Νεανικές αυτοκτονίες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Νεανικές αυτοκτονίες είναι το φαινόμενο κατά το οποίο νεαρά άτομα, δηλαδή άτομα κάτω από την ηλικία ενηλικίωσης, τερματίζουν σκοπίμως τη ζωή τους. Τα ποσοστά σε αυτοκτονίες και σε απόπειρες αυτοκτονιών των νέων στις δυτικές κοινωνίες και σε άλλες χώρες είναι υψηλά. Οι απόπειρες αυτοκτονίας των νέων είναι πιο συχνές στα κορίτσια, αλλά οι έφηβοι άνδρες είναι αυτοί που συνήθως αυτοκτονούν.[1] Τα ποσοστά αυτοκτονιών στους νέους σχεδόν τριπλασιάστηκαν μεταξύ των δεκαετιών του 1960 και του 1980.[2] Για παράδειγμα, στην Αυστραλία η αυτοκτονία είχε τη δεύτερη θέση μετά τα τροχαία ατυχήματα ως αιτία θανάτου σε ηλικίες 15-25 ετών.[3]

Στις ΗΠΑ, σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας, το ποσοστό αυτοκτονιών είναι η δεύτερη κύρια αιτία θανάτου εφήβων μεταξύ 10-14 ετών και η τρίτη κύρια αιτία θανάτου για άτομα μεταξύ 15-19 ετών.[4] Το 2021, η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής, η Αμερικανική Ακαδημία Ψυχιατρικής για παιδιά και εφήβους και η Ένωση Νοσοκομείων Παίδων εξέδωσαν κοινή δήλωση ανακοινώνοντας κρίση ψυχικής υγείας στους νέους της χώρας.[5] Οι επισκέψεις στα επείγοντα για θέματα ψυχικής υγείας έχουν αυξηθεί δραματικά, ειδικά μετά την πανδημία COVID-19.[6]

Μεταδοτικότητα της αυτοκτονίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη από την Επιτροπή για τα Παιδιά και τους Νέους και το Child Guardian το 2007, το 39% των εφηβικών αυτοκτονιών αποτελείται από νέους που έχασαν κάποιον με επιρροή ή σημασία για αυτούς. Η Επιτροπή ονομάζει το φαινόμενο μεταδοτικότητα της αυτοκτονίας και προειδοποιεί σχετικά με τη σημασία της προστασίας των νέων και των κοινοτήτων.

Έφηβοι σε κίνδυνο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι έφηβοι που κινδυνεύουν να αυτοκτονήσουν είναι η αδυναμία να λάβουν ψυχιατρική παρακολούθηση όταν χρειάζεται.[7] Μια έρευνα στις αρχές του 2020 δείχνει ότι σε σύγκριση με τους μεγαλύτερους εφήβους, οι νεότεροι έφηβοι συμφωνούν στο ότι ο αυξημένος διαδικτυακός εκφοβισμός και η απόγνωση είναι πολύ σημαντικοί παράγοντες που οδηγούν σε εφηβικές αυτοκτονίες.[8] Μια μελέτη αναφέρει: «Στους εφήβους, η κατάθλιψη θεωρείται βασική –αν όχι η βασικότερη– αιτία εφηβικών αυτοκτονιών».[9] Παράγοντες και κίνδυνοι που συμβάλλουν στην αυτοκτονία των νέων είναι η ακαδημαϊκή πίεση, η κατανάλωση αλκοόλ, η απώλεια μιας σημαντικής σχέσης, η συχνή αλλαγή κατοικίας και τα ερνητικά οικογενειακά πρότυπα.[10] Ο εκφοβισμός είναι από τις βασικές αιτίες εφηβικών αυτοκτονιών, μαζί με την κακοποίηση. Οι γκέι έφηβοι ή όσοι δεν είναι σίγουροι για τη σεξουαλική τους ταυτότητα είναι πιο πιθανό να αυτοκτονήσουν, ιδιαίτερα εάν έχουν υποστεί εκφοβισμό ή παρενόχληση. Διάφορες εκστρατείες έχουν ξεκινήσει με την ελπίδα να δώσουν στους εφήβους ελπίδα και να καταργήσουν το αίσθημα της απομόνωσης.

