Οθωμανοί ήταν απασχολημένοι σε πόλεμο εναντίον της Αυστρίας των Αψβούργων. Στο τέλος του πολέμου οι Βενετοί επέκτειναν τα εδάφη τους έναντι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προσαρτώντας την Πελοπόννησο. Η διάρκεια της Βενετικής κυριαρχίας στην Πελοπόννησο υπήρξε μικρή καθώς το 1715 οι Οθωμανοί ανέκτησαν τα εδάφη τους.

Ιστορικό υπόβαθρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Βενετοί είχαν αποκτήσει στρατηγικής σημασίας κτήσεις στα ελληνικά παράλια και το Αιγαίο από την εποχή της κατάρρευσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας που προκάλεσε η Τέταρτη Σταυροφορία. Με την άνοδο των Οθωμανών στην περιοχή οι κτήσεις τους άρχισαν να περιορίζονται. Κατά τη διάρκεια του E΄ Βενετοτουρκικού Πολέμου μεταξύ του 1645 και 1669 οι Βενετοί προσπάθησαν να διεισδύσουν στην Πελοπόννησο υποκινώντας τους Μανιάτες σε εξέγερση. Με τη βοήθεια των Μανιατών ο Ναύαρχος Φραντζέσκο Μοροζίνι κατέλαβε την Καλαμάτα, όμως η επιδείνωση της θέσης της Κρήτης ανάγκασε τον ίδιο σε αποχώρηση ώστε να ενισχύσει την άμυνα της Κρήτης. Έτσι η πρώτη εκστρατεία των Βενετών στην Πελοπόννησο απέτυχε, ενώ λίγο αργότερα οι Βενετοί έχασαν και την Κρήτη. Το 1683 ξέσπασε νέος πόλεμος μεταξύ των Οθωμανών και της Αυστρίας. Οι Οθωμανοί ηττήθηκαν κατά την πολιορκία της Βιέννης, και το γεγονός προσέφερε την κατάλληλη ευκαιρία στους Βενετούς να κηρύξουν τον πόλεμο στους αδυνατισμένους Οθωμανούς. Κατά την προετοιμασία του πολέμου οι Βενετοί δέχτηκαν οικονομική βοήθεια από τους ιππότες της Μάλτας, τα Παπικά Κράτη, το Δουκάτο της Σαβοΐας και τους Ιππότες του Αγίου Στεφάνου. Επικεφαλής της εκστρατείας ανέλαβε ο Φραντσέσκο Μοροζίνι που διέθετε εμπειρία στις επιχειρήσεις στον ελλαδικό χώρο

Επιχειρήσεις στο Ιόνιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο βενετικός στόλος έπλευσε το 1684 με αρχηγό τον Μοροζίνι από την Αδριατική προς το Ιόνιο. Οι Ενετοί έστειλαν τους Ζακυνθινούς συνταγματάρχη Παύλο Μακρή και Δοξαρά στη Μάνη, προσκαλώντας τους σε επανάσταση. Ταυτόχρονα αποβίβασε τους αρματολούς Αγγέλη Σουμίλα, Πάνο Μεϊντάνη και Χορμόπουλο στην περιοχή της Βόνιτσας. Πρώτος στόχος ήταν η Λευκάδα την οποία κατέλαβε μετά από σύντομη πολιορκία. Στη συνέχεια οι Βενετοί εισέβαλαν στην ενδοχώρα της Ακαρνανίας και με τη βοήθεια Ελλήνων οπλαρχηγών κατέλαβαν στα τέλη του Σεπτέμβρη του 1684 τη Βόνιτσα και την Πρέβεζα. Οι επιτυχημένες αυτές επιχειρήσεις ενθάρρυναν τους Έλληνες να συνεργαστούν μαζί τους εναντίον των Οθωμανών. Με τους αρματολούς ενώθηκαν και οι Χρήστος και Μόσχος Βαλαωρίτες, Σπαθόγιαννος από το Ξηρομέρι, και άλλοι. Στην Ευρυτανία και Ακαρνανία πυρπόλησαν το Αγρίνιο, Αγγελόκαστρο, Ζαπάντι, και άλλες πόλεις και χωριά.

