Μετάβαση στο περιεχόμενο

Reggiane Re.2000

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Reggiane Re 2000
Το Re.2000 που εκτίθεται στο Μουσείο της Σουηδικής Πολεμικής Αεροπορίας στο Linköping
Τύποςμαχητικό αεροσκάφος
ΚατασκευαστήςReggiane
Χώρα προέλευσηςΙταλία
ΣχεδιασμόςRoberto Longhi
Παρθενική πτήση24 Μαΐου 1939
Αποσύρθηκε1945 (Σουηδία)
Κύριος χειριστήςΟυγγρική Πολεμική Αεροπορία
Άλλοι χειριστέςΙταλική Βασιλική Αεροπορία (Regia Aeronautica)
Luftwaffe
Σουηδική Πολεμική Αεροπορία
ΠαραλλαγέςMÁVAG Héja
Εξελίχθηκε σεReggiane Re.2001
Reggiane Re.2002
Reggiane Re.2003
Reggiane Re.2005

Το Reggiane Re.2000 ήταν ιταλικό μονοκινητήριο μονοπλάνο μαχητικό του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ήταν ένα ελαφρύ και ευέλικτο μαχητικό, ολομεταλλικής κατασκευής, σχεδιαστικά παρόμοιο με το Seversky P-35.[1] Παρόλο που επρόκειτο για προηγμένο τεχνολογικά αεροσκάφος, είχε αρκετές αδυναμίες.[2]

Παρόλο που ήταν ανώτερο από άλλα σύγχρονά του ιταλικά μαχητικά (συγκεκριμένα τα Fiat G.50 και Macchi C.200), η Ιταλική Βασιλική Αεροπορία (Regia Aeronautica) δεν το θεωρούσε ικανοποιητικό με συνέπεια η κατασκευάστρια Reggiane να εξαγάγει τα περισσότερα Re.2000 στην Ουγγαρία και στη Σουηδία.[3]

Σχεδιασμός και ανάπτυξη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Roberto Longhi και Antonio Alessio σχεδίασαν το Re.2000 το 1938.[2] Πηγή έμπνευσης τους ήταν το αμερικανικό Seversky P-35 στο οποίο το Re.2000 έμοιαζε επιφανειακά.[4] Ήταν το πρώτο αεροσκάφος της Reggiane με εξ ολοκλήρου μεταλλική δομή, αντί για ξύλινη ή μικτή, που ήταν ο κανόνας για τα περισσότερα ιταλικά αεροσκάφη της περιόδου. Το νέο μαχητικό είχε προηγμένα χαρακτηριστικά: μοντέρνα δομή και ελλειπτική πτέρυγα -με πέντε δοκούς- στην οποία αποθηκευόταν όλη η ποσότητα καυσίμου που μετέφερε. Η ακτίνα δράσης του ήταν 1100 km, σημαντικά μεγαλύτερη συγκριτικά με τα σύγχρονά του ιταλικά μαχητικά. Ο οπλισμός ήταν ισχνός και αποτελούνταν από δύο πολυβόλα Breda των 12,7 mm, ενώ ήταν δυνατή η μεταφορά βομβίδων.

Το πρωτότυπο πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση στις 24 Μαΐου 1939 στο Ρέτζο νελλ' Εμίλια με χειριστή τον Mario De Bernardi.[5] Το Re.2000 με 260 kg καυσίμου (το μέγιστο ήταν 460 kg/640 lt, αλλά η αεροπορία έκρινε ότι δεν ήταν αναγκαία τόσο μεγάλη ποσότητα) ήταν πολύ ελαφρύ: το βάρος του όταν ήταν κενό ήταν μόλις 2059 kg, ενώ έμφορτο έφτανε τα 2529 kg. Έφτασε μέγιστη ταχύτητα 518 km/h σε ύψος 5.250 μ. και 506 km/h σε ύψος 6.000 μ., η επιχειρησιακή οροφή ήταν 11.500 μ. ενώ μπορούσε να φτάσει σε ύψος 6.000 μ.σε 6,5 λεπτά.[6] Κατά τη διάρκεια των δοκιμών το Re.2000 απέδωσε εξαιρετικά, όντας σε πολλά σημεία ανώτερο από άλλα ιταλικά μαχητικά που βρίσκονταν σε παραγωγή.[2] Σε δοκιμαστικές αερομαχίες, χωρίς πραγματικά πυρά, αποδείχθηκε ότι το Re.2000 μπορούσε να αντιμετωπίσει μαχητικά όπως το διπλάνο Fiat CR.42,[7] αλλά και πιο σύγχρονους τύπους.

