Μετάβαση στο περιεχόμενο

Θα Σε Κάνω Βασίλισσα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Θα σε κάνω βασίλισσα
ΣκηνοθεσίαΑλέκος Σακελλάριος
ΠαραγωγήΑντώνης Καρατζόπουλος
ΣενάριοΑλέκος Σακελλάριος
ΙστορίαΧρήστου Γιαννακόπουλου
Αλέκου Σακελλάριου
Βασισμένο σεΘα σε κάνω βασίλισσα (θεατρικό)
ΠρωταγωνιστέςΘανάσης Βέγγος, Νίκη Λινάρδου, Λάμπρος Κωνσταντάρας, Δημήτρης Νικολαΐδης, Γιώργος Μούτσιος, Σούλη Σαμπάχ, Γιάννης Βογιατζής, Νικήτας Πλατής, Γιώργος Τζιφός και Μίτση Κωνσταντάρα
ΜουσικήΕπιμέλεια:
Χρήστος Μουραμπάς
ΦωτογραφίαΠαύλος Φιλίππου
ΜοντάζΓιώργος Τριανταφύλλου
ΣκηνογραφίαΓιώργος Στεργίου
Εταιρεία παραγωγήςΚαραγιάννης - Καρατζόπουλος
ΔιανομήΚαραγιάννης - Καρατζόπουλος
Πρώτη προβολή1964
Κυκλοφορία22 Νοεμβρίου 2010 (DVD)
Διάρκεια91΄
ΠροέλευσηΕλλάδα
ΓλώσσαΕλληνικά

Το Θα σε κάνω βασίλισσα είναι ασπρόμαυρη ελληνική κωμική κινηματογραφική ταινία του 1964 παραγωγής Καραγιάννης-Καρατζόπουλος σε σενάριο και σκηνοθεσία του Αλέκου Σακελλάριου.[1] Πρωταγωνιστούν οι Θανάσης Βέγγος, Νίκη Λινάρδου και Λάμπρος Κωνσταντάρας.

Ο Αντώνης Τσιλιβίκης (αλλά και Αντώνης Μπεϊζάνης) είναι ένας αρκετά εύπορος έμπορος υλικών και εργολάβος οικοδομών. Είναι παντρεμένος επί τέσσερα χρόνια με την Ελένη και ζουν σε μια παλιά ετοιμόρροπη μονοκατοικία. Ο Αντώνης είναι εξαιρετικά άπληστος και μίζερος, αφού παρότι είναι ιδιοκτήτης πολλών ακινήτων τα έχει νοικιάσει ή πουλήσει όλα επειδή για να επενδύσει τα χρήματα σε νέα ακίνητα και επιπλέον ελέγχει και γκρινιάζει για κάθε μικροέξοδο που κάνει η Ελένη. Αφού φτάνει στο σημείο να πουλήσει κρυφά το καινούργιο αυτοκίνητο που είχε κάνει δώρο στη γυναίκα του, το οποίο εκείνη λάτρευε, και να γίνουν ακόμη μια φορά ρεζίλι στους φίλους τους Νίκο και Έλλη πριν από μια βραδινή έξοδο, λαμβάνουν μια μέρα ένα τηλεγράφημα από τον πλούσιο θείο της Ελένης Πιτ που ζει στην Αμερική ότι επιστρέφει στην Ελλάδα για να την επισκεφθεί. Ο Αντώνης και η Ελένη αναστατώνονται καθώς στην αρχή του γάμου τους ο Αντώνης ανάγκασε τη γυναίκα του παρά τη θέλησή της να πει στο θείο της ότι έμεινε χήρα ώστε εκείνος να συνεχίσει να της προσφέρει την οικονομική βοήθεια που της έδινε όσο ήταν ανύπαντρη.