Έχει αποδειχθεί ότι η έλλειψη ελέγχου των παρορμήσεων διαφοροποιεί τους εφήβους που αποπειρώνται να αυτοκτονήσουν από μια ομάδα ελέγχου εφήβων με κάποια οξεία ασθένεια (Slap, Vorters, Chaudhuri, & Centor, 1988). Ωστόσο, η παρορμητικότητα δεν χαρακτηρίζει όλους όσους αποπειρώνται να αυτοκτονήσουν (Patsiokas, Clum, & Luscomb, 1979). Αντίθετα, η παρορμητικότητα μπορεί να είναι σημαντική για τον εντοπισμό ομάδων υψηλού κινδύνου.

Σεξουαλικές μειονότητες και αυτοκτονία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι νέοι που εμπίπτουν στην κατηγορία των σεξουαλικών μειονοτήτων διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο κατάθλιψης και αυτοτραυματισμών. Μεταξύ των νέων που ανήκουν σε σεξουαλικές μειονότητες, κατά μέσο όρο, το 28% εξηγεί ότι έχει εμπειρία σε αυτοκτονικές ενέργειες ή/και σκέψεις.[11] Οι λεσβίες και οι γκέι άντρες είναι οι ομάδες με τις περισσότερες πιθανότητες να αντιμετωπίσουν αρνητικές εμπειρίες, γεγονός που οδηγεί σε υψηλότερη πιθανότητα ανάπτυξης αυτοκτονικών σκέψεων σύμφωνα με τους επαγγελματίες ψυχικής φροντίδας.[11] Παρόμοια υψηλές τάσεις προς την αυτοκτονία παρατηρούνται και στην περίπτωση της αμφιφυλοφιλίας.[11] Οι νέοι που αποτελούν σεξουαλικές μειονότητες αναφέρουν επίσης υψηλότερη συχνότητα κατάχρησης ουσιών σε σύγκριση με τους ετεροφυλόφιλους νέους.[11]

Προηγούμενη έκθεση, απόπειρες και ηλικίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η έκθεση στην αυτοκτονία, τυχόν προηγούμενες απόπειρες αυτοκτονίας και η ηλικία είναι μερικοί από τους παράγοντες που επηρεάζουν περισσότερο τα νεαρά άτομα και την πιθανότητα αυτοκτονίας τους. Η έκθεση των εφήβων στην αυτοκτονία συμμαθητών τους έχει κάνει τους ερευνητές να θεωρήσουν την αυτοκτονία μεταδοτική. Σημειώνουν πώς η έκθεση ενός παιδιού στην αυτοκτονία μπορεί να οφηγήσει σε ιδεασμό και σε απόπειρες αυτοκτονίας.[12] Προηγούμενη έκθεση μέσω απόπειρας των γονέων επίσης οδήγησε σε 3,5% αύξηση στην πιθανότητα ενός νέου να κάνει αυτοκτονικές σκέψεις, με 2,6% αυξημένες πιθανότητες να φτάσει σε απόπειρα αυτοκτονίας.[13] Η ενδοοικογενειακή βία της μπορεί να είναι μια από τις κύριες αιτίες μετάδοσης των τάσεων αυτοκτονίας μέσα σε μια οικογένεια.[14]

