Αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ
Συντεταγμένες: 78°N 16°E / 78°N 16°E
Σβάλμπαρντ
Svalbard | ||
---|---|---|
| ||
και μεγαλύτερη πόλη | Λόνγκγιαρμπιεν | |
Νορβηγικά | ||
Χώρα | Νορβηγία | |
• Σύνολο | 61.022 km² km2 | |
Πληθυσμός • Εκτίμηση 2024 | 2.617 |
Το Αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ (νορβ.: Svalbard, προφέρεται Σφάλμπαρντ, πλήρης ονομασία: Σβάλμπαρντ και Γιαν Μάγεν[1]) ή νήσοι Σπιτσβέργης, βρίσκεται στον Αρκτικό Ωκεανό, βόρεια της ηπειρωτικής Ευρώπης, στα μισά περίπου της απόστασης ανάμεσα στη Νορβηγία και τον Βόρειο Πόλο. Αποτελείται από μια ομάδα έντεκα κύριων νησιών που βρίσκονται ανάμεσα σε γεωγραφικό πλάτος 75° ως 81° Β και γεωγραφικό μήκος 10° ως 35° Α. Το αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ αποτελεί το βορειότερο κομμάτι του Βασιλείου της Νορβηγίας, σύμφωνα με συνθήκη του 1925. Τρία μόνο νησιά κατοικούνται και ο μεγαλύτερος οικισμός και πρωτεύουσα είναι το Λόνγκγιαρμπιεν (Longyearbyen) στο νησί Σπιτσβέργη.
Η συνολική έκταση των νησιών του αρχιπελάγους αυτού είναι 61.022 τ.χλμ. και ο πληθυσμός τους ανέρχεται σε 2.617 κατοίκους (2024).[2] Στην περιοχή αυτή υπάρχουν πολλά ανθρακωρυχεία. Στο αρχιπέλαγος υπάγεται και η νήσος Μπγιέρνεγια που βρίσκεται νοτιότερα.
Τα κυριότερα νησιά του αρχιπελάγους Σβάλμπαρντ, κατά σειρά μεγέθους, είναι:
Κατάταξη | Νησί | Έκταση (τ.χλμ.) |
---|---|---|
1 | Σπιτσβέργη | 39.044 |
2 | Βορειοανατολική Γη | 14.443 |
3 | Έντγκεγια | 5.073 |
4 | Μπάρεντσεγια | 1.288 |
5 | Κβίτεγια | 682 |
6 | Πρινς Καρλς Φόρλαντ | 615 |
7 | Κόνγκσεγια | 191 |
8 | Μπγιέρνεγια | 178 |
9 | Σβένσκεγια | 137 |
10 | Βίλχελμεγια | 120 |
11 | Λόγκεγια | 103,5 |
Στο αρχιπέλαγος καταγράφηκε στις 21 Φεβρουαρίου του 2008 η μεγαλύτερη σεισμική δόνηση που έχει σημειωθεί[3] στην ιστορία της Νορβηγίας, μεγέθους 6,2 βαθμών στην κλίμακα Ρίχτερ.
Γεωγραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Συνθήκη του Σβάλμπαρντ του 1920[4] καθορίζει ως Σβάλμπαρντ όλα τα νησιά, τις νησίδες και τις βραχονησίδες από 74 ° ως 81 ° βόρειο γεωγραφικό πλάτος και από 10 ° ως 35 ° ανατολικό γεωγραφικό μήκος[5][6] Η έκτασή τους είναι 61.022 τ.χλμ. και μεταξύ αυτών δεσπόζει το νησί Σπιτσβέργη, που αποτελεί περισσότερο από το ήμισυ του αρχιπελάγους, ακολουθούμενο από τη Βορειοανατολική Γη και το Έντγκεγια[7]. Όλοι οι οικισμοί βρίσκονται στη Σπιτσβέργη, εκτός από τις μετεωρολογικές βάσεις Μπγιέρνεγια και [4]. Το νορβηγικό κράτος ανέλαβε την ιδιοκτησία όλων των μη διεκδικηθεισών γαιών, ήτοι 95,2% του αρχιπελάγους, όταν τέθηκε σε ισχύ η Συνθήκη του Σβάλμπαρντ. Η Store Norske κατέχει το 4%, η Arktikugol το 0,4%, ενώ άλλοι ιδιοκτήτες το 0,4%.
Δεδομένου ότι το Σβάλμπαρντ βρίσκεται βόρεια του Αρκτικού Κύκλου, βιώνει τον ήλιο του μεσονυχτίου το καλοκαίρι και την πολική νύχτα τον χειμώνα. Σε β.γ.π. 74 ° ο ήλιος του μεσονυχτίου διαρκεί 99 ημέρες και η πολική νύχτα 84 ημέρες, ενώ οι αντίστοιχες διάρκειες σε β.γ.π. 81 ° είναι 141 και 128 ημέρες[8]. Στο Λόνγκγιαρμπιεν ο ήλιος του μεσονυχτίου διαρκεί από τις 20 Απριλίου ως τις 23 Αυγούστου και η πολική νύχτα από τις 26 Οκτωβρίου ως τις 15 Φεβρουαρίου. Τον χειμώνα ο συνδυασμός της πανσελήνου και της αντανάκλασης του χιονιού μπορεί να δώσει επιπλέον φως.[8]
Παγετώνες καλύπτουν 36.502 τ.χλμ. ή το 60% του Σβάλμπαρντ, 30% είναι άγονοι βράχοι ενώ το 10% διαθέτει βλάστηση[9]. Ο μεγαλύτερος παγετώνας είναι ο Αουστφόνα (8.412 τ.χλμ.) στη Βορειοανατολική Γη, και ακολουθούν οι Γη Ολαφ Ε΄ και Βεστφόνα. Το καλοκαίρι μπορεί κανείς να κάνει σκι από το Σέρκαπ στα νότια ως τα βόρεια της Σπιτσβέργης, με μικρό τμήμα να μην καλύπτεται από χιόνι ή παγετώνα. Το Κβίτεγια είναι κατά 99,3% καλυμμένο από παγετώνα.[10]
Η εδαφική μορφολογία του Σβάλμπαρντ προέκυψε από επαναλαμβανόμενες εποχές παγετώνων, όταν οι παγετώνες μετέτρεπαν το πρώην οροπέδιο σε φιόρδ, κοιλάδες και βουνά.[11] Η υψηλότερη κορυφή είναι το Νιουτοντόπεν (1.717 μ.) και ακολουθούν τα Περιερτόπεν (1.712 μ.), Τσέρεσφγέλετ (1,675 μ.), Τσάντγουικρίγκεν (1.640 μ.) και Γκαλιλεοτόπεν (1.637 μ.). Το μεγαλύτερο φιορδ είναι το Βιντεφιόρντεν (108 χλμ.) και ακολουθούν τα Ισφιόρντεν (107 χλμ.), Βαν Μιγενφιόρντεν (83 χλμ.), Βοοντφιόρντεν (64 χλμ.) και Βαλενμπεργκφιόρντεν (46 χλμ.).[12]
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ολλανδική ανακάλυψη, εξερεύνηση και χαρτογράφηση μιας terra nullius
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι Αρχαίοι Σκανδιναβοί πιθανώς ανακάλυψαν το Σβάλμπαρντ ήδη από τον 12ο αιώνα. Υπάρχουν παραδοσιακές αρχαιοσκαδιναβικές περιγραφές μιας γης που είναι γνωστή ως Svalbarð - κυριολεκτικά "κρύες ακτές" - παρόλο που αυτό θα μπορούσε να αναφέρεται στο Γιαν Μάγεν ή σε τμήμα της ανατολικής Γροιλανδίας.[13][14] Θεωρείτο ότι τόσο το Σβάλμπαρντ όσο και η Γροιλανδία συνδέονταν με την ηπειρωτική Ευρώπη[15]. Το αρχιπέλαγος θα μπορούσε, κατά την περίοδο αυτή, να είχε χρησιμοποιηθεί για αλιεία και κυνήγι.[16] Ο Ολλανδός Βίλχελμ Μπάρεντς έκανε την πρώτη ανακάλυψη του αρχιπελάγους το 1596, όταν αντίκρυσε τις ακτές του, αναζητώντας τον Βόρειο Θαλάσσιο Δρόμο (τον περίπλου της Ασίας από βορρά).[17]
Το όνομα Spitsbergen προήλθε από τον Μπάρεντς, που έτσι περιέγραψε τα "μυτερά βουνά" που είδε στη δυτική ακτή του μεγαλύτερου νησιού, της Σπιτσβέργη, αν και ο χάρτης της Αρκτικής του 1599 ονομάζει το νησί Het Nieuwe Land ("Η Νέα Γη"). Ο Μπάρεντς δεν αναγνώρισε ότι είχε ανακαλύψει ένα αρχιπέλαγος και επομένως το όνομα Spitsbergen παρέμεινε για πολύ σε χρήση τόσο για το μεγαλύτερο νησί όσο και για το αρχιπέλαγος ως σύνολο.[18]
Η πρώτη γνωστή αποβίβαση στο νησί χρονολογείται από το 1604, όταν ένα αγγλικό πλοίο προσάραξε στο Μπγέρνεγια και άρχισε το κυνήγι των θαλάσσιων ίππων. Σύντομα ακολούθησαν ετήσιες αποστολές και η Σπιτσβέργη έγινε βάση για το κυνήγι της φάλαινας από το 1611.[19][20] Λόγω της ανυπαρξίας συγκεκριμένης κυριαρχίας στην περιοχή αγγλικές, δανικές, ολλανδικές και γαλλικές εταιρείες και αρχές επιχείρησαν να χρησιμοποιήσουν βία για να αποκλείσουν τους στόλους άλλων χωρών[21][22]
17ος–18ος αιώνας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Σμέερενμπουργκ ήταν ένας από τους πρώτους οικισμούς, που ιδρύθηκαν από τους Ολλανδούς, το 1619.[23] Μικρότερες βάσεις κατασκευάστηκαν επίσης από τους Αγγλους, τους Δανούς και τους Γάλλους. Αρχικά τα φυλάκια ήταν απλά καλοκαιρινές κατασκηνώσεις, αλλά από τις αρχές της δεκαετίας του 1630 μερικά άτομα άρχισαν να ξεχειμωνιάζουν. Η φαλαινοθηρία στη Σπιτσβέργη διήρκεσε μέχρι τη δεκαετία του 1820, όταν οι φαλαινοθήρες της Ολλανδίας, της Αγγλίας και της Δανίας μετακινήθηκαν αλλού στην Αρκτική.[24] Στα τέλη του 17ου αιώνα έφτασαν Ρώσοι κυνηγοί, που έμεναν τον χειμώνα σε μεγαλύτερο βαθμό και κυνηγούσαν χερσαία θηλαστικά όπως οι πολικές αρκούδες και οι αλεπούδες[25].
