Δούκισσα της Πλακεντίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Σοφί ντε Μαρμπουά Λεμπρέν)
Σοφί ντε Μαρμπουά - Λεμπρέν
Δούκισσα της Πλακεντίας
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Sophie de Marbois (Γαλλικά)
ΓέννησηΑπρίλιος 1785
Φιλαδέλφεια (ΗΠΑ)
Θάνατος1854
Αθήνα
Τόπος ταφήςΤάφος Δουκίσσης Πλακεντίας, Πεντέλη
ΚατοικίαΚαστέλλο της Ροδοδάφνης
ΕθνικότηταΓαλλική
Χώρα πολιτογράφησηςΕλληνική
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά[1]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταφιλάνθρωπος
ΤίτλοςΔούκισσα της Πλακεντίας
Οικογένεια
ΣύζυγοςAnne Charles Lebrun
ΓονείςFrançois Barbé-Marbois και Elizabeth Moore
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Σοφί ντε Μαρμπουά-Λεμπρύν (γαλλικά: Sophie de Marbois-Lebrun, 1785 - 1854), η οποία έφερε τον τίτλο Δούκισσα της Πλακεντίας, υπήρξε φιλελληνίς Αμερικανογαλλίδα, κόρη Γάλλου διπλωμάτη και σύζυγος του Δούκα της Πλακεντίας, πόλης στη βόρεια Ιταλία που είχε κατακτήσει ο Ναπολέων τον 18ο αιώνα. Η δράση της εστιάστηκε στην ενίσχυση του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων, με μεγάλη οικονομική και κοινωνική συνεισφορά κατά τα πρώτα χρόνια εδραίωσης του ελληνικού κράτους, εν μέσω πολιτικών ταραχών.

Παρά την αντιπαλότητά της με πολλές από τις πολιτικές και βασιλικές φυσιογνωμίες της εποχής, πέρασε αρκετά χρόνια της ζωής της στο Ναύπλιο, την Αθήνα, αλλά και την Πεντέλη, με πληθώρα αρχιτεκτονικών κειμηλίων να κοσμούν ακόμη και σήμερα γωνιές της ελληνικής γης. Η συνεισφορά της επεκτάθηκε στη συναγωγή της Χαλκίδας και στην ολοκλήρωση της δεύτερης έκδοσης των Χρονικών του Μεσολογγίου.

Μετά τον χαμό της πολυαγαπημένης της κόρης Ελίζας κατά την περιοδεία της στην οθωμανική Ασία και την επιστροφή της στην Αθήνα, πληθώρα μαρτυριών και μυθοπλασίες άρχισαν να περιβάλλουν την εκκεντρική της προσωπικότητα, καθιστώντας την παρουσία της στην Πεντέλη κατά την εποχή της δράσης των ληστών μυστηριώδη και αινιγματική.

Η ίδια απεβίωσε το 1854 σε ηλικία 69 ετών. Τα τελευταία έξι χρόνια της ζωής της διέμενε κατά κύριο λόγο στη Βίλα «Ιλίσια», η οποία κατασκευάστηκε την περίοδο 1840-1848 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη και η οποία από το 1930 στεγάζει το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο. Σημαντικός υπήρξε ο ρόλος της στο κίνημα του φιλελληνισμού, ενώ κληροδότησε και σημαντικά κειμήλια στο Ελληνικό Κράτος, πολλά από τα οποία διαχειρίστηκε ο Γεώργιος Σκουζές.

Βίος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Σοφί ντε Μαρμπουά γεννήθηκε τον Απρίλιο το 1785 στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ. Ήταν κόρη του επιτετραμμένου Γάλλου διπλωμάτη μαρκησίου Φρανσουά Μπαρμπέ ντε Μαρμπουά και της Αμερικανίδας Ελίζαμπεθ Μουρ, κόρης του κυβερνήτη της Πενσυλβάνια Ουίλλιαμ Μουρ. Το 1804 παντρεύτηκε τον στρατηγό Ανν-Σαρλ Λεμπρύν, υπασπιστή του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, ο οποίος ήταν γιος του υπουργού οικονομικών Σαρλ-Φρανσουά Λεμπρύν. Ο Λεμπρύν είχε οριστεί Δούκας της Πιατσέντσα, μικρής πόλης της βόρειας Ιταλίας που είχε κατακτήσει ο Ναπολέων το 1796. Μαζί με τη σύζυγό του απέκτησαν το 1804 μια κόρη, την Ελίζα. Η συμβίωση τους ήταν προβληματική και σύντομα κατέληξαν να ζουν σε διάσταση χωρίς ποτέ να εκδοθεί διαζύγιο. Στο Παρίσι διατηρούσε φιλολογικό σαλόνι στο οποίο σύχναζαν πολλοί διανοούμενοι της εποχής όπως, ο Καζιμίρ Ντελαβίν, ο Λαμαρτίν και ο Ουγκώ. Η Σοφί εγκατέλειψε τη Γαλλία και διέμεινε στην Ιταλία, επειδή διαφωνούσε με τον σύζυγό της αλλά κι επειδή αντιπαθούσε τους Βουρβόνους, οι οποίοι είχαν επανακάμψει μετά την πτώση του Ναπολέοντα.[2]

