Μετάβαση στο περιεχόμενο

Περί της Περεγρίνου τελευτής

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περί της Περεγρίνου τελευτής
ΣυγγραφέαςΛουκιανός
ΤίτλοςΠερὶ τῆς Περεγρίνου Τελευτῆς
De Morte Peregrini
Γλώσσααρχαία ελληνικά
Ημερομηνία δημιουργίας169[1]
«ἔπειτα δὲ ὁ νομοθέτης ὁ πρῶτος ἔπεισεν αὐτοὺς ὡς ἀδελφοὶ πάντες εἶεν ἀλλήλων,[2] ἐπειδὰν ἅπαξ παραβάντες θεοὺς μὲν τοὺς Ἑλληνικοὺς ἀπαρνήσωνται, τὸν δὲ ἀνεσκολοπισμένον ἐκεῖνον σοφιστὴν αὐτὸν προσκυνῶσιν καὶ κατὰ τοὺς ἐκείνου νόμους βιῶσιν. καταφρονοῦσιν οὖν ἁπάντων ἐξ ἴσης καὶ κοινὰ ἡγοῦνται, ἄνευ τινὸς ἀκριβοῦς πίστεως τὰ τοιαῦτα παραδεξάμενοι. ἢν τοίνυν παρέλθῃ τις εἰς αὐτοὺς γόης καὶ τεχνίτης ἄνθρωπος καὶ πράγμασιν χρῆσθαι δυνάμενος, αὐτίκα μάλα πλούσιος ἐν βραχεῖ ἐγένετο ἰδιώταις ἀνθρώποις ἐγχανών».

Λουκιανός, Περεγρίνου τελευτής, § 13 11-21

Έπειτα ο πρώτος τους νομοθέτης τους έπεισε πως είναι όλοι αδέλφια μεταξύ τους, άπαξ και γίνουν παραβάτες, απαρνηθούν τους Ελληνικούς θεούς, προσκυνούν τον εσταυρωμένο εκείνο σοφιστή και ζούν σύμφωνα με τους νόμους του. Καταφρονούν λοιπόν τα παντα αδιακρίτως και τα θεωρούν κοινά, αποδεχόμενοι, χωρίς συγκεκριμένη απόδειξη, τη διδασκαλία εκείνου. Αν επομένς ανάμεσά τους κάποιος αγύρτης κι επιτήδειος ικανός να επωφελείται από τις περιστάσεις, μπορεί πολύ γρήγορα να γίνει πλούσιος εξαπατώντας απλοϊκούς ανθρώπους.
μτφρ. φιλολογική ομάδα Κάκτου

«Λουκιανός͵ Σαμοσατεύς͵ ὁ ἐπικληθεὶς βλάσφημος ἢ δύσφημος ἢ ἄθεος εἰπεῖν μᾶλλον͵ ὅτι ἐν τοῖς διαλόγοις αὐτοῦ γελοῖα εἶναι καὶ τὰ περὶ τῶν θείων εἰρημένα παρατίθεται. Γέγονε δὲ ἐπὶ τοῦ Καίσαρος Τραιανοῦ καὶ ἐπέκεινα. ἦν δὲ οὗτος το πρὶν δικηγόρος ἐν Ἀντιοχείᾳ τῆς Συρίας͵ δυσπραγήσας δ΄ ἐν τούτῳ ἐπὶ τὸ λογογραφεῖν ἐτράπη καὶ γέγραπται αὐτῷ ἄπειρα. τελευτῆσαι δὲ αὐτὸν λόγος ὑπὸ κυνῶν͵ ἐπεὶ κατὰ τῆς ἀληθείας ἐλύττησεν·[3] εἰς γὰρ τὸν Περεγρίνου βίον κα θάπτεται τοῦ Χριστιανισμοῦ͵ καὶ αὐτὸν βλασφημεῖ τὸν Χριστὸν ὁ παμμίαρος. διὸ καὶ τῆς λύττης (λύσσας) ποινὰς ἀρκούσας ἐν τῷ παρόντι δέδωκεν͵ ἐν δὲ τῷ μέλλοντι κληρονόμος τοῦ αἰωνίου πυρὸς μετὰ τοῦ Σατανᾶ γενήσεται».

