Λεσγίνοι
Συνολικός πληθυσμός | |
---|---|
Περιοχές με σημαντικούς πληθυσμούς | |
Ρωσία | 473.722 385.240[4] |
Αζερμπαϊτζάν | 180.300 έως 364.000[5][6] |
Τουρκμενιστάν | 16.000 |
Ουκρανία | 4.349 |
Ουζμπεκιστάν | 4.300 |
Καζακστάν | 3.481 |
Κιργιστάν | 2.603 |
Τουρκία | 2.000–10,000 |
Λευκορωσία | 404 |
Λετονία | 280 |
Εσθονία | 121 |
Λιθουανία | 82 |
Μολδαβία | 74 |
Γεωργία | 44–2.900 |
Γλώσσες | |
Λεσγική | |
Θρησκεία | |
Σουνίτες, Σιίτες μειοψηφία[7] | |
Σχετιζόμενες εθνικές ομάδες | |
Ταμπαζαράν, Αγκούλ, Ρουτούλ, Μπουντούχ, Κριτς, Τσαχούρ, Άρτσι, Σαχντάχ, Ούντι και άλλοι ΝΑ Καυκάσιοι λαοί. |
Οι Λεσγίνοι ή Λεσγκί (Λεσγική: лезгияр, лекьер, lezgiyar, Ρωσικά: лезгины, lezginy, επίσης Λεζγκίν, Λεζγκ, είναι εθνοτική ομάδα γηγενής του Λεσγιστάν του νότιου Νταγκεστάν και του βορειοανατολικού Αζερμπαϊτζάν που ομιλεί τη λεσγική γλώσσα.
Εθνώνυμο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η προέλευση του εθνώνυμου Λεσγίνος απαιτεί περαιτέρω έρευνα. Παρόλα αυτά, οι περισσότεροι ερευνητές θεωρούν ότι προέρχεται από το αρχαίο Legi και το μεσαιωνικό Lakzi. Σην Encyclopedia Britannica του 1911 αναφέρεται ότι αποκαλούνταν Λεκί από τους Γωργιανούς, τους Αρμένιους και τους Οσέτες και ότι η λέξη προέρχεται από το περσικό Λεκσί[8].
Οι σύγχρονοι Λεσγίνοι ομιλούν τις βορειοανατολικές γλώσσες του Καυκάσου, γηγενείς στην περιοχή πριν από την εισαγωγή των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Είναι στενά συνδεδεμένοι, τόσο πολιτισμικά όσο και γλωσσικά με τους Αγκούλ του νότιου Νταγκεστάν. Μεγάλη συγγένεια παρουσιάζουν και με τους Τσαχούρ, Ρουτούλ και Ταμπαζαράν (βόρειοι γείτονες των Λεσγίνων). Απομακρυσμένη συγγένεια παρουσιάζουν με τους αριθμητικά μικρούς πληθυσμούς των Τζεκ, των Κριτς, των Σαχντάχ, των Μπουντούκ και των Χιναλούγκ, λαών του βόρειου Αζερμπαϊτζάν. Αυτές οι ομάδες, μαζί με τους Λεσγίνους, αποτελούν τον κλάδο Σαμούρ των ιθαγενών λαών της περιοχής που μιλούν τις λεσγικές γλώσσες[9].
Οι Λεσγίνοι αναφέρονται ως λαοί που κατάγονται εν μέρει από ανθρώπους που κατοικούσαν στην περιοχή του νότιου Νταγκεστάν κατά την εποχή του χαλκού. Ωστόσο, υπάρχουν κάποια στοιχεία DNA που υποδηλώνουν προσμίξεις κατά τη διάρκεια των τελευταίων 4.000 χρόνων με πληθυσμούς της κεντρικής Ασίας, όπως φαίνεται από γενετικές συνδέσεις με πληθυσμούς σε όλη την Ευρώπη και την Ασία, με πλέον αξιοσημείωτες τις ομοιότητες με τους Μπουρουσό του Πακιστάν[10].
