Μετάβαση στο περιεχόμενο

Α΄ Βενετοτουρκικός Πόλεμος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Α΄ Βενετοτουρκικός Πόλεμος
Χρονολογία1463 - 1479
ΤόποςΠελοπόννησος, Αιγαίο,
ΈκβασηΚατάληψη της Εύβοιας, του Άργους και της Κορίνθου από τους Τούρκους
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Λουδοβίκος Λορεντάνο
Μπερτόλντο Έστε
Αρκάδες και Μανιάτες οπλαρχηγοί

Ο Α΄ Βενετοτουρκικός Πόλεμος ξέσπασε ανάμεσα στη Δημοκρατία της Βενετίας και τους συμμάχους της με την Οθωμανική Αυτοκρατορία (1463 - 1479). Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453) και των υπόλοιπων τμημάτων που ανήκαν στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία από τους Οθωμανούς οι Βενετοί έχασαν σημαντικές κτήσεις όπως η Κρήτη και η Αλβανία. Η σημαντικότερη απώλεια ήταν η Εύβοια και η πρωτεύουσα Χαλκίδα (1470) που στάθηκε για πολλούς αιώνες το επίκεντρο της Βενετσιάνικης κυριαρχίας στον Ελληνικό χώρο. Ο πόλεμος έφερε ταχύτατη εξέλιξη του Οθωμανικού ναυτικού που μετά το τέλος του μπορούσε να ανταγωνιστεί ισάξια στο Αιγαίο Πέλαγος το Βενετσιάνικο ναυτικό και τους Ιωαννίτες Ιππότες. Τα τελευταία χρόνια η Βενετία μπόρεσε να ανακτήσει μερικές απώλειες όπως το Σταυροφορικό Βασίλειο της Κύπρου περιορίζοντας την ήττα της.

Χάρτης της Ανατολικής Μεσογείου (1450) - διακρίνονται οι Βενετοκρατούμενες περιοχές με πράσινο χρώμα.

Μετά την Δ΄ Σταυροφορία στην οποία αρχηγός ήταν ο Δόγης της Βενετίας Ενρίκο Ντάντολο και την πτώση της Κωνσταντινούπολης στους Σταυροφόρους (1204) η Βυζαντινή Αυτοκρατορία μοιράστηκε στα Σταυροφορικά κράτη και δημιουργήθηκε η Λατινική Αυτοκρατορία. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ανέκαμψε τον επόμενο αιώνα και ανακατέλαβε την Κωνσταντινούπολη με τη Δυναστεία των Παλαιολόγων, οι κτήσεις της Βενετίας όμως παρέμειναν στη συντριπτική τους πλειοψηφία στην ίδια μέχρι την πτώση τους στους Οθωμανούς. Η Βενετία εξακολουθούσε να έχει μια εκτεταμένη αυτοκρατορία με επίκεντρο το Αιγαίο Πέλαγος, τα Επτάνησα και τις ακτές στην Αδριατική Θάλασσα. Στην πρώτη σύγκρουση ανάμεσα στους Τούρκους και τους Βενετούς ακολούθησε η πρώτη μεγάλη απώλεια της Θεσσαλονίκης ύστερα από μακρά πολιορκία (1430), στην ειρήνη που ακολούθησε οι υπόλοιπες κτήσεις της Βενετίας παρέμειναν άθικτες.[1]

Η πρωτεύουσα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας Κωνσταντινούπολη έπεσε στους Οθωμανούς με τον Μωάμεθ τον Πορθητή (1453), τα υπόλοιπα τμήματα της αυτοκρατορίας όπως το Δεσποτάτο του Μυστρά και η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας υποτάχθηκαν τα αμέσως επόμενα χρόνια (1460 - 1461).[2] Το Βενετοκρατούμενο Δουκάτο της Νάξου, η Λέσβος και η Χίος που ανήκαν στη Δημοκρατία της Γένοβας έγιναν φόρου υποτελείς στους Οθωμανούς (1458) που θα ενσωματώσουν τα νησιά στην αυτοκρατορία τους τα επόμενα χρόνια.[3] Η Οθωμανική επέλαση στάθηκε μεγάλη απειλή για όλες τις κτήσεις της Βενετίας στον Ελληνικό χώρο ειδικά από την εποχή που κατέκτησαν τη Βοσνία στις ακτές της Αδριατικής (1463).[4][5]