Η αχίλλειος πτέρνα του μαχητικού ήταν ο αναξιόπιστος αστεροειδής κινητήρας Piaggio P.XI RC 40, ισχύος 986 hp.[2] Επίσης δεν διέθετε αυτοφρασσόμενες δεξαμενές καυσίμου και δεν ήταν τόσο στιβαρό σαν κατασκευή όσο το Macchi.[8] Οι αυτές αδυναμίες συνέβαλαν στην απόφαση της αεροπορίας να μην εντάξει τον τύπο σε υπηρεσία.[1]

Το Re.2000GA (ιταλ. Grande Autonomia) ήταν έκδοση μεγάλης ακτίνας δράσης που μετέφερε επιπλέον 340 lt καυσίμου. Θα μπορούσαν να φτάσουν στην Ιταλική Ανατολική Αφρική, για να ενισχύσουν τις ιταλικές δυνάμεις που βρίσκονταν εκεί, αλλά δεν ήταν έτοιμα πριν την κατάληψη της αποικίας από τους Βρετανούς και τους Συμμάχους τους. Το Re.2000GA ήταν βαρύτερο και πολύ πιο αργό σε σχέση με το βασικό Re.2000. Είχε μέγιστη ταχύτητα 520 km/h σε ύψος 5.300 m και ήταν οπλισμένο με δύο πολυβόλα SAFAT των 12,7 mm με αναχορηγία 600 βλημάτων. Επίσης υπήρχε δυνατότητα μεταφοράς 88 βομβίδων των 2 kg. Το Re.2000GA αποδείχθηκε αναξιόπιστο, ακόμη και σε σύγκριση με το βασικό Re.2000, με συνέπεια να κατασκευαστούν ελάχιστα.

Άλλη έκδοση του αεροσκάφους ήταν το Re.2000bis, προωθούνταν από τον βελτιωμένο κινητήρα P XI bis. Κατασκευάστηκαν μονάχα εννέα μονάδες για τον εξοπλισμό της 377ης Σμηναρχίας τον Αύγουστο του 1941.

Επιχειρησιακή ιστορία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριοι χρήστες του Re.2000 ήταν η Ουγγρική και η Σουηδική Αεροπορία, στις οποίες διατέθηκε το 80% της ολικής παραγωγής (70 και 60 αεροσκάφη αντίστοιχα). Άλλες χώρες έδειξαν ενδιαφέρον να προμηθευτούν το αεροσκάφος, χωρίς να το παραγγείλουν τελικά.[2]

Βρετανικό ενδιαφέρον

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Δεκέμβριο του 1939, πριν την είσοδο της Ιταλίας στον πόλεμο στο πλευρό των Γερμανών, βρετανική επιτροπή με επικεφαλής τον Λόρδο Hardwick και άλλους εκπροσώπους του Υπουργείου Αεροπορίας επισκέφθηκε την Ιταλία για να προμηθευτεί 300 Re.2000 καθώς και άλλο αμυντικό εξοπλισμό (πολεμοφόδια, ελαφρά βομβαρδιστικά, συστήματα πρόωσης πλοίων κλπ). Ο Διευθυντής Συμβάσεων Αεροσκαφών επιβεβαίωσε τη βρετανική παραγγελία τον Ιανουάριο του 1940. Η Γερμανία ενέκρινε την πώληση τον Μάρτιο του ίδιου έτους, αλλά απέσυρε την έγκρισή της τον επόμενο μήνα. Η ιταλική και η βρετανική κυβέρνηση αποφάσισαν να ολοκληρώσουν την προμήθεια μέσω θυγατρικής της Carponi στην Πορτογαλία, αλλά τελικά τα σχέδια δεν υλοποιήθηκαν εξ αιτίας της εισόδου της Ιταλίας στον πόλεμο στις 10 Ιουνίου 1940.[9]