Την επανάσταση κήρυξαν και οι μητροπολίτες Πολυανής (περιοχή Δοϊράνης και Κιλκίς) με αποστολή αγωνιστών στην Πελοπόννησο, και Κασσάνδρας, στη Μακεδονία, καθώς και ο μητροπολίτης Λήμνου.[2] Λίγο δυτικότερα, στη Χειμάρρα, οι Χειμαριώτες ταυτόχρονα ξεσηκώθηκαν και αυτοί, απαγχόνισαν τους Τούρκους και έστειλαν τα κεφάλια τους στους Ενετούς, οι οποίοι ανταπέστειλαν δώρα και υποσχέσεις βοηθείας.

Η εκστρατεία στον Μοριά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έχοντας εξασφαλίσει τα νώτα του με τις επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια του προηγούμενου χρόνου ο Μοροζίνι, πέρασε στην Πελοπόννησο όπου οι Έλληνες είχαν εξεγερθεί. Ο Ισμαήλ Πασάς με 10.000 στρατό εκστράτευσε κατά της Μάνης εξασφαλίζοντας την υποταγή των Μανιατών. Στα μέσα Ιουνίου του 1685 οι Βενετοί με δύναμη 8.100 ανδρών πολιόρκησαν την Κορώνη την οποία έσπευσαν να υπερασπίσουν ο Χαλίλ πασάς της Ναυπάκτου και ο Μουσταφά πασάς της Πελοποννήσου. Η Κορώνη παραδόθηκε έπειτα από 49 ημέρες την νύχτα της 31 Ιουλίου 1685. Στη συνέχεια ο Μοροζίνι βάδισε προς την Καλαμάτα, ενθαρρύνοντας τους Μανιάτες να εξεγερθούν ξανά. Ενώ ο Οθωμανός ναύαρχος στο Ναύπλιο προετοίμαζε εκστρατεία κατά των Ενετών, ο Γερμανός στρατηγός Άνιμπαλ φον Ντέγκενφελντ με 1500 Μανιάτες και άλλους μισθοφόρους τον έτρεψε σε φυγή. Ο Μοροζίνι νικώντας έναν πολυάριθμο Οθωμανικό στρατό κατέλαβε την Καλαμάτα ενώ μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου βρισκόταν στον έλεγχό του μεγάλο τμήμα της Μεσσηνίας, η Ζαρνάτα (κάστρο κοντά στο σημερινό χωριό Κάμπος της Μεσσηνίας), Κελεφά, και Πασσαβάς στη Μάνη. Από εκεί ο Μοροζίνι αφού διόρισε αρμοστή στην Λακωνία τον Λορέντζο Βενιέρο πήγε στην Κέρκυρα.

Βενετικό μετάλειο του 1688 προς τιμήν των κατακτήσεων του Μοροζίνι στον Μοριά

Στις αρχές του επόμενου χρόνου οι Βενετοί ενισχυόμενοι από την Τοσκάνη και τα Παπικά Κράτη αντιμετώπισαν επιτυχώς μία τουρκική επίθεση που απειλούσε να ανακαταλάβει τη Μάνη. Μετά τις νέες ενισχύσεις επικεφαλής των χερσαίων επιχειρήσεων ανέλαβε ο Σουηδός κόμης Ότο Βίλχελμ φον Κένιξμαρκ και των θαλάσσιων ο Φραντσέσκο Μοροζίνι. Στις 3 Ιουνίου 1686 ο Κένιξμαρκ κατέλαβε την Πύλο και το Ναυαρίνο. Ο τουρκικός πληθυσμός των περιοχών κατέφυγε στην Τρίπολη. Στις 7 Ιουλίου κατελήφθη και η Μεθώνη. Οι Βενετοί στη συνέχεια προχώρησαν προς το Άργος και το Ναύπλιο. Ο Βενετικός στρατός αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο στο διάστημα μεταξύ της 30ης Ιουλίου και της 4ης Αυγούστου 1686. Μετά από σκληρές μάχες με τα στρατεύματα του Ισμαήλ Πασά κατέλαβαν την πόλη στις 3 Σεπτεμβρίου. Ο Ισμαήλ πασάς μετά την ήττα του αναχώρησε για την Αχαΐα αφού πρώτα ενίσχυσε την φρουρά της Κορίνθου που έλεγχε το πέρασμα προς τη Δυτική Ελλάδα.