Προετοιμασίες για τον πόλεμο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ίμβριος ιστορικός Μιχαήλ Κριτόβουλος γράφει ότι οι εχθροπραξίες ξεκίνησαν όταν ένας Αρβανίτης φυγάς δραπέτευσε από την Αθήνα για την Κορώνη αρπάζοντας 100.000 ασημένια νομίσματα από το κρατικό θησαυροφυλάκιο και ασπάστηκε τον χριστιανισμό. Οι Οθωμανοί ζήτησαν από τον Βενετσιάνο διοικητή της Κορώνης Νικολό Δάνδολο να τους παραδώσει τον φυγά αλλά εκείνοι το αρνήθηκαν.[6] Με πρόσχημα τον Αρβανίτη φυγά ο Οθωμανός διοικητής της κεντρικής Ελλάδας Τουραχάνογλου Ομέρ Μπέης επιτέθηκε τον Νοέμβριο του 1462 και κατέλαβε το Βενετσιάνικο κάστρο της Ναυπάκτου. Ο Οθωμανός κυβερνήτης του Μοριά Ισά-Μπέης Ισάκοβιτς κατέλαβε στη συνέχεια με προδοσία το Άργος (3 Απριλίου 1463).[6]

Η Δημοκρατία της Βενετίας και ο Δόγης Κριστόφορο Μόρο δεν ήθελαν πόλεμο με τους Οθωμανούς επειδή είχαν έντονες εμπορικές σχέσεις με την Ανατολή, σταδιακά ο παπικός απεσταλμένος Βησσαρίων ο Τραπεζούντιος και ο διακεκριμένος Σύμβουλος Βεττόρε Καπέλλο με μια σκληρή ομιλία έπεισαν τη Γερουσία να ψηφίσει υπέρ του πολέμου (28 Ιουλίου 1463).[7] Ο πάπας Πίος Β΄ που ήθελε να κηρύξει μια Σταυροφορία βρήκε την κατάλληλη ευκαιρία να την κάνει εναντίον των Οθωμανών (12 Σεπτεμβρίου 1463). Η Δημοκρατία της Βενετίας, ο Ούγγρος βασιλιάς Ματθαίος Κορβίνος και ο Φίλιππος Γ΄ της Βουργουνδίας δημιούργησαν με τον πάπα συμμαχία εναντίον της Τουρκίας (19 Οκτωβρίου 1463).[8] Οι όροι της συμμαχίας ήταν να κατακτήσουν και να μοιράσουν τα Βαλκάνια: η Πελοπόννησος και η Ήπειρος με όλη τη Δυτική Ελλάδα θα πήγαινε στους Βενετούς, η Ουγγαρία θα έπαιρνε τη Βουλγαρία, τη Σερβία, τη Βοσνία και τη Βλαχία, η Αλβανία με τον Σκεντέρμπεη τη Μακεδονία. Τα υπόλοιπα τμήματα μαζί με την Κωνσταντινούπολη θα δημιουργούσαν ξανά τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία με τη Δυναστεία των Παλαιολόγων.[9] Οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν με Μουσουλμάνους αντιπάλους των Οθωμανών όπως οι Καραμανίδες, ο Ουζούν Χασσάν και το Χανάτο της Κριμαίας.[9]

Επίθεση στην Πελοπόννησο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Μεγάλος Βεζίρης Μαχμούτ Πασάς Αντζέλοβιτς, κατακτητής της Βενετοκρατούμενης Πελοποννήσου

