Ίβο Άντριτς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ίβο Άντριτς
ΌνομαΊβο Άντριτς
Γέννηση9 Οκτωβρίου 1892
Ντόλατς, Αυστροουγγαρία (στη σημερινή Βοσνία και Ερζεγοβίνη)
Θάνατος13 Μαρτίου 1975 (82 ετών)
Βελιγράδι, Γιουγκοσλαβία
Επάγγελμα/
ιδιότητες
συγγραφέας[1][2], μυθιστοριογράφος[2], διπλωμάτης[2], ποιητής[2] και δοκιμιογράφος[2]
ΕθνικότηταΓιουγκοσλάβος
ΥπηκοότηταΣοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας
Σχολές φοίτησηςΠανεπιστήμιο του Γκρατς, Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο του Ζάγκρεμπ, Πανεπιστήμιο της Βιέννης και Faculty of Philosophy of the Jagiellonian University
Σύζυγος(οι)Milica Babić-Jovanović (27  Σεπτεμβρίου 1958, 24  Μαρτίου 1968)
Commons page Πολυμέσα σχετικά με τoν συγγραφέα

Ο Ίβο Άντριτς (9 Οκτωβρίου 189213 Μαρτίου 1975) ήταν Γιουγκοσλάβος συγγραφέας, βραβευμένος με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1961.

Η βιογραφία του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στο Ντόλατς, κοντά στο Τράβνικ, από καθολική οικογένεια Κροατών από το Σαράγεβο. Μετά το θάνατο του πατέρα του, δύο χρόνια αργότερα, η μητέρα του τον εμπιστεύτηκε σε συγγενείς στο Βίσεγκραντ, στον ποταμό Δρίνο, καθώς ήταν πολύ φτωχή και δεν μπορούσε να τον μεγαλώσει. Εκεί τελείωσε το δημοτικό και έπειτα επέστρεψε στο Σαράγεβο, όπου πήγε γυμνάσιο. Τότε ξεκίνησε να γράφει ποιήματα. Ενώ ήταν ακόμα μαθητής έγινε μέλος της οργάνωσης Mlada Bosna (Νεα Βοσνία) και στήριζε τον αγώνα για ανεξαρτησία.

Το 1912, χάρη σε μια υποτροφία, άρχισε να σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο του Ζάγκρεμπ. Τον επόμενο χρόνο πήγε στη Βιέννη, όπου παρακολούθησε μαθήματα ιστορίας, φιλοσοφίας και λογοτεχνίας. Όμως το κλίμα της Βιέννης έβλαψε την υγεία του και έτσι αναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές εκεί και να συνεχίσει στο τμήμα φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Κρακοβίας.

Στις 28 Ιουνίου 1914, μόλις ο Άντριτς έμαθε για τη δολοφονία του Αρχιδούκα Φερδινάρδου από τον Σέρβο εθνικιστή Γκαβρίλο Πρίντσιπ, έφυγε από την Κρακοβία. Συνελήφθη όμως από την αυστριακή αστυνομία στο Σπλιτ για την πολιτική του δράση και φυλακίστηκε αρχικά στο Σίμπενικ και αργότερα στο Μάριμπορ, όπου παρέμεινε φυλακισμένος μέχρι τον Μάρτιο του 1915. Μετά την απελευθέρωσή του και αφού παρέμεινε ένα διάστημα υπό περιορισμό, ο Άντριτς πήγε στο Ζάγκρεμπ όπου ξεκίνησε να εκδίδει το λογοτεχνικό περιοδικό Λογοτεχνικός Νότος. Τότε εξέδωσε και την πρώτη του ποιητική συλλογή. Στο Ζάγκρεμπ τον βρήκε η κατάρρευση της Αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας και η δημιουργία του βασιλείου των Σέρβων, των Κροατών και των Σλοβένων.

Το 1920 ξεκίνησε τη διπλωματική του καριέρα με το διορισμό του στο Βατικανό. Ακολούθησαν αποστολές στο Βουκουρέστι και στην Τεργέστη, και το 1923 έγινε υποπρόξενος στο Γκρατς. Καθώς δεν είχε πτυχίο πανεπιστημίου, για να παραμείνει στο διπλωματικό σώμα γράφτηκε στη φιλοσοφική σχολή του Γκρατς και τον Ιούνιο του 1924, υποστήριξε την πτυχιακή του εργασία για την πρόοδο της πνευματικής ζωής στην Οθωμανική αυτοκρατορία.

