Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αβιά

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αβιά
Βασιλιάς του Ιούδα
Περίοδος913-911 π.Χ.
ΠροκάτοχοςΡοβοάμ
ΔιάδοχοςΑσά
Τόπος ταφήςΙερουσαλήμ
ΕπίγονοιΑσά
21 γιοι
16 κόρες
ΟίκοςΟίκος του Δαβίδ
ΠατέραςΡοβοάμ
ΜητέραΜααχά
ΘρησκείαΙουδαϊσμός
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Αβιάμ ή Αβιά ή Αβιού (εβραϊκά: אֲבִיָּם‎‎ - Āḇîyā, αγγλικά: Abijah‎‎, "πατέρας μου ο Θεός") είναι βιβλικό πρόσωπο που αναφέρεται στη Παλαιά Διαθήκη καθώς και στη Καινή Διαθήκη.[1] Κατά τα λεγόμενα αυτών ήταν ο τέταρτος βασιλιάς του Οίκου του Δαβίδ και δεύτερος βασιλιάς του Ιούδα. Ήταν γιος του βασιλιά Ροβοάμ και εγγονός του Σολομών.[2][3]

Ο Αβιά αναφέρεται στα βιβλία των Βασιλέων και των Χρονικών (Παραλειπομένων) ως ο γιος του Ροβοάμ και της Μααχά και πατέρας του βασιλιά Ασά του Ιούδα. Μερικοί μελετητές πιστεύουν ότι οι βιβλικοί απολογισμοί της οικογένειας του Αβιά είναι αντιφατικοί.[4] Ωστόσο, μια μελέτη της εβραϊκής γλωσσολογίας αφαιρεί οποιεσδήποτε φαινομενικές αντιφάσεις. Μία από τις προβαλλόμενες αντιφάσεις είναι ότι η Μααχά περιγράφεται μερικές φορές ως η κόρη του Αβεσσαλώμ, και αλλού η κόρη του Ουριήλ της πόλης Γαβαών. Ο Αβεσσαλώμ περιγράφεται σε άλλο κείμενο ότι έχει μόνο μια κόρη την Tαμάρ.[5] Στα εβραϊκά, η «κόρη» και η «εγγονή» είναι η ίδια λέξη, αφαιρώντας κάθε αντίφαση εκεί.[6][7] Ομοίως, η Μααχά περιγράφεται αρχικά ως μητέρα του Αβιά, αλλά στη συνέχεια περιγράφεται ως η μητέρα του γιου του Ασά. Ωστόσο, στην εβραϊκή γλώσσα, η "μητέρα" και η "γιαγιά" είναι η ίδια λέξη, αφαιρώντας για άλλη μια φορά οποιαδήποτε αντίφαση.[8] Ο Αβιά παντρεύτηκε 14 συζύγους και είχε 22 γιους (ένας εκ των οποίων ο Ασά) και 16 κόρες.[9]

Μετά το θάνατο του Ροβοάμ, ο γιος του, ο Αβιά, τον διαδέχθηκε στο θρόνο ως βασιλιάς του Ιούδα.[10] Ξεκίνησε την τριετή βασιλεία του με μια επίπονη αλλά ανεπιτυχή προσπάθεια να επαναφέρει τις δέκα φυλές του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ στην υπακοή τους.[11] Μετά την άνοδο του Αβιά στο θρόνο κατά το 18ο έτος του βασιλιά Ιεροβοάμ Α' του Ισραήλ, ξείνησε εκστρατεία βόρεια με σκοπό να κερδίσει πίσω το Ισραήλ για τον Οίκο του Δαβίδ.[10]

Ο Ιεροβοάμ περιόρισε τον στρατό του Αβιά, συμμετέχοντας στη μάχη του όρους Σομόρων. Εκεί ο Aβιά συγκέντρωσε τα στρατεύματά του με μια φράση που από τότε έγινε διάσημη: «καὶ ἰδοὺ μεθ᾿ ἡμῶν ἐν ἀρχῇ Κύριος καὶ οἱ ἱερεῖς αὐτοῦ» (Ιδού, μαζί μας και αρχηγός μας είναι ο Κύριος και οι ιερείς του.").[12] Στην μάχη νίκησε ο Αβιά και οι 400,000 άντρες του εναντίον του Ιεροβοάμ και τον 800,000 στρατιωτών του (απο τους οποίους σκοτώθηκαν 500,000) καθώς, κατά τα λεγόμενα των Γραφών, πολέμισε με τον Θεό στο πλευρό του.[13] Έτσι ο Aβιά καταδίωξε τον Ιεροβοάμ και ξεκίνησε κατέλαβε τις Ισραηλινές πόλεις Ισανά, Εφρών και Βαιθήλ.[10][13]