Οι σύμμαχοι οργάνωσαν την επίθεση εναντίον των Οθωμανών σε δυο επίπεδα: οι Βενετοί με τον Αλβίζε Λορεντάν και τον στρατηγό του Μπερτόλντο Έστε επιτέθηκαν με 20.000 άντρες στην Πελοπόννησο και ο Ματθαίος Κορβίνος στη Βοσνία.[4] Την ίδια εποχή ο Πάπας Πίος Β΄ συγκρότησε στρατό στην Ανκόνα με ελπίδες να έχει και ο ίδιος προσωπική συμμετοχή.[9] Όταν έφτασε ο Έστε αποβίβασε τον στρατό του και με προκηρύξεις κάλεσε τους Έλληνες να τον βοηθήσουν ενάντια στους Τούρκους. Πράγματι, πολλοί Αρκάδες και Μανιάτες κινήθηκαν και ενώθηκαν με τον Βενετσιάνικο στρατό. Ο Λορεντάν ξεσήκωσε τα νησιά σε αποστασία εναντίον των Τούρκων ενώθηκε με τον Έστε μπροστά στο Ναύπλιο (1 Αυγούστου 1463).

Οι Βενετοί στις αρχές Αυγούστου ανακατέλαβαν το Άργος, οχύρωσαν τον Ισθμό, επισκεύασαν το Εξαμίλιον τείχος και το εξόπλισαν με πολλά κανόνια.[10] Πολιόρκησαν το κάστρο της Ακροκορίνθου που είχε τον έλεγχο σε ολόκληρη τη βορειοανατολική Πελοπόννησο και υπερασπιζόταν ο Τουραχάνογλου Ομέρ Μπέης αλλά συνετρίβησαν (20 Οκτωβρίου 1463). Ο Μπερτόλντο Έστε τραυματίστηκε θανάσιμα και πέθανε, οι Βενετοί διέκοψαν την πολιορκία και αποσύρθηκαν στο Εξαμίλιο και το Ναύπλιο.[10] Ο Ματθαίος Κορβίνος αντίθετα κατέκτησε περισσότερα από 60 κάστρα στη Βοσνία και κυρίευσε την πρωτεύουσα Ζάζκε ύστερα από τρίμηνη πολιορκία (16 Δεκεμβρίου 1463).[11]

Η πτώση της Πελοποννήσου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής αντέδρασε άμεσα και έστειλε τον Μεγάλο Βεζύρη Μαχμούτ Πασάς Αντζέλοβιτς με ισχυρό στρατό για να ενισχύσει την άμυνα των Οθωμανών. Ο σουλτάνος διέταξε την κατασκευή ενός νέου ναυπηγείου στο λιμάνι της Κάντιργκα στον Κεράτιο για να οχυρωθεί ο Ελλήσποντος και δυο ακόμα κάστρα για οχυρώσει τον Πορθμό: το Κάστρο Κιλιτμπαχίρ και το Τσανάκκαλε.[12] Η εκστρατεία στην Πελοπόννησο σύντομα εξελίχτηκε σε μεγάλο θρίαμβο για τους Οθωμανούς, ο Τουραχάνογλου Ομέρ Μπέης είχε προειδοποιήσει ότι οι Βενετοί ήταν πολύ ισχυροί στο Εξαμίλιο αλλά ο Μαχμούτ Πασάς Αντζέλοβιτς αποφάσισε να τους αιφνιδιάσει.[10] Όταν έφτασαν οι Οθωμανοί στον Ισθμό ο στρατός των Βενετών είχε διαλυθεί από επιδημία δυσεντερίας και δραπέτευσαν στο Ναύπλιο χωρίς να δώσουν μάχη.[8] Οι Οθωμανοί κυρίευσαν το Εξαμίλιο και βάδισαν στο εσωτερικό του Μοριά, το Άργος ισοπεδώθηκε και όλες οι περιοχές που ανήκαν στη Δημοκρατία της Βενετίας ορκίστηκαν υποτέλεια στους Οθωμανούς. Ο Ζαγκάν Πασάς διορίστηκε ξανά κυβερνήτης του Μοριά ενώ ο Ομέρ Μπέης με τον στρατό του Ζαγκάν ανέλαβε τη διοίκηση στις δυο πρώην μεγαλύτερες αποικίες των Βενετών στη νότια Πελοπόννησο: την Κορώνη και τη Μεθώνη Μεσσηνίας.[8]

