Αυστριακή Αυτοκρατορία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αυστριακή Αυτοκρατορία
Kaiserthum Österreich
Κράτος της Γερμανικής Συνομοσπονδίας
(μερικώς, 1815–1866)

1804 – 1867
 

Σημαία Αυτοκρατορικός Θυρεός
Σύνθημα
Alles Erdreich ist Österreich untertan
«Όλη η γη υπόκειται στην Αυστρία»
Ύμνος
Gott erhalte Franz den Kaiser
«Ο Θεός είθε να σώζει τον Καίσαρα Φραγκίσκο»
Τοποθεσία Αυστρία
Η Αυστριακή Αυτοκρατορία το 1815
Πρωτεύουσα Βιέννη
Γλώσσες Γερμανικά, Ουγγρικά, Τσεχικά, Σλοβακικά, Πολωνικά, Ρουθηνιανά, Σλοβενικά, Κροατικά, Σερβικά, Ρουμανικά, Ιταλικά
Θρησκεία Ρωμαιοκαθολικισμός
Πολίτευμα Απόλυτη μοναρχία
Αυτοκράτορας
 -  1804–1835 Φραγκίσκος Β΄
 -  1835–1848 Φερδινάνδος Α΄
 -  1848–1867 Φραγκίσκος Ιωσήφ Α΄
Υπουργός-Πρόεδρος
 -  1821–1848 Κλέμενς Βέντσελ (πρώτος)
 -  1867 Φρίντριχ Φέρντιναντ (τελευταίος)
Νομοθετικό Σώμα Αυτοκρατορικό Συμβούλιο
 -  Άνω Βουλή Herrenhaus
 -  Κάτω Βουλή Abgeordnetenhaus
Ιστορική εποχή Σύγχρονη εποχή
 -  Ανακήρυξη 11 Αυγούστου 1804
 -  Κογκρέσο της Βιέννης 8 Ιουνίου 1815
 -  Κατοχύρωση Συντάγματος 20 Οκτωβρίου 1860
 -  Αυστρο-πρωσικός Πόλεμος 14 Ιουνίου 1866
 -  Ειρήνη της Πράγας 23 Αυγούστου 1866
 -  Συμβιβασμός του 1867 30 Μαρτίου 1867
Έκταση
 -  1804 698.700 km²
Πληθυσμός
 -  1804 εκτ. 21.200.000 
     Πυκνότητα 30,3 /km²
Νόμισμα Τάλερ,
(1804–1857)
Vereinsthaler
(1857–1867)
Σήμερα

Η Αυστριακή Αυτοκρατορία (γερμανικά: Kaiserthum Österreich, σύγχρονη γραφή Kaisertum Österreich) ήταν μια πολυεθνική μεγάλη δύναμη της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης από το 1804 έως το 1867, που δημιουργήθηκε από τα βασίλεια των Αψβούργων. Κατά τη διάρκεια της ύπαρξής της ήταν η τρίτη πολυπληθέστερη αυτοκρατορία της Ευρώπης, μετά τη Ρωσική Αυτοκρατορία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Μαζί με την Πρωσία ήταν μία από τις δύο μεγάλες δυνάμεις της Γερμανικής Συνομοσπονδίας. Γεωγραφικά ήταν η τρίτη μεγαλύτερη αυτοκρατορία στην Ευρώπη μετά τη Ρωσική και την Πρώτη Γαλλική Αυτοκρατορία (621.538 τετραγωνικά χιλιόμετρα). Ανακηρύχθηκε ως απάντηση στην Πρώτη Γαλλική Αυτοκρατορία και επικαλυπτόταν εν μέρει με την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μέχρι τη διάλυση της τελευταίας το 1806.

Το Βασίλειο της Ουγγαρίας - ως Regnum Independens - διοικείτο από δικούς του θεσμούς χωριστά από την υπόλοιπη αυτοκρατορία. Μετά την ήττα της Αυστρίας στον Αυστροπρωσικό Πόλεμο του 1866 υιοθετήθηκε ο Αυστροουγγρικός Συμβιβασμός του 1867, που ένωσε το Βασίλειο της Ουγγαρίας με την Αυτοκρατορία της Αυστρίας για να σχηματίσουν την Αυστροουγγαρία.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δημιουργία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι αλλαγές που διαμόρφωσαν τη φύση της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έλαβαν χώρα κατά τις διασκέψεις στο Ράστατ (1797–1799) και στο Ρέγκενσμπουργκ (1801–1803). Στις 24 Μαρτίου 1803 διακηρύχθηκε η Αυτοκρατορική Αναστολή (Reichsdeputationshauptschluss), που μείωσε δραματικά τον αριθμό των εκκλησιαστικών κρατών της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από 81 σε μόνο 3 και των ελεύθερων αυτοκρατορικών πόλεων από 51 σε 6. Αυτό το μέτρο απέβλεπε στην αντικατάσταση του παλιού συντάγματος της Αυτοκρατορίας, αλλά η ουσιαστική συνέπειά του ήταν το τέλος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Λαμβάνοντας υπ' όψη του αυτή τη σημαντική αλλαγή ο Φραγκίσκος Β΄ δημιούργησε τον τίτλο του Αυτοκράτορα της Αυστρίας, για τον ίδιο και τους διαδόχους του.