19ος αιώνας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά τον Αγγλορωσικό πόλεμο το 1809 η ρωσική δραστηριότητα στο Σβάλμπαρντ μειώθηκε και σταμάτησε τελείως τη δεκαετία του 1820.[26] Το κυνήγι από τους Νορβηγούς- κυρίως των θαλάσσιων ίππων - ξεκίνησε το 1790. Οι πρώτοι Νορβηγοί που έφτασαν στη Σπιτσβέργη ήταν αρκετοί Σαάμι των Ακτών από την περιοχή του Χάμερφεστ, που προσλήφθηκαν ως τμήμα του ρωσικού πληρώματος μιας αποστολής το 1795.[27] Η φαλαινοθηρία εγκαταλείφθηκε από τους Νορβηγούς περίπου την ίδια εποχή που έφυγαν οι Ρώσοι[28], αλλά γενικά συνεχίστηκε γύρω από τη Σπιτσβέργη μέχρι τη δεκαετία του 1830 και γύρω από το Μπγέρνεγια μέχρι τη δεκαετία του 1860.[29]
20ος αιώνας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Συνθήκη του Σβάλμπαρντ και η Νορβηγική κυριαρχία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τη δεκαετία του 1890 το Σβάλμπαρντ είχε γίνει προορισμός για τον τουρισμό της Αρκτικής, είχαν βρεθεί κοιτάσματα άνθρακα και τα νησιά χρησιμοποιούντο ως βάση για την εξερεύνηση της Αρκτικής.[30]. Η πρώτη εξόρυξη έγινε στο Ισφιόρντεν από Νορβηγούς το 1899. Το 1904 Βρετανοί εγκαταστάθηκαν στο Αντβεντφιόρντεν και άρχισαν τις πρώτες ετήσιες επιχειρήσεις[31]. Η παραγωγή στο Λόνγκγιαρμπιεν από Αμερικανούς ξεκίνησε το 1908[32] και η Store Norske εγκαταστάθηκε το 1916, όπως και άλλες νορβηγικές εταιρείες κατά τη διάρκεια του πολέμου, εν μέρει αγοράζoντας αμερικανικές συμμετοχές[33].
Οι συζητήσεις για την καθιέρωση κυριαρχίας στο αρχιπέλαγος άρχισαν τη δεκαετία του 1910,[34] αλλά διακόπηκαν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.[35] Στις 9 Φεβρουαρίου 1920, μετά τη Συνδιάσκεψη Ειρήνης του Παρισιού, υπογράφηκε η Συνθήκη του Σβάλμπαρντ, που παρείχε πλήρη κυριαρχία στη Νορβηγία. Ωστόσο σε όλες τις χώρες που τη συνυπέγραψαν χορηγήθηκαν αδιακρίτως δικαιώματα στην αλιεία, το κυνήγι και τους ορυκτούς πόρους[36]. Η συνθήκη τέθηκε σε ισχύ στις 14 Αυγούστου 1925, την ίδια στιγμή που ο Νόμος του Σβάλμπαρντ ρύθμισε το αρχιπέλαγος και ανέλαβε καθήκοντα ο πρώτος κυβερνήτης Γιόχανες Γκέρκενς Μπάσε[37]. Το αρχιπέλαγος είναι παραδοσιακά γνωστό ως Σπιτσβέργη και το μεγαλύτερο νησί ως Δυτική Σπιτσβέργη. Τη δεκαετία του 1920 η Νορβηγία μετονόμασε το αρχιπέλαγος σε Σβάλμπαρντ και το μεγαλύτερο νησί σε Σπιτσβέργη.[38] Τα Κβίτεγια, Γη βασιλιά Καρόλου, Χόπεν και Μπγέρνεγια δεν θεωρήθηκαν ως μέρος του αρχιπελάγους της Σπιτσβέργη.[39] Οι Ρώσοι παραδοσιακά αποκαλούσαν το αρχιπέλαγος Γκρούμαντ (Грумант).[40] Η Σοβιετική Ένωση διατήρησε το όνομα Σπιτσβέργη (Шпицберген)) για να υποστηρίξει τους ανυπόστατους ισχυρισμούς της ότι οι Ρώσοι ήταν οι πρώτοι που ανακάλυψαν το νησί.[41][42] Το 1928 ο Ιταλός εξερευνητής Ουμπέρτο Νόμπιλε και το πλήρωμα του αερόπλοιου Italia συνετρίβησαν στους επιπλέοντες πάγους ανοικτά του Νησιού Φόινεγια. Οι προσπάθειες διάσωσης που ακολούθησαν καλύφθηκαν εκτενώς στον Τύπο και έτσι το Σβάλμπαρντ απέκτησε βραχύβια φήμη.
Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1941, μετά την Επιχείρηση Γκάουντλετ, όλοι οι νορβηγικοί και σοβιετικοί οικισμοί στο Σβάλμπαρντ εκκενώθηκαν[43] και δημιουργήθηκε μια γερμανική παρουσία με μετεωρολογικό σταθμό[44], αν και διατηρήθηκε μια μικρή νορβηγική φρουρά στη Σπιτσβέργη. Η Γερμανική Επιχείρηση Τσιτρονέλα αφαίρεσε αυτή τη φρουρά με βία το 1943 και ταυτόχρονα κατέστρεψε τους οικισμούς στο Λόνγκγιαρμπιεν και το Μπάρεντσμπουργκ.[45] Το Σεπτέμβριο του 1944, μαζί με το πλοίο εφοδιασμού Carl J. Busch, το υποβρύχιο U-307 μετέφερε στο Σβάλμπαρντ τους άνδρες της Επιχείρησης Χάουντεγκεν. Η Επιχείρηση Χάουντεγκεν ήταν το όνομα μιας γερμανικής επιχείρησης κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο για την εγκατάσταση μετεωρολογικών σταθμών στο Σβάλμπαρντ.
