Θέμα Χαρσιανού: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Αναίρεση έκδοσης 4449715 από τον Eklogarithmos υπάρχει κι αυτή η εκδοχή και είναι σωστότερη
επέκταση
Γραμμή 4: Γραμμή 4:


==Το κάστρο==
==Το κάστρο==
Το ομώνυμο φρούριο υποτίθεται πως πήρε το όνομά του από κάποιον στρατηγό Χάρσιο, ο οποίος πολέμησε τους [[Περσική Αυτοκρατορία|Πέρσες]] επί εποχής [[Ιουστινιανός Α'|Ιουστινιανού Α']]. Αναφέρεται πρώτη φορά στις πηγές το 638. Το Χαρσιανόν κάστρον αναφέρεται για πρώτη φορά το 638, καταλήφθηκε από τους Άραβες το 730 και, στους επόμενους δύο αιώνες, έγινε θέατρο σκληρών βυζαντινοαραβικών συγκρούσεων.<ref name=kazhdan/>
Το ομώνυμο φρούριο υποτίθεται πως πήρε το όνομά του από κάποιον στρατηγό Χάρσιο, ο οποίος πολέμησε τους [[Περσική Αυτοκρατορία|Πέρσες]] επί εποχής [[Ιουστινιανός Α'|Ιουστινιανού Α']]<ref name="kazhdan" /> ή Ηρακλείου<ref name=":0">Λεβενιώτης 2007, σ.410.</ref>. Αναφέρεται πρώτη φορά στις πηγές το 638, καταλήφθηκε από τους Άραβες το 730 και, στους επόμενους δύο αιώνες, έγινε θέατρο σκληρών βυζαντινοαραβικών συγκρούσεων.<ref name=kazhdan/>


Διαδραμάτισε στρατηγικότατο ρόλο στην άμυνα της Μικράς Ασίας κατά τους βυζαντινο-[[Άραβες|αραβικούς]] πολέμους, καθώς ήταν το διοικητικό κέντρο κρίσιμων συνοριακών περιοχών με [[Αρμένιοι|Αρμενίους]] και Άραβες, ενώ ήλεγχε δύο μεγάλες στρατιωτικές αρτηρίες: αυτή που συνέδεε την [[Κωνσταντινούπολη]], μέσω Άγκυρας, με τη [[Σεβάστεια]] (ή την [[Τεφρική]]) και τη Μελιτηνή (σημ. [[Μαλάτεια]]) μέσω Μαλανδάρων.<ref name=geographica>Potache, Dejanira. ''"Le theme et la forteresse de Charsianon: Recherches dans la region d' Akdagmadeni"'', ''Geographica byzantina'', επιμ. Ε.Αρβελέρ, Publications de la Sorbonne, 1981, ISBN 2-859-44041-0, [http://books.google.gr/books?id=1Xv8qhDO9rUC&lpg=PA115&ots=gLCQE9SnKH&dq=Akdagmadeni%20Region&hl=el&pg=PA107#v=onepage&q&f=false τ.3, σ.107-117].</ref> Έτσι το φρούριο του Χαρσιανού, μαζί με άλλα φρούρια που σήμερα είναι ερειπωμένα, στα περίχωρα της Ακνταγμαντενί και κοντά στα ορυχεία σιδήρου και μολύβδου του Τσαλχαλή και Νουσρατλή, προστάτευε τη μεγάλη στρατιωτική οδό Άγκυρας-Σεβάστειας, τη δευτερεύουσα οδό που διέσχιζε την περιοχή του ΑκνταγΜαντενί αλλά και τα ορυχεία. Το ενδιαφέρον των Σελτζούκων Τούρκων για τα ορυχεία πιστοποιεί επιγραφή, της περιόδου του [[Σελτζούκοι του Ρουμ|Σελτζούκου]] βασιλιά Kaykhusraw II (1236-1246), που βρέθηκε στο Μουσαλέμ Καλεσί, η οποία αναφέρει πως χτίστηκε (ίσως επισκευάστηκε) φρούριο. Το κάστρο καταλήφθηκε το 730 από τους [[Άραβες]], στη συνέχεια ανακτήθηκε από τους [[Βυζαντινή Αυτοκρατορία|Βυζαντινούς]] και από τότε υπέστη πολλές αραβικές επιθέσεις χωρίς να καταληφθεί. Τέτοιες επιθέσεις έγιναν από τον χαλίφη [[Αλ-Μαμούν]] το 831 (νικήθηκε από τον αυτοκράτορα [[Θεόφιλος (αυτοκράτορας)|Θεόφιλο]], έξω από το κάστρο) και από τον Αμπού-Σαΐντ το 843 και το 845.<ref name=geographica/>
Διαδραμάτισε στρατηγικότατο ρόλο στην άμυνα της Μικράς Ασίας κατά τους βυζαντινο-[[Άραβες|αραβικούς]] πολέμους, καθώς ήταν το διοικητικό κέντρο κρίσιμων συνοριακών περιοχών με [[Αρμένιοι|Αρμενίους]] και Άραβες, ενώ ήλεγχε δύο μεγάλες στρατιωτικές αρτηρίες: αυτή που συνέδεε την [[Κωνσταντινούπολη]], μέσω Άγκυρας, με τη [[Σεβάστεια]] (ή την [[Τεφρική]]) και τη Μελιτηνή (σημ. [[Μαλάτεια]]) μέσω Μαλανδάρων.<ref name=geographica>Potache, Dejanira. ''"Le theme et la forteresse de Charsianon: Recherches dans la region d' Akdagmadeni"'', ''Geographica byzantina'', επιμ. Ε.Αρβελέρ, Publications de la Sorbonne, 1981, ISBN 2-859-44041-0, [http://books.google.gr/books?id=1Xv8qhDO9rUC&lpg=PA115&ots=gLCQE9SnKH&dq=Akdagmadeni%20Region&hl=el&pg=PA107#v=onepage&q&f=false τ.3, σ.107-117].</ref> Έτσι το φρούριο του Χαρσιανού, μαζί με άλλα φρούρια που σήμερα είναι ερειπωμένα, στα περίχωρα της Ακνταγμαντενί και κοντά στα ορυχεία σιδήρου και μολύβδου του Τσαλχαλή και Νουσρατλή, προστάτευε τη μεγάλη στρατιωτική οδό Άγκυρας-Σεβάστειας, τη δευτερεύουσα οδό που διέσχιζε την περιοχή του ΑκνταγΜαντενί αλλά και τα ορυχεία. Το ενδιαφέρον των Σελτζούκων Τούρκων για τα ορυχεία πιστοποιεί επιγραφή, της περιόδου του [[Σελτζούκοι του Ρουμ|Σελτζούκου]] βασιλιά Kaykhusraw II (1236-1246), που βρέθηκε στο Μουσαλέμ Καλεσί, η οποία αναφέρει πως χτίστηκε (ίσως επισκευάστηκε) φρούριο. Το κάστρο καταλήφθηκε το 730 από τους [[Άραβες]], στη συνέχεια ανακτήθηκε από τους [[Βυζαντινή Αυτοκρατορία|Βυζαντινούς]] και από τότε υπέστη πολλές αραβικές επιθέσεις χωρίς να καταληφθεί. Τέτοιες επιθέσεις έγιναν από τον χαλίφη [[Αλ-Μαμούν]] το 831 (νικήθηκε από τον αυτοκράτορα [[Θεόφιλος (αυτοκράτορας)|Θεόφιλο]], έξω από το κάστρο) και από τον Αμπού-Σαΐντ το 843 και το 845.<ref name=geographica/>
Γραμμή 11: Γραμμή 11:
Λόγω της στρατηγικής της σπουδαιότητας, η περιοχή του ομώνυμου φρουρίου αναβαθμίστηκε σε [[Κλεισούρα (Βυζάντιο)|κλεισούρα]], στις αρχές του 9ου αιώνα.
Λόγω της στρατηγικής της σπουδαιότητας, η περιοχή του ομώνυμου φρουρίου αναβαθμίστηκε σε [[Κλεισούρα (Βυζάντιο)|κλεισούρα]], στις αρχές του 9ου αιώνα.