Το 1804 ο Άγιος Ρωμαίος αυτοκράτορας Φραγκίσκος Β΄, που ήταν επίσης κυβερνήτης των εδαφών της Μοναρχίας των Αψβούργων, ίδρυσε την Αυτοκρατορία της Αυστρίας, στην οποία περιλαμβάνονταν όλα τα εδάφη του. Με αυτόν τον τρόπο δημιούργησε μια επίσημη δομή-ομπρέλα για τη Μοναρχία των Αψβούργων, που είχε λειτουργήσει ως σύνθετη μοναρχία για περίπου τριακόσια χρόνια. Το έκανε επειδή προέβλεπε είτε το τέλος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, είτε την ενδεχόμενη ανάρρηση ως Αυτοκράτορά της του Ναπολέοντα, που είχε νωρίτερα εκείνο το έτος υιοθετήσει τον τίτλο του Αυτοκράτορα των Γάλλων. Ο Φραγκίσκος Β΄ τελικά εγκατέλειψε τον τίτλο του Γερμανού-Ρωμαίου Αυτοκράτορα αργότερα το 1806. Για να προστατεύσει το αυτοκρατορικό καθεστώς της δυναστείας του υιοθέτησε τον επιπλέον κληρονομικό τίτλο του Αυτοκράτορα της Αυστρίας. Εκτός από τη συμπερίληψή τους σε ένα νέο «Kaiserthum» οι λειτουργίες της δομής-ομπρέλας και το καθεστώς των συνιστωσών εδαφών της στην αρχή παρέμειναν σχεδόν ίδιες όπως ήταν υπό τη σύνθετη μοναρχία που υπήρχε πριν από το 1804.

Αυτό αποδείχθηκε ιδιαίτερα από το καθεστώς του Βασιλείου της Ουγγαρίας, μιας χώρας που δεν ανήκε ποτέ στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και που πάντα θεωρείτο ξεχωριστό βασίλειο - μια κατάσταση που επιβεβαιώθηκε από το άρθρο Χ, που προστέθηκε στο σύνταγμα της Ουγγαρίας το 1790, κατά τη φάση της σύνθετης μοναρχίας και περιέγραφε το κράτος ως Regnum Independens. Οι υποθέσεις της Ουγγαρίας παρέμειναν υπό τη διαχείριση των θεσμών της (Βασιλιά και Δίαιτα) όπως είχαν προηγουμένως. Έτσι κανένας αυτοκρατορικός θεσμός δεν εμπλεκόταν στη διακυβέρνησή του. [1][2][3]

Η πτώση και Διάλυση της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας επιταχύνθηκε από τη Γαλλική παρέμβαση τον Σεπτέμβριο του 1805. Στις 20 Οκτωβρίου 1805 ένας Αυστριακός στρατός υπό τον Στρατηγό Καρλ Μακ φον Λάιμπεριχ ηττήθηκε από τον Γαλλικό στρατό κοντά στην πόλη της Ουλμ. Η γαλλική νίκη κατέληξε στην αιχμαλωσία 20.000 Αυστριακών στρατιωτών και πολλών κανονιών. Ο στρατός του Ναπολέοντα πέτυχε άλλη μία νίκη στο Άουστερλιτς στις 2 Δεκεμβρίου 1805. Υπό το φως αυτών των γεγονότων ο Φραγκίσκος αναγκάσθηκε να διαπραγματευθεί με τους Γάλλους από τις 4 ως τις 6 Δεκεμβρίου 1805. Αυτές οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν σε ανακωχή στις 6 Δεκεμβρίου 1805.

Οι γαλλικές νίκες ενθάρρυναν τους ηγεμόνες ορισμένων αυτοκρατορικών χωρών να συμμαχήσουν με τους Γάλλους και να διεκδικήσουν και την τυπική ανεξαρτησία τους από την Αυτοκρατορία. Στις 10 Δεκεμβρίου 1805 ο πρίγκιπας-εκλέκτορας και Δούκας της Βαυαρίας Μαξιμιλιανός Δ΄ Ιωσήφ ανακήρυξε τον εαυτό του βασιλιά και τον ακολούθησε ο Δούκας της Βυρτεμβέργης Φρειδερίκος Γ΄ στις 11 Δεκεμβρίου στις 12 Δεκεμβρίου. Ο Κάρολος Φρειδερίκος Μαργράβος της Βάδης πήρε τον τίτλο του Μεγάλου Δούκα. Επιπλέον αυτές τις χώρες υπέγραψαν σύμφωνα με τη Γαλλία και έγιναν σύμμαχοί της. Η Συνθήκη του Πρεσβούργου (σήμερα Μπρατισλάβα) μεταξύ Γαλλίας και Αυστρίας, στις 26 Δεκεμβρίου, διεύρυνε τα εδάφη των Γερμανών συμμάχων του Ναπολέοντα σε βάρος της ηττημένης Αυστρίας.

Ο Φραγκίσκος Β΄ συμφώνησε με την ταπεινωτική Συνθήκη του Πρεσβούργου (26 Δεκεμβρίου 1805), που στην πράξη σήμαινε τη διάλυση της μακροχρόνιας Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την αναδιοργάνωση, με τη σφραγίδα του Ναπολέοντα, των γερμανικών χωρών που χάθηκαν στην πορεία σε μια πρόδρομη κατάσταση της μέλλουσας σύγχρονης Γερμανίας, καθώς οι κτήσεις αυτές ανήκαν ονομαστικά στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στα σημερινά όρια της Γερμανίας, καθώς και άλλα μέτρα που εξασθένησαν την Αυστρία και τους Αψβούργους με άλλους τρόπους. Ορισμένες Αυστριακές κτήσεις στη Γερμανία παραχωρήθηκαν στους Γάλλους συμμάχους - τον Βασιλιά της Βαυαρίας, τον Βασιλιά της Βυρτεμβέργης και τον Μεγάλο Δούκα της Βάδης. Οι αυστριακές αξιώσεις για αυτά τα γερμανικά κράτη απορρίφθηκαν χωρίς εξαίρεση.

