Έρβιν Ρόμελ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γιoχάνες Έρβιν Όιγκεν Ρόμελ
Ο Στρατάρχης Έρβιν Ρόμελ το 1942
ΨευδώνυμοΑλεπού της Ερήμου
Γέννηση15 Νοεμβρίου 1891
Χάιντενχαϊμ, Γερμανία
Θάνατος14 Οκτωβρίου 1944 (52 ετών)
Χερλίνγκεν, Γερμανία
ΕνταφιασμόςΝεκροταφείο του Χερλίνγκεν«»
Εν ενεργεία1911–44
ΒαθμόςΣτρατάρχης
Διοικήσεις7η Μεραρχία Πάντσερ
Αφρικανικό Σώμα
Αφρικανική Στρατιά Πάντσερ
Αφρικανική Ομάδα Στρατιών
Ομάδα Στρατιών Β
Μάχες/πόλεμοιΠρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
ΤιμέςPour le Mérite
Σταυρός των Ιπποτών με Φύλλα Δρυός, Ξίφη και Διαμάντια
Σιδηρούς Σταυρός Α΄ Τάξεως
Σιδηρούς Σταυρός B΄ Τάξεως
ΣύζυγοςLucia Maria Rommel (26  Νοεμβρίου 1916)
ΣυγγενείςΛουκία Μαρία Μολλίν (1894-1971),(σύζυγος), Μάνφρεντ Ρόμελ (1928–2013),(υιός) Γερτρούδη Στέμμερ (1913–2000),(κόρη)
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Γιoχάνες Έρβιν Όιγκεν Ρόμελ (γερμανικά: Johannes Erwin Eugen Rommel‎‎, 15 Νοεμβρίου 1891 - 14 Οκτωβρίου 1944) ήταν στρατάρχης της Ναζιστικής Γερμανίας. Υπήρξε ο πιο δημοφιλής στρατηγός στο εσωτερικό της Γερμανίας κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και κέρδισε τον σεβασμό των αντιπάλων του με τις θεαματικές νίκες του, ως διοικητής του Αφρικανικού Σώματος. Για τις ικανότητές του αυτές, του είχε αποδοθεί το προσωνύμιο «Αλεπού της Ερήμου» (αγγλικά: «Desert Fox», Γερμανικά: «Wüstenfuchs»).[1]

Στη διάρκεια του πολέμου, ο Ρόμελ συνδέθηκε με τη συνωμοσία δολοφονίας κατά του Αδόλφου Χίτλερ της 20ης Ιουλίου 1944. Ο Χίτλερ προτίμησε να απαλλαγεί από αυτόν, χωρίς να τον κατηγορήσει δημόσια, αναγκάζοντάς τον να αυτοκτονήσει.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ρόμελ γεννήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 1891 στο Χάιντενχαϊμ (Heidenheim an der Brenz) που βρίσκεται σε απόσταση 45 χιλιομέτρων από το Ουλμ, στο κρατίδιο της Βυρτεμβέργης στη Γερμανία. Βαπτίστηκε στις 17 Νοεμβρίου 1891. Ο πατέρας του, που λεγόταν επίσης Έρβιν, ήταν Διευθυντής στο τοπικό Γυμνάσιο. Η μητέρα του Χελένε φον Λουτζ, ήταν γόνος τοπικής πλούσιας οικογένειας. Το ζεύγος είχε επίσης άλλα τρία παιδιά, τον Καρλ, τον Γκέρχαρντ και την Χελένε. Ο Έρβιν ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος εκ των τεσσάρων. Ο ίδιος ο Ρόμελ έγραψε αργότερα πως «τα νεανικά μου χρόνια πέρασαν πράγματι χαρούμενα».