Πριν από την ρωσική επανάσταση οι Λεσγίνοι δεν είχαν κοινό αυτοπροσδιορισμό ως εθνοτική ομάδα. Αναφέρονται στους εαυτούς τους με βάση το χωριό, την ευρύτερη περιοχή, τη θρησκεία, την πατριά, ή την ελεύθερη κοινωνία στην οποία ζούσαν[9]. Πριν από την επανάσταση, οι Λεσγίνοι αποκαλούνται "Kyurintsy", "Akhtintsy", ή "Lezgintsy» από τους Ρώσους και ο όρος Λεσγίνοι χρησιμοποιήθηκε σε διαφορετικά εννοιολογικά πλαίσια. Κατά καιρούς αποδιδόταν μόνο σε όσους γνωρίζουμε σήμερα ως Λεσγίνους. Άλλοτε αποδιδόταν ποικιλοτρόπως σε όλους τους λαούς του Νότιου Νταγκεστάν (Λεσγίνους, Αγκούλ, Ρουτούλ, Ταμπαζαράν και Τσαχούρ). Επίσης, στο σύνολο των λαών του νότιου Νταγκεστάν και βόρειου Αζερμπαϊτζάν (Κριτς Σαχντάχ, Χιναλούγκ, Μπουντούχ. Επίσης, αποδιδόταν στο σύνολο των ιθαγενών μουσουλμανικών πληθυσμών του βορειοανατολικού Καυκάσου Άβαροι, Ντάργκουα, Λακ, Τσετσένοι και Ινγκουσέτες). Συνεπώς, όταν μελετά κανείς προεπαναστατικά επιστημονικά έργα ή ρωσική λογοτεχνία θα πρέπει να γνωρίζει αυτές τις διαφορετικές πιθανές σημασίες και το πεδίο εφαρμογής του εθνωνύμου Λεσγίνοι.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Φέρεται ότι οι αρχαίοι Έλληνες ιστορικοί όπως ο Ηρόδοτος, ο Στράβων και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος μιλούν για τους Λήγες (Λῆγαι) που κατοικούσαν στην Αλβανία του Καυκάσου[11]. Τον 4o αιώνα π.Χ. είκοσι έξι φυλές που μιλούσαν λεσγικές γλώσσες ενώθηκαν και σχημάτισαν στον ανατολικό Καύκασο το κράτος της Καυκάσιας Αλβανίας, το οποίο ενσωματώθηκε στην περσική αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών το 313 π.Χ.[12] Υπό την περσική αρχικά διακυβέρνηση, αλλά και τη διακυβέρνηση των Πάρθων η Αλβανία του Καυκάσου διαχωρίστηκε σε αρκετές μικρότερες περιοχές - Λακζί, Σιρβάν, κ.λπ.
Επιπλέον, με τη διακυβέρνηση των Πάρθων αυξήθηκε η περσική πολιτική και πολιτισμική επίδραση σε όλη της περιοχή της Αλβανίας του Καυκάσου, γεγονός που επηρέασε και όλες τις λεσγικές φυλές που κατοικούσαν στην περιοχή[13]. Όποια και αν υπήρξε η σποραδική επικυριαρχία της Ρώμης στην περιοχή εξαιτίας λόγω πολέμων της με τους Πάρθους, η χώρα ήταν πλέον τμήμα -μαζί με την Ιβηρία (Ανατολική Γεωργία) και την Αλβανία του Καυκάσου- μιας ομοσπονδίας της δυναστείας των Αρσακιδών[13]. Πολιτιστικά, η επικράτηση του Ελληνισμού, όπως έγινε υπό τους Αρταξιάδες, ακολουθήθηκε από υπεροχή του Περσισμού, ωστόσο αντί για τα Περσικά, η παρθική γλώσσα έγινε η γλώσσα των μορφωμένων της περιοχής[13]. Σε εκείνη την εποχή τοποθετείται και η επιδρομή των Αλανών στην περιοχή μεταξύ του 134 και του 136, αλλά ο Βολογέσης τους έπεισε να αποσυρθούν, κατά πάσα πιθανότητα πληρώνοντας λύτρα.