Η φιλελληνική της δράση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, τόσο η ίδια όσο και η κόρη της Ελίζα, διέθεσαν πολλά χρήματα στον αγώνα και διεκρίθησαν για τον φιλελληνισμό τους: συγκεκριμένα έγινε ενεργό μέλος του Φιλελληνικού Κομιτάτου πουλώντας τα κοσμήματά της και συγκεντρώνοντας το ποσό των δεκατεσσάρων χιλίαδων φράγκων[3], αλλά και προσφέροντας και άλλα εννιά χιλιάδες φράγκα[4].

Η στάση της απέναντι στον Ιωάννη Καποδίστρια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα πρόσωπο το οποίο εντυπωσίασε τη δούκισσα, λόγω της μόρφωσής του, ήταν ο Ιωάννης Καποδίστριας, τον οποίο γνώρισε το 1826 στο Παρίσι[5]. Η Σοφία εγκαταστάθηκε το 1829 στο Ναύπλιο, πόλη που όρισε ο Καποδίστριας ως την πρώτη πρωτεύουσα του ελληνικού έθνους. Συμμετείχε ενεργά στο συντονισμένο κίνημα των Γάλλων φιλελλήνων, ενώ το 1834 μετακόμισε στην Αθήνα, επενδύοντας σε γη. Το σπίτι της σώζεται μέχρι σήμερα. Ενίσχυσε οικονομικά την τότε νεοσύστατη δημοτική εκπαίδευση και ανέλαβε την επιμόρφωση 12 θυγατέρων αγωνιστών. Παρακολουθώντας τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα, αναγκάσθηκε αντιπολιτευόμενη τον κυβερνήτη να μετατραπεί σε μισητό του εχθρό. Έπειτα από παραμονή 17 μηνών, η Σοφία αναχώρησε με την κόρη της για την Ιταλία. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια το 1831, διένειμε η ίδια φυλλάδια στη Γαλλία για τον αήθη κατά τη γνώμη της τρόπο που ο Καποδίστριας κυβερνούσε την Ελλάδα, υπερασπιζόμενη τους Μαυρομιχαλαίους δολοφόνους του[6].

Η μαρμάρινη Έπαυλη των Ιλισίων της Δούκισσας στην Αθήνα, "βίλα Ιλίσια".

Το 1836 η Σοφία με την κόρη της αναχώρησαν για μακρά περιοδεία στην οθωμανική Ασία. Ένα χρόνο αργότερα, η κόρη της πέθανε σε ηλικία 33 ετών από στηθικό νόσημα στη Βηρυτό, πιθανώς οφειλόμενο στην εξάπλωση της πανώλης. Η Δούκισσα δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει τον χαμό της αγαπημένης της κόρης και βαλσάμωσε το κορμί της, με το οποίο επέστρεψε στην Αθήνα. Τοποθέτησε το άψυχο σώμα της Ελίζας στο υπόγειο της προσωρινής κατοικίας της στην οδό Πειραιώς, το οποίο είχε μετατρέψει σε παρεκκλήσιο, έχοντας υπ' όψιν να το θάψει σε μεγαλοπρεπή ναό που σκόπευε να κτίσει στην Πεντέλη.

Στην Αθήνα ανέγειρε την ιδιωτική της κατοικία, τη βίλα Ιλίσια, έργο του διάσημου αρχιτέκτονος Σταματίου Κλεάνθη. Στην προσπάθειά της να αγοράσει εκτάσεις στο Πεντελικό όρος, συνάντησε την αντίδραση της Ιεράς Μονής Πεντέλης που είχε θέσει άτυπα ολόκληρο το όρος υπό τη διακυβέρνησή της, λόγω της εξάπλωσης του ασκητισμού από τον Μεσαίωνα. Το τίμημα που ζητούσε η Μονή ήταν απρόσιτο και χρειάστηκε η παρέμβαση της ελληνικής Κυβέρνησης και ιδίως του γαλλόφιλου Ιωάννη Κωλέττη, ώστε να προωθηθεί η αγορά, υποσχόμενη η Δούκισσα την πραγματοποίηση έργων κοινής ωφέλειας στην περιοχή. Το 1840 περιήλθε στην κυριότητα της έκταση 1.738 στρεμμάτων στην περιοχή, αντί τιμήματος 7.512 δραχμών. Ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Κλεάνθη την οικοδόμηση του περιβόητου Καστέλλου της Ροδοδάφνης, γνωστό ως Πύργος της Πλακεντίας, καθώς και τρεις οικίες, τη Maisonette (Μαιζονέτα), την Plaisance (Πλακεντία) και τον Tourelle (Πυργίσκο). Για την κατασκευή τους συνεργάστηκαν ο Χανς Κρίστιαν Χάνσεν και ο μηχανικός Αλέξανδρος Γεωργαντάς.

