Περί του οίκου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

To Περί του οίκου είναι έργο του Λουκιανού (c.c. 160-Terminus ante quem- c. 170), που ανήκει στις προλαλιές ή έκφραση και εκφωνούνταν, συνήθως, για να προλειάνουν το έδαφος, τόσο για τον αγορεύοντα όσο και για τους ακροατές, σε μια μακρύτερη ομιλία που θ΄ ακολουθούσε.

Η διάρθρωση του λόγου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το όλον έργο, σύντομο, από τον προορισμό του, αποτελείται από 398 στ. και διαιρείται σε τέσσερα μέρη μαζί με τον επίλογο και την εισαγωγή. Στην εισαγωγή του περιγράφει τη συμμετρία του οικοδομήματος που φωτίζεται ευχάριστα και την αξιοθαύμαστη οροφή με το διάκοσμό της και γενικά τη μεγαλοπρέπεια της αίθουσας που όμως όλα αυτά δελεάζουν το ρήτορα και αποσπούν την προσοχή των ακροατών. Αναφέρεται στον Αχιλλέα που η οργή του επιτάθηκε με τη θέα των νέων όπλων που του έφερε η μητέρα του Θέτιδα. Στη συνέχεια παραθέτει παραδείγματα σχετικά με τη δύναμη των λόγων που δεν πρέπει να είναι αντάξια αντίπαλος της όρασης. Αυτό μπορεί να το αποδείξει και ο μύθος των Σειρήνων συγκρινόμενος με εκείνον των Γοργόνων. Οι πρώτες μάγευαν τους περαστικούς ταξιδιώτες στη θάλασσα παίζοντας μελωδική μουσική και κολακεύοντας τους με τα τραγούδια τους και όταν αυτοί προσόρμιζαν τους κρατούσαν για πολύ. Και κάποιος, σίγουρα, πέρασε δίπλα τους, αδιαφορώντας για τη μουσική τους. Αντίθετα, το κάλλος των Γοργόνων, επειδή ήταν υπερβολικά ισχυρό και μιλούσε στα πιο ευαίσθητα σημεία της ψυχής, αμέσως αποσβόλωνε όσους τις έβλεπαν και τους άφηνε άφωνους, έτσι ώστε, πέτρωναν από το θαυμασμό. Και για το παγόνι η ελκυστικότητα βρίσκεται στην εμφάνιση και όχι στη φωνή.[1] Και αν κάποιος βάλει δίπλα του το αηδόνι και τον κύκνο και τα προστάξει να κελαηδούν το παγόνι θα μείνει σιωπηλό. Τόσο ακαταμάχητη φαίνεται να είναι η απόλαυση των ματιών. Δεν πρέπει όμως να απορεί κανείς για το για την πεποίθησή μου, ότι όποιος ομιλήσει στην αίθουσα αυτή, θα τα καταφέρει.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]