Οπτική διαταραχή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οπτική διαταραχή
Ένα λευκό μπαστούνι, το διεθνές σύμβολο της τύφλωσης
Ειδικότητανευρολογία και οφθαλμολογία
ΣυμπτώματαΜειωμένη ικανότητα όρασης
ΑίτιαΜη διορθωμένες διαθλαστικές ανωμαλίες, καταρράκτης, γλαύκωμα
Διαγνωστική μέθοδοςΟφθαλμολογική εξέταση
ΘεραπείαΑποκατάσταση όρασης, αλλαγές στο περιβάλλον, βοηθητικές συσκευές (γυαλιά, λευκό μπαστούνι)
Νοσηρότητα1.1 δισ. άτομα το 2020
Ταξινόμηση
ICD-10H54.0, H54.1, H54.4
ICD-9369
DiseasesDB28256
Μέτρηση της οπτικής οξύτητας με τη χρήση οπτοτύπων (πίνακας Σνέλεν). Η οπτική διαταραχή αναγνωρίζεται όταν η οπτική οξύτητα είναι μικρότερη από 20/40 ή 20/60.[1]

Οπτική διαταραχή (αγγλ. visual impairment),[2] ονομάζεται επίσης διαταραχή της όρασης ή απώλεια της όρασης, είναι η κατάσταση στην οποία ένα άτομο έχει χάσει πλήρως ή μερικώς την αίσθηση της όρασης εξαιτίας ψυχολογικών ή νευρολογικών παραγόντων.[1][3][4] Υπάρχουν τέσσερα επίπεδα οπτικής λειτουργίας με βάση τη Διεθνή Στατιστική Ταξινόμηση των Νόσων και των Σχετικών Προβλημάτων Υγείας (ICD-10): φυσιολογική όραση, μέτρια οπτική διαταραχή, σοβαρή οπτική διαταραχή, και τύφλωση.[5] Η οπτική διαταραχή προσδιορίζεται από την οπτική οξύτητα, η οποία είναι η διακριτική ικανότητα του οφθαλμού. Η οπτική οξύτητα μετράται με πίνακες οπτοτύπων. Ένας από τους πιο γνωστούς πίνακες είναι ο πίνακας Σνέλεν. Η οπτική οξύτητα μικρότερη από 20/40 ή 20/60 υποδηλώνει την ύπαρξη οπτικής διαταραχής.[1][6] Ο όρος τύφλωση χρησιμοποιείται για την πλήρη ή σχεδόν πλήρη απώλεια της όρασης.[7]

Τα αίτια της οπτικής διαταραχής είναι πολλά. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η οπτική διαταραχή προκαλείται κυρίως από μη διορθωμένες διαθλαστικές ανωμαλίες (53,7%), καταρράκτη (24,3%) και γλαύκωμα (1,8%).[7][8][9] Οι διαθλαστικές ανωμαλίες περιλαμβάνουν τη μυωπία, την υπερμετρωπία, την πρεσβυωπία και τον αστιγματισμό. Ο καταρράκτης είναι η πιο κοινή αιτία τύφλωσης.[5][10] Άλλες διαταραχές που μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα όρασης περιλαμβάνουν εκφύλιση της ωχράς κηλίδας που σχετίζεται με την ηλικία, διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, θόλωση του κερατοειδούς, σακχαρώδης διαβήτης, οφθαλμικά τραύματα, τύφλωση στην παιδική ηλικία και διάφορες λοιμώξεις. Η απώλεια της όρασης μπορεί να προκληθεί από ασθένειες του οφθαλμικού φακού, του αμφιβληστροειδή και άλλων δομών του ματιού, βλάβες του οπτικού νεύρου ή και του εγκεφαλικού φλοιού, στην περίπτωση της φλοιώδους οπτικής διαταραχής.[11] Στις αναπτυσσόμενες χώρες, η απώλεια της όρασης λόγω λοιμώξεων που προκαλούν τράχωμα και ογκοκερκίαση είναι συχνή. Επίσης, η έλλειψη βιταμίνης Α σε υποσιτισμένα άτομα μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια της όρασης.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εκτιμά ότι το 80% των διαταραχών της όρασης μπορούν να προληφθούν ή να θεραπευτούν.[4] Αυτό περιλαμβάνει τον καταρράκτη, την ογκοκερκίαση, το τράχωμα, το γλαύκωμα, τη διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, τις μη διορθωμένες διαθλαστικές ανωμαλίες και ορισμένες περιπτώσεις παιδικής τύφλωσης.[12] Πολλά άτομα με σημαντική οπτική διαταραχή επωφελούνται από την αποκατάσταση της όρασης, τις αλλαγές στο περιβάλλον τους και τις βοηθητικές συσκευές.[6]

Το 2020, άτομα με κάποιο βαθμό απώλειας της όρασης έφταναν τα 1,1 δισ. παγκοσμίως. Από αυτούς τα 258 εκ. είχαν ήπια απώλεια όρασης, 295 εκ. μέτρια έως σοβαρή οπτική διαταραχή, 510 εκ. οπτική διαταραχή από μη διορθωμένη πρεσβυωπία, και 43,3 εκ. ήταν τυφλοί.[13][14] Η πλειονότητα των ατόμων με μειωμένη όραση βρίσκεται στον αναπτυσσόμενο κόσμο και είναι άνω των 50 ετών.[13] Τα ποσοστά ατόμων με διαταραχές όρασης έχουν μειωθεί από τη δεκαετία του 1990.[4] Τα προβλήματα όρασης έχουν σημαντικό οικονομικό κόστος τόσο άμεσα λόγω του κόστους θεραπείας όσο και έμμεσα λόγω μειωμένης ικανότητας για εργασία.[4][15]

Κώδικας Μπράιγ για όσους έχουν ολική τύφλωση.

Για την εξυπηρέτηση των ατόμων με απώλεια όρασης υπάρχουν διάφορες υπηρεσίες. Για παράδειγμα, για όσους έχουν πλήρη τύφλωση υπάρχει ο κώδικας Μπράιγ, ο οποίος χρησιμοποιεί ανάγλυφες κουκκίδες αντί για γράμματα. Άνθρωποι με μερική τύφλωση μπορούν να διαβάσουν χρησιμοποιώντας μεγεθυντικούς φακούς ή κείμενα με μεγάλα γράμματα. Άλλες τεχνολογίες για την διευκόλυνση αυτών των ανθρώπων περιλαμβάνουν συσκευές που ανακοινώνουν τα αποτέλεσμα με ακουστικά ερεθίσματα ή με ανάγλυφες παραστάσεις. Για την μετακίνησή τους, οι τυφλοί μπορούν να περπατούν με τη χρήση μπαστουνιών (λευκό μπαστούνι) ή με σκύλους-οδηγούς.

Κατηγοριοποίηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας χρησιμοποιεί την ακόλουθη κατηγοριοποίηση της οπτικής διαταραχής. Όταν η όραση στον οφθαλμό που βλέπει καλύτερα με τη βέλτιστη δυνατή διόρθωση είναι:

  • 20/30 έως 20/60: θεωρείται ήπια απώλεια της όρασης ή σχεδόν φυσιολογική όραση
  • 20/70 έως 20/160: θεωρείται μέτρια οπτική διαταραχή ή μερική απώλεια της όρασης
  • 20/200 έως 20/400: θεωρείται σοβαρή οπτική διαταραχή ή σοβαρή απώλεια της όρασης
  • 20/500 έως 20 / 1.000: θεωρείται βαριά οπτική διαταραχή ή βαριά απώλεια της όρασης
  • Περισσότερο από 20 / 1.000: θεωρείται σχεδόν ολική τύφλωση
  • Μη αντίληψη φωτός (NLP)[16]: θεωρείται ολική τύφλωση

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ως τυφλό, νοείται κάθε άτομο του οποίου η οπτική οξύτητα είναι μικρότερη από το 20/500 της φυσιολογικής ή το οπτικό πεδίο μικρότερο από 10° γύρω από το σημείο προσήλωσης, στον οφθαλμό που βλέπει καλύτερα και με την βέλτιστη δυνατή διόρθωση.[7] Αυτός ο ορισμός τέθηκε το 1972, και υπάρχει συνεχής συζήτηση σχετικά με το εάν πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να συμπεριλάβει επίσημα μη διορθωμένες διαθλαστικές ανωμαλίες.

Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία (Ν.958/1979), ως τυφλό, νοείται κάθε άτομο του οποίου η οπτική οξύτητα είναι μικρότερη από το 1/20 της φυσιολογικής, στον οφθαλμό που βλέπει καλύτερα και με την βέλτιστη δυνατή διόρθωση.[17]

Aίτια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πιο συχνές αιτίες μέτριας έως σοβαρής διαταραχής της όρασης σε παγκόσμιο επίπεδο το 2015 ήταν[8]:

  • Μη διορθωμένη διαθλαστική ανωμαλία (53,7%)
  • Καταράκτης (24,3%.)
  • Εκφύλιση της ωχράς κηλίδας (3,8%)
  • Γλαύκωμα (1,8%)
  • Διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια (1,2%)

Οι πιο συχνές αιτίες τύφλωσης του παγκόσμιου πληθυσμού το 2015 ήταν:

  • Καταράκτης (35%)
  • Μη διορθωμένη διαθλαστική ανωμαλία (21%)
  • Γλαύκωμα (8%)

Αντιμετώπιση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετακίνηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πτυσσόμενο μακρύ μπαστούνι.
Κοντό μπαστούνι (ID cane). Χρησιμοποιείται για να προειδοποιεί τους άλλους για την όραση του χρήστη και είναι πιο περιορισμένο ως εργαλείο κινητικότητας από ένα μακρύ μπαστούνι.
Σκύλος-οδηγός τυφλών.
Ανάγλυφες πλάκες πεζοδρομίου στον ηλεκτρικό σταθμό.
Τερματικό Μπράιγ.
Βιβλίο γραμμένο στη γραφή Μπράιγ.
Μεγεθυντικός φακός Linux "kmag".
Ρολόι με ανάγλυφους αριθμούς Μπράιγ.

Πολλά άτομα με σοβαρά προβλήματα όρασης μπορούν να ταξιδεύουν ανεξάρτητα, χρησιμοποιώντας ένα ευρύ φάσμα εργαλείων και τεχνικών. Οι ειδικοί προσανατολισμού και κινητικότητας είναι επαγγελματίες που έχουν εκπαιδευτεί ειδικά για να διδάξουν σε άτομα με προβλήματα όρασης πώς να ταξιδεύουν με ασφάλεια, αυτοπεποίθηση και ανεξαρτησία στο σπίτι και στην κοινότητα. Αυτοί οι επαγγελματίες μπορούν επίσης να βοηθήσουν τους τυφλούς να εξασκηθούν σε συγκεκριμένες διαδρομές που χρησιμοποιούν συχνά, όπως η διαδρομή από το σπίτι κάποιου προς ένα παντοπωλείο. Η εξοικείωση με ένα περιβάλλον ή μια διαδρομή μπορεί να κάνει πολύ πιο εύκολη τη διαδρομή αυτή για έναν τυφλό.

Εργαλεία όπως το λευκό μπαστούνι με κόκκινη άκρη - το διεθνές σύμβολο της τύφλωσης - μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για τη βελτίωση της κινητικότητας. Ένα μακρύ μπαστούνι χρησιμοποιείται για να επεκτείνει το εύρος της αίσθησης αφής του χρήστη. Συνήθως περιστρέφεται με κίνηση χαμηλής σάρωσης, κατά μήκος της προβλεπόμενης διαδρομής, για να εντοπίσει εμπόδια. Ωστόσο, οι τεχνικές ταξιδιού με μπαστούνι μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με τον χρήστη ή / και την κατάσταση. Μερικά άτομα με προβλήματα όρασης δεν μεταφέρουν μπαστούνια αυτού του είδους, επιλέγοντας αντ' αυτού το κοντό, ελαφρύτερο μπαστούνι (ID). Άλλα άτομα χρειάζονται ένα μπαστούνι στήριξης. Η επιλογή εξαρτάται από το βαθμό απώλειας της όρασης, το κίνητρο και άλλους παράγοντες του ατόμου.

Ένας μικρός αριθμός ατόμων χρησιμοποιεί σκύλους-οδηγούς για να βοηθηθεί στην κινητικότητα. Αυτά τα σκυλιά εκπαιδεύονται να αποφεύγουν διάφορα εμπόδια και να υποδεικνύουν πότε είναι απαραίτητο να ανεβεί ή να κατεβεί κάποιος κατά ένα βήμα. Ωστόσο, η χρησιμότητα των σκύλων-οδηγών περιορίζεται από την αδυναμία των σκύλων να κατανοήσουν πολύπλοκες κατευθύνσεις.

Οι συσκευές GPS μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν ως βοηθήματα κινητικότητας. Ένα τέτοιο λογισμικό μπορεί να βοηθήσει τους τυφλούς στον προσανατολισμό, αλλά δεν αντικαθιστά τα παραδοσιακά εργαλεία κινητικότητας, όπως τα λευκά μπαστούνια και τους σκύλους-οδηγούς.

Κάποιες νομοθετικές πρωτοβουλίες λαμβάνονται για να καταστούν οι δημόσιοι χώροι πιο προσιτοί στους τυφλούς. Τα μέσα μαζικής μεταφοράς διατίθενται ελεύθερα στους τυφλούς σε πολλές πόλεις. Οι ανάγλυφες πλάκες πεζοδρομίου και τα ηχητικά σήματα κυκλοφορίας μπορούν να κάνουν ευκολότερη και ασφαλέστερη τη διάσχιση των δρόμων για τους πεζούς με προβλήματα όρασης. Εκτός από τη θέσπιση κανόνων σχετικά με το ποιος μπορεί και ποιος δεν μπορεί να χρησιμοποιεί μπαστούνι, ορισμένες νομοθετικές πρωτοβουλίες υποχρεώνουν τους πεζούς να δίνουν προτεραιότητα διέλευσης σε χρήστες με λευκό μπαστούνι ή σκύλους-οδηγούς.

Ανάγνωση και μεγέθυνση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα περισσότερα άτομα με προβλήματα όρασης που δεν είναι εντελώς τυφλά, διαβάζουν εκτυπώσεις, είτε κανονικού μεγέθους είτε σε μεγέθυνση. Μια ποικιλία μεγεθυντικών φακών, μερικοί φορητοί και μερικοί σε επιτραπέζιους υπολογιστές, μπορούν να κάνουν ευκολότερη την ανάγνωση.

Άλλα άτομα διαβάζουν κωδικό Μπράιγ ή βασίζονται σε ομιλούμενα βιβλία ή μηχανές ανάγνωσης, τα οποία μετατρέπουν έντυπο κείμενο σε ομιλία ή γραφή Μπράιγ. Χρησιμοποιούν επίσης υπολογιστές με ειδικό υλικό όπως σαρωτές και ανανεώσιμες οθόνες Μπράιγ, καθώς και λογισμικό γραμμένο ειδικά για τυφλούς, όπως εφαρμογές αναγνώρισης οπτικών χαρακτήρων και αναγνώστες οθόνης.

Υπολογιστές και τεχνολογία κινητής τηλεφωνίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τεχνολογία πρόσβασης, όπως συσκευές ανάγνωσης οθόνης, μεγεθυντικοί φακοί οθόνης και τερματικά Μπράιγ, επιτρέπουν στους τυφλούς να χρησιμοποιούν εφαρμογές υπολογιστή και κινητά τηλέφωνα. Η τεχνολογία που βοηθά τα άτομα με προβλήματα όρασης αυξάνεται, συνοδευόμενη από συντονισμένες προσπάθειες για τη διασφάλιση της προσβασιμότητας της πληροφορικής σε όλους τους πιθανούς χρήστες, συμπεριλαμβανομένων των τυφλών. Οι νεότερες εκδόσεις των Microsoft Windows περιλαμβάνουν το Accessibility Wizard & Magnifier, έναν οδηγό προσβασιμότητας & μεγεθυντικό φακό για όσους έχουν μερική απώλεια όρασης και το Microsoft Narrator, έναν απλό αναγνώστη οθόνης. Η διανομή Linux για τους τυφλούς περιλαμβάνει το Vinux και το Adriane Knoppix, το τελευταίο αναπτύχθηκε εν μέρει από τον Adriane Knopper που έχει προβλήματα όρασης. Τα macOS και iOS διαθέτουν επίσης ένα ενσωματωμένο πρόγραμμα ανάγνωσης οθόνης που ονομάζεται VoiceOver, ενώ το Google TalkBack είναι ενσωματωμένο στις περισσότερες συσκευές Android.

Το κίνημα προς μεγαλύτερη προσβασιμότητα στον Ιστό ανοίγει έναν πολύ μεγαλύτερο αριθμό ιστοσελίδων σε προσαρμοστική τεχνολογία, καθιστώντας τον Ιστό ένα πιο ελκυστικό μέρος για τα άτομα με προβλήματα όρασης.

Άλλα βοηθήματα και τεχνικές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι τυφλοί μπορούν να χρησιμοποιήσουν ειδικό εξοπλισμό, όπως θερμόμετρα, ρολόγια, ζυγαριές, αριθμομηχανές και πυξίδες. Μπορούν επίσης να μεγεθύνουν ή να σηματοδοτήσουν κλήσεις σε συσκευές όπως φούρνους και θερμοστάτες για να τις χρησιμοποιήσουν.

Για τους τυφλούς, υπάρχουν βιβλία σε Μπράιγ, ηχητικά βιβλία, και ομιλούντα προγράμματα υπολογιστών κειμένου, μηχανήματα και αναγνώστες ηλεκτρονικών βιβλίων. Τα άτομα με χαμηλή όραση μπορούν να κάνουν χρήση αυτών των εργαλείων καθώς και μεγάλου μεγέθους υλικού ανάγνωσης και αναγνωστών e-book που παρέχουν μεγάλα μεγέθη γραμματοσειρών.

Τα παιδιά με χαμηλή όραση μερικές φορές έχουν καθυστερήσεις στην ανάγνωση, αλλά επωφελούνται από τις φωνητικές μεθόδους αρχικής ανάγνωσης. Η εμπλοκή της φωνητικής διδασκαλίας είναι πολυαισθητηριακή, με κίνητρο και πρακτική. Συνήθως οι μαθητές διδάσκονται πρώτα τους πιο συχνούς ήχους των γραμμάτων αλφαβήτου, ειδικά τους λεγόμενους ήχους σύντομου φωνήεντος, και στη συνέχεια διδάσκονται να συνδυάζουν ήχους μαζί με λέξεις τριών γραμμάτων σύμφωνο-φωνήεν-σύμφωνο, όπως γάτα, ποτήρι, ζακέτα. Πρακτικά διευρυμένα υλικά εκτύπωσης, είναι χρήσιμα για τη διδασκαλία οικογενειών λέξεων και την ανάμειξη δεξιοτήτων σε αρχάριους αναγνώστες με χαμηλή όραση. Η αρχική ανάγνωση του εκπαιδευτικού υλικού πρέπει να επικεντρώνεται πρωτίστως στα πεζά γράμματα και όχι στα κεφαλαία γράμματα (παρόλο που είναι μεγάλα) επειδή το κείμενο ανάγνωσης απαιτεί εξοικείωση (κυρίως) με πεζά γράμματα. Η αρχική ανάγνωση που βασίζεται στη φωνητική θα πρέπει επίσης να συμπληρώνεται με μαθήματα φωνητικής συνειδητοποίησης, ευκαιρίες γραφής και πολλές δυνατότητες ανάγνωσης (βιβλιογραφία που διαβάζεται στα παιδιά καθημερινά) για την τόνωση των κινήτρων, την ανάπτυξη λεξιλογίου, την ανάπτυξη ιδεών και την ανάπτυξη δεξιοτήτων κατανόησης. Πολλά παιδιά με χαμηλή όραση μπορούν να συμπεριληφθούν επιτυχώς σε κανονικά εκπαιδευτικά περιβάλλοντα. Οι γονείς ίσως χρειαστεί να επαγρυπνούν για να διασφαλίσουν ότι το σχολείο παρέχει στους δασκάλους και στους μαθητές τους κατάλληλους πόρους για άτομα με χαμηλή όραση, για παράδειγμα κατάλληλη τεχνολογία στην τάξη, τροποποιημένο εκπαιδευτικό υλικό και βοήθεια στη διαβούλευση με τους ειδικούς χαμηλής όρασης.

Επικοινωνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επικοινωνία με άτομα με προβλήματα όρασης μπορεί να είναι πιο δύσκολη από την επικοινωνία με κάποιον που δεν έχει απώλεια όρασης. Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι νοιώθουν άβολα στην επικοινωνία με τους τυφλούς και αυτό μπορεί να προκαλέσει εμπόδια στην επικοινωνία. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν δυσάρεστο αίσθημα στους βλέποντες κατά την επικοινωνία πρόσωπο με πρόσωπο με τους μη βλέποντες. Υπάρχουν πολλοί μη λεκτικοί παράγοντες που εμποδίζουν την επικοινωνία, συχνότερα από ό,τι οι λεκτικοί παράγοντες. Αυτοί οι παράγοντες, τους οποίους αναφέρει η Rivka Bialistock στο άρθρο της, περιλαμβάνουν[18]:

  • Έλλειψη εκφράσεων του προσώπου, μίμηση ή χειρονομίες / αποκρίσεις σώματος
  • Μη λεκτικές χειρονομίες που θα μπορούσαν να υπονοήσουν ότι το άτομο με προβλήματα όρασης δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται
  • Ομιλία όταν δεν αναμένεται ή μη ομιλία όταν αναμένεται
  • Φόβος προσβολής των ατόμων με προβλήματα όρασης
  • Πολύ κοντινή απόσταση που εισβάλλει στο προσωπικό επίπεδο άνεσης
  • Θα πρέπει να υπάρχει αγνόηση των συναισθημάτων λύπησης
  • Εξάρτηση
  • Υπενθύμιση φόβου του τυφλού

Ο τυφλός στέλνει αυτά τα σήματα ή τύπους μη λεκτικής επικοινωνίας χωρίς να γνωρίζει ότι το κάνει. Αυτοί οι παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο που θα αισθανόταν ένα άτομο στην επικοινωνία με τα άτομα με προβλήματα όρασης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα άτομα με προβλήματα όρασης να νοιώθουν μοναχικά και απορριφθέντα.

Επιδημιολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με βάση την συστηματική ανασκόπηση που δημοσιεύθηκε στο ιατρικό περιοδικό The Lancet, άτομα με κάποιο βαθμό απώλειας της όρασης ήταν 1.1 δισ. παγκοσμίως το 2020.[13]

Από αυτούς που είναι τυφλοί, το 90% ζει στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Σε παγκόσμια κλίμακα, για κάθε τυφλό άτομο, υπάρχουν κατά μέσο όρο 3,4 άτομα με χαμηλή όραση, με διακύμανση ανά χώρα και περιοχή που κυμαίνεται από 2,4 έως 5,5.

Ανά ηλικία: Η οπτική διαταραχή κατανέμεται άνισα σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Περισσότερο από το 82% όλων των τυφλών είναι 50 ετών και άνω, αν και αντιπροσωπεύουν μόλις το 19% του παγκόσμιου πληθυσμού. Ο καταρράκτης και η μη διορθωμένη διαθλαστική ανωμαλία συνέβαλαν στο 55% της τύφλωσης και στο 77% της οπτικής διαταραχής σε ενήλικες ηλικίας 50 ετών και άνω το 2015.[13] Η παιδική τύφλωση επίσης παραμένει ένα σημαντικό πρόβλημα, με περίπου 1,4 εκατομμύρια τυφλά παιδιά κάτω των 15 ετών.

Ανά φύλο: Οι διαθέσιμες μελέτες δείχνουν με συνέπεια ότι σε κάθε περιοχή του κόσμου και σε όλες τις ηλικίες, οι γυναίκες έχουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο να έχουν προβλήματα όρασης από τους άνδρες.[19][20][21]

Κατά γεωγραφία: Η όραση δεν κατανέμεται ομοιόμορφα σε ολόκληρο τον κόσμο. Περισσότερο από το 90% του κόσμου με προβλήματα όρασης ζουν σε αναπτυσσόμενες χώρες.

Από τις εκτιμήσεις της δεκαετίας του 1990, νέα δεδομένα που βασίζονται στον παγκόσμιο πληθυσμό του 2015 δείχνουν μείωση του αριθμού των ατόμων που είναι τυφλά ή με προβλήματα όρασης, και εκείνων που είναι τυφλά από τις επιπτώσεις των μολυσματικών ασθενειών, αλλά αύξηση του αριθμού των ατόμων που είναι τυφλά από καταστάσεις που σχετίζονται με μεγαλύτερη διάρκεια ζωής.[13]

Στην Ελλάδα το 1990, υπήρχαν 21.000 τυφλοί, από τους οποίους οι περίπου 1000 ζούσαν στον νομό της Θεσσαλονίκης (περίπου 1% του συνολικού πληθυσμού).[22]

Έρευνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε μια έρευνα του 2008 εξετάστηκε η επίδραση της γονιδιακής θεραπείας στην αποκατάσταση της όρασης των ασθενών με μια σπάνια μορφή κληρονομικής τύφλωσης, γνωστή ως συγγενής αμαύρωση του Λέμπερ (LCA). Η ασθένεια αυτή βλάπτει τους υποδοχείς φωτός στον αμφιβληστροειδή και συνήθως αρχίζει να επηρεάζει την όραση στην πρώιμη παιδική ηλικία, με επιδείνωση της όρασης έως την πλήρη τύφλωση γύρω στην ηλικία των 30 ετών. Στην έρευνα χρησιμοποιήθηκε ένας κοινός ιός κρυολογήματος για να μεταφέρει ένα φυσιολογικό γονίδιο RPE65 στα μάτια των ασθενών που είχαν προσβληθεί. Και οι τρεις ασθενείς, ηλικίας 19, 22 και 25, ανταποκρίθηκαν καλά στη θεραπεία και ανέφεραν βελτιωμένη όραση μετά τη διαδικασία.[23]

Προς το παρόν, δεν υπάρχουν στοιχεία υψηλής ποιότητας σχετικά με την επίδραση των υποστηρικτικών τεχνολογιών στην εκπαιδευτική απόδοση και στην ποιότητα ζωής σε παιδιά με χαμηλή όραση,[24] ούτε υπάρχουν ενδείξεις για βελτιωμένη ανάγνωση στα παιδιά.[25] Η αποκατάσταση χαμηλής όρασης δεν φαίνεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής που σχετίζεται με την υγεία, αν και ορισμένες παρεμβάσεις αποκατάστασης χαμηλής όρασης, ιδίως ψυχολογικές θεραπείες και μέθοδοι βελτίωσης της όρασης, μπορεί να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής που σχετίζεται με την όραση σε άτομα με απώλεια όρασης.[26]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 «Visual Impairment» (στα αγγλικά). Women and Health: 1463–1472. 2013-01-01. doi:10.1016/B978-0-12-384978-6.00099-6. https://www.sciencedirect.com/science/article/pii/B9780123849786000996. 
  2. ICD-10: Διεθνής Στατιστική Ταξινόμηση Νόσων και Συναφών Προβλημάτων Υγείας Δέκατη Αναθεώρηση, Έκδοση 2008. ISBN 978-960-334-115-4
  3. WHO. «Change the Definition of Blindness» (PDF). Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2021. 
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 «Vision impairment and blindness». www.who.int (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2021. 
  5. 5,0 5,1 «WHO | Visual impairment and blindness». web.archive.org. 12 Μαΐου 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Μαΐου 2015. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2021. CS1 maint: Unfit url (link)
  6. 6,0 6,1 «Blindness and Vision Impairment | Gateway to Health Communication | CDC». web.archive.org. 29 Απριλίου 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Απριλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2021. CS1 maint: Unfit url (link)
  7. 7,0 7,1 7,2 Maberley, D. a. L.; Hollands, H.; Chuo, J.; Tam, G.; Konkal, J.; Roesch, M.; Veselinovic, A.; Witzigmann, M. και άλλοι. (2006-03). «The prevalence of low vision and blindness in Canada» (στα αγγλικά). Eye 20 (3): 341–346. doi:10.1038/sj.eye.6701879. ISSN 1476-5454. https://www.nature.com/articles/6701879. 
  8. 8,0 8,1 Flaxman, Seth R.; Bourne, Rupert R. A.; Resnikoff, Serge; Ackland, Peter; Braithwaite, Tasanee; Cicinelli, Maria V.; Das, Aditi; Jonas, Jost B. και άλλοι. (2017-12). «Global causes of blindness and distance vision impairment 1990-2020: a systematic review and meta-analysis». The Lancet. Global Health 5 (12): e1221–e1234. doi:10.1016/S2214-109X(17)30393-5. ISSN 2214-109X. PMID 29032195. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/29032195/. 
  9. Steinmetz, Jaimie D.; Bourne, Rupert R. A.; Briant, Paul Svitil; Flaxman, Seth R.; Taylor, Hugh R. B.; Jonas, Jost B.; Abdoli, Amir Aberhe; Abrha, Woldu Aberhe και άλλοι. (2021-02-01). «Causes of blindness and vision impairment in 2020 and trends over 30 years, and prevalence of avoidable blindness in relation to VISION 2020: the Right to Sight: an analysis for the Global Burden of Disease Study» (στα English). The Lancet Global Health 9 (2): e144–e160. doi:10.1016/S2214-109X(20)30489-7. ISSN 2214-109X. PMID 33275949. https://www.thelancet.com/journals/langlo/article/PIIS2214-109X(20)30489-7/abstract. 
  10. Flaxman, Seth R.; Bourne, Rupert R. A.; Resnikoff, Serge; Ackland, Peter; Braithwaite, Tasanee; Cicinelli, Maria V.; Das, Aditi; Jonas, Jost B. και άλλοι. (2017-12-01). «Global causes of blindness and distance vision impairment 1990–2020: a systematic review and meta-analysis» (στα English). The Lancet Global Health 5 (12): e1221–e1234. doi:10.1016/S2214-109X(17)30393-5. ISSN 2214-109X. PMID 29032195. https://www.thelancet.com/journals/langlo/article/PIIS2214-109X(17)30393-5/abstract. 
  11. Lehman, Sharon S. (2012-09). «Cortical visual impairment in children: identification, evaluation and diagnosis» (στα αγγλικά). Current Opinion in Ophthalmology 23 (5): 384–387. doi:10.1097/ICU.0b013e3283566b4b. ISSN 1040-8738. https://journals.lww.com/co-ophthalmology/Abstract/2012/09000/Cortical_visual_impairment_in_children_.8.aspx. 
  12. «WHO | Causes of blindness and visual impairment». web.archive.org. 5 Ιουνίου 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Ιουνίου 2015. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2021. CS1 maint: Unfit url (link)
  13. 13,0 13,1 13,2 13,3 13,4 «Trends in prevalence of blindness and distance and near vision impairment over 30 years: an analysis for the Global Burden of Disease Study» (στα αγγλικά). The Lancet Global Health 9 (2): e130–e143. 2021-02-01. doi:10.1016/S2214-109X(20)30425-3. ISSN 2214-109X. https://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S2214109X20304253. 
  14. Vos, Theo; Allen, Christine; Arora, Megha; Barber, Ryan M; Bhutta, Zulfiqar A; Brown, Alexandria; Carter, Austin; Casey, Daniel C και άλλοι. (2016-10). «Global, regional, and national incidence, prevalence, and years lived with disability for 310 diseases and injuries, 1990–2015: a systematic analysis for the Global Burden of Disease Study 2015». The Lancet 388 (10053): 1545–1602. doi:10.1016/s0140-6736(16)31678-6. ISSN 0140-6736. PMID 27733282. PMC PMC5055577. https://doi.org/10.1016/S0140-6736(16)31678-6. 
  15. Rein, David B. (2013-12-01). «Vision Problems Are a Leading Source of Modifiable Health Expenditures» (στα αγγλικά). Investigative Ophthalmology & Visual Science 54 (14): ORSF18–ORSF22. doi:10.1167/iovs.13-12818. ISSN 1552-5783. https://iovs.arvojournals.org/article.aspx?articleid=2127337. 
  16. «Κλινική Οπτομετρία Ι» (PDF). eclass.upatras.gr. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2021. 
  17. «Παγκόσμια Ημέρα Όρασης - 8 Οκτωβρίου 2015 | ΠΕΑ». www.retina.gr. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2021. 
  18. Bialistock, R. (2005). Towards better communication, from the interest point of view. or-skills of sight-glish for the blind and visually impaired. International Congress Series, 1282, 793–795.
  19. Rius Ulldemolins, Anna; Benach, Joan; Guisasola, Laura; Artazcoz, Lucía (2019-08-01). «Why are there gender inequalities in visual impairment?». European Journal of Public Health 29 (4): 661–666. doi:10.1093/eurpub/cky245. ISSN 1101-1262. https://doi.org/10.1093/eurpub/cky245. 
  20. Ulldemolins, Anna Rius; Lansingh, Van C.; Valencia, Laura Guisasola; Carter, Marissa J.; Eckert, Kristen A. (Sep–Oct 2012). «Social inequalities in blindness and visual impairment: A review of social determinants» (στα αγγλικά). Indian Journal of Ophthalmology 60 (5): 368–375. doi:10.4103/0301-4738.100529. ISSN 0301-4738. https://journals.lww.com/ijo/Fulltext/2012/60050/Social_inequalities_in_blindness_and_visual.7.aspx. 
  21. Doyal, Lesley; Das-Bhaumik, Raja G. (2018-08-01). «Sex, gender and blindness: a new framework for equity» (στα αγγλικά). BMJ Open Ophthalmology 3 (1): e000135. doi:10.1136/bmjophth-2017-000135. ISSN 2397-3269. https://bmjophth.bmj.com/content/3/1/e000135. 
  22. «Επιστημονικά σύμβολα κατά Braille στον ελληνικό χώρο: Εφαρμογή σε συστήματα πληροφορικής για τυφλούς» (PDF). Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης των Τυφλών. 2003. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2021. 
  23. Bainbridge, James W.B.; Smith, Alexander J.; Barker, Susie S.; Robbie, Scott; Henderson, Robert; Balaggan, Kamaljit; Viswanathan, Ananth; Holder, Graham E. και άλλοι. (2008-05-22). «Effect of Gene Therapy on Visual Function in Leber's Congenital Amaurosis». New England Journal of Medicine 358 (21): 2231–2239. doi:10.1056/NEJMoa0802268. ISSN 0028-4793. PMID 18441371. https://doi.org/10.1056/NEJMoa0802268. 
  24. «Assistive technology for children and young people with low vision» (στα αγγλικά). The Cochrane database of systematic reviews (6). 2015-06-18. doi:10.1002/14651858.CD011350.pub2. ISSN 1469-493X. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/26086876/. 
  25. Barker, Lucy; Thomas, Rachel; Rubin, Gary; Dahlmann‐Noor, Annegret (2015-03-04). «Optical reading aids for children and young people with low vision». The Cochrane Database of Systematic Reviews 2015 (3). doi:10.1002/14651858.CD010987.pub2. ISSN 1469-493X. PMID 25738963. PMC 6769181. https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC6769181/. 
  26. van Nispen, Ruth MA; Virgili, Gianni; Hoeben, Mirke; Langelaan, Maaike; Klevering, Jeroen; Keunen, Jan EE; van Rens, Ger HMB (2020-01-27). «Low vision rehabilitation for better quality of life in visually impaired adults». The Cochrane Database of Systematic Reviews 2020 (1). doi:10.1002/14651858.CD006543.pub2. ISSN 1469-493X. PMID 31985055. PMC 6984642. https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC6984642/. 

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]