Η γέφυρα της Δούκισσας στα Βριλήσσια.

Η δούκισσα προχώρησε στην κατασκευή μαρμάρινης πεντάτοξης γέφυρας πάνω από ρεματιά της πεντελικής γης, κρηνών, δύο λατομείων μαρμάρου, ενός κοιτώνος για τους λατόμους, ενώ χρηματοδότησε και τη διάνοιξη δρόμων στην Πεντέλη.

Στις 19 Δεκεμβρίου του 1847, ξέσπασε πυρκαγιά στην προσωρινή κατοικία της στην Πειραιώς, με αποτέλεσμα να αποτεφρωθεί το ταριχευμένο σώμα της κόρης της, Ελίζας. Την αντιπάθειά της προς τον Καποδίστρια διαδέχθηκε η αποστροφή της για τον βασιλιά Όθωνα, τη βασίλισσα Αμαλία και τους αυλικούς. Ο δύστροπος χαρακτήρας της την κράτησε μακριά και από τη συνεργασία της με τον Κλεάνθη και τον Τέοφιλ φον Χάνσεν, παραμελώντας τις οικοδομές της.

Η κατοικία Plaisance στην Πεντέλη.

Η Δούκισσα της Πλακεντίας εθεωρείτο εκκεντρική προσωπικότητα, με πολλούς μύθους να περιβάλλουν το πρόσωπό της και να τη συσχετίζουν με τους ληστές που κατοικούσαν στην αττική ύπαιθρο και ταλάνιζαν την Αθήνα. Στην αρχή απαρνιέται τον χριστιανισμό και ασπάζεται την ιουδαϊκή θρησκεία. Οι κοινωνικές συναναστροφές και οι πολιτικές ιδέες της την οδήγησαν να εισάγει στην Ελλάδα μια νέα θεοκρατική κοινωνική οργάνωση μεταβάλλοντας το μέγαρό της των Ιλισίων σε κέντρο διάφορων Ελλήνων και ξένων λογίων, διανέμοντας κτήματα και τίτλους ευγενείας σε εξέχουσες μεν ελληνικές οικογένειες, στερούμενη όμως από την πρότερη αγαθοποιό κοινωφελή δράση της. Αυτό είχε ως συνέπεια να αποξενωθεί ακόμα περισσότερο. Τον Ιούνιο του 1846 η Σοφία φέρεται να αιχμαλωτίστηκε από τον λήσταρχο Σπύρο Μπίμπιση (με τον οποίον φημολογείτο πως είχε κρυφή σχέση), αλλά ελευθερώθηκε ύστερα από επέμβαση των Χαλανδριωτών. Ακολούθησαν άλλες ιστορίες, αναδιαρθρώνοντας κάθε φορά ιστορικά γεγονότα. Γεγονός πάντως είναι πως με δικά της έξοδα ανακατασκεύασε το 1854 τη Συναγωγή στη Χαλκίδα, ενώ συνέχισε με δικά της έξοδα τη δεύτερη έκδοση των Χρονικών του Μεσολογγίου. Στα τελευταία χρόνια της ζωής της δεν δεχόταν καμία επίσκεψη εκτός από τη δεσποινίδα των τιμών της βασίλισσας Αμαλίας, Φωτεινή Μαυρομιχάλη, την οποία και η ίδια είχε αναθρέψει, και την Ελένη Καψάλη, θυγατέρα του ήρωα του Μεσολογγίου Χρήστου Καψάλη.

Ο Πυργίσκος Tourelle στην Πεντέλη.