Το Χαρσιανόν αναβαθμίστηκε σε [[Θέμα (Βυζάντιο)|θέμα]], με ενσωμάτωση τμημάτων των θεμάτων [[Θέμα Βουκελλαρίων|Βουκελλαρίων]], [[Θέμα Αρμενιάκων|Αρμενιάκων]], [[Θέμα Καππαδοκίας|Καππαδοκίας]], μετά το 863<ref name=kazhdan/> και πριν το 872. Η αναβάθμιση αυτή έγινε από τον [[Βασίλειος Α'|Βασίλειο Α']] κατά τη διάρκεια του πολέμου εναντίον των [[Παυλικιανισμός|Παυλικιανών]], καθώς το Χαρσιανό αποδείχθηκε πιστότερο σε αυτόν από το Αρμενιακό θέμα.<ref name=geographica/>Ο «στρατηγός» (διοικητής) του θέματος είχε ετήσιο μισθό 20 λιβρών χρυσού και διοικούσε, σύμφωνα με αραβικές πηγές, 4 φρούρια και 4.000 στρατιώτες.<ref name=kazhdan>Kazhdan, Alexander Petrovich, επιμ. (1991). ''The Oxford Dictionary of Byzantium'', Oxford University Press, ISBN 978-0-19-504652-6, τ.1, σ.415, λήμμα ''Charsianon''.</ref>. Μία από αυτές τις πηγές κατατάσσει το Χαρσιανό μπροστά από το [[Θέμα Οπτιμάτων]], στην ίδια σπουδαιότητα με το [[Θέμα Θρακησίων]] αλλά πολύ πίσω από τα Θέματα Αρμενιάκων και [[Θέμα Ανατολικών|Ανατολικών]].<ref name=geographica/>
Το Χαρσιανόν αναβαθμίστηκε σε [[Θέμα (Βυζάντιο)|θέμα]], με ενσωμάτωση τμημάτων των θεμάτων [[Θέμα Βουκελλαρίων|Βουκελλαρίων]], [[Θέμα Αρμενιάκων|Αρμενιάκων]], [[Θέμα Καππαδοκίας|Καππαδοκίας]], μετά το 863<ref name=kazhdan/> και πριν το 872. Η αναβάθμιση αυτή έγινε από τον [[Βασίλειος Α'|Βασίλειο Α']] κατά τη διάρκεια του πολέμου εναντίον των [[Παυλικιανισμός|Παυλικιανών]], καθώς το Χαρσιανό αποδείχθηκε πιστότερο σε αυτόν από το Αρμενιακό θέμα.<ref name=geographica/> Ο «στρατηγός» (διοικητής) του θέματος είχε ετήσιο μισθό 20 λιβρών χρυσού και διοικούσε, σύμφωνα με αραβικές πηγές, 4 φρούρια και 4.000 στρατιώτες.<ref name=kazhdan>Kazhdan, Alexander Petrovich, επιμ. (1991). ''The Oxford Dictionary of Byzantium'', Oxford University Press, ISBN 978-0-19-504652-6, τ.1, σ.415, λήμμα ''Charsianon''.</ref>. Μία από αυτές τις πηγές κατατάσσει το Χαρσιανό μπροστά από το [[Θέμα Οπτιμάτων]], στην ίδια σπουδαιότητα με το [[Θέμα Θρακησίων]] αλλά πολύ πίσω από τα θέματα Αρμενιάκων και [[Θέμα Ανατολικών|Ανατολικών]].<ref name=geographica/> Το 883, επίλεκτοι στρατιώτες του Χαρσιανού συμμετείχαν σε εκστρατεία στην Ιταλία<ref name=":0" />.