Οι προηγούμενες απόπειρες αυτοκτονίας παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στην εκ νέου απόπειρα ενός εφήβου. Κατά μέσο όρο, έχει καταγραφεί ότι η περίοδος επανάληψης για τις απόπειρες αυτοκτονίας είναι 3,88 χρόνια.[15] Τα στοιχεία δείχνουν ότι εκείνοι που κινδυνεύουν περισσότερο να αυτοκτονήσουν είναι εκείνοι που έχουν κάνει ήδη απόπειρα αυτοκτονίας, με την έρευνα να δείχνει ότι μπορεί να έχουν από 40 έως και 100 φορές περισσότερες πιθανότητες να αυτοκτονήσουν σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό.[16]

Η ηλικία και η εμπειρία επηρεάζουν επίσης το θέμα της αυτοκτονίας. Έχει διαπιστωθεί ότι οι ενήλικες, πιο έμπειροι άνθρωποι χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να προγραμματίσουν και να επιλέξουν τον τρόπο αυτοκτονίας τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αυτοκτονούν τελικά σε υψηλότερα ποσοσά από ό,τι νεότερα άτομα.[17]

Νεανικό πένθος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρωταρχικοί στόχοι της πρόληψης των αυτοκτονιών είναι η παροχή βοήθειας στους επιζώντες από μια αυτοκτονία μέσω της διαδικασίας πένθους, μαζί με τον εντοπισμό όσων επιζώντων που ενδέχεται να διατρέχουν κίνδυνο από αρνητικά αποτελέσματα όπως καταθλιπτικές και αγχώδεις διαταραχές και αυτοκτονική συμπεριφορά. Καθώς το 42% των εφηβικών αυτοκτονιών σχετίζεται με τον πένθος από μια άλλη αυτοκτονία – πρέπει να γίνει περαιτέρω έρευνα για την υποστήριξη αυτής της ομάδας ανθρώπων.

Επιδημιολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δύο πιθανοί καθοριστικοί παράγοντες για τις απόπειρες αυτοκτονίας είναι η σεξουαλική κακοποίηση και η σωματική βία που υφίστανται τα άτομα από ενήλικες.[18] Σε άτομα ηλικίας 18–25 ετών, ο λόγος απόδοσης μεταξύ σεξουαλικής κακοποίησης και σωματικής βίας από ενήλικες είναι 4,27 και 3,85[18] αντίστοιχα. Με άλλα λόγια, όσοι αυτοκτόνησαν έχουν 327% περισσότερες πιθανότητες να έχουν υποστεί σεξουαλική επίθεση στη διάρκεια της ζωής τους. Ομοίως, ένα θύμα αυτοκτονίας έχει 285% περισσότερες πιθανότητες να έχει υποστεί σωματική βία ως ενήλικας. Με βάση μια έρευνα που διεξήχθη σε Αμερικανούς μαθητές λυκείου, το 16% ανέφερε ότι έχει σκεφτεί να αυτοκτονήσει και το 8% ανέφερε ότι έκανε απόπειρα αυτοκτονίας κάποια στιγμή μέσα στους 12 μήνες πριν από τη συμμετοχή στην έρευνα.[19] Μεταξύ 1980-1994, τα ποσοστά αυτοκτονιών νεαρών μαύρων ανδρών διπλασιάστηκαν. Οι ιθαγενείς πληθυσμοί της Αμερικής και της Αλάσκας αυτοκτονούν σε υψηλότερο ποσοστό από οποιαδήποτε άλλη εθνοτική ομάδα στις Ηνωμένες Πολιτείες.[20] Στην Ινδία, το ένα τρίτο των αυτοκτονιών είναι νέοι 15–29 ετών. Το 2002 καταγράφηκαν 154.000 αυτοκτονίες στην Ινδία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, περίπου το 60 τοις εκατό των αυτοκτονιών γίνονται με όπλο. Ορισμένοι έφηβοι που ανήκουν σε ιθαγενείς πληθυσμούς της Αυστραλίας και έφηβοι που είναι γκέι ή λεσβίες διατρέχουν υψηλό κίνδυνο, ανάλογα με το περιβάλλον τους και την αυτοεκτίμησή τους. Έχουν ξεκινήσει αρκετές εκστρατείες για να τους δώσουν ελπίδα και να τους βοηθήσουν να αισθάνονται λιγότερο απομονωμένοι.