Στις αρχές του 1687 ο Μοροζίνι δέχτηκε νέες στρατιωτικές ενισχύσεις με την άφιξη γερμανικών σωμάτων από το Ανόβερο. Η δύναμή του πλέον του επέτρεπε να στραφεί εναντίον του μεγαλύτερου οχυρού της Πελοποννήσου, της πόλης της Πάτρας και του κάστρου στο Ρίο. Οι Οθωμανοί επιτέθηκαν αμέσως στους Βενετούς κατά την αποβίβασή τους στην περιοχή της Αχαΐας, όμως ηττήθηκαν. Ο πανικός που ξέσπασε τότε στις τάξεις των τουρκικών δυνάμεων επέτρεψε στους Βενετούς να προχωρήσουν στην κατάληψη της Πάτρας έπειτα από πολιορκία[3] και του Ρίου. Η κατάληψη της Πελοποννήσου ολοκληρώθηκε το 1687 με την κατάληψη των κάστρων της Κορίνθου και του Μυστρά. Μόνο η Μονεμβασιά παρέμεινε στα χέρια των Οθωμανών μέχρι το 1690.

Βασίλειο του Μορέως[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μοροζίνι εγκατέστησε στην Πελοπόννησο το Βασίλειο του Μορέως το οποίο οι Βενετοί διατήρησαν μέχρι το 1715. Οι Βενετοί προσπάθησαν με μεγάλη επιτυχία να αναπτύξουν τη Πελοπόννησο, να αναζωογονήσουν τη γεωργία και την οικονομία της. Εγκαθίδρυσαν τέσσερις διοικήσεις με αντίστοιχο στρατιωτικό και πολιτικό διοικητή (Προνοητής - Provveditore), δικαστικό (Ρέκτορας - Rettore) και έναν οικονομικό επίτροπο (Camerlingo), κάτω από τη γενική εποπτεία ενός Γενικού Προβλεπτή. Οι συστηματικές προσπάθειες των Βενετών είχαν σαν αποτέλεσμα την οικονομική ανάπτυξη της Πελοποννήσου.

Η εκστρατεία εναντίον της Αθήνας και της Χαλκίδας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Βενετική πολιορκία της Ακρόπολης

Μετά τη νίκη του και την κατάληψη της Πελοποννήσου ο Μοροζίνι αποφάσισε να εκστρατεύσει στην κεντρική Ελλάδα. Έτσι ο στρατηγός Κένιξμαρκ κινήθηκε με 10.700 στρατιώτες και στρατοπέδευσε στην Ελευσίνα ενώ ο Μοροζίνι αποβιβάστηκε στον Πειραιά όπου κατέπλευσε ο στόλος του. Οι Βενετοί στη συνέχεια πολιόρκησαν την Ακρόπολη για διάστημα έξι ημερών (23-29 Σεπτεμβρίου 1687) στο οποίο προκάλεσαν ανεπανόρθωτες καταστροφές στα αρχαία μνημεία. Οι Οθωμανοί αρχικά κατέστρεψαν τον ναό της Αθηνάς Νίκης για να στήσουν κανόνια στη θέση του, όμως η μεγαλύτερη καταστροφή προκλήθηκε όταν μία βενετική οβίδα χτύπησε την πυριτιδαποθήκη των Οθωμανών που βρισκόταν μέσα στον Παρθενώνα προκαλώντας μεγάλη καταστροφή στον ναό, που ως τότε έστεκε σχεδόν ανέπαφος. Η καταστροφή αυτή συνέβη στις 27 Σεπτεμβρίου. Δύο ημέρες μετά η φρουρά της Ακρόπολης παραδόθηκε. Πλησιάζοντας ο χειμώνας ο Μοροζίνι δεν αισθανόταν ασφαλής στην Αθήνα και έτσι αποσύρθηκε στην Πελοπόννησο. Τον Ιούλιο του 1688 με σημαντικό στρατό και στόλο που υπερέβαινε συνολικά τους 20.000 άντρες πραγματοποίησε εκστρατεία εναντίον της Χαλκίδας. Την πόλη την υπερασπιζόταν μία τουρκική φρουρά 6.000 αντρών. Ο Βενετικός στόλος δεν κατάφερε να ανακόψει τον ανεφοδιασμό της πόλης από τον Εύριπο και ύστερα από τρίμηνη μάχη που στοίχισε στους Βενετούς σημαντικές απώλειες έλυσε την πολιορκία και αποσύρθηκε.