Μετά την εξάλειψη του κινδύνου από τους Παυλικιανούς, το θέμα έγινε πεδίο μουσουλμανικών επιθέσεων, κατά το τέλος του 9ου και τις αρχές του 10ου αι. Έτσι το 878 ο στρατός του θέματος πέτυχε σειρά νικών εναντίον του Αμπντάλα Μπεν-Ρασίντ Μπεν-Καούς στην [[Ποδανδός|Ποδανδό]] και τα [[Άδανα]], σε συνεργασία με στρατό από άλλα θέματα. Το 886 ή το 887 οι Μουσουλμάνοι επιχείρησαν μεγάλη εισβολή στο Χαρσιανό. Δεν πέτυχαν να καταλάβουν το κάστρο αλλά δήωσαν το θέμα και έφτασαν μέχρι βόρεια της Σεβάστειας. Ωστόσο, μέχρι τα τέλη του 9ου αι., συνεχίστηκε η πολιτική ενίσχυσης του θέματος. Έτσι, έως το 890 ο αυτοκράτορας [[Λέων Στ' ο Σοφός]] προσάρτησε σ' αυτό 10 [[τούρμα|τούρμες]] και 7 [[βάνδον|βάνδα]] από τα θέματα [[Θέμα Βουκελλαρίων|Βουκελλαρίων]], [[Αρμενιακό θέμα|Αρμενιάκων]] και [[Θέμα Καππαδοκίας|Καππαδοκίας]]. Με τις προσαρτήσεις αυτές το θέμα έλεγχε νευραλγικές για τον αγώνα εναντίον των Αράβων θέσεις όπως η [[Καισάρεια]] και τα [[Τύανα]]-Βένασα και ενίσχυσε τις αμυντικές και επιθετικές του δυνατότητες.<ref name=geographica/>
Μετά την εξάλειψη του κινδύνου από τους Παυλικιανούς, το θέμα έγινε πεδίο μουσουλμανικών επιθέσεων, κατά το τέλος του 9ου και τις αρχές του 10ου αι. Έτσι το 878 ο στρατός του θέματος πέτυχε σειρά νικών εναντίον του Αμπντάλα Μπεν-Ρασίντ Μπεν-Καούς στην [[Ποδανδός|Ποδανδό]] και τα [[Άδανα]], σε συνεργασία με στρατό από άλλα θέματα. Το 886 ή το 887 οι Μουσουλμάνοι επιχείρησαν μεγάλη εισβολή στο Χαρσιανό. Δεν πέτυχαν να καταλάβουν το κάστρο αλλά δήωσαν το θέμα και έφτασαν μέχρι βόρεια της Σεβάστειας. Ωστόσο, μέχρι τα τέλη του 9ου αι., συνεχίστηκε η πολιτική ενίσχυσης του θέματος. Έτσι, έως το 890 ο αυτοκράτορας [[Λέων Στ' ο Σοφός]] προσάρτησε σ' αυτό 10 [[τούρμα|τούρμες]] και 7 [[βάνδον|βάνδα]] από τα θέματα [[Θέμα Βουκελλαρίων|Βουκελλαρίων]], [[Αρμενιακό θέμα|Αρμενιάκων]] και [[Θέμα Καππαδοκίας|Καππαδοκίας]]. Με τις προσαρτήσεις αυτές το θέμα έλεγχε νευραλγικές για τον αγώνα εναντίον των Αράβων θέσεις όπως η [[Καισάρεια]] και τα [[Τύανα]]-Βένασα και ενίσχυσε τις αμυντικές και επιθετικές του δυνατότητες.<ref name=geographica/> Τελικά, η καίρια θέση του Χαρσιανού θέματος το κατέστησε εφαλτήριο για τη βυζαντινή ανακατάκτηση της Ανατολής. Το 923, ο φημισμένος στρατηγός Ιωάννης Κουρκούας ξεκίνησε την κατακτητική του δράση έχοντας ορμητήριο την [[Καισάρεια (Καππαδοκία)|Καισάρεια]], σημαντική πόλη και διοιηκητική έδρα του θέματος. Έχει μάλιστα διατυπωθεί η υπόθεση ότι η ισχνή αναφορά του θέματος αυτού από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο είχε σκοπό την απόκρυψη των πραγματικών αιτίων ίδρυσής του τα οποία ήταν επεκτατικά.<ref>Λεβενιώτης 2007, σσ.410-11.</ref>