Παρέμβαση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια οργώνωση στην Αυστραλία ανακάλυψε ότι οι νέοι που αισθάνονται ότι λαμβάνουν υποστήριξη και κατανόηση είναι λιγότερο πιθανό να αυτοκτονήσουν. Σύμφωνα με μελέτες, η διασύνδεση και η αίσθηση υποστήριξης και σεβασμού, είναι προστατευτικοί παράγοντες για τους νέους που κινδυνεύουν να αυτοκτονήσουν.

Πρόληψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι τηλεφωνικές γραμμές αντιμετώπισης κρίσεων παρέχουν άμεση τηλεφωνική υποστήριξη έκτακτης ανάγκης.

Κάποιος μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη των εφηβικών αυτοκτονιών αποθαρρύνοντας την απομόνωση, αντιμετωπίζοντας τη νεανική κατάθλιψη που σχετίζεται με την αυτοκτονία και προσέχοντας τι κάνει ή τι νιώθει ο έφηβος. [21]

Τα σχολεία μπορούν να παράσχουν περισσότερη εκπαίδευση και υποστήριξη για την πρόληψη των αυτοκτονιών. Δεδομένου ότι οι μαθητές περνούν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους στο σχολείο, το σχολείο μπορεί να γίνει είτε καταφύγιο είτε πηγή αυτοκτονικών ερεθισμάτων και οι συνομήλικοι μπορούν να επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό την ψυχική κατάσταση ο ένας του άλλου. Το σχολικό περιβάλλον είναι ιδανικό για την ενημέρωση των μαθητών σχετικά με την αυτοκτονία και για την παροχή άμεσης υποστήριξης.