Όταν πέθανε, τάφηκε στην πατρίδα των προπατόρων του, την Ιερουσαλήμ.[13]

Ραββινική λογοτεχνία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν και ο Αβιά ανέλαβε τον σκοπό του Θεού ενάντια στον Ιεροβοάμ, τον ειδωλολάτρη βασιλιά του Ισραήλ, δεν του επιτράπηκε να απολαύσει τους καρπούς της νίκης του επί του τελευταίου για μεγάλο χρονικό διάστημα, πεθαίνοντας όπως έκανε αμέσως μετά την εκστρατεία του. Οι ραββίνοι μίλησαν για πολλές παραβάσεις που διέπραξε ο Αβιά εναντίον των συνανθρώπων του, οι οποίες είχαν σαν αποτέλεσμα να προκαλέσει την οργή του Θεού πάνω του πιο γρήγορα απο ότι έκανε η ειδωλολατρία του Ιεροβοάμ. Έτσι δηλώνεται ότι ακρωτηρίασε τα πτώματα των στρατιωτών του Ιεροβοάμ, και μάλιστα δεν επέτρεψε να θαφτούν μέχρι να φτάσουν σε κατάσταση σήψης (σαπίσματος).[14]

Ούτε ο Αβιά έδειξε, τελικά, ζήλο στον σκοπό του Θεού διότι, κατά την κατάκτηση της Βαιθήλ, τα χρυσά μοσχάρια ήρθαν στην κατοχή του, δεν τα κατέστρεψε όπως το διέταξε ο νόμος, αφού στην πραγματικότητα ήταν ο προφήτης Αχιά ο Σιλωνίτης,[15] που προφήτεψε ότι ο Ιεροβοάμ θα ήταν ο βασιλιάς. Για τους λόγους αυτούς η βασιλεία του Αβιά ήταν σύντομη.[14]

  1. Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, κεφάλαιο 1:1-17
  2. Zucker, David J. (16 Δεκεμβρίου 2013). The Bible's Writings: An Introduction for Christians and Jews. Wipf and Stock Publishers. ISBN 978-1-63087-112-3. 
  3. Pulkrabek, Willard W. (2007). Family Trees of the Bible: Family Tree Charts and Genealogical Information of the Main Characters in the Christian Bible. Vantage Press, Inc. ISBN 978-0-533-15607-8. 
  4. Sweeney, Marvin Alan (1 Ιανουαρίου 2007). I & II Kings: A Commentary. Westminster John Knox Press. ISBN 978-0-664-22084-6. 
  5. «2 Samuel 14:27». 
  6. «Daughter. - Smith's Bible Dictionary Online». Bible Study Tools. Ανακτήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2020. 
  7. «Daughter - International Standard Bible Encyclopedia». Bible Study Tools. Ανακτήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2020. 
  8. Strong, James. The new Strong's expanded exhaustive concordance of the Bible. Nashville. ISBN 1-4185-4168-0. 427501063. 
  9. «2 Chronicles 13 / Hebrew - English Bible / Mechon-Mamre». www.mechon-mamre.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Οκτωβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2020. 
  10. 10,0 10,1 10,2 Merrill, Eugene H. (1 Μαρτίου 2008). Kingdom of Priests: A History of Old Testament Israel. Baker Books. ISBN 978-1-4412-1707-3. 
  11. Easton, Matthew George (1894). Illustrated Bible Dictionary, and Treasury of Biblical History, Biography, Geography, Doctrine, and Literature. T. Nelson. 
  12. Β' Παραλειπομένων, 13:12
  13. 13,0 13,1 13,2 «ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ: ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β' ΚΕΦ. 13». users.sch.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Σεπτεμβρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2020. 
  14. 14,0 14,1 «ABIJAH - JewishEncyclopedia.com». jewishencyclopedia.com. Ανακτήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2020. 
  15. «AHIJAH (THE PROPHET) - JewishEncyclopedia.com». jewishencyclopedia.com. Ανακτήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2020. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Abijah στο Wikimedia Commons