Μονάχα πέντε αεροσκάφη της πρώτης σειράς, συμπεριλαμβανομένου του πρωτοτύπου, χρησιμοποιήθηκαν από τη Regia Aeronautica. Οργανώθηκαν στην ειδική Sezione Sperimentale Reggiane που υπάγονταν στην 74η Squadriglia στη Σικελία. Αργότερα η μονάδα μετονομάστηκε σε 377a Squadriglia Autonoma Caccia Terrestre και παρέλαβε εννέα ακόμα Re.2000bis. Δώδεκα αεροσκάφη μετατράπηκαν σε Re.2000GA με μεγαλύτερη ακτίνα δράσης.

Τα λιγοστά Re.2000 και Re.2000GA ανέλαβαν αποστολές συνοδείας νηοπομπών και προσβολής εχθρικών στόχων στο θέατρο επιχειρήσεων της Μεσογείου. Συχνά επιχειρούσαν από κοινού με άλλους τύπους, όπως τα Macchi C.200 και C.202. Η 377η Squadriglia πραγματοποίησε πολλές αποστολές πάνω από τη Μάλτα και την Παντελερία, επίσης κάλυπτε νηοπομπές του Άξονα μέχρι να φτάσουν στην Τυνησία, επειδή τα Re.2000 είχαν μεγαλύτερη ακτίνα δράσης από τα άλλα μονοκινητήρια ιταλικά μαχητικά. Συχνά χρησιμοποιούνταν για επιθέσεις στη Μάλτα, συνήθως την αυγή, χρησιμοποιώντας τα πολυβόλα τους και τις βομβίδες που έφεραν.

Τα αεροσκάφη επιχειρούσαν χωρίς ιδιαίτερα αξιόλογα αποτελέσματα. Μάλιστα συνέβησαν και κάποια ατυχήματα, με θανάσιμες ή παρολίγον θανάσιμες επιπτώσεις. Οι πιλότοι και τα πληρώματα εδάφους δεν είχαν καλή γνώμη για το μαχητικό, διότι ήταν δύσκολο στη συντήρηση και είχε απρόβλεπτο και αναξιόπιστο κινητήρα.[10] Τα τελευταία Re.2000 στάλθηκαν πίσω στο εργοστάσιο τον Σεπτέμβριο του 1942.

Πριν την ιταλική συνθηκολόγηση το 1943 όσα Re.2000 διέθετε ακόμα η αεροπορία συγκεντρώθηκαν στο 1ο Nucleo Addestramento Intercettori (N.A.I.) με βάση το Τρεβίζο, για δοκιμές και χρήση σαν πειραματικά αεροσκάφη. Τα τελευταία δύο αεροσκάφη που ήταν σε πτητική κατάσταση καταστράφηκαν από τους Γερμανούς μετά τη συνθηκολόγηση.

