Roma (θωρηκτό, 1940)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 41°9′28″N 8°17′35″E / 41.15778°N 8.29306°E / 41.15778; 8.29306

Roma
Φωτογραφία του θωρηκτού Roma, πιθανότατα στο λιμάνι της Λα Σπέτσια. Φέρει την χαρακτηριστική παραλλαγή του 1942.
Πληροφορίες
Τύπος και κλάσηΘωρηκτό κλάσης Littorio.
ΟνομασίεςΈφερε το όνομα της Ρώμης (ιταλ. Roma).
ΝαυπηγείοCantieri Riuniti dell'Adriatico (CRDA)
Έναρξη ναυπήγησης18 Σεπτεμβρίου 1938
Καθέλκυση9 Ιουνίου 1940
Ένταξη σε υπηρεσία21 Αυγούστου 1942
ΚατάληξηΒυθίστηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1943 από γερμανικά βομβαρδιστικά.
Γενικά χαρακτηριστικά
Εκτόπισμαπλήρες: 46215 t (45485 LT)
Μήκοςολικό: 240,68 m
Πλάτος32,82 m
Βύθισμα9,6 m
ΠρόωσηΤο προωστικο σύστημα απέδιδε έως και 128000 shp.
Ταχύτητα30 kn
Αυτονομία3920 ναυτικών μιλίων με ταχύτητα πλεύσης 20 kn
Πλήρωμα1830–1950 αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και ναύτες
Οπλισμός9 πυροβόλα των 381 mm
12 πυροβόλα των 152 mm
4 πυροβόλα των 120 mm
12 πυροβόλα των 90 mm
20 πυροβόλα των 37 mm
28 ή 32 πυροβόλα των 20 mm
ΘωράκισηΚύρια ζώνη: 350 mm
Κατάστρωμα: 162 mm
Πύργοι κύριων πυροβόλων: 350 mm
Γέφυρα: 260 mm
Σημειώσεις
Το Roma μπορούσε επίσης να μεταφέρει τρία αναγνωριστικά αεροσκάφη IMAM Ro.43 ή τρία μαχητικά Reggiane Re.2000) που μπορούσαν να απονηωθούν με καταπέλτη.
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το Roma, που πήρε το όνομά του όπως και δύο προηγούμενα πλοία και την πόλη της Ρώμης, ήταν το τρίτο θωρηκτό κλάσης Littorio που ναυπηγήθηκε για το Ιταλικό Βασιλικό Ναυτικό (Regia Marina). Η ναυπήγηση τόσο του Roma όσο και του αδελφού Impero αποφασίστηκε εξαιτίας της αύξησης των εντάσεων παγκοσμίως καθώς και στην ανησυχία που είχε εκφράσει το Ναυτικό πως τα δύο σύγχρονα θωρηκτά κλάσης Littorio που διέθετε ήδη δεν αρκούσαν, ακόμα και σε συνδυασμό με τα παλαιότερα αναβαθμισμένα θωρηκτά που είχε στις τάξεις του, για να αντιμετωπιστεί ο γαλλικός και ο βρετανικός στόλος στη Μεσόγειο.

Ολοκληρώθηκε στις 14 Ιουνίου 1942 όμως η σοβαρή έλλειψη καυσίμων που αντιμετώπιζε η Ιταλία εκείνη την περίοδο δεν επέτρεψε την αξιοποίηση του στο θέατρο επιχειρήσεων της Μεσογείου. Εν τέλει χρησιμοποιήθηκε όπως και τα αδελφά Vittorio Veneto και Littorio για την ενίσχυση της αντιαεροπορικής άμυνας διαφόρων ιταλικών πόλεων. Σε αυτόν τον ρόλο υπέστη σοβαρές ζημιές δύο φορές τον Ιούνιο του 1943 εξαιτίας επιδρομών συμμαχικών βομβαρδιστικών στη Λα Σπέτσια. Καθ' όλη τη διάρκεια του Ιουλίου και εν μέρει του Αυγούστου του 1943 πραγματοποιήθηκαν επισκευές στη Γένοβα και στη συνέχεια έγινε η ναυαρχίδα του ναυάρχου Κάρλο Μπεργκαμίνι (Carlo Bergamini), διοικητού ισχύρης ομάδας μάχης που περιελάμβανε τα τρία θωρηκτά κλάσης Littorio, οκτώ καταδρομικά και οκτώ αντιτορπιλικά. Στις 9 Σεπτεμβρίου 1943 η δύναμη αυτή επρόκειτο να επιτεθεί στον συμμαχικό στόλο που προσέγγιζε το Σαλέρνο προκειμένου να πραγματοποιηθεί απόβαση να εισβάλουν στην Ιταλία τα συμμαχικά στρατεύματα (επιχείρηση «Avalanche»). Η επιχείρηση αυτή δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, διότι στις 8 Σεπτεμβρίου ανακοινώθηκε η συνθηκολόγηση της Ιταλίας. Εν τέλει ο ιταλικός στόλος διατάχθηκε να πλεύσει προς τη Λα Μανταλένα (La Maddalena) στη Σαρδηνία και στη συνέχεια προς τη Μάλτα προκειμένου να παραδοθεί στους Συμμάχους.