Ο αρματολός Κούρμας και ο επίσκοπος Φιλόθεος εξεστράτευσε κατά της Φθιώτιδας και κατατρόπωσε τους Τούρκους στην Υπάτη, πολιόρκησε τη Λαμία, όπου είχαν συσσωρεύσει οι Τούρκοι από όλες τις περιοχές. Έδιωξαν τους Τούρκους, κυρίευσαν την Αταλάντη και πυρπόλησαν τη Θήβα. Ο Κούρμας πληγώθηκε σε μια συμπλοκή με τους Τούρκους.

Μάχες στη Δαλματία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ταυτόχρονα με την εκστρατεία στην Πελοπόννησο οι Βενετοί διεξήγαγαν επιχειρήσεις και στη Δαλματία. Το 1685 έσπευσαν σε βοήθεια της Δημοκρατίας της Πόλιτσας που βρισκόταν σε εξέγερση εναντίον των Οθωμανών. Τον Ιούνιο του 1685 οι Οθωμανοί επιχείρησαν επιθέσεις στο Ζάντβαρτσε και στο Ντόλατς αποτυγχάνοντας. Με τη βοήθεια του τοπικού πληθυσμού το κάστρο του Σιντς έπεσε στους Βενετούς. Την 1η Σεπτεμβρίου 1687 η πολιορκία του Χέρτσεγκ Νόβι κατέληξε σε νίκη για τους Βενετούς. Το 1690 οι Βενετοί κατέλαβαν το Βργκόρατς ανοίγοντας δρόμο για το Ιμότσκι και το Μόσταρ. Το 1694 κατάφεραν να επιβληθούν σε μία σημαντική έκταση βόρεια της Δημοκρατίας της Ραγκούζας.

Οθωμανική ανασυγκρότηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ήττες των Οθωμανών τόσο στα μέτωπα του βορρά όσο και στα μέτωπα του νότου είχαν ως συνέπεια την αλλαγή ηγεσίας της Αυτοκρατορίας. Τον Σουλτάνο Μεχμέτ Δ΄ τον διαδέχτηκε ο αδελφός του Σουλεϊμάν Β΄. Αν και οι Οθωμανοί προσπάθησαν αρχικά να στραφούν προς μία λύση ειρήνευσης όμως ο Πόλεμος της Ένωσης του Άουγκσμπουργκ (1688-1697) που ξέσπασε στην Ευρώπη την ενθάρρυνε να συνεχίσει τον πόλεμο. Κάτω από την ηγεσία του βεζίρη Κιοπρουλού Φαζίλ Αχμέτ πασά οι Οθωμανοί πέρασαν στην αντεπίθεση συγκρατώντας τη βενετική και αυστριακή επέλαση.