Απεβίωσε τον Μάιο του 1854 σε ηλικία 69 χρονών, όπως αναγράφεται επάνω στον τάφο της που επιμελήθηκε σε αρχαιότροπο μαρμάρινο ύφος ο Γεώργιος Σκουζές σε σχέδια του Σταμάτη Κλεάνθη. Ο τάφος της βρίσκεται σήμερα στην Πεντέλη και μάλιστα κοντά στην πλατεία, υπάρχει ευμεγέθης πινακίς που οδηγεί σε αυτόν. Ο κληρονόμος ανεψιός της, ερχόμενος από Γαλλία πούλησε τα περισσότερα των κτημάτων της στο ελληνικό Δημόσιο. Η Δούκισσα της Πλακεντίας διέθεσε πάνω από 40.000 δραχμές για λογαριασμό της Ελλάδος.

Ο θάνατός της δεν της επέτρεψε να δει ολοκληρωμένο το αρχιτεκτονικό αριστούργημα του Καστέλλου της Ροδοδάφνης, το οποίο ολοκληρώθηκε λίγο αργότερα. Περιήλθε στο δημόσιο, ενώ τα υπόλοιπα ιδιοκτησιακά της στοιχεία αγοράσθηκαν από τον τραπεζίτη της δουκίσσης, Γεώργιο Σκουζέ, ο οποίος είχε παντρευτεί τη γραμματέα της, Ελένη Καψάλη.

Σταθμός Δουκίσσης Πλακεντίας.

Σήμερα, το Καστέλλο της Ροδοδάφνης στον λόφο Κουφού είναι γνωστό ως Πύργος Δουκίσσης Πλακεντίας, απ' όπου διένοιξε τον δρόμο από τον Γαργηττό (οδός Δουκίσσης Πλακεντίας) ενώ τον ίδιο τίτλο έχει πάρει και ο Σταθμός Δουκίσσης Πλακεντίας του Μετρό Αθήνας στον οποίον καταλήγει η μεγάλη ομώνυμος λεωφόρος στο Χαλάνδρι.

Με τη ζωή, το έργο και τις περίεργες συναναστροφές της Δουκίσσης της Πλακεντίας ασχολήθηκαν ο Πολύβιος Δημητρακόπουλος και ο Δημήτριος Καμπούρογλου με πολλά ιστορικά, ανεξακρίβωτα όμως, στοιχεία.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Identifiants et Référentiels». (Γαλλικά) IdRef. Agence bibliographique de l'enseignement supérieur. Ανακτήθηκε στις 5  Μαρτίου 2020.
  2. Φίφη Δεμίρη, Νίκος Κουτσούμπος, «Σοφία ντε Μπαρμπούα, δούκισσα Πλακεντίας», στο Συλλογικό: Γυναίκες φιλέλληνες, Ε Ιστορικά, τ/χ.228 (18 Μαρτίου 2004), σελ.14-15
  3. Το ποσό αυτό δώρησε αφού πληροφορήθηκε τη γραπτή Έκκλησην προς συλλογήν εράνων υπέρ των ορφανών του Ιωάννη Καποδίστρια, Ελένη Κούκου, Ιωάννης Καποδίστριας. Ο άνθρωπος, ο διπλωμάτης:1800-1828, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 1978, σελ. 312
  4. Φίφη Δεμίρη, Νίκος Κουτσούμπος, «Σοφία ντε Μπαρμπούα, δούκισσα Πλακεντίας», στο Συλλογικό: Γυναίκες φιλέλληνες, Ε Ιστορικά, τ/χ.228 (18 Μαρτίου 2004), σελ.15-16
  5. Ελένη Κούκου, Ιωάννης Καποδίστριας. Ο άνθρωπος, ο διπλωμάτης:1800-1828, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 1978,σελ.263
  6. Κωνσταντίνος Κιουπκιόλης, «Η Δούκισσα της Πλακεντίας εναντίον του Καποδίστρια», Ιστορία Εικονογραφημένη, τ/χ.6 (Δεκέμβριος 1968), σελ.136-143

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Φίφη Δεμίρη, Νίκος Κουτσούμπος, «Σοφία ντε Μπαρμπούα, δούκισσα Πλακεντίας», στο Συλλογικό: Γυναίκες φιλέλληνες, Ε Ιστορικά, τ/χ.228 (18 Μαρτίου 2004), σελ.14-21
  • Κωνσταντίνος Κιουπκιολής, «Η Δούκισσα της Πλακεντίας εναντίον του Καποδίστρια», Ιστορία Εικονογραφημένη, τ/χ.6 (Δεκέμβριος 1968), σελ.136-143
  • Ελένη Κούκου, Ιωάννης Καποδίστριας. Ο άνθρωπος, ο διπλωμάτης:1800-1828, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 1978
  • Γέφυρα Δουκίσσης Πλακεντίας

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Όλγα Μπαδήμα - Φουντουλάκη, Η Δούκισσα της Πλακεντίας και οι Αρχιτέκτονές της, Αθήνα, 2011