Ενώ ο ιταλικός στόλος έπλεε στο Στενό του Μπονιφάτσιο εντοπίστηκε από βομβαρδιστικά Dornier Do 217 της Πτέρυγας KG 100 της γερμανικής Luftwaffe, οπλισμένα με τηλεκατευθυνόμενες βόμβες Fritz X. Η πρώτη επίθεσή τους απέτυχε, όμως η δεύτερη προκάλεσε σοβαρές ζημιές στα Italia (πρώην Littorio) και Roma. Το πλήγμα στο Roma είχε σαν αποτέλεσμα να πλημμυρίσουν τμήματά του, να ξεσπάσουν πυρκαγιές και να ελαττωθεί η ταχύτητα πλεύσης του. Λίγο αργότερα χτυπήθηκε και από δεύτερη τηλεκατευθυνόμενη βόμβα που του έδωσε την χαριστική βολή. Το Roma πήρε κλήση, ανατράπηκε και έσπασε στα δύο, παίρνοντας μαζί του 1393 άνδρες -μεταξύ των οποίων και τον Μπεργκαμίνι.

Ιστορικό υπόβαθρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μουσολίνι δεν ενέκρινε μεγάλης κλίμακας προγράμματα επανεξοπλισμού του ναυτικού μέχρι το 1933. Πρώτη απόφαση του καθεστώτος όταν αποφασίστηκε η δραστική ενίσχυση του ναυτικού ήταν η αναβάθμιση δύο παλαιών θωρηκτών κλάσης Conte di Cavour, ενώ ένα χρόνο αργότερα άρχισε η ναυπήγηση των Vittorio Veneto και Littorio. Τον Μάιο του 1935, το ιταλικό Υπουργείο Ναυτικών άρχισε να προετοιμάζεται για ένα πενταετές εξοπλιστικό πρόγραμμα που θα περιελάμβανε τέσσερα θωρηκτά, τρία αεροπλανοφόρα, τέσσερα καταδρομικά, πενήντα τέσσερα υποβρύχια και σαράντα μικρότερα πλοία. Τον Δεκέμβριο του 1935, ο ναύαρχος Ντομένικο Καβανιάρι (Domenico Cavagnari) πρότεινε μεταξύ άλλων στον Μουσολίνι να ναυπηγηθούν δύο επιπλέον θωρηκτά της κλάσης Littorio ώστε ο ιταλικός στόλος να μπορεί να αντιμετωπίσει το συνδυασμένο γαλλοβρετανικό στόλο, στην περίπτωση οι δύο χώρες ένωναν τις δυνάμεις τους ενάντια στην Ιταλία. Ο Μουσολίνι δίστασε αρχικά όμως τον Ιανουάριο του 1937 ενέκρινε τη ναυπήγηση των δύο θωρηκτών. Το Δεκέμβριο του ίδιου έτους διατέθηκαν οι αναγκαίοι πόροι ενώ αποφασίστηκε ότι τα δύο πλοία θα έφεραν τα ονόματα Roma και Impero («Αυτοκρατορία»).[1][2]

Με τη ναυπήγηση του Roma να ξεκινά τέσσερα σχεδόν χρόνια μετά από του Vittorio Veneto και του Littorio, κατέστη εφικτή η ενσωμάτωση ορισμένων σχεδιαστικών βελτιώσεων. Μεταξύ αυτών επανασχεδιάστηκε η πλώρη του ώστε να αυξηθεί το ύψος των εξάλλων, με βάση την εμπειρία από το Vittorio Veneto. Ήταν επίσης εξοπλισμένο με τριάντα δύο αντί για είκοσι τέσσερα πυροβόλα Breda των 20 mm.[3][4][N 1]

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διάγραμμα θωρηκτού κλάσης Littorio.