Η αποτυχημένη αντεπίθεση του Μαλατέστα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Σιγισμόνδος Μαλατέστα

Ο Μωάμεθ ο Πορθητής που παρακολουθούσε προσωπικά τον Μεγάλο Βεζύρη Αντζέλοβιτς προχώρησε νότια, όταν έφτασε στη Λαμία πληροφορήθηκε για τον μεγάλο θρίαμβο του Βεζίρη και επέστρεψε στη Βοσνία. Το καλοκαίρι του 1464 πολιόρκησε τη Ζάζκε αλλά οι προσπάθειες του να την ανακαταλάβει ήταν αποτυχημένες, οι Οθωμανοί δραπέτευσαν όταν ήρθε αποφασισμένος ο Κορβίνος με τον στρατό του. Ο νέος Οθωμανικός στρατός που έφτασε στη Βοσνία με τον Μεγάλο Βεζύρη Αντζέλοβιτς νίκησε τους Ούγγρους αλλά πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να ανακαταλάβουν τη Ζάζκα. Ο θάνατος του πάπα Πίου Β΄ (15 Αυγούστου 1464) σήμανε το τέλος της Σταυροφορίας.[9][13] Η Δημοκρατία της Βενετίας έστειλε έναν από τους καλύτερους στρατηγούς της τον Σιγισμόνδο Μαλατέστα, κυβερνήτη του Ρίμινι να ανακαταλάβει τον Μοριά (1464).[14] Οι δυνάμεις του όμως κυρίως μισθοφόροι ήταν περιορισμένες, ξεκίνησε την πολιορκία του Μυστρά στα μέσα του καλοκαιριού και συνεχίστηκε μέχρι τον Οκτώβριο αλλά η αντίσταση των Οθωμανών ήταν πολύ ισχυρή, απέτυχε και δραπέτευσε όταν έφτασαν νέες δυνάμεις με τον Ομέρ Μπέη.[15] Οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν σε μικρότερη κλίμακα αλλά οι Βενετοί μισθοφόροι έντονα δυσαρεστημένοι επειδή δεν πληρώθηκαν οχυρώθηκαν στα κάστρα τους ενώ οι Οθωμανοί έκαναν επιδρομές στην ύπαιθρο. Η κατάσταση στον Μοριά ήταν τραγική, όλα τα χωριά είχαν ερημωθεί και ο Ομέρ Μπέη αποσύρθηκε στην Αθήνα το φθινόπωρο του 1465.[16][17] Ο Σιγισμόνδος Μαλατέστα παρέμεινε αδρανής, δεν ήθελε να επιστρέψει στη Βενετία από φόβο μήπως του χρεώσουν την αποτυχία, δεν ανέλαβε καμιά δράση να ανακαταλάβει την Πελοπόννησο ούτε όταν ο Ομέρ Μπέη αποσύρθηκε στην Αθήνα.[18]