To 252–253 η διακυβέρνηση των φυλών άλλαξε χέρια Από τους Πάρθους στους Σασανίδες. Η Αλβανία του Καυκάσου έγινε υποτελές κράτος[14]αλλά διατήρησε το μοναρχικό καθεστώς του. Ο βασιλέας δεν είχε πραγματική δύναμη και η μεγαλύτερη πολιτική, θρησκευτική και στρατιωτική εξουσία βρισκόταν στα χέρια του Σασανίδη μαρζμπάν στρατιωτικού κυβερνήτη -κυριολεκτικά φύλακα των συνόρων- της περιοχής[15]. Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία απέκτησε τον έλεγχο των νοτιότερων περιοχών των Λεσγίνων για μερικά χρόνια, περί το 300, αλλά στη συνέχεια Σασανίδες ανέκτησαν τον έλεγχο και στη συνέχεια κυριάρχησε στην περιοχή επί αιώνες, μέχρι τις αραβικές επιδρομές.
Παρά το γεγονός ότι οι Λεσγίνοι ήλθαν σε επαφή για πρώτη φορά με το Ισλάμ ήδη από τον 8ο αιώνα, παρέμειναν κυρίως ανιμιστές μέχρι τον 15ο αιώνα, όταν μουσουλμανική επιρροή έγινε ισχυρότερη, με τους Πέρσες εμπόρους από το νότο και τη Χρυσή Ορδή από τον βορρά. Τον 16ο αιώνα, οι Πέρσες Σαφαβίδες σταθεροποίησαν τον έλεγχό τους στο Νταγκεστάν επί σειρά αιώνων, με τους Οθωμανούς Τούρκους να καταλαμβάνουν για λίγο τις περιοχές. Αμφότεροι βοήθησαν στην εδραίωση του Ισλάμ στην περιοχή. Μέχρι το 19ο αιώνα, οι Λεσγίνοι είχαν όλοι προσηλυτιστεί στο Ισλάμ.
Οι Λεσγίνοι δεν σχημάτισαν δική τους χώρα. Όντας υπό περσική κυριαρχία από τον 16ο αιώνα μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, κάποιοι ήταν τμήμα του χανάτου Κουμπά, σε αυτό που είναι σήμερα το Αζερμπαϊτζάν, ενώ άλλοι ζούσαν υπό τον έλεγχο του χανάτου Ντερμπέντ και τα δύο υπό πλήρη περσική επικυριαρχία. Το χανάτο Λακ Καζί Κουμούχ ήλεγχε τμήμα των Λεσγίνων για ένα διάστημα τον 18ο αιώνα, μετά τη διάλυση της αυτοκρατορίας των Σαφαβιδών. Αξιοσημείωτος Λεσγίνος από την περίοδο της δυναστείας των Σαφαβιδών ήταν ο Φαθ-Αλί Χαν Νταγκεστανί, ο οποίος υπηρέτησε ως βεζίρης του σαχ των Σαφαβιδών Σουλτάν Χουσεΐν (βασ. 1694-1722) από το 1716 έως το 1720.
Στις αρχές του 18ου αιώνα στην ανατολική Υπερκαυκασία έγιναν αντιπερσικές εξεγέρσεις από τους Λεσγίνους και τους άλλους λαούς του Νταγκεστάν και του Αζερμπαϊτζάν ως αποτέλεσμα της παρακμής των Σαφαβιδών. Υπό την ηγεσία του Χατζί Ναβούντ Μιουσκγιουρσκόγκο (Haji Dawood Myushk Yurskogo) (βασ. 1721-1728) στη αχανή περιφέρεια του Σιρβάν δημιουργήθηκε το χανάτο του λεσγικού κράτους με πρωτεύουσα τη Σαμάχι.
Στο πρώτο μισό του 18ου αιώνα, την Περσία απεκατέστησε την πλήρη εξουσία της σε όλη την Καυκασία, υπό τον Ναντέρ Σαχ. Μετά τον θάνατο του Ναντέρ η περιοχή διαιρέθηκε σε αρκετά μικρότερα χανάτα. Το κύριο μέρος των Λεσγίνων ενώθηκε στην «ελεύθερη κοινωνία» (Magalim) (Αχτί-παρά, Αλτί-παρά, Κουρέ, Ντοκούζ-παρά). Ένα άλλο τμήμα τους βρέθηκε στο χανάτο του Αζερμπαϊτζάν Κουμπά και οι Λεσγίνοι του Νταγκεστάν στο χανάτο Ντερμπέντ. Το 1812 οι περισσότεροι Λεσγίνοι του Νταγκεστάν έγιναν μέρος του ρωσικού προτεκτοράτου Χανάτου Κουρίνσκοε, το οποίο μετεξελίχθηκε το 1864 σε Περιφέρεια Κιουρίνσκι και οι υπόλοιποι στην περιφέρεια Σαμούρ. Οι περισσότεροι από τους Λεσγίνους του Αζερμπαϊτζάν βρέθηκαν στην περιφέρεια Κουμπάν της επαρχίας Μπακού.