Μετά από παραμονή δύο χρόνων στο Βελιγράδι, διορίστηκε υποπρόξενος πρώτα στη Μασσαλία, τον Οκτώβριο του 1926, και έπειτα στη Μαδρίτη, το 1928. Αργότερα μετατέθηκε στις Βρυξέλλες και έπειτα στη Γενεύη, όπου εκπροσώπησε τη Γιουγκοσλαβία στην Κοινωνία των Εθνών. Η κορύφωση της διπλωματικής του καριέρας ήρθε το 1933 με τον διορισμό του ως πρέσβη στο Βερολίνο. Προτού παραιτηθεί από τη θέση αυτή, το 1941, προσπάθησε να γλυτώσει από τη φυλακή πολλούς Πολωνούς διανοούμενους, των οποίων η χώρα ήταν ήδη υπό γερμανική κατοχή, χωρίς όμως τη στήριξη της γιουγκοσλαβικής κυβέρνησης που συχνά έβαζε εμπόδια στην προσπάθειά του αυτή. Μετά την παραίτησή του επέστρεψε στο Βελιγράδι και, τον Νοέμβριο του 1941, αποσύρθηκε από το διπλωματικό σώμα και αρνήθηκε να λάβει τη σύνταξη. Αρνήθηκε να υπογράψει το κάλεσμα για καταδίκη της αντίστασης στις δυνάμεις κατοχής όπως και να δημοσιεύσει οποιοδήποτε έργο του «ενώ υπάρχει κόσμος που υποφέρει και πεθαίνει».

Μετά τον πόλεμο έγινε πρόεδρος της Ένωσης Γιουγκοσλάβων Συγγραφέων και του Συλλόγου για την πολιτιστική συνεργασία με την ΕΣΣΔ, εξέδωσε πολλά έργα του και έδωσε πολλές διαλέξεις. Το 1961 βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας «για την επική δύναμη των λογοτεχνικών του θεμάτων και τον τρόπο που απεικονίζει την ανθρώπινη μοίρα, αντλώντας υλικό από την ιστορία της πατρίδας του».

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του η κατάσταση της υγείας του είχε επιδεινωθεί και παρέμενε μεγάλα χρονικά διαστήματα στο νοσοκομείο.

Τα έργα του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα χρόνια που υπηρέτησε ως διπλωμάτης σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις εξέδωσε πολλά έργα του. Τα τρία πιο γνωστά αποτελούν τη «Βοσνιακή τριλογία» (βλ. αμέσως πιο κάτω). Γράφηκαν στη διάρκεια του πολέμου, εκδόθηκαν μετά το τέλος του (1945) και μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες.Έργα του που μεταφράστηκαν και στα ελληνικά είναι:

  • Βοσνιακή τριλογία (1945)
    • Na Drini cuprija (Το γεφύρι του Δρίνου) ― μετάφρ. Κωστής Μεραναίος (ως «Είναι ένα γεφύρι στον Δρίνο: το χρονικό του Βίσεγκραντ», εκδ. "Δημ. Δαρεμάς", 1962) ― μετάφρ. Χρήστος Γκουβής (εκδ. Καστανιώτη, 1997)
    • Travnicka hronika (Το χρονικό του Τράβνικ) ― μετάφρ. Κωστής Μεραναίος & Λένα Πολίτου (εκδ. "Δ. Δαρεμάς", 1963) ― μετάφρ. Χρήστος Γκουβής (εκδ. Καστανιώτη, 1999)
    • Gospođica (Η δεσποινίδα) ― μετάφρ.Ελευθέριος Ράδος (εκδ. "Παρατηρητής") ― μετάφρ. Χρήστος Γκουβής (εκδ. Καστανιώτη, 2001)
  • Ταραγμένοι καιροί ― μετάφραση Χρήστος Γκουβής (εκδ. Καστανιώτη, 2002)
  • Δίψα ― μετάφραση Χρήστος Γκουβής (εκδ. Καστανιώτη, 2009)
  • Το σπίτι στην άκρη της πόλης ― μετάφραση Χρήστος Γκουβής (εκδ. Καστανιώτη, 2005)
  • Prokleta avlija (Η καταραμένη αυλή, 1954) ― μετάφρ.Λάζαρος Χατζηπροδρομίδης (εκδ. "Θεμέλιο", 1982) ― μετάφρ. Ιωάννης Κωτούλας (εκδ. Νέα Σύνορα - Λιβάνης, 1992) ― μετάφρ. Χρήστος Γκουβής (εκδ. Καστανιώτη, 2012)
  • Smrt u Sinanovoj tekiji (Ο θάνατος στον τεκέ του Σινάν) - μετάφρ. Zoran Mutić (εκδ. "Παρατηρητής", 1998)

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]