Το Ιταλικό Βασιλικό Ναυτικό (Regia Marina) πειραματίστηκε με μια έκδοση του αεροσκάφους για χρήση με το αεροπλανοφόρο που ετοίμαζε. Τελικά, το πλοίο αυτό, που θα ονομαζόταν Aquila, δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Τα τροποποιημένα Re.2000 του Ναυτικού αξιοποιήθηκαν τελικά με κύριες μονάδες επιφανείας του. Εκτοξεύονταν με καταπέλτη αλλά, επειδή δεν διέθεταν πλωτήρες, έπρεπε μετά το τέλος της αποστολής τους να προσγειωθούν σε κάποιο αεροδρόμιο στην ξηρά. Η αρχική πρόταση δημιουργίας της εξειδικευμένης έκδοσης έγινε στα τέλη του Δεκεμβρίου του 1940. Το πρώτο τροποποιημένο Re.2000 πέταξε στις 27 Ιουνίου 1941 και το τελευταίο στις 18 Ιανουαρίου 1942, αλλά συνετρίβη στις 10 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Κατασκευάστηκε ακόμα ένα Re.2000 αυτής της έκδοσης, με λιγότερο ισχυρό κινητήρα A.74 RC.38, που επίσης συνετρίβη τον Μάιο του 1941 στο ταξίδι από το Ρέτζο νελλ'Εμίλια στον Τάραντα. Η πρώτη εκτόξευση με καταπέλτη έλαβε χώρα στις 9 Μαΐου 1942, με χειριστή τον Giulio Reiner.[11] Οι εργασίες για την τελειοποίηση του συστήματος μαχητικού-καταπέλτη διήρκεσαν αρκετό καιρό και τα πρώτα αεροσκάφη διατέθηκαν σε πολεμικά πλοία μόλις στις αρχές του 1943. Τα πρώτα σκάφη που παρέλαβαν Re.2000 ήταν τα θωρηκτά κλάσης Littorio, οι σημαντικότερες μονάδες του στόλου. Τα θωρηκτά Littorio και Vittorio Veneto παρέλαβαν πρώτα το μαχητικό, ενώ το αδελφό πλοίο Roma παρέλαβε ένα το καλοκαίρι.[11]

Τα εκτοξευόμενα με καταπέλτη Re.2000 ήταν πιο αργά από τα άλλα. Η μέγιστη ταχύτητα ήταν μόλις 505–520 km/h σε ύψος 5.500 m και 390 km/h στο επίπεδο της θάλασσας. Μπορούσαν να φτάσουν σε ύψος 6.000 m μέσα σε 7,75 λεπτά, είχαν ακτίνα δράσης 1000 km (με ταχύτητα 460 km/h) ή μέχρι και 1.290 km (σε ύψος 6.000 m, με πλήρες βάρος και ταχύτητα 430 km/h). Το βάρος κυμαινόταν από 2.120 ως 2.870 kg ή με πλήρη εξοπλισμό από 2.200 ως 2.970 kg.[11] Προωθούνταν από κινητήρα P.XIbis ισχύος 1.000 hp.[11] Σε αντίθεση με τα μαχητικά της πρώτης και της δεύτερης σειράς, διέθεταν ασυρμάτους.[3] Ο οπλισμός αποτελούνταν από δύο πολυβόλα Breda των 12,7 mm και επιπλέον υπήρχε δυνατότητα μεταφοράς βομβών η απορριπτόμενων δεξαμενών καυσίμου, που δεν αξιοποιήθηκε επιχειρησιακά.

Τα συγκεκριμένα Re.2000 διατέθηκαν στην Squadriglia di Riserva Aerea delle FF.NN.BB (εφεδρική σμηναρχία θωρηκτών) που είχε διοικητή τον Donato Tondi. Η βάση της μονάδας ήταν αρχικά στο Grottaglie, αργότερα στο Capodichino και τελικά στη Λα Σπέτσια, με αποστολή την προστασία των ναυτικών βάσεων. Η μονάδα διαλύθηκε τον Απρίλιο του 1943 και αντικαταστάθηκε από την 1° Gr. Riserva Aerea delle FF.NN.BB, με διοικητή τον Tondi. Διέθετε και τα οκτώ Re.2000 καθώς και αρκετά άλλα παλαιά μαχητικά. Πολλά ήταν επί των θωρηκτών, δύο με το Vittorio Veneto, δύο με το Roma και ένα με το Littorio.

