Τέμενος Κεφελί

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τέμενος Κεφελί
Kefeli Câmîi
Η νότια πλευρά του Τεμένους Κεφελί.
Βασικές πληροφορίες
ΤοποθεσίαΚωνσταντινούπολη, Τουρκία
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°1′46″N 28°56′30″E / 41.02944°N 28.94167°E / 41.02944; 28.94167Συντεταγμένες: 41°1′46″N 28°56′30″E / 41.02944°N 28.94167°E / 41.02944; 28.94167
ΥπαγωγήΣουνιτικό Ισλάμ
ΧώραΤουρκία
Έτος αφιέρωσηςΜεταξύ 1623 και 1640
Αρχιτεκτονική περιγραφή
Αρχιτεκτονικός τύποςεκκλησία
Αρχιτεκτονικός ρυθμόςΒυζαντινή
ΑποπεράτωσηΜεταξύ 13ου και 15ου αιώνα
Λεπτομέρειες
Μιναρές/Μιναρέδες1
Υλικάτούβλο, πέτρα

Το σημερινό Τέμενος Κεφελί ήταν η Ορθόδοξη Εκκλησία γνωστή ως Μονή του Μανουήλ ή Μονή του Μανουήλος στην Κωνσταντινούπολη.

Βρίσκεται στην συνοικία «Αγορά του διερμηνέα» ή «Σαλμάκ τομπρούκ», ανατολικά της κινστέρνας του Άσπαρος, κοντά στην «οδό του διερμηνέα», που ονομάζεται έτσι από τον πρώτο διερμηνέα του Σουλεϊμάν, τον Γιουνούς Αγά, που κατοικούσε εδώ.

Περιγραφή της Μονής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σχετικές πληροφορίες για την έκταση της αυλής του ναού, ή για τον αριθμό των μοναχών που έμεναν εδώ δεν υπάρχουν πια.

Στα τέλη του 19ου αιώνα, η κατάσταση του κτιρίου ήταν ήδη δραματική. Οι τοίχοι ήταν σχισμένοι και εν μέρη ερειπωμένοι. Στον δεξιό της τοίχο η μονή είχε άλλα δύο κτίσματα νεώτερης κατασκευής για ενίσχυση του ετοιμόρροπου τοίχου. Οι πόρτες είχαν ξεκρεμαστεί. Το εσωτερικό μέρος του ναού ήταν γυμνό παντός βυζαντινού καλλωπίσματος. Η λεγόμενη βασιλική πύλη ήταν κλειστή με τούβλα χτισμένα. Η είσοδος ήταν στην αριστερή μεριά. Ο νάρθηκας της εκκλησίας δεν σώζεται. Κάτω από την αριστερή μεριά του ναού υπήρχε ένα υπόγειο, όπου Αρμένιοι κατεργάζονταν μετάξι. Το ίδιο και στις υπόστεγες κινστέρνες. Στα δεξιά της μονής είναι κήποι, ενώ στις άλλες τρεις πλευρές είναι δρόμος.

Ιστορία της Μονής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κτίστηκε επί της βασιλείας του Θεοφίλου και του υιού του, Μιχαήλ. Η μονή φέρει το όνομα του Μανουήλ, σημαντικού στρατηγού των Ανατολικών στρατευμάτων, ο οποίος την έκτισε. Μετά από πολλές ηρωικές μάχες με τους Αγαρηνούς, και αφού ασθένησε και απέθανε, το σκίνο του Μανουήλ μεταφέρθηκε στο Βυζάντιο και ετάφη στην μονή αυτή. Κατά μια άλλη εκδοχή, ο Μανουήλ κατοικούσε στην οικία του κοντά στην κινστέρνα του Άσπαρος όπου και απέφευγε τις ραδιουργίες του Παλατιού. Αργότερα πήγε σε σεμνό τόπο όπου και ετάφη.

Χαρακτικό του Τεμένους το 1877.

Η μονή, αρχικά μικρή, εγκαινιάσθηκε εκ βάθρων από τον Πατριάρχη Φώτιο και αργότερα από τον Γεώργιο τον Λακαπηνό.[1] Στην μονή αυτή έζησε και ο Μιχαήλ Δόυκας ο Παραπινάκης (1071-1078). Το 998 ο Πατριάρχης Σέργιος αναγορεύτηκε ηγούμενος της Μονής.[2] Στα πρακτικά των Συνόδων μνημονεύεται ο Τρύφων, πρεσβύτερος της Μονής Μανουήλου.

Πότε ο ναός μετατράπηκε σε τέμενος δεν είναι γνωστό. Ο Σεΐδ Αλής καλεί το τέμενος αυτό «Κεφελή-μεστζηδλι», που σημαίνει «ευκτήριο του Καφά», επειδή η μονή είχε μετατραπεί σε τέμενος με προτροπή κάποιου ονόματι Καφαίου. Προσθέτει δε ότι τα προς συντήρηση απαραίτητα χρήματα προέρχονταν από τα αφιερώματα του τεμένους Σελιμιέ. Η διατήρηση του άμβωνα χορηγείτο από το βασιλικό τέμενος του Σουλεϊμανιέ.

Το 1475 ο Σουλτάνος Μωάμεθ κατάκτησε την περιοχή και μετακόμισε πάμπολλους Εβραίους, Γραικούς και Αρμένιους της περιοχής,[3][4] πηγαίνοντάς τους στην ερημωμένη Κωνσταντινούπολη, της οποίας οι κάτοικοι, για να αποφύγουν τις θηριωδίες των Κριμαίων Τατάρων αποδήμησαν κατά μεγάλο μέρος στην Ιταλία, άλλοι στον Γαλατά. Οι Εβραίοι κατέφυγαν στο Χάσκιοϊ, μια πόλη κοντά στον Γαλατά, όπου οι απόγονοί τους λέγονταν Καραΐτες, δηλαδή «συγκάτοικοι των ομοφύλων Εβραίων». Οι Έλληνες παίρνοντας μαζί τους μερικές εικόνες από τον Καφά ίδρυσαν στον Γαλατά την Παναγία την Καφατιανή. Όσοι Αρμένιοι παρέμειναν ζήτησαν από τον Μωάμεθ να τους δώσει μια εκκλησία και έλαβαν την Μονή του Μανουήλ, που την μετονόμασαν σε «Σουρπ-Νιγγοός», ή Άγιος Νικόλαος και την χρησιμοποίησαν για πολλά χρόνια, μέχρι που τελικά μετατράπηκε σε οθωμανικό τέμενος.

Η μετατροπή αυτή έγινε ίσως στις αρχές του 16ου αιώνα. Οι Αρμένιοι που, υπό την πίεση των Οθωμανών, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον ναό αυτόν, κατέφυγαν στην παράλια πύλη του Μπαλατά, όπου και έχτισαν έναν όμορφο ναό, στο όνομα του Αρχάγγελου Μιχαήλ, πάνω στα ερείπια ενός αρχαίου μικρού βυζαντινού ναού, του Αγίου Ευστρατίου.[5]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. C. Christ. Βιβ. IV, σελ. 158. Γ. Κεδρηνός, Τόμ. Β'. σελ. 487. Κ/πολις Βυζαντίου, Τομ. Α'. Συνέχ. Θεοφάνους, σελ. 433.
  2. Σύνταγμα, Ράλλη και Ποτλή, Τόμ. Β', σελ. 675: Ο μακαριώτατος Φώτιος την του Μανουήλ μονήν εκ κρηρίδων αυτών σχεδόν, είς ό νύν κα΄λλος και μεγεθος οράται, κατέστησεν
  3. Texier, L'Archit. Byz., σελ. 224: «καί τινας αποίκους εισήνεγκεν ... έκ τε του Καφά» κτλ.
  4. Γ. Φραντζής, σελ. 308. Ceux de Caffa furent jetés dans un quartier désert de la capitale, pour y végéter dans l'abjection de la servitude. Histoire de la Republique de Génew, par M. Emile Vincens. Paris. 1842, Τόμ. Β' σελ. 288
  5. Εκκλησία του Αγίου τούτου, μαρτυρήσαντος επί Διοκλητιανού και εορταζομένου τη 13η Δεκ., δεν μνημονεύεται από τους Βυζαντίους. Η Σύναξις αυτού ετελείτο εν τώ ναώ του Ιωάννου του Θεολόγου, πλησίον της Αγίας Σοφίας. Συναξ. Δεκ. 13 και Ιαν. 9. Ο Χάμμερ, C/polis, Τόμ. Α', σελ. 466, λέγει ότι ήτο Βυζαντινή εκκλησία, τιμωμένη επ' ονόματι του Ταξιάρχου. επί τίνι μαρτυρία, αγνοώ

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]