Στις 12 Ιουλίου 1806 ιδρύθηκε η Συνομοσπονδία του Ρήνου περιλαμβάνοντας 16 ηγεμόνες και χώρες. Αυτή η συνομοσπονδία, υπό γαλλική επιρροή, έθεσε τέλος στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Στις 6 Αυγούστου 1806 ακόμη και ο Φραγκίσκος αναγνώρισε τη νέα τάξη πραγμάτων και διακήρυξε τη διάλυση της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, καθώς δεν ήθελε να τον διαδεχθεί ο Ναπολέων. Αυτή η ενέργεια δεν αναγνωρίστηκε από τον Γεώργιο Γ΄ του Ηνωμένου Βασιλείου, που ήταν επίσης Εκλέκτορας του Ανόβερου και είχε επίσης χάσει τα γερμανικά εδάφη του γύρω από το Ανόβερο από τον Ναπολέοντα. Οι αξιώσεις του διευθετήθηκαν αργότερα με τη δημιουργία του Βασιλείου του Ανόβερου, με βασιλείς τους Γεώργιο Δ΄ και Γουλιέλμο Δ'. Η διαδοχή μπορούσε να είναι μόνο από άρρενα, οπότε με την άνοδο της Βασίλισσας Βικτώριας στον βρετανικό θρόνο ο θείος της Ερνέστος Αύγουστος έγινε Βασιλιάς του Ανόβερου, τερματίζοντας έτσι την προσωπική ένωση με τη Μεγάλη Βρετανία που χρονολογείτο από το 1714.

Όταν, στις 11 Αυγούστου 1804, ο Φραγκίσκος Β΄ απέκτησε τον τίτλο του πρώτου Αυτοκράτορα της Αυστρίας, η αυτοκρατορία του εκτεινόταν από τη σημερινή Ιταλία έως τη σημερινή Πολωνία και τα Βαλκάνια. Η πολυεθνική σύνθεση της αυτοκρατορίας σκιαγραφείται από τον πληθυσμό της συμπεριλαμβανομένων των Γερμανών, των Τσέχων, των Πολωνών, των Ρουμάνων, των Ούγγρων, Ιταλών, Ουκρανών, Κροατών, Σλοβάκων, Σέρβων, Σλοβένων και πολλών μικρότερων εθνοτήτων. Ο αρχηγός του κράτους ήταν αυτοκράτορας της Αυστρίας και Βασιλιάς της Ουγγαρίας καθώς και της Βοημίας, της Κροατίας, της Σλαβονίας, Δαλματίας, έχοντας υπό τις διαταγές του έναν πολυεθνικό στρατό με την ονομασία Kaiserlich-Königliche Armee (Αυτοκρατορικός-Βασιλικός Στρατός). Η αυτοκρατορία είχε συγκεντρωτική δομή, αν και παραχωρήθηκε ως ένα βαθμό αυτονομία στην Ουγγαρία, που είχε τη δική της Δίαιτα.

