Deep Purple (άλμπουμ)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Deep Purple (album))
Deep Purple
Στούντιο άλμπουμ από Deep Purple
Κυκλοφόρησε21 Ιουνίου 1969
ΗχογραφήθηκεΙανουάριος-Μάρτιος 1969 στο Λονδίνο
Μουσικό είδοςHard Rock, Psychedelic Rock
Διάρκεια44:34
ΠαραγωγόςΝτέρεκ Λώρενς
ΔισκογραφικήHarvest Records (Ευρώπη) Tetragrammaton (Αμερική)
Δισκογραφικό χρονολόγιο
(Deep Purple)
'The Book of Taliesyn
(1968)
Deep Purple
(1969)
Deep Purple in Rock
(1970)

Το Deep Purple είναι το τρίτο στούντιο άλμπουμ του ομώνυμου χαρντ ροκ συγκροτήματος, Deep Purple. Κυκλοφόρησε στις 21 Ιουνίου του 1969 από την εταιρεία Tetragrammaton στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Νοέμβριο του ίδιου έτους από την "Harvest" στη Μεγάλη Βρετανία. Είναι ο τελευταίος δίσκος του συγκροτήματος με τον Ροντ Έβανς στα φωνητικά και το Νικ Σίμπερ στο μπάσο. Τον Ιούλιο του 1969 αντικαταστάθηκαν από τους Ίαν Γκίλαν και Ρότζερ Γκλόβερ αντίστοιχα.[1] Ο δίσκος γνώρισε μικρή επιτυχία εν συγκρίσει με τα πρώτα δύο άλμπουμ του συγκροτήματος αν και θεωρείται από πολλούς οπαδούς των Deep Purple ο καλύτερος που κυκλοφόρησε από την πρώτη γραμμή μελών του συγκροτήματος.[2]

Το "Deep Purple", κυκλοφόρησε στις Η.Π.Α. την ίδια εποχή που κυκλοφόρησε το "The Book of Taliesyn" στη Μεγάλη Βρετανία. Η επιτυχία που γνώρισε ήταν πολύ μικρή (# 162), παρόλο που ήταν ο πιο χαρακτηριστικός δίσκος της σύνθεσης αυτής, με χαρντ ροκ τραγούδια που ήταν ένας πρόδρομος της μετέπειτα θρυλικής εποχής του συγκροτήματος.[3] Το εξώφυλλο ήταν ένα από τα καλύτερα που εμφανίστηκαν σε όλη τη δισκογραφία του συγκροτήματος, άλλη μία έκφραση ψυχεδέλειας, που είχε άμεση σχέση με το μουσικό είδος των πρώιμων Deep Purple.

Ο δίσκος επανεκδόθηκε το 2000 από την "EMI" με μπόνους τραγούδια, ως επετειακή έκδοση.[4]

Ιστορία του δίσκου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχές του 1969, οι Deep Purple ξεκίνησαν τις ηχογραφήσεις για το τρίτο τους και τελευταίο άλμπουμ με αυτή την σύνθεση. Ο συγκεκριμένος δίσκος ηχογραφήθηκε ανάμεσα σε περιοδείες από τον Ιανουάριο ως το Μάρτιο του 1969 και κυκλοφόρησε αργότερα.[5]

Το συγκρότημα ξεκίνησε τη νέα χρονιά με μία συναυλία στα μέσα Ιανουαρίου στο Κρου της Βρετανίας και μετά από μία συναυλία στην Κοπενχάγη στις αρχές Φεβρουαρίου, ξεκίνησαν την πρώτη μεγάλη βρετανική περιοδεία τους στις 7 Φεβρουαρίου στο Σέφιλντ και μετά από 14 συναυλίες, τελείωσε στις 22 Μαρτίου στο Μπράιτον.[5]

Στις 21 Φεβρουαρίου, κυκλοφόρησε το τραγούδι "Emmaretta" σε μορφή σινγκλ παγκοσμίως, αλλά και το "River Deep – Mountain High" μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και την Αυστραλία. Τα σινγκλ αυτά γνώρισαν μικρή επιτυχία, με το πρώτο να μην καταφέρνει να ανέβει στις πρώτες εκατό θέσεις των αμερικανικών τσαρτ (# 128) και το δεύτερο να φτάνει ως το # 53.[6]

Το συγκρότημα συνέχισε με άλλη μία περιοδεία στη Βόρεια Αμερική, που ξεκίνησε στις 1 Απριλίου του 1969 και κράτησε ως τις 29 Μαΐου. Οι Deep Purple σε αυτή την περιοδεία έπαιξαν στις Κεντρικές και Ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες, ξεκινώντας με τρεις συναυλίες στην πολιτεία της Ουάσιγκτον μέχρι τις 3 Απριλίου, ενώ στις 4 και 6 έπαιξαν στον Καναδά, στις πόλεις του Βανκούβερ και του Έντμοντον αντίστοιχα, με μία στάση στο Όρεγκον των Ηνωμένων Πολιτειών, στις 5 του μήνα. Από εκεί συνέχισαν σε πολλές πόλεις των Ανατολικών πολιτειών μέχρι τις αρχές Μαΐου, όπου έπαιξαν στο Πίτσμπεργκ και το Πρόβιντενς στις 3 και 4 του μήνα για να κάνουν μία παύση πέντε ημερών και να συνεχίσουν σε Φλόριντα και Νέα Υόρκη στις 9 και 10, αντίστοιχα. Από τις 15 μέχρι τις 29 Μαΐου έδωσαν έξι συναυλίες, η τελευταία εκ των οποίων στο Μπάφαλο της Νέας Υόρκης. Οι 28 συναυλίες που έδωσε το συγκρότημα αποτέλεσαν την τελευταία μεγάλη περιοδεία με τον Ροντ Έβανς και το Νικ Σίμπερ στη σύνθεση τους.[5]

Παρ' όλο που κανένα από τα τραγούδια του τελευταίου δίσκου της αρχικής γραμμής μελών του συγκροτήματος δεν παρέμειναν για πολύ στο set list των ζωντανών εμφανίσεων του συγκροτήματος, ο δίσκος έχει λάβει τις καλύτερες κριτικές από αυτούς που κυκλοφόρησαν στην πρώιμη εποχή τους οι Deep Purple. Είχε πολύ περισσότερη χαρντ ροκ ενέργεια, που φαινόταν σε κομμάτια όπως τα "Chasing Shadows" και "Why Didn't Rosemary", το δεύτερο με τίτλο επηρεασμένο από την ταινία "Rosemary’s Baby" που παιζόταν τότε στους κινηματογράφους.[7] Το "April" είναι μία πρόγευση για την μετέπειτα ενασχόληση του συγκροτήματος με την κλασική μουσική,[8] ενώ το "Lalena" είναι άλλη μία από τις διασκευές που έκανε το συγκρότημα.[9] Το "Bird Has Flown" ήταν ένα από τα κομμάτια που είχαν κυκλοφορήσει σαν σινγκλ με τα "Fault Line - The Painter" και "Blind" να συμπληρώνουν το δίσκο.[10][11]

Οι Deep Purple το 1968

Τον Ιούνιο κυκλοφόρησε το δεύτερο άλμπουμ τους, "The Book of Taliesyn", στη Βρετανία, ενώ το ομώνυμο άλμπουμ κυκλοφόρησε το Νοέμβριο, χωρίς κανένα από τα δύο να γνωρίσει εμπορική επιτυχία. Το συγκεκριμένο άλμπουμ, κυκλοφόρησε στις Ηνωμένες Πολιτείες την ίδια εποχή που το "The Book of Taliesyn" κυκλοφόρησε στην πατρίδα του συγκροτήματος, σκαρφαλώνοντας μόλις στο # 162.[3]

Από τις αρχές του 1969, οι Ρίτσι Μπλάκμορ, Τζον Λορντ και Ίαν Πέις έδειχναν να θέλουν να ακολουθήσουν ένα πιο χαρντ ροκ στυλ, ήχος που δεν ταίριαζε με το Νικ Σίμπερ στον οποίο άρεσε ιδιαίτερα το κλασικό ροκ εντ ρολ αλλά και τον Ροντ Έβανς που ήθελε να ακολουθήσει πιο ποπ ρυθμούς.[12] Έτσι αφού τελείωσε η περιοδεία στην Βόρεια Αμερική, το συγκρότημα έδωσε πέντε συναυλίες στην Βρετανία και μία στις Βρυξέλλες, για να εμφανιστεί για τελευταία φορά με αυτή τη σύνθεση στις 4 Ιουλίου του 1969, στο "Top Rank Club" του Κάρντιφ.[5]

Ανάλυση τραγουδιών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο δίσκος ανοίγει με το "Chasing Shadows", ένα κομμάτι προπομπό για το χαρντ ροκ ύφος του συγκροτήματος στα επόμενα χρόνια, με δυνατό και πειραματικό στυλ. Ξεκινάει με κύμβαλα και αφρικανικού τύπου ρυθμούς με εξαιρετική τεχνική από τον Ίαν Πέις,[13] ενώ ανάλογο είναι και το τελείωμα του κομματιού το οποίο οδηγεί στο "Blind", του οποίου οι επιρροές από κλασική μουσική είναι φανερές, ενώ περιλαμβάνει και ένα ιδιαίτερα παραμορφωμένο σόλο κιθάρας από τον Ρίτσι Μπλάκμορ.[11]

Ακολουθεί το "Lalena", μία διασκευή σε τραγούδι του Donovan. Αυτό είναι ένα από τα πιο ήρεμα και μελωδικά τραγούδια του δίσκου,[9] ενώ το διαδέχεται το "Fault Line", ένα σύντομο ορχηστρικό κομμάτι το οποίο οδηγεί στο "The Painter". Μία εισαγωγή από τα πλήκτρα του Τζον Λορντ οδηγεί στο μπλουζ του κυρίως κομματιού με αρκετά σόλο κιθάρας και πλήκτρων. Αυτό ήταν ένα από τα ελάχιστα τραγούδια της πρώτης γραμμής του συγκροτήματος το οποίο έπαιξαν ζωντανά μετά την έλευση του Ίαν Γκίλαν και του Ρότζερ Γκλόβερ, το καλοκαίρι του 1969. Αξιοσημείωτο είναι ότι τα δύο τραγούδια χωρίστηκαν στην επανέκδοση του άλμπουμ, ενώ αρχικά αναφερόταν ως ένα κομμάτι.

Το "Why Didn't Rosemary" περιέχει ένα από τα καλύτερα σόλο κιθάρας στην πρώιμη καριέρα του Ρίτσι Μπλάκμορ και στηρίζεται σε γραμμή μπάσου βασισμένη στα μπλουζ, ενώ οι στίχοι είναι επηρεασμένοι από την ταινία "Το μωρό της Ρόζμαρι".[7] Ακολουθεί το "Bird Has Flown", το πιο ψυχεδελικό τραγούδι του άλμπουμ, το οποίο οι Deep Purple εκτέλεσαν ζωντανά με τον Ίαν Γκίλαν στα φωνητικά, τον Ιούλιο του 1969.

Ο δίσκος κλείνει με το "April", ένα δωδεκάλεπτο κομμάτι χωρισμένο σε τρία μέρη. Το πρώτο μέρος ξεκινάει με μία εισαγωγή από το "Hammond" του Λορντ, ακολουθούμενο από ακουστική κιθάρα. Στη συνέχεια, ο Μπλάκμορ παίζει ένα σόλο ηλεκτρικής κιθάρας το οποίο διαδέχεται μία 12μελής ορχήστρα την οποία συνέταξε ο Τζον Λορντ. Το τρίτο μέρος αποτελείται από ροκ συνθέσεις, με τον Ροντ Έβανς να τραγουδάει τους στίχους του Λορντ, ενώ το τραγούδι και ο δίσκος τελειώνουν με ένα ακόμη σόλο κιθάρας. Το συγκεκριμένο κομμάτι δεν παίχτηκε ποτέ ζωντανά.[8]

Τα τραγούδια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

1. Chasing Shadows - (Lord, Paice) - 5:34
2. Blind - (Lord) - 5:26
3. Lalena - (Leitch) - 5:05
4. Fault Line - (Blackmore, Simper, Lord, Paice) - 1:46
5. The Painter - (Evans, Blackmore, Lord, Paice) - 3:51
6. Why Didn't Rosemary - (Evans, Blackmore, Simper, Lord) - 5:04
7. Bird Has Flown - (Evans, Blackmore, Lord) - 5:36
8. April - (Blackmore, Lord) - 12:10

Κυκλοφορίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θέσεις τσαρτ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Deep Purple (άλμπουμ)

Επίσημη κυκλοφορία: 21 Ιουνίου 1969

Χώρα Θέση
Ιαπωνία[14] 89
Ηνωμένες Πολιτείες[3] 162

Emmaretta (σινγκλ)

Επίσημη κυκλοφορία: 21 Φεβρουαρίου 1969

Xώρα Θέση
Αυστραλία[15] 44
Καναδάς[16] 83
Ηνωμένες Πολιτείες[3] 128

Βραβεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Deep Purple (άλμπουμ)

Μέλη των Deep Purple[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρώτη γραμμή μελών των Deep Purple είχε αντοχή μόλις ένα χρόνο, αφού μετά την κυκλοφορία τριών δίσκων ο τραγουδιστής Ροντ Έβανς και ο μπασίστας Νικ Σίμπερ απολύθηκαν από τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος, για να έρθουν στη θέση τους ο Ίαν Γκίλαν και ο Ρότζερ Γκλόβερ, αντίστοιχα. Η σύνθεση του συγκροτήματος είχε την εξής μορφή:

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]