Όταν συνθηκολόγησε η Ιταλία, υπήρχαν έξι εκτοξευόμενα με καταπέλτη Re.2000. Τα τέσσερα βρίσκονταν σε θωρηκτά. Τα άλλα δύο ήταν στη Λα Σπέτσια και καταστράφηκαν μετά τον Σεπτέμβριο του 1943. Η κατάληξη των τεσσάρων μαχητικών ήταν η εξής: το αεροσκάφος επί του θωρηκτού Roma χάθηκε μαζί με αυτό, όταν βυθίστηκε από γερμανικά βομβαρδιστικά Dornier Do 217 με τηλεκατευθυνόμενα βλήματα Fritz-X, το αεροσκάφος επί του Italia (πρώην Littorio) υπέστη ζημιές από τη γερμανική επίθεση και το πλήρωμα το πέταξε στη θάλασσα, το Re.2000 εκτοξεύθηκε σε ανεπιτυχή απόπειρα αναχαίτισης των μαχητικών (τελικά συνετρίβη) και το τελευταίο εκ των τεσσάρων διεσώθη και υπάρχει μέχρι σήμερα. Το Re.2000 με αριθμό MM.8287 είναι το μοναδικό που σώζεται στην Ιταλία.[11]

Η Σουηδία προμηθεύτηκε στα 1939-41 πολλούς τύπους αεροσκαφών ιταλικής προέλευσης και μάλιστα σε σημαντικούς αριθμούς. Η κυβέρνηση της χώρας ξεκίνησε κατεπειγόντως εκείνη την περίοδο τον επανεξοπλισμό των ενόπλων δυνάμεων εξ αιτίας του ξεσπάσματος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Εκτός από την Ιταλία, ήταν λίγες οι χώρες που ήταν πρόθυμες να προμηθεύσουν αεροσκάφη στην ουδέτερη Σουηδία. Παράλληλα η εγχώρια βιομηχανία δεν είχε επαρκείς δυνατότητες για να καλύψει της αυξημένες ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων. Η αεροπορία αγόρασε 60 Re.2000 Serie I τα οποία παραδόθηκαν την περίοδο 1941-43. Σε σουηδική υπηρεσία ονομάζονταν J 20.

Όλα τα J 20 ήταν μέχρι το τέλος του πολέμου συγκεντρωμένα στην Πτέρυγα F10, με βάση κοντά στο Μάλμε, στο νότιο άκρο της χώρας.[12] Κύρια αποστολή τους ήταν η αναχαίτιση αεροσκαφών (του Άξονα ή Συμμαχικών) που παραβίαζαν τον σουηδικό εναέριο χώρο. Στις 3 Απριλίου 1945 ένα J 20 καταρρίφθηκε ενώ προσπαθούσε να αναχαιτίσει ένα Dornier Do 24 της Λουφτβάφε.

Οι πιλότοι έκαναν θετικά σχόλια για τον τύπο, που λειτουργούσε αρκετά καλά στις δύσκολες συνθήκες του βορρά. Οι κινητήρες ήταν όμως αναξιόπιστοι, με αποτέλεσμα τα αεροσκάφη να χρειάζονται πολλές ώρες συντήρησης. Στα τέλη του πολέμου τα 37 εναπομείναντα J 20 ήταν τόσο φθαρμένα, που τον Ιούλιο του 1945 αποφασίστηκε η απόσυρση και καταστροφή τους. Μόνο ένα διατηρήθηκε και σήμερα εκτίθεται στο Μουσείο της Σουηδικής Πολεμικής Αεροπορίας.

