Μπιάνκα Μαρία Βισκόντι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μπιάνκα Μαρία Βισκόντι
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση31  Μαρτίου 1425
Μπορνάσκο
Θάνατος23  Οκτωβρίου 1468[1]
Κρεμόνα
Τόπος ταφήςΚαθεδρικός Ναός του Μιλάνο
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΙταλικά[2]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Οικογένεια
ΣύζυγοςΦραγκίσκος Α΄ Σφόρτσα[3]
ΤέκναΓκαλεάτσο Μαρία Σφόρτσα
Ιππολύτη Μαρία Σφόρτσα
Λουδοβίκος Σφόρτσα
Ασκάνιο Σφόρτσα
Elisabetta Maria Sforza
Sforza Maria Sforza
ΓονείςΦιλίππο Μαρία Βισκόντι και Ανιέζε ντελ Μάινο
ΟικογένειαΟίκος των Βισκόντι και Οίκος των Σφόρτσα
Θυρεός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Μπιάνκα-Μαρία, ιταλ. Bianca Maria (31 Μαρτίου 1425 - 28 Οκτωβρίου 1468) από τον Οίκο των Βισκόντι ήταν κόρη του δούκα του Μιλάνου και με τον γάμο της έγινε δούκισσα του Μιλάνου. Έτσι το Μιλάνο πέρασε από τον Οίκο της στον Οίκο των Σφόρτσα.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε κοντά στο Σέττιμο Παβέζε και ήταν το μόνο (νόθο) τέκνο του Φιλίππο-Μαρία δούκα του Μιλάνου (τελευταίου του Οίκου του) και της ερωμένης του Ανιέζε ντελ Μάινο, της μόνης γυναίκας που αγάπησε ο ντροπαλός και απομονωμένος Φιλίππο. Η Αγκνέζε ήταν κόρη τού Αμπρότζιο ντελ Μάινο, Μιλανέζου ευγενή και δουκικού επιτρόπου (questore)· έγινε δεσποινίδα των τιμών της συζύγου τού Φιλίππο, της Βεατρίκη Λάσκαρη ντι Τέντα. Το ζεύγος είχε ακόμη μία κόρη, την Κατερίνα-Μαρία ή Λουτσία-Μαρία, που γεννήθηκε στο Σέττιμο το 1426, απεβίωσε όμως σύντομα μετά.

Όταν η Μπιάνκα-Μαρία ήταν 6 μηνών, εστάλη με τη μητέρα της στο κάστρο Αμπιάτε, όπου είχε φτιαχτεί μία πλούσια διαμονή γι'αυτές. Ο δούκας περνούσε αρκετό από τον χρόνο του στο Αμπιατεγκράσο, όπου εντυπωσιάστηκε από τον δυνατό χαρακτήρα της κόρης του.

Η Μπιάνκα-Μαρία πέρασε την παιδική ηλικία της και την εφηβεία της στο Αμπιατεγκράσο, όπου έλαβε ανθρωπιστική (αναγεννησιακή) παιδεία. Η δουκική βιβλιοθήκη περιείχε μία ευρεία ποικιλία έργων: Λατίνους κλασικούς, αφηγηματικά κείμενα στα Προβηγκιανά και τα Γαλλικά, επιστημονικές και διδακτικές εργασίες, όπως επίσης και κείμενα στα Ιταλικά και στη δημώδη (vulgare) γλώσσα, κυρίως Τοσκανών συγγραφέων. Αυτή και ο πατέρας της ήταν λάτρεις του κυνηγιού και των αλόγων.

Ο γάμος της[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1430, σε ηλικία 5 ετών, η Μπιάνκα-Μαρία μνηστεύθηκε με τον κοντοτιέρο Φραντσέσκο Σφόρτσα, άνδρα 24 έτη μεγαλύτερό της. Το έτος αυτό η condotta (το συμβόλαιο) μεταξύ Μιλάνου και Σφόρτσα έληξε και ο αρραβώνας ήταν μία κίνηση να κρατηθεί ο ισχυρός στρατηγός συνδεδεμένος με το Μιλάνο. Έχει επίσης προταθεί, ότι ο Βισκόντι δελέασε τον Σφόρτσα με την υπόσχεση να τον διορίσει νόμιμο διάδοχο του δουκάτου. Ο Σφόρτσα ίσως να το δέχθηκε λόγω της πλούσιας προίκας, η οποία περιελάμβανε τις περιοχές της Κρεμόνας, Καστελάτσιο ντι Μπολάντε και Μόσκο Φρουγκαρόλο. Το συμβόλαιο υπογράφτηκε στις 23 Φεβρουαρίου 1432 στο κάστρο της Πόρτα Τζιόβια, την κατοικία των Βισκόντι στο Μιλάνο. Ο εκπρόσωπος της Μπιάνκας-Μαρίας ήταν ο ανάδοχός της Αντρέα Βισκόντι, στρατηγός της τάξης των Θυμιλιάτες. Η Μπιάνκα-Μαρία και η μητέρα της μάλλον δεν ήταν στην τελετή· σύμφωνα με μερικές πηγές η Μπιάνκα-Μαρία επισκέφθηκε το Μιλάνο για πρώτη φορά, όταν ήταν ήδη σε ηλικία γάμου.

