Γερακαριό Κιλκίς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 41°6′16.02″N 22°55′21.74″E / 41.1044500°N 22.9227056°E / 41.1044500; 22.9227056 Για συνώνυμους οικισμούς στην Ελλάδα δείτε το λήμμα: Γερακάρι

Γερακαριό
Τοποθεσία στον χάρτη
Τοποθεσία στον χάρτη
Γερακαριό
Διοίκηση
ΧώραΕλλάδα
ΠεριφέρειαΚεντρική Μακεδονία
Περιφερειακή ΕνότηταΚιλκίς
ΔήμοςΚιλκίς
Δημοτική ΕνότηταΚρουσσών
Γεωγραφία και στατιστική
Γεωγραφικό διαμέρισμαΜακεδονία
Υψόμετρο354
Πληθυσμός168 (2011)
Άλλα
Παλαιά ονομασίαΔογάντσα, Γερακαρειό
Ταχ. κωδ.61006
Τηλ. κωδ.+30 23410
Άποψη του Γερακαριού από το λόφο "Κολώνα"
Δημοτική Βιβλιοθήκη

Το Γερακαριό ή Γερακάρι[1], επίσημα Γερακάριον[2], είναι ημιορεινό χωριό της πρώην επαρχίας Κιλκίς στην Περιφερειακή Ενότητα Κιλκίς[1].

Γεωγραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Γερακαριό βρίσκεται προς στα βορειοδυτικά όρια με την Περιφερειακή Ενότητα Σερρών σε απόσταση 15 χλμ. (οδηγικά - μέσω Ζαχαράτου και Ευκαρπίας) ΒΑ. της πόλης του Κιλκίς και 75 χλμ. Β. από τη Θεσσαλονίκη. Είναι κτισμένο στους νοτιοδυτικούς πρόποδες του βουνού Προφήτης Ηλίας[εκκρεμεί παραπομπή] από τα Κρούσσια Όρη σε υψόμετρο 354 μέτρα[3]. Βόρεια του χωριού περνάει ο χείμαρρος Γυαλός ο οποίος καταλήγει στον ποταμό Σπανό (δυτικά). Οι κάτοικοι του χωριού είναι Σαρακατσάνοι και Πόντιοι (που αποτελούν πλέον την πλειοψηφία). Συγκεκριμένα, οι πρόσφυγες από τον Πόντο προέρχονται κυρίως από την περιοχή της Αργυρούπολης Πόντου και συγκεκριμένα από τα Ελληνικά χωριά της κοιλάδας Δερενας-Νίβενας.[εκκρεμεί παραπομπή] Από το 2008 στο χωριό δραστηριοποιείται ο Πολιτιστικός Προοδευτικός Σύλλογος Γερακαριού.[εκκρεμεί παραπομπή]

Ασχολία κατοίκων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι μόνιμοι κάτοικοι του Γερακαριού ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Οι βασικές καλλιέργειες των γεωργών είναι το σιτάρι και ο καπνός. Τα τελευταία χρόνια καλλιεργούνται και αναπτύσσονται βιολογικά προϊόντα[εκκρεμεί παραπομπή].

Βιβλιοθήκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1961 ιδρύθηκε στην κοινότητα βιβλιοθήκη που σήμερα έχει 6.000 περίπου τόμους βιβλία[εκκρεμεί παραπομπή]. Η βιβλιοθήκη διαθέτει συλλεκτικές εκδόσεις, σπάνιας αξίας ιστορικά αρχεία και είναι ενταγμένη στο δίκτυο εθνικών βιβλιοθηκών.

Ιστορικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη Βυζαντινή περίοδο ιδρύθηκε κοντά στο χωριό, η μονή της Παναγίας της Κρουσσιώτισσας. Η μονή ήταν χτισμένη πάνω σε αρχαίο ναό του Διονύσου, ερείπια του οποίου απαντώνται ακόμα και σήμερα. Η περιοχή, που βρίσκεται στα βορειοανατολικά του οικισμού, από το 1937 έχει κηρυχθεί ως αρχαιολογικός χώρος[4], ενώ το 1984 επαναπροσδιορίστηκαν τα όριά της[5].