Η γερμανική ηγεσία δίσταζε να προμηθεύσει στην Ουγγρική Πολεμική Αεροπορία (Magyar Királyi Honvéd Légierő, MKHL) πολεμικά αεροσκάφη. Ένας από τους κύριους λόγους ήταν ότι οι ουγγρικές ένοπλες δυνάμεις αντί να συμβάλουν στην επίθεση των δυνάμεων του Άξονα στο Ανατολικό Μέτωπο παρέμεναν κατά κύριο λόγο συγκεντρωμένες στο εσωτερικό της χώρας, για το ενδεχόμενο σύρραξης με τη γειτονική Ρουμανία.

Όταν στις αρχές του 1942 η Ουγγαρία ζήτησε γερμανικής κατασκευής μαχητικά, ο Αδόλφος Χίτλερ σχολίασε σχετικά:

Δεν θα χρησιμοποιούσαν τα μονοθέσια ενάντιο στον εχθρό παρά μόνο για πτήσεις αναψυχής!... Αυτά που έχουν πετύχει μέχρι σήμερα οι Ούγγροι στην αεροπορία είναι ασήμαντα. Αν είναι να δώσω κάποια αεροσκάφη, καλύτερα να τα δώσω στους Κροάτες, που έχουν αποδείξει ότι έχουν επιθετικό πνεύμα. Μέχρι σήμερα έχουμε υποστεί μόνο φιάσκο με τους Ούγγρους.

— [13]

Αυτό είχε σαν συνέπεια η χώρα να στραφεί στην Ιταλία για την προμήθεια πολεμικών αεροσκαφών. Η MKHL έγινε ο κύριος χρήστης του Re.2000, Αγόρασε 70 αεροσκάφη και άδεια εγχώριας παραγωγής. Στα 1940-42 κατασκευάστηκαν περίπου 200 μαχητικά, γνωστά σαν MÁVAG Héja ΙΙ (ουγγρικά: γεράκι).[14] Ήταν ίδια με τα ιταλικά, αλλά είχαν διαφορετικό κινητήρα και ουγγρικής κατασκευής πολυβόλα.

Τα πρώτα Re.2000 που παρελήφθησαν στάλθηκαν στο Ντέμπρετσεν για να ενισχύσουν την άμυνα της περιοχής επειδή υπήρχαν φόβοι ένοπλης σύγκρουσης με τη Ρουμανία για την περιοχή της Τρανσυλβανίας.[14] Η σύρραξη αποφεύχθηκε τελικά αλλά τα Re.2000 γνώρισαν σημαντική δράση στο Ανατολικό Μέτωπο. Απέδωσαν αρκετά καλά ενάντια στο σοβιετικά μαχητικά, που στα πρώτα στάδια του πολέμου κατά κανόνα ήταν απαρχαιωμένα. Ο πρώτος σε καταρρίψεις Ούγγρος πιλότος, ο Imre Pànczél, πέτυχε πολλές εναέριες νίκες του με το Re.2000.[15] Μάλιστα το 1942 κατέρριψε τρία εχθρικά αεροσκάφη σε μία μονάχα αποστολή.[15] Το καλοκαίρι του ίδιου έτους η ουγγρική αεροπορία έστειλε το 1ο Αεροπορικό Απόσπασμα (Repülőcsoport) -που διέθετε μεταξύ των άλλων και 13 Re.2000- προς υποστήριξη της Επιχείρησης Μπλε, της μεγάλης επίθεσης στην νότια ΕΣΣΔ που ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1942 και κατέληξε στις μεγάλες μάχες του Καυκάσου και του Στάλινγκραντ.[16]

Τα πτητικά χαρακτηριστικά του Re.2000 διέφεραν σημαντικά από αυτά του διπλάνου Fiat CR.32, βασικού μαχητικού της Ουγγρικής Αεροπορίας. Τα Re.2000 ήταν πολύ πιο δύσκολα στον χειρισμό, έπεφταν συχνά σε stall και περιδινήσεις και είχαν αναξιόπιστους κινητήρες. Συχνά συνέβαιναν ατυχήματα στην προσγείωση και την απογείωση επειδή το σύστημα προσγείωσης δεν ήταν ιδιαίτερα στιβαρό και τα ρωσικά αεροδρόμια ήταν σε πολύ κακή κατάσταση.

