Λόνγκγιαρμπιεν
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές ορθογραφικής και συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. Αίτιο: Οι περισσότεροι ξένοι όροι (κύρια ονόματα) έχουν αποδοθεί λάθος και σε γραφή και σε τονισμό. Για περαιτέρω βοήθεια, δείτε τα λήμματα πώς να επεξεργαστείτε μια σελίδα και τον οδηγό μορφοποίησης λημμάτων. |
Συντεταγμένες: 78°13′N 15°38′E / 78.217°N 15.633°E
Λονγκγέαρμπγεν | ||
---|---|---|
| ||
78°13′0″N 15°38′0″E | ||
Χώρα | Νορβηγία | |
Διοικητική υπαγωγή | Αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ | |
Ίδρυση | 1906 | |
Διοίκηση | ||
• community council leader of Longyearbyen | Christin Kristoffersen (2011–2015) | |
Έκταση | 242,86 km² | |
Υψόμετρο | 6 μέτρα | |
Πληθυσμός | 2.417 (2020)[1] | |
Ζώνη ώρας | ώρα Κεντρικής Ευρώπης θερινή ώρα Κεντρικής Ευρώπης | |
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | |
Σχετικά πολυμέσα | ||
Το Λόνγκγιαρμπιεν (νορβηγικά: Longyearbyen, ΔΦΑ: ˈlɔŋjiːrbyːən, Πόλη Λόνγκγιαρ), είναι ο μεγαλύτερος οικισμός και διοικητικό κέντρο του αρχιπελάγους Σβάλμπαρντ στη Νορβηγία. Τον Δεκέμβριο του 2015 είχε 2.144 κατοίκους. Βρίσκεται στην κοιλάδα Λόνγκγιαρ και στην ακτή του Αντβεντφιόρντεν, στον κόλπο του Ισφιόρντεν στη δυτική ακτή της Σπιτσβέργης. Από το 2002 το κοινοτικό συμβούλιο έχει πολλές από τις αρμοδιότητες ενός δήμου, όπως εγκαταστάσεις εκπαίδευσης, πολιτιστικές εγκαταστάσεις, πυροσβεστική, δρόμους και λιμάνια. Το χωριό είναι η έδρα του κυβερνήτη του Σβάλμπαρντ. Είναι ο βορειότερος οικισμός οποιουδήποτε είδους με περισσότερους από 1.000 μόνιμους κατοίκους.
Ήταν γνωστή ως πόλη Λόνγκγιαρ μέχρι το 1926, προς τιμήν του ιδρυτή της Τζον Μόνρο Λόνγκγιαρ το 1906, όταν η εταιρεία Άνθρακα της Αρκτικής ξεκίνησε διαδικασίες εξόρυξης άνθρακα. Οι εξορύξεις αργότερα -μετά το 1916- γίνονταν από τη Store Norske Spitsbergen Kulkompani (SNSK) και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Η πόλη καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς από το γερμανικό πολεμικό ναυτικό στις 8 Αυγούστου 1943, αλλά ξαναχτίστηκε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Παραδοσιακά ήταν μια πόλη εταιρείας, αλλά οι πιο πολλές διαδικασίες εξορύξεων έχουν μετακινηθεί στη Σβεαγκρούβα από τη δεκαετία του 1990, ενώ η πόλη έχει δει μεγάλη άνοδο στον τουρισμό και έρευνα. Έχει κτήρια όπως το κέντρο του πανεπιστημίου στο Σβάλμπαρντ και τον δορυφορικό σταθμό του Σβάλμπαρντ. Εξυπηρετείται επίσης από το αεροδρόμιο των Σβάλμπαρντ και την εκκλησία των Σβάλμπαρντ.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1896 το Vesteraalens Dampskibsselskab ξεκίνησε περιοδείες στο Χοτελλνεσέτ. Για να φιλοξενήσει τους τουρίστες έχτισε ένα προκατασκευασμένο ξενοδοχείο, ωστόσο δεν ήταν κερδοφόρο και έκλεισε μετά τη σεζόν του 1897, αλλά δύο οικογένειες ξεχείμασαν την περίοδο 1898-99[2] Ο ταχυδρομικός φορέας της Νορβηγίας είχε ένα ταχυδρομείο στο Χοτελλνεσέτ την περίοδο 1897-99.[3] Η πρώτη εμπορικά βιώσιμη εξόρυξη στο Σβάλμπαρντ έγινε από τον Σόρεν Ζακαριάσσεν το 1899.[4] Το 1901, η εταιρεία Μπέργκεν-Σπιτσμπέργκεν-Κουλγκρούμπε ξεκίνησε εξόρυξη άνθρακα στο Αντβεντόπεν.[5]
Ο αμερικανός βιομήχανος Τζον Μόνρο Λόνγκγιαρ επισκέφθηκε την περιοχή ως τουρίστας το 1901, με εκδήλωση ενδιαφέροντος για τον άνθρακα στην περιοχή. Επέστρεψε στη Σπιτσβέργη το 1903, όπου συνάντησε τον Χένρικ Μπ. Νάες που του έδωσε πληροφορίες και δείγματα στα εργοστάσια του άνθρακα. Μαζί με τον συνάδελφό του Φρέντερικ Άγιερ, αγόρασε τις νορβηγικές διεκδικήσεις στο δυτικό Αντβεντφιόρδεν και τον επόμενο χρόνο αυξήθηκαν αρκετά οι διεκδικήσεις. Το 1906 η εταιρεία άνθρακα της Αρκτικής με έδρα τη Βοστόνη, με τον Άγιερ και τον Λόνγκγιαρ ως τους κύριους μετόχους, ξεκίνησε εργασίες στο ορυχείο 1a, με ενσωματωμένες αποβάθρες και στέγαση.[6] Η εταιρεία είχε αμερικανική διοίκηση, αλλά κυρίως νορβηγούς εργάτες και η πόλη ονομαζόταν πόλη Λόνγκγιαρ. Ο άνθρακας μεταφερόταν από το ορυχείο στο λιμάνι μέσω τελεφερίκ.[7] Το 1913 η εταιρεία ξεκίνησε τις προκαταρκτικές εργασίες για να ανοίξει το ορυχείο 2a.[8]
Ακολουθώντας οικονομικές δυσκολίες κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, οι εργασίες εξόρυξης αγοράστηκαν από τη Στόρε Νόρσκε, η οποία ενσωματώθηκε στο Όσλο στις 30 Νοεμβρίου 1916.[9] Αυτό το έτος η SNSK έχτισε 5 νέους στρατώνες και ο ένας έγινε νοσοκομείο.[10] Το SNSK εισήγαγε δικά του χαρτονομίσματα με έγκριση από τη Norges Bank, που αποτελείται εξ ολοκλήρου από τα τραπεζογραμμάτια στο ίδιο επίπεδο με τη νορβηγική κορώνα.[11] Οι Αμερικάνοι έθαψαν τους νεκρούς τους στο Χοτελλνεσέτ. Το 1918 έντεκα άνθρωποι σκοτώθηκαν από την ισπανική γρίπη και ένα κοιμητήριο ιδρύθηκε στην πόλη.[12] Δύο χρόνια αργότερα 26 άτομα σκοτώθηκαν σε έκρηξη σκόνης άνθρακα στο Ορυχείο 1, όπου μετά σταμάτησαν οι εξορύξεις σε αυτό το ορυχείο. Μετά η ηλεκτρική λειτουργία ξεκίνησε στο ορυχείο 2. Το ίδιο έτος το πρώτο φορτηγό παραδόθηκε για να χρησιμοποιηθεί στις εξορυκτικές εργασίας.[13]
