Μονή Κάτω Παναγιάς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 39°8′41″N 20°59′23″E / 39.14472°N 20.98972°E / 39.14472; 20.98972

Μονή Κάτω Παναγιάς
Χάρτης
Είδοςμοναστήρι
Αρχιτεκτονικήβυζαντινή αρχιτεκτονική
Γεωγραφικές συντεταγμένες39°8′41″N 20°59′23″E
ΘρήσκευμαΕλληνική Ορθόδοξη Εκκλησία
Θρησκευτική υπαγωγήΙερά Μητρόπολις Άρτης
Διοικητική υπαγωγήΔήμος Αρταίων
ΤοποθεσίαΛόφος Περάνθη
ΧώραΕλλάδα
Έναρξη κατασκευής1250
Υλικάπέτρα και τούβλο
Προστασίααρχαιολογικός χώρος στην Ελλάδα και διατηρητέο κτήριο στην Ελλάδα[1]

Η Ιερά Μονή Γεννήσεως Θεοτόκου ή Κάτω Παναγίας (γνωστότερη ως Κάτω Παναγιάς)[2] ή της οδού της Βρύσεως όπως παλιότερα αναφέρεται στις πηγές, είναι χτισμένη στους πρόποδες του λόφου Περάνθη, 20 λεπτά περίπου δυτικά από την Άρτα, σε ειδυλλιακή τοποθεσία δίπλα στον ποταμό Άραχθο.[3]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιδρύθηκε το 1250 από τον δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄ Δούκα και τη σύζυγό του, μετέπειτα Αγία, Θεοδώρα (εορτή 11 Μαρτίου). Η ίδρυσή της συμπίπτει με την περίοδο που ήκμαζε το Δεσποτάτο της Ηπείρου.

Το όνομα Κάτω Παναγιά, δόθηκε στη μονή για να διακρίνεται σε σχέση με την Παρηγορήτισσα, η οποία είναι κτισμένη σε ψηλότερο επίπεδο απ΄αυτό της μονής. Είναι ένα από τα τρία μοναστήρια που ο Μιχαήλ έχτισε ως ένδειξη της ειλικρινούς μετανοίας του (όπως μας πληροφορεί ο βιογράφος της Αγίας Θεοδώρας Ιώβ μοναχός (ιζ΄ αιων.) για τη συζυγική απιστία στην οποία περιέπεσε με μία αρτινή αρχόντισσα, την Γαγγρινή, από τη οποία μάλιστα απέκτησε και δύο νόθους γιούς. Οι άλλες δύο μονές είναι της Παναγίας των Βλαχερνών, στο ομώνυμο χωριό του δήμου Βλαχέρνας και του Αγίου Γεωργίου, όπου και ο σημερινός ναός της Αγίας Θεοδώρας εντός της πόλεως της Άρτας. Σε αυτή την τελευταία μάλιστα η Αγία Θεοδώρα έζησε ως μοναχή τα τελευταία 10 χρόνια της ζωής της μέχρι και της κοιμησεώς της το 1280, οπότε και η μονή μετονομάστηκε σε μονή της Αγίας Θεοδώρας.

Το καθολικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από το αρχικό κτηριακό συγκρότημα σώζεται μόνο το καθολικό, εκπληκτικής αρχιτεκτονικής σταυρεπίστεγος ναός, με κεραμικό περίτεχνο διάκοσμο και εντοιχισμένους όγκους μαρμάρου παρμένους από τα ερείπια της γειτονικής Αμβρακίας, στη δυτική εξωτερική πλευρά του οποίου υπάρχει ευδιάκριτο το μονόγραμμα του Μιχαήλ Δούκα, δεσπότου της Ηπείρου κατά τα χρόνια 1237 - 1270. Ο ναός είναι αγιογραφημένος σε διάφορες περιόδους με αρχαιότερη εκείνη του διακονικού που φέρεται ως σύγχρονη της κατασκευής του, δηλαδή τα μέσα του 13ου αιώνα. Όσον αφορά τα κελλιά και τα άλλα βοηθητικά κτίρια είναι μεταγενέστερα.

Σύγχρονη ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μέχρι το 1953 η μονή ήταν ανδρώα, οπότε και μετατράπηκε σε γυναικεία όταν ήταν Μητροπολίτης Άρτης ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Σεραφείμ (Τίκας). Πρώτη Ηγουμένη της Μονής διετέλεσε η μακαριστή μοναχή ηπειρωτικής καταγωγής (Μέτσοβο) Γερόντισσα Αγνή Παπαδημητρίου, χάρη στη οποία η Μονή ξαναβρήκε ζωή και απέκτησε τη μορφή την οποία σήμερα βλέπουμε. Η μονή συνεχίζει και λειτουργεί ως γυναικεία με κύρια απασχόληση των μοναχών την υφαντουργία. Αξίζει να αναφερθεί κανείς και στο ναό του Αγίου Νεομάρτυρα Ζαχαρία του εξ Άρτης, τον οποίο εκ θεμελίων ανήγειρε η Γερόντισσα Αγνή σε χώρο έξω από τον περίβολο της μονής. Στο ναό αυτόν φυλάσσεται η πρωτότυπη εικόνα του Αγίου, που μαρτύρησε στην Πάτρα.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ψηφιακό αρχείο ΕΡΤ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεωργίου Λαδά, «Συνοπτική Ιστορία της Ιεράς Μονής Κάτω Παναγιάς», (Αθήναι 1982),σελ.9/16.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. www.arxaiologikoktimatologio.gov.gr/el/monuments_info?id=147781&type=Monument.
  2. Ευάγγελος Π. Λέκκος (1995). Τα Ελληνικά Μοναστήρια. Αθήνα: Ιχνηλάτης. σελ. 152. ISBN 960856980X. 
  3. «Ο Ι. Κοκκίδης μας ενημερώνει ότι η επαρχία Άρτας χωριζόταν σε 2 περιοχές: την περιοχή Άρτας και την περιοχή Πρεβέζης. Η περιοχή της Άρτας χωριζόταν με τη σειρά της σε 7 τμήματα: τμήμα Ποταμιάς, τμήμα Βρύσεως, τμήμα Ραδοβυζίου, τμήμα Τζουμέρκων, τμήμα Κάμπου, τμήμα Καρβασαρά και τμήμα Λάκκας. Η Μονή αποτελούσε μέρος του τμήματος Βρύσεως.», Οδοιπορικά Ηπείρου και Θεσσαλίας / υπό του παρά τω Υπουργείω των Στρατιωτικών Επιτελικού Γραφείου, Ι.Κοκίδης, Αθήνα 1880.