Η παραγωγή των Héja συνεχίστηκε, παρόλο που ο τύπος δεν θεωρούταν πια κατάλληλος για επιχειρήσεις ενάντια στα σύγχρονα σοβιετικά μαχητικά: κατασκευάστηκαν 98 το 1943 και άλλα 72 το επόμενο έτος.[17] Η χώρα ζήτησε επίσης την προμήθεια 50-100 ατράκτων Re.2000 από την Ιταλία. Τα αεροσκάφη θα εξοπλίζονταν με εγχώριας κατασκευής κινητήρες και οπλισμό. Η παραγγελία δεν υλοποιήθηκε διότι δεν υπήρχαν διαθέσιμες άτρακτοι.[18]

Τον Απρίλιο του 1944 η MKHL διέθετε ακόμα οκτώ Héja, όλα συγκεντρωμένα στο Szolnok, τα οποία μαζί με περίπου 40 Messerschmitt Bf 109 και Me 210 ανέλαβαν αποστολές αναχαίτισης συμμαχικών βομβαρδιστικών. Η τελευταία αποστολή των Héja έλαβε χώρα στις 2 Απριλίου 1944. Εκείνη τη μέρα 180 αμερικανικά βομβαρδιστικά με συνοδεία 170 μαχητικών βομβάρδισαν το εργοστάσιο αεροσκαφών και άλλους στόχους στην ευρύτερη περιοχή της Βουδαπέστης. Τα Heja, επιχειρώντας μαζί με μαχητικά Bf 109G και μερικά Me 210 διεκδίκησαν την κατάρριψη 11 αεροσκαφών, εκ των οποίων επιβεβαιώθηκε η κατάρριψη έξι. Οι Αμερικανοί ισχυρίστηκαν ότι κατέρριψαν 27 ουγγρικά αεροσκάφη, όμως πιο πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι μονάχα δύο Ούγγροι πιλότοι σκοτώθηκαν.[19]

Ιταλικές εκδόσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Re.2000
Το αρχικό πρωτότυπο.
Re.2000 Serie I
Πρώτη σειρά παραγωγής, με μικροδιαφορές σε σχέση με το πρωτότυπο. Κατασκευάστηκαν 157.
Re.2000 Serie II
Έκδοση για μεταφορά από κύριες μονάδες επιφανείας. Προωθούνταν από τον Piaggio P.XI των 1025 hp. Κατασκευάστηκαν δέκα αεροσκάφη.
Re.2000 (GA) Serie III
Μαχητικό μακράς ακτίνας δράσης με δυνατότητα μεταφοράς μεγαλύτερης ποσότητας καυσίμου. Κατασκευάστηκαν 12 αεροσκάφη.

Ουγγρικές εκδόσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Héja I
Ονομασία των Re.2000 Serie I σε ουγγρική υπηρεσία.
Héja II
Ονομασία των τροποποιημένων Serie I που κατασκευάζονταν κατόπιν αδείας στην Ουγγαρία. Τα Héja II είχαν κινητήρα WMK ισχύος 14986 hp και δύο πολυβόλα Gebauer των 12,7 mm.
Γερμανία
Ουγγαρία
Ιταλία
Σουηδία