Η Εκκλησία της Νορβηγίας διόρισε τον Θόρλεϊφ Έστενσταντ ως πρώτο εφήμερο και δάσκαλο το 1920.[14] Ένα σχολείο ιδρύθηκε από συνεργασία της εκκλησίας και του SNSK και είχε αρχικά οχτώ μαθητές.[15] Η πρώτη εκκλησία των Σβάλμπαρντ άνοιξε στις 28 Αυγούστου 1921 και η εκκλησία και ο χώρος διαβάσματος της εκκλησίας χρησιμοποιήθηκε ως σχολείο. Η πόλη Λόνγκγιαρ μετονομάστηκε σε Λόνγκγιαρμπιεν το 1926.[16]
Η νορβηγική Υπηρεσία Τηλεπικοινωνιών ίδρυσε παράκτιο ραδιοφωνικό σταθμό, τον ραδιοφωνικό σταθμό των Σβάλμπαρντ στο Φίνεσετ το 1911 και μετακινήθηκε στο Λόνγκγιαρμπιεν το 1930.[17] Η πόλη ξεκίνησε τουριστική βιομηχανία ξεκίνησε το 1935, όταν το ΣΣ Λύνγκεν άρχισε να εκτελεί ταξίδια συχνά τη θερινή περίοδο.[18] Το 1937 το SNSK ίδρυσε το Σβέρντρουπμπιεν για να στεγάσει τους εργαζομένους του Ορυχείου 1b που ξεκίνησε τη λειτουργία του 1939.[19] Το 1938 ολοκληρώθηκε ο πρώτος δρόμος της πόλης ανάμεσα στο κέντρο της πόλης και το Σβέρντρουπμπιεν.[20] Οι εργασίες στο Ορυχείο 2b, μια διαφορετική είσοδος στο Ορυχείο 2a, ξεκίνησαν το 1939.
Το Σβάλμπαρντ έμεινε ανεπηρέαστο από τη γερμανική κατοχή της Νορβηγίας το 1940. Ωστόσο από το 1941 το αρχιπέλαγος απέκτησε στρατηγική σημασία στην προμήθεια των Συμμάχων και πηγή τους απολύτως αναγκαίου άνθρακα. Η εξόριστη νορβηγική κυβέρνηση απέρριψε μια Σοβιετο-Βρετανική κατοχή.[21] Αντίθετα ο βρετανικός στρατός ξεκίνησε την επιχείρηση ''Πρόκληση'' για να εκκενώσει τη Σπιτσβέργη. Στις 29 Αυγούστου 1941 όλος ο πληθυσμός του Νι-Έλεσουντ εκκενώθηκε στο Λόνγκγιαρμπιεν και στις 3 Σεπτεμβρίου 765 άνθρωποι εκκένωσαν το Λόνγκγιαρμπιεν προς τη Σκωτία. Αργότερα και οι τελευταίοι 150 άνθρωποι εγκατέλειψαν την περιοχή.[22] Καθώς η περιοχή είχε ερημώσει, μια μικρή γερμανική φρουρά εγκατάσταθηκε στο Αντβεντάλεν, κυρίως για να παρέχει μετεωρολογικά δεδομένα. Μετά τη βρετανική επιχείριση Φρίτχαμ, όπου επανέκτησαν τον έλεγχο του Μπάρεντσμπουργκ, οι γερμανικές δυνάμεις εγκατέλειψαν την περιοχή χωρίς μάχη.[23]
Τον Σεπτέμβριο του 1943 η Kriegsmarine έστειλε δύο θωρηκτά, το Τίρπιτς και το Σάρνχορστ και εννέα αντιτορπιλικά να βομβαρδίσουν το Λόνγκγιαρμπιεν, το Μπάρεντσμπουργκ και το Γκρούμαντ. Μόνο τέσσερα κτήρια στο Λόνγκγιαρμπιεν διασώθηκαν: το νοσοκομείο, ο σταθμός ηλεκτρικού ρεύματος, ένα κτήριο γραφείου και μία οικία, συμπεριλαμβάνοντας το Σβέρντρουπμπιεν. Έμεινε ακατοίκητο μέχρι το τέλος του πολέμου και το πρώτο πλοίο από την ηπειρωτική χώρα έφυγε στις 27 Ιουνίου 1945.[24]
Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα σχέδια που έγιναν κατά τη διάρκεια του πολέμου οδήγησαν σε επανακατασκευή και στην επιστροφή της εξόρυξης. Το 1948 η παραγωγή έφτασε το προπολεμικό επίπεδο των 480.000 τόνων το χρόνο.[25] Το Νίμπγιεν ιδρύθηκε το 1946 και είχε πέντε στρατώνες, με τον καθένα να στεγάζει 72 ανθρώπους.[26] Το πρώτο τεύχος της Svalbardposten δημοσιεύθηκε τον Νοέμβριο 1948 και μέχρι τότε είχαν δημοσιευτεί παράνομα αρκετές εφημερίδες τοίχου.[27] Το νησί απέκτησε τηλεφωνική σύνδεση με την ηπειρωτική χώρα με μια ραδιοφωνική σύνδεση μεταξύ του ραδιοφωνικού σταθμού του Σβάλμπαρντ και του Χάρσταντ. Το 1949 ένα αγρόκτημα χτίστηκε στο Λόνγκγιαρμπιεν για να κρατήσει τα βοοειδή, τα γουρούνια και τις όρνιθες.[28] Ένας τοπικός ραδιοφωνικός σταθμός άρχισε να εκπέμπει το 1950.[29] Το νεκροταφείο παρέμεινε σε χρήση μέχρι το 1950 και είχαν ταφεί εκεί 44 άνθρωποι.[30] Ωστόσο ανακαλύφθηκε ότι τα πτώματα απέτυχαν να αποσυντεθούν με αιτία το μόνιμα παγωμένο έδαφος. Από τότε τα πτώματα στέλνονται για ταφή στην ηπειρωτική χώρα.[31] Το κοινοτικό κέντρο Χουσέτ άνοιξε το 1951.[32]
Η εξόρυξη στο Ορυχείο 1β τερματίστηκε το 1958, αλλά η εργασία στο Ορυχείο 5 ξεκίνησε τον επόμενο χρόνο. Προκαταρκτική εργασία ξεκίνησε στο Ορυχείο 4 το 1954 και από το 1960 χρησιμοποιούνταν ως αποθεματικό ορυχείο.[33] Η νορβηγική αεροπορία άρχισε να κάνει πτήσεις που εξυπηρετούσαν την περιοχή από τη δεκαετία του 1950. Το 1959 ένας άνθρωπος αρρώστησε σοβαρά, με αποτέλεσμα να φτιαχτεί ένας διάδρομος προσγείωσης στο Αντβεντάλεν. Τον ίδιο χρόνο η Braathens SAFE ξεκίνησε να εξυπηρετεί το αεροδρόμιο τούνδρας σε πτήσεις τον χειμώνα.[34] Το 1957 ένας διευθυντής προσελήφθη στο δημοτικό σχολείο της περιοχής και ένας νέος ναός άνοιξε στις 24 Αυγούστου 1958. Από το 1961 το δημοτικό σχολείο συμπληρώθηκε με ένα ιδιωτικό γυμνάσιο. Ένα υποκατάστημα της Tromsø Sparebank άνοιξε το 1959.[35]
Στη δεκαετία του 1960 η φάρμα της πόλης έκλεισε και ξεκίνησε βιομηχανική παραγωγή γάλακτος σε σκόνη.[36] Η πρώτη φορά που κατασκευάστηκε ένα σνόουμομπαϊλ και χρησιμοποιήθηκε ήταν το 1961. Από το 1969 υπήρχαν 140 εγγεγραμμένα σνόουμομπαϊλ και 33 εγγεγραμμένα αυτοκίνητα. Από το 1962 έως το 1984 ένα ψυχαγωγικό κέντρο λειτουργούσε στο Σβέρντρουπμπιεν. Η κανονική λειτουργία του στο Ορυχείο 4 ξεκίνησε το 1966, αλλά τερματίστηκε το 1970, δύο χρόνια μετά το κλείσιμο του Ορυχείου 2b. Οι εργασίες στο Ορυχείο 6 ξεκίνησαν το 1969. Οι τηλεοπτικές μεταδόσεις ξεκίνησαν το 1969, με το πρόγραμμα του Norwegian Broadcasting Corporation που βγήκε στον αέρα με καθυστέρηση δύο εβδομάδων.