Ο Αντώνης λοιπόν αποφασίζει να υποδυθεί τον ενοικιαστή στο σπίτι του και μεταμφιέζεται φορώντας ένα μουστάκι, μιας και ο θείος Πιτ δεν τον γνωρίζει καλά φυσιογνωμικά. Υιοθετεί το όνομα Αντώνης Μπεϊζάνης και παρουσιάζεται έτσι στον Πιτ ο οποίος βλέποντας τις συνθήκες ζωής της ανιψιάς του αποφασίζει να την γνωρίσει σε έναν νεαρό φίλο του, τον Μπιλ, για να γίνουν ζευγάρι. Αντώνης αγανακτεί και προσπαθεί να ελέγξει την κατάσταση χωρίς να αποκαλυφθεί. Προσπαθεί μάταια να αναμειχθεί και να συμμετάσχει στις εκδηλώσεις και τις εκδρομές που κάνουν ο Πιτ με τη γυναίκα του και τον Μπιλ αλλά δεν τα καταφέρνει. Η Ελένη αποφασίζει εσκεμμένα να τον αποκλείσει από μια εκδρομή στην εξοχή για να τον πιέσει να μετανιώσει για την συμπεριφορά του και ενώ εκείνος περνά το βράδυ μόνος στο σπίτι γεμάτος αγωνία, η Ελένη στην εκδρομή εξομολογείται την αλήθεια στο θείο της, ο οποίος αποφασίζει να συνεχίσει την υποκρισία για να εξακριβώσει αν ο Αντώνης έχει έστω λίγα ψήγματα πραγματικής αγάπης για οτιδήποτε άλλο εκτός του χρήματος.

Ο Πιτ για να δοκιμάσει την υπομονή του Αντώνη ανακοινώνει ότι ο Μπιλ με την Ελένη είναι πλέον ζευγάρι και σκοπεύουν να περάσουν αρκετές μέρες διακοπές μαζί. Τότε εκείνος αναγκάζεται να πει στον θείο ότι δήθεν έχει δεσμό με την Ελένη, ως Μπεϊζάνης, και πρόκειται να παντρευτούν και υπόσχεται να της προσφέρει μια άνετη και πολυτελή ζωή. Όμως εκείνη τη στιγμή έρχεται ένας αστυνομικός που ζητά τον κύριο Τσιλιβίκη. Αφού αποκαλυφθεί στο θείο ότι είναι ζωντανός, ο Αντώνης δεσμεύεται πλέον με την αληθινή του ταυτότητα να κάνει ευτυχισμένη την Ελένη.

Η ταινία έκανε πρεμιέρα στις 9 Νοεμβρίου 1964 στις κινηματογραφικές αίθουσες Άστρον, Έλλη και Κοτοπούλη στην Αθήνα, ενώ συγχρόνως ξεκίνησε να προβάλλεται στους κινηματογράφους Τερψιθέα του Πειραιά, Ανατόλια της Θεσσαλονίκης, Αττικόν της Καβάλας, Ηλέκτρα της Καλαμάτας και Πάνθεoν της Βέροιας.[2]

Κοινωνικός αντίκτυπος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ταινία μπορεί να ιδωθεί και ως μια αλληγορία που μιλάει για τον εκμοντερνισμό της ελληνικής κοινωνίας (περιγράφοντας μια προβληματική μετακόμιση από το παλιό 'νεοκλασικό' στο μοντέρνο διαμέρισμα της πολυκατοικίας) και τις αντιστάσεις, δυσκολίες και διλήμματα που αυτή η διαδικασία εκμοντερνισμού προκάλεσε συνολικά στην ελληνική κοινωνία.[3]

  1. Ταινιοθήκη της Ελλάδος (2006). «ΘΑ ΣΕ ΚΑΝΩ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 20 Μαρτίου 2015. 
  2. «Η ζωή της πόλεως» (PDF). Ψηφιακό Αρχείο Εφημερίδων και Περιοδικού Τύπου - Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος. Εφημερίδα Ελευθερία. 8 Νοεμβρίου 1964. σελ. 3η. Ανακτήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 2023. 
  3. Κώστας Τσιαμπάος. "Για ένα μοντέρνο σπίτι" στο Β. Κιντή, Π. Τουρνικιώτης, Κ. Τσιαμπάος (επιμ.). Το μοντέρνο στη σκέψη και τις τέχνες του 20ού αιώνα (Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 2013), 165-177.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]