Σε ηλικία 14 ετών, ο Ρόμελ και ένας φίλος του έφτιαξαν ένα ανεμόπτερο που είχε τη δυνατότητα να πετάει σε μικρές αποστάσεις. Ο ίδιος αργότερα αγόρασε μία μοτοσυκλέτα και πριν φτάσει στο σπίτι του την αποσυναρμολόγησε και κατευθείαν την επανασυναρμολόγησε.[2] Διέθετε αξιοσημείωτες τεχνικές και μηχανολογικές ικανότητες[3] και για αυτό τον λόγο είχε εκφράσει την επιθυμία να σπουδάσει μηχανικός, στην εταιρεία παραγωγής αερόπλοιων Zeppelin.[4] Ο πατέρας του όμως, ο οποίος σε νεαρή ηλικία είχε υπηρετήσει ως Υπολοχαγός του Πυροβολικού, τον έπεισε να ακολουθήσει στρατιωτική καριέρα. Στην ηλικία των 18 ετών κατατάχτηκε στο τοπικό 124ο Σύνταγμα Πεζικού της Βυρτεμβέργης ως Δόκιμος Αξιωματικός. Το 1910, ο νεαρός Έρβιν γράφτηκε στη Σχολή Δοκίμων Αξιωματικών του Ντάντσιχ (Danzig).

Το 1913, ο Ρόμελ είχε δεσμό με την Βαλμπούργκα Στέμμερ (Walburga Stemmer). Αποτέλεσμα της σχέσης αυτής ήταν η γέννηση μιας κόρης, της Γερτρούδης (Gertrud).[5] Ο Ρόμελ τελικά διέκοψε σχετικά γρήγορα αυτή τη σχέση που είχε με την Στέμμερ. Φρόντιζε όμως την κόρη του, η οποία μεγάλωνε με την γιαγιά της και παρουσιαζόταν ως ανιψιά του Ρόμελ.[6] Διατήρησε στενή σχέση μαζί της, σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Το καρό κασκόλ που φορούσε, και φαίνεται σε πολλές φωτογραφίες κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων στην έρημο το είχε φτιάξει η κόρη του Γερτρούδη[εκκρεμεί παραπομπή].

Από το 1911 γνώριζε μια κοπέλα, τη Λουσί Μαρία Μολλίν (Lucie Maria Mollin) (1894–1971), την οποία ερωτεύτηκε και νυμφεύτηκε  στις 27 Νοεμβρίου 1916, στο Ντάντσιχ. Ο Έρβιν αγαπούσε πολύ τη σύζυγό του, όπως μαρτυρούν οι επιστολές που της έστελνε κατά τη διάρκεια των στρατιωτικών αποστολών του (και ειδικότερα στο Β΄ Παγκ. Πόλεμο) και χαϊδευτικά την αποκαλούσε «Λου». Απέκτησαν ένα γιο, τον Μάνφρεντ, στις 24 Δεκεμβρίου 1928. Εκείνη την περίοδο πέθανε η Βαλμπούργκα. Ο γάμος του με τη Λουσί ήταν ευτυχισμένος και ο Ρόμελ της έγραφε τουλάχιστον ένα γράμμα κάθε ημέρα όταν βρισκόταν στο μέτωπο.

Ο γιος του Ρόμελ, Μάνφρεντ, έγινε αργότερα δήμαρχος της Στουτγάρδης από το 1974 έως το 1996.[7]

Η αρχή της στρατιωτικής του σταδιοδρομίας στον Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ρόμελ με τον βαθμό του υπολοχαγού, κατά τη διάρκεια της μάχης του Καπορέττο (1917)

Το 1912 τελείωσε τις σπουδές του και τοποθετήθηκε στο 124ο Σύνταγμα του Γερμανικού Στρατού, με τον βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Συμμετείχε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, πρώτα με το 6ο Σύνταγμα Πεζικού της Βυρτεμβέργης και μετέπειτα με το Ορεινό Τάγμα Βυρτεμβέργης, που υπαγόταν στο Σώμα των Άλπεων (Alpenkorps), παίρνοντας μέρος σε πολλές μάχες στην Ιταλία, στη Ρουμανία και στη Γαλλία. Απέκτησε φήμη για το θάρρος του, τη γρήγορη λήψη τακτικών αποφάσεων και την εκμετάλλευση υπέρ του, της σύγχυσης του εχθρού.[8] Σε μία περίπτωση, ο Ρόμελ αιχμαλώτισε 1,500 στρατιώτες και 43 αξιωματικούς, έχοντας υπό τη διοίκησή του μόνο 3 τυφεκιοφόρους και 2 αξιωματικούς. Παρασημοφορήθηκε με τον Σιδηρούν Σταυρό Δευτέρας Τάξεως το 1914, και τον Σιδηρούν Σταυρό Πρώτης Τάξεως το 1915.[9]

Ο Ρόμελ έφτανε στην επιτυχία διοικώντας μικρές ομάδες στρατιωτών, διεισδύοντας μέσα στις εχθρικές γραμμές, κινούμενος γρήγορα από πλευρικές θέσεις ώστε να επιτεθεί στα νώτα του εχθρού, αιφνιδιάζοντάς τον.