Λεξικό Σουίδα.[4]

Το Περί της Περεγρίνου τελευτής είναι έργο του Λουκιανού, όπου γίνεται λόγος για τη ζωή και τον θάνατο του κυνικού φιλοσόφου Περεγρίνου Πρωτέα. Γράφτηκε μετά (terminus post quem) το 165, αφού ο Περεγρίνος αυτοκτόνησε κατά την Ολυμπιάδα του έτους αυτού.[5]

Ο Περεγρίνος από το Πάριο, Ρωμαϊκή αποικία στην ανατολική είσοδο του Ελλησπόντου στα νιάτα του τιμωρήθηκε με «ραφανίδωσιν» [6](ῥαφανῖδι τήν πυγήν βεβυσμένος[7] ως ερασθείς μειράκιον), μετά τις περιπλανήσεις του στην Αρμενία και την Μικρά Ασία, έφτασε, σύμφωνα με τις πληροφορίες του Λουκιανού, στην Παλαιστίνη, ήρθε σε επαφή με Χριστιανούς, ασπάστηκε τη νέα θρησκεία κι έφτασε μάλιστα να φυλακιστεί για την πίστη του, κερδίζοντας έτσι τον τίτλο του «νέου Σωκράτη», αλλά και την υλική και ηθική υποστήριξη των άλλων πιστών. Στο μεταξύ, επιστρέφοντας στη γενέτειρά του, δωρίζει, για λόγους συμφέροντος όπως δηλώνει ο Λουκιανός, την περιουσία του στην πόλη, ακολουθώντας το παράδειγμα του Κυνικού Κράτη. Στη συνέχεια ενδύεται το φιλοσοφικό τρίβωνα και αναχωρεί για την Αίγυπτο, όπου μαθητεύει κοντά στον Κυνικό Αγαθόβουλο. Μετά σύντομη παραμονή στη Ρώμη, εξορίζεται και καταφεύγει στην Αθήνα. Τέλος, πιστός ενδεχομένως στις αρχές της Ινδικής φιλοσοφίας για τον πόνο και τον θάνατο, αποφασίζει να αυτοπυρποληθεί στην Ολυμπία.[8] Ο Αύλος Γέλλιος τον χαρακτηρίζει «vir gravis et constans», άνδρα νοσηρό και βεβαρημένο.[9]

Η άποψη του Λουκιανού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η άποψη του Λουκιανού είναι πως η μόνιμη μέριμνα του Περεγρίνου καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του δεν ήταν η αναζήτηση και εύρεση της αλήθειας, αλλά η δόξα. Επίμονες ήταν οι προσπάθειες του να εξαπατήσει τους αφελείς και να δημιουργήσει μύθο γύρω από το πρόσωπο του. Διαλέγει ως παρωνύμιο το όνομα Πρωτέας, αφήνοντας έτσι να εννοηθεί από τους γνώστες των ελληνικών μύθων πως διαθέτει το χάρισμα της μαντικής, ίδιο ξεχωριστού και θεόπνευστου άνδρα. Τα στοιχεία αυτά ωστόσο δεν είναι αρκετά να του προσδώσουν την πάνδημη φήμη που προσδοκά. Αποφασίζει λοιπόν να εντυπωσιάσει με το θάνατό του. Επιλέγει για τούτο την Ολυμπία, τον τόπο διεξαγωγής της μεγαλύτερης πανελλήνιας πανήγυρης. Η πυρά τον συνδέει με τον Ηρακλή, τον προστάτη θεό των Κυνικών, που αυτοπυρπολήθηκε και αποθεώθηκε στην Οίτη, με τον Εμπεδοκλή, τον φιλόσοφο που ρίχτηκε στον κρατήρα της Αίτνας, τον φοίνικα, το μυθικό πουλί που αναγεννάται, κατά την παράδοση, από τις στάχτες του, αλλά και τους χριστιανούς μάρτυρες.

Τα πολυζητημένα χωρία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο έργο αυτό, εκτός από ορισμένα αυτοβιογραφικά, έχουμε και τα πολυσυζητημένα χωρία για το Χριστό και τους Χριστιανούς, τα οποία το έκαμαν να συμπεριληφθεί στι κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων (Index Librorum Prohibitorum)[10] των ρωμαιοκαθολικών,[11] αλλά και να αποκηρυχθεί τον 10ο αιώνα ως κληρονόμος του πυρός μετά του σατανά κατά το λεξικό Σουίδα.

  1. «Ph. Renault - Catalogue des oeuvres de Lucien». Ανακτήθηκε στις 15  Απριλίου 2018.
  2. Ματθαίος, Κατά Μαθαίον 23.8.
  3. Λουκιανός, Δίκη συμφώνων(λυττώ αντί λυσσώ)
  4. Έκδ. Add Adler, Λειψία 1933
  5. Bompaire J. Lucien ecrivan υποσημ. σ. 472
  6. Αριστογάνους Νεφέλαι στχ. 1083 «τί δ'ἤν ῥαφανιδωθῆι τέφρα τε τιλθῆι»
  7. Αυτόθι § 9
  8. Άπαντα Λουκιανού, τόμ. 15, σ. 23 ISBN 960-352-019-5
  9. Αύλος Γέλλιος (Aulus Gellius), Noctes Atticae, XII, 11,1
  10. "Index of Prohibited Books", The Catholic Encyclopedia, 1913
  11. Βάγγος Παπαϊωάννου, Λουκιανός «Ο μεγαλύτερος σατυρικός της αρχαιότητας» σ. 110, 1976

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]