Ο Βενετός ναύαρχος του Αιγαίου Γιάκοπο Ιουστινιάνι προσπάθησε την άνοιξη του 1464 να ανακαταλάβει τη Λέσβο, πολιόρκησε έξι βδομάδες τη Μυτιλήνη αλλά η άφιξη του Οθωμανικού στόλου με τον Μαχμούτ Πασά (18 Μαΐου 1464) τον ανάγκασε να υποχωρήσει.[19] Οι επόμενες προσπάθειες να ανακαταλάβει το νησί απέτυχαν και ο Ιουστινιάνι πέθανε στη Μεθώνη (11 Ιουλίου 1464), o διάδοχος του Γιάκοπο Λορεντάν συνέχισε νέες άκαρπες προσπάθειες στα Δαρδανέλια μέχρι τα τέλη του 1464.[19] Ο Μωάμεθ ο Πορθητής στις αρχές του 1465 πρότεινε ειρήνη στους Βενετούς αλλά η Δημοκρατία της Βενετίας που ήταν καχύποπτη μαζί του τις απέρριψε.[20]

Αποτυχημένη αντεπίθεση σε Αθήνα και Πάτρα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Βενετοί στη συνέχεια συγκρούστηκαν με τους Ιωαννίτες Ιππότες και επιτέθηκαν σε αποστολή που μετέφερε εμπόρους από το Σουλτανάτο των Μαμελούκων στην Αίγυπτο.[21] Οι Μαμελούκοι εξοργίστηκαν, φυλάκισαν όλους τους Βενετούς πολίτες στο Λεβάντες και απείλησαν να συμμαχήσουν με τους Οθωμανούς. Ο στόλος των Βενετσιάνων με αρχηγό τον Λορεντάν ταξίδευσε στη Ρόδο με εντολή να ελευθερώσει τους Μαυριτανούς, με αυτόν τον τρόπο επικράτησε ειρήνη.[21] Ο Κροκόδειλος Κλαδάς και ο αδελφός του Επιφάνειος υπηρέτησαν τη Βενετία στον αγώνα εναντίον των Τούρκων στη νότια Πελοπόννησο, παρέδωσαν τα Βαρδούνια στους Βενετούς και ο Επιφάνειος ορίστηκε κυβερνήτης τους.[22]

Ο πολεμοχαρής Βεττόρ Καππέλλο αντικατέστησε τον Λορεντάν στη θέση του ναύαρχου, υπό την ηγεσία του οι Βενετοί κατέλαβαν νησιά στο βόρειο Αιγαίο όπως η Ίμβρος, η Θάσος, η Σαμοθράκη και στη συνέχεια πήγαν στον Σαρωνικό.[23] Ο Καπέλλο έφτασε στον Πειραιά (12 Ιουλίου 1466) και στη συνέχεια βάδισε προς την Αθήνα που ήταν η βάση των Οθωμανών αλλά απέτυχε να καταλάβει την Ακρόπολη και αποσύρθηκε στην Πάτρα. Η Πάτρα, πρωτεύουσα της Πελοποννήσου και έδρα του Οθωμανού Μπέη πολιορκήθηκε από τις δυνάμεις των Βενετών και των Ελλήνων υπό τη διοίκηση του κυβερνήτη του Μοριά Γιάκομο Μπαρμπαρίγκο και του διοικητή της Σπάρτης Μιχαήλ Ράλλη.[24] Η πόλη φαινόταν ότι έπεφτε αλλά εμφανίστηκε αιφνίδια ο Ομέρ Μπέη με 12.000 ιππείς και συνέτριψε τους υπεράριθμους πολιορκητές, ο Μπαρμπαρίγκο σκοτώθηκε και το σώμα του ακρωτηριάστηκε, εκατοντάδες Έλληνες σκοτώθηκαν και ο Ράλλης αιχμαλωτίστηκε.[17] Ο Καπέλλο έφτασε μερικές μέρες αργότερα, επιτέθηκε στους Οθωμανούς αλλά γνώρισε τη συντριβή, απογοητευμένος αποσύρθηκε στη Χαλκίδα με τα συντρίμμια του στρατού του και πέθανε σε λίγες μέρες (13 Μαρτίου 1467).[25] Η Χαλκίδα κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς σε τρία χρόνια (1470).