Η Εποχή του Μέτερνιχ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κλέμενς φον Μέττερνιχ έγινε Υπουργός Εξωτερικών το 1809. Κατείχε επίσης τη θέση του Καγκελαρίου του Κράτους (Πρωθυπουργού) από το 1821 έως το 1848, υπό τον Φραγκίσκο Β΄ και τον γιο του Φερδινάνδο Α΄. Η περίοδος 1815-1848 αναφέρεται επίσης ως "Εποχή του Μέτερνιχ". [4] Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο Μέτερνιχ έλεγχε την εξωτερική πολιτική της Μοναρχίας των Αψβούργων. Είχε επίσης μεγάλη επιρροή στην ευρωπαϊκή πολιτική. Ηταν γνωστός για τις έντονα συντηρητικές του απόψεις και προσεγγίσεις στην πολιτική. Οι πολιτικές του Μέτερνιχ ήταν ενάντια στην επανάσταση και τον φιλελευθερισμό. [5] Κατά τη γνώμη του ο φιλελευθερισμός ήταν μια μορφή νομιμοποιημένης επανάστασης. [6] Ο Μέτερνιχ πίστευε ότι η απόλυτη μοναρχία ήταν το μόνο σωστό σύστημα διακυβέρνησης. [4] Αυτή η αντίληψη επηρέασε την αντεπαναστατική πολιτική του να διασφαλίσει τη συνέχιση της Μοναρχίας των Αψβούργων στην Ευρώπη. Ο Μέτερνιχ ήταν επαγγελματίας της διπλωματίας ισορροπίας των δυνάμεων. [7] Η εξωτερική του πολιτική είχε ως στόχο να διατηρήσει τη διεθνή πολιτική ισορροπία για να διατηρήσει την ισχύ και την επιρροή των Αψβούργων στις διεθνείς υποθέσεις. Μετά τους Ναπολεόντειους Πολέμους ο Μέτερνιχ ήταν ο αρχιτέκτονας του Συνεδρίου της Βιέννης το 1815. [7] Η Αυστριακή Αυτοκρατορία ήταν Η κύρια επωφεληθείσα από το Συνέδριο της Βιέννης και σχημάτισε την Τετραπλή Συμμαχία με τη Βρετανία, την Πρωσία και τη Ρωσία.[5] Η Αυστριακή Αυτοκρατορία απέκτησε επίσης νέα εδάφη από το Συνέδριο της Βιέννης και η επιρροή της επεκτάθηκε στα βόρεια μέσω της Γερμανικής Συνομοσπονδίας και επίσης στην Ιταλία. [5] Μετά το Συνέδριο της Βιέννης το 1815 η Αυστρία έγινε το ηγετικό μέλος της Γερμανικής Συνομοσπονδίας. [8] Μετά το Συνέδριο οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις συμφώνησαν να συναντώνται και να συζητήσουν λύσεις σε περίπτωση μελλοντικών διαφωνιών ή επαναστάσεων. Λόγω του κύριου ρόλου του Μέτερνιχ στην αρχιτεκτονική του Συνεδρίου, αυτές οι συναντήσεις αναφέρονταν επίσης ως "συνέδριο ή σύστημα Μέτερνιχ". Υπό τον Μέτερνιχ ως υπουργό Εξωτερικών της Αυστρίας, νέα συνέδρια συγκλήθηκαν για την επίλυση των ευρωπαϊκών εξωτερικών υποθέσεων. Τέτοια ήταν τα Συνέδρια της Αιξ-λα-Σαπέλ (Άαχεν - 1818), του Kάρλσμπαντ (1819), του Τρόπαου (1820), του Λάιμπαχ (1821) και της Βερόνας (1822). [4] Τα συνέδρια του Μέτερνιχ είχαν ως στόχο τη διατήρηση της πολιτικής ισορροπίας μεταξύ των ευρωπαϊκών δυνάμεων και την αποτροπή επαναστατικών προσπαθειών. Οι συναντήσεις αυτές είχαν επίσης ως στόχο την επίλυση εξωτερικών ζητημάτων και διαφορών χωρίς να καταφεύγουν στη βία. Μέσω αυτών των συναντήσεων και δημιουργώντας συμμαχίες της Αυστριακής Αυτοκρατορίας με άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις των οποίων οι μονάρχες είχαν παρόμοιο συμφέρον να διατηρήσουν τη συντηρητική πολιτική κατεύθυνση, ο Μέτερνιχ κατάφερε να καθιερώσει την επιρροή της Αυστριακής Αυτοκρατορίας στην ευρωπαϊκή πολιτική. Επίσης, επειδή ο Μέτερνιχ χρησιμοποίησε τον φόβο των επαναστάσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών δυνάμεων, που και αυτές συμμεριζόταν επίσης, μπόρεσε να εδραιώσει την ασφάλεια και την επικράτηση των Αψβούργων στην Ευρώπη. [5]

Υπό τον Μέτερνιχ οι εθνικές εξεγέρσεις στην αυστριακή βόρεια Ιταλία και στα γερμανικά κράτη καταπνίγηκαν βίαια. Στη χώρα του ακολούθησε παρόμοια πολιτική για την καταστολή επαναστατικών και φιλελεύθερων ιδεών. Χρησιμοποίησε τα Διατάγματα του Κάρλσμπαντ του 1819, που καθιέρωσαν αυστηρή λογοκρισία στην εκπαίδευση, τον τύπο και τον λόγο για να καταστείλουν επαναστατικές και φιλελεύθερες ιδέες. [4] Ο Μέτερνιχ χρησιμοποίησε επίσης ένα ευρύ φάσμα κατασκοπευτικών δικτύων για να καταπνίξει τις αναταραχές.

Ο Μέτερνιχ λειτούργησε πολύ ελεύθερα σε σχέση με την εξωτερική πολιτική υπό τη βασιλεία του Αυτοκράτορα Φραγκίσκου Β΄. Ο Φραγκίσκος πέθανε το 1835. Αυτό το έτος σηματοδοτεί την παρακμή της επιρροής του Μέτερνιχ στην Αυστριακή Αυτοκρατορία. Ο κληρονόμος του Φραγκίσκου ήταν ο γιος του Φερδινάνδος Α΄ που έπασχε από διανοητική αναπηρία. [5] Η ενθρόνιση του Φερδινάνδου διατήρησε τη δυναστική διαδοχή των Αψβούργων, αλλά δεν ήταν ικανός να κυβερνήσει. [5] Η ηγεσία της Αυστριακής Αυτοκρατορίας μεταφέρθηκε σε ένα κρατικό συμβούλιο αποτελούμενο από τον Μέττερνιχ, τον αδελφό του Φραγκίσκου Β΄, Αρχιδούκα Λουδοβίκο και τον κόμη Φραντς Αντον Κόλοβρατ, που αργότερα έγινε ο πρώτος Υπουργός-Πρόεδρος (Πρωθυπουργός) της Αυστριακής Αυτοκρατορίας. Οι φιλελεύθερες Επαναστάσεις του 1848 στην Αυστριακή Αυτοκρατορία ανάγκασαν τον Μέτερνιχ να παραιτηθεί. Ο Μέτερνιχ μνημονεύεται για την επιτυχία του στη διατήρηση του status quo και την επιρροή των Αψβούργων στις διεθνείς υποθέσεις. [4] Κανένας υπουργός Εξωτερικών των Αψβούργων μετά τον Μέτερνιχ δεν κατείχε παρόμοια θέση εντός της αυτοκρατορίας για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα ούτε είχε τόσο μεγάλη επιρροή στις ευρωπαϊκές εξωτερικές υποθέσεις. [5]