Ο σταθμός ήταν ενεργός από τις 9 Σεπτεμβρίου 1944 ως τις 4 Σεπτεμβρίου 1945. Έχασε τη ραδιοφωνική επαφή τον Μάιο του 1945 και οι στρατιώτες ήταν σε θέση να ζητήσουν υποστήριξη μόνο τον Αύγουστο του 1945. Στις 4 Σεπτεμβρίου 1945 οι στρατιώτες περισυνελέγησαν από νορβηγικό αλιευτικό φώκιας και παραδόθηκαν στον καπετάνιο του. Αυτή η ομάδα ανδρών ήταν τα τελευταία γερμανικά στρατεύματα που παραδόθηκαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά τον πόλεμο η Σοβιετική Ένωση πρότεινε κοινή νορβηγική και σοβιετική διοίκηση και στρατιωτική άμυνα του Σβάλμπαρντ. Αυτό απορρίφθηκε το 1947 από τη Νορβηγία, που δύο χρόνια αργότερα εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ. Η Σοβιετική Ένωση διατήρησε έντονη (μη στρατιωτική) παρουσία στο Σβάλμπαρντ, εν μέρει για να διασφαλίσει ότι το αρχιπέλαγος δεν θα χρησιμοποιηθεί από το ΝΑΤΟ.[46]
Μεταπολεμικά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά τον πόλεμο η Νορβηγία επανεγκατέστησε επιχειρήσεις στο Λόνγκγιαρμπιεν και στο Νυ-Όλεσουντ [47], ενώ η Σοβιετική Ένωση ξεκίνησε εξορύξεις στο Μπάρεντσμπουργκ, στο Πυραμίντεν και το Γκρούμαντ.[48] Στο ορυχείο στο Νυ-Ολεσουντ συνέβησαν αρκετά θανατηφόρα ατυχήματα, με 71 νεκρούς ενώ ήταν σε λειτουργία από το 1945 έως το 1954 και από το 1960 έως το 1963. Η υπόθεση Κίνγκς Μπέι, που προκλήθηκε από το ατύχημα του 1962 που σκότωσε 21 εργαζόμενους, ανάγκασε την Τρίτη Κυβέρνηση του Γκέρχαρντσεν να παραιτηθεί.[49][50] Από το 1964 το Νυ-Ολεσουντ έγινε ερευνητικό φυλάκιο και υποδομή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστημικής Έρευνας[51]. Το 1963 άρχισαν δοκιμαστικές γεωτρήσεις για πετρέλαιο που συνεχίστηκαν μέχρι το 1984, αλλά δεν βρέθηκαν εμπορικά βιώσιμα κοιτάσματα[52]. Από το 1960 πραγματοποιούντο τακτικές πτήσεις τσάρτερ από την ηπειρωτική χώρα σε ένα χωράφι στο Χότελνεσετ.[53] Το 1975 άνοιξε το αεροδρόμιο του Σβάλμπαρντ, στο Λόνγκγιαρμπιεν, με λειτουργία όλο τον χρόνο.[54]
Κατά τον Ψυχρό Πόλεμο η Σοβιετική Ένωση διατηρούσε περίπου τα δύο τρίτα του πληθυσμού των νησιών (με ένα τρίτο να είναι Νορβηγοί) με τον πληθυσμό του αρχιπελάγους ελαφρώς κάτω των 4.000. Η δραστηριότητα της Ρωσίας από τότε μειώθηκε σημαντικά, περιοριζόμενη από 2.500 σε 450 άτομα από το 1990 έως το 2010.[55][56] Το Γκρούμαντ έκλεισε όταν εξαντλήθηκε το 1962.[48] Το Πυραμίντεν έκλεισε το 1998.[57] Οι εξαγωγές άνθρακα από το Μπάρεντσμπουργκ σταμάτησαν το 2006 λόγω πυρκαγιάς, αλλά συνεχίστηκαν το 2010.[58] Η ρωσική κοινότητα έχει επίσης βιώσει δύο αεροπορικά ατυχήματα, της Πτήσης 2801 της Βνούκοβο Αιρλάινς, με 141[59] και του ελικόπτερου Χεερόντεν με 3 νεκρούς.[60].
Το Λόνγκγιαρμπιεν παρέμεινε καθαρά εταιρική πόλη μέχρι το 1989, όταν οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, ο πολιτισμός και η εκπαίδευση ανατέθηκαν στη Δημοτική Επιχείρηση του Σβάλμπαρντ.[61] Το 1993 πωλήθηκε στην εθνική κυβέρνηση και ιδρύθηκε το Πανεπιστημιακό Κέντρο[62]. Τη δεκαετία του 1990 αυξήθηκε ο τουρισμός και η πόλη ανέπτυξε μια οικονομία ανεξάρτητη από τη Store Norske και τα ορυχεία. Την 1η Ιανουαρίου 2002 ιδρύθηκε το δημοτικό συμβούλιο του Λόνγκγιαρμπιεν.
Στις αρχές του 2008 άρχισε τη λειτουργία της η Παγκόσμια Τράπεζα Σπόρων Σβάλμπαρντ, που είναι μια από τις τράπεζες σπόρων που συμμετέχουν στο παγκόσμιο δίκτυο αποθήκευσης σπόρων το οποίο δημιουργήθηκε με τη Διεθνή Συνθήκη Γενετικών Πόρων Φυτών του 2004, με σκοπό να βοηθήσει στη συντήρηση της βιοποικιλότητας στον πλανήτη. Η κατασκευή της κόστισε 8 εκ. δολάρια ΗΠΑ και χρηματοδοτήθηκε από τη Νορβηγική κυβέρνηση. Διοικείται μετά από τριμερή συμφωνία της Νορβηγικής κυβέρνησης, του διεθνούς οργανισμού Global Crop Diversity Trust και του Nordic Genetic Resource Center (Κέντρο Γενετικών Πόρων των Βόρειων χωρών).
Δημογραφικά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πληθυσμός
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 2024 το Σβάλμπαρντ είχε πληθυσμό 2.617,[2] από τους οποίους 423 ήταν Ρώσοι και Ουκρανοί, 10 Πολωνοί και 322 άλλοι μη Νορβηγοί που ζούσαν σε νορβηγικούς οικισμούς. Οι μεγαλύτερες μη νορβηγικές ομάδες στο Λόνγκγιαρμπιεν το 2005 ήταν από τη Ρωσία, την Ουκρανία, την Πολωνία, τη Γερμανία, τη Σουηδία, τη Δανία και την Ταϊλάνδη.
Οικισμοί
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Λόνγκγιαρμπιεν είναι ο μεγαλύτερος οικισμός στο αρχιπέλαγος, η έδρα του κυβερνήτη και ο μοναδικός δήμος. Η πόλη διαθέτει νοσοκομείο, πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, πανεπιστήμιο, αθλητικό κέντρο με πισίνα, βιβλιοθήκη, κέντρο πολιτισμού, κινηματογράφο,[63] λεωφορεία, ξενοδοχεία, τράπεζα[64] και διάφορα μουσεία[65]. Εκδίδεται η εβδομαδιαία εφημερίδα Svalbardposten. Μόνο ένα μικρό μέρος της εξορυκτικής δραστηριότητας παραμένει στο Λόνγκγιαρμπιεν. Αντίθετα οι εργαζόμενοι μετακινούνται στη Σβεαγκρούβα (ή Σβέα), όπου η Store Norske διαθέτει ορυχείο.
Το Νυ-Ολεσουντ είναι μόνιμος οικισμός που βασίζεται αποκλειστικά στην έρευνα. Παλαιότερα τόπος εξόρυξης, εξακολουθεί να είναι μια εταιρική πόλη που τη διαχειρίζεται η Kings Bay, ιδιοκτησίας του νορβηγικού κράτους. Ενώ υπάρχει εκεί κάποιος τουρισμός, οι νορβηγικές αρχές περιορίζουν την πρόσβαση στο φυλάκιο για να ελαχιστοποιήσουν τις επιπτώσεις στο επιστημονικό έργο. Το Νυ-Ολεσουντ έχει πληθυσμό 35 κατοίκων τον χειμώνα και 180 το καλοκαίρι.[66] Το Νορβηγικό Μετεωρολογικό Ινστιτούτο έχει σταθμούς στο Μπγέρνεγια και το Χόπεν, με τοποθετημένα εκεί δέκα και τέσσερα άτομα αντίστοιχα. Και οι δύο σταθμοί μπορούν επίσης να φιλοξενήσουν προσωρινό ερευνητικό προσωπικό. Η Πολωνία εκμεταλλεύεται τον Πολωνικό Πολικό Σταθμό στο Χόρνσουντ, με δέκα μόνιμους κατοίκους.
Το Μπάρεντσμπουργκ είναι ο μόνος μόνιμα κατοικούμενος ρωσικός οικισμός μετά την εγκατάλειψη του Πυραμίντεν το 1998. Είναι μια εταιρική πόλη: όλες οι εγκαταστάσεις ανήκουν στην Arktikugol, που εκμεταλλεύεται ένα ανθρακωρυχείο. Εκτός από τις εγκαταστάσεις εξόρυξης, η Arktikugol έχει ανοίξει ένα ξενοδοχείο και κατάστημα με σουβενίρ και παρέχει εστίαση στους τουρίστες που κάνουν ημερήσιες εκδρομές ή πεζοπορία από το Λόνγκγιαρμπιεν. Το χωριό διαθέτει εγκαταστάσεις όπως σχολείο, βιβλιοθήκη, αθλητικό κέντρο, κοινοτικό κέντρο, πισίνα, αγρόκτημα και θερμοκήπιο. Το Πυραμίντεν διαθέτει παρόμοιες εγκαταστάσεις. Και οι δύο οικισμοί είναι χτισμένοι με το χαρακτηριστικό μεταπολεμικό σοβιετικό αρχιτεκτονικό και πολεοδομικό ύφος και περιέχουν τα δύο βορειότερα αγάλματα του Λένιν και άλλα έργα τέχνης σοσιαλιστικού ρεαλισμού.[67] Μερικοί εργαζόμενοι βρίσκονται στο σε μεγάλο βαθμό εγκαταλειμμένο Πυραμίντεν για να συντηρούν τις υποδομές και να λειτουργούν το ξενοδοχείο, που άνοιξε εκ νέου για τους τουρίστες.
Θρησκεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού είναι Χριστιανοί της Εκκλησία της Νορβηγίας. Οι Καθολικοί του αρχιπελάγους ποιμαίνονται από τον Ιεράρχη του Τρόμσε.[68]
Πολιτική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Συνθήκη του Σβάλμπαρντ του 1920 καθιέρωσε πλήρη νορβηγική κυριαρχία επί του αρχιπελάγους. Τα νησιά, αντίθετα από το Νορβηγικό έδαφος της Ανταρκτικής, αποτελούν τμήμα του Βασιλείου της Νορβηγίας και όχι εξάρτηση. Η συνθήκη τέθηκε σε ισχύ το 1925, σύμφωνα με τον Νόμο του Σβάλμπαρντ. Και οι σαράντα χώρες που έχουν υπογράψει τη Συνθήκη έχουν εξ ίσου το δικαίωμα να διεξάγουν εμπορικές δραστηριότητες στο αρχιπέλαγος, αν και όλες οι δραστηριότητες υπόκεινται στη νορβηγική νομοθεσία. Η συνθήκη περιορίζει το δικαίωμα της Νορβηγίας να εισπράττει φόρους για τις οικονομικές δραστηριότητες στο Σβάλμπαρντ. Ως εκ τούτου το Σβάλμπαρντ έχει χαμηλότερο φόρο εισοδήματος από την ηπειρωτική Νορβηγία και δεν υπάρχει φόρος προστιθέμενης αξίας. Υπάρχει ξεχωριστός προϋπολογισμός για το Σβάλμπαρντ για να διασφαλίζεται η συμμόρφωση. Το Σβάλμπαρντ είναι αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη, καθώς η συνθήκη απαγορεύει την εγκατάσταση στρατιωτικών εγκαταστάσεων. Η νορβηγική στρατιωτική δραστηριότητα περιορίζεται στην παρακολούθηση της αλιείας από τη νορβηγική ακτοφυλακή, καθώς η συνθήκη απαιτεί από τη Νορβηγία να προστατεύει το φυσικό περιβάλλον.[6][69]
Ο Νόμος του Σβάλμπαρντ καθιέρωσε τον θεσμό του Κυβερνήτη του Σβάλμπαρντ (νορβηγικά: Sysselmannen), που είναι υπεύθυνος τόσο ως περιφερειάρχης όσο και ως αρχηγός της αστυνομίας, καθώς και με όποιες αρμοδιότητες του δίνει η εκτελεστική εξουσία. Αυτές περιλαμβάνουν την περιβαλλοντική πολιτική, το οικογενειακό Δίκαιο, την επιβολή του νόμου, την έρευνα και διάσωση, τη διαχείριση του τουρισμού, τις υπηρεσίες πληροφοριών, τις σχέσεις με τους ξένους οικισμούς και τις δικαστικές σε μερικούς τομείς των ναυτικών ερευνών και των δικαστικών εξετάσεων[70][71]. Από το 2015 Κυβερνήτης είναι η Κιέρστιν Ασκολτ, επικουρούμενη από προσωπικό 26 υπαλλήλων. Ο Κυβερνήτης υπάγεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημόσιας Ασφάλειας, αλλά αναφέρεται και σε άλλα υπουργεία για θέματα που εμπίπτουν στο χαρτοφυλάκιό τους[72].
Από το 2002 το Κοινοτικό Συμβούλιο του Λόνγκγιαρμπιεν έχει πολλές από τις αρμοδιότητες ενός δήμου, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, της εκπαίδευσης, των πολιτιστικών εγκαταστάσεων, των πυροσβεστικών υπηρεσιών, των οδών και των λιμένων[73]. Δεν παρέχει υπηρεσίες φροντίδας ή νοσηλείας, ούτε πληρωμές κοινωνικής πρόνοιας. Οι κάτοικοι της Νορβηγίας διατηρούν συνταξιοδοτικά και ιατρικά δικαιώματα μέσω των ηπειρωτικών τους δήμων. Το νοσοκομείο ανήκει στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Βόρειας Νορβηγίας, ενώ το αεροδρόμιο το διαχειρίζεται η κρατική Avinor. Το Νυ-Ολεσουντ και το Μπάρεντσμπουργκ παραμένουν εταιρικές πόλεις με όλες τις υποδομές που ανήκουν στην Kings Bay και την Arktikugol, αντίστοιχα. Άλλες δημόσιες υπηρεσίες με παρουσία στο Σβάλμπαρντ είναι η Νορβηγική Διεύθυνση Μεταλλείων, το Νορβηγικό Πολικό Ινστιτούτο, η Νορβηγική Φορολογική Διοίκηση και η Εκκλησία της Νορβηγίας[74]. Το Σβάλμπαρντ υπάγεται στο Περιφερειακό Δικαστήριο του Νορντ-Τρομς και στο Εφετείο του Χολόγκολαντ, και τα δύο στο Τρόμσε.[75]
Παρόλο που η Νορβηγία είναι μέρος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) και της Συμφωνίας Σένγκε, το Σβάλμπαρντ δεν αποτελεί μέρος τους[76]. Οι κάτοικοι του Σβάλμπαρντ, που δεν είναι πολίτες της ΕΕ ή των Βόρειων Χωρών δεν χρειάζονται θεώρηση Σένγκεν, αλλά απαγορεύεται να φτάσουν στο Σβάλμπαρντ από την ηπειρωτική Νορβηγία χωρίς θεώρηση. Άνθρωποι χωρίς πηγή εισοδήματος μπορούν να μη γίνουν δεκτοί από τον κυβερνήτη.[77] Κανείς δεν χρειάζεται να έχει θεώρηση ή άδεια παραμονής για το Σβάλμπαρντ. Οποιοσδήποτε μπορεί να ζήσει και να εργαστεί στο Σβάλμπαρντ ανεξάρτητα από την υπηκοότητά του. Η Συνθήκη του Σβάλμπαρντ παρέχει στους υπηκόους της συνθήκης ίσο δικαίωμα διαμονής ως Νορβηγών υπηκόων. Μέχρι στιγμής και οι υπήκοοι εκτός συνθήκης απαλλάσσονται επίσης από θεώρηση.[78][79] Η Ρωσία διατηρεί προξενείο στο Μπάρεντσμπουργκ.[80]
Τον Σεπτέμβριο του 2010 συνήφθη συνθήκη μεταξύ Ρωσίας και Νορβηγίας για τον καθορισμό του ορίου μεταξύ του Αρχιπελάγους του Σβάλμπαρντ και του Αρχιπελάγους της Νόβαγια Ζεμλιά. Το αυξημένο ενδιαφέρον για την εξερεύνηση του πετρελαίου στην Αρκτική αύξησε το ενδιαφέρον για την επίλυση της διαφοράς. Η συμφωνία λαμβάνει υπόψη τις σχετικές θέσεις των αρχιπελάγων, αντί να βασίζεται απλώς στη βόρεια επέκταση των ηπειρωτικών συνόρων της Νορβηγίας και της Ρωσίας.[81]
Οικονομία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι τρεις κύριες οικονομικές δραστηριότητες στο Σβάλμπαρντ είναι η εξόρυξη άνθρακα, ο τουρισμός και η έρευνα. Το 2007 απασχολούντο 484 άτομα στον τομέα της εξόρυξης, 211 στον τουριστικό και 111 στον εκπαιδευτικό τομέα. Την ίδια χρονιά τα ορυχεία απέφεραν έσοδα 2.008 δισεκατομμυρίων νορβηγικές κορώνες (227.791.078 δολαρίων ΗΠΑ), ο τουρισμός 317 εκατομμύρια κορώνες (35.967.202 δολάρια) και η έρευνα 142 εκατομμύρια κορώνες (16.098.404 δολάρια).[73][82] Το 2006 το μέσο εισόδημα των οικονομικά ενεργών ατόμων ήταν 494.700 κορώνες, 23% υψηλότερο από ό,τι στην ηπειρωτική χώρα. Σχεδόν όλες οι κατοικίες ανήκουν σε διάφορους εργοδότες και ιδρύματα και νοικιάζονται στους υπαλλήλους τους. Υπάρχουν μόνο μερικά ιδιωτικά σπίτια, τα περισσότερα από τα οποία είναι τουριστικά καταλύματα. Εξαιτίας αυτού είναι σχεδόν αδύνατο κάποιος να ζει στο Σβάλμπαρντ χωρίς να εργάζονται για ένα συγκεκριμένο εργοδότη ή ίδρυμα.