Κατά τον 10ο αι. με την εξάπλωση της αυτοκρατορίας προς τα ανατολικά, οι ισχυρές στρατιωτικές οικογένειες γαιοκτημόνων που κατάγονταν από το Χαρσιανό αύξησαν σημαντικά την πολιτική τους επιρροή. Αυτή η ισχυροποίηση των μεγάλων στρατιωτικών οίκων του θέματος οδήγησε σε βίαιες συγκρούσεις με άλλες στρατιωτικές οικογένειες από αρμενικές περιοχές. <ref name=geographica/> Σημαντικοί οίκοι του Χαρσιανού ήταν οι [[Αργυροί]] που διέμεναν στην περιοχή και οι [[Μαλεΐνοι]] οι οποίοι κατείχαν εκεί τεράστια υποστατικά.<ref name=kazhdan/> Ενδεικτικό δε της δύναμης των τελευταίων είναι το εξής επεισόδιο. Το 995, ο αυτοκράτορας [[Βασίλειος Β']], επιστρέφοντας από εκστρατεία στη Συρία, φιλοξενήθηκε πλουσιοπάροχα στο υποστατικό του Ευστάθιου Μαλεΐνου, μαζί με τον στρατό του, για 2 εβδομάδες. Ο αυτοκράτορας εντυπωσιάστηκε τόσο από τον πλούτο του τελευταίου που τον υποχρέωσε να μείνει στην Κωνσταντινούπολη και, όταν ο Ευστάθιος πέθανε, δήμευσε την αχανή περιουσία του.<ref>''Ιστορία του Ελληνικού Έθνους'', Εκδοτική Αθηνών, 1979, τ. Η', σ.107-108, 351.</ref>
Κατά τον 10ο αι. με την εξάπλωση της αυτοκρατορίας προς τα ανατολικά, οι ισχυρές στρατιωτικές οικογένειες γαιοκτημόνων που κατάγονταν από το Χαρσιανό αύξησαν σημαντικά την πολιτική τους επιρροή. Αυτή η ισχυροποίηση των μεγάλων στρατιωτικών οίκων του θέματος οδήγησε σε βίαιες συγκρούσεις με άλλες στρατιωτικές οικογένειες από αρμενικές περιοχές. <ref name=geographica/> Σημαντικοί οίκοι του Χαρσιανού ήταν οι [[Αργυροί]] που διέμεναν στην περιοχή και οι [[Μαλεΐνοι]] οι οποίοι κατείχαν εκεί τεράστια υποστατικά.<ref name=kazhdan/> Ενδεικτικό δε της δύναμης των τελευταίων είναι το εξής επεισόδιο. Το 995, ο αυτοκράτορας [[Βασίλειος Β']], επιστρέφοντας από εκστρατεία στη Συρία, φιλοξενήθηκε πλουσιοπάροχα στο υποστατικό του Ευστάθιου Μαλεΐνου, μαζί με τον στρατό του, για 2 εβδομάδες. Ο αυτοκράτορας εντυπωσιάστηκε τόσο από τον πλούτο του τελευταίου που τον υποχρέωσε να μείνει στην Κωνσταντινούπολη και, όταν ο Ευστάθιος πέθανε, δήμευσε την αχανή περιουσία του.<ref>''Ιστορία του Ελληνικού Έθνους'', Εκδοτική Αθηνών, 1979, τ. Η', σ.107-108, 351.</ref> Άλλη προσωπικότητα που καταγόταν από το θέμα αυτό ήταν ο πρώτος διοικητής του [[Θέμα Μεσοποταμίας|θέματος Μεσοποταμίας]], Ορέστης Χαρσιανίτης<ref>Λεβενιώτης 2007, σσ.272-3 (υποσημείωση 1477).</ref> και ο Καππαδόκης αυτοκράτορας [[Ρωμανός Δ΄ Διογένης]]<ref>Λεβενιώτης 2007, σ.415.</ref>[[Ρωμανός Δ΄ Διογένης|.]] Το Χαρσιανόν θέμα ήταν επίσης ένα από τα θέματα στα οποία έδρασε η βυζαντινή στρατιωτική οικογένεια των Γαβράδων, η οποία έδρασε αποσχιστικά κατά το τέλος του 11ου και τις αρχές του 12ου αι.<ref>Λεβενιώτης 2007, σ.265.</ref>