Το Roma είχε ολικό μήκος 240,68 m, πλάτος 32,82 m και βύθισμα 9,6 m. Το κανονικό (standard) εκτόπισμά του ανέρχονταν σε 41.650 t (40.992 LT), παραβιάζοντας τον περιορισμό των 36.000 t που επέβαλε η Ναυτική Συνθήκη της Ουάσινγκτον. Με πλήρη φόρτο είχε εκτόπισμα 46.215 t (45.485 LT). Διέθετε τέσσερις ατμοστρόβιλους Belluzo και το προωστικό σύστημα απέδιδε έως και 128.000 shp. Η μέγιστη ταχύτητα πλεύσης ανέρχονταν σε 30 kn και η εμβέλεια σε 3.920 ναυτικά μίλια με ταχύτητα πλεύσης 20 kn. Το πλήρωμα αποτελούνταν από 1.830 έως 1.950 αξιωματικούς υπαξιωματικούς και ναύτες.[6][7] Το Roma διέθετε επίσης καταπέλτη χάρη στον οποίο μπορούσαν να απονηωθούν τα τρία αεροσκάφη που μετέφερε (αναγνωριστικά υδροπλάνα IMAM Ro.43 ή μαχητικά Reggiane Re.2000).[8]

Ο κύριος οπλισμός αποτελούνταν από εννέα πυροβόλα των 381 mm εγκατεστημένα ανά τρία σε τρεις πύργους. Οι δύο εξ αυτών ήταν τοποθετημένοι στο εμπρόσθιο τμήμα του σκάφους και ο τρίτος στην πρύμνη. Ο δευτερεύων οπλισμός αποτελούνταν από δώδεκα πυροβόλα των 152 mm τοποθετημένα ανά τρία σε τέσσερις πυργίσκους στο μέσον του πλοίου καθώς και τέσσερα πυροβόλα των 120 mm. Τα τελευταία ήταν παλαιά όπλα που προορίζονταν κυρίως για τη βολή βλημάτων φωτισμού/κατάδειξης στόχων. Αντιαεροπορική κάλυψη παρείχαν δώδεκα πυροβόλα των 90 mm, είκοσι των 37 mm και αριθμός όπλων των 20 mm.[9]

Η κύρια θωρακισμένη ζώνη ήταν πάχους 280 mm ενώ εσωτερικά υπήρχε δευτερεύουσα θωρακισμένη ζώνη πάχους 70 mm. Η θωράκιση του καταστρώματος ανερχόταν σε 162 mm στην κεντρική περιοχή, ενώ σε λιγότερο κρίσιμες περιοχές ήταν μόνο 45 mm. Οι πύργοι των κύριων πυροβόλων είχαν θωράκιση πάχους 350 mm και των δευτερευόντων όπλων 280 mm στο εμπρόσθιο τμήμα τους.[7] Η γέφυρα είχε πλευρές πάχους 260 mm.[7]

Επιχειρησιακή ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Φωτογραφία από την καθέλκυση του Roma (9 Ιουνίου 1940).