Από το 1813 και μετά, οι Ρώσοι κατέλαβαν την περιοχή πρόσκαιρα με τον ρωσοπερσικό πόλεμο 1804-13, αλλά μόνιμα μετά το ρωσοπερσικό πόλεμο 1826-28, αναγκάζοντας την περσική αυτοκρατορία να παραχωρήσει το σύνολο των εδαφών της στον Βόρειο και τον νότιο Καύκασο, κάτι που έθεσε όλους τους Λεσγίνους υπό ρωσική κυριαρχία[16]. Η ρωσική διοίκηση στη συνέχεια δημιούργησε το Χανάτο Κιουρίν που μετεξελίχθηκε σε περιφέρεια Κιουρίν[17]. Οι Λεσγίνοι του Νταγκεστάν φαίνεται πως συμμετείχαν μαζικά στον πόλεμο του Καυκάσου που ξεκίνησε περίπου την ίδια εποχή με τους ρωσοπερσικούς πολέμους του 19ου αιώνα. Πολέμησαν κατά της ρωσικής αυτοκρατορίας παράλληλα με τον Άβαρο Ιμάμ Σαμίλ, ο οποίος αντιστάθηκε επί 25 έτη (1834- 1859) στη ρωσική κυριαρχία. Μετά την ήττα του, το 1859, οι Ρώσοι κατόρθωσαν να σταθεροποιήσουν την κυριαρχία τους στο Νταγκεστάν και τους Λεσγίνους[18]
Γεωγραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι Λεσγίνοι κατοικούν μια συμπαγή περιοχή που απλώνεται στην παραμεθόρια περιοχή του νότιου Νταγκεστάν και του βόρειου Αζερμπαϊτζάν. Βρίσκεται επί το πλείστον στο νοτιοανατολικό τμήμα του Νταγκεστάν (περιφέρεια Αντίνσκι, περιφέρεια Ντοκουζπαρίνσκι, περιφέρεια Σουλεϊμάν-Στάλσκι, περιφέρεια Κουράχσκι, περιφέρεια Μαγκαραμκέντσκι, περιφέρεια Χίβσκι, περιφέρεια Ντερμπέντσκι και περιφέρεια Ρουτούλσκι) και στο βορειοανατολικό Αζερμπαϊτζάν (στην περιφέρεια Κουμπά, περιφέρεια Κιουσάρ, περιφέρεια Καχ, περιφέρεια Χακμάζ, περιφέρεια Ογκούζ, περιφέρεια Καμπαλά, περιφέρεια Σακί και περιφέρεια Ισμαίλι).
Οι περιοχές των Λεσγίνων χωρίζονται σε δύο φυσιογραφικές ζώνες: στα υψίπεδα και τις υπώρειες των χαμηλών λόφων. Τα περισσότερα από τα εδάφη βρίσκονται στην ορεινή ζώνη, όπου μια σειρά από κορυφές (όπως η Baba Νταγκ) φθάνουν σε υψόμετρο 3.500 μέτρα. Υπάρχουν βαθιά και απομονωμένα φαράγγια και χαράδρες που σχηματίζονται από τους παραποτάμους των ποταμών Σαμούρ και Γουλγκέρι Χάι.
Στις ορεινές περιοχές τα καλοκαίρια είναι πολύ θερμά και ξηρά, με τις συνθήκες ξηρασίας να συνιστούν διαρκή απειλή. Υπάρχουν λίγα δέντρα στην ορεινή περιοχήμ εκτός από τα βαθιά φαράγγια και κατά μήκος των ποταμών. Εδώ απαντώνται ανθεκτικοί στην ξηρασία θάμνοι και ανάλογα ποώδη. Οι χειμώνες εδώ είναι συχνά θυελλώδεις και εξαιρετικά κρύοι. Στη ζώνη αυτή οι Λεσγίνοι δραστηριοποιούται στην κτηνοτροφία (κυρίως αιγοπρόβατα) και βιοτεχνίες.