Η αντίδραση των Αράβων στην εξάπλωση του Βυζαντίου εκδηλώθηκε από τους [[Χαμδανίδες]] [[εμίρης|εμίρηδες]] του [[Χαλέπι|Χαλεπίου]], οι οποίοι επιτέθηκαν εναντίον του Χαρσιανού, με βασικό στόχο το κάστρο του. Η πρώτη από αυτές τις επιθέσεις εκδηλώθηκε το 950 όταν ο θρυλικός [[Σαΐφ-αντ-Νταουλά]] (Sayf-ad-Dawla) πολιόρκησε το κάστρο, επικεφαλής 30.000 ανδρών. Λίγο πριν την εισβολή, μεγάλη πυρκαγιά κατέκαυσε τα προάστια και τον οικισμό κάτω από το κάστρο. Η πολιορκία δεν πέτυχε τον σκοπό της, ωστόσο ο Νταουλά πήρε μαζί του αιχμάλωτο τον πληθυσμό του οικισμού και δήωσε την ενδοχώρα. Οι επιθέσεις του επαναλήφθηκαν το 911, το 956 και το 960, με παρόμοια αποτελέσματα, δηλαδή δήωση της ενδοχώρας αλλά χωρίς κατάληψη των κάστρων του θέματος.<ref name=geographica/>
Η αντίδραση των Αράβων στην εξάπλωση του Βυζαντίου εκδηλώθηκε από τους [[Χαμδανίδες]] [[εμίρης|εμίρηδες]] του [[Χαλέπι|Χαλεπίου]], οι οποίοι επιτέθηκαν εναντίον του Χαρσιανού, με βασικό στόχο το κάστρο του. Η πρώτη από αυτές τις επιθέσεις εκδηλώθηκε το 950 όταν ο θρυλικός [[Σαΐφ-αντ-Νταουλά]] (Sayf-ad-Dawla) πολιόρκησε το κάστρο, επικεφαλής 30.000 ανδρών. Λίγο πριν την εισβολή, μεγάλη πυρκαγιά κατέκαυσε τα προάστια και τον οικισμό κάτω από το κάστρο. Η πολιορκία δεν πέτυχε τον σκοπό της, ωστόσο ο Νταουλά πήρε μαζί του αιχμάλωτο τον πληθυσμό του οικισμού και δήωσε την ενδοχώρα. Οι επιθέσεις του επαναλήφθηκαν το 911, το 956 και το 960, με παρόμοια αποτελέσματα, δηλαδή δήωση της ενδοχώρας αλλά χωρίς κατάληψη των κάστρων του θέματος.<ref name=geographica/>


Μετά το 1045, στο θέμα εγκαταστάθηκε μεγάλος αριθμός προσφύγων Αρμενίων, υπό τον τέως βασιλιά τους Γκαντίκ Β', στον οποίο παραχωρήθηκε η διοίκηση του θέματος. Οι Αρμένιοι όμως σύντομα ήρθαν σε σύγκρουση με την τοπική ελληνική αριστοκρατία. Το 1057, το θέμα υποστήριξε την εξέγερση του [[Ισαάκιος Α'|Ισαακίου Α' Κομνηνού]]. Χάθηκε οριστικά για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία λίγο μετά τη [[μάχη του Μαντζικέρτ]] το 1071. Ως τελευταίος δούκας (διοικητής) του αναφέρεται πάλι ο Γκαντίκ Β', το 1072-73.<ref name=kazhdan/>
Μετά το 1045, στο θέμα εγκαταστάθηκε μεγάλος αριθμός προσφύγων Αρμενίων, υπό τον τέως βασιλιά τους Γκαντίκ Β' (στις βυζαντινές πηγές αναφέρεται ως Κακίκιος), στον οποίο παραχωρήθηκε η διοίκηση του θέματος. Οι Αρμένιοι όμως σύντομα ήρθαν σε σύγκρουση με την τοπική ελληνική αριστοκρατία. Το 1057, το θέμα υποστήριξε την εξέγερση του [[Ισαάκιος Α'|Ισαακίου Α' Κομνηνού]]. Κατά τη δεκατία του 1060, οξύνθηκαν οι διαμάχες μεταξύ των εθνοτήτων της βυζαντινής Ανατολής, λόγω της άστοχης και καταπιεστικής θρησκευτικής πολιτικής του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ι΄ Δούκα. Ένας ακόμη λόγος ήταν η βυζαντινή ολιγωρία η οποία οδήγησε στην κατάκτηση πατρογονικών εδαφών των Αρμενίων (Ανί, Μελιτηνή, Σεβάστεια) από τους Τούρκους. Αν και ως τελευταίος δούκας (διοικητής) του αναφέρεται πάλι ο Γκαντίκ Β', το 1072-73<ref name="kazhdan" />, αυτός μάλλον λειτούργησε ως αυτόνομος διοιηκητής του Χαρσιανού, κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1070, καθώς η περιοχή του, όπως και α Ανατολική Μικρά Ασία γενικότερα, είχαν αποκοπεί από την αυτοκρατορία, μετά τη διείσδυση των διαφόρων τουρκικών ομάδων και  τη στάση του Φράγκου στρατηγού Ουρσελίου. Ο Γκαντίκ εξετέλεσε μάλιστα τον Έλληνα μητροπολίτη Καισαρείας Μάρκο και στο τέλος συνελλήφθη, μετά από ενέδρα, και εκτελέστηκε.<ref>Λεβενιώτης 2007, σσ.413-15, 419.</ref> Το θέμα χάθηκε οριστικά για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία λίγο μετά τη [[μάχη του Μαντζικέρτ]] το 1071.