Η πτώση της Εύβοιας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μωάμεθ αυτή τη φορά αποφάσισε να καταλάβει την Εύβοια και ιδιαίτερα τη Χαλκίδα, ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της Βενετίας. Οι εχθροπραξίες ξανάρχισαν το 1469 κυρίως με ναυτικές αψιμαχίες μεταξύ του Βενετού –μοιραίου για τη Χαλκίδα – ναυάρχου Κανάλη και του τουρκικού στόλου. Το καλοκαίρι του 1470 ο Μωάμεθ εξόπλισε στόλο από 300 καράβια και στρατολόγησε 150,000 στρατιώτες που ακολουθούσαν από ξηράς. Πέρασε από την Ίμβρο, και τη Λήμνο κάνοντας καταστροφές, μετά βάλανε πλώρη για τη Σύρο, μετά Άνδρο για να καταλήξουν στον αρχικό στόχο τους, την Εύβοια. Μπροστά στη Χαλκίδα έγινε μεγάλη ναυμαχία που κράτησε πολλές ώρες. Έγιναν πολλές προσπάθειες από τους Τούρκους να καταλάβουν τη πόλη όμως οι Βενετοί αντέταξαν ισχυρή άμυνα. Τελικά, στις 12 Αυγούστου του 1470 οι Τούρκοι κατέλαβαν τη Χαλκίδα, κάνοντας μετά πολλές καταστροφές και σκοτωμούς στη πόλη. Οι Βενετοί ξαναέστειλαν καινούριο στόλο για να ανακαταλάβουν τη Χαλκίδα αλλά απέτυχαν. Το 1477 οι Τούρκοι προχώρησαν και φτάσανε μπροστά στη Ναύπακτο και την πολιόρκησαν. Ο Βενετός ναύαρχος Λορεντάν όμως κατόρθωσε να τη σώσει.

Η πτώση της Αλβανίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Σκεντέρμπεης

Την άνοιξη του 1466 ο Μωάμεθ ο Πορθητής βάδισε με μεγάλο στρατό στην Αδριατική, οι Αλβανοί με τον ηγέτη τους Σκεντέρμπεη αντιστάθηκαν σκληρά και ζήτησαν υποστήριξη από την Ιταλία.[4] Η έκρηξη του Α΄ Βένετο-Τουρκικού Πολέμου ήταν μεγάλη ευκαιρία για τους Αλβανούς να αναζητήσουν την ανεξαρτησία τους, οι Βενετοί από την άλλη ήθελαν να εξασφαλίσουν το Δυρράχιο και τη Σκόδρα στην κατοχή τους. Ο Ιβάν Κρνότζεβιτς ένας ηγέτης από το Μαυροβούνιο υπερασπίστηκε σκληρά το Σκούταρι και κέρδισε μεγάλη φήμη στη Βενετία. Ο Μωάμεθ ο Πορθητής έκτισε το κάστρο του Ελμπασάν στο κέντρο της Αλβανίας (1466) σε στρατηγικό σημείο που ήταν το τέρμα της Αρχαίας Εγνατίας Οδού. Το κάστρο χώρισε την Αλβανία στα δύο: η έδρα του Σκεντέρμπεη μεταφέρθηκε στα οροπέδια της βόρειας Αλβανίας ενώ η βάση των Βενετών παρέμεινε στον νότο.[26] Με τη φυγή του Μωάμεθ του Πορθητή ο Σκεντέρμπεης κατέφυγε στην Ιταλία και πέρασε τον χειμώνα αναζητώντας βοήθεια. Μετά την επιστροφή του οι Αλβανικές δυνάμεις οργανώθηκαν στα υψίπεδα, νίκησαν τον Οθωμανό διοικητή της Αλβανίας Μπαλαμπάν Πασά, πολιόρκησαν την Κρούγια, επιτέθηκαν στο Ελμπασάν αλλά δεν μπόρεσαν να το κατακτήσουν.[27][28] Ο Μωάμεθ ο Πορθητής επέστρεψε γρήγορα για να καταστρέψει τα οχυρά των Αλβανών ενώ έστειλε μεμονωμένα στρατιωτικά αποσπάσματα στις Αλβανικές κτήσεις στα νότια αλλά απέτυχαν να ξαναπάρουν την Κρούγια και να υποτάξουν τη χώρα.[27]