Πίνακας ποσοστών εφηβικών αυτοκτονιών (ανά 100.000)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χώρα Έτος δεδομένων Ποσοστό αγοριών Ποσοστό κοριτσιών Σύνολο
Σρι Λάνκα 1986 43,9 49,3 46,5
Λιθουανία 2002 38,4 8,8 23,9
Ρωσία 2002 38,5 8,3 23,6
Καζακστάν 2002 31,2 10,5 21,0
Λουξεμβούργο 2002 23,5 8,2 16,0
Νέα Ζηλανδία 2000 22,3 8,2 15,3
Ελ Σαλβαδόρ 1993 13,2 15,8 14,5
Λευκορωσία 2001 23,6 3,9 14,0
Εσθονία 2002 24,1 1,9 13,2
Τουρκμενιστάν 1998 16,6 8,8 12,8
Ουκρανία 2000 19,6 4,9 12,4
Ιρλανδία 2000 19,8 4,3 12,3
Μαυρίκιος 2000 10,1 12,5 11,3
Νορβηγία 2001 15,3 6,2 10,9
Καναδάς 2000 16,3 5,2 10,8
Λετονία 2002 16,9 4,4 10,8
Κιργιζία 2002 15,2 4,8 10,0
Αυστρία 2002 15,1 3,8 9,6
Τρινιντάντ και Tομπάγκο 1994 8,9 10,5 9,6
Φινλανδία 2002 15,0 3,8 9,5
Ουζμπεκιστάν 2000 12,5 6,4 9,5
Βέλγιο 1997 14,5 3,9 9,3
Κούβα 1996 6,1 12,5 9,2
Ισημερινός 1991 6,9 11,4 9,1
Αυστραλία 2001 13,8 3,8 8,9
Σιγκαπούρη 2001 9,2 7,8 8,5
Πολωνία 2001 14,1 2,4 8,4
Ελβετία 2000 12,6 4,0 8,4
Κροατία 2002 14,0 2,1 8,2
ΗΠΑ 2000 13,0 2,7 8,0
Σλοβενία 1987 12,0 3,1 7,6
Ουγγαρία 2002 11,2 3,8 7,5
Ιαπωνία 2000 8,8 3,8 6,4
Ουρουγουάη 1990 8,3 3,9 6,2
Βουλγαρία 2002 9,2 2,3 5,8
Τσεχία 2001 9,5 1,8 5,7
Αργεντινή 1996 7,1 4,0 5,6
Κόστα Ρίκα 1995 7,1 4,0 5,6
Γερμανία 2001 8,7 2,4 5,6
Ταϊλάνδη 1994 6,1 5,1 5,6
Κολομβία 1994 6,7 4,2 5,5
Βενεζουέλα 1994 7,1 3,8 5,5
Νότια Κορέα 2001 5,9 4,9 5,4
Χονγκ Κονγκ 1999 5,1 5,3 5,2
Γαλλία 1999 7,5 2,5 5,0
Δανία 1999 9,0 0,7 4,9
Ισραήλ 1999 8,7 0,0 4,9
Ρουμανία 2002 7,0 2,2 4,7
Ολλανδία 2000 7,4 1,8 4,6
Σουηδία 2001 5,7 2,8 4,3
Βραζιλία 1995 5,7 2,6 4,2
Πουέρτο Ρίκο 1992 8,3 0,0 4,2
Ηνωμένο Βασίλειο 1999 6,5 1,8 4,2
Μολδαβία 2002 7,1 1,1 4,1
Κίνα 1999 3,2 4,8 4,0
Σλοβακία 2002 5,8 1,9 3,9
Χιλή 1994 6,2 1,3 3,8
Μεξικό 1995 5,1 2,3 3,7
Ισπανία 2000 5,3 1,4 3,4
Παναμάς 1987 4,6 1,6 3,1
Αλβανία 2001 2,8 3,3 3,0
Δομινικανή Δημοκρατία 1985 2,7 3,2 2,9
Ιταλία 2000 3,6 1,7 2,7
Βόρεια Μακεδονία 2000 1,2 3,7 2,4
Τατζικιστάν 1999 3,3 0,9 2,1
Πορτογαλία 2000 2,6 0,9 1,8
Ελλάδα 1999 2,7 0,6 1,7
Περού 1983 1,3 0,7 1,0