Η ναυπήγηση του Roma άρχισε στις 18 Σεπτεμβρίου 1938 στις εγκαταστάσεις της Cantieri Riuniti dell'Adriatico (CRDA). Η καθέλκυσή του έλαβε χώρα στις 9 Ιουνίου 1940, ενώ μόλις δύο χρόνια αργότερα το πλοίο ήταν έτοιμο και εντάχθηκε στη δύναμη του Ναυτικού στις 15 Ιουνίου 1942. Στάλθηκε στο ναύσταθμο του Τάραντα την 21η Αυγούστου και εντάχθηκε στην 9η Μεραρχία.[2] Παρόλο που έλαβε μέρος σε αρκετές ναυτικές ασκήσεις και μετακινήθηκε σε διάφορες βάσεις, όπως στον Τάραντα, τη Νάπολη και τη Λα Σπέτσια, δεν έλαβε μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις διότι το ιταλικό ναυτικό αντιμετώπιζε σοβαρότατο πρόβλημα όσον αφορά την επάρκεια των αποθεμάτων καυσίμων του. Στα τέλη του 1942 μόνο τα τρία θωρηκτά της κλάσης Littorio παρέμεναν ετοιμοπόλεμα, δεδομένου ότι οι ελλείψεις σε καύσιμα είχαν ως αποτέλεσμα να τεθούν σε εφεδρεία τα τέσσερα εκσυγχρονισμένα θωρηκτά που διέθετε επίσης ο ιταλικός στόλος. Πρέπει επίσης να σημειωθεί πως δεν υπήρχε επαρκής αριθμός πλοίων συνοδείας προκειμένου να καλύπτονται οι κύριες μονάδες επιφανείας όταν επιχειρούν, με συνέπεια η επιθετική ισχύς του ιταλικού στόλου να είναι επί της ουσίας ανύπαρκτη.[10][11]

Το Roma και τα δύο αδελφά θωρηκτά μεταφέρθηκαν στις 12 Νοεμβρίου από τον Τάραντα στη Νάπολη, ως απάντηση στη συμμαχική απόβαση στη Γαλλοκρατούμενη Βόρεια Αφρική. Ενώ έπλεαν προς τη Νάπολη επιχείρησε ανεπιτυχώς να τα τορπιλίσει το βρετανικό υποβρύχιο HMS Umbra.[12] Στις 4 Δεκεμβρίου η αμερικάνικη αεροπορία βομβάρδισε τον ιταλικό στόλο στη Νάπολη, επιχειρώντας να τον καταστρέψει. Χάθηκε ένα καταδρομικό, ενώ υπέστησαν ζημιές άλλα δύο καθώς και τέσσερα αντιτορπιλικά.[13] Δύο ημέρες αργότερα, τα τρία θωρηκτά έπλευσαν στη Λα Σπέτσια, όπου το Roma έγινε η ναυρχίδα του στόλου. Παρέμειναν εκεί το πρώτο μισό του 1943, χωρίς να λάβουν μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις.[10][11]

Ενώ βρισκόταν στη Λα Σπέτσια, τα ιταλικά πλοία δέχθηκαν πολυάριθμες αεροπορικές επιθέσεις. Στις 14 και τις 19 Απριλίου 1943 το Roma δεν δέχθηκε πλήγματα, όμως στις 5 Ιουνίου τα αμερικανικά βομβαρδιστικά προξένησαν σημαντικά πλήγματα στο Vittorio Veneto και το Roma. Σημαντική ήταν η εισροή υδάτων, που υπολογίζεται σε 2350 t περίπου.[14] Το Roma χτυπήθηκε ξανά από δύο βόμβες στις 23-24 Ιουνίου. Παρόλο που η επίθεση αυτή δεν προξένησε σημαντικές ζημιές, ούτε υπήρξε ζήτημα εισροής υδάτων, το θωρηκτό στάλθηκε στη Γένοβα για επισκευές. Επανήλθε στη Λα Σπέτσια στις 13 Αυγούστου, έπειτα από την ολοκλήρωση των αναγκαίων επισκευών.[2]

Η βύθιση του Roma[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης της πορείας του ιταλικού στόλου την 9η Σεπτεμβρίου 1943. Διακρίνονται επίσης οι κινήσεις της γερμανικής και της συμμαχικής αεροπορίας.
Τηλεκατευθυνόμενη βόμβα Fritz X. Δύο πλήγματα από βόμβες αυτού του τύπου είχαν σαν αποτέλεσμα τη βύθιση του θωρηκτού Roma.