Η επιδημία πανώλης όμως που ξέσπασε τον χειμώνα και συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια εξασθένησε σημαντικά την αντίσταση των Αλβανών.[23] Ο Σκεντέρμπεης πέθανε και αυτός από την επιδημία (1468) στο ισχυρό Βενετσιάνικο οχυρό του Λέτζε, με τον θάνατο του οι Αλβανοί έχασαν το σημαντικότερο πλεονέκτημα που ήταν ο ηγέτης τους και υποτάχθηκαν την επόμενη δεκαετία.[26] Μετά τον θάνατο του Σκεντέρμπεη τα Βενετοκρατούμενα κάστρα στη βόρεια Αλβανία συνέχισαν την αντίσταση τους, τα σημαντικότερα ήτανː το Ντριστ, το Λέτζε και η Σκόδρα, ο Μωάμεθ ο Πορθητής ήρθε με τον στρατό του να καταλάβει τη Σκόδρα αλλά απέτυχε (1474).[29] Ο ίδιος ο Σουλτάνος πήγε προσωπικά να πολιορκήσει τη Σκόδρα (1478 - 1479), οι Βενετσιάνοι και οι κάτοικοι της πόλης συνέχισαν την αντίσταση μέχρι την παράδοση τους στους Οθωμανούς με τη Συνθήκη Κωνσταντινούπολης (1479) που ήταν το τέλος του πολέμου. Οι Οθωμανοί στη συνέχεια επιτέθηκαν στην Ουγγαρία αλλά ηττήθηκαν στη μάχη του Μπρίντφιλντ.

Σύμφωνα με τη Συνθήκη ειρήνης που ακολούθησε (1479) η Βενετία έχασε οριστικά την Εύβοια και το Άργος που έγιναν τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Μεθώνη, η Κορώνη το Ναβαρίνο και η Ναύπακτος παρέμειναν στους Βενετούς αλλά έπεσαν στους Οθωμανούς στον Β΄ Βενετοτουρκικό πόλεμο (1500) με τον Βαγιαζήτ Β΄ γιο του Μωάμεθ του Πορθητή. Το Ναύπλιο και η Μονεμβασιά παρέμειναν στους Βενετούς μέχρι την υποταγή τους στους Οθωμανούς με τη Συνθήκη του 1540 στον Γ΄ Βένετο-Τουρκικό Πόλεμο, ήταν οι τελευταίες περιοχές της Πελοποννήσου που παρέμειναν Βενετσιάνικες. Οι βόρειες Σποράδες παρέμειναν στη Βενετία μέχρι την εποχή που έπεσαν και αυτές στους Οθωμανούς τον επόμενο αιώνα (1538). Τα Κύθηρα και η Κέρκυρα παρέμειναν στη Δημοκρατία της Βενετίας μέχρι την πτώση της (1797). Η Κρήτη παρέμεινε στους Βενετούς άλλους δυο αιώνες, οι Οθωμανοί κατέλαβαν τα Χανιά (1645), την πρωτεύουσα Χάνδακα (1669) μέχρι να ολοκληρώσουν την κατάκτηση του νησιού (1715).