Η δράση του Λιμπεράκη Γερακάρη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1688 οι Οθωμανοί στράφηκαν για βοήθεια στον Μανιάτη Λιμπεράκη Γερακάρη, ο οποίος βρισκόταν στη φυλακή της Κωνσταντινούπολης. Ο Γερακάρης έπαιξε σημαντικό ρόλο στις μετέπειτα βενετοτουρκικές συγκρούσεις. Αρχικά προσπάθησε να στρέψει Έλληνες και Αλβανούς που πολεμούσαν στο πλευρό των Βενετών, να ταχτούν υπέρ των Οθωμανών, χωρίς να τα καταφέρει. Το 1689 ανέλαβε την πρώτη του επιχείρηση πολιορκώντας το Μεσολόγγι με δύναμη 2.000 αντρών Τούρκων, Αλβανών και Ελλήνων. Τον επόμενο χρόνο μία Οθωμανική δύναμη ανακατέλαβε τη Ναύπακτο εξασφαλίζοντας τον έλεγχο της κεντρικής Ελλάδας. Το 1692 ο Γερακάρης ηγήθηκε σε μία οθωμανική επίθεση στην Πελοπόννησο. Κατάφερε να καταλάβει την Κόρινθο άλλα απέτυχε να καταλάβει την Ακροκόρινθο και το Άργος. Μετά από δύο ακόμα επιθέσεις στην Πελοπόννησο, το 1694 και 1695 μεταστράφηκε και τάχτηκε με το μέρος των Βενετών. Σύντομα ήρθε σε σύγκρουση μαζί τους, συνελήφθη και φυλακίστηκε στην Μπρέσια όπου και πέθανε.

Επιχειρήσεις στην Ήπειρο και στην Κρήτη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λίγο μετά το ξέσπασμα του πολέμου εξεγέρθηκε η Χιμάρα της Ηπείρου, καθώς και περιοχές της Βόρειας Αλβανίας και του Μαυροβουνίου. Οι Βενετοί εκμεταλλεύτηκαν την εξέγερση και εκστρατεύοντας στην περιοχή κατέλαβαν την Αυλώνα (Βαλόνα). Το 1691 οι Οθωμανοί κατάφεραν να ανακτήσουν και να ελέγξουν την περιοχή. Το 1692 οι Βενετοί πολιόρκησαν το Ηράκλειο ενώ παράλληλα εξεγέρθηκε ο χριστιανικός πληθυσμός του νησιού. Η πολιορκία απέτυχε και το μόνο που κατάφεραν οι Βενετοί ήταν να καταλάβουν τη Γραμβούσα.

Το τέλος του πολέμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης του βενετικού «Βασιλείου του Μορέως» (Regno di Morea)

Το 1694 ο Μοροζίνι πέθανε και τον διαδέχτηκε ο Ζενό. Αυτός σχεδίασε μία επιχείρηση εναντίον της Χίου που απέτυχε. Αποτυχημένη ήταν και μία επιχείρηση των Οθωμανών για να ανακαταλάβουν την Πελοπόννησο. Ο πόλεμος έληξε τελικά το 1699 με τη Συνθήκη του Κάρλοβιτς, η οποία τερμάτισε και τον Τουρκοαυστριακό πόλεμο. Η Βενετία κέρδισε την Κεφαλονιά, τη Λευκάδα, την Πελοπόννησο, και περιοχές της Δαλματίας. Η κατοχή της Πελοποννήσου όμως υπήρξε σύντομη, αφού το 1715, κατά τον έβδομο Βενετοτουρκικό πόλεμο, οι Οθωμανοί ανέκτησαν την περιοχή.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ββλιοφιλία τεύχος 133, Ιουλ-Αυγ-Σεπτ 2011, εκδ. Κώστας Χ. Σπανός, σελ. 5
  2. «Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον, Η Ορθόδοξη Εκκλησία κατά τους αγώνας του έθνους, Αθ. Ε. Καραθανάση, Καθηγητού του Α.Π.Θ.». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2012. 
  3. Στέφανος Θωμόπουλος, Ιστορία της πόλεως Πατρών, Τόμος Β΄, Αχαϊκές εκδόσεις, ISBN 960-7960-10-6