Το 1971 ένα νέο σχολικό κτήριο, με ένα δημοτικό σχολείο και ένα γυμνάσιο, άνοιξε με ένα νέο γυμναστήριο και μια πισίνα 12,5 μέτρων. Το συμβούλιο των Σβάλμπαρντ ιδρύθηκε στις 2 Νοεμβρίου 1971. Αποτελούνταν από 17 υπαλλήλους που εκλέγονταν ή διορίζονταν σε 3 διαφορετικές ομάδες, υπαλλήλους της SNSK, κρατικούς υπαλλήλους και άλλους, αλλά η αναλογία άλλαζε αρκετές φορές.[37] Οι εργασίες στο Ορυχείο 3 ξεκίνησαν τον Μάρτιο του 1971 και οι εργασίες στο Ορυχείο 7 ξεκίνησαν το επόμενο έτος. Το 1973 το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας αγόρασε το ένα τρίτο της SNSK. Συνέχισε την αγορά επιπλέον μετοχών μέχρι την επίτευξη του ποσοστού ιδιοικτησίας 99.94% το 1976.[38] Το αεροδρόμιο άνοιξε το 1975 και αρχικά παρείχε 4 εβδομαδιαίες συνδέσεις με την ηπειρωτική Νορβηγία και ημι-εβδομαδιαίες συνδέσεις με τη Ρωσία.[39] Το 1978 η κοινότητα ξεκίνησε δορυφορικές επικοινωνίες με την ηπειρωτική χώρα. Το ίδιο έτος ένα πρόγραμμα ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης εισήχθη στο δημόσιο σχολείο. Από το 1984 τα τηλεοπτικά προγράμματα μεταδίδονταν ζωντανά μέσω δορυφόρου.
Το Στόρε Νόρσκε υπέστη μεγάλη αλλαγή στη δεκαετία του 1980. Από το 1980 τα χρήματα της Σπιτσβέργης βγήκαν εκτός κυκλοφορίας και αντικαταστάθηκαν από τη νορβηγική κορώνα. Το ορυχείο 6 έκλεισε τον επόμενο χρόνο. Από το 1982 η SNSK επιτρέπει στους ιδιώτες να κατέχουν και να χρησιμοποιούν αυτοκίνητα. Το 1990 υπήρχαν 353 εγγεγραμμένα αυτοκίνητα και 883 σνόουσκουτερ.[40] Την 1η Ιουλίου 1983 η SNSK μετέφερε την έδρα της από το Μπέργκεν στο Λόνγκγιαρμπιεν. Η Svalbard Samfunnsdrift (SSD), ανώνυμη εταιρεία που ήταν υπεύθυνη για τη δημόσια υποδομή και υπηρεσίες, ιδρύθηκε από την SNSK την 1η Ιανουαρίου του 1989. Οι ευθύνες περιλάμβαναν την υγεία, την πυροσβεστική, τον παιδικό σταθμό, τους δρόμους, τη διάθεση των απορριμμάτων, την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, το σύστημα ύδρευσης-αποχέτευσης, τον κινηματογράφο, τις πολιτιστικές δραστηριότητες και τη βιβλιοθήκη. Η ιδιοκτησία πέρασε στο Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας την 1η Ιανουαρίου του 1993.[41]
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 οι αρχές ξεκίνησαν διαδικασία να καταργήσουν τη μορφή της "εταιρικής πόλης" εισάγοντας ένα φάσμα υπηρεσιών, ποίκιλη οικονομία και τοπική δημοκρατία.[42] Οι εμπορικές επιχειρήσεις ξεκίνησαν με τη δημιουργία εμπορικού κέντρου που αντικατέστησε το κατάστημα παροχών της SNSK το 1992.[43] Ομοίως η Esso άνοιξε ένα πρατήριο καυσίμων το 1994. Το συμβούλιο των Σβάλμπαρντ άλλαξε τον κανονισμό του το 1993 και πλέον μπορούν να συμμετέχουν και πολιτικά κόμματα στις εκλογές.[44] Ως βήμα για την ανάπτυξη του τουρισμού ιδρύθηκε το πολικό ξενοδοχείο των Σβάλμπαρντ[45] και ένα χρόνο μετά η εξόρυξη στο Ορυχείο 3 τερματίστηκε. Το κοινοτικό συμβούλιο του Λόνγκγιαρμπιεν ιδρύθηκε το 2002, αντικαθιστώντας το συμβούλιο των Σβάλμπαρντ και αφομοιώνοντας το SSD και πήρε πολλές από τις αρμοδιότητες και την δομή ενός δήμου.
Η περίοδος αυτή είδε μία άνοδο των επιστημονικών εγκαταστάσεων. Το γεωπονικό Πανεπιστήμιο της Νορβηγίας ίδρυσε μια τράπεζα το 1984.[46] Το πανεπιστημιακό Κέντρο στο Σβάλμπαρντ άνοιξε στις 6 Σεπτεμβρίου 1993 και είχε 30 μαθητές στο εναρκτήριο εξάμηνο.[47] Η Telenor Mobil ίδρυσε κάλυψη GSM το 1995[48] και το Υποθαλάσσιο Καλωδιακό σύστημα των Σβάλμπαρντ εγκαινιάστηκε παρέχοντας σύνδεση οπτικών ινών με τη χώρα το 2004.[49] Ο οργανισμός EISCAT άνοιξε ένα ραντάρ το 1996,[50]ακολουθούμενο από τον δορυφορικό σταθμό του Σβάλμπαρντ το 1999[51] και την παγκόσμια τράπεζα σπόρων Σβάλμπαρντ το 2008.[52]
Γεωγραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Λόνγκγιαρμπιεν, ο μεγαλύτερος οικισμός των Σβάλμπαρντ, βρίσκεται στο χαμηλότερο κομμάτι της κοιλάδας Λόνγκγιαρ κοντά στον ομώνυμο ποταμό. Τα χαμηλότερα μέρη βρίσκονται στη νοτιοδυτική ακτή του κόλπου του Αντβεντφιόρδεν, ένας 7 επί 4 χιλιόμετρα μεγάλος κλάδος του Ισφιόρδεν.[53] Βρίσκεται στη γη Νορντενσκιέλντ της Σπιτσβέργης, το μεγαλύτερο νησί του αρχιπελάγους. Είναι η βορειότερη πόλη του κόσμου, καθώς οι οικισμοί που βρίσκονται ακόμη πιο βόρεια είναι αποκλειστικά ερευνητικοί ή μετεωρολογικοί σταθμοί.[54] Απέναντι από τον κόλπο βρίσκονται οι πόλεις-φαντάσματα Αντβέντ[55] και Χιόρθχαμν.
