Ιστορία της Ουγγαρίας πριν από την Ουγγρική κατάκτηση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Ευρώπη το 526

Η Ιστορία της Ουγγαρίας πριν από την Ουγγρική κατάκτηση εκτείνεται στη χρονική περίοδο πριν από την Ουγγρική κατάκτηση της λεκάνης των Καρπαθίων του 9ου αιώνα των εδαφών που έγιναν αργότερα διαδοχικά το Πριγκιπάτο της Ουγγαρίας, το Βασίλειο της Ουγγαρίας και στη συνέχεια η χώρα της Ουγγαρίας.

Προϊστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σχετικά θερμή και γόνιμη λεκάνη των Καρπαθίων κατοικήθηκε πριν από περίπου 500.000 χρόνια. [1] Τα πρώτα γνωστά ίχνη ανήκουν στο Άνθρωπο της Χαϊδελβέργης, με σπάνια ή ανύπαρκτα στοιχεία της ανθρώπινης παρουσίας μέχρι τους Νεάντερταλ πριν από 100.000 χρόνια. Οι ανατομικά σύγχρονοι άνθρωποι έφτασαν στην λεκάνη των Καρπαθίων πριν από το 30.000 π.Χ. και ανήκαν στην Ωρινιάκεια Περίοδο. Ορισμένες πηγές διακρίνουν επίσης έναν τοπικό πολιτισμό, τη σκελετική κουλτούρα, αλλά αυτός ο ισχυρισμός αμφισβητείται. [5] Η ανάπτυξη στην Παλαιολιθική περίοδο είναι παρόμοια με εκείνη της υπόλοιπης Ευρώπης και ευρήματα τόσο από την Ωρινιάκεια Περίοδο όσο και από την επόμενη Γκραβέττια πολιτισμική περίοδο (κυνηγοί μαμούθ) μπορούν να βρεθούν μέχρι τη Γαλλία και την Ισπανία. Το υπόλοιπο της Λίθινης εποχής χαρακτηρίζεται από ελάχιστα ή ακόμη μη επεξεργασμένα αρχαιολογικά στοιχεία, με εξαίρεση τον πολιτισμό Στάρτσεβο και τον πολιτισμό Γραμμικής Κεραμικής - τον «καλλιεργητικό πολιτισμό» που εισήγαγε τη γεωργία στη λεκάνη των Καρπαθίων.[2]

Αρχαιότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διασπορά των Κελτών στην ευρωπαϊκή ήπειρο

Κατά τη διάρκεια της εποχής του Χαλκού, τρεις σημαντικές ομάδες ήταν οι πολιτισμοί Μπάντεν, Μάκο και Οτομάνι (που δεν πρέπει να συγχέονται με τους Οθωμανούς Τούρκους). Η σημαντική βελτίωση ήταν προφανώς η κατεργασία μετάλλων, αλλά ο πολιτισμός του Μπάντεν επέφερε επίσης την αποτέφρωση και το εμπόριο μεγάλων αποστάσεων με απομακρυσμένες περιοχές όπως η Βαλτική ή το Ιράν άνθισε κατά τη διάρκεια των περιόδων Μάκο και Οτομάνι. Οι ταραχώδεις αλλαγές κατά τα τέλη της εποχής του Χαλκού έδωσαν τέλος στον εγγενή, σχετικά προηγμένο πολιτισμό και η αρχή της εποχής του Σιδήρου είδε τη μαζική μετανάστευση ινδοευρωπαϊκών νομάδων που πιστεύεται ότι ήταν αρχαίας ιρανικής καταγωγής. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, η λεκάνη των Καρπαθίων προσέλκυσε τη μετανάστευση από όλες τις κατευθύνσεις: οι Κέλτες φορείς του πολιτισμού Χάλστατ από τη Δύση ήταν οι πρώτοι και πιο επιδραστικοί γύρω στο 750 π.Χ., οι Σινδοί γύρω στο 500 π.Χ., οι Παννόνιοι - μια φυλή Ιλλυρίων που έδωσε το όνομά της στη μελλοντική Ρωμαϊκή επαρχία Παννονίας, ενώ το ανατολικό τμήμα καταλήφθηκε από θρακικές, ιρανικές και αργότερα κελτικές φυλές. Πριν από το 100 π.Χ., το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής καταλήφθηκε από διάφορες κελτικές φυλές, φορείς του πολιτισμού Λα Τεν, διαδόχου του πολιτισμού Χάλστατ, μεταξύ άλλων οι Ταυρίσκοι, οι Βόιοι, οι Λατόβικοι και οι Παννόνιοι. Πριν τη ρωμαϊκή κατάκτηση, η περιοχή που έγινε η ρωμαϊκή επαρχία της Παννονίας, δεν συνιστούσε ούτε πολιτικά ενιαία ούτε εθνογλωσσικά ομοιογενή περιοχή.[3]

Ρωμαϊκή περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επαρχία της Παννονίας τον 2ο αιώνα μ.Χ.

