Θέμα Σελευκείας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τα βυζαντινά θέματα κατά το έτος 950

Το Θέμα Σελευκείας αποτελούσε διοικητικό διαμέρισμα («θέμα») της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Σύμφωνα και με το έργο Περί θεμάτων του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου[1], πρωτεύουσά του ήταν η Σελεύκεια της Ισαυρίας (σημ. Σιλιφκέ), στη σημερινή επαρχία της Μερσίνης της Τουρκίας, στα νότια της Μικράς Ασίας, απέναντι από την Κύπρο[2].

Μέχρι τον 9ο αιώνα η περιοχή ήταν μέρος του θέματος των Κιβυρραιωτών και η πόλη της Σελεύκειας έδρα του στρατηγού-διοικητή του θέματος με τον τίτλο του (δρουγγάριου)[3]. Ο αυτοκράτορας Θεόφιλος (829-842) την ανακήρυξε κλεισούρα. Αργότερα, περί το 930, ο αυτοκράτορας Ρωμανός τη μετέτρεψε σε ανεξάρτητο θέμα. Το θέμα διαιρούνταν σε παράκτιο και εσωτερικό και διέθετε φρουρά 5.000 ανδρών.[4]

Μετά την προσωρινή κατοχή της από τους Τούρκους, η πρωτεύουσα Σελεύκεια ανακαταλήφθηκε και οχυρώθηκε από τους Βυζαντινούς, το 1099. Το 1159 ο αυτοκράτορας Μανουήλ τη χρησιμοποίησε ως βάση για την προσωρινή ανακατάκτηση της Κιλικίας. Το θέμα παρέμεινε μέρος της αυτοκρατορίας μέχρι την κατάλυσή του από το Αρμενικό Βασίλειο της Κιλικίας το 1180.[3]

Γνωστοί στρατηγοί-διοικητές ήταν:

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Περί θεμάτων («De thematibus»), Migne, Patrologia Greca, τόμοι 112-113, Constantinus Porphyrogenitus: «ασια.13 ˉˉΙˉˉΓ. Τρισκαιδέκατον θέμα Σελευκείασ Ἡ δὲ Σελεύκεια μέρος ἐστὶν Ἰσαυρίας, πρὸς μὲν δυσμὰς ὁριζομένη ὑπὸ τοῦ Ταύρου ἐν ᾧ κατοικοῦσιν Ἴσαυροι· πρὸς δὲ ἀνατολὰς ἀποκέκλεισται παρὰ τῶν Κιλικίας ὀρέων, ἐν οἷς εἰσι πόλεις παραθαλάσσιοι, πρώτη μὲν αὐτὴ Σελεύκεια, ἔπειτα Κώρυκος καὶ τὸ Κωρύκειον ἄντρον καὶ λειμὼν ὁ καλούμενος Κροκοφόρος, Σόλοι τε καὶ Αἰγαῖαι καὶ Πομπηϊούπολις καὶ Ἀφροδισιάς, ἥ τε Ἰσσὸς καὶ κόλπος ὁμώνυμος, ἐν ᾧ Μακεδὼν ἐκεῖνος ὁ γεννάδας τε καὶ περίκλυτος, Ἀλέξανδρον λέγω τὸν τοῦ Φιλίππου, τὸν πρὸς Δαρεῖον τὸν Πέρσην ἠγωνίσατο πόλεμον. Σύνεγγυς δὲ τούτων καὶ Ταρσὸς ἡ Παύλου πατρὶς καθίδρυται. Ἡ τοίνυν Σελεύκεια οὐ θέμα τὸ πρὶν ἐχρημάτιζεν οὐδὲ στρατηγίδος ἐκεκλήρωτο ὄνομα, ἀλλὰ κλεισοῦρά τις ἦν καὶ φυλακὴ διὰ τὰς ἐκδρομὰς τῶν ἐκ Ταρσοῦ προϊόντων Σαρακηνῶν, διὰ τὸ εἶναι τὸν τόπον δυσπρόσοδον. Ὁ δὲ κύριος Ῥωμανός, ὁ καλός τε καὶ ἀγαθὸς βασιλεύς, ὥσπερ πλάτος μῆκός τε καὶ μέγεθος ἐπιτιθεὶς τῇ τῶν Ῥωμαίων ἀρχῇ, στρατηγίδα αὐτὴν ἀπετέλεσε.», σελ. 8-9.
  2. Δογάμνης, Θεόδωρος (1930). «Σελεύκεια». Μεγάλη Στρατιωτικὴ καὶ Ναυτικὴ Ἐγκυκλοπαιδεία. Tόμος Ἔκτος: Σαράντα Ἐκκλησίαι–Ὤχρα. Ἀθήναι: Ἔκδοσις Μεγάλης Στρατιωτικῆς καὶ Ναυτικῆς Ἐγκυκλοπαιδείας, σελ. 26. OCLC 31255024. 
  3. 3,0 3,1 (Αγγλικά) Kazhdan, Alexander, επιμ. (1991). «SELEUKEIA». The Oxford Dictionary of Byzantium. Οξφόρδη και Νέα Υόρκη: Oxford University Press. ISBN 0-19-504652-8. 
  4. (Αγγλικά) Kazhdan, Alexander, επιμ. (1991). «ISAURIA». The Oxford Dictionary of Byzantium. Οξφόρδη και Νέα Υόρκη: Oxford University Press. ISBN 0-19-504652-8. 
  5. Dumbarton Oaks, σελ. 9
  6. Dumbarton Oaks, σελ. 10
  7. Dumbarton Oaks, σελ. 16

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]