Η πόλη χωρίζεται σε αρκετές γειτονιές. Στο δυτικό μέρος του ποταμού κοντά στο κόλπο βρίσκεται το λιμάνι, με εγκαταστάσεις και βιομηχανικές υπηρεσίες. Το δυτικό μέρος της περιοχής λέγεται Μπικάια και το ανατολικό λέγεται Σιέμροντετ. Κοντά βρίσκεται η Σκιερίνγκα, όπου βρίσκονται τα κυβερνητικά γραφεία. Ελαφρώς ψηλότερα στην κοιλάδα και στη δυτική πλευρά βρίσκεται το Γκάμλε Λόνγκγιαρμπιεν (παλιό Λόνγκγιαρμπιεν) και η εκκλησία. Πιο μακριά βρίσκεται το νεκροταφείο, μετά το Χουσέτ και ο κινηματογράφος και τέλος το Σβέρντρουπμπιεν. Οι περισσότερες εμπορικές, οικιακές και πολιτιστικές εγκαταστάσεις βρίσκονται στην ανατολική πλευρά του ποταμού. Κοντά στον ποταμό υπάρχει και η περιοχή Σιεσκρέντεν. Βορειότερα βρίσκονται το πανεπιστημιακό κέντρο και το Γκρουβεντάλεν, η μεγαλύτερη σε πληθυσμό περιοχή. Νοτιότερα από εκεί υπάρχει η κύρια εμπορική περιοχή και το δημαρχεία. Στα ανατολικά βρίσκεται η περιοχή κατοικιών Λία και πάνω το Χάουγκεν, που είναι επίσης η τοποθεσία του σχολείου. Επίσης στην κοιλάδα βρίσκεται το ορυχείο 2b και το Νίμπιεν, που χρησιμοποιείται κυρίως για τη στέγαση των φοιτητών. Δυτικά από την πόλη βρίσκεται το Χοτελλνεσέτ, όπως επίσης το αεροδρόμιο και το Ορυχείο 3. Τα ορυχεία που χρησιμοποιούνται ακόμα βρίσκονται στο Αντβεντάλεν, ανατολικά της πόλης.[56]
Το κλίμα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το κλίμα των Σβάλμπαρντ είναι συνδυασμός του αρκτικού κλίματος (Köppen: ET) που μετριάζεται από το βόρειο Ατλαντικό ρεύμα. Η γη Νορντενσκιέλντ είναι το θερμότερο και υγρότερο μέρος του αρχιπελάγους, που προκαλείται από τη σύγκλιση ήπιου και υγρού αέρα από τα νότια και κρύου αέρα από τα βόρεια. Οι μέσες καλοκαιρινές θερμοκρασίας είναι συνήθως 3 ως 7°C και τον χειμώνα -11 ως -13°C.[57] Το Λόνγκγιαρμπιεν παρουσιάζει ήλιο του μεσονυχτίου από τις 19 Απριλίου μέχρι τις 23 Αυγούστου (123 ημέρες, δηλ. 4 μήνες και 3 ημέρες) και πολική νύχτα από τις 27 Οκτωβρίου έως τις 14 Φεβρουαρίου (108 ημέρες, δηλ. 3 μήνες και 18 ημέρες). Ωστόσο λόγω της σκίασης από τα βουνά ο ήλιος δεν είναι ορατός στο χωριό μέχρι τις 8 Μαρτίου.[58] Χιόνι καλύπτει την πόλη από τον Νοέμβριο έως τον Μάρτιο. Η υψηλότερη θερμοκρασία που έχει καταγραφεί είναι 21,7°C τον Ιούλιο του 2020 και η χαμηλότερη είναι -46,3°C τον Μάρτιο του 1986. Το Λόνγκγιαρμπιεν και γενικά το Σβάλμπαρντ είναι από τα μέρη του κόσμου που έχουν θερμανθεί ταχύτερα κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Οι μέσες θερμοκρασίες στον παρακάτω πίνακα βασίζονται στην περίοδο 1961-90. Στην πιο πρόσφατη περίοδο 1981-2010 ο χειμώνας έγινε θερμότερος κατά 3,4°C και το καλοκαίρι κατά 1°C σε σύγκριση με την περίοδο 1961-90.[59]
Κλιματικά δεδομένα Longyearbyen (1961–1990) | |||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Μήνας | Ιαν | Φεβ | Μάρ | Απρ | Μάι | Ιούν | Ιούλ | Αύγ | Σεπ | Οκτ | Νοε | Δεκ | Έτος |
Υψηλότερη Μέγιστη °C (°F) | 9,7 | 7,0 | 6,3 | 7,5 | 10,6 | 15,7 | 21,7 | 18,1 | 15,2 | 8,9 | 7,5 | 8,7 | |
Μέση Μέγιστη °C (°F) | -13,0 | -13,0 | -13,0 | -9,0 | -3,0 | 3,0 | 7,0 | 6,0 | 1,0 | -4,0 | -8,0 | -11,0 | |
Μέση Μηνιαία °C (°F) | -16,5 | −17 (1) |
-16,5 | -12,5 | -5,0 | 1,0 | 5,0 | 4,0 | -1,0 | -6,5 | -11,0 | -14,5 | |
Μέση Ελάχιστη °C (°F) | -20,0 | -21,0 | -20,0 | -16,0 | -7,0 | -1,0 | 3,0 | 2,0 | -3,0 | -9,0 | -14,0 | -18,0 | |
Χαμηλότερη Ελάχιστη °C (°F) | -38,8 | -43,7 | -46,3 | -39,1 | -21,7 | -8,4 | 0,2 | -3,9 | -12,6 | -20,8 | -33,2 | -35,6 | |
Υετός mm (ίντσες) | |||||||||||||
Μέσες ημέρες βροχόπτωσης (≥ 1 mm) | 2 | 2 | 2 | 3 | 4 | 13 | 17 | 18 | 14 | 5 | 3 | 3 | 86 |
Μέσες ημέρες χιονόπτωσης (≥ 1 cm) | 21 | 17 | 19 | 17 | 16 | 7 | 1 | 2 | 11 | 21 | 22 | 22 | 176 |
Μέσες μηνιαίες ώρες ηλιοφάνειας | 0,0 | 0,0 | 77,5 | 228,0 | 254,2 | 165,0 | 155,0 | 133,3 | 75,0 | 12,4 | 0,0 | 0,0 | 1.102,0 |
Ποσοστό πιθανής ηλιοφάνειας | 0,0 | 0,0 | 22,1 | 36,4 | 34,2 | 22,9 | 20,8 | 18,7 | 17,4 | 6,2 | 0,0 | 0,0 | — |
Πηγή #1: Climate and daylight in Svalbard (Longyearbyen)[60] | |||||||||||||
Πηγή #2: (extremes only),[61][62] (sun only)[63] |
Κλιματικά δεδομένα Longyearbyen (2000–2012) | |||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Μήνας | Ιαν | Φεβ | Μάρ | Απρ | Μάι | Ιούν | Ιούλ | Αύγ | Σεπ | Οκτ | Νοε | Δεκ | Έτος |
Μέση Μέγιστη °C (°F) | −9 (16) |
−10 (14) |
−10 (14) |
−6 (21) |
−1 (30) |
5 (41) |
9 (48) |
8 (46) |
4 (39) |
−3 (27) |
−5 (23) |
−8 (18) |
−2,2 |
Μέση Ελάχιστη °C (°F) | −16 (3) |
−17 (1) |
−17 (1) |
−13 (9) |
−5 (23) |
2 (36) |
5 (41) |
4 (39) |
0 (32) |
−7 (19) |
−11 (12) |
−14 (7) |
−7,4 |
Υετός mm (ίντσες) | |||||||||||||
Μέσες ημέρες βροχόπτωσης | 11 | 8 | 9 | 9 | 9 | 14 | 18 | 18 | 16 | 11 | 12 | 12 | 147 |
Πηγή: World Weather Online[64] |