Η πρώτη μεγάλη ένδειξη της στρατιωτικής του μεγαλοφυΐας φανερώθηκε στη Μάχη του Καπορέττο στις βορειοανατολικές Άλπεις, στο μέτωπο του ποταμού Ισόντζο, όταν, στις 26 Οκτωβρίου του 1917, διοικώντας μόλις 200 στρατιώτες, κατανίκησε με έφοδο τους Ιταλούς, συνέλαβε αιχμαλώτους 150 αξιωματικούς και 9.000 στρατιώτες (μία ολόκληρη Ιταλική μεραρχία) και κυρίευσε 200 πολυβόλα, 18 ορεινά κανόνια, 2 ημιαυτόματα κανόνια, περισσότερα από 600 υποζύγια, 250 φορτωμένα οχήματα, 10 φορτηγά και 2 ασθενοφόρα της φρουράς του Λονγκαρόνε[εκκρεμεί παραπομπή]. Στις 18 Δεκεμβρίου 1917 για το κατόρθωμά του αυτό, του απονεμήθηκε το παράσημο "Pour le merite" (ύψιστη τιμητική διάκριση της Πρωσσίας). Για ένα χρονικό διάστημα υπηρέτησε στο ίδιο Σύνταγμα Πεζικού με τον Φρήντριχ Πάουλους, ο οποίος, όπως και ο Ρόμελ, προάχθηκε στο βαθμό του στρατάρχη στη διάρκεια του Β' ΠΠ[10]. Ο Ρόμελ τραυματίστηκε 3 φορές στον Α'ΠΠ - δύο στο Δυτικό Μέτωπο και μία φορά στη Ρουμανία.

Στον μεσοπόλεμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τον πόλεμο, παρέμεινε στις τάξεις της συρρικνωμένης Ράιχσβερ, και κατά τη δεκαετία του 1920 υπηρετεί σε διάφορα συντάγματα του γερμανικού στρατού. Το 1929 τοποθετείται εκπαιδευτής της Σχολής Πεζικού (έχοντας το βαθμό του Λοχαγού) στη Δρέσδη, όπου παραμένει μέχρι το 1933. Στη συνέχεια ανέλαβε καθήκοντα στη Σχολή Πολέμου του Πότσδαμ (Potsdam) από το 1935 μέχρι το 1937. Το 1937 εξέδωσε το ημερολόγιο που κρατούσε κατά τη δράση του στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τον τίτλο Infanterie greift an (Το Πεζικό Επιτίθεται), το οποίο έγινε χρηστικό εγχειρίδιο της εποχής. Με την άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ στην εξουσία, ο Ρόμελ γοητεύθηκε από τις προοπτικές που άνοιγε για τη Γερμανία ο νέος ηγέτης. Ο Χίτλερ, έχοντας διαβάσει το βιβλίο του Ρόμελ, τον τοποθέτησε υπεύθυνο της προσωπικής του ασφάλειας, όταν επισκέφθηκε τη Σουδητία (Sudetenland) το 1938 και την Πράγα το 1939, μετά την ολοκληρωτική προσάρτηση της Τσεχοσλοβακίας από το Ράιχ. Ωστόσο, ο Ρόμελ ουδέποτε υπήρξε οπαδός του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος και δεν έγινε ποτέ μέλος του.[11] Ο Ρόμελ μετατέθηκε στη Σχολή Πολέμου του Βίνερ Νόιστατ (Wiener Neustadt), όπου παρέμεινε μέχρι το 1938, ξεκινώντας τη συγγραφή του δεύτερου βιβλίου του, με τίτλο Panzer greift an (Τα Τεθωρακισμένα Επιτίθενται).