==Παραπομπές==
==Παραπομπές==
{{παραπομπές}}
{{παραπομπές}}


== Πηγές ==
<br>{{Περί Θεμάτων}}
* Λεβενιώτης Γεώργιος (2007). ''Η πολιτική κατάρρευση του Βυζαντίου στην Ανατολή'' (διδακτορική διατριβή), Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, Τομέας Αρχαίας, Βυζαντινής και Μεσαιωνικής Ιστορίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.<br>{{Περί Θεμάτων}}


{{DEFAULTSORT:Χαρσιανον}}
{{DEFAULTSORT:Χαρσιανον}}

Έκδοση από την 22:31, 1 Ιανουαρίου 2015

Συντεταγμένες: 39°44′32″N 35°50′17″E / 39.7423°N 35.838137°E / 39.7423; 35.838137

Τα ανατολικά θέματα του Βυζαντίου (έτος 950)

Το Χαρσιανόν ήταν θέμα (διοικητικό διαμέρισμα) της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, του οποίου διοικητικό κέντρο ήταν το ομώνυμο φρούριο (Χαρσιανόν κάστρον). Τα ερείπια του κάστρου βρίσκονται δέκα χιλιόμετρα βορειοδυτικά της πόλης Ακνταγμαντενί, πάνω από το χωριό Μουσαλέμ Καλεσί, στην επαρχία Γιοζγκάτ της Τουρκίας, 300χλμ από την Άγκυρα.

Το κάστρο

Το ομώνυμο φρούριο υποτίθεται πως πήρε το όνομά του από κάποιον στρατηγό Χάρσιο, ο οποίος πολέμησε τους Πέρσες επί εποχής Ιουστινιανού Α'[1] ή Ηρακλείου[2]. Αναφέρεται πρώτη φορά στις πηγές το 638, καταλήφθηκε από τους Άραβες το 730 και, στους επόμενους δύο αιώνες, έγινε θέατρο σκληρών βυζαντινοαραβικών συγκρούσεων.[1]

Διαδραμάτισε στρατηγικότατο ρόλο στην άμυνα της Μικράς Ασίας κατά τους βυζαντινο-αραβικούς πολέμους, καθώς ήταν το διοικητικό κέντρο κρίσιμων συνοριακών περιοχών με Αρμενίους και Άραβες, ενώ ήλεγχε δύο μεγάλες στρατιωτικές αρτηρίες: αυτή που συνέδεε την Κωνσταντινούπολη, μέσω Άγκυρας, με τη Σεβάστεια (ή την Τεφρική) και τη Μελιτηνή (σημ. Μαλάτεια) μέσω Μαλανδάρων.[3] Έτσι το φρούριο του Χαρσιανού, μαζί με άλλα φρούρια που σήμερα είναι ερειπωμένα, στα περίχωρα της Ακνταγμαντενί και κοντά στα ορυχεία σιδήρου και μολύβδου του Τσαλχαλή και Νουσρατλή, προστάτευε τη μεγάλη στρατιωτική οδό Άγκυρας-Σεβάστειας, τη δευτερεύουσα οδό που διέσχιζε την περιοχή του ΑκνταγΜαντενί αλλά και τα ορυχεία. Το ενδιαφέρον των Σελτζούκων Τούρκων για τα ορυχεία πιστοποιεί επιγραφή, της περιόδου του Σελτζούκου βασιλιά Kaykhusraw II (1236-1246), που βρέθηκε στο Μουσαλέμ Καλεσί, η οποία αναφέρει πως χτίστηκε (ίσως επισκευάστηκε) φρούριο. Το κάστρο καταλήφθηκε το 730 από τους Άραβες, στη συνέχεια ανακτήθηκε από τους Βυζαντινούς και από τότε υπέστη πολλές αραβικές επιθέσεις χωρίς να καταληφθεί. Τέτοιες επιθέσεις έγιναν από τον χαλίφη Αλ-Μαμούν το 831 (νικήθηκε από τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, έξω από το κάστρο) και από τον Αμπού-Σαΐντ το 843 και το 845.[3]

Ιστορία του θέματος

Λόγω της στρατηγικής της σπουδαιότητας, η περιοχή του ομώνυμου φρουρίου αναβαθμίστηκε σε κλεισούρα, στις αρχές του 9ου αιώνα.