Δημογραφικά στοιχεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 2015 το Λόνγκγιαρμπιεν είχε πληθυσμό 2.144 κατοίκων.[65] Η μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα της περιοχής είναι Νορβηγοί από τη βόρεια Νορβηγία, κυρίως από τη Νορδλάνδη και το Τρομς και αποτελούν περισσότερο από το 40% του πληθυσμού.[66] Περίπου 300 άτομα (16%) είναι μη Νορβηγοί πολίτες, κυρίως από την Ταϊλάνδη, τη Σουηδία, τη Ρωσία και την Ουκρανία. Εξαιτίας της επικράτησης της εξορυκτικής βιομηχανίας, η κατανομή των φύλων είναι ασύμμετρη με πάνω από το 60 τοις εκατό των ενηλίκων να είναι άνδρες. Το ποσοστό κατοίκων ηλικίας 25-44 είναι μεγαλύτερο από τον μέσο όρο, αντιθέτως δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου κάτοικοι με ηλικία άνω των 66. Ο αριθμός των παιδιών σε σχέση με τον πληθυσμό είναι στον εθνικό μέσο όρο, αλλά έχει σημαντικά κατώτερο από τον μέσο εθνικό όρο ποσοστό εφήβων.Ως τις 2015[update]
Το Λόνγκγιαρμπιεν παρουσιάζει μεγάλη πληθυσμιακή κινητικότητα: το 2008 έφυγαν 427 άνθρωποι (23%) από την πόλη. Ο μέσος κάτοικος ζει στο χωριό επί 6,3 χρόνια κατά μέσο όρο, με τους Νορβηγούς να μένουν περίπου 6,6 χρόνια και τους αλλοδαπούς περίπου 4,3 χρόνια. Το 2009 περίπου το 1/4 του πληθυσμού ζούσε στην πόλη πριν από το 2000 και μπορεί να θεωρηθεί ως μόνιμος πληθυσμός. Οι άνθρωποι που ζουν περισσότερο τείνουν να εργαστούν στην εξορυκτική βιομηχανία, ακολουθούμενοι από τους τοπικούς κυβερνητικούς υπαλλήλους. Οι μικρότεροι χρόνοι διαμονής αφορούν τους φοιτητές και τους εργαζόμενους στην ανώτερη εκπαίδευση, τον τουρισμό και το κράτος.
Το 70% των νοικοκυριών ζουν σε σπίτι με έναν κάτοικο, που συγκρίνεται με το 41% στην ηπειρωτική χώρα και δίνει μέσο όρο 1,6 άτομα ανά νοικοκυριό. Η διαφορά είναι κυρίως γιατί ορισμένοι άνθρωποι εργάζονται στα Σβάλμπαρντ, ενώ η οικογένεια τους ζει στην ηπειρωτική χώρα. Ο πληθυσμός της πόλης είναι ανώτερα εκπαιδευμένος από τον εθνικό μέσο όρο, καθώς το 54% σε σύγκριση με το 43% έχουν δευτεροβάθμια εκπαίδευση και το 30% σε σύγκριση με το 26% έχουν τριτοβάθμια εκπαίδευση. Από τις γυναίκες το 40% έχει ανώτερη εκπαίδευση.
Πολιτική και κυβέρνηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Κοινοτικό συμβούλιο του Λόνγκγιαρμπιεν έχει πολλές από τις αρμοδιότητες ενός δήμου. Είναι οργανωμένο με ένα 15μελές συμβούλιο και από το 2011 αρχηγός είναι η δήμαρχος Κρίστιν Κριστόφερσεν από το Εργατικό Κόμμα.[67] Οι κύριες αρμοδιότητες του συμβουλίου είναι οι εγκαταστάσεις και οι κατασκευές, όπως η παραγωγή του ηλεκτρισμού, χρήση της γης και σχέδια της κοινότητας, όπως και την εκπαίδευση από τον παιδικό σταθμό μέχρι την ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και την ευημερία των παιδιών. Λειτουργεί 3 παιδικούς σταθμούς και το δεκατριών τάξεων σχολείο του Λόνγκγιαρμπιεν.[68]
Στην περιοχή δεν είναι διαθέσιμη καμία νοσηλευτική υπηρεσία. Οι Νορβηγοί κάτοικοι διατηρούν τα συνταξιοδοτικά και ιατρικά δικαιώματά τους από τους δήμους της ηπειρωτικής χώρας[69] Το Πανεπιστημιακό νοσοκομείο της Βόρειας Νορβηγίας λειτουργεί μια κλινική, το νοσοκομείο του Λόνγκγιαρμπιεν. Άλλα δημόσια γραφεία με παρουσία στην πόλη είναι η Νορβηγική Διεύθυνση Ορυχείων, το Νορβηγικό Πολικό Ινστιτούτο, τη Νορβηγική Φορολογική Διαχείρηση και την εκκλησία της Νορβηγίας.[70] Το Λόνγκγιαρμπιεν είναι υφιστάμενο στο επαρχιακό δικαστήριο Νορντ-Τρομς και το εφετείο Χαλογκαλάντ, που βρίσκονται στο Τρόμσε.[71]
Η συνθήκη των Σβάλμπαρντ το 1920 εγκαθίδρυσε την πλήρη νορβηγική κυριαρχία πάνω από το αρχιπέλαγος. Η συνθήκη τέθηκε σε ισχύ το 1925, ακολουθώντας τον νόμο των Σβάλμπαρντ που θέσπισε τη θέση του κυβερνήτη των Σβάλμπαρντ, που έχει την αρμοδιότητα του αρχηγού της αστυνομίας και του κυβερνήτη της κομητείας, καθώς και κάποιες άλλες αρμοδιότητες που χορηγούνται από την εκτελεστική εξουσία. Τα καθήκοντα περιλαμβάνουν την περιβαλλοντική πολιτική, το οικογενειακό δίκαιο, την υπακοή στους νόμους, την έρευνα και διάσωση, τη διαχείριση του τουρισμού, τις υπηρεσίες πληροφοριών, επικοινωνία με ξένους οικισμούς και δικαστήρια σε μερικές περιοχές καθώς και θαλάσσιων ερευνών και τη δικαστική εξέταση αν και ποτέ σε αυτές τις περιπτώσεις δεν δρα σαν αστυνομία.[72] Η Κιέρστιν Άσκχολτ είναι κυβερνήτης από το 2015[73] και επικουρείται από προσωπικό 26 υπαλλήλων. Το ίδρυμα υπάγεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και Αστυνομίας, αλλά δίνει αναφορά και σε άλλα υπουργεία σε θέματα εντός των χαρτοφυλακίων τους.[74]
Λόγω του ειδικού καθεστώτος των Σβάλμπαρντ, το Λόνγκγιαρμπιεν υπόκειται στη νορβηγική νομοθεσία, αλλά οι πολίτες οποιαδήποτε συμβαλλόμενης χώρας μπορούν να κάνουν εμπορικές δραστηριότητες. Ωστόσο οι άνθρωποι χωρίς κάποια πηγή εισοδήματος μπορεί να απορριφθούν από τον κυβερνήτη. Η συνθήκη περιορίζει τη Νορβηγία στο δικαίωμα να συλλέγει φόρους για τη χρηματοδότηση υπηρεσιών στο Σβάλμπαρντ. Ως εκ τούτου η πόλη έχει χαμηλότερο φόρο εισοδήματος από την ηπειρωτική Νορβηγία και δεν υπάρχει ΦΠΑ. Η συνθήκη έχει κάνει το Λόνγκγιαρμπιεν αποστρατικοποιημένη ζώνη, που δεν είναι μέρος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, ούτε του χώρου Σένγκεν όπως και το υπόλοιπο της Νορβηγίας.