Το χωριό κατά την Τουρκοκρατία κατοικούνταν από Τούρκους και λίγους χριστιανούς. Παρά την ίδρυση της Βουλγαρικής εξαρχίας το 1870 οι κάτοικοι της Δογάντζας παρέμειναν πιστοί στο πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Το 1879 με την εγκατάσταση του Βούλγαρου ουνίτη επισκόπου στο Κιλκίς, Νείλου Ισβόρωφ, οι κάτοικοι του χωριού ασπάστηκαν την Ουνία. Το 1881 προκλήθηκαν επεισόδια όταν οι Ουνίτες αρνήθηκαν να παραδώσουν στη Μητρόπολη Πολυανής μέρος της συγκομιδής των σιτηρών από τα κτήματα της Μονής της Παναγίας της Κρουσσιώτισσας που καλλιεργούσαν. Επιτέθηκαν δε, κατά του Μητροπολίτη Πολυανής, Θεόκλητου με σκοπό να τον φονεύσουν. Το 1887 η μονή καταστράφηκε από Ουνίτες και Εξαρχικούς. Μετά το 1893, όταν ο νέος Βουλγαρουνίτης επίσκοπος, Λάζαρος Μλαντένωφ προσχώρησε στην Βουλγαρική εξαρχία, οι Δογαντζιώτες προσχώρησαν και αυτοί στη Βουλγαρική εκκλησία. Μετά την συνθήκη του Νεϊγύ, το 1919, και το Πρωτόκολλο Πολίτη-Καλφώφ του 1924 οι κάτοικοι αποχώρησαν στη Βουλγαρία.[6]

Την περίοδο της κατοχής, στις 2 Οκτωβρίου 1943, Γερμανοί και Βούλγαροι κατακτητές περικύκλωσαν το χωριό και συγκέντρωσαν τους άντρες του στην πλατεία, οι οποίοι αντιδρώντας άρχισαν να τρέχουν προς τις δυο ρεματιές που περιβάλλουν το χωριό. Τρεις από αυτούς που κατάφεραν να συλλάβουν τελικά του εκτέλεσαν την επομένη με απαγχονισμό στις 3 Οκτωβρίου στην αγορά του Κιλκίς[7].

Διοικητικά - Πληθυσμιακά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το χωριό αναφέρεται επίσημα το 1919, μετά την απελευθέρωση, ως Δογάτζα στο ΦΕΚ 48Α - 05/03/1919 να ορίζεται έδρα της νεοϊδρυθείσας ομώνυμης κοινότητας που τότε ανήκε στο νομό Θεσσαλονίκης. Το 1926 με το ΦΕΚ 346Α - 04/10/1926 μετονομάστηκε σε Γερακαρειό και το 1934 αποσπάστηκε στο νομό Κιλκίς. Το 1940 το όνομα του οικισμού διορθώθηκε σε Γερακάριον[2]. Από το 2010, σύμφωνα με το Πρόγραμμα «Καλλικράτης» μαζί με το Παλατιανό αποτελούν την τοπική κοινότητα Γερακαρίου που ανήκει στη δημοτική ενότητα Κρουσσών του δήμου Κιλκίς και σύμφωνα με την απογραφή 2011, ως κοινότητα έχει πληθυσμό 210 μόνιμους κατοίκους, ενώ ως οικισμός 168[8]. Στην απογραφή του 2001 το χωριό είχε πραγματικό πληθυσμό 354 κατοίκους[9].

Το «εθνικό» μυστηριώδες μεταλλείο του Γερακαριού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με αρχαίους συγγραφείς το υπέδαφος της περιοχής είναι πολύ πλούσιο σε μεταλλεύματα. Στα έργα τους χαρακτηρίζεται η ευρύτερη περιοχή ως χρυσοφόρον «Δύσωρον».