Δράση στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μάχη της Γαλλίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην εκστρατεία εναντίον της Πολωνίας δεν είχε άμεση συμμετοχή, καθώς ήταν επικεφαλής της φρουράς του στρατηγείου του Χίτλερ. Το 1940, έχοντας πλέον τον βαθμό του υποστρατήγου, συμμετείχε στην επίθεση εναντίον της Γαλλίας, ως διοικητής της 7ης Μεραρχίας Τεθωρακισμένων (7η Panzerdivision). Όπως και ο συνάδελφός και ανώτερός του, Χάιντς Γκουντέριαν, ο Ρόμελ ήταν οπαδός του κεραυνοβόλου πολέμου (blitzkrieg) και εκπλήρωσε λαμπρά την αποστολή που του είχε ανατεθεί. Η δράση του κατά την εισβολή στη Γαλλία χάρισε στον ίδιο τον Σταυρό των Ιπποτών και στη μεραρχία του την ονομασία «Μεραρχία Φάντασμα» (Gespensterdivision), λόγω της αστραπιαίας δράσης της[εκκρεμεί παραπομπή].

Afrika Korps[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1941 του ανατέθηκε η διοίκηση της 15ης Μεραρχίας Πάντσερ και της 5ης Ελαφράς Μεραρχίας. Αυτές θα αποτελέσουν τον πυρήνα του γνωστού ως "Afrika Korps" («Σώμα της Αφρικής») γερμανικού εκστρατευτικού σώματος στη Βόρεια Αφρική. Βασική του αποστολή ήταν να βοηθήσει τον ιταλικό στρατό, ο οποίος, έχοντας πολύ κακό οπλισμό, ατάλαντους ηγέτες και χαμηλό ηθικό, είχε υποστεί σχεδόν συντριβή από τις βρετανικές δυνάμεις. Ο Ρόμελ, με πολύ κατώτερες αριθμητικά δυνάμεις, ανέτρεψε ολοκληρωτικά το σκηνικό. Στις μάχες αυτές χρησιμοποίησε πολλά τεχνάσματα: διέταζε ψευδείς υποχωρήσεις που οδηγούσαν σε παγίδες, τοποθετούσε παλιούς κινητήρες αεροσκαφών σε φορτηγά με σκοπό να σηκώνουν σκόνη για να δείχνουν υπέρτερες οι δυνάμεις του, μετακινούσε φορτηγά προς κάποια κατεύθυνση για να επισημανθούν από την αεροπορία και το βράδυ αυτά γύριζαν στη βάση τους, δημιουργούσε ξύλινα ομοιώματα τανκς για την παραπλάνηση των αεροπλάνων αναφοράς του εχθρού όσον αφορά τις δυνάμεις του στρατού του, κατά τη διάρκεια των μαχών έστηνε ψεύτικα πυροβόλα για τον αποπροσανατολισμό του εχθρού κτλ.[εκκρεμεί παραπομπή]

Οι βρετανικές δυνάμεις έπεφταν συχνά στις παγίδες αυτές, οι οποίες του χάρισαν το προσωνύμιο «Αλεπού της Ερήμου». Τον Φεβρουάριο του 1941 συνέλαβε αιχμαλώτους δυο Βρετανούς στρατηγούς και προήχθη σε στρατηγό από τη γερμανική διοίκηση. Επίσης, κατάφερε να εκδιώξει τις βρετανικές δυνάμεις από τη Λιβύη και να τις απωθήσει στην Αίγυπτο.Όταν περικύκλωσε το Τομπρούκ, το σημαντικότερο λιμάνι της Κυρηναϊκής, και το πολιόρκησε, οι Βρετανοί οργάνωσαν τρεις επιχειρήσεις για τη διάσωσή του. Οι πρώτες δύο, οι επιχειρήσεις «Brevity» και «Battleaxe», απέτυχαν. Η τρίτη, η επιχείρηση «Σταυροφόρος» (Crusader), αρχικά πέτυχε και ο Ρόμελ οπισθοχώρησε μέχρι την κωμόπολη της Ελ Αγκέιλα (7 Δεκεμβρίου 1941). Έχοντας αναθαρρήσει, οι βρετανικές δυνάμεις τον καταδίωξαν, αλλά στις 20 Ιανουαρίου ο Ρόμελ εξαπέλυσε σφοδρή αντεπίθεση προκαλώντας τους μεγάλες απώλειες. Οι Σύμμαχοι έφτασαν στο Τομπρούκ και κλείστηκαν εκεί προετοιμαζόμενοι για πολιορκία. Στις 24 Μαΐου, όμως, ο Ρόμελ επιτέθηκε ξανά και πλευροκόπησε τις συμμαχικές δυνάμεις στη Γκαζάλα και το Μπιρ Χακίμ, εξαναγκάζοντάς τες σε υποχώρηση. Εγκατέλειψαν, έτσι, το Τομπρούκ, που ο Ρόμελ κατέλαβε στις 6 Ιουνίου του 1942, αναγκάζοντας τους 33.000 υπερασπιστές του να παραδοθούν. Η νίκη αυτή του εξασφάλισε τη στραταρχική του ράβδο, δηλαδή την προαγωγή του στον ανώτατο δυνατό βαθμό του στρατάρχη. Παράλληλα, έκανε τον Ουίνστον Τσώρτσιλ να αναφωνήσει «Δεν θα βρούμε ποτέ ένα στρατηγό ικανό να κερδίσει μια μάχη;». Ο Ρόμελ καταδίωξε τις συμμαχικές δυνάμεις, οι οποίες τον σταμάτησαν στο Ελ Αλαμέιν, γιατί αυτός δεν είχε τα μέσα να προχωρήσει.

Τον Σεπτέμβριο 1942 εγκατέλειψε την Αφρική, καταφεύγοντας στο Ζέμμερινγκ, γιατί είχε παρουσιάσει σοβαρά συμπτώματα ασθένειας: υψηλή πίεση, εντερικό κατάρρου, ηπατοπάθεια. Επέστρεψε εσπευσμένα μετά τη δεύτερη μάχη του Ελ Αλαμέιν, όπου οι συμμαχικές δυνάμεις νίκησαν το Άφρικα Κορπς. Ο Χίτλερ και η ιταλική ανώτατη διοίκηση κατ'αρχήν διέταξαν άμυνα επί τόπου, την επόμενη ημέρα όμως, και λόγω της συντριπτικής συμμαχικής υπεροπλίας, επέτρεψαν τη σύμπτυξη. Ο Ρόμελ διηύθυνε τη σταδιακή υποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων και της ιταλικής μεραρχίας Λιττόριο μέσω της Λιβύης προς την Τυνησία, παίρνοντας από τις ιταλικές μεραρχίες Τριέστε, Τρέντο, Παβία, Μπρέσσια και Φόλγκορε όλα τους τα οχήματα και αφήνοντάς τους τη διαταγή να αντισταθούν «μέχρις ενός»[12]. Σε αυτό το σημείο άρχισε και η μεταστροφή του Ρόμελ: από πιστός και ένθερμος οπαδός του Φύρερ, άρχισε να χάνει την εμπιστοσύνη του στον Χίτλερ[εκκρεμεί παραπομπή].

Η κατάσταση σε όλα τα μέτωπα άρχισε να ανατρέπεται, καθώς μεγάλες γερμανικές δυνάμεις είχαν εμπλακεί στο μέτωπο της Σοβιετικής Ένωσης, ενώ τον Νοέμβριο του 1942 αποβιβάστηκαν στην Αλγερία και το Μαρόκο οι πρώτες αμερικανικές δυνάμεις. Ο Χίτλερ, προκειμένου να διασφαλίσει όχι μόνο το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι αλλά και την ίδια τη Γερμανία από επικείμενη εισβολή των Συμμάχων από τα νότια, απέστειλε μεγάλες ενισχύσεις στην Τυνησία (5η Στρατιά Πάντσερ, υπό τον στρατηγό Γιούργκεν φον Άρνιμ, αποτελούμενη από 150.000 άνδρες, καθώς και άρματα μάχης Τίγρης).[13] Στη μάχη της διάβασης Κασσερίν, ο Ρόμελ κατάφερε να επιφέρει μεγάλες απώλειες στο 2ο Σώμα των ΗΠΑ και να σταθεροποιήσει τις θέσεις του. Σταδιακά όμως οι Σύμμαχοι διδάχθηκαν από τα λάθη τους και αύξησαν την πίεσή τους ενώ το Άφρικα Κορπς έπασχε σημαντικά από έλλειψη εφοδίων[14] καθώς τα πλοία ανεφοδιασμού του βυθίζονταν από το βρετανικό ναυτικό και τα αμερικανικά αεροπλάνα[15][16]. Επιπλέον, ο Ρόμελ ερχόταν συχνά σε διαμάχη με τον υφιστάμενό του, φον Άρνιμ αλλά και τον προϊστάμενό του, στρατάρχη Άλμπερτ Κέσσελρινγκ[17]. Έτσι, στις 9 Μαρτίου 1943, λίγο πριν την παράδοση του Άφρικα Κορπς στους Συμμάχους, ο Ρόμελ, έχοντας σοβαρά προβλήματα υγείας, αναχώρησε από την Αφρική προκειμένου να ζητήσει από τον Χίτλερ να εκκενωθεί η Τυνησία. Εκείνος, όμως, τον κράτησε στη Γερμανία.[18][16]

Μετά τη Bόρεια Αφρική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τείχος του Ατλαντικού: Επιθεώρηση του Ρόμελ. 1944

Στις 23 Ιουνίου τοποθετήθηκε επικεφαλής της Ομάδας Στρατιών Β, που επιτηρούσε τα παράλια της Δυτικής Ευρώπης, με αποστολή να τα καταστήσει απρόσβλητα απέναντι στην επερχόμενη συμμαχική απόβαση. Ο στρατάρχης είχε επίγνωση του δυσχερέστατου έργου που έχει αναλάβει. Διέταξε την κατασκευή οχυρωμένων θέσεων, την πόντιση ναρκών, την κατασκευή αντιαρματικών και αντιαποβατικών εμποδίων. Τα μέτρα που ήθελε να λάβει δεν έγινε δυνατό να υλοποιηθούν στον επιθυμητό βαθμό: Το τσιμέντο χρησιμοποιήθηκε για τις βάσεις του Πεενεμούντε (εκτόξευση των V2), οι εκρηκτικές ύλες ήταν ανεπαρκείς για την κατασκευή του απαιτουμένου αριθμού ναρκών, και για τα αντιαρματικά εμπόδια έλειπαν τα κατάλληλα μέταλλα. Ο Ρόμελ γνώριζε πόσο εύθραυστο ήταν το μέτωπο που υπερασπιζόταν, όσο και αν ο Φύρερ επέμενε να το αποκαλεί «τείχος του Ατλαντικού». Ταυτόχρονα ενεπλάκη σε μια διαφωνία με τον προϊστάμενό του, στρατάρχη Γκερντ φον Ρούντστεντ, σχετικά με τη χρήση των πολύτιμων τεθωρακισμένων εφεδρειών. Ο Ρόμελ, με βάση την εμπειρία του από την Αφρική και την εκεί αεροπορική κυριαρχία των Συμμάχων, τα ήθελε κοντά στην ακτή, ενώ ο Ρούντστεντ, ακολουθώντας το κλασικό δόγμα, τα ήθελε συγκεντρωμένα στην ενδοχώρα, ώστε να εξαπολύσουν συγκεντρωτική αντεπίθεση κατά του συμμαχικού προγεφυρώματος αφού γίνει σαφές πού θα εκδηλωθεί η συμμαχική απόβαση. Ο Χίτλερ συντάχθηκε με τον Ρούντστεντ. Ο Ρόμελ όμως διέπραξε και ένα σημαντικότατο στρατηγικό σφάλμα: από κοινού με το γερμανικό επιτελείο, περίμενε την απόβαση στο Καλαί, το στενότερο σημείο της Μάγχης, και όχι στη Νορμανδία, όπου το πυροβολικό δεν επαρκούσε και τα περισσότερα τάγματα που το πλαισίωναν είτε στελεχώνονταν από υπερήλικες ή ασθενείς εφέδρους είτε ήταν τάγματα «ανατολικών στρατευμάτων» (Osttruppen), αμφίβολης αξίας. Εν τέλει, η συμμαχική απόβαση έλαβε χώρα στις 6 Ιουνίου 1944 (D-Day), ενώ ο Ρόμελ ήταν σε άδεια στη Γερμανία. Επέστρεψε αμέσως και διηύθυνε με σχετική επιτυχία τις αμυντικές μάχες, αλλά η εξάλειψη του προγεφυρώματος ήταν ανέφικτη. Στις 17 Ιουλίου, ένα καταδιωκτικό αεροπλάνο Spitfire ανατίναξε το αυτοκίνητό του, προξενώντας στον στρατάρχη σοβαρό τραύμα στο κεφάλι.

Η απόπειρα δολοφονίας του Φύρερ, οι υποψίες εναντίον του και το τέλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο τάφος του Ρόμελ στο Χέρλινγκεν
Μνημείο στον τόπο όπου αυτοκτόνησε

Λίγες μέρες μετά, στις 20 Ιουλίου, έγινε απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ. Εκτελεστής ήταν ο συνταγματάρχης Κλάους φον Στάουφενμπεργκ, στη συνωμοσία, όμως, που είχε εξυφανθεί, συμμετείχαν και αρκετοί αξιωματικοί κοντά στον Ρόμελ, όπως ο επιτελάρχης του Χανς Σπάιντελ (Hans Speidel). Η εμπλοκή του Ρόμελ στην συνωμοσία είναι ακόμα αντικείμενο διχογνωμιών: παρότι ο ίδιος είχε γίνει επικριτικός για το ναζιστικό καθεστώς, και είχε έντονες διαμάχες με τον Χίτλερ σχετικά με την διεύθυνση του πολέμου, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι είχε μυηθεί στη συνωμοσία, αν και πιθανότατα, όπως και πολλοί άλλοι ανώτατοι αξιωματικοί, γνώριζε την ύπαρξή της. Ως ο πιο γνωστός και σεβαστός ακόμα και στους Συμμάχους Γερμανός στρατηγός όμως, προοριζόταν από τους συνωμότες για την θέση του προέδρου του Ράιχ, σύμφωνα με έναν κατάλογο που είχε συντάξει ο συνωμότης Γκέρντελερ,[19][20][21][22][23][24] αλλά και ένα υπόμνημα του Μπόρμαν προς τον Χίτλερ, την 27η Σεπτεμβρίου.[25][26]

Η απόπειρα απέτυχε και η Γκεστάπο ανέλαβε την εξιχνίασή της. Παρά την έλλειψη στοιχείων κατά του Ρόμελ, αρκετά ανώτατα στελέχη του ναζιστικού καθεστώτος, όπως ο Μάρτιν Μπόρμαν, τον υποπτεύθηκαν, και το στρατοδικείο που θα εξέταζε την υπόθεσή του ήταν στελεχωμένο με αντιπάλους του, και τον παρέπεμψε στο διαβόητο «Λαϊκό δικαστήριο» (Volksgerichtshof). Ο Ρόμελ όμως, ήρωας στα μάτια του γερμανικού λαού, δεν ήταν δυνατό να περάσει από δημόσια δίκη για προδοσία. Ο Χίτλερ του προσέφερε εναλλακτική λύση, στέλνοντας δύο στρατηγούς με μια επιστολή του και μια κάψουλα υδροκυανίου στο Χέρλιγκεν, όπου ο στρατάρχης ανάρρωνε από τον σοβαρό τραυματισμό του στη Γαλλία: Να θέσει ο ίδιος τέρμα στη ζωή του, με αντάλλαγμα να μη κινδυνεύσουν με αντίποινα η σύζυγός του και ο γιος τους. Ο Ρόμελ δέχτηκε και στις 14 Οκτωβρίου 1944, σε ηλικία 52 ετών, κατάπιε το υδροκυάνιο. Η κηδεία του έγινε με τιμές και έξοδα του κράτους, ενώ ανακοινώθηκε επισήμως ότι ο Ρόμελ είχε υποκύψει στα τραύματά του, που προέκυψαν από την επίθεση που δέχτηκε το επιτελικό αυτοκίνητό του στη Νορμανδία. Ενταφιάστηκε με τιμές ήρωα πολέμου στο Χέρλινγκεν (Herrlingen).

Συγγραφικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Infanterie greift an (Το Πεζικό επιτίθεται) (1937)
  • Panzer greift an (Τα Τεθωρακισμένα Επιτίθενται) (1939)

Συνωνυμίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο στρατηγός του πολωνικού στρατού, Juliusz Rómmel (Γιούλιους Ρόμελ), είναι συνεπώνυμος του Έρβιν και σύγχρονός του. Ήταν ο στρατηγός που υπερασπιζόταν τη Βαρσοβία κατά την εισβολή του γερμανικού στρατού στην Πολωνία του 1939.

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Erwin Rommel». www.britannica.com. 
  2. Lewin 1998, σελ. 219.
  3. Hoffman 2010, σελ. 10.
  4. Ρόμελ, Έρβιν (2006). Το Πεζικό Επιτίθεται. Αθήνα: Eurobooks. σελίδες Εισαγωγικό Σημείωμα. ISBN 960-87218-3-0. 
  5. Smith, Colin· Bierman, John (2012). Alamein: War Without Hate. Penguin UK. σελ. 56. ISBN 978-0-241-96272-5. 
  6. Lienert, Ralf (23 March 2012). "Die Enkel des 'Wüstenfuchses' Erwin Rommel leben in Kempten". Allgauer Zeitung.
  7. http://www.stern.de/lifestyle/leute/was-macht-eigentlich-manfred-rommel-316469.html
  8. Macksey, Kenneth (1997). Rommel: Battles and Campaigns. Da Capo Press, σ. 224. ISBN 0-306-80786-6.
  9. Lewin 1998, σελ. 2.
  10. Mitcham 2007, σελ. 8.
  11. Δεν επιτρεπόταν σε εξ επαγγέλματος στρατιωτικούς να εγγράφονται ως μέλη στο Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα
  12. BAUER, EDDY (1964). Ο Πόλεμος των Τεθωρακισμένων, τόμος 1ος. Αθήνα: Γενικό Επιτελείο Στρατού. σελ. 289-290. 
  13. Collier 2003, σελ. 34.
  14. Weinberg, Gerhard L. (1994), σελ. 446. «Running out of supplies and battered by Allied ground forces and the efficiently managed overwhelming Allied air force,107 the Axis units fell apart after their initial strong resistance had been broken».
  15. Haycock, D. J. (2 Αυγούστου 2004). Eisenhower and the Art of Warfare: A Critical Appraisal. McFarland. σελ. 40. ISBN 978-0-7864-1894-7. 
  16. 16,0 16,1 Collier, Peter (2003), σελ. 345. «On 9 March he (Rommel) flew to Germany to convince Hitler to evacuate the Tunisian bridgehead but he never returned to his beloved DAK ...Although the two Axis armies formed a strong force, the Allied air and naval tourniquet prevented very few supplies reaching them.»
  17. Weinberg 1995, σελ. 442.
  18. Ambrose, Stephen E. (1995). D-Day, June 6, 1944: The Climactic Battle of World War II. New York: Simon & Schuster. σελ. 58-59. ISBN 9780684801377. 
  19. Marshall, Charles F. (1994). Discovering the Rommel Murder. ISBN 978-0-8117-4278-8. 
  20. Hansen 2014, σελ. 51.
  21. Misch, Rochus (2014). Hitler's Last Witness: The Memoirs of Hitler's Bodyguard. Frontline Books. ISBN 978-1-84832-749-8. 
  22. Reuth 2005, σελ. 183.
  23. Young 1950, σελ. 197.
  24. Shirer 1960, σελ. 1031.
  25. Remy 2002, σελ. 293.
  26. Lasserre, Caroline (7 Ιουλίου 2014). «Konrad-Adenauer-Stiftung». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Δεκεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 3 Αυγούστου 2016. 

Πηγές - Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Erwin Rommel στο Wikimedia Commons