Πολιτισμός
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το κοινοτικό συμβούλιο λειτουργεί αρκετές πολιτιστικές δραστηριότητες, όπως έναν κινηματογράφο, νεανικό σύλλογο, βιβλιοθήκη και γκαλερί.[75] Ο αθλητικός σύλλογος της πόλης είναι το Σβάλμπαρντ Τερν.[76] Το Σβάλμπαρντχαλλεν είναι ένα κλειστό αθλητικό κέντρο που είναι αρκετά μεγάλο για να στεγάσει γήπεδο χάντμπολ ή τρία στάδια μπάντμιντον, ένα σκοπευτήριο και μια πισίνα 25 μέτρων. Η εκκλησία των Σβάλμπαρντ περιλαμβάνει όλο το αρχιπέλαγος στην ενορία της. Η κοινοτική αίθουσα έχει έκταση 126 τ.μ. και το καθιστικό είναι 112 τ.μ. Η εκκλησία είναι χτισμένη πάνω σε σκελετό ξύλινων δοκών. Η Σβάλμπαρντποστεν είναι μια εβδομαδιαία εφημερίδα που εκδίδεται την Παρασκευή. Η εκτύπωση γίνεται στο Τρόμσε και οι περισσότεροι συνδρομητές ζουν στην ενδοχώρα. Η Icepeople, που επίσης τυπώνεται σε εβδομαδιαία βάση, είναι μια εναλλακτική εφημερίδα που τυπώνεται στα αγγλικά. Υπάρχουν δύο μουσεία στην πόλη, το Μουσείο των Σβάλμπαρντ[77] και το μουσείο αερόπλοιων της Σπιτσβέργης.[78] Το Dark Season Blues διεξάγεται ετησίως από τον Οκτώβριο του 2003.[79] Είκοσι κάτοικοι της πόλης είναι μέλη των Liverbirds Σβάλμπαρντ και κάνουν τακτικές συναντήσεις στο Svalbar για τις ημέρες των αγώνων κατά τους χειμερινούς μήνες.
Οικονομία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το μόνο ορυχείο που λειτουργεί ακόμα στην πόλη είναι το Ορυχείο 7, που βρίσκεται 15 χιλιόμετρα πάνω από το Αντβεντάλεν. Παράγει 70.000 τόνους άνθρακα ετησίως και οι 25.000 τόνοι χρησιμοποιούνται για την τροφοδότηση του εργοστασίου ηλεκτρικού ρεύματος Λόνγκγιαρ, του μόνου εργοστασίου στη χώρα που τροφοδοτείται με αυτόν τον τύπο ενέργειας.[80] Η περισσότερη παραγωγή της Στόρε Νόρσκε γίνεται στη Σβεαγκρούβα, που βρίσκεται στο Βαν Μιγιενφιόρδεν, 60 χιλιόμετρα νότια του Λόνγκγιαρμπιεν. Δεν υπάρχει δρόμος που να συνδέει τις κοινότητες,[81] αντίθετα οι εργαζόμενοι ζουν σε κοιτώνες στη Σβεαγκρούβα.[82] Λόγω του ότι η παραγωγή δεν είναι κερδοφόρα, η Στόρε Νόρσκε στηρίζεται στην κρατική χρηματοδότηση για να συνεχίσει την παραγωγή.[83]
Το Πανεπιστημιακό Κέντρο στο Σβάλμπαρντ (UNIS) έχει 350 φοιτητές και προσωπικό 40 καθηγητών και βοηθών και 120 επισκέπτες καθηγητές. Δεν προσφέρει πτυχία, αλλά προσφέρει εξαμηνιαία μαθήματα στη βιολογία, φυσική και γεωλογία. Η φοιτητική κατοικία βρίσκεται στο Νίμπγιεν. Το κολλέγιο είναι μέρος του επιστημονικού κέντρου του Σβάλμπαρντ, με έκταση 12.000 τ.μ., που διαθέτει το νορβηγικό Πολικό Ινστιτούτο, το EISCAT και το επιστημονικό Φόρουμ των Σβάλμπαρντ.[84] Το 2006 περίπου 9.000 μέρες ερευνών διεξήχθησαν στην πόλη, περισσότερο από Νορβηγούς. Αυτό έκανε το Λόνγκγιαρμπιεν το δεύτερο μεγαλύτερο μέρος ερευνών στο Σβάλμπαρντ, οριακά κάτω από το Νι-Έλεσουντ. Σε αντίθεση το Λόνγκγιαρμπιεν έχει σχεδόν μόνο νορβηγική έρευνα, ενώ το Νι-Έλεσουντ έχει ομοιόμορφη κατανομή μεταξύ Νορβηγών και ξένων.[85]
Ο δορυφορικός σταθμός των Σβάλμπαρντ χτίστηκε λόγω της τέλειας τοποθεσίας της πόλης για να κατεβούν δεδομένα από δορυφόρους σε πολική τροχιά. Βρίσκεται στο Πλατάμπεργκετ πάνω από το Χοτελλνεσέτ και χτίστηκε σε συνεργασία της NASA με το νορβηγικό διαστημικό Κέντρο, αλλά από το 2001 το διαχειρίζεται η εταιρεία δορυφορικών υπηρεσιών Κόνγκσμπεργκ.[86] Το EISCAT λειτουργεί ένα ασυνάρτητο ραντάρ για να μελετήσει το βόρειο σέλας. Η παγκόσμια τράπεζα σπόρων Σβάλμπαρντ είναι μια ασφαλής υπόγεια εγκατάσταση σπόρων, που μπορεί να αποθηκεύσει με ασφάλεια εκατομμύρια σπόρους φυτών. Η εγκατάσταση δημιουργήθηκε για την προστασία από φυσικές και ανθρώπινες καταστροφές, όπως την παγκόσμια υπερθέρμανση, πλημμύρες, φωτιές και πυρηνικό ολοκαύτωμα. Η τοποθεσία επιλέχθηκε για λόγους όπως την απομόνωση και τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος, λόγω του μόνιμα παγωμένου εδάφους.[87]
Η πόλη είναι το κέντρο του τουρισμού στο αρχιπέλαγος και ο περισσότερος τουρισμός που γίνεται βασίζεται σε φυσικές εμπειρίες από την επίσκεψη μόνο της πόλης. Ωστόσο η πόλη παρέχει προμήθειες, εγκαταστάσεις και αρκετά μουσεία. Το 2008 η πόλη κατέγραψε 89.000 νύχτες φιλοξενίας, από 30.000 το 1995. Ο μέσος φιλοξενούμενος έμεινε 2,2 νύχτες και το 60% της χωρητικότητας χρησιμοποιήθηκε από τουρίστες. Περίπου 40.000 τουρίστες πέταξαν στην πόλη, με τα 2/3 να είναι από τη Νορβηγία. Το 2007 τα έσοδα από τον τουρισμό ήταν 291.000.000 νορβηγικές κορώνες.[88]
Μεταφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Λόνγκγιαρμπιεν έχει οδικό δίκτυο 50 χλμ., αλλά δεν επεκτείνεται σε κάποια άλλη κοινότητα.[89][90] Το 2008 ήταν εγγεγραμμένα συνολικά 1.481 αυτοκίνητα και το 49% των νοικοκυριών είχε αυτοκίνητο. Τα αυτοκίνητα έχουν καταχωρηθεί με τον κωδικό ZN στις πινακίδες κυκλοφορίας. Υπάρχει μόνο ένα συνεργείο, το Svalbard Auto, το οποίο είναι επίσης έμπορος της Toyota.[91]
Τα σνόουμομπαϊλ είναι δημοφιλής τρόπος μεταφοράς και υπάρχουν περισσότερα σνόουμομπαϊλ σε σχέση με τους κατοίκους. Το 2008 ήταν εγγεγραμμένα 2,672 σνόουμομπαϊλ και το 69% διέθετε τουλάχιστον ένα. Η μεταφορά εκτός δρόμου στο γυμνό έδαφος απαγορεύεται, αλλά τα σνοουμόμπαϊλ χρησιμοποιούνται ευρέως τον χειμώνα για εμπορικούς και ψυχαγωγικούς σκοπούς. Η μεταφορά από την πόλη στο Μπάρεντσμπουργκ (45 χλμ.) και το Πιράμιντεν (100 χλμ.) είναι δυνατή με σνόουμομπαϊλ τον χειμώνα ή με πλοίο όλο τον χρόνο.
Το αεροδρόμιο των Σβάλμπαρντ βρίσκεται στο Χοτελλνεσέτ, 3 χλμ. βορειοδυτικά από την πόλη. Έχει ένα διάδρομο 2.483 μέτρων και είναι το μόνο αεροδρόμιο που επιτρέπει τη μεταφορά αεροσκάφων στο αρχιπέλαγος.[92][93] Οι Σκανδιναβικές Αερογραμμές εξυπηρετούν καθημερινές πτήσεις στο Όσλο και το Τρόμσε,[94], ενώ υπάρχουν παράτυπες πτήσεις προς τη Ρωσία. Η Lufttransport λειτουργεί τακτικές πτήσεις στα αεροδρόμια Σβέα και Νι-Ελέσουντ στο Χαμνεράμπεν. Η Αρκτικουγκόλ λειτουργεί ελικόπτερα στο Μπάρεντσμπουργκ και το Πιράμιντεν. Υπάρχουν δύο αποβάθρες στο λιμάνι, μία για τον άνθρακα και η άλλη για γενικά αγαθά.[95] Από το 1907 έως το 1987 οι εταιρείες εξόρυξης λειτουργούσαν ένα δίκτυο εναέριων τραμ για τη μεταφορά άνθρακα από τα ορυχεία προς το λιμάνι.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ www
.ssb .no /befsvalbard. - ↑ Holm (1999): 55
- ↑ Holm (1999): 104
- ↑ Holm (1999): 45
- ↑ Holm (1999): 46
- ↑ «Longyearbyen». Norwegian Polar Institute. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2012.
- ↑ Holm (1999): 148
- ↑ Holm (1999): 47
- ↑ Holm (1999): 119
- ↑ Holm (1999): 83
- ↑ Holm (1999): 116
- ↑ Holm (1999): 64
- ↑ Holm (1999): 69
- ↑ Holm (1999): 126
- ↑ Holm (1999): 114
- ↑ Holm (1999): 85
- ↑ Holm (1999): 149
- ↑ Holm (1999): 153
- ↑ Holm (1999): 143
- ↑ Holm (1999): 166
- ↑ Arlov (1994): 74
- ↑ Holm (1999): 73
- ↑ Arlov (1994): 75
- ↑ Holm (1999): 74
- ↑ Arlov (1994): 79
- ↑ Holm (1999): 94
- ↑ Holm (1999): 133
- ↑ Holm (1999): 37
- ↑ Holm (1999): 150
- ↑ Holm (1999): 65
- ↑ Bartlett, Duncan (2008-07-12). «Why dying is forbidden in the Arctic». BBC News. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-03-13. https://www.webcitation.org/668HHA1gJ?url=http://news.bbc.co.uk/2/hi/programmes/from_our_own_correspondent/7501691.stm. Ανακτήθηκε στις 2012-03-13.
- ↑ Holm (1999): 57
- ↑ Holm (1999): 48
- ↑ Tjomsland and Wilsberg, 1996: 154–158
- ↑ Holm (1999): 16
- ↑ Holm (1999): 86
- ↑ Holm (1999): 134
- ↑ «9 Næringsvirksomhet». St.meld. nr. 22 (2008–2009): Svalbard. Norwegian Ministry of Justice and the Police. 17 Απριλίου 2009. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ Holm (1999): 129
- ↑ Holm (1999): 70
- ↑ «Industrial, mining and commercial activities». Report No. 9 to the Storting (1999–2000): Svalbard. Norwegian Ministry of Justice and the Police. 29 Οκτωβρίου 1999. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 19 Απριλίου 2012.
- ↑ Arlov (1994): 86
- ↑ Holm (1999): 125
- ↑ Holm (1999): 136
- ↑ Holm (1999): 132
- ↑ Holm (1999): 44
- ↑ Holm (1999): 164
- ↑ Holm (1999): 151
- ↑ Gjesteland, Eirik (2003). «Technical solution and implementation of the Svalbard fibre cable». Teletronikk (3): 140–152. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-04-12. https://www.webcitation.org/66rn5jf5w?url=http://telektronikk.com/volumes/pdf/3.2004/Page_140-152.pdf. Ανακτήθηκε στις 2012-04-12.