  1. Finkel (2006), pp. 40–41
  2. Finkel (2006), pp. 60–62
  3. Finkel (2006), p. 60
  4. 4,0 4,1 4,2 Finkel (2006), p. 63
  5. Shaw (1976), pp. 64–65
  6. 6,0 6,1 Setton (1978), p. 241
  7. Setton (1978), p. 243
  8. 8,0 8,1 8,2 Setton (1978), p. 249
  9. 9,0 9,1 9,2 9,3 Shaw (1976), p. 65
  10. 10,0 10,1 10,2 Setton (1978), p. 248
  11. Setton (1978), p. 250
  12. Setton, Hazard & Norman (1969), p. 326
  13. Setton (1978), p. 270
  14. Setton (1978), pp. 251–252
  15. Setton (1978), pp. 252–253
  16. Setton (1978), pp. 253–255
  17. 17,0 17,1 Setton (1978), p. 284
  18. Setton (1978), pp. 255–257
  19. 19,0 19,1 Setton (1978), p. 251
  20. Setton (1978), p. 273
  21. 21,0 21,1 Setton (1978), p. 277
  22. Longnon, J. 1949. Chronique de Morée: Livre de la conqueste de la princée de l’Amorée, 1204-1305. Paris.
  23. 23,0 23,1 Setton (1978), p. 283
  24. Spyridon Trikoupis, Istoria tis Ellinikis Epanastaseos (London, 1853–1857) Vol 2, p84-85
  25. Setton (1978), pp. 284–285
  26. 26,0 26,1 Finkel (2006), p. 64
  27. 27,0 27,1 Setton, Hazard & Norman (1969), p. 327
  28. Setton (1978), p. 278
  29. https://web.archive.org/web/20131005000842/http://www.albanianhistory.net/texts15/AH1474.html
  • ΚΟΡΔΑΤΟΣ, "ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ", ΕΚΔ.20ς ΑΙΩΝΑΣ, ΑΘΗΝΑ,1958
  • Φωτεινή Πέρρα, Ο λέων εναντίον της ημισελήνου. Ο πρώτος Βενετο-οθωμανικός πόλεμος και η κατάληψη του ελλαδικού χώρου (1463-1479), Αθήνα, Εκδόσεις Παπαζήση, 2009.
  • Chasiotis, Ioannis (1974). "Πολεμικές συγκρούσεις στον ελληνικό χώρο και η συμμετοχή των Ελλήνων" [Conflicts in the Greek lands and the participation of the Greeks]. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος Ι′: Ο ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία, 1453–1669 [History of the Greek Nation, Volume X: Hellenism under foreign rule, 1453–1669] (in Greek). Athens: Ekdotiki Athinon.
  • Davies, Siriol; Davis, Jack L. (2007). Between Venice and Istanbul: Colonial Landscapes in Early Modern Greece. American School of Classical Studies at Athens.
  • Faroqhi, Suraiya (2004). The Ottoman Empire and the World Around It. I.B. Tauris.
  • Finkel, Caroline (2006). Osman's Dream: The Story of the Ottoman Empire 1300–1923. London: John Murray.
  • Lane, Frederic Chapin (1973). Venice, a Maritime Republic. JHU Press.
  • Parry, Vernon J.; Cook, M. A. (1976). A History of the Ottoman Empire to 1730: Chapters from the Cambridge History of Islam and the New Cambridge Modern History. CUP Archive.
  • Setton, Kenneth Meyer; Hazard, Harry W.; Zacour, Norman P., eds. (1969). "The Ottoman Turks and the Crusades, 1451–1522". A History of the Crusades, Vol. VI: The Impact of the Crusades on Europe. University of Wisconsin Press.
  • Setton, Kenneth M. (1978), The Papacy and the Levant (1204–1571), Volume II: The Fifteenth Century, DIANE Publishing.
  • Shaw, Stanford Jay; Shaw, Ezel Kural (1976). History of the Ottoman Empire and Modern Turkey: Empire of the Gazis - The Rise and Decline of the Ottoman Empire, 1280–1808. Cambridge University Press.
  • Vakalopoulos, Apostolos E. (1968). Ιστορία του νέου ελληνισμού, Τόμος Γ′: Τουρκοκρατία 1453–1669 [History of modern Hellenism, Volume III: Turkish rule 1453–1669] (in Greek). Thessaloniki: Emm. Sfakianakis & Sons.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]