Οι ιστορικοί συχνά αναφέρουν την εποχή του Μέτερνιχ ως μια περίοδο σταθερότητας: η Αυστριακή Αυτοκρατορία δεν διεξήγαγε πολέμους ούτε υπέστη ριζικές εσωτερικές μεταρρυθμίσεις. [9] Ωστόσο θεωρήθηκε επίσης ως περίοδος οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας στην Αυστριακή Αυτοκρατορία. [9] Ο πληθυσμός της Αυστρίας αυξήθηκε στα 37,5 εκατομμύρια το 1843. Επίσης σημειώθηκε αστική επέκταση και ο πληθυσμός της Βιέννης έφτασε τις 400.000. Κατά την εποχή του Μέτερνιχ η Αυστριακή Αυτοκρατορία διατηρούσε επίσης μια σταθερή οικονομία και έφτασε σε σχεδόν ισορροπημένο προϋπολογισμό, παρά το γεγονός ότι είχε μεγάλο έλλειμμα μετά τους Ναπολεόντειους πολέμους.[10]

Ο Καρλ φον Σβάρτσενμπεργκ και οι μονάρχες της Αυστρίας, της Πρωσίας και της Ρωσίας μετά τη Μάχη της Λειψίας, 1813

Επαναστάσεις του 1848[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τον Μάρτιο του 1848 έως τον Νοέμβριο του 1849 η Αυτοκρατορία απειλήθηκε από επαναστατικά κινήματα, τα περισσότερα από τα οποία είχαν εθνικό χαρακτήρα. Εκτός αυτού τα φιλελεύθερα και ακόμη και τα σοσιαλιστικά ρεύματα αντιστάθηκαν στον μακροχρόνιο συντηρητισμό της αυτοκρατορίας. Αν και τα περισσότερα επαναστατικά σχέδια απέτυχαν, έγιναν κάποιες αλλαγές. Σημαντικές μεταρρυθμίσεις που κράτησαν ήταν η κατάργηση της δουλοπαροικίας και της λογοκρισίας και η υπόσχεση τουΦερδινάνδου Α΄ της Αυστρίας ότι θα εφαρμοστεί ένα σύνταγμα σε ολόκληρη την αυτοκρατορία.

Η μάχη του Kόμαρομ κατά την Ουγγρική Επανάσταση, 1849

Tα χρόνια του Μπαχ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αυστριακός Αυτοκράτορας Φραγκίσκος Ιωσήφ με τα στρατεύματά του στη Μάχη του Σολφερίνο, 1859

Μετά τον θάνατο του Πρίγκιπα Φέλιξ του Σβάρτσενμπεργκ το 1852 ο υπουργός Εσωτερικών Βαρόνος Αλέξανδρος φον Μπαχ υπαγόρευσε σε μεγάλο βαθμό την πολιτική στην Αυστρία και την Ουγγαρία. Ο Μπαχ έκανε συγκεντρωτική τη διοικητική εξουσία για την Αυστριακή Αυτοκρατορία, αλλά υποστήριξε επίσης αντιδραστικές πολιτικές, που περιόρισαν την ελευθερία του Τύπου και σταμάτησαν τις δημόσιες δίκες. Αργότερα εκπροσώπησε την Κληρικοαπολυταρχική ( Klerikalabsolutist) τάση, που κορυφώθηκε με τον συμβιβασμό του Αυγούστου 1855, που έδωσε στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία τον έλεγχο της εκπαίδευσης και της οικογενειακής ζωής. Αυτή η περίοδος στην ιστορία της Αυστριακής Αυτοκρατορίας θα γίνει γνωστή ως η εποχή του νεοαπολυταρχισμού, ή της απολυταρχίας του Μπαχ.

Οι πυλώνες του λεγόμενου συστήματος Μπαχ (Bachsches System) ήταν, σύμφωνα με τα λόγια του Αντολφ Φίσχοφ, τέσσερις «στρατοί»: ένας όρθιος στρατός στρατιωτών, ένας καθιστός στρατός αξιωματούχων, ένας γονατιστός στρατός ιερέων και ένας στρατός ύπουλων κολάκων. Οι φυλακές ήταν γεμάτες πολιτικούς κρατούμενους, όπως ο Τσέχος εθνικιστής δημοσιογράφος και συγγραφέας Κάρελ Χάβλιτσεκ Μπόροβσκι, που εξορίστηκε βίαια (1851-1855) στο Μπρεσσανόνε. Αυτή η εξορία υπονόμευσε την υγεία του και πέθανε μετά από 5 χρόνια, σε ηλικία 35 ετών. Αυτή η υπόθεση δυσφήμησε τον Μπαχ μεταξύ των Τσέχων και στη συνέχεια οδήγησε στην ενίσχυση του Τσεχικού εθνικού κινήματος.

Ωστόσο οι χαλαρές ιδεολογικές απόψεις του Μπαχ (εκτός από τον νεοαπολυταρχισμό) οδήγησαν τη δεκαετία του 1850 σε μεγάλη άνοδο της οικονομικής ελευθερίας. Οι εσωτερικοί δασμοί καταργήθηκαν και οι αγρότες απελευθερώθηκαν από τις φεουδαρχικές τους υποχρεώσεις. [11]

Με την ιδιότητα της αρχηγού της Γερμανικής Συνομοσπονδίας η Αυστρία συμμετείχε με εθελοντές στον Πρώτο Πόλεμο του Σλέσβιχ (1848-1850). [8]

Η Σαρδηνία συμμάχησε με τη Γαλλία για την κατάκτηση της Λομβαρδίας -Βενετίας. Η Αυστρία ηττήθηκε στην ένοπλη σύγκρουση του 1859. Οι Συνθήκες της Βιλαφράνκα και της Ζυρίχης κατάργησαν τη Λομβαρδία, εκτός από το τμήμα ανατολικά του ποταμού Mίντσιο, το λεγόμενο Mαντοβάνο. [12]

Μετά το 1859[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Αυστροουγγαρία

Το Σύνταγμα του 1861 δημιούργησε μια Βουλή των Κυρίων (Herrenhaus) και μια Βουλή των Αντιπροσώπων (Abgeordnetenhaus). Αλλά οι περισσότερες εθνικότητες της μοναρχίας παρέμειναν δυσαρεστημένες.