Η ρωμαϊκή εποχή στην επικράτεια της σημερινής Ουγγαρίας ξεκινά με αρκετές επιθέσεις μεταξύ 156 και 70 π.Χ., αλλά η σταδιακή κατάκτησή τους ανακόπηκε από τον βασιλιά της Δακίας Βυρεβίστα, του οποίου το βασίλειο εκτείνονταν από τη σημερινή Σλοβακία μέχρι τον Αίμο στην ακμή του. Ωστόσο, η περίοδος της κυριαρχίας των Δακών δεν κράτησε πολύ και μέχρι το 9 π.Χ. οι Ρωμαίοι έχουν υποτάξει ολόκληρη την περιοχή και την οργάνωσαν στην αυτοκρατορική επαρχία της Παννονίας.

Κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής κυριαρχίας, ιδρύθηκαν πολλές σύγχρονες πόλεις όπως η Βουδαπέστη (Ακουίνκουμ) η Γκιέρ (Αρραμπόνα) και το Σόπρον, ο πληθυσμός εκλατινίσθηκε και ο πολιτισμός γενικά άνθισε. Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες ανέφεραν μερικές φορές και άλλες φυλές που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή, όπως οι Λάζυγκες[4] ή οι Βάνδαλοι. Ο Χριστιανισμός εξαπλώθηκε τον 4ο αιώνα μ.Χ., όταν έγινε η επίσημη θρησκεία.[5]

Μεσαίωνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης με τη θέση του Χαγανάτου των Αβάρων γύρω στα 650 μ.Χ.

Στα πρώτα χρόνια της εποχής των Μεγάλων μεταναστεύσεων, στην λεκάνη των Καρπαθίων εγκαταστάθηκαν οι Ούννοι οι οποίοι μέχρι το 430 είχαν ιδρύσει μια τεράστια, αν και βραχύβια, κυριαρχία στην Ευρώπη που επικεντρώνονταν στην πεδιάδα της Παννονίας. Πολλές γερμανικές φυλές ζούσαν δίπλα τους, όπως οι Γότθοι, οι Μαρκομάννοι, οι Κουάδοι ή οι Γέπιδες, οι τελευταίοι από τους οποίους έμειναν το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και των οποίων οι λαοί είχαν ενσωματωθεί στην Αυτοκρατορία των Ούννων.[6]

Με το επόμενο κύμα μεταναστεύσεων κατά τον 6ο αιώνα έφθασαν άλλα γερμανικά φύλα, όπως οι Λογγοβάρδοι και οι Έρουλοι που κυριάρχησαν στην περιοχή, πριν τους εκδιώξει μια άλλη μεγάλη νομαδική φυλή, οι Άβαροι. Όπως και οι Ούννοι, οι Άβαροι ίδρυσαν μια αυτοκρατορία, το Χαγανάτο των Αβάρων, κυριάρχησαν στη λεκάνη της Παννονίας τον 6ο έως τον 8ο αιώνα και έγιναν σημαντική απειλή για τους γείτονές τους, αλλά τελικά ηττήθηκαν τόσο από τα γειτονικά κράτη όσο και από εσωτερικές συγκρούσεις (περίπου το 800). Ωστόσο, ο πληθυσμός των Αβάρων παρέμεινε αρκετά σταθερός μέχρι την Ουγγρική κατάκτηση της λεκάνης των Καρπαθίων και συγχωνεύθηκε με τους Ούγγρους που έφτασαν στην περιοχή υπό την ηγεσία του Άρπαντ.

Το έδαφος χωρίστηκε μεταξύ της Ανατολικής Φραγκίας, της Πρώτης Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας και της Μοραβίας στο βορειοανατολικό τμήμα, χώρες που βρίσκονταν συχνά σε πόλεμο μεταξύ τους για την επικράτηση στην περιοχή. Αυτή η διαίρεση διήρκεσε μέχρι την άφιξη των Ούγγρων, που ζούσαν ανατολικά στις στέπες της Κασπίας θάλασσας, και την ουγγρική κατάκτηση (περίπου 860-907).[7]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]