Από την επανεποίκιση του Σβάλμπαρντ στις αρχές του 20ου αιώνα η εξόρυξη άνθρακα υπήρξε η κυρίαρχη εμπορική δραστηριότητα. Η εταιρεία Norske Spitsbergen Kulkompani, που ανήκει στο Νορβηγικό Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας, εκμεταλλεύεται το Σβέα Νορντ στο Σβεαγκρούβα και το Ορυχείο 7 στο Λόνγκγιαρμπιεν. Το πρώτο παρήγαγε 3,4 εκατομμύρια τόνους το 2008, ενώ το δεύτερο χρησιμοποιεί το 35% της παραγωγής του για να τροφοδοτεί τον σταθμό ηλεκτροπαραγωγής στο Λόνγκγιαρμπιεν. Μετά το 2007 δεν υπήρξε σημαντική εξόρυξη από τη ρωσική κρατική Arktikugol στο Μπάρεντσμπουργκ. Έχουν διεξαχθεί δοκιμαστικές γεωτρήσεις για πετρέλαιο στην ξηρά, αλλά αυτές δεν έδωσαν ικανοποιητικά αποτελέσματα για μόνιμη λειτουργία. Οι νορβηγικές αρχές δεν επιτρέπουν υπεράκτιες πετρελαϊκές δραστηριότητες για περιβαλλοντικούς λόγους και οι περιοχές της ξηράς, όπου έχουν γίνει δοκιμαστικές γεωτρήσεις προστατεύονται ως καταφύγια άγριας ζωής ή εθνικά πάρκα. Το 2011 ανακοινώθηκε ένα 20ετές σχέδιο εκμετάλλευσης υπεράκτιων πόρων πετρελαίου και φυσικού αερίου γύρω από το Σβάλμπαρντ.[83]
Το Σβάλμπαρντ αποτέλεσε επί αιώνες βάση για κυνήγι φαλαινών και για αλιεία. Η Νορβηγία όρισε το 1977 Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) 200 ναυτικών μιλίων (370 χλμ.) γύρω από το Σβάλμπαρντ [84]με 31.688 τετραγωνικά χιλιόμετρα των εσωτερικών υδάτων και 770.565 τετραγωνικά χιλιόμετρα της ΑΟΖ.[85] Η Νορβηγία διατηρεί μια περιοριστική αλιευτική πολιτική στη ζώνη αυτή και οι αξιώσεις της αμφισβητούνται από τη Ρωσία. Ο τουρισμός εστιάζεται στο περιβάλλον και επικεντρώνεται στο Λόνγκγιαρμπιεν. Οι δραστηριότητες περιλαμβάνουν πεζοπορία, καγιάκ, βόλτες στις σπηλιές των παγετώνων και σνόουμομπιλ και εκδρομές με έλκηθρα σκύλων. Τα κρουαζιερόπλοια δημιουργούν σημαντικό μέρος της κυκλοφορίας, τόσο με στάσεις στα ανοικτά, όσο και με εκδρομικές κρουαζιέρες που ξεκινούν και τελειώνουν στο Σβάλμπαρντ. Η κυκλοφορία τους είναι κυρίως συγκεντρωμένη μεταξύ Μαρτίου και Αυγούστου και οι διανυκτερεύσεις έχουν πενταπλασιαστεί από το 1991 έως το 2008, όταν έγιναν 93.000 διανυκτερεύσεις.
Η έρευνα στο Σβάλμπαρντ επικεντρώνεται στο Λόνγκγιαρμπιεν και στο Νυ-Όλεσουντ, τις πιο προσιτές περιοχές της άνω Αρκτικής. Η συνθήκη χορηγεί άδεια σε οποιοδήποτε κράτος να διεξάγει έρευνες στο Σβάλμπαρντ, με αποτέλεσμα τον Πολωνικό Πολικό Σταθμό, τον Κινεζικό Αρκτικό Σταθμό του Κίτρινου Ποταμού και τις Ρωσικές εγκαταστάσεις στο Μπάρεντσμπουργκ.[86] Το Πανεπιστημιακό Κέντρο του Σβάλμπαρντ στο Λόνγκγιαρμπιεν προσφέρει προπτυχιακά, μεταπτυχιακά και μεταπτυχιακά μαθήματα σε 350 φοιτητές σε διάφορες Αρκτικές Επιστήμες, ιδιαίτερα στη βιολογία, τη γεωλογία και τη γεωφυσική. Μαθήματα παρέχονται για τη συμπλήρωση σπουδών στα πανεπιστήμια της ηπειρωτικής χώρας, δεν υπάρχουν δίδακτρα και τα μαθήματα διδάσκονται στα αγγλικά, με Νορβηγούς και ξένους μαθητές να εκπροσωπούνται εξίσου.
Η Παγκόσμια τράπεζα σπόρων Σβάλμπαρντ είναι μια τράπεζα σπόρων, όπου αποθηκεύονται σπόροι από όσο το δυνατόν περισσότερες καλλιεργούμενες ποικιλίες στον κόσμο και τις άγριες συγγενικές τους. Προϊόν συνεργασίας της κυβέρνησης της Νορβηγίας και της Παγκόσμιας Παρακαταθήκης Ποικιλιών Καλλιεργειών, η τράπεζα είναι εντοιχισμένη σε βράχο κοντά στο Λόνγκγιαρμπιεν, που τη διατηρεί σε φυσική θερμοκρασία -6 ° C και τους σπόρους σε κατάψυξη -18 ° C.[87][88]
Το Υποθαλάσσιο Καλωδιακό Σύστημα του Σβάλμπαρντ είναι μια γραμμή οπτικών ινών μήκους 1.440 χλμ. από το Σβάλμπαρντ έως το Χάρσταντ (στην ηπειρωτική Νορβηγία), που απαιτείται για την επικοινωνία με τους δορυφόρους πολικής τροχιάς μέσω του Δορυφορικού Σταθμού του Σβάλμπαρντ και των εγκαταστάσεων του Νυ-Ολεσουντ.[89][90]
Μια πηγή εσόδων για την περιοχή ήταν, μέχρι το 2015, η επίσκεψη κρουαζιερόπλοιων. Η Νορβηγική κυβέρνηση ανησυχεί για τους μεγάλους αριθμούς επιβατών κρουαζιερόπλοιων που αποβιβάζονται μαζικά σε μικρούς οικισμούς όπως το Νυ-Ολεσουντ, που είναι πολύ κοντά στο άγονο αλλά γραφικό Φιόρδ Μαγκνταλένα. Με το αυξανόμενο μέγεθος των μεγαλύτερων πλοίων, μέχρι 2.000 άτομα ενδέχεται να έρχονται σε μια κοινότητα που κανονικά αριθμεί λιγότερα από 40 άτομα. Για το λόγο αυτό η κυβέρνηση περιόρισε σημαντικά το μέγεθος των κρουαζιερόπλοιων που γίνονται δεκτά[91].
Μεταφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στο Λόνγκγιαρμπιεν, στο Μπάρεντσμπουργκ και στο Νυ-Όλεσουντ υπάρχουν οδικά δίκτυα, αλλά δεν συνδέονται μεταξύ τους. Οι εκτός δρόμου μηχανοκίνητες μεταφορές απαγορεύονται σε γυμνό έδαφος, αλλά τα οχήματα χιονιού χρησιμοποιούνται εκτενώς κατά τη διάρκεια του χειμώνα - τόσο για εμπορικές όσο και για ψυχαγωγικές δραστηριότητες. Η μεταφορά από το Λόνγκγιαρμπιεν στο Μπάρεντσμπουργκ (45 χλμ.) και το Πυραμίντεν (100 χλμ.) είναι δυνατή με σνόουμομπιλ τον χειμώνα ή με πλοίο όλο τον χρόνο. Όλοι οι οικισμοί έχουν λιμάνια και το Λόνγκγιαρμπιεν διαθέτει σύστημα λεωφορείων.[92]
Το Αεροδρόμιο του Σβάλμπαρντ στο Λόνγκγιαρ, που βρίσκεται 3 χιλιόμετρα από το Λόνγκγιαρμπιεν, είναι το μόνο αεροδρόμιο που προσφέρει αεροπορικές μεταφορές στο αρχιπέλαγος. Η Scandinavian Airlines έχει καθημερινά δρομολόγια προς το Τρόμσε και το Όσλο. Ο αερομεταφορέας χαμηλού κόστους Norwegian Air Shuttle έχει επίσης δρομολόγια μεταξύ του Όσλο και του Σβάλμπαρντ, τρεις ή τέσσερις φορές την εβδομάδα. Υπάρχουν επίσης μη τακτικές πτήσεις τσάρτερ από τη Ρωσία.[93] Η Finnair ανακοίνωσε την έναρξη δρομολογίων από το Ελσίνκι, τρεις φορές την εβδομάδα από την 1η Ιουνίου 2016 μέχρι τις 27 Αυγούστου 2016, αλλά οι Νορβηγικές αρχές δεν επέτρεψαν τη δρομολόγηση αυτή, μνημονεύοντας τη διμερή συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ Φινλανδίας και Νορβηγίας του 1978 [94][95][96] Η Lufttransport παρέχει τακτικές εταιρικές πτήσεις τσάρτερ από το Λόνγκγιαρμπιεν προς τα αεροδρόμια του Νυ-Όλεσουντ και του Σβέα για την Kings Bay και τη Store Norske. Οι πτήσεις αυτές δεν είναι γενικά διαθέσιμες στο κοινό.[97] Υπάρχουν ελικοδρόμια στο Μπάρεντσμπουργκ και στο Πυραμίντεν και τα ελικόπτερα χρησιμοποιούνται συχνά από τον κυβερνήτη και σε μικρότερο βαθμό από την εταιρεία εξόρυξης Arktikugol.[98]
Κλίμα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το κλίμα του Σβάλμπαρντ καθορίζεται από το μεγάλο γεωγραφικό πλάτος του, με μέση θερμοκρασία 4 ως 6 ° C το καλοκαίρι και -16 ως -12 ° C τον Ιανουάριο κατά μέσο όρο.[99] Το Ρεύμα της Δυτικής Σπιτσβέργης, ο βορειότερος κλάδος του Ρεύματος του Βόρειου Ατλαντικού, μετριάζει τις θερμοκρασίες του Σβάλμπαρντ, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Οι θερμοκρασίες του χειμώνα είναι μέχρι 2 ° C υψηλότερες από αυτές σε παρόμοια γεωγραφικά πλάτη της Ρωσίας και του Καναδά. Τα ζεστά νερά του Ατλαντικού κρατούν τα νερά γύρω από τα νησιά απάγωτα και πλεύσιμα κατά το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου. Οι εσωτερικές περιοχές των φιορδ και οι κοιλάδες, που προστατεύονται από τα βουνά, έχουν μεγαλύτερες διαφορές θερμοκρασίας από την ακτή, κατά 2 ° C θερμότερες το καλοκαίρι και κατά 3 ° C ψυχρότερες τον χειμώνα. Στα νότια της Σπιτσβέργης η θερμοκρασία είναι ελαφρώς υψηλότερη από ό, τι βορειότερα και δυτικά. Η διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ νότου και βορρά είναι συνήθως 5 ° C τον χειμώνα και περίπου 3 ° C το καλοκαίρι. Το Μπγιέρνεγια έχει μέσες θερμοκρασίες ακόμη υψηλότερες από το υπόλοιπο αρχιπέλαγος[100].
Το Σβάλμπαρντ είναι το σημείο όπου συναντιούνται ο κρύος πολικός αέρας από τον βορρά και ο ήπιος, υγρός θαλάσσιος αέρας από τον νότο, δημιουργώντας χαμηλές πιέσεις, ευμετάβλητο καιρό και δυνατούς ανέμους, ιδιαίτερα τον χειμώνα. Τον Ιανουάριο καταγράφεται ισχυρή θαλάσσια αύρα στο 17% του χρόνου στον Σταθμό του Ισφιορδ, αλλά μόνο στο 1% του χρόνου τον Ιούλιο. Το καλοκαίρι συχνές είναι οι ομίχλες, με ορατότητα μικρότερη του 1 χιλιομέτρου καταγεγραμμένη στο 20% του χρόνου τον Ιούλιο και στο 1% τον Ιανουάριο, στο Χόπεν και στο Μπγιέρνεγια. Ο υετός είναι συχνός, αλλά σε μικρές ποσότητες, συνήθως μικρότερες των 400 χιλιοστών ετησίως στη Δυτική Σπιτσβέργη. Περισσότερη βροχή πέφτει στην ακατοίκητη ανατολική πλευρά, μπορεί και περισσότερο από 1.000 χιλιοστά.
Το 2016 ήταν το θερμότερο έτος που έχει καταγραφεί στο αεροδρόμιο του Σβάλμπαρντ, με μέση θερμοκρασία 0.0 ° C, 7.5 ° C πάνω από το μέσο όρο των ετών 1961-90 και συγκρίσιμη περισσότερο με εκείνη πάνω στον αρκτικό κύκλο. Η χαμηλότερη θερμοκρασία όλου του έτους ήταν-18 ° C, θερμότερη από το μέσο ελάχιστο ενός κανονικού Ιανουάριου, Φεβρουάριου ή Μάρτιου. Την ίδια χρονιά οι ημέρες βροχοπτώσεων ήταν ίσες με τις ημέρες χιονοπτώσεων, σε σημαντική απόκλιση από το σύνηθες, όπου οι ημέρες χιονοπτώσεων ήταν τουλάχιστον διπλάσιες[101].
Φύση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Εκτός από τον άνθρωπο τρία πρωτεύοντα είδη χερσαίων θηλαστικών κατοικούν στο αρχιπέλαγος: η αρκτική αλεπού, ο τάρανδος του Σβάλμπαρντ και ένα τυχαία εισαχθέν τρωκτικό της οικογένειας Κρικετίδαι, που βρίσκονται μόνο στο Γκρούμαντ.[102] Οι προσπάθειες εισαγωγής του αρκτικού λαγού και του μοσχόβου έχουν αποτύχει[103]. Υπάρχουν 15 ως 20 είδη θαλάσσιων θηλαστικών, συμπεριλαμβανομένων της φάλαινας, του δελφινιού, της φώκιας, του θαλάσσιου ίππου και της πολικής αρκούδας.[102].
Οι πολικές αρκούδες είναι το σήμα κατατεθέν του Σβάλμπαρντ και ένα από τα κύρια τουριστικά αξιοθέατα.[104] Τα ζώα προστατεύονται και οι άνθρωποι που κινούνται έξω από τους οικισμούς πρέπει να διαθέτουν τις κατάλληλες αποτρεπτικές για να αποφύγουν τυχόν επιθέσεις. Συνιστάται επίσης να φέρουν ένα πυροβόλο όπλο για χρήση ως έσχατη λύση.[105][106] Ένας Βρετανός μαθητής σκοτώθηκε από μια πολική αρκούδα το 2011.[107] Τον Ιούλιο του 2018 μια πολική αρκούδα πυροβολήθηκε, όταν επιτέθηκε και τραυμάτισε ένα φύλακα πολικών αρκούδων που μετέφερε τουρίστες από ένα κρουαζιερόπλοιο[108][109]. Το Σβάλμπαρντ και η Γη του Φραγκίσκου Ιωσήφ έχουν μαζί ένα πληθυσμό 3.000 πολικών αρκούδων, με τη Γη του Βασιλιά Καρόλου να είναι το σημαντικότερο ενδιαίτημα.
Ο τάρανδος του Σβάλμπαρντ (R. tarandus platyrhynchus) είναι ένα ξεχωριστό υποείδος. Αν και προγενέστερα είχε σχεδόν εξαλειφθεί, το κυνήγι του είναι νόμιμο (όπως και της αρκτικής αλεπούς). [108] Υπάρχουν μικροί αριθμοί κατοικιδίων ζώων στους ρωσικούς οικισμούς.[110]
.
Περίπου ογδόντα είδη πτηνών βρίσκονται στο Σβάλμπαρντ, τα περισσότερα από τα οποία είναι μεταναστευτικά.[111] Η Θάλασσα του Μπάρεντς είναι από τις περιοχές του κόσμου με τα περισσότερα θαλάσσια πτηνά, με περίπου 20 εκατομμύρια κατά τα τέλη του καλοκαιριού. Δεκαέξι είδη από αυτά βρίσκονται στον Κόκκινο Κατάλογο της IUCN. Ιδιαίτερα τα Μπγιέρνεγια, Στόρφιορντεν, Βορειοδυτική Σπιτσβέργη και Χόπεν αποτελούν σημαντικά ενδιαιτήματα για τα θαλάσσια πτηνά. Η περιοχή της Αρκτικής έχει τη μεγαλύτερη μετανάστευση, σε όλη τη διαδρομή προς την Ανταρκτική. Μόνο δύο ωδικά πτηνά μεταναστεύουν στο Σβάλμπαρντ για αναπαραγωγή, ενώ μόνο ένα ξεχειμωνιάζει εκεί. Έχουν βρεθεί απολιθώματα του Πλειόσαυρου από την Ιουράσια περίοδο, του μεγαλύτερου θαλάσσιου ερπετού της εποχής των δεινοσαύρων που βρέθηκε ποτέ - εκτιμάται ότι είχε μήκος σχεδόν 15 μ.[112]
Το Σβάλμπαρντ έχει μόνιμα παγωμένο έδαφος και τούνδρα, με χαμηλή, μεσαία και υψηλή αρκτική βλάστηση. Στο αρχιπέλαγος έχουν εντοπισθεί 165 είδη φυτών. Μόνο οι περιοχές που αποψύχονται το καλοκαίρι έχουν βλάστηση, που καταλαμβάνει περίπου το 10% του αρχιπελάγους[113]. Η βλάστηση είναι περισσότερη στη Γη Νόρντενσκιελντ, γύρω από το Ισφιόρντεν και όπου επηρεάζεται από το γκουανό.[114] Ενώ ο υετός είναι λίγος, δίνοντας στο αρχιπέλαγος ένα κλίμα στέππας, τα φυτά εξακολουθούν να έχουν καλή πρόσβαση στο νερό επειδή το κρύο κλίμα μειώνει την εξάτμιση.[115][102] Η περίοδος ανάπτυξης των φυτών είναι πολύ σύντομη και μπορεί να διαρκεί μόνο μερικές εβδομάδες.[116]
Στο Σβάλμπαρντ υπάρχουν 7 εθνικά πάρκα: Φόρλαντετ, Ιντρε Βιντεφιόρντεν, Γης Νόρντενσκιελντ, Γης Νόρντρε Ισφιόρντεν, Βορειοδυτικής Σπιτσβέργης, Γης Σάσεν-Μπύνσοβ και Νότιας Σπιτσβέργης.[117] Το αρχιπέλαγος διαθέτει δεκαπέντε καταφύγια πτηνών, μια γεωτοπική προστατευόμενη περιοχή και έξι καταφύγια άγριας ζωής- με το Νόρνταουστ-Σβάλμπαρντ και το Σέραουστ-Σβάλμπαρντ μεγαλύτερα από οποιοδήποτε εθνικό πάρκο. Τα περισσότερα καταφύγια άγριας ζωής και τρία από τα εθνικά πάρκα δημιουργήθηκαν το 1973, ενώ οι υπόλοιπες περιοχές έγιναν προστατευόμενες τη δεκαετία του 2000.[118] Όλα τα ανθρώπινα έργα που χρονολογούνται πριν από το 1946 προστατεύονται αυτομάτως. Οι προστατευόμενες περιοχές αποτελούν το 65% του αρχιπελάγους[119]. Το Σβάλμπαρντ βρίσκεται στον προσωρινό κατάλογο της Νορβηγίας για υποψηφιότητα ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO [120]
Η ολική έκλειψη ηλίου της 20ής Μαρτίου 2015 ήταν ορατή μόνο στο Σβάλμπαρντ και στις Νήσους Φερόες ως ολική. Πολλοί επιστήμονες και τουρίστες την παρατήρησαν.
Εκπαίδευση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Σχολείο του Λόνγκγιαρμπιεν είναι για ηλικίες 6-18 ετών. Είναι το βορειότερο δημοτικό και δευτεροβάθμιο σχολείο της Γης. Μόλις οι μαθητές φτάσουν σε ηλικία 16 ή 17 ετών, οι περισσότερες οικογένειες μετακομίζουν στην ηπειρωτική Νορβηγία[121]. Το Μπάρεντσμπουργκ έχει δικό του σχολείο που εξυπηρετεί τη ρωσική κοινότητα. Το 2014 είχε τρεις δασκάλους και η κρατική επιχορήγηση έχει μειωθεί[122]. Ένα δημοτικό σχολείο εξυπηρετούσε την κοινότητα του Πυραμίντεν μέχρι το 1998.[123]
Υπάρχει ένα τριτοβάθμιο εκπαιδευτικό ίδρυμα στο Λόνγκγιαρμπιεν, το Πανεπιστημιακό Κέντρο του Σβάλμπαρντ (UNIS), το βορειότερο στη Γη.[124]
-
Σχολείο του Λόνγκγιαρμπιεν
-
Σχολείο του Μπάρεντσμπουργκ
-
Πανεπιστημιακό Κέντρο του Σβάλμπαρντ (UNIS)
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Κατάλογος χωρών, εδαφών και νομισμάτων, Υπηρεσία εκδόσεων ΕΕ, Διοργανικό εγχειρίδιο σύνταξης κειμένων, ανάκτηση 19-5-2011.
- ↑ 2,0 2,1 «Population of Svalbard». Statistics Norway. Ανακτήθηκε στις 21 Αυγούστου 2024.
- ↑ «Ο μεγαλύτερος σεισμός στην ιστορία της Νορβηγίας κατεγράφη στο Σβάλμπαρντ». in.gr. 21 Φεβρουαρίου 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιουνίου 2008.
- ↑ 4,0 4,1 «Svalbard». World Fact Book. Central Intelligence Agency. 15 Ιανουαρίου 2010. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Φεβρουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Svalbard». Norwegian Polar Institute. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-04-15. https://web.archive.org/web/20120415125926/http://www.npolar.no/en/the-arctic/svalbard/index.html. Ανακτήθηκε στις 2010-03-24.
- ↑ 6,0 6,1 «Svalbard Treaty». Wikisource. 1920-02-09. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2010-03-24. https://web.archive.org/web/20100324002033/http://en.wikisource.org/wiki/Svalbard_Treaty. Ανακτήθηκε στις 2010-03-24.
- ↑ «Population in the settlements. Svalbard». Statistics Norway. 22 Οκτωβρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ 8,0 8,1 Torkilsen (1984): 96–97
- ↑ Umbreit (2005): 3
- ↑ Torkildsen (1984): 102–104
- ↑ Umbreit (2005): 4–6
- ↑ «Geographical survey. Fjords and mountains». Statistics Norway. 22 Οκτωβρίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Νοεμβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ Torkildsen (1984): 25–26
- ↑ Arlov (1996): 46
- ↑ Arlov (1996): 26
- ↑ Torkildsen (1984): 26
- ↑ Torkildsen (1984): 30. Arlov (1996): 39–40
- ↑ «In Search of Het Behouden Huys: A Survey of the Remains of the House of Willem Barentsz on Novaya Zemlya» (PDF). LOUWRENS HACQUEBORD. σελ. 250. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 27 Μαρτίου 2009.. Detail of Barentsz' 1599 arctic map, published online by Tromsø University 1999 as part of the "Northern Lights Route" project of the Council of Europe.
- ↑ Torkildsen (1984): 32
- ↑ Arlov (1996): 62
- ↑ Torkildsen (1984): 34–36
- ↑ Arlov (1996): 63–67
- ↑ Torkildsen (1984): 37
- ↑ Torkildsen (1984): 39
- ↑ Torkildsen (1984): 40
- ↑ Torkildsen (1984): 44
- ↑ Carlheim-Gyllensköld (1900), p. 155
- ↑ Torkildsen (1984): 47
- ↑ Torkildsen (1984): 50
- ↑ Arlov (1996): 239
- ↑ Arlov (1996): 249
- ↑ Arlov (1996): 261
- ↑ Arlov (1996): 273
- ↑ Arlov (1996): 288
- ↑ Arlov (1996): 294
- ↑ Arlov (1996): 305–306
- ↑ Arlov (1996): 319
- ↑ Umbriet (2005): XI–XII
- ↑ «Place names of Svalbard». Norwegian Polar Institute. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Ιουνίου 2011. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ Arlov (1996): 51
- ↑ Fløgstad (2007): 18
- ↑ Arlov (1996): 50
- ↑ Arlov (1996): 397
- ↑ Arlov (1996): 400
- ↑ Arlov (1996): 402–403
- ↑ Arlov (1996): 407–408
- ↑ Torkildsen (1984): 206
- ↑ 48,0 48,1 Torkildsen (1984): 202
- ↑ «Kings Bay» (στα Νορβηγικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Νοεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Kings Bay-saken» (στα Νορβηγικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Νοεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ Arlov (1996): 412
- ↑ Torkildsen (1984): 261
- ↑ Tjomsland and Wilsberg (1995): 163
- ↑ Tjomsland and Wilsberg (1995):162–164
- ↑ «Persons in settlements 1 January. 1990–2005». Statistics Norway. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Νοεμβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Non-Norwegian population in Longyearbyen, by nationality. Per 1 January. 2004 and 2005. Number of persons». Statistics Norway. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Μαΐου 2010. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ Fløgstad (2007): 127
- ↑ Staalesen, Atle (2010-11-08). «Russians restarted coal mining at Svalbard». Barents Observer. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2010-11-20. https://web.archive.org/web/20101120015113/http://barentsobserver.com/russians-restarted-coal-mining-at-svalbard.4840198-116321.html. Ανακτήθηκε στις 2010-01-26.
- ↑ «29 Aug 1996». Aviation Safety Network. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Απριλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ Eisenträger, Stian; Per Øyvind Fange (2008-03-30). «- Kraftig vindkast trolig årsaken». Verdens Gang. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-06-10. https://web.archive.org/web/20110610164323/http://www.vg.no/nyheter/innenriks/artikkel.php?artid=513681. Ανακτήθηκε στις 2010-03-24.
- ↑ Arlov and Holm (2001): 49
- ↑ «Arctic science for global challenges». University Centre in Svalbard. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Φεβρουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «10 Longyearbyen og øvrige lokalsamfunn». St.meld. nr. 22 (2008–2009): Svalbard. Norwegian Ministry of Justice and the Police. 17 Απριλίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Οκτωβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Shops/services». Svalbard Reiseliv. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Απριλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Attractions». Svalbard Reiseliv. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Ιανουαρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Ny-Ålesund». Kings Bay. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Μαρτίου 2009. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ Umbreit (2005): 194–203
- ↑ «Catholic Church in Svalbard and Jan Mayen». www.gcatholic.org. Ανακτήθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου 2019.
- ↑ «Svalbard Treaty». Governor of Svalbard. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-07-23. https://web.archive.org/web/20110723003932/http://www.sysselmannen.no/hovedEnkel.aspx?m=45301. Ανακτήθηκε στις 2010-03-24.
- ↑ «5 The administration of Svalbard». Report No. 9 to the Storting (1999–2000): Svalbard. Norwegian Ministry of Justice and the Police. 29 Οκτωβρίου 1999. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Ιουλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Lov om Svalbard» (στα Νορβηγικά). Lovdata. 19 Ιουνίου 2009. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Organisation». Governor of Svalbard. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-07-23. https://web.archive.org/web/20110723004354/http://www.sysselmannen.no/enkel.aspx?m=44377. Ανακτήθηκε στις 2010-03-24.
- ↑ 73,0 73,1 «9 Næringsvirksomhet». St.meld. nr. 22 (2008–2009): Svalbard. Norwegian Ministry of Justice and the Police. 17 Απριλίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Αυγούστου 2011. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «6 Administrasjon». St.meld. nr. 22 (2008–2009): Svalbard. Norwegian Ministry of Justice and the Police. 17 Απριλίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Οκτωβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Nord-Troms tingrett». Norwegian National Courts Administration. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Αυγούστου 2011. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Lov om gjennomføring i norsk rett av hoveddelen i avtale om Det europeiske økonomiske samarbeidsområde (EØS) m.v. (EØS-loven).» (στα Νορβηγικά). Lovdata. 10 Αυγούστου 2007. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Δεκεμβρίου 2000. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Entry and residence». Governor of Svalbard. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2015-09-24. https://web.archive.org/web/20150924112740/http://www.sysselmannen.no/en/Visitors/Entry-and-residence/. Ανακτήθηκε στις 2015-08-24.
- ↑ «Entry and residence». sysselmannen.no. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 2019.
- ↑ «Immigrants warmly welcomed». aljazeera.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Αυγούστου 2017.
- ↑ «Diplomatic and consular missions of Russia». Ministry of Foreign Affairs of Russia. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2009-10-02. https://web.archive.org/web/20091002034927/http://www.mid.ru/zu_r.nsf/strawebeng?OpenView&Start=1&Count=300&Expand=120#120. Ανακτήθηκε στις 2010-03-24.
- ↑ Andrew E. Kramer (15 Σεπτεμβρίου 2010). «Russia and Norway Agree on Boundary». The New York Times. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Δεκεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 2010.
- ↑ «Currency Converter – MSN Money». www.msn.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιανουαρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 19 Ιανουαρίου 2016.
- ↑ Gibbs, Walter; Koranyi, Balazs (2011-11-18). «Norway mobilises for oil push into Arctic». Reuters. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-12-02. https://web.archive.org/web/20111202014739/http://www.reuters.com/article/2011/11/18/norway-highnorth-idUSL5E7MI1GK20111118. Ανακτήθηκε στις 2011-11-20.
- ↑ «7 Industrial, mining and commercial activities». Report No. 9 to the Storting (1999–2000): Svalbard. Norwegian Ministry of Justice and the Police. 29 Οκτωβρίου 1999. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Οκτωβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Oversikt over geografiske forhold». Statistics Norway. 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Σεπτεμβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «8 Research and higher education». Report No. 9 to the Storting (1999–2000): Svalbard. Norwegian Ministry of Justice and the Police. 29 Οκτωβρίου 1999. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Ιανουαρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Norway Reveals Design of Doomsday' Seed Vault». Nature 445. 2007-02-15. doi: .
- ↑ «Life in the cold store». BBC News. 2008-02-26. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2009-10-19. https://web.archive.org/web/20091019223957/http://news.bbc.co.uk/2/hi/science/nature/7262525.stm. Ανακτήθηκε στις 2010-03-24.
- ↑ Gjesteland, Eirik (2004). «Technical solution and implementation of the Svalbard fibre cable». Telektronic (3). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2008-04-10. https://web.archive.org/web/20080410112805/http://www.telenor.com/telektronikk/volumes/pdf/3.2004/Page_140-152.pdf. Ανακτήθηκε στις 2019-09-30.
- ↑ Skår, Rolf (2004). «Why and how Svalbard got the fibre». Telektronic (3). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2008-04-10. https://web.archive.org/web/20080410112810/http://www.telenor.com/telektronikk/volumes/pdf/3.2004/Page_134-139.pdf. Ανακτήθηκε στις 2019-09-30.
- ↑ Machan, Teresa (2014-03-17). «Cruise regulations put Svalbard off-limits». The Daily Telegraph. https://www.telegraph.co.uk/travel/cruises/news/Cruise-regulations-put-Svalbard-off-limits/. Ανακτήθηκε στις 2018-04-06.
- ↑ Umbriet (1997): 63–67
- ↑ «Direkteruter» (στα Νορβηγικά). Avinor. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2009-03-02. https://web.archive.org/web/20090302033736/http://www.avinor.no/lufthavn/svalbard/direkteruter. Ανακτήθηκε στις 2009-09-09.
- ↑ «Finnair opens twelve new scheduled routes and increases frequencies for summer 2016». Finnair. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2015-12-08. https://web.archive.org/web/20151208164319/http://www.finnairgroup.com/mediaen/mediaen_7.html?Id=xml_1959049.html. Ανακτήθηκε στις 2015-12-02.
- ↑ «Finnair denied route to Longyearbyen». thebarentsobserver.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Αυγούστου 2016.
- ↑ «Finnair grounded: Norway refuses to allow direct flights between Helsinki and Svalbard, citing 1978 agreement – icepeople». icepeople.net. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Οκτωβρίου 2016.
- ↑ «Charterflygning» (στα Νορβηγικά). Lufttransport. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-07-19. https://web.archive.org/web/20110719150354/http://www.lufttransport.no/index.php?option=com_content&view=article&id=60&Itemid=65. Ανακτήθηκε στις 2009-09-09.
- ↑ «11 Sjø og luft – transport, sikkerhet, redning og beredskap». St.meld. nr. 22 (2008–2009): Svalbard. Norwegian Ministry of Justice and the Police. 17 Απριλίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Οκτωβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Temperaturnormaler for Spitsbergen i perioden 1961–1990» (στα Νορβηγικά). Norwegian Meteorological Institute. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Ιουλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ Torkilsen (1984): 98–99
- ↑ S.L., Tutiempo Network. «Climate Svalbard Lufthavn (Year 2016) – Climate data (10080)». tutiempo.net. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Ιανουαρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 2 Οκτωβρίου 2019.
- ↑ 102,0 102,1 102,2 «Protected Areas in Svalbard» (στα Νορβηγικά). Norwegian Directorate for Nature Management. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Σεπτεμβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ Umbreit (2005): 33
- ↑ Torkildsen (1984): 174
- ↑ Umbriet (2005): 132
- ↑ «Firearms in Svalbard». Sysselmannen.no. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Ιουλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 30 Ιουνίου 2016.
- ↑ «Polar bear kills British boy in Arctic». BBC News. 2011-08-05. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-02-23. https://web.archive.org/web/20120223064624/http://www.bbc.co.uk/news/uk-14415592.
- ↑ Grieshaber, Kristen. «Polar Bear Killed After Attack on Arctic Cruise Ship Guard». NBC4 Washington (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2019.
- ↑ «German man attacked by polar bear on Norwegian island». DW.COM (στα Αγγλικά). Deutsche Welle. 28 Ιουλίου 2018. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2019.
- ↑ Torkildsen (1984): 165
- ↑ «eBird--Svalbard». eBird.
- ↑ «Enormous Jurassic Sea Predator, Pliosaur, Discovered in Norway». Science Daily. 2008-02-29. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2010-05-23. https://web.archive.org/web/20100523110023/https://www.sciencedaily.com/releases/2008/02/080229101002.htm. Ανακτήθηκε στις 2010-03-24.
- ↑ Torkilsen (1984): 144
- ↑ Umbreit (2005): 29–30
- ↑ Torkilsen (1984): 101
- ↑ Umbreit (2005): 32
- ↑ «Norges nasjonalparker» (στα Νορβηγικά). Norwegian Directorate for Nature Management. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Σεπτεμβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Verneområder i Svalbard sortert på kommuner» (στα Νορβηγικά). Norwegian Directorate for Nature Management. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Αυγούστου 2011. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Focus on Svalbard». Statistics Norway. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Νοεμβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Svalbard». UNESCO. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Ιανουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Learning in the freezer». The Guardian. 2007-08-29. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-10-29. https://web.archive.org/web/20171029173106/https://www.theguardian.com/education/2007/aug/29/schools.uk1. Ανακτήθηκε στις 2017-10-29.
- ↑ Skinner, Toby (1 Μαΐου 2014). «The Russians on Svalbard». Norwegian Air Shuttle (inflight magazine). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Οκτωβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 29 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ Andreas Umbreit (2005). Spitsbergen: Svalbard, Franz Josef, Jan Mayen, 3rd: The Bradt Travel Guide. Bradt Travel Guides. σελ. 200. ISBN 978-1841620923. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Φεβρουαρίου 2018.
- ↑ «Heidi The glaciologist». Norwegian Air Shuttle (inflight magazine). 1 Μαΐου 2014. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Οκτωβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 29 Οκτωβρίου 2017.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Arlov, Thor B. (1996). Svalbards historie (στα Νορβηγικά). Oslo: Aschehoug. ISBN 82-03-22171-8.
- Arlov, Thor B. and Arne O. Holm (2001). Fra company town til folkestyre (στα Νορβηγικά). Longyearbyen: Svalbard Samfunnsdrift. ISBN 82-996168-0-8.
- Fløgstad, Kjartan (2007). Pyramiden: portrett av ein forlaten utopi (στα Νορβηγικά). Oslo: Spartacus. ISBN 978-82-430-0398-9.
- Grydehøj, Adam (2020). "Svalbard: International Relations in an Exceptionally International Territory" in The Palgrave Handbook of Arctic Policy and Politics. Palgrave.
- Stephen Roskill The War at Sea Vols I-III (1954–56) HMSO (ISBN none)
- Stange, Rolf (2011). Spitsbergen: Cold Beauty (στα Αγγλικά, Γερμανικά, Ολλανδικά, και Νορβηγικά). Rolf Stange. ISBN 978-3-937903-10-1. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Δεκεμβρίου 2012. Photo book.
- Stange, Rolf (2012). Spitsbergen – Svalbard: A complete guide around the arctic archipelago. Rolf Stange. ISBN 978-3-937903-14-9. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Δεκεμβρίου 2012.
- Tjomsland, Audun & Wilsberg, Kjell (1995). Braathens SAFE 50 år: Mot alle odds. Oslo. ISBN 82-990400-1-9.
- Torkildsen, Torbjørn· και άλλοι. (1984). Svalbard: vårt nordligste Norge (στα Νορβηγικά). Oslo: Forlaget Det Beste. ISBN 82-7010-167-2.
- Umbreit, Andreas (2005). Guide to Spitsbergen. Bucks: Bradt. ISBN 1-84162-092-0.
- Carlheim-Gyllensköld, V. (1900). På åttionda breddgraden. En bok om den svensk-ryska gradmätningen på Spetsbergen; den förberedande expeitionen sommaren 1898, dess färd rundt spetsbergens kuster, äfventyr i båtar och på isen; ryssars och skandinavers forna färder; m.m., m.m. Stockholm: Albert Bonniers förlag.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]