Μετά τον δεύτερο πόλεμο με τη Δανία το 1864 το Χόλσταϊν πέρασε υπό αυστριακή και το Σλέσβιχ και το Λάουενμπουργκ υπό πρωσική διοίκηση. Αλλά οι εσωτερικές δυσκολίες συνεχίστηκαν. [13] Δίαιτες αντικατέστησαν το κοινοβούλιο σε 17 επαρχίες, οι Ούγγροι πίεζαν για αυτονομία και η Βενετία προσέβλεπε στην ενοποιημένη πλέον Ιταλία.

Μετά την ήττα της Αυστρίας στον Αυστροπρωσικό Πόλεμο του 1866 και τη διάλυση της Γερμανικής Συνομοσπονδίας υιοθετήθηκε ο Αυστροουγγρικός Συμβιβασμός του 1867. Με αυτόν το Βασίλειο της Ουγγαρίας και η Αυτοκρατορία της Αυστρίας ως δύο ξεχωριστές οντότητες ενώθηκαν σε ίση βάση για να σχηματίσουν τη Δυαδική Μοναρχία της Αυστροουγγαρίας.

Η συχνή συντομογραφία K.u.K (Kaiserliche und Königliche, "Αυτοκρατορική και Βασιλική") δεν αναφέρεται σε αυτή τη δυαδική μοναρχία αλλά προήλθε το 1745, όταν το "βασιλικό" μέρος αναφερόταν στο Αποστολικό Βασίλειο της Ουγγαρίας.

Εξωτερική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μέττερνιχ με τον Ουέλλινγκτον, τον Ταλλεϋράνδο και άλλους Ευρωπαίους διπλωμάτες στο Συνέδριο της Βιέννης, 1815

Οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι κυριάρχησαν στην αυστριακή εξωτερική πολιτική από το 1804 έως το 1815. Ο Αυστριακός στρατός ήταν μία από τις πιο τρομερές δυνάμεις που είχαν να αντιμετωπίσουν οι Γάλλοι. Οταν η Πρωσία υπέγραψε συνθήκη ειρήνης με τη Γαλλία στις 5 Απριλίου 1795, η Αυστρία αναγκάστηκε να φέρει το κύριο βάρος του πολέμου με τη Ναπολεόντειο Γαλλία για σχεδόν δέκα χρόνια. Αυτό επιβάρυνε πολύ την αυστριακή οικονομία, καθιστώντας τον πόλεμο πολύ αντιδημοφιλή. Ετσι ο Αυτοκράτορας Φραγκίσκος Β΄ αρνήθηκε να συμμετάσχει σε οποιονδήποτε άλλο πόλεμο εναντίον του Ναπολέοντα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Από την άλλη συνέχισε τις ραδιουργίες για τη δυνατότητα εκδίκησης κατά της Γαλλίας, συνάπτοντας μυστική στρατιωτική συμφωνία με τη Ρωσική Αυτοκρατορία τον Νοέμβριο του 1804. Αυτή η σύμβαση επιβεβαίωνε την αμοιβαία συνεργασία σε περίπτωση νέου πολέμου εναντίον της Γαλλίας.[14]

Η απροθυμία της Αυστρίας να ενταχθεί στον Τρίτο Συνασπισμό ξεπεράστηκε από τις βρετανικές επιχορηγήσεις, αλλά οι Αυστριακοί αποσύρθηκαν ξανά από τον πόλεμο μετά από μια αποφασιστική ήττα στη μάχη του Άουστερλιτς. Παρόλο που ο αυστριακός προϋπολογισμός υπέφερε από τις πολεμικές δαπάνες και η διεθνής του θέση υπονομεύτηκε σημαντικά, η ταπεινωτική Συνθήκη του Πρεσβούργου παρείχε αρκετό χρόνο για την ενίσχυση του στρατού και της οικονομίας. Επιπλέον οι φιλόδοξοι Αρχιδούκας Κάρολος και Γιόχαν Φίλιπ φον Στάντιον δεν εγκατέλειψαν ποτέ τον στόχο του περαιτέρω πολέμου με τη Γαλλία.