Στις 9 Σεπτεμβρίου 1943, μία ημέρα έπειτα από την ανακήρυξη ιταλικής συνθηκολόγησης, το Roma απέπλευσε από τη Λα Σπέτσια με πλοίαρχο τον Αντόνε ντελ Τσίμα (Adone Del Cima) και επίσης ως ναυαρχίδα του Μπεργκαμίνι. Μαζί έπλευσαν πολλές ακόμη κύριες μονάδες του ιταλικού στόλου -συμπεριλαμβανομένων των Vittorio Veneto και Italia (πρώην Littorio)[N 2], των καταδρομικών Eugenio di Savoia, Raimondo Montecuccoli και Emanuele Filiberto Duca d'Aosta, καθώς και οκτώ αντιτορπιλικών. Αργότερα στην ομάδα προστέθηκαν τα καταδρομικά Luigi di Savoia Duca degli Abruzzi, Giuseppe Garibaldi και Attilio Regolo που έπλευσαν από τη Γένοβα.[11][16]

Εκείνη την ημέρα είχε προγραμματιστεί ο ιταλικός στόλος να πλεύσει προς το Σαλέρνο για να επιτεθεί στα συμμαχικά πλοία που μετέφεραν στρατεύματα για να εισβάλουν στην Ιταλία]. Ωστόσο, η ανακήρυξη της ανακωχής στις 8 Σεπτεμβρίου οδήγησε στην ακύρωση της επιχείρησης αυτής. Καθώς οι γερμανικές δυνάμεις στην Ιταλία εξαπέλυαν την Επιχείρηση «Άξονας», που αποσκοπούσε στον αφοπλισμό των ιταλικών δυνάμεων, ο Μπεργκαμίνι διατάχθηκε να εγκαταλείψει τη Λα Σπέτσια με προορισμό λιμένες ελεγχόμενους από τους Συμμάχους προκειμένου να μην πέσει ο στόλος στα χέρια των Γερμανών. Αρχικός προορισμός του στόλου ήταν η Λα Μανταλένα της Σαρδηνίας. Η απόφαση αυτή οφείλονταν στους ενδοιασμούς που είχε αρχικά ο Μπεργκαμίνι, ο οποίος δεν γνώριζε ποια θα ήταν η τύχη του στόλου μόλις έφτανε σε συμμαχικά λιμάνια ούτε τις λεπτομέρειες των όρων της συνθηκολόγησης, καθώς και λόγω των αρχικών σχεδίων για τη μεταφορά του Βίκτωρα Εμμανουήλ Γ΄, της αυλής του και της κυβέρνησης από τη Ρώμη στη Σαρδηνία. Όταν θα έφθανε στη Λα Μανταλένα ο Μπεργκαμίνι θα λάμβανε ορισμένα έγγραφα σχετικά με τους όρους της ανακωχής που αφορούσαν το Ναυτικό καθώς και περαιτέρω οδηγίες από το ναυτικό διοικητή της Σαρδηνίας, Μπρούνο Μπρινοβέζι (Bruno Brivonesi) προκειμένου να πλεύσει στη Μάλτα. Η μεταφορά του βασιλιά εν τέλει ακυρώθηκε και όταν ο στόλος έφτασε στα ανοικτά της Λα Μανταλένα τα γερμανικά στρατεύματα την είχαν ήδη καταλάβει. Συνέπεια των εξελίξεων αυτών ήταν η Ανωτάτη Διοίκηση του Ναυτικού (Supermarina) να διατάξει τον στόλο να πλεύσει προς την ελεγχόμενη από τους Συμμάχους πόλη Μπον (Bône) στην Αλγερία. Ο στόλος άλλαξε πορεία, όμως όταν πληροφορήθηκαν οι Γερμανοί πως έπλεε προς μια συμμαχική βάση, η Luftwaffe έστειλε αεροσκάφη Dornier Do 217 οπλισμένα με ραδιοελεγχόμενες βόμβες Fritz X για να επιτεθούν του επιτεθούν. Τα αεροσκάφη αυτά πρόλαβαν τα ιταλικά πλοία όταν διέπλεαν το στενό του Μπονιφάτσιο.[11][16][17][18]

