Τρίπολη (Λίβανος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Τρίπολη, Λίβανος)

Συντεταγμένες: 34°26′N 35°51′E / 34.433°N 35.850°E / 34.433; 35.850

Για άλλες χρήσεις, δείτε: Τρίπολη.
Τρίπολη
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Τρίπολη
34°26′12″N 35°50′4″E
ΧώραΛίβανος
Διοικητική υπαγωγήΝορθ Γκοβερνοράτε
Έκταση14 km²
Υψόμετρο222 μέτρα
Τηλ. κωδ.06
ΙστότοποςΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Τρίπολη είναι η μεγαλύτερη πόλη στο βόρειο Λίβανο και η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη στη χώρα. Βρίσκεται 85 χλμ. βόρεια της πρωτεύουσας Βηρυτού και αποτελεί την πρωτεύουσα του Βόρειου Κυβερνείου και της επαρχίας Τριπόλεως. Η Τρίπολη δεσπόζει στην ανατολική ακτή της Μεσογείου και είναι το ανατολικότερο λιμάνι του Λιβάνου. Η πόλη με την ευρύτερη περιοχή της, έχει πληθυσμό 530.000 κατοίκων.

Οι ενδείξεις για την εγκατάσταση ανθρώπινου πληθυσμού στην περιοχή υπάρχουν από το 1400 π.Χ, τον 9ο αιώνα π.Χ. οι Φοίνικες ίδρυσαν εμπορικό σταθμό. Με τους Πέρσες έγινε το κέντρο μίας Ομοσπονδίας τριών Φοινικικών πόλεων οι οποίες της έδωσαν το όνομα "Τρίπολη" : Σιδώνα, Τύρος και η νήσος Αρουάντ. Την Ελληνιστική εποχή η Τρίπολη ήταν μεγάλο ναυτικό κέντρο με πολιτική αυτονομία, την πόλη κατέκτησε η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία (64 π.Χ.) Ο μεγάλος σεισμός και το τσουνάμι της Βηρυτού (551) κατέστρεψαν τη Βυζαντινή πόλη της Τρίπολης μαζί με άλλες πόλεις στην ακτή της Μεσογείου. Με το Χαλιφάτο των Ομεϋαδών και το Χαλιφάτο των Φατιμιδών η Τρίπολη έγινε σημαντικό εμπορικό και ναυτικό κέντρο.

Οι Σταυροφόροι πολιόρκησαν την πόλη στις αρχές του 12ου αιώνα και τελικά την κατέλαβαν (1190), αυτό προκάλεσε καταστροφή σε μεγάλο τμήμα της όπως το κάψιμο της διάσημης βιβλιοθήκης που ονομαζόταν "Οίκος της Γνώσης" με χιλιάδες τόμους βιβλίων. Οι Σταυροφόροι δημιούργησαν την Κομητεία της Τρίπολης, οι Μαμελούκοι κατέλαβαν την κομητεία (1289) και το παλιό λιμάνι της πόλης καταστράφηκε, η πόλη κτίστηκε ξανά στην περιοχή του παλιού κάστρου. Με την Οθωμανική αυτοκρατορία (1516 - 1918) η ευημερία και το εμπόριο διατηρήθηκε. Η Τρίπολη και ολόκληρος ο Λίβανος κυβερνήθηκε από τους Γάλλους (1920 - 1943), στη συνέχεια ανεξαρτητοποιήθηκε.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προϊστορικά ευρήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Τρίπολη δεν έχει ανασκαφεί επαρκώς επειδή τα ερείπια της αρχαίας πόλης βρίσκονται κάτω από τη σύγχρονη πόλη Έλ Μίνα, τα ελάχιστα ευρήματα βρίσκονται σήμερα σε μουσεία. Οι εκσκαφές στην Ελ Μίνα ανακάλυψαν σκελετούς από λύκους, χέλια και γαζέλες, μύλους, κολώνες, τροχούς τόξα και μία Νεκρόπολη που χρονολογείται στα τέλη της Ελληνιστικής εποχής. Σε ένα Σταυροφορικό κάστρο βρέθηκαν ερείπια από την Εποχή του Ορείχαλκου, την Εποχή του Σιδήρου, τη Ρώμη, την Βυζαντινή αυτοκρατορία και το Χαλιφάτο των Ομεϋαδών, στη νότια πύλη βρέθηκαν ανθρώπινες εγκαταστάσεις ηλικίας 30.000 ετών και από την Εποχή του Λίθου.[1]

Ελληνιστική εποχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χρυσό Αραβικό νόμισμα της Τρίπολης.

Η Τρίπολη έγινε σημαντικό οικονομικό και εμπορικό κέντρο στη βόρεια Φοινίκη με θαλάσσιο εμπόριο και σταθμούς από καραβάνια. Με την Αυτοκρατορία των Σελευκιδών κέρδισε το δικαίωμα να κόβει τα δικά της νομίσματα (112 π.Χ.), αργότερα κέρδισε σχετική αυτονομία (105 π.Χ.) που διατηρήθηκε μέχρι το 64 π.Χ, ταυτόχρονα έγινε σημαντικό ναυπηγικό και εκτελωνιστικό κέντρο. Στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και τη Βυζαντινή αυτοκρατορία οικοδομήθηκαν σημαντικά δημόσια κτίρια, σχολεία και γυμναστήρια σε ένα στρατηγικό σημείο που βρισκόταν ο δρόμος ανάμεσα στην Αντιόχεια και την Πτολεμαΐδα Κυρηναϊκής. Η Τρίπολη διατήρησε επιπλέον την ίδια διοικητική διαίρεση με τρία προάστια των Σιδωνίων, των Τύριων και των Αρουάντιων, η περιοχή έξω από την πόλη μοιράστηκε ανάμεσα στα τρία προάστια.

Την εποχή που κατακτήθηκε από τους Άραβες η Τρίπολη έγινε ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα σε ολόκληρη τη Μεσόγειο, αποτελούσε το κύριο λιμάνι για τη Δαμασκό και το δεύτερο μεγαλύτερο λιμάνι στο Αραβικό ναυτικό μετά την Αλεξάνδρεια.[2] Ο ταξιδιώτης Νασίρ-ι-Χοσρόης εκτίμησε τον πληθυσμό της πόλης στους 20.000 κατοίκους (1047), η πλειοψηφία τους ήταν Αλεβιστές. Η Τρίπολη ανήκε επίσημα στη "Στρατιωτική επαρχία της Δαμασκού".[3]

Κομητεία της Τρίπολης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Κόμης της Τρίπολης
Η Ακρόπολη του Ραϋμόνδου του Σαιν Ζιλ.

Ο Ραϋμόνδος Δ΄ της Τουλούζης ένας από τους αρχηγούς στην Α΄ Σταυροφορία κατέκτησε όλη την ευρύτερη περιοχή από τους Άραβες, δημιούργησε την Κομητεία της Τουλούζης (1102), αλλά πέθανε χωρίς να κατακτήσει την πόλη της Τρίπολης (1105). Ο γιος του Βερτράνδος της Τουλούζης με τη βοήθεια του Βαλδουίνου Α΄ της Ιερουσαλήμ του πρώτου Βασιλιά της Ιερουσαλήμ κατέκτησε την πόλη (12 Ιουλίου 1109) και ανακηρύχτηκε επίσημα ο πρώτος Κόμης της Τρίπολης.[4] Ο κορυφαίος κόμης ήταν Ραϋμόνδος Γ΄ της Τρίπολης δισέγγονος του Βερτράνδου που διεκδίκησε την αντιβασιλεία της Ιερουσαλήμ συγκρούστηκε με τον Γκυ των Λουζινιάν και αρνήθηκε να του δώσει όρκο υποτέλειας. Ο Ραϋμόνδος Γ΄ γνώρισε λίγο πριν τον θάνατο του τρομερή συντριβή από τον Σαλαντίν στη Μάχη του Χαττίν.[5] Πέθανε χωρίς απογόνους και η Κομητεία πέρασε στον Οίκο του Πουατιέ.

Η πόλη έγινε επίσημα η πρωτεύουσα στην Κομητεία της Τρίπολης, ένα Σταυροφορικό κράτος που επεκτεινόταν από το Τζουμπαίλ μέχρι τη Λαττάκεια και περιείχε το περίφημο κάστρο Κρακ των Ιπποτών, ήταν επίσης έδρα επισκοπής. Η Τρίπολη ήταν επιπλέον σημαντικό κέντρο μεταξιού, με μεγάλη παραγωγή από πορτοκάλια, λεμόνια και ζαχαροκάλαμα. Τα 100 χρόνια που κυβέρνησαν οι Φράγκοι η Οξιτανική γλώσσα κυριαρχούσε στην Τρίπολη και τα γειτονικά χωριά. Η Τρίπολη είχε έντονα ετερογενή πληθυσμό με Έλληνες, Αρμένιους, Μαρωνίτες, Νεστοριανιστές, Ιουδαίους και Μουσουλμάνους. Οι Σταυροφόροι ενίσχυσαν σημαντικά την εσωτερική εγκατάσταση οικοδομώντας την Ακρόπολη στο Όρος Πιλγκρίμ και άλλα θρησκευτικά μνημεία όπως ο Ναός της Αναστάσεως, η εκκλησία της Αγίας Μαρίας του Πύργου και η εκκλησία των Καρμελιτών. Το κράτος χρησιμοποιούσαν σαν βάση οι Ιωαννίτες Ιππότες με έδρα το Κρακ των Ιπποτών, έπαψε να υπάρχει μετά την κατάκτηση του από τον Αιγύπτιο Μαμελούκο σουλτάνο Κουαλαβάν.

Μαμελούκοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μιναρές στο "Μεγάλο Τζαμί".

Την εποχή που κυβέρνησαν οι Μαμελούκοι η Τρίπολη έγινε κεντρική πόλη και επαρχιακή πρωτεύουσα στα έξι βασίλεια της Συρίας των Μαμελούκων, ήταν η τρίτη πόλη μετά το Χαλέπι και τη Δαμασκό. Το βασίλειο χωρίστηκε σε έξι επαρχίες που περιείχαν την πεδιάδα του Ακκάρ και το Κρακ των Ιπποτών.[6] Η Τρίπολη έγινε το κύριο εμπορικό κέντρο στη Συρία εξοπλίζοντας την Ευρώπη με καραμέλες, φρατζόλες και ζάχαρη, τα κύρια προϊόντα παραγωγής ήταν φρούτα, ελαιόλαδο, σαπούνι και υφάσματα. Οι Μαμελούκοι αποτελούσαν την άρχουσα τάξη στην πολιτική και τον στρατό, οι Άραβες ήταν η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού με πολλούς μετανάστες από Αφρική, Ορθόδοξους, Ευρωπαίους και μία μειοψηφία Ιουδαίων. Ο πληθυσμός των Μαμελούκων της Τρίπολης εκτιμάται στους 20.000 - 40.000 με τους Μαμελούκους στη Δαμασκό και το Χαλέπι σε 100.000.[6]

Οι Μαμελούκοι της Τρίπολης βοήθησαν ταχύτατα την αστική ανάπτυξη της πόλης με κάστρα όπως το Μεγάλο Τζαμί, η Τρίπολη είχε επτά μεγάλους πύργους όπως ο "Πύργος του Λέοντα", το "κάστρο του Σαιν Ζιλ" επεκτάθηκε. Το "Υδραγωγείο του πρίγκιπα" χρησιμοποιήθηκε για τη μεταφορά νερού, τα σπίτια τροφοδοτήθηκαν με νερό από τις στέγες τους. Ο οικισμός της Τρίπολης των Μαμελούκων οικοδομήθηκε με βάση το κλίμα, την τοπογραφία, την άμυνα και την αστική αισθητική. Η πόλη δεν είχε οχυρώσεις αλλά η μορφή στην οποία οικοδομήθηκε η Τρίπολη με τα συμπαγή μεγάλα κτίρια ανάμεσα σε στενούς δρόμους εμπόδιζε σημαντικά τις εχθρικές επιθέσεις.

Τα κτίσματα των Μαμελούκων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα θρησκευτικά και κοσμικά κτίρια στην Τρίπολη αποτελούσαν άριστο υπόδειγμα για τις αρχιτεκτονικές της εποχής. Τα παλιότερα δημόσια κτίρια οικοδομήθηκαν με πέτρες από εκκλησίες του 12ου και του 13ου αιώνα, στα περισσότερα Ισλαμικά κτίρια κυριαρχούσε το Τζαμί και το Μεντρεσές, τα Μεντρεσές ιδιαίτερα ήταν πολύ ελκυστικά με διακοσμήσεις υψηλού επιπέδου. Τα δημόσια κτίρια οικοδομήθηκαν από τους Μαμελούκους με κριτήρια την πρόσοψη και την ευθυγράμμιση των δρόμων, για τη διακόσμηση χρησιμοποιήθηκαν πέτρες κομμένες και άριστα επεξεργασμένες. Οι σταυροειδείς θόλοι κάλυπταν τους ορθογώνιους χώρους θρησκευτικής λατρείας ιδιαίτερα τους ταφικούς θαλάμους, η χρήση διπλών τυμπάνων και γωνιακών κοιλοτήτων χρησιμοποιήθηκε για τη μετάβαση από τον κυκλικό θόλο σε κλειστούς χώρους τετραγωνικής μορφής.[1] Οι διακοσμήσεις στα κτίρια των Μαμελούκων συγκεντρώθηκαν σε διακριτά σημεία όπως τους Μιναρέδες, τους τείχους και στα εξωτερικά παράθυρα. Οι διακοσμήσεις σχεδιάστηκαν στο εξωτερικό των κτισμάτων με πολύπλοκα μοτίβα, ιχθυογραφίες και επιγραφές, οι εσωτερικές διακοσμήσεις κατασκευάστηκαν από μάρμαρο.[1]

Ο μεγαλύτερος αριθμός από τα τζαμιά και τα Μεντρεσές οικοδομήθηκαν περιμετρικά γύρω από το Μεγάλο τέμενος, τα Χαν τοποθετήθηκαν στο βόρειο τμήμα της πόλης για να είναι προσβάσιμα εύκολα από τους δρόμους με τη Συρία. Τα Χαμάμ συγκεντρώθηκαν σε κεντρικά σημεία για να εξυπηρετήσουν όσο δυνατό μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού όπως δίπλα από το Μεγάλο Τζαμί και το εμπορικό κέντρο. Τα σημαντικότερα κτίσματα των Μαμελούκων περιλαμβάνουν έξι μεγάλα τζαμιά για τη συγκέντρωση πληθυσμού, συμπληρώθηκαν από δύο συνοικιακά τζαμιά και άλλα δύο στην ύπαιθρο. Η Τρίπολη των Μαμελούκων είχε επίσης 16 Μεντρεσές από τα οποία τα 4 δεν υπάρχουν σήμερα, τα 6 από αυτά συγκεντρώθηκαν γύρω από το Μεγάλο Τζαμί, περιείχε τέλος πέντε Χαν και τρία Χαμάμ. Τα Χαμάμ είχαν άριστη διακόσμηση ενώ το φώς που έπεφτε από τους θόλους δημιουργούσε επιβλητική ατμόσφαιρα.

Οθωμανική κυριαρχία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ἀποψη της συνοικίας αλ-Ταμπανέχ της Τρίπολης

Στην Οθωμανική αυτοκρατορία η Οθωμανική Τριπολίτιδα έγινε πρωτεύουσα στο Εγιαλέτι της Τρίπολης, επεκτεινόταν από το Τζουμπαίλ μέχρι την Ταρτούς με πόλεις της Συρίας όπως η Χομς και η Χαμά, τα άλλα δύο μεγάλα Εγιαλέτια ήταν του Χαλεπίου και του Σαμ. Η Τρίπολη αποτελούσε μέχρι το 1612 το λιμάνι του Χαλεπίου, η ανάπτυξη της στηρίχτηκε στο εξωτερικό εμπόριο και στη συλλογή φόρων από τους κατοίκους των βουνών. Το 19ο αιώνα η Τρίπολη έγινε πρωτεύουσα στο Βιλαέτι της Βηρυτού και παρέμεινε σε αυτή την κατάσταση μέχρι την εποχή που κατακτήθηκε από τη Μεγάλη Βρετανία (1918). Ο Σουλεϊμάν Α΄ ο Μεγαλοπρεπής αποκατέστησε τα περισσότερα δημόσια κτίρια και την Ακρόπολη της Τρίπολης, οι μετέπειτα κυβερνήτες προχώρησαν σε μεγαλύτερες τροποποιήσεις στα Σταυροφορικά κτίρια, τοποθετήθηκαν φρουρές ή έγιναν φυλακές.

Σύγχρονη πόλη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με το σχηματισμό του κράτους του Λιβάνου, η Τρίπολη, παλαιότερα ίση σε οικονομική και εμπορική σημασία με την πόλη της Βηρυτού, αποκόπηκε από τις παραδοσιακές εμπορικές σχέσεις της με το εσωτερικό της Συρίας και οδηγήθηκε σε σχετική μείωση της ευημερίας της.[7] Η πόλη συνορεύει με το Ελ Μίνα, το λιμάνι της επαρχίας της Τρίπολης, με το οποίο σχηματίζει τον ευρύτερο αστικό ιστό. Στις δύο αυτές κοινότητες ζουν Ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Saliba, R., Jeblawi, S., and Ajami, G., Tripoli the Old City: Monument Survey – Mosques and Madrasas; A Sourcebook of Maps and Architectural Drawings, Beirut: American University of Beirut Publications, 1995.
  2. William Harris (19 Jul 2012). Lebanon: A History, 600–2011 (illustrated ed.). Oxford University Press. σ. 49.
  3. Tadmouri, O. AS., Lubnan min al-fath al-islami hatta sukut al-dawla al-'umawiyya (13–132 H/ 634–750 CE): Silsilat Dirasat fi Tarih AlSahel AlShami, Tripoli, 1990. Arabic.
  4. Venning 2015, σ. 67.
  5. Runciman 1989, σσ. 457-458.
  6. 6,0 6,1 Tadmouri, O. AS., Tarikh Tarablus al-siyasi wa'-hadari Aabr al-'usour, Tripoli, 1984. (Στα Αραβικά)
  7. http://www.mafhoum.com/press10/312P1.htm

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Runciman, Steven (1989). A History of the Crusades, Volume II: The Kingdom of Jerusalem and the Frankish East, 1100-1187. Cambridge University Press.
  • Saliba, R., Jeblawi, S., and Ajami, G., Tripoli the Old City: Monument Survey – Mosques and Madrasas; A Sourcebook of Maps and Architectural Drawings, Beirut: American University of Beirut Publications, 1995.
  • Tadmouri, O. AS., Tarikh Tarablus al-siyasi wa'-hadari Aabr al-'usour, Tripoli, 1984. (Στα Αραβικά)
  • Venning, Timothy (2015). A Chronology of the Crusades. Routledge.
  • William Harris (19 Jul 2012). Lebanon: A History, 600–2011 (illustrated ed.). Oxford University Press.