Το Χαρσιανόν αναβαθμίστηκε σε θέμα, με ενσωμάτωση τμημάτων των θεμάτων Βουκελλαρίων, Αρμενιάκων, Καππαδοκίας, μετά το 863[1] και πριν το 872. Η αναβάθμιση αυτή έγινε από τον Βασίλειο Α' κατά τη διάρκεια του πολέμου εναντίον των Παυλικιανών, καθώς το Χαρσιανό αποδείχθηκε πιστότερο σε αυτόν από το Αρμενιακό θέμα.[3] Ο «στρατηγός» (διοικητής) του θέματος είχε ετήσιο μισθό 20 λιβρών χρυσού και διοικούσε, σύμφωνα με αραβικές πηγές, 4 φρούρια και 4.000 στρατιώτες.[1]. Μία από αυτές τις πηγές κατατάσσει το Χαρσιανό μπροστά από το Θέμα Οπτιμάτων, στην ίδια σπουδαιότητα με το Θέμα Θρακησίων αλλά πολύ πίσω από τα θέματα Αρμενιάκων και Ανατολικών.[3] Το 883, επίλεκτοι στρατιώτες του Χαρσιανού συμμετείχαν σε εκστρατεία στην Ιταλία[2].

Μετά την εξάλειψη του κινδύνου από τους Παυλικιανούς, το θέμα έγινε πεδίο μουσουλμανικών επιθέσεων, κατά το τέλος του 9ου και τις αρχές του 10ου αι. Έτσι το 878 ο στρατός του θέματος πέτυχε σειρά νικών εναντίον του Αμπντάλα Μπεν-Ρασίντ Μπεν-Καούς στην Ποδανδό και τα Άδανα, σε συνεργασία με στρατό από άλλα θέματα. Το 886 ή το 887 οι Μουσουλμάνοι επιχείρησαν μεγάλη εισβολή στο Χαρσιανό. Δεν πέτυχαν να καταλάβουν το κάστρο αλλά δήωσαν το θέμα και έφτασαν μέχρι βόρεια της Σεβάστειας. Ωστόσο, μέχρι τα τέλη του 9ου αι., συνεχίστηκε η πολιτική ενίσχυσης του θέματος. Έτσι, έως το 890 ο αυτοκράτορας Λέων Στ' ο Σοφός προσάρτησε σ' αυτό 10 τούρμες και 7 βάνδα από τα θέματα Βουκελλαρίων, Αρμενιάκων και Καππαδοκίας. Με τις προσαρτήσεις αυτές το θέμα έλεγχε νευραλγικές για τον αγώνα εναντίον των Αράβων θέσεις όπως η Καισάρεια και τα Τύανα-Βένασα και ενίσχυσε τις αμυντικές και επιθετικές του δυνατότητες.[3] Τελικά, η καίρια θέση του Χαρσιανού θέματος το κατέστησε εφαλτήριο για τη βυζαντινή ανακατάκτηση της Ανατολής. Το 923, ο φημισμένος στρατηγός Ιωάννης Κουρκούας ξεκίνησε την κατακτητική του δράση έχοντας ορμητήριο την Καισάρεια, σημαντική πόλη και διοιηκητική έδρα του θέματος. Έχει μάλιστα διατυπωθεί η υπόθεση ότι η ισχνή αναφορά του θέματος αυτού από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο είχε σκοπό την απόκρυψη των πραγματικών αιτίων ίδρυσής του τα οποία ήταν επεκτατικά.[4]

Κατά τον 10ο αι. με την εξάπλωση της αυτοκρατορίας προς τα ανατολικά, οι ισχυρές στρατιωτικές οικογένειες γαιοκτημόνων που κατάγονταν από το Χαρσιανό αύξησαν σημαντικά την πολιτική τους επιρροή. Αυτή η ισχυροποίηση των μεγάλων στρατιωτικών οίκων του θέματος οδήγησε σε βίαιες συγκρούσεις με άλλες στρατιωτικές οικογένειες από αρμενικές περιοχές. [3] Σημαντικοί οίκοι του Χαρσιανού ήταν οι Αργυροί που διέμεναν στην περιοχή και οι Μαλεΐνοι οι οποίοι κατείχαν εκεί τεράστια υποστατικά.[1] Ενδεικτικό δε της δύναμης των τελευταίων είναι το εξής επεισόδιο. Το 995, ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β', επιστρέφοντας από εκστρατεία στη Συρία, φιλοξενήθηκε πλουσιοπάροχα στο υποστατικό του Ευστάθιου Μαλεΐνου, μαζί με τον στρατό του, για 2 εβδομάδες. Ο αυτοκράτορας εντυπωσιάστηκε τόσο από τον πλούτο του τελευταίου που τον υποχρέωσε να μείνει στην Κωνσταντινούπολη και, όταν ο Ευστάθιος πέθανε, δήμευσε την αχανή περιουσία του.[5] Άλλη προσωπικότητα που καταγόταν από το θέμα αυτό ήταν ο πρώτος διοικητής του θέματος Μεσοποταμίας, Ορέστης Χαρσιανίτης[6] και ο Καππαδόκης αυτοκράτορας Ρωμανός Δ΄ Διογένης[7]. Το Χαρσιανόν θέμα ήταν επίσης ένα από τα θέματα στα οποία έδρασε η βυζαντινή στρατιωτική οικογένεια των Γαβράδων, η οποία έδρασε αποσχιστικά κατά το τέλος του 11ου και τις αρχές του 12ου αι.[8]