Μια παράδοση λέει ότι την περίοδο της Τουρκοκρατίας γινόταν εκτεταμένη εκμετάλλευση κοιτασμάτων χρυσού. Το 1890 η τουρκική κυβέρνηση έδωσε εντολή στον Ούγγρο μηχανικό Λαδίσλαο Κασβίνσκυ να τοπογραφήσει τη Μακεδονία. Κατά τις εργασίες του στην περιοχή του Γερακαριού ισχυρίστηκε ότι βρήκε κοιτάσματα αντιμονίου. Ζήτησε και πήρε άδεια εκμετάλλευσης μεταλλείου αντιμονίου. Επειδή όμως εγκατέστησε μεταλλουργικό καμίνι και ζούσε πλουσιοπάροχα, κίνησε τις υποψίες όλων ότι βρήκε φλέβα χρυσού.[10] Οι Τούρκοι, αφού κήρυξαν έκπτωτο τον Ούγγρο μηχανικό, πήραν οι ίδιοι το δικαίωμα της εκμετάλλευσης. Στις έρευνες όμως που έκαναν δεν βρήκαν απολύτως τίποτα. Οι Νεότουρκοι χαρακτήρισαν εθνικό το μυστηριώδες αυτό μεταλλείο. Στη συνθήκη ειρήνης που υπογράφηκε το 1913 ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία το εξαίρεσαν από την παραχώρηση εδαφών κι έτσι δεν πέρασε στην κυριότητα του ελληνικού Δημοσίου. Αργότερα, το 1920, ψηφίστηκε ο νόμος 2414 για την παραχώρησή του. Το ελληνικό Δημόσιο έδωσε χρήματα στον Κασβίνσκυ να κάνει νέες έρευνες. Και αυτή τη φορά όμως οι προσπάθειες απέβησαν άκαρπες. Οι προσπάθειες να βρεθεί η φλέβα χρυσού συνεχίσθηκαν για πολλές δεκαετίες χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα.[11].  

Η περιοχή που διαδραματίζεται η όλη προσπάθεια μισού αιώνα περί εκμεταλλεύσεως του μεταλλείου αντιμονίου του Αβρέτ Χισάρ και του Λαντισλάβ Κασβίνσκυ συνορεύει περίπου με το σημερινό Γυναικόκαστρο αλλά και την ευρύτερη περιοχή των Κρουσσίων (Ποντοκερασιά, Βάθη και Γερακαριό) όπου το ΙΓΜΕ έχει ορίσει ως περιοχή  έρευνας χρυσοφόρων κοιτασμάτων. Κι ακόμη με την περιοχή του Δημόσιου Μεταλλευτικού Χώρου (ΔΜΧ) Βάθης –Γερακαρίου του Κιλκίς για τον οποίον προκηρύχθηκε Δημόσιος Διεθνής ανοικτός Πλειοδοτικός Διαγωνισμός το 2011-2012,  χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα[εκκρεμεί παραπομπή].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 «Γερακαριό Κιλκίς». Εγκυκλοπαίδεια Νέα Δομή. 27. Τεγόπουλος - Μανιατέας. 1996, σελ. 283. 
  2. 2,0 2,1 «Διοικητικές Μεταβολές Οικισμών». ΕΕΤΑΑ. Ανακτήθηκε στις 24 Νοεμβρίου 2019. 
  3. «ΓΕΡΑΚΑΡΙ (Χωριό) ΚΙΛΚΙΣ - GTP». www.gtp.gr. Ανακτήθηκε στις 24 Νοεμβρίου 2019. 
  4. «ΔΙΑΡΚΗΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΚΗΡΥΓΜΕΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΙΩΝ». listedmonuments.culture.gr. Ανακτήθηκε στις 24 Νοεμβρίου 2019. 
  5. «ΔΙΑΡΚΗΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΚΗΡΥΓΜΕΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΙΩΝ». listedmonuments.culture.gr. Ανακτήθηκε στις 24 Νοεμβρίου 2019. 
  6. Αθανάσιος Α. Αγγελόπουλος, Αι ξέναι Προπαγάνδαι εις την επαρχίαν Πολυανής κατά την περίοδον 1870 - 1912, Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου (ΙΜΧΑ), Θεσσαλονίκη 1973, ανατύπωση 1993, σσ. 103, 104, 105, 106
  7. 902.gr (28 Σεπτεμβρίου 2015). «Εκδήλωση - Μνημόσυνο για τους 3 κρεμασμένους αγωνιστές από το Γερακαριό του Κιλκίς (ΦΩΤΟ)». 902.gr. Ανακτήθηκε στις 24 Νοεμβρίου 2019. 
  8. «ΦΕΚ αποτελεσμάτων ΜΟΝΙΜΟΥ πληθυσμού απογραφής 2011», σελ. 10515 (σελ. 41 του pdf)
  9. «ΦΕΚ αποτελεσμάτων ΜΟΝΙΜΟΥ πληθυσμού απογραφής 2011», σελ. 10505 (σελ. 41 του pdf)
  10. Περιοδικό ΠΡΙΣΜΑ Αλέκος Κοντοειδής "Το μεταλείο χρυσού Γερακαριού (Αβρέτ Ισάαρ)"
  11. Αλ. Κοντοειδή: Γερακαριό, Κιλκίς, στο περιοδικό "Το ποντιακό", τεύχος 10/1952

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]