Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μαρξισμός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μαρξισμός ονομάζεται το ενιαίο σύστημα των φιλοσοφικών, οικονομικών και κοινωνικών ιδεών που θεμελιώνεται στα έργα του Καρλ Μαρξ και του Φρίντριχ Ένγκελς. Η πολιτική θεωρία και πρακτική που απορρέει από τα έργα αυτά στηρίζει μία σοσιαλιστική αντίληψη για την κοινωνία και αποσκοπεί στον Κομμουνισμό.

Το βασικό αντικείμενο του έργου του Μαρξ είναι η μελέτη των αιτιών που γεννούν και διαμορφώνουν τον τρόπο παραγωγής, τις κοινωνικές τάξεις και την πολιτική υπόσταση κάθε ταξικής κοινωνίας και πιο ειδικά του καπιταλισμού. Η οικονομία και η πάλη των τάξεων αποτελούν για τον μαρξισμό, την πραγματική μηχανή της ιστορικής διαδικασίας (ιστορικός υλισμός), η οποία καθορίζει άμεσα ή έμμεσα την εξέλιξη των κοινωνιών. Σημαντική φιλοσοφική αφετηρία του Μαρξ είναι επίσης η θεώρηση του ανθρώπου όχι ως μεμονωμένου ατόμου με προκαθορισμένες ελευθερίες (κατά το ατομικιστικό πρότυπο του φιλελευθερισμού), αλλά ως κοινωνικού ατόμου. Αυτή η αντίληψη είναι συνήθης ευρύτερα στον σοσιαλισμό.

Καρλ Μαρξ

Εναλλακτικοί ορισμοί που έχουν προταθεί από πολλούς συγγραφείς, χρησιμοποιούν τον όρο «μαρξικό» για να αναφερθούν στο φιλοσοφικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό έργο που διατυπώθηκε από τον Μαρξ, και τον όρο «μαρξιστικό» για οποιοδήποτε αντίστοιχο έργο στηρίχθηκε στον Μαρξ. Κατά αυτή την έννοια ορίζονται πολλοί Μαρξισμοί. Έτσι π.χ. ορίζεται ο «σοβιετικός μαρξισμός» ως το φιλοσοφικό/πολιτικό/ιδεολογικό ρεύμα που διαμορφώθηκε υπό την ηγεμονία του ΚΚΣΕ και της Τρίτης Διεθνούς με κέντρο τη Σοβιετική Ένωση, ο «δομικός μαρξισμός» που προέρχεται κυρίως από το έργο του Λουί Αλτουσέρ, του Νίκου Πουλαντζά και άλλων στρουκτουραλιστών κ.α.

Συχνά συναντάται ο όρος «κριτικός μαρξισμός» για μαρξογενή ρεύματα που διαφοροποιήθηκαν από τις δύο επικρατούσες μορφές του ιστορικού σοσιαλισμού του 20ου αιώνα, τον σταλινισμό και τη σοσιαλδημοκρατία. Σ' αυτά συνήθως εντάσσονται ρεύματα με αφετηρία το έργο του Λέον Τρότσκι ή ρεύματα με αναφορές στη σχολή της Φρανκφούρτης, στο έργο του Τόνι Κλιφ κ.α. Θεωρητική αφετηρία του δυτικού ή κριτικού μαρξισμού αποτελεί τόσο το έργο του Γκέοργκ Λούκατς όσο και το έργο του Αντόνιο Γκράμσι.

Άλλος όρος που χρησιμοποιείται από σύγχρονους συγγραφείς και πολιτικές οργανώσεις (στην Ελλάδα κυρίως από το ΝΑΡ) είναι ο όρος «μαχόμενος επαναστατικός μαρξισμός» (βλ. κομμουνιστική επαναθεμελίωση). Βασικά στοιχεία είναι: α. η προσπάθεια εξέλιξης της θεωρίας σύμφωνα με τις σημερινές συνθήκες ανάπτυξης και κρίσης της καπιταλιστικής κοινωνίας και β. Η αποτίμηση των επαναστάσεων του 20ού αι. και των καθεστώτων του λεγόμενου "υπαρκτού σοσιαλισμού" που προέκυψαν από αυτές τις επαναστάσεις.

