Περί τυφλότητος (μυθιστόρημα)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περί τυφλότητος (μυθιστόρημα)
ΣυγγραφέαςΖοζέ Σαραμάγκου
ΤίτλοςEnsayo sobre a ceguera
ΓλώσσαΠορτογαλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1995
Μορφήμυθιστόρημα
LC ClassOL7922586W[1]
ΠροηγούμενοΚατά Ιησούν Ευαγγέλιον
ΕπόμενοΠερί φωτίσεως

Το Περί τυφλότητος (πορτογαλικά: Ensaio sobre a cegueira‎, δηλαδή Δοκίμιο περί τυφλότητος) είναι ένα μυθιστόρημα του 1995 του Πορτογάλου συγγραφέα Ζοζέ Σαραμάγκου. Είναι ένα από τα πιο γνωστά μυθιστορήματα του Σαραμάγκου, μαζί με τα Κατά Ιησούν Ευαγγέλιον και Περί φωτίσεως. Το 1998, ο Σαραμάγκου έλαβε Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας και το Περί τυφλότητος ήταν ένα από τα έργα του που αναφέρθηκαν από τη Σουηδική Ακαδημία κατά την ανακοίνωση του βραβείου.[2] Έχει μεταφραστεί στα ελληνικά από την Αθηνά Ψυλλιά και κυκλοφόρησε το 2013 από τις Εκδόσεις Καστανιώτη.[3]

Το 2004 δημοσιεύτηκε μια συνέχεια με τίτλο Περί φωτίσεως. Το Περί τυφλότητος διασκευάστηκε και κυκλοφόρησε σε ομώνυμη ταινία το 2008.

Περίληψη υπόθεσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Περί τυφλότητος είναι η ιστορία μιας ανεξήγητης μαζικής επιδημίας τύφλωσης που πλήττει σχεδόν τους πάντες σε μια ανώνυμη πόλη και της κοινωνικής κατάρρευσης που ακολουθεί αμέσως μετά. Το μυθιστόρημα περιγράφει τη δυστυχία μιας ομάδας ανώνυμων χαρακτήρων που είναι από τους πρώτους που χτυπήθηκαν με τύφλωση, μεταξύ των οποίων ένας οφθαλμίατρος, αρκετοί ασθενείς του και πολλοί άλλοι, που βρίσκονται μαζί τυχαία. Η σύζυγος του οφθαλμιάτρου, η «κυρία ιατρού», έχει ανεξήγητη ανοσία στην τύφλωση. Μετά από μια μακρά και τραυματική καραντίνα σε ένα εγκαταλελειμμένο φρενοκομείο,[4] η ομάδα συγκεντρώνεται σε μια μονάδα για να επιβιώσει χρησιμοποιώντας το μυαλό της και την καλή τύχη που είχαν να έχει γλιτώσει η γυναίκα του γιατρού από την τύφλωση. Η ξαφνική έναρξη και η ανεξήγητη προέλευση και φύση της τύφλωσης προκαλούν εκτεταμένο πανικό και η κοινωνική τάξη καταλύεται γρήγορα καθώς το κράτος προσπαθεί να περιορίσει τη μετάδοση και να διατηρήσει την τάξη μέσω ολοένα και πιο κατασταλτικών και άστοχων μέτρων.

Το πρώτο μέρος του μυθιστορήματος περιγράφει τις εμπειρίες των κεντρικών χαρακτήρων στο βρόμικο, γεμάτο κόσμο άσυλο όπου έχουν τεθεί σε καραντίνα αυτοί και άλλοι τυφλοί. Η υγιεινή, οι συνθήκες διαβίωσης και το ηθικό υποβαθμίζονται απίστευτα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, αντανακλώντας την έξω κοινωνία.

Το άγχος για τη διαθεσιμότητα των τροφίμων, που προκαλείται από παρατυπίες στην παράδοση, υπονομεύει την αλληλεγγύη και η ανοργανωσιά εμποδίζει τους έγκλειστους να κατανείμουν δίκαια φαγητό και δουλειές. Οι στρατιώτες που είναι επιφορτισμένοι να φρουρούν το άσυλο και να φροντίζουν για την ευημερία των κρατουμένων γίνονται όλο και πιο εχθρικοί, καθώς μολύνονται και οι ίδιοι, ο ένας μετά τον άλλον. Ο στρατός αρνείται να παραδώσει βασικά φάρμακα, κάτι που κάνει μια απλή μόλυνση να γίνει θανατηφόρα. Φοβούμενοι επικείμενες αποδράσεις, οι στρατιώτες πυροβολούν μια ομάδα κρατουμένων που περιμένουν την παράδοση φαγητού.

Οι συνθήκες εκφυλίζονται περισσότερο, καθώς μια ομάδα ενόπλων αποκτά τον έλεγχο του φαγητού, υποτάσσοντας τους άλλους έγκλειστους και εκθέτοντάς τους σε βίαιες επιθέσεις, βιασμούς και στέρηση. Αντιμέτωποι με την πείνα, οι κρατούμενοι στρέφονται ο ένας ενάντια στον άλλο και καίνε το άσυλο, ανακαλύπτοντας ότι ο στρατός έχει εγκαταλείψει το άσυλο. Στη συνέχεια, οι πρωταγωνιστές ενώνονται με τα πλήθη των σχεδόν αβοήθητων τυφλών που περιπλανιούνται στην κατεστραμμένη πόλη και πολεμούν ο ένας τον άλλον για να επιβιώσουν.

Στη συνέχεια, η ιστορία εστιάζει στη σύζυγο του γιατρού, τον γιατρό και την αυτοσχέδια «οικογένειά» τους, καθώς προσπαθούν να επιβιώσουν έξω. Τους φροντίζει σε μεγάλο βαθμό η γυναίκα του γιατρού, η οποία ακόμα βλέπει (αν και αρχικά πρέπει να το κρατά κρυφό). Σε αυτό το σημείο, η κατάρρευση της κοινωνίας είναι σχεδόν ολοκληρωτική. Ο νόμος και η τάξη, οι δημόσιες υπηρεσίες, το κράτος, τα σχολεία κ.λπ., δεν λειτουργούν πλέον. Οι οικογένειες έχουν χωριστεί και τα μέλη τους δεν μπορούν να βρεθούν μεταξύ τους. Ο κόσμος καταλαμβάνει εγκαταλελειμμένα κτίρια αναζητώντας φαγητό. Η βία, οι ασθένειες και η απελπισία απειλούν να κατακλύσουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Ο γιατρός, η σύζυγός του και η νέα τους «οικογένεια» βρίσκουν τελικά μόνιμη κατοικία στο σπίτι του γιατρού και εγκαθιδρύουν μια νέα τάξη στη ζωή τους, όταν η τύφλωση φεύγει από την πόλη το ίδιο ξαφνικά και ανεξήγητα όπως ήρθε.

Χαρακτήρες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η γυναίκα του γιατρού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η γυναίκα του γιατρού είναι ο μόνος χαρακτήρας του μυθιστορήματος που δεν χάνει την όρασή του. Αυτό το φαινόμενο παραμένει ανεξήγητο στο μυθιστόρημα. Μη διατεθειμένη να αφήσει τον σύζυγό της να τεθεί υπό κράτηση, λέει ψέματα στους κρατικούς γιατρούς και παριστάνει την τυφλή. Ως εκ τούτου, βρίσκεται εγκλωβισμένη με τους υπόλοιπους αναξιοπαθούντες. Μόλις μπει στο άσυλο, προσπαθεί να βοηθήσει την ομάδα να οργανωθεί, αλλά δεν τα καταφέρνει. Όταν ένας θάλαμος αρχίζει να κρατά τρόφιμα και απαιτεί από τις γυναίκες άλλων θαλάμων να υποκύψουν σε βιασμό σε αντάλλαγμα για φαγητό, σκοτώνει τον αρχηγό του θαλάμου. Μόλις φύγουν από το άσυλο, βοηθά την ομάδα να επιβιώσει στην πόλη. Η σύζυγος του γιατρού είναι ο de facto αρχηγός της μικρής ομάδας, αν και στο τέλος, εξυπηρετεί συχνά τις ανάγκες της αναπηρίας τους λειτουργώντας ως νοσοκόμα.[5]

Ο γιατρός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο γιατρός είναι ένας οφθαλμίατρος που τυφλώθηκε μετά τη θεραπεία ενός ασθενούς που έπασχε από «λευκή ασθένεια». Ο γιατρός είναι από τους πρώτους που μπαίνουν σε καραντίνα μαζί με τη σύζυγό του. Λόγω της ιατρικής του εμπειρογνωμοσύνης έχει κάποια εξουσία μεταξύ εκείνων που βρίσκονται σε καραντίνα. Ωστόσο, μεγάλο μέρος της εξουσίας του γιατρού πηγάζει από το ότι η γυναίκα του δεν έχει τυφλωθεί, βλέπει τι συμβαίνει γύρω από τον θάλαμο και μεταφέρει τα όσα βλέπει στον σύζυγό της. Όταν η ομάδα του τελικά δραπετεύει, καταλήγει να περιπλανιέται και τελικά μένει στο διαμέρισμα του γιατρού και της γυναίκας του. Αρκετοί από τους άλλους βασικούς χαρακτήρες επισκέπτονται το ιατρείο όταν η επιδημία αρχίζει να εξαπλώνεται.[5]

Το κορίτσι με τα μαύρα γυαλιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κορίτσι με τα μαύρα γυαλιά είναι μια πρώην ιερόδουλη που τυφλώνεται ενώ βρίσκεται με πελάτη. Φαίνεται προσβλήθηκε από τη «λευκή τύφλωση» όταν επισκέφθηκε τον γιατρό λόγω επιπεφυκίτιδας (εξού και τα μαύρα γυαλιά). Απομακρύνεται άμεσα από το ξενοδοχείο και μεταφέρεται σε καραντίνα στο άσυλο. Μόλις μπει, εντάσσεται στη μικρή ομάδα που είχει μολυνθεί στο ιατρείο. Όταν ο κλέφτης αυτοκινήτων τη χαϊδεύει πηγαίνοντας στην τουαλέτα, εκείνη τον κλοτσάει με ένα παπούτσι με τακούνι – δημιουργώντας του μια πληγή που τελικά θα τον οδηγήσει στον θάνατο. Ενώ βρίσκεται στο άσυλο, φροντίζει και το αγόρι που έχει στραβισμό, του οποίου η μητέρα έχει εξαφανιστεί. Στο τέλος της ιστορίας, αυτή και ο γέρος με το μαύρο κάλυμμα στο μάτι γίνονται εραστές.[5]

Ο γέρος με το μαύρο κάλυμμα στο μάτι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο γέρος με το μαύρο κάλυμμα στο μάτι είναι ο τελευταίος που μπαίνει στον πρώτο θάλαμο του ασύλου. Έχει μαζί του ένα τρανζίστορ που επιτρέπει στους κρατούμενους να ακούν τις ειδήσεις. Είναι επίσης ο κύριος εμπνευστής της αποτυχημένης επίθεσης στον θάλαμο όπου συσσωρεύονται τα τρόφιμα. Μόλις η ομάδα βγει από την καραντίνα, ο γέρος γίνεται εραστής του κοριτσιού με τα μαύρα γυαλιά.[5]

Ο σκύλος των δακρύων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο σκύλος των δακρύων είναι ένας σκύλος που ενώνεται με τη μικρή ομάδα τυφλών όταν βγαίνουν από την καραντίνα. Ενώ είναι ως επί το πλείστον πιστός στη γυναίκα του γιατρού, βοηθά όλη την ομάδα προστατεύοντάς τους όλους από αγέλες σκύλων που γίνονται όλο και πιο άγριοι. Ονομάζεται σκύλος των δακρύων επειδή δέθηκε με την ομάδα όταν έγλειψε τα δάκρυα από το πρόσωπο της γυναίκας του γιατρού.[5]

Το αγόρι με τον στραβισμό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το αγόρι με τον στραβισμό ήταν ασθενής του γιατρού, έτσι πιθανότατα μολύνθηκε. Το βάζουν στην καραντίνα χωρίς τη μητέρα του και μπαίνει στην ομάδα του πρώτου θαλάμου. Το κορίτσι με τα μαύρα γυαλιά αναλαμβάνει μητρικό ρόλο απέναντί του, καθώς τον φροντίζει και τον προσέχει.[5]

Ο κλέφτης αυτοκινήτων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν ο πρώτος τυφλός τυφλώνεται μέσα στην κίνηση, ένας κλέφτης αυτοκινήτων τον πηγαίνει σπίτι και στη συνέχεια του κλέβει το αυτοκίνητο. Λίγο αργότερα, ο κλέφτης αυτοκινήτων και ο πρώτος τυφλός ξανασυναντιούνται στην καραντίνα, όπου σύντομα έρχονται σε σύγκρουση. Ωστόσο, δεν έχουν χρόνο να λύσουν τη διαφωνία τους, αφού ο κλέφτης αυτοκινήτων είναι ο πρώτος κρατούμενος που σκοτώνεται από τους φρουρούς. Δολοφονείται ενώ προσπαθεί να ζητήσει από τους φρουρούς φάρμακα για το μολυσμένο πόδι του.[5]

Ο πρώτος τυφλός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πρώτος τυφλός τυφλώνεται μέσα στην κίνηση, περιμένοντας σε ένα φανάρι. Μεταφέρεται αμέσως στο σπίτι και μετά στο ιατρείο, όπου μολύνει όλους τους άλλους ασθενείς και τον γιατρό. Είναι ένα από τα κύρια μέλη του πρώτου θαλάμου - του θαλάμου με όλους τους αρχικούς εγκλείστους. Όταν τελικά τελειώνει η επιδημία, είναι το πρώτο άτομο που ξαναβρίσκει την όρασή του.[5]

Η σύζυγος του πρώτου τυφλού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σύζυγος του πρώτου τυφλού τυφλώνεται αμέσως αφού βοηθήσει τον άντρα της να μπει στην καραντίνα. Ξαναβρίσκονται τυχαία μέσα στο άσυλο. Μόλις μπει, πηγαίνει κι εκείνη στον πρώτο θάλαμο με τον γιατρό και τη σύζυγο του γιατρού. Όταν ο θάλαμ των τραμπούκων αρχίζει να απαιτεί από τις γυναίκες να κάνουν σεξ μαζί τους με αντάλλαγμα φαγητό, η σύζυγος του πρώτου τυφλού προσφέρεται να πάει εκείνη, σε ένδειξη αλληλεγγύης απέναντι τους άλλους.[5]

Ο άντρας με το όπλο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο άντρας με το όπλο είναι ο αρχηγός του θαλάμου των τραμπούκων που αναλαμβάνει τον έλεγχο της προμήθειας τροφίμων στην καραντίνα. Αυτός και ο θάλαμός του παίρνουν τα τρόφιμα με τη βία και απειλούν να πυροβολήσουν όποιον δεν συμμορφώνεται με τις εντολές τους. Αυτός ο θάλαμος παίρνει με εκβιαστικό τρόπο τιμαλφή από άλλους εγκλείστους με αντάλλαγμα φαγητό και, όταν τελειώνουν τα «εμπορεύματα» (όπως βραχιόλια και ρολόγια) αρχίζουν να βιάζουν τις γυναίκες. Αργότερα σκοτώνεται με μαχαίρι από τη σύζυγο του γιατρού.[5]

Ο τυφλός λογιστής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτός ο άντρας δεν είναι από αυτούς που έχουν πληγεί από τη "λευκή ασθένεια" - μάλλον είναι τυφλός εκ γενετής. Είναι ο μόνος στον θάλαμο που ξέρει να διαβάζει και να γράφει σε κώδικα Μπράιγ καθώς και να χρησιμοποιεί μπαστούνι. Επιπλέον, είναι ο δεύτερος στην τάξη μετά τον άνδρα με το όπλο στον θάλαμο των τραμπούκων. Όταν η σύζυγος του γιατρού σκοτώνει τον άνδρα με το όπλο, ο τυφλός λογιστής παίρνει το όπλο και προσπαθεί να πάρει τον έλεγχο, αλλά δεν βρίσκει υποστήριξη. Πεθαίνει όταν ένα από τα θύματα βιασμού βάζει φωτιά στον θάλαμο.[5]

Ύφος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπως τα περισσότερα έργα του Ζοζέ Σαραμάγκου, το Περί τυφλότητος περιέχει πολλά μεγάλα, χωρίς παύσεις, αποσπάσματα στα οποία τα κόμματα αντικαθιστούν τις τελείες, τα εισαγωγικά, τα ερωτηματικά και τις άνω και κάτω τελείες. Η έλλειψη εισαγωγικών γύρω από τους διαλόγους σημαίνει ότι οι ταυτότητες των ομιλητών (ή το γεγονός ότι λαμβάνει χώρα ο διάλογος) μπορεί να μην είναι άμεσα εμφανή στον αναγνώστη. Η έλλειψη κύριων ονομάτων χαρακτήρων στο Περί τυφλότητος είναι χαρακτηριστική σε πολλά μυθιστορήματα του Σαραμάγκου (π.χ. στο Όλα τα ονόματα). Αντίθετα, οι χαρακτήρες αναφέρονται με περιγραφικές ονομασίες όπως "η σύζυγος του γιατρού", "ο κλέφτης αυτοκινήτων" ή "ο πρώτος τυφλός". Δεδομένης της τυφλότητας των χαρακτήρων, μερικά ονόματα φαίνονται ειρωνικά («το αγόρι με τον στραβισμό» ή «το κορίτσι με τα μαύρα γυαλιά»).

Η πόλη που πλήττεται από την τύφλωση δεν κατονομάζεται ποτέ, ούτε διευκρινίζεται η χώρα. Δίνονται λίγα σαφή στοιχεία του πολιτισμού, γεγονός που προσδίδει ένα στοιχείο διαχρονικότητας και καθολικότητας στο μυθιστόρημα. Ωστόσο, κάποια σημάδια υποδηλώνουν ότι η χώρα είναι η πατρίδα του Σαραμάγκου, η Πορτογαλία: ο κεντρικός ήρωας εμφανίζεται να τρώει τσορίθο, ένα πικάντικο λουκάνικο, ενώ κάποιοι πρωτότυποι διάλογοι στα πορτογαλικά χρησιμοποιούν στοιχεία γραμματικής που απουσιάζουν από τη γλώσσα στο μεγαλύτερο μέρος της Βραζιλίας. Η εκκλησία είναι πιθανόν καθολική.

Συνέχεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ζοζέ Σαραμάγκου εξέδωσε το 2004 μια συνέχεια του Περί τυφλότητος, με τίτλο Περί φωτίσεως (πορτογαλικά: Ensaio sobre a lucidez, δηλαδή Δοκίμιο περί φωτίσεως), το οποίο έχει μεταφραστεί και στα ελληνικά.[6] Το μυθιστόρημα διαδραματίζεται στην ίδια χώρα που εμφανίζεται στο Περί τυφλότητος και περιέχει αρκετούς ίδιους ανώνυμους χαρακτήρες.

Προσαρμογές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο συγγραφέας Ζοζέ Σαραμάγκου κρατώντας την περσική έκδοση του Περί τυφλότητος

Μια αγγλόφωνη κινηματογραφική μεταφορά του Περί τυφλότητος γυρίστηκε από τον Φερνάντο Μεϊρέγιες.[7] Τα γυρίσματα ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 2007 και πρωταγωνιστούν Μαρκ Ράφαλο ως γιατρός και η Τζούλιαν Μουρ ως σύζυγος του γιατρού. Η ταινία ήταν η πρώτη ταινία που προβλήθηκε στο Φεστιβάλ των Καννών του 2008.[8]

Το 2007 ο βραβευμένος με το Drama Desk Award θίασος Godlight[9] ανέλαβε τη θεατρική πρεμιέρα του Περί τυφλότητος στην πόλη της Νέας Υόρκης. Αυτή η θεατρική εκδοχή προσαρμόστηκε και σκηνοθετήθηκε από τον Τζο Τάντλαο. Τον πρώτο τυφλό υποδύθηκε ο Μάικ Ρος.[10][11]

Μια υπαίθρια παράσταση ανέβηκε από τον πολωνικό θίασοTeatr KTO για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 2010. Έκτοτε έχει παρουσιαστεί σε διάφορους χώρους, όπως το Old College Quad του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου στη διάρκεια του Edinburgh Festival Fringe το 2012.

Λίγο πριν από το θάνατό του, ο Ζοζέ Σαραμάγκου έδωσε στον Γερμανό συνθέτη Άνο Σράιερ τα δικαιώματα να συνθέσει μια όπερα βασισμένη στο μυθιστόρημα. Το λιμπρέτο είναι γραμμένο στα γερμανικά από την Κέρστιν Μαρία Πέλερ. Όπως και η γερμανική μετάφραση του μυθιστορήματος, ο τίτλος της όπερας είναι Die Stadt der Blinden. Ανέβηκε για πρώτη φορά στις 12 Νοεμβρίου 2011 στην Όπερα της Ζυρίχης.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. archive.org/details/ensayosobrelaceg00joss_0. Ανακτήθηκε στις 1  Φεβρουαρίου 2019.
  2. «The Nobel Prize for Literature 1998». The Nobel Prize (στα Αγγλικά). Nobel Media AB. 8 Οκτωβρίου 1998. Ανακτήθηκε στις 26 Μαΐου 2020. 
  3. «Περί τυφλότητος». Ανακτήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 2024. 
  4. Λαϊνά, Άννα (27 Μαΐου 2018). «Περί τυφλότητος: ένα αλληγορικό μυθιστόρημα». TFC Magazine (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 2024. 
  5. 5,00 5,01 5,02 5,03 5,04 5,05 5,06 5,07 5,08 5,09 5,10 «Blindness Characters». GradeSaver. 9 Οκτωβρίου 2023. 
  6. Τασιοπούλου, Κωνσταντίνα (17 Ιουνίου 2020). «Ζοζέ Σαραμάγκου - 18 Ιουνίου 2010». ΕΡΤ. Ανακτήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 2024. 
  7. «Περί Τυφλότητος πληροφορίες για την ταινία». Αθηνόραμα. Ανακτήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 2024. 
  8. Chang, Justin (2008-05-14). «Blindness Movie Review». Variety. https://www.variety.com/index.asp?layout=festivals&jump=review&reviewid=VE1117937131&cs=1. Ανακτήθηκε στις 2008-05-14. 
  9. «Patti LuPone Hosts Drama Desk Awards May 23». Playbill. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Μαρτίου 2014. 
  10. Goldberg, Myla. «In Saramago's 'Blindness,' A Vision Of Human Nature». NPR.org. NPR. Ανακτήθηκε στις 26 Δεκεμβρίου 2016. 
  11. Miller, Andrew. «Zero Visibility». The New York Times. Ανακτήθηκε στις 26 Δεκεμβρίου 2016.