Τα Do 217 ακολούθησαν τον στόλο για αρκετή ώρα, όμως οι Ιταλοί δεν άνοιξαν πυρ, διότι τα αεροσκάφη πετούσαν σε τέτοια απόσταση που ήταν αδύνατο να αναγνωριστούν ως συμμαχικά ή γερμανικά και ο Μπεργκαμίνι θεώρησε πως επρόκειτο για την αεροπορική κάλυψη που τους είχαν υποσχεθεί οι Σύμμαχοι. Ωστόσο, μια επίθεση με στόχο τα Italia και Roma ξεδιάλυνε την κατάσταση. Όλες οι αντιαεροπορικές συστοιχίες άνοιξαν πυρ και όλα τα πλοία άρχισαν ελιγμούς αποφυγής. Περίπου δεκαπέντε λεπτά μετά από αυτό το περιστατικό, το Italia χτυπήθηκε στη δεξιά πλευρά κάτω από τους πρωραίους κύριους πύργους του, ενώ χτυπήθηκε στην ίδια πλευρά και το Roma. Η βόμβα αυτή διαπέρασε το πλοίο και εξερράγη κάτω από την καρίνα, προκαλώντας ζημιά στη δοκό του κύτους και επιτρέποντας στο νερό να πλημμυρίσει ένα μηχανοστάσιο και δύο λεβητοστάσια. Ξέσπασαν πυρκαγιές στη δεξιά πλευρά του πλοίου ενώ σταμάτησαν να δουλεύουν και κάποιες από τις έλικές του, εξαιτίας της απώλειας ισχύος.[19][17]

Το Roma έμεινε πίσω σε σχέση με τα άλλα πλοία του στόλου. Περίπου στις 16:02 χτυπήθηκε και από δεύτερη Fritz X η οποία πιθανότατα εξερράγη στο εμπρόσθιο μηχανοστάσιο, προξενώντας πυργκαγιά και σοβαρότατη εισροή υδάτων στην αποθήκη πυρομαχικών ενός κύριου πύργου πυροβόλου καθώς και ενός δευτερεύοντος πύργου. Δευτερόλεπτα μετά από την αρχική έκρηξη, τα πυρομαχικά του κύριου πύργου ανατινάχθηκαν σε μια τεράστια έκρηξη.[19][17] Το πλοίο ανατράπηκε γρήγορα και έσπασε στα δύο. Σύμφωνα με την επίσημη έρευνα που διεξήχθη μετά τη βύθιση, είχε πλήρωμα 1849 ατόμων όταν απέπλευσε. Εξ αυτών οι 596 επέζησαν, ενώ 1253 χάθηκαν μαζί με το θωρηκτό.[20]

Η πορεία του Roma ολοκληρώθηκε έχοντας πραγματοποιήσει μόλις είσοσι αποστολές, κυρίως μετάβασης από τη μία ναυτική βάση στην άλλη, χωρίς ποτέ να εμπλακεί σε ναυμαχία.[21]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Σύμφωνα με τον Whitley το Roma ολοκληρώθηκε με 28 πυροβόλα των 20 mm ενώ τα δύο προγενέστερα πλοία διέθεταν δεκαέξι τέτοια όπλα αρχικά, όμως οι Garzke & Dulin αναφέρουν 32 και 24 πυροβόλα αντίστοιχα.[4][5]
  2. Το Littorio μετονομάστηκε σε Impero στις 25 Ιουλίου 1943, λίγο μετά από την ανατροπή του Μουσολίνι και του φασιστικού καθεστώτος.[15]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Knox, p. 20
  2. 2,0 2,1 2,2 Garzke & Dulin, p. 404
  3. Garzke & Dulin, pp. 418–419, 426, 428
  4. 4,0 4,1 Whitley, pp. 171–172
  5. Garzke & Dulin, pp. 418–419
  6. Garzke & Dulin, p. 435
  7. 7,0 7,1 7,2 Gardiner & Chesneau, p. 289
  8. Bagnasco & de Toro, p. 48
  9. Gardiner & Chesneau, pp. 289–290
  10. 10,0 10,1 Garzke & Dulin, pp. 392, 404
  11. 11,0 11,1 11,2 11,3 Whitley, p. 178
  12. Rohwer, p. 212
  13. Rohwer, p. 217
  14. Garzke & Dulin, pp. 392, 403–404
  15. Garzke & Dulin, p. 403
  16. 16,0 16,1 Garzke & Dulin, p. 405
  17. 17,0 17,1 17,2 Fioravanzo, pp. 8–34
  18. Wade, p. 225
  19. 19,0 19,1 Garzke & Dulin, p. 407
  20. Bagnasco & De Toro, pp. 273, 344
  21. Garzke & Dulin, p. 410

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]