Τα στοιχεία προέρχονται από το World Psychiatry, το επίσημο περιοδικό της Παγκόσμιας Ψυχιατρικής Εταιρείας.[22] Οι αριθμοί είναι ανά 100.000.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Youth Suicide Risk and Preventive Interventions: A Review of the Past 10 Years». Research Update Review. 
  2. Kastenbaum, Robert J. (2012). Death, Society, and Human Experience. Boston: Pearson. σελίδες 198. ISBN 978-0-205-00108-8. 
  3. Commission for Children and Young People and Child Guardian
  4. «Suicide». National Institute of Mental Health (NIMH) (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 27 Μαρτίου 2023. 
  5. «AAP-AACAP-CHA Declaration of a National Emergency in Child and Adolescent Mental Health». www.aap.org (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 27 Μαρτίου 2023. 
  6. Radhakrishnan, Lakshmi (2022). «Pediatric Emergency Department Visits Associated with Mental Health Conditions Before and During the COVID-19 Pandemic — United States, January 2019–January 2022» (στα αγγλικά). MMWR. Morbidity and Mortality Weekly Report 71. doi:10.15585/mmwr.mm7108e2. ISSN 0149-2195. https://www.cdc.gov/mmwr/volumes/71/wr/mm7108e2.htm. 
  7. [1][νεκρός σύνδεσμος]The Globe and Mail, 2011-09-28. Retrieved 2011-10-13.
  8. Rengasamy, Manivel; Sylvester, Christie; Shulman, Joshua; Pizon, Anthony (2020). «Contemporary Characteristics and Lethality Correlates of Serious Suicide Attempts in Children and Adolescents». Suicide and Life-Threatening Behavior 50 (3): 714–723. doi:10.1111/sltb.12615. PMID 32003058. https://doi.org/10.1111/j.1469-7610.2006.01615.x. Ανακτήθηκε στις 2020-10-27. 
  9. [2]"Teen Suicide Causes and Issues," Retrieved 2012-04-26.
  10. Kastenbaum, Robert J. (2012). Death, Society, and Human Experience. Boston: Pearson. σελίδες 199–200. ISBN 978-0-205-00108-8. 
  11. 11,0 11,1 11,2 11,3 Marshal, Michael P.; Dietz, Laura J.; Friedman, Mark S.; Stall, Ron; Smith, Helen A.; McGinley, James; Thoma, Brian C.; Murray, Pamela J. και άλλοι. (August 2011). «Suicidality and Depression Disparities Between Sexual Minority and Heterosexual Youth: A Meta-Analytic Review» (στα αγγλικά). Journal of Adolescent Health 49 (2): 115–123. doi:10.1016/j.jadohealth.2011.02.005. PMID 21783042. 
  12. Swanson, Sonja; Colman, Ian (2013). «Association between exposure to suicide and suicidality outcomes in youth». Canadian Medical Association Journal 185 (10): 870–877. doi:10.1503/cmaj.121377. PMID 23695600. 
  13. Niederkrotenthaler, Thomas (2012). «Exposure to Parental Mortality and Markers of Morbidity, and the Risks of Attempted and Completed Suicide in Offspring: an Analysis of Sensitive Life Periods». Journal of Epidemiology and Community Health 66 (3): 233–239. doi:10.1136/jech.2010.109595. PMID 20924054. 
  14. Hawton, K., Saunders, K. E., & O'Connor, R. C. (2012). Self-harm and suicide in adolescents. The Lancet, 379(9834), 2373–2382.
  15. Christiansen, Erik; Jensen, Borge (2007). «Risk Of Repetition Of Suicide Attempt, Suicide Or All Deaths After An Episode Of Attempted Suicide: A Register-Based Survival Analysis». Australian & New Zealand Journal of Psychiatry 41 (3): 257–265. doi:10.1080/00048670601172749. PMID 17464707. 
  16. Upadhyaya, Ajaya (1999). «Attempted Suicide in Older Depressed Patients: Effect of Cognitive Functioning». The American Journal of Geriatric Psychiatry 7 (4): 317–20. PMID 10521164. https://archive.org/details/sim_american-journal-of-geriatric-psychiatry_fall-1999_7_4/page/317. 
  17. Gysin-Maillart, Anja (2016). «A Novel Brief Therapy for Patients Who Attempt Suicide: A 24-Months Follow-Up Randomized Controlled Study of the Attempted Suicide Short Intervention Program (ASSIP).». PLOS Medicine 13 (3): e1001968. doi:10.1371/journal.pmed.1001968. PMID 26930055. 
  18. 18,0 18,1 Fraser, Sarah; Geofroy, Dominique; Chachamovich, Eduardo (3 April 2015). «Changing Rates of Suicide Ideation and Attempts Among Inuit Youth: A Gender-Based Analysis of Risk and Protective Factors». Suicide and Life-Threatening Behavior 45 (2): 141–156. doi:10.1111/sltb.12122. PMID 25255825. 
  19. «Suicide Among Youth | Gateway to Health Communication | CDC». www.cdc.gov. Ανακτήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 2016. 
  20. Woodward, John (2005). Teen Suicide. Greenhaven: Szumski. σελ. 10. ISBN 978-0-7377-2428-8. 
  21. «Teen suicide: What parents need to know – Mayo Clinic». www.mayoclinic.org. Ανακτήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 2016. 
  22. WASSERMAN, DANUTA; CHENG, QI; JIANG, GUO-XIN (June 2005). «Global suicide rates among young people aged 15–19». World Psychiatry 4 (2): 114–120. ISSN 1723-8617. PMID 16633527.