Αεροσκάφη που σχετίζονται με την ανάπτυξη του Re.2000

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρόμοια αεροσκάφη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. 1,0 1,1 Ethell 1995, p. 72.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 Angelucci and Matricardi 1978, p. 214.
  3. 3,0 3,1 Snedden 1997, p. 53.
  4. Cappone, Max C.A. "Reggiane RE 2000 Falco (Hawk): The Regia Aeronautica: American". Αρχειοθετήθηκε 2015-05-10 στο Wayback Machine. Planes and Pilots of World War Two Retrieved: 23 June 2011.
  5. Green and Swanborough 1990, p. 57.
  6. Original trials made at Guidonia by Regia Aeronautica, late 1939.
  7. 'L'aviazione', De Agostini, Novara 1986, vol 12 p.156
  8. Sgarlato 2006, pp. 22–25.
  9. Duncan-Smith 1981, page 174.
  10. Malizia, Nicola. Il Reggiane RE 2000. Rome: Ateneo & Bizzarri, 1978.
  11. 11,0 11,1 11,2 11,3 11,4 Harrauer, Franco. "Re.2000 Catapultabile." Aerei nella Storia, W.Ward editions, Parma ago-September 2008, pp. 49–50.
  12. «A fighter paid with precious metals». www.ww2incolor.com. Ανακτήθηκε στις 5 Μαΐου 2013. 
  13. Neulen 2000, p. 131.
  14. 14,0 14,1 Neulen 2000, p.121.
  15. 15,0 15,1 Shores 1983, p. 103.
  16. Bergström-Dikov-Antipov- 2006, p. 21.
  17. Neulen 2000, p. 130.
  18. Sgarlato 2006, p. 16.
  19. Neulen 2000, p. 136.
  • Angelucci, Enzo and Paolo Matricardi. World Aircraft: World War II, Volume I (Sampson Low Guides). Maidenhead, UK: Sampson Low, 1978. ISBN 0-562-00096-8.
  • Bergström, Christer, Andrey Dikov and Vlad Antipov. Black Cross Red Star: Air War over the Eastern Front, Volume 3: Everything for Stalingrad. Hamilton, Massachusetts: Eagle Editions, 2006. ISBN 0-9761034-4-3.
  • Cattaneo, Gianni. The Reggiane Re.2000 (Aircraft in Profile Number 123). Windsor, Berkshire, UK: Profile Publications Ltd., 1972 (reprinted from 1967). No ISBN.
  • Duncan-Smith, Wilfred (Grp. Capt ret). Spitfire into Battle. Feltham, Middlesex, UK: Hamlyn Paperbacks, 1981. ISBN 0-7195-3831-9.
  • Ethell, Jeffrey L. Aircraft of World War II. Glasgow: Collins and Jane's, 1995. ISBN 0-00-470849-0.
  • Green, William and Gordon Swanborough. "RE 2000... The 'State-of-the-Art' Reggiane". Air Enthusiast, Forty-one, Midsummer 1990, pp. 54–69. Bromley, UK: Tri-Service Press. ISSN 0143-5450.
  • Longhi, Roberto. "Reggiane and I... A Fighter Designer Recalls". Air Enthusiast, Two, 1976, pp. 214–224. Bromley, UK: Fine Scroll.
  • Mondey, David. The Concise Guide to Axis Aircraft of World War II. New York: Bounty Books, 1996. ISBN 1-85152-966-7.
  • Neulen, Hans Werner. In the skies of Europe: Air Forces Allied to the Luftwaffe 1939–1945. Ramsbury, Marlborough, UK: The Crowood Press, 2000. ISBN 1-86126-799-1
  • Punka, George. Reggiane Fighters in action. Carrolton, Texas: Squadron/Signal Publications, 2001. ISBN 0-89747-430-9.
  • Sgarlato, Nico. Reggiane (in Italian). Parma, Italy: Westward editions, 2006.
  • Snedden, Robert. World War II Combat Aircraft. Bristol, UK: Parragon, 1997. ISBN 0-7525-1684-1.
  • Shores, Christopher. Air Aces, Greenwich, Connecticut: Bison Books, 1983. ISBN 0-86124-104-5.
  • Taylor, John W. R. "Reggiane Re.2000 Falco I (Falcon)". Combat Aircraft of the World from 1909 to the Present. New York: G.P. Putnam's Sons, 1969. ISBN 0-425-03633-2.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Reggiane Re.2000 στο Wikimedia Commons