Συνήθης επίσης είναι και ο όρος μαρξισμός-λενινισμός, που κατά πολλούς ταυτίζεται με τους όρους «σοβιετικός μαρξισμός» και «σταλινισμός»[εκκρεμεί παραπομπή]. Για όσους αυτοπροσδιορίζονται ως Μαρξιστές-Λενινιστές, που στην Ελλάδα κύριος εκφραστής είναι το ΚΚΕ, ο όρος αποτελεί την πιστή εφαρμογή των λεγόμενων του Μαρξ, όπως αυτά εμπλουτίστηκαν από τον Λένιν. Πρέπει να τονιστεί ότι ο χώρος του Μαρξισμού-Λενινισμού δεν πρέπει να συγχέεται με τον χώρο Μ-Λ (ή μ-λ) που από πολλούς θεωρείται χώρος που ανήκει στο μαοϊκό ρεύμα. Το ρεύμα αυτό (Μ-Λ) (στην Ελλάδα βλέπε τα πολιτικά κόμματα ΟΜΛΕ, ΚΚΕ(μ-λ), Μ-Λ ΚΚΕ, ΚΟΕ, Χοτζέας κ.λπ.) διαφοροποιείται από το επίσημο κομμουνιστικό κίνημα (άρα και από τον «επίσημο» μαρξισμό) μετά τον θάνατο του Ιωσήφ Στάλιν και τη διαδοχή του από τον Νικήτα Χρουτσόφ.

Ο μαρξισμός εμφανίστηκε στη δεκαετία του 1840, από τη μία ως συνέπεια της ανάπτυξης της κοινωνικής σκέψης και επιστήμης, και από την άλλη ως απόρροια της ανάγκης για τη θεμελίωση μιας κοσμοθεωρίας για το αναπτυσσόμενο προλεταριάτο. Ως κυριότερες ιδεολογικές πηγές του μαρξισμού θεωρούνται ο γαλλικός ουτοπικός σοσιαλισμός, ο γερμανικός ιδεαλισμός και η κλασική αγγλική πολιτική οικονομία. Ωστόσο ο Μαρξ επιχείρησε συνειδητά να «αναποδογυρίσει» τον ιδεαλισμό του Χέγκελ, διατηρώντας όμως τη διαλεκτική μέθοδό του, και να τον αντικαταστήσει με έναν αυστηρό υλισμό πιο συμβατό με τον θετικισμό της εποχής του.

Ο διαλεκτικός και ιστορικός υλισμός στηρίζεται στην παραδοχή ότι η ύλη διαμορφώνει πρωταρχικά αλλά και επαναδιαμορφώνεται από το πνεύμα (συνείδηση). Η πρωταρχικότητα της ύλης έναντι της συνείδησης, έγκειται στο γεγονός ότι προηγείται χρονικά της δεύτερης και αποτελεί αναγκαίο όρο, πρώτα για την ύπαρξη της ζωής, και έπειτα της συνείδησης. Η ύλη είναι απαραίτητο συστατικό της ζωής και η ζωή δεν υπάρχει χωρίς την ύλη. Το ανθρώπινο πνεύμα από την άλλη, δεν υπάρχει δίχως την ίδια την ύλη, δίχως τη ζωή. Το προβάδισμα της ύλης έναντι του πνεύματος σε μια σχέση αλληλεπίδρασης, είναι μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα.

Ας το δούμε λίγο πιο προσεκτικά. Το φυσικό περιβάλλον ασκεί την επίδρασή του στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος όμως, δε δέχεται παθητικά τα ερεθίσματα αυτά, αλλά επενεργεί με τη σειρά του στη φύση και τη μεταβάλλει. Έτσι όμως μεταβάλλει τους υλικούς όρους της δικής του ζωής και σε τελική ανάλυση μεταβάλλει τον ίδιο του τον εαυτό, τη συνείδησή του. Ο άνθρωπος δεν είναι μόνο ύλη ή μόνο συνείδηση (πνεύμα). Είναι και τα δύο, με την ύλη να προηγείται, εξαιτίας του γεγονότος ότι πρώτα ο άνθρωπος γεννιέται και μετέπειτα μεγαλώνοντας, αποκτά την ικανότητα του να σκέφτεται. Έχει ενδιαφέρον επομένως να δούμε πώς συνδέονται στην ιστορία μεταξύ τους αυτά τα δύο στοιχεία.