Η Αυστριακή Αυτοκρατορία το 1812

Ο Κάρολος Λουδοβίκος της Αυστρίας-Τέσεν υπηρέτησε ως επικεφαλής του Πολεμικού Συμβουλίου και αρχηγός του Αυστριακού στρατού. Ενισχυμένος με διευρυμένες εξουσίες αναμόρφωσε τον Αυστριακό στρατό για να προετοιμασθεί για νέο πόλεμο. Ο Γιόχαν Φίλιπ φον Στάντιον, Υπουργός Εξωτερικών, μισούσε προσωπικά τον Ναπολέοντα λόγω της κατάσχεσης από αυτόν της περιουσίας του στη Γαλλία. Επιπλέον η τρίτη σύζυγος του Φραγκίσκου Β΄, Μαρία Λουδοβίκη της Αυστρίας-Έστε, συμφώνησε με τις προσπάθειες του Στάντιον να ξεκινήσει ένα νέο πόλεμο. Ο Μέττερνιχ, που βρισκόταν στο Παρίσι, ζήτησε προσεκτική προέλαση σε περίπτωση του πολέμου εναντίον της Γαλλίας. Η ήττα του γαλλικού στρατού στη Μάχη του Μπαϊλέν στην Ισπανία στις 27 Ιουλίου 1808 πυροδότησε τον πόλεμο. Στις 9 Απριλίου 1809 μια αυστριακή δύναμη 170.000 ανδρών επιτέθηκε στη Βαυαρία. [15]

Παρά τις στρατιωτικές ήττες - ιδιαίτερα στις μάχες του Μαρένγκο, του Ουλμ, του Άουστερλιτς και του Βάγκραμ - και κατά συνέπεια τις εδαφικές απώλειες κατά τους Επαναστατικούς και Ναπολεόντειους Πολέμους (με τις συνθήκες του Κάμπο Φόρμιο το 1797, της Λουνεβίλ το 1801, του Πρεσβούργου το 1806 και του Σένμπρουν το 1809), η Αυστρία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανατροπή του Ναπολέοντα με τις εκστρατείες του 1813-14. Συμμετείχε σε μια δεύτερη εισβολή στη Γαλλία το 1815 και έβαλε τέλος στο καθεστώς του Μυρά στη νότια Ιταλία.

Η τελευταία περίοδος των Ναπολεόντειων Πολέμων χαρακτηρίστηκε από τον μεγάλο βαθμό επιρροής του Μέτερνιχ στην εξωτερική πολιτική της Αυστριακής Αυτοκρατορίας, πράγμα που τυπικά αποφασίστηκε από τον Αυτοκράτορα. Ο Μέτερνιχ υποστήριξε αρχικά μια συμμαχία με τη Γαλλία, κανονίζοντας τον γάμο του Ναπολέοντα με την κόρη του Φραγκίσκου Β΄, Μαρία-Λουίζα. Ωστόσο μετά την εκστρατεία του 1812 είχε συνειδητοποιήσει το αναπόφευκτο της πτώσης του Ναπολέοντα και έστρεψε την Αυστρία σε πόλεμο εναντίον της Γαλλίας. Η επιρροή του Μέττερνιχ στο Συνέδριο της Βιέννης ήταν σημαντική και έγινε όχι μόνο ο κορυφαίος πολιτικός στην Ευρώπη, αλλά ο πραγματικός κυβερνήτης της Αυτοκρατορίας μέχρι το 1848 - τη χρονιά των επαναστάσεων - και την άνοδο του φιλελευθερισμού, που ισοδυναμούσε με την πολιτική του πτώση. Το αποτέλεσμα ήταν η Αυστριακή Αυτοκρατορία να θεωρείται μία από τις μεγάλες δυνάμεις μετά το 1815, αλλά και ως αντιδραστική δύναμη και εμπόδιο στις εθνικές επιδιώξεις της Ιταλίας και της Γερμανίας. [16]

Κατά την περίοδο αυτή ο Μέτερνιχ μπόρεσε να διατηρήσει μια περίτεχνη ισορροπία μεταξύ της Πρωσίας, των μικρότερων γερμανικών κρατών και της Αυστρίας στη Γερμανική Συνομοσπονδία. Χάρη στις προσπάθειές του η Αυστρία θεωρήθηκε ως ο ανώτερος εταίρος με την Πρωσία για να παρακολουθεί τη Γερμανία στο σύνολό της. Επιπλέον ο Μέτερνιχ αντιτάχθηκε στην αποδυνάμωση της Γαλλίας στα χρόνια μετά τον Ναπολέοντα και θεώρησε τη νέα μοναρχία στο Παρίσι ως ένα αποτελεσματικό εργαλείο για να κρατήσει τη Ρωσία μακριά. Από το 1815 έως το 1848 ο Μέτερνιχ κατεύθυνε την αυτοκρατορική εξωτερική πολιτική της Αυστρίας, ακόμη και την κατάσταση της Ευρώπης, και κατάφερε να διατηρήσει την ειρήνη στην ήπειρο παρά τα αυξανόμενα φιλελεύθερα και ριζοσπαστικά κινήματα μέσα στις περισσότερες μεγάλες δυνάμεις. Η παραίτησή του το 1848, στην οποία εξαναγκάσθηκε από τους μετριοπαθείς στην αυλή και τους επαναστάτες στους δρόμους, ίσως να προκάλεσε την εξάπλωση των επαναστάσεων σε όλη τη μοναρχία. Θεωρείται ότι η αποχώρηση του Μέτερνιχ ενθάρρυνε τις φιλελεύθερες φατρίες στην Αυστρία και την Ουγγαρία, αλλά αυτό δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί με βεβαιότητα.