Η αντίδραση των Αράβων στην εξάπλωση του Βυζαντίου εκδηλώθηκε από τους Χαμδανίδες εμίρηδες του Χαλεπίου, οι οποίοι επιτέθηκαν εναντίον του Χαρσιανού, με βασικό στόχο το κάστρο του. Η πρώτη από αυτές τις επιθέσεις εκδηλώθηκε το 950 όταν ο θρυλικός Σαΐφ-αντ-Νταουλά (Sayf-ad-Dawla) πολιόρκησε το κάστρο, επικεφαλής 30.000 ανδρών. Λίγο πριν την εισβολή, μεγάλη πυρκαγιά κατέκαυσε τα προάστια και τον οικισμό κάτω από το κάστρο. Η πολιορκία δεν πέτυχε τον σκοπό της, ωστόσο ο Νταουλά πήρε μαζί του αιχμάλωτο τον πληθυσμό του οικισμού και δήωσε την ενδοχώρα. Οι επιθέσεις του επαναλήφθηκαν το 911, το 956 και το 960, με παρόμοια αποτελέσματα, δηλαδή δήωση της ενδοχώρας αλλά χωρίς κατάληψη των κάστρων του θέματος.[3]

Μετά το 1045, στο θέμα εγκαταστάθηκε μεγάλος αριθμός προσφύγων Αρμενίων, υπό τον τέως βασιλιά τους Γκαντίκ Β' (στις βυζαντινές πηγές αναφέρεται ως Κακίκιος), στον οποίο παραχωρήθηκε η διοίκηση του θέματος. Οι Αρμένιοι όμως σύντομα ήρθαν σε σύγκρουση με την τοπική ελληνική αριστοκρατία. Το 1057, το θέμα υποστήριξε την εξέγερση του Ισαακίου Α' Κομνηνού. Κατά τη δεκατία του 1060, οξύνθηκαν οι διαμάχες μεταξύ των εθνοτήτων της βυζαντινής Ανατολής, λόγω της άστοχης και καταπιεστικής θρησκευτικής πολιτικής του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ι΄ Δούκα. Ένας ακόμη λόγος ήταν η βυζαντινή ολιγωρία η οποία οδήγησε στην κατάκτηση πατρογονικών εδαφών των Αρμενίων (Ανί, Μελιτηνή, Σεβάστεια) από τους Τούρκους. Αν και ως τελευταίος δούκας (διοικητής) του αναφέρεται πάλι ο Γκαντίκ Β', το 1072-73[1], αυτός μάλλον λειτούργησε ως αυτόνομος διοιηκητής του Χαρσιανού, κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1070, καθώς η περιοχή του, όπως και α Ανατολική Μικρά Ασία γενικότερα, είχαν αποκοπεί από την αυτοκρατορία, μετά τη διείσδυση των διαφόρων τουρκικών ομάδων και  τη στάση του Φράγκου στρατηγού Ουρσελίου. Ο Γκαντίκ εξετέλεσε μάλιστα τον Έλληνα μητροπολίτη Καισαρείας Μάρκο και στο τέλος συνελλήφθη, μετά από ενέδρα, και εκτελέστηκε.[9] Το θέμα χάθηκε οριστικά για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία λίγο μετά τη μάχη του Μαντζικέρτ το 1071.

Παραπομπές

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 Kazhdan, Alexander Petrovich, επιμ. (1991). The Oxford Dictionary of Byzantium, Oxford University Press, ISBN 978-0-19-504652-6, τ.1, σ.415, λήμμα Charsianon.
  2. 2,0 2,1 Λεβενιώτης 2007, σ.410.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 3,5 3,6 Potache, Dejanira. "Le theme et la forteresse de Charsianon: Recherches dans la region d' Akdagmadeni", Geographica byzantina, επιμ. Ε.Αρβελέρ, Publications de la Sorbonne, 1981, ISBN 2-859-44041-0, τ.3, σ.107-117.
  4. Λεβενιώτης 2007, σσ.410-11.
  5. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, 1979, τ. Η', σ.107-108, 351.
  6. Λεβενιώτης 2007, σσ.272-3 (υποσημείωση 1477).
  7. Λεβενιώτης 2007, σ.415.
  8. Λεβενιώτης 2007, σ.265.
  9. Λεβενιώτης 2007, σσ.413-15, 419.

Πηγές