Στο ανατολικό άκρο της επικράτειας των Λεσγίνων τα βουνά δίνουν τη θέση τους στη στενή παράκτια πεδιάδα της Κασπίας και στο νότιο άκρο, στο Αζερμπαϊτζάν, βρίσκονται οι πρόποδες των λόφων. Αυτή η περιοχή έχει σχετικά ήπιο κλίμα, με πολύ ξηρό χειμώνα και ζεστά, ξηρά καλοκαίρια. Τα δέντρα είναι και εδώ λιγοστά. Στην περιοχή η κτηνοτροφία και η βιοτεχνία συμπληρώνονται με γεωργικές ενασχολήσεις (κατά μήκος των προσχώσεων κοντά στους ποταμούς).
Παραπομπές-σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Minahan, σ. 1084. "Lezgin national organizations estimate the actual Lezgin population in Azerbaijan at between 600,000 and 900,000, much higher than the official estimates. The disparity arises from the number of ethnic Lezgins registered as ethnic Azeris during the soviet period and continue to claim Azeri nationality to escape job and education discrimination in Azerbaijan."
- ↑ Ethnologue report for Lezgi
- ↑ http://www1.umn.edu/humanrts/ins/azerba93.pdf
- ↑ «Национальный состав населения Российской Федерации согласно переписи аселения 2010 года». gks.ru. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Δεκεμβρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 2011.
- ↑ http://www.ethnologue.com/language/lez
- ↑ «The State Statistical Committee of the Republic of Azerbaijan. Population by ethnic groups». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιανουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 2016.
- ↑ «The Role of Ethnic Minorities in Border Regions: Forms of their composition, problems of development and political rights». Ανακτήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 2014.
- ↑ «Lesghians». Ανακτήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 2016.
- ↑ 9,0 9,1 Wixman, Ronald. «Lezgins». Encyclopedia of World Cultures. Encyclopedia.com. http://www.encyclopedia.com/doc/1G2-3458001008.html. Ανακτήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 2016.
- ↑ New York Times, 2014, "Genetic Mixing" (February 13; interactive). (Access: October 15 2014).
- ↑ William Smith, επιμ. (1854). Dictionary of Greek and Roman Geography.
- ↑ Bruno Jacobs, "ACHAEMENID RULE IN Caucasus" in Encyclopædia Iranica. January 9, 2006. Excerpt: "Achaemenid rule in the Caucasus region was established, at the latest, in the course of the Scythian campaign of Darius I in 513–512 BCE. The Persian domination of the cis-Caucasian area (the northern side of the range) was brief, and archeological findings indicate that the Great Caucasus formed the northern border of the empire during most, if not all, of the Achaemenid period after Darius"
- ↑ 13,0 13,1 13,2 Toumanoff, Cyril. The Arsacids. Encyclopædia Iranica. excerpt: The country was now a part—together with Iberia (East Georgia) and (Caucasian) Albania, where other Arsacid branched reigned—of a pan-Arsacid family federation. Culturally, the predominance of Hellenism, as under the Artaxiads, was now followed by a predominance of "Iranianism," and, symptomatically, instead of Greek, as before, Parthian became the language of the educated"
- ↑ Yarshater, E. (1983) The Cambridge history of Iran, Volume One, Cambridge University Press: Cambridge. ISBN 0-521-20092-X σ. 141.
- ↑ Hoyland, Robert G. (2011), Theophilus of Edessa's Chronicle and the Circulation of Historical Knowledge in Late Antiquity and Early Islam, Liverpool University Press, σελ. 46, ISBN 9781846316975, https://books.google.hr/books?id=CaaOWSbQ_GQC
- ↑ «Russia at War: From the Mongol Conquest to Afghanistan, Chechnya, and Beyond ...». Ανακτήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 2014.
- ↑ Olson, James Stuart· Pappas, Lee Brigance· Pappas, Nicholas Charles (1994). An Ethnohistorical Dictionary of the Russian and Soviet Empires. Santa Barbara: Greenwood. σελ. 439. ISBN 978-0-313-27497-8.
- ↑ Jeffrey E. Cole, επιμ. (2011). Ethnic Groups of Europe. Ethnic Groups of the World. Santa Barbara: ABC-CLIO. σελ. 237. ISBN 978-1-59884-302-6.