Κατά τον Κριμαϊκό Πόλεμο η Αυστρία διατήρησε μια πολιτική εχθρικής ουδετερότητας απέναντι στη Ρωσία και, ενώ δεν συμμετείχε στον πόλεμο, υποστήριξε τον Αγγλογαλλικό συνασπισμό. Εχοντας εγκαταλείψει τη συμμαχία της με τη Ρωσία, η Αυστρία απομονώθηκε διπλωματικά μετά τον πόλεμο, γεγονός που συνέβαλε στη μη επέμβαση της Ρωσίας στον Γαλλοαυστριακό Πόλεμο του 1859, που σήμανε το τέλος της αυστριακής επιρροής στην Ιταλία, και στον Αυστροπρωσικό Πόλεμο του 1866, με την απώλεια της επιρροής του στα περισσότερα γερμανόφωνα εδάφη.[17]

Συστατικές χώρες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αυστριακή Αυτοκρατορία μεταξύ 1816 και 1861
Η Αυστριακή Αυτοκρατορία μεταξύ 1866 και 1867
Εθνογραφική σύνθεση της Αυστριακής Αυτοκρατορίας (1855)

Οι Χώρες του Στέμματος της Αυστριακής Αυτοκρατορίας μετά το Συνέδριο της Βιέννης του 1815, συμπεριλαμβανομένων των αναδιοργανώσεων της τοπικής αυτοδιοίκησης από τις Επαναστάσεις του 1848 ως το Σύνταγμα του Οκτωβρίου 1860:

Οι παλιές κτήσεις των Αψβούργων στην Έξω Αυστρίας (στη σημερινή Γαλλία, Γερμανία και Ελβετία) είχαν ήδη χαθεί με την Ειρήνη του Πρεσβούργου το 1805. Από το 1850 τα Βασίλεια της Κροατίας και της Σλαβονίας και τα Στρατιωτικά Σύνορα αποτελούσαν μια ενιαία χώρα με ενιαία επαρχιακή και στρατιωτική διοίκηση και εκπροσώπηση. [18]

Φωτογραφίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βλέπε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Laszlo, Péter (2011), Hungary's Long Nineteenth Century: Constitutional and Democratic Traditions, Koninklijke Brill NV, Leiden, the Netherlands, σελ. 6 
  2. "Vor dem Jahr 1848 is[t] das Kaisertum Österreich verfassungsrechtlich als ein monarchischer Einheitsstaat auf differenziert föderalistischer Grundlage zu sehen, wobei die besondere Stel[l]ung Ungarns im Rahmen dieses Gesamtstaates stets offenkundig war. Eine weitere Differenzierung der föderalistischen Grundlage erfolgte ab 1815 durch die Zugehörigkeit eines teiles des Kaisertums zum Deutschen Bund." "Before 1848 the Austrian Empire can be regarded in constitutional law as a unitary monarchy on a differentiated federalistic basis, whereby the special position of Hungary within the framework of this federal entity was always evident. A further differentiation of the federalistic position followed from 1815 through the affiliation of a part of the empire to the German federation."Zeilner, Franz (2008), Verfassung, Verfassungsrecht und Lehre des Öffentlichen Rechts in Österreich bis 1848: Eine Darstellung der materiellen und formellen Verfassungssituation und der Lehre des öffentlichen Rechts, Lang, Frankfurt am Main, σελ. 45 
  3. József Zachar, Austerlitz, 1805. december 2. A három császár csatája – magyar szemmel, Αρχειοθετήθηκε 2019-12-22 στο Wayback Machine. In: Eszmék, forradalmak, háborúk. Vadász Sándor 80 éves, ELTE, Budapest, 2010 p. 557
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 Sked, Alan. The Decline and Fall of the Habsburg Empire, 1815–1918. London: Longman, 1989. Print.
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 5,5 5,6 Jelavich, Barbara. The Habsburg Empire in European Affairs: 1814–1918. Chicago: Rand Mcnally, 1969. Print.
  6. Tuncer, Huner. "Metternich and the Modern Era." ARTS-CULTURE -. Daily News, 6 September 1996. Web. 24 March 2015.
  7. 7,0 7,1 Sofka, James R. "Metternich's Theory of European Order: A Political Agenda for 'Perpetual Peace'." The Review of Politics 60.01 (1998): 115. Web.
  8. 8,0 8,1 Handbook of Austria and Lombardy-Venetia Cancellations on the Postage Stamp Issues 1850–1864, by Edwin MUELLER, 1961.
  9. 9,0 9,1 Crankshaw, Edward. The Fall of the House of Habsburg. New York: Viking, 1963. Print.
  10. "History of Austria, Austria in the Age of Metternich." History of Austria, Austria in the Age of Metternich. N.p., n.d. Web. 24 March 2015.
  11.  «Bach, Alexander, Baron». New International Encyclopedia. 1905. 
  12. Mueller 1961, Historical Data, p.H5.
  13. Mueller 1961, p.H6.
  14. Gunther Rothenberg, Napoleon's great adversaries: the Archduke Charles and the Austrian army, 1792–1814 (Indiana UP, 1982).
  15. Robert Goetz, 1805, Austerlitz: Napoleon and the Destruction of the Third Coalition (2005).
  16. Josephine Bunch Stearns, The Role of Metternich in Undermining Napoleon (University of Illinois Press, 1948).
  17. Figes, Orlando (2010). Crimea: The Last Crusade. London: Allen Lane. σελ. 433. ISBN 978-0-7139-9704-0. 
  18. «Najnovije doba hrvatske povjesti (R. Horvat)/Prelom s Ugarskom – Wikizvor». hr.wikisource.org. Ανακτήθηκε στις 15 Ιουνίου 2019. 

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Lalor, John J. (Ed.), 1881. Encyclopædia of Political Science, Political Economy, and the Political History of the United States by the Best American and European Writers. New York: Maynard, Merrill, and Co.
  • Manfred, Albert M., 1973. Napoleon Bonaparte. Prague, Czech Republic: Svoboda.
  • Skřivan, Aleš, 1999. European Politics 1648–1914 [Evropská politika 1648-1914]. Prague, Czech Republic: Aleš Skřivan.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]