Τα επόμενα έτη ο φιλύποπτος Φιλίππο-Μαρία προσπάθησε δύο φορές να λύσει τη μνηστεία με τον φιλόδοξο Σφόρτσα. Το 1434, όταν ο Σφόρτσα είχε πάρει το μέρος του πάπα Ευγένιου Δ΄, ο οποίος τον έστειλε να πολεμήσει στο Μιλάνο, ο Σφόρτσα συναντήθηκε με τον Κάρλο Γκοντζάγκα, γιο του μαρκησίου της Μάντουα. Το σχέδιο να μνηστευθεί η Μπιάνκα-Μαρία με τον Λεονέλλο των Έστε, μαρκήσιο της Φερράρα, Μοντένα & Ρέτζιο, ήταν μία πολιτική κίνηση, για να πιεστεί ο Σφόρτσα να αφήσει τη συμμαχία που έφτιαξε η Βενετία εναντίον του Μιλάνου. Το ταξίδι της Μπιάνκας-Μαρίας στη Φερράρα την εποχή αυτή (τον Σεπτέμβριο του 1440) είναι το πρώτο της ταξίδι έξω από το Αμπιατεγκράσο. Όμως η προσπάθεια να αλλάξει ο Σφόρτσα συμμάχους ήταν άκαρπη και η Μπιάνκα-Μαρία επέστρεψε στο κάστρο της τον Απρίλιο του 1441.

Το ίδιο έτος ο Νικολό Πιτσίνο, καπετάνιος των στρατευμάτων του Μιλάνου, δημιούργησε δυσκολίες για τον Φραντσέσκο: ζήτησε από τον Βισκόντι την κυριότητα της Πλακεντίας με αντάλλαγμα τη σύλληψη του Σφόρτσα. Τότε ο Βισκόντι συμφιλιώθηκε με τον Σφόρτσα, παύοντας τις εχθρότητες και στέλνοντάς του προτάσεις ειρήνης, μαζί με έναν πληρεξούσιο για τον γάμο με τη Μπιάνκα-Μαρία.

Στις 2 Οκτωβρίου 1441 ο Φραντσέκσο Σφόρτσα και η Μπιάνκα-Μαρία παντρεύτηκαν στο αββαείο του Σαν Σιγκισμόντο στην Κρεμόνα, προτιμώντας τον καθεδρικό αυτόν ναό για λόγους ασφάλειας. Κατά τον τυπικό αναγεννησιακό τρόπο οι εορτές κράτησαν αρκετές ημέρες και περιελάμβαναν ένα πολυτελές συμπόσιο, κονταρομαχίες (tournois), ιπποδρομία (palio), αλληγορικά αμαξίδια και ένα τεράστιο γλυκό, αναπαραγωγή του Τοράτσο, του κύριου πύργου της πόλης. Είναι πιθανό το γλυκό αυτό να είναι η προέλευση του τορόνε.

Τα πρώτα έτη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 7 Νοεμβρίου 1441 ο Φιλίππο-Μαρία εξέδωσε ένα διάταγμα, που μείωνε τα δικαιώματα των υποτελών του, περιλαμβανομένου και του Φραντσέσκο. Ο τελευταίος προτιμούσε να εγκατασταθεί στην ασφαλέστερη περιοχή της Βενετίας, στην κώμη του Σανγκουινέτο. Τα έτη αυτά ο Φραντσέσκο και η Μπιάνκα-Μαρία είχαν προσκληθεί στη Βενετία από τον δόγη της Φραντσέσκο Φόσκαρι. Σύντομα μετά, τα νέα ότι ο Πιτσίνο απειλούσε τις ιδιοκτησίες του Σφόρτσα στο Μάρκε, έφθασαν στην πόλη. Έπειτα η Μπιάνκα-Μαρία συνόδευσε τον άνδρα της στο Ρίμινι, όπου ήταν καλεσμένοι του Σιγισμόνδου-Παντόλφο Μαλατέστα κυρίου του Ρίμινι. Έπειτα πήγαν στα Γκράνταρα και μετά το Γιέζι. Εδώ η Βισκόιντι παρέμεινε στο κάστρο, ενώ ο Φραντσέσκο οδηγούσε τις στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον του Πιτσίνο. Το 1442 η Μπιάνκα-Μαρία, 17 ετών τότε, ονομάστηