Αποκλεισμός των νέων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το The Incubators Youth Outreach Network-Nigeria είναι ένα πρόγραμμα που ιδρύθηκε από την εκκλησία στη Νιγηρία με στόχο την αποφυγή της βίας μέσα από το οποίο παρέχεται υποστήριξη και επαγγελματική κατάρτιση σε νέους που αντιμετωπίζουν αποκλεισμό λόγω της ανεργίας και των εμποδίων στην εκπαίδευση.

Ο αποκλεισμός των νέων είναι μια μορφή κοινωνικού αποκλεισμού κατά την οποία οι νέοι βρίσκονται κοινωνικά σε μειονεκτική θέση όσον αφορά την ένταξη σε ιδρύματα και οργανισμούς μέσα στις κοινωνίες τους. Οι προβληματικές οικονομίες, η έλλειψη κυβερνητικών προγραμμάτων και τα εμπόδια στην εκπαίδευση είναι παραδείγματα δυσλειτουργιών στους κοινωνικούς θεσμούς που συμβάλλουν στον αποκλεισμό των νέων καθιστώντας δυσκολότερη τη μετάβασή τους στην ενήλικη ζωή. Τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναγνώρισαν πρόσφατα αυτές τις ελλείψεις στις οργανωτικές δομές των κοινωνιών και άρχισαν να επανεξετάζουν τις πολιτικές τους σχετικά με τον κοινωνικό αποκλεισμό.[1] Πολλές τέτοιες πολιτικές στοχεύουν στη νεολαία, δεδομένου ότι αυτή η δημογραφική ομάδα περνά μια μεταβατική περίοδο προς την ενήλικη ζωή. Γίνεται έτσι προσπάθεια να καθοριστούν οι επιλογές σταδιοδρομίας και τρόπου ζωής που θα επηρεάσουν τη μελλοντική κουλτούρα και τη δομή μιας κοινωνίας.[2]

Ο αποκλεισμός των νέων είναι πολυδιάστατος, δεδομένου ότι η ηλικία, η φυλή, το φύλο, η κοινωνική τάξη και ο τρόπος ζωής επηρεάζουν τις εμπειρίες των νέων σε μια δεδομένη κουλτούρα. Όλα αυτά καθορίζουν τον βαθμό στον οποίο ο κάθε νέος βιώνει τον αποκλεισμό. Ομοίως, ο αποκλεισμός των νέων επηρεάζεται από κάθε συγκεκριμένο πλαίσιο. Αυτό σημαίνει ότι η νεολαία αποκλείεται από την κοινωνία με διαφόρους τρόπους ανάλογα με τις πολιτιστικές και χωροταξικές ιδιαιτερότητες. Μια απλή διαφορά μεταξύ των ευκαιριών και των εφοδίων που παρέχονται σε μια γειτονιά μπορεί να δημιουργήσει χάσμα μεταξύ των νέων που συμπεριλαμβάνονται και των νέων που αποκλείονται από τις κοινότητές τους. Μια άλλη σκέψη είναι ότι ο αποκλεισμός των νέων είναι σχεσιακός, στον βαθμό που ο κοινωνικός αποκλεισμός περιλαμβάνει δύο μέρη, αυτούς που αποκλείουν και αυτούς που αποκλείονται.[3] Όσον αφορά τον αποκλεισμό των νέων, αυτοί που αποκλείουν είναι συχνά παλιότερες γενιές που πιστεύουν ότι οι υπηρεσίες οικονομικής υποστήριξης και οι θεσμοί που βοηθούν τους νέους θέτουν σε κίνδυνο το δικό τους άνετο βιοτικό επίπεδο. Όλοι αυτοί οι δημογραφικοί, πολιτιστικοί και χωρικοί παράγοντες συμβάλλουν στην παγκόσμια εμπειρία του αποκλεισμού των νέων.

Οι ρίζες του αποκλεισμού των νέων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο αποκλεισμός των νέων μπορεί να εξεταστεί χωρίζοντας τις αιτίες του σε κοινωνικές και πολιτιστικές. Οι δομικοί λόγοι αποκλεισμού περιλαμβάνουν ανισότητες στην εξουσία, όπως αυτές που δημιουργούνται στις αγορές στέγασης και εργασίας. Η παρατεταμένη ανεργία και το χαμηλό εισόδημα ενδέχεται να επηρεάσουν την ικανότητα ενός ατόμου να έχει πρόσβαση σε κοινωνικές δομές που προάγουν ένα άτομο στην κοινωνία ανοίγοντας πόρτες σε νέες ευκαιρίες και δημιουργώντας αίσθηση αποδοχής και ένταξης στην κοινωνία.[4] Επίσης, σε διαρθρωτικό επίπεδο, οι νέοι αποκλείονται από την ευρύτερη κοινωνία λόγω εμποδίων στην εκπαίδευση και μεροληπτικών κρατικών πολιτικών.

Πολιτιστικοί παράγοντες που επηρεάζουν τον αποκλεισμό των νέων είναι οι αντιδράσεις σε κοινωνικά δομημένες κατηγορίες όπως η φυλή και το φύλο. Αυτές οι ταξινομήσεις μπορεί επίσης να οδηγήσουν στον αποκλεισμό ενός ατόμου από την κοινωνία.[4] Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η νεολαία είναι περιθωριοποιημένη επειδή επιλέγει να διαχωρίζει τη θέση της από την κυρίαρχη κοινωνία, συμμετέχοντας σε εναλλακτικούς τρόπους ζωής και σε υποκουλτούρες. Άλλοι, ωστόσο, θεωρούν αυτή την επιλογή μια «αναγκαστική», υποκινούμενη από φόβο διαφόρων ειδών διακρίσεων. Ο Μακντόναλντ παρουσιάζει το παράδειγμα ενός νεαρού μαύρου στο Ηνωμένο Βασίλειο που επιλέγει να μην πάει στο πανεπιστήμιο επειδή «φοβάται τις διακρίσεις ως φοιτητής».[2] Σε αυτό το παράδειγμα δομικά αλλά και πολιτιστικά εμπόδια έκαναν αυτόν τον νέο να νιώθει αποκλεισμένος από την κοινωνία. Λόγω κοινωνικής πίεσης, αποφάσισε να μείνει στο περιθώριο, και με αυτόν τον τρόπο αρνήθηκε στον εαυτό του την πρόσβαση στην εκπαίδευση. Σε αυτή την περίπτωση, η εκπαίδευση απέτυχε ως κοινωνική δομή να παράσχει σε αυτό το άτομο την κοινωνική ένταξη.

Φτώχεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η φτώχεια είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες που συμβάλλουν στη διαιώνιση του αποκλεισμού των νέων.[5] Η φτώχεια είναι μια κατάσταση απομόνωσης που επηρεάζει τις κοινωνικές σχέσεις και την ικανότητα των ανθρώπων να συνεισφέρουν σε συγκεκριμένες δραστηριότητες που χτίζουν κοινότητες.[3] Όπως εξηγεί ο κοινωνιολόγος Peter Townshend .

«Μπορούμε να πούμε ότι τα άτομα, οι οικογένειες και οι ομάδες βρίσκονται σε φτώχεια όταν… τα έσοδά τους είναι τόσο σοβαρά χαμηλότερα από εκείνα που έχει το μέσο άτομο ή η μέση οικογένεια, που στην πραγματικότητα αποκλείονται από τα συνηθισμένα πρότυπα ζωής, τα έθιμα και τις δραστηριότητες».[6]

Πράγματι, η φτώχεια μπορεί να βλάψει την ικανότητα ενός ατόμου να συμμετέχει στην πολιτική, τη στέγαση και τις αγορές εργασίας, τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και δραστηριότητες που σχετίζονται με την λαϊκή κουλτούρα. Αυτές οι δραστηριότητες από τις οποίες αποκλείονται όσοι βρίσκονται σε κατάσταση φτώχειας μπορούν να επηρεάσουν τις ευκαιρίες κοινωνικής δικτύωσης των νέων και συνεπώς τη μελλοντική ένταξή τους ή τον αποκλεισμό τους από την κοινωνία.

Αποκλεισμός νέων από τις τοπικές κοινωνίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δεδομένου ότι ο ορισμός του αποκλεισμού των νέων ποικίλλει μεταξύ των πολιτισμών, η έννοια πρέπει να περιλαμβάνει μια ανάλυση του τι σημαίνει να είσαι μέλος μιας δεδομένης κοινωνίας, για παράδειγμα, "ανάλυση του τι σημαίνει να είσαι Αιγύπτιος, Μαροκινός, Ιρανός ή Σύρος, να είσαι μουσουλμάνος, Άραβας κ.ο.κ.»[3] Μέσα σε μια χώρα, οι γειτονιές ή οι ευρύτερες κοινότητες μπορούν να χωριστούν με τέτοιο τρόπο ώστε ακόμη και διαφορετικοί νέοι μέσα σε έναν πολιτισμό να βιώνουν αποκλεισμό σε διαφορετικά επίπεδα.[7] Η παγκοσμιοποίηση δημιουργεί συγκριτικούς αποκλεισμούς στις κοινωνίες. «Η παγκοσμιοποίηση έχει δώσει στον καταμερισμό εργασίας μια ισχυρή διεθνή διάσταση, που ευνοεί έντονα τη Δύση έναντι της Αφρικής. Επίσης, μείωσε την οικονομική ισχύ των αφρικανικών κρατών και έθεσε τον έλεγχο των οικονομιών τους στα χέρια πολυεθνικών ομάδων με πρωταρχική εξάρτηση από τις μητέρες χώρες τους στην Ευρώπη και την Αμερική».[8] Έτσι, οι νέοι που εισέρχονται στην αγορά εργασίας στον Παγκόσμιο Νότο επηρεάζονται από τις ενέργειες των χωρών στον Παγκόσμιο Βορρά.

Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική (MENA)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, ο αποκλεισμός των νέων έχει διάφορες διαστάσεις. Όπως και σε άλλες περιοχές, η ανεργία των νέων είναι υψηλή, με περιφερειακό μέσο όρο της ανεργίας 25% μεταξύ των ατόμων ηλικίας 15 έως 24 ετών,[9] που φτάνει το 37% στο Μαρόκο και το 73% στη Συρία.[3] Υπάρχει επίσης ένα σημαντικό επίπεδο κατακερματισμού της αγοράς εργασίας που σχετίζεται με την οικονομική αναδιάρθρωση και ζητήματα που σχετίζονται με το εξωτερικό.

Επιπλέον, ο αποκλεισμός των νέων στις περιοχές αυτές επιδεινώνεται ανάλογα με το φύλο, είτε λόγω αναγκών και προσδοκιών για την ανατροφή παιδιών, διαχωρισμού των φύλων, γονικής επιρροής ή άλλων πολιτιστικών ή θρησκευτικών λόγων. Για παράδειγμα, σε σύγκριση με το 63% των οικονομικά ενεργών ανδρών ηλικίας 15 έως 24 ετών, μόνο το 22% των γυναικών από την ίδια ηλικιακή ομάδα ήταν οικονομικά ενεργές στην Αίγυπτο το 2006.[10]

Ως αποτέλεσμα της ανεργίας των νέων, οι νέοι έχουν την τάση να παρατείνουν την εκπαίδευσή τους και να καθυστερούν τον γάμο και τη δημιουργία οικογένειας. Όπως η Ευρώπη, έτσι και σε αυτές τις χώρες, η νεολαία καθυστερεί να φύγει από το σπίτι, να παντρευτεί και να δημιουργήσει οικογένεια.

Οι συνέπειες του αποκλεισμού των νέων σε αυτές τις περιοχές είναι ότι πολλοί από αυτούς μπαίνουν αναγκαστικά σε μια περίοδο αναμονής, κατά την οποία απλώς περιμένουν να ξεκινήσει η ζωή τους, με μεγάλες περιόδους ανεργίας κατά τη διάρκεια των οποίων ζουν με τους γονείς τους και είναι οικονομικά ανίκανοι να επιδιώξουν γάμο ή την απόκτηση σπιτιού. Ενώ η καθυστέρηση του γάμου είναι μια τάση που παρατηρείται σε πολλές κοινωνίες, οι προσαρμογές σε κάθε κοινωνία ποικίλλουν, με αποτέλεσμα στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη να θεωρείται φυσιολογικό να συγκατοικούν νεαρά ανύπαντρα ζευγάρια, ενώ στη Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική κάτι τέτοιο να θεωρείται απαράδεκτο. Αντίθετα, ένας αυξανόμενος αριθμός νέων συμμετέχουν σε nikah urfi, δηλαδή σε προσωρινούς γάμους,[11] που προσφέρουν ελάχιστη ασφάλεια στη σύζυγο και σε κάθε απόγονο του ζεύγους. Ο ψυχολογικός αντίκτυπος είναι επίσης σημαντικός, με την ανεργία να οδηγεί σε κατάθλιψη και κοινωνική απομόνωση, που συχνά εκδηλώνονται και σωματικά. Υπάρχει σημαντική ανησυχία στη διεθνή κοινότητα ότι αυτοί οι απομονωμένοι νέοι προσεγγίζονται από εξτρεμιστικές ομάδες όπως η Αλ Κάιντα, οι οποίες εκμεταλλεύονται την αίσθηση του κοινωνικού αποκλεισμού και της απελπισίας τους.

Ινδία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η έλλειψη απασχόλησης στην Ινδία έχει προκαλέσει τον αποκλεισμό, ιδιαίτερα νέων ανδρών, από την κοινωνία. Παρά τις προχωρημένες σπουδές τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, οι νέοι άνδρες δεν μπορούν να βρουν δουλειά. Η απόσυρση του κράτους από τη χρηματοδότηση της εκπαίδευσης συνέβαλε καθοριστικά στη διαιώνιση του αποκλεισμού των νέων στην Ινδία. Η αντίδραση των νέων ήταν να συμμετάσχουν σε άτυπες ομάδες άλλων νέων που συγκεντρώνονται στις γωνιές των δρόμων ή σε τεϊοποτεία για να περάσουν την ώρα τους. Αυτές οι ομάδες έχουν μια αίσθηση ανικανότητας λόγω της αδυναμίας τους να ενταχθούν στην κοινωνία με παραγωγικό τρόπο. Η κακή οικονομία και η έλλειψη θέσεων εργασίας σε αυτήν την περίπτωση είναι τα αίτια του αποκλεισμού της νεότερης γενιάς, δημιουργώντας κοινωνικά φαινόμενα που χαρακτηρίζονται ως «timepass» (περνώ την ώρα μου).[12] Αυτός ο αποκλεισμός επηρεάζει τη μετάβαση των νέων ανδρών στην ενηλικίωση, καθιστώντας δύσκολο για τους άνδρες να παντρευτούν, να βρουν στέγη και να ανταποκριθούν στα πολιτιστικά πρότυπα του ανδρισμού. Παράλληλα, από τις νεαρές γυναίκες απαγορεύτηκε η συμμετοχή στις συζητήσεις και τις ανεπίσημες συναντήσεις των νέων ανδρών για να αντιμετωπίσουν τον αποκλεισμό. Αυτός ο διαχωρισμός επηρεάζεται από τους προκαθορισμένους ρόλους των φύλων που έχουν διαμορφωθεί από την τοπική κουλτούρα.[12]

Νιγηρία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση της Νιγηρίας βλέπει τους νέους ως μια ομάδα «που περνά μέσα από πνευματική και σωματική αναπτυξιακή διαδικασία προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της ενηλικίωσης».[8] Αυτός ο ορισμός περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα νέων στη Νιγηρία που χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν τον αγώνα της πολιτικής αβεβαιότητας. Εκτός από τις κυβερνητικές αναταραχές, η νεολαία της Νιγηρίας έχει αντιμετωπίσει και εμπόδια στην εκπαίδευση. Όταν αυτοί οι νέοι αποκλείονται από τη μελλοντική επιτυχία λόγω ασταθούς πολιτικού και εκπαιδευτικού περιβάλλοντος, χρησιμοποιούν βία για να διαμαρτυρηθούν κατά της κοινωνίας. Συχνά αυτή η βία απευθύνεται στο κράτος.

Στη Νιγηρία, ο πολιτικός και κοινωνικός αποκλεισμός συμβαίνει όταν άτομα σε θέσεις εξουσίας παρακρατούν εφόδια ή γνώσεις από την κοινωνία, βλάπτοντας άμεσα τον νεανικό πληθυσμό που είναι ο πιο ανασφαλής από οικονομική άποψη και έλλειψη δικτύων που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη διευκόλυνση μιας επιτυχημένης μετάβασης στην ενηλικίωση. Έτσι, η βία γίνεται εργαλείο κοινωνικής αλλαγής.[8]

Καναδάς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο αποκλεισμός των νέων στον Καναδά έχει οδηγήσει σε προβλήματα αυξημένης έλλειψης στέγης και αστάθειας στον νεανικό πληθυσμό. Ο Στίβεν Γκετς καταδεικνύει μια μοναδική κατάσταση που δημιουργείται μεταξύ της καναδικής νεολαίας η οποία αντιμετωπίζει στιγματισμό από την κοινωνία.

«Για τους νέους που μένουν άστεγοι, ο κοινωνικός αποκλεισμός βιώνεται σε πολλούς τομείς: από την πρόσβαση σε στέγη και στέγαση, την απασχόληση και τον υγιεινό τρόπο ζωής, για παράδειγμα».[13]

Η έλλειψη πρόσβασης σε ορισμένες κοινωνικές οργανώσεις και δίκτυα όχι μόνο έχει αποκλείσει τη νεολαία, αλλά έχει δημιουργήσει ένα στίγμα στο οποίο η κοινωνία βλέπει τους άστεγους νέους στον Καναδά ως εγκληματίες. Αυτή η ποινικοποίηση είναι μεγαλύτερη στους νέους, επειδή είναι γνωστό ότι οι νέοι αντιμετωπίζουν μεταβάσεις στις οποίες ενδέχεται να εμπλακούν σε πιο επικίνδυνες συμπεριφορές.[13]

Κόστος αποκλεισμού για την κοινωνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κόστος του αποκλεισμού των νέων μπορεί να μετρηθεί με βάση την πολυδιάστατη φύση του. Αυτό περιλαμβάνει τον τρόπο με τον οποίο ο συνδυασμός φυλής, φύλου, τάξης και κοινωνικής θέσης επηρεάζει την ικανότητα των νέων να έχουν πρόσβαση στην απασχόληση, την εκπαίδευση ή άλλα κοινωνικά δίκτυα που είναι αναγκαία για τη μετάβασή τους στην ενηλικίωση. Ο αποκλεισμός μπορεί να διατηρήσει αρνητικές προκαταλήψεις ή στερεότυπα μέσα σε μια κουλτούρα.[7] Ο σεξισμός συνεχίζει να είναι μια μορφή αυτού του προβλήματος. Τα κορίτσια αποδεικνύονται πιο ευαίσθητα στην αναγνώριση του φυλετικού αποκλεισμού από τους συνομηλίκους τους, καθώς αντιμετωπίζουν επίσης διακρίσεις λόγω φύλου στο σχολικό περιβάλλον.[7] Οι πολιτιστικές νόρμες που σχετίζονται με το φύλο παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαιώνιση του διαχωρισμού, δημιουργώντας ανισότητες μεταξύ των νέων. Τα εμπόδια πρόσβασης σε κοινωνικούς οργανισμούς και σε ευκαιρίες μπορεί να οδηγήσουν σε ανεπιθύμητες συνέπειες, όπως η εγκληματικότητα και η βία. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα στα οποία η νεολαία έχει σχηματίσει ομάδες που αντιτίθενται σε καταπιεστικές και απολυταρχικές κυβερνήσεις μέσω βίαιων διαδηλώσεων, ειδικά στα αφρικανικά κράτη.[8] Οι νέοι Ινδοί που βιώνουν το «timepass» παρουσιάζουν επίσης σημάδια αυξημένης επιθετικότητας. Συγκεκριμένα αυτή η επιθετικότητα είναι στραμμένη προς τις γυναίκες, αφού οι νέοι άνδρες αισθάνονται ανίσχυροι στην παρούσα κατάσταση της ανεργίας τους.[12]

Μέτρα κατά του αποκλεισμού των νέων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κοινωνιολόγος Ρουθ Λέβιτας αναφέρεται σε τρεις κοινωνιολογικές ερμηνείες για την εξέταση τρόπων με τους οποίους οι κοινωνίες μπορούν να θεραπεύσουν τον κοινωνικό αποκλεισμό. Αυτές οι τακτικές επηρεάζουν τη νεολαία επειδή σχετίζονται με την αγορά εργασίας δηλαδή με τον τρόπου που οι νέοι αρχίζουν να αποκτούν οικονομική ανεξαρτησία. Η θεωρία της αναδιανομής βλέπει τη φτώχεια ως τον μεγαλύτερο παράγοντα που συμβάλλει στον κοινωνικό αποκλεισμό. Αυτή η θεωρία εστιάζει στη μεταφορά πόρων και πρόνοιας σε όσους έχουν ανάγκη. Μια άλλη θεωρία κατηγορεί τις ατομικές επιλογές για την πρόκληση κοινωνικού αποκλεισμού. Αυτή η θεωρία προτείνει την τιμωρία ως μέσο αντιμετώπισης του κοινωνικού αποκλεισμού. Η τελευταία θεωρία, αυτή της κοινωνικής ολοκλήρωσης, βλέπει την αγορά εργασίας ως εχθρό του κοινωνικού αποκλεισμού και ως εκ τούτου διερευνά τρόπους για να προσελκύσει περισσότερους ανθρώπους στο εργατικό δυναμικό.[2][14]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ambrosio, Conchita D. and Carlos Gradín. 2003. "Income Distribution and Social Exclusion of Children: Evidence from Italy and Spain in the 1990s*." Journal of Comparative Family Studies 34(3):479-XII
  2. 2,0 2,1 2,2 «Document unavailable - ProQuest». www.proquest.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 18 Αυγούστου 2023. 
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 Silver, Hilary (2007). «Social Exclusion: Comparative Analysis of Europe and Middle East Youth». Middle East Youth Initiative Working Paper No. 1: 5–6. 
  4. 4,0 4,1 «Document unavailable - ProQuest». www.proquest.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 18 Αυγούστου 2023. 
  5. Concannon, Liam (2008). «Citizenship, sexual identity and social exclusion». International Journal of Sociology and Social Policy 28 (9/10): 326–339. doi:10.1108/01443330810900176. 
  6. Levitas, R. (2006) "The concept and measurement of social exclusion" Αρχειοθετήθηκε 2016-03-04 στο Wayback Machine. In C. Pantazis, D. Gordon and R. Levitas (eds.) Poverty and Social Exclusion in Britain: The Millennium Survey, Bristol, Policy Press. (ISBN 978-1-86134-374-1)
  7. 7,0 7,1 7,2 Ruck, Martin D.; Park, Henry; Killen, Melanie; Crystal, David S. (2011). «Intergroup Contact and Evaluations of Race-Based Exclusion in Urban Minority Children and Adolescents». Journal of Youth and Adolescence 40 (6): 633–643. doi:10.1007/s10964-010-9600-z. PMID 21052799. PMC 4090110. https://archive.org/details/sim_journal-of-youth-and-adolescence_2011-06_40_6/page/633. 
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 Makwemoisa, Anthonia (2002). «Youth Existence and the Conditions of Exclusion and Underdevelopment in Nigeria». Journal of Cultural Studies 4. doi:10.4314/jcs.v4i1.6190. 
  9. Navtej Dhillon & Tarik Yousef, “Inclusion: Meeting the 100 Million Youth Challenge,” Αρχειοθετήθηκε 2014-03-10 στο Wayback Machine. Middle East Youth Initiative, 2007
  10. Ragui Assaad & Ghada Barsoum, “Youth Exclusion in Egypt: In Search of Second Chances,” Middle East Youth Initiative Working Paper (September 2007)
  11. Diane Singerman, “The Economic Imperative of Marriage: Emerging Practices and Identities among Youth in the Middle East,” Middle East Youth Initiative Working Paper (September 2007)
  12. 12,0 12,1 12,2 Jeffrey, Craig (2010) Timepass: Youth, Class, and the Politics of Waiting in India, Stanford, Stanford University Press, 2010. (ISBN 978-0-8047-7073-6)
  13. 13,0 13,1 Gaetz, Stephen (2004). «Safe Streets for Whom? Homeless Youth, Social Exclusion, and Criminal Victimization». Canadian Journal of Criminology and Criminal Justice 46 (4): 423–456. doi:10.3138/cjccj.46.4.423. https://archive.org/details/sim_canadian-journal-of-criminology-and-criminal-justice_2004-07_46_4/page/423. 
  14. Mathieson, Jane; Popay, Jennie; Enoch, Etheline; Escorel, Sarah; Hernandez, Mario; Johnston, Heidi; Ristel, Laetitia (September 2008). «Social Exclusion Meaning, measurement and experience and links to health inequalities: A review of literature». Commission on Social Determinants of Health: 18. https://www.who.int/social_determinants/media/sekn_meaning_measurement_experience_2008.pdf.pdf. Ανακτήθηκε στις 29 October 2014.