- ↑ Holm (1999): 36
- ↑ Holm (1999): 141
- ↑ «Svalbard Global Seed Vault: Frequently Asked Questions». Government.no. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 11 Απριλίου 2012.
- ↑ «Adventfjorden». Norwegian Polar Institute. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2012.
- ↑ Rosenthal, Elisabeth (2008-03-03). «A Speck of Sunlight Is a Town’s Yearly Alarm Clock». The New York Times. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-03-15. https://www.webcitation.org/66BBEn1IH?url=http://www.nytimes.com/2008/03/03/world/europe/03sun.html?_r=1. Ανακτήθηκε στις 2012-03-15.
- ↑ «Advent City». Norwegian Polar Institute. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Longyearbyen map» (PDF). Svalbard Reiseliv. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 19 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Climate and daylight in Svalbard (Longyearbyen)». NordicVisitor. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Sunrise and sunset times for Longyearbyen». Suncurves. Ανακτήθηκε στις 28 Απριλίου 2014.
- ↑ http://www.hindawi.com/journals/amete/2011/893790/ – recent warming on Svalbard
- ↑ «Climate and daylight in Svalbard (Longyearbyen)». NordicVisitor. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Μαΐου 2012. Ανακτήθηκε στις 1 Μαΐου 2011.
- ↑ Sjöblom, Anna. «Weather Conditions on Svalbard» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 9 Νοεμβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουνίου 2015.
- ↑ http://www.myweather2.com/City-Town/Norway/Longyearbyen/climate-profile.aspx?month=7
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Απριλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 29 Ιανουαρίου 2017.
- ↑ «CLongyearbyen (Svalbard), Sogn og Fjordane Weather Averages». World Weather Online. Ανακτήθηκε στις 1 Δεκεμβρίου 2016.
- ↑ «Om Longyearbyen» (στα Νορβηγικά). Longyearbyen Community Council. 26 Μαρτίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 14 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Pendlere eller fastboende?» (PDF) (στα Νορβηγικά). Statistics Norway. 26 Μαρτίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 17 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 17 Μαρτίου 2012.
- ↑ Amundsen, Birger (2011-10-10). «Kvinne valgt av folket». Svalbardposten. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-03-16. https://www.webcitation.org/66Cenl9Dj?url=http://svalbardposten.no/nyheter/kvinne-valgt-av-folket. Ανακτήθηκε στις 2012-03-16.
- ↑ «Information for foreign citizens living in Longyearbyen». Governor of Svalbard. 15 Αυγούστου 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 14 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 14 Μαρτίου 2012.
- ↑ «From the cradle, but not to the grave». Statistics Norway. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-05-15. http://arquivo.pt/wayback/20160515164104/http://www.ssb.no/this_is_svalbard/velferdstilbud.pdf. Ανακτήθηκε στις 2010-03-24.
- ↑ «The administration of Svalbard». Report No. 9 to the Storting (1999–2000): Svalbard. Norwegian Ministry of Justice and the Police. 29 Οκτωβρίου 1999. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 19 Απριλίου 2012.
- ↑ «Nord-Troms tingrett». Norwegian National Courts Administration. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Αυγούστου 2011. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Lov om Svalbard» (στα Νορβηγικά). Lovdata. 19 Ιουνίου 2009. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2010.
- ↑ «Dagens sysselmann på Svalbard» (στα Νορβηγικά). Governor of Svalbard. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-03-05. https://web.archive.org/web/20160305010955/http://www.sysselmannen.no/Toppmeny/Om-Sysselmannen/Dagens-sysselmann/. Ανακτήθηκε στις 2016-02-25.
- ↑ «Organisation». Governor of Svalbard. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-07-23. https://web.archive.org/web/20110723004354/http://www.sysselmannen.no/enkel.aspx?m=44377. Ανακτήθηκε στις 2010-03-24.
- ↑ «Development of the local community in Longyearbyen». Report No. 9 to the Storting (1999–2000): Svalbard. Norwegian Ministry of Justice and the Police. 29 Οκτωβρίου 1999. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 19 Απριλίου 2012.
- ↑ Holm (1999): 139
- ↑ «Information about the museum». Spitsbergen Museum. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Spitsbergen Airship Museum». Spitsbergen Airship Museum. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2012.
- ↑ Langset, Mona (2009-10-22). «Svalbard-blues skal lyse opp i mørketiden» (στα Νορβηγικά). Verdens Gang. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-04-11. https://www.webcitation.org/66qNy83pb?url=http://www.vg.no/reise/artikkel.php?artid=575665. Ανακτήθηκε στις 2012-04-11.
- ↑ «Gruve 7». Store Norske Spitsbergen Kulkompani. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Svea Nord». Store Norske Spitsbergen Kulkompani. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Φεβρουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Sveagruva». Norwegian Polar Institute. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Gruvedrift: Svalbardsamfunnets hjerte» (PDF) (στα Νορβηγικά). Statistics Norway. Οκτώβριος 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 17 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 7 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Arctic science for global challenges». University Centre in Svalbard. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Φεβρουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 14 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Pendlere eller fastboende?» (PDF) (στα Νορβηγικά). Statistics Norway. Οκτώβριος 2009. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 19 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 17 Μαρτίου 2012.
- ↑ Grønli, Kristin Straumsheim (Δεκέμβριος 2006). «Øyet i himmelen laster ned på Svalbard» (στα Νορβηγικά). Forskning.no. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-03-14. https://www.webcitation.org/66AN6p7CP?url=http://www.forskning.no/Artikler/2006/desember/1165799815.02. Ανακτήθηκε στις 2012-03-14.
- ↑ Roug, Louise (2007-10-12). «The Seed Bank Atop the World». Los Angeles Times. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-03-15. https://www.webcitation.org/66BAa0gvG?url=http://articles.latimes.com/2007/oct/12/world/fg-vault12. Ανακτήθηκε στις 2012-03-15.
- ↑ «Turisme: Stadig flere vil oppleve Arktis» (PDF) (στα Νορβηγικά). Statistics Norway. Οκτώβριος 2009. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 19 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Lov og rett: Anerledes lov og orden» (PDF) (στα Νορβηγικά). Statistics Norway. Οκτώβριος 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 19 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2012.
- ↑ Umbriet (1997): 63–67
- ↑ «Om oss» (στα Νορβηγικά). Svalbard Auto. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 13 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Airport information for ENSB» (PDF). Avinor. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 11 Ιουνίου 2012. Ανακτήθηκε στις 20 Απριλίου 2012.
- ↑ «11 Sjø og luft – transport, sikkerhet, redning og beredskap». St.meld. nr. 22 (2008–2009): Svalbard. Norwegian Ministry of Justice and the Police. 17 Απριλίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2012.
- ↑ Avinor. «Destinations from Svalbard Airport, Longyear» (στα Νορβηγικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-03-15. https://www.webcitation.org/66BHIK2JO?url=http://www.avinor.no/en/airport/svalbard/timetables. Ανακτήθηκε στις 2012-03-15.
- ↑ Norwegian Mapping and Cadastre Authority (1990): 232