Όλη η ανθρώπινη ιστορία μέχρι τώρα έχει σαν βάση την προσπάθεια που καταβάλλει ο άνθρωπος τόσο για την επιβίωσή του, όσο και για την κατανόηση του κόσμου που τον περιβάλλει. Ο ιστορικός υλισμός δεχόμενος το προβάδισμα της ύλης έναντι του πνεύματος αλλά και την διαλεκτική σχέση μεταξύ αυτών των δυο χαρακτηριστικών του ανθρώπου, θεμελιώνει την ιστορική εξέλιξη, με βάση αυτή την διαλεκτική σχέση ύλης και πνεύματος, δηλαδή την σχέση ενότητας και αντιπαράθεσης μεταξύ τους.

Σύμφωνα με τον Μαρξ η πραγματικότητα είναι υλική και η εξέλιξη (συμπεριλαμβανομένης της εξέλιξης της ιστορίας και της κοινωνίας) έχει υλική βάση και αίτια. Το πνεύμα (η συνείδηση με άλλα λόγια) επενεργεί με τη σειρά του στην υλική πραγματικότητα και την επαναδιαμορφώνει. Αυτή είναι ουσιαστικά η διαλεκτική σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην ύλη και το πνεύμα.[1]

Κατά τον Μαρξ το σύνολο των υλικών κοινωνικο-οικονομικών συνθηκών αποτελούν την βάση ή αλλιώς (υπο)δομή (Unterbau) και η αντανάκλαση της βάσης στην πνευματική, λόγια, ηθική ζωή, αποτελεί το εποικοδόμημα, ή αλλιώς υπερδομή (Überbau). Το σύνολο διανοητικών εννοιών, που είναι καθορισμένες στη συλλογική συνείδηση σε μια δεδομένη στιγμή, αποτελεί αυτό που ο Μαρξ ονομάζει ιδεολογία. Τα προβλήματα της ελευθερίας του ανθρώπου και της κοινωνικής εξέλιξης πρέπει να μελετηθούν σύμφωνα με την υλική βάση της ύπαρξης των ανθρώπων.

Εργασία και αλλοτρίωση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ελευθερία καταργήθηκε από το σύστημα του καταμερισμού της εργασίας, στο οποίο το άτομο βλέπει να του αποσπούν το προϊόν της εργασίας του. Αυτό ο Μαρξ το χαρακτηρίζει ως αλλοτρίωση. Η χρησιμοποίηση μηχανών και μηχανημάτων στην παραγωγή θα μπορούσε να απελευθερώσει τον άνθρωπο. Η υπεραξία της εργασίας του, δηλαδή το προϊόν που παράγει το προλεταριάτο, καρπώνεται από την κοινωνική τάξη που εκμεταλλεύεται τις παραγωγικές του δυνάμεις. Ο εκάστοτε εργαζόμενος δουλεύει σε κάποιο εξειδικευμένο, συγκεκριμένο τμήμα της παραγωγής και είναι αποκομμένος από το προϊόν της εργασίας του. Δημιουργείται έτσι ένα προλεταριάτο το οποίο είναι ολοένα και πιο εξαρτημένο και μίζερο. Όσο ο χρόνος εργασίας αυξάνεται (υπερωρίες, διεύρυνση ωραρίου) τόσο περισσότερο η εκμεταλλεύτρια κοινωνική τάξη κερδίζει εις βάρος του προλεταριάτου.[1]

Ο εργάτης δεν βλέπει απλά την αλλοτρίωση του σε σχέση με την εργασία του, αλλά επίσης βλέπει να υφαρπάζεται το προϊόν αυτής. Ο Μαρξ προσδιορίζει την υφαρπαγή αυτή με τη θεωρία της υπεραξίας. Η βιομηχανική διαδικασία προσφέρει στην πρώτη ύλη μια επιπλέον αξία, η οποία δημιουργείται από το κεφάλαιο (αγορά πρώτων υλών, μηχανών, εγκαταστάσεων) και κυρίως από την εργασία. Η υπεραξία όμως κατάσχεται πλήρως από το κεφάλαιο το οποίο δεν πληρώνει στον εργάτη παρά τα απολύτως απαραίτητα προκειμένου να συνεχίσει να παράγει και να εργάζεται. Ο κόσμος της παραγωγής αποτελείται από άτομα που εκμεταλλεύονται και εκμεταλλευόμενους. Ο άνθρωπος αποξενώνεται όχι μόνο από το προϊόν της εργασίας του αλλά και από τους άλλους ανθρώπους. Η πηγή αυτής της αμοιβαίας εκμετάλλευσης είναι η ιδιοκτησία των μέσων που καθιστούν εφικτή την οικονομική παραγωγή (π.χ. εργοστάσια, χωράφια κλπ). Η κατάργηση αυτής της ατομικής ιδιοκτησίας και η συλλογική διαχείριση των μέσων παραγωγής θα επέτρεπε στον άνθρωπο να επανακτήσει την πραγματική του φύση, δηλαδή την κοινωνική του ύπαρξη.

Ταξική πάλη και κοινωνική αλλαγή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μαρξ αποδέχεται την έννοια της κοινότητας που δημιούργησε ο Ρουσώ, βασική του θέση όμως είναι ότι αυτή δεν αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο ανθρώπων με κοινά ενδιαφέροντα. Η κοινωνία εμφανίζεται διαιρεμένη σε τάξεις των οποίων τα συμφέροντα αντικρούονται διαρκώς.

Στόχος κάθε τάξης είναι ο έλεγχος των μέσων παραγωγής. Η τάξη που τελικά το κατορθώνει αυτό είναι εκείνη που κυριαρχεί και που διαμορφώνει την κοινωνική υπερδομή (την ιδεολογία, την ηθική, το θεσμικό πλαίσιο) με τέτοιο τρόπο ώστε να συντηρεί την κυριαρχία της. Η διαδικασία ανταγωνισμού των τάξεων ονομάζεται πάλη των τάξεων και ανώτερη μορφή ταξικής πάλης είναι ο πολιτικός αγώνας, η πάλη δηλαδή εναντίον της τάξης των εκμεταλλευτών ως συνόλου και της εξουσίας της σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Το ανώτερο στάδιο του πολιτικού αγώνα είναι η κοινωνική επανάσταση, που έχει ως καθήκον την αντικατάσταση των παλαιών παραγωγικών σχέσεων με καινούριες. Ο χαρακτήρας μιας επανάστασης καθορίζεται από το είδος των αντιθέσεων που λύνει και από το καθεστώς που εγκαθιδρύει. Το βασικό στην κοινωνική επανάσταση είναι το πρόβλημα του περάσματος της εξουσίας στα χέρια των εκπροσώπων των νέων παραγωγικών σχέσεων. Η κοινωνική επανάσταση δεν τελειώνει εδώ αλλά πρέπει να προχωρήσει στην οικοδόμηση των νέων παραγωγικών σχέσεων. Η οικοδόμηση αυτή γίνεται μέσα από συνθήκες ταξικής πάλης που εξακολουθεί να διεξάγεται και μετά την κατάκτηση της εξουσίας.

Η πάλη των τάξεων βρίσκεται στη βάση της εξέλιξης της ιστορίας και της πολιτικής και η ιστορία εκφράζεται μέσα από αυτή τη διαλεκτική διαδικασία. Με βάση αυτόν το συλλογισμό, ο Μαρξ κάνει μία κριτική θεώρηση της ιστορίας και εντοπίζει τα παρακάτω στάδια στην εξελικτική πορεία της ανθρωπότητας. Τα στάδια αυτά δεν είναι απαραίτητα ιστορικά, ούτε αντιστοιχούν σε καθορισμένες χρονολογικές περιόδους για κάθε κοινωνία.

Πρωτόγονο κοινοτικό σύστημα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο πρωτόγονο κοινοτικό σύστημα δεν υπάρχει ακόμα ατομική ιδιοκτησία αλλά ούτε και οργανωμένο οικονομικό σύστημα παραγωγής άρα δεν έχει συντελεστεί ακόμα ο διαχωρισμός τη κοινωνίας σε τάξεις το οποίο συνεπάγεται τη μη χρησιμότητα της ύπαρξη του κράτους.Στο πρωτόγονο κοινοτικό σύστημα,ο άνθρωπος δεν έχει ακόμα την ικανότητα μετασχηματισμού της φύσης για την κάλυψη των αναγκών του και καθίσταται πλήρως εξαρτημένος από την φύση. Η τεχνολογική πρόοδος είναι μικρή και ως εκ τούτου η παραγωγικότητα της εργασίας είναι τόσο χαμηλή, που δεν επιτρέπει να δημιουργηθεί κάποιο σημαντικό πλεόνασμα αγαθών από την αξιοποίηση της εργατικής δύναμης. Ο καταμερισμός της εργασίας είναι σχετικά απλός και στηρίζεται μόνο στο φύλο και την ηλικία.

Στην κοινωνία των δουλοκτητών, η οικονομία λειτουργεί με βάση την εργασία των δούλων. Οι δούλοι εργάζονται για να παράγουν υπεραξία/υπερπροϊόν. Η δουλεία εμφανίστηκε, όταν το επέτρεψαν οι συνθήκες. Με την ανάπτυξη της αγγειοπλαστικής, της κτηνοτροφίας και της γεωργίας η παραγωγικότητα της εργασίας βελτιώθηκε και για πρώτη φορά μπορούσε να δημιουργήσει ένα ικανοποιητικό πλεόνασμα, τέτοιο, που θα επέτρεπε σε μια προνομιούχο ομάδα στον καταμερισμό της εργασίας να το ιδιοποιείται.

Σε αυτό το κοινωνικό σύστημα, υπάρχει οργανωμένη παραγωγική διαδικασία η οποία αναφέρεται κυρίως στη γεωργία και την κτηνοτροφία. Βασική παραγωγική δύναμη στην φεουδαρχία είναι οι δουλοπάροικοι μαζί με τους βιοτέχνες. Τα άτομα που έχουν στην κατοχή τους το μεγαλύτερο μέρος της γης και κατά συνέπεια ελέγχουν την παραγωγή (οι φεουδάρχες) είναι αυτοί που καρπώνονται το υπερπροϊόν και διευθύνουν τα φεουδαρχικά κράτη/κρατίδια. Το κράτος στη φεουδαρχία είναι απολυταρχικό και με διάφορους μηχανισμούς ασφαλείας (νόμοι, εκκλησία, ιππότες, κ.ά.) προστατεύει την άρχουσα τάξη των φεουδαρχών.

Μέσα από την εξέλιξη της ναυτιλίας, της τεχνολογίας και του εμπορίου, εμφανίζεται και σιγά σιγά ισχυροποιείται μια νέα κοινωνική τάξη, η αστική τάξη. Καταπιεσμένη από τους φεουδάρχες, θα συγκρουστεί μαζί τους και εν τέλει θα επικρατήσει. Η αστική τάξη, κοινωνικά κυρίαρχη πλέον, θα αναπαράξει τον ταξικό διαχωρισμό της κοινωνίας, εκμεταλλευόμενη την κοινωνική πλειοψηφία (εργατική τάξη και -ευρύτερα- λαός). Εξαιτίας του ανταγωνισμού τους οι καπιταλιστές μειώνονται αριθμητικά, ενώ οι εργαζόμενοι/προλετάριοι αυξάνονται διαρκώς, μεγαλώνοντας με αυτόν τον τρόπο τις πιθανότητες να συγκροτηθούν σε πολιτικό και κοινωνικό υποκείμενο, το οποίο θα μπορέσει να ανατρέψει τον καπιταλισμό και να καταστήσει κυρίαρχες τις κομμουνιστικές σχέσεις τόσο στην παραγωγή όσο και ευρύτερα στην κοινωνία.

Δικτατορία του προλεταριάτου - Σοσιαλισμός

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην εποχή του ο Μαρξ συμπέρανε ότι η εκμετάλλευση, η μιζέρια και η ανέχεια των εργατών στο καπιταλιστικό σύστημα σε συνδυασμό με την επιστημονική τεκμηρίωση της ρεαλιστικότητας της κομμουνιστικής κοινωνίας, οξύνει την ταξική πάλη, η οποία απαιτεί τη λύση της επανάστασης. Η κοινωνία που προκύπτει μετά την ανατροπή του καπιταλισμού, ελέγχεται από την εργατική τάξη και το λαό μέσω των εργατικών/λαϊκών θεσμών, τόσο στο επίπεδο της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής όσο και ευρύτερα σε πολιτικό επίπεδο, αντικαθιστά τη «δικτατορία της αστικής τάξης» και ονομάζεται δικτατορία του προλεταριάτου.

Σήμερα, μετά την εμπειρία της κατάρρευσης των χωρών του λεγόμενου "υπαρκτού σοσιαλισμού", ορισμένες δυνάμεις του κομμουνιστικού κινήματος, αντί για τον όρο "δικτατορία του προλεταριάτου", χρησιμοποιούν τον όρο "εργατική εξουσία/δημοκρατία", για να τονίσουν την ανάγκη αποφυγής της δικτατορίας ενός κόμματος πάνω στην εργατική τάξη, στο όνομα του κομμουνισμού.

Η εργατική εξουσία/δημοκρατία παραπέμπει αφενός στην εξουσία της εργατικής τάξης και των σύμμαχων λαϊκών στρωμάτων επί της παραγωγής και ευρύτερα της κοινωνίας, ταυτόχρονα όμως τονίζει τον ουσιαστικά δημοκρατικό χαρακτήρα αυτής της εξουσίας σε αντιδιαστολή τόσο με την αστική εξουσία, όσο και με τις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Σε αυτές τις χώρες την εξουσία την ασκούσε στο όνομα του κομμουνισμού και της εργατικής τάξης η κομματική/κρατική άρχουσα τάξη (γραφειοκρατία) προς όφελός της και σε βάρος των εργαζομένων.

Τελικά η δικτατορία του προλεταριάτου «μαραίνεται» σταδιακά, το "εργατικό μισοκράτος" απονεκρώνεται, και κάθε ταξική διάκριση εξαφανίζεται. Οι κοινωνικές τάξεις (εργατική/αστική), προϊόν της καπιταλιστικής κοινωνίας, δεν υφίστανται πλέον. Έτσι, η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο καταργείται. Η οικονομική παραγωγή υποτάσσεται στις ανθρώπινες ανάγκες και ο άνθρωπος μαθαίνει να ζει αρμονικά με τη φύση και όχι ως κατακτητής όπως συμβαίνει σήμερα. Αυτή είναι η αταξική και χωρίς κράτος κομμουνιστική κοινωνία. Είναι η κοινωνία των "ελεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών".

Προτεινόμενη βιβλιογραφία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Παναγιώτης Κονδύλης, Ο Μαρξισμός, ο Κομμουνισμός και η Ιστορία του 20ου αιώνα, Τα Ιστορικά, τομ.11, τ/χ.20 (Ιούνιος 1994), σελ. 3-18
  • Παπαδόπουλος, Αντώνης, «Μαρξισμός και τέχνη». Διαβάζω 83 (1983), 45-50.
  • Vranicki, P., Ιστορία του Μαρξισμού. Α΄: Από τον Μαρξ στον Λένιν. Β΄: Από την Τρίτη Διεθνή έως τις μέρες μας. Μετάφρ. Μυρσίνη Ζορμπά, εκδ. «Οδυσσέας», 2008³ (1976¹).
  • Bloch, Ernst, «Ὁ Μαρξισμὸς ὡς συγκεκριμένη οὐτοπία», Οὐτοπία, 17 (1995), σσ. 88-91
  • Gedö, Andràs, «Ὁ Μαρξισμὸς στὴ φιλοσοφία - Ἡ φιλοσοφία στὸ Μαρξισμό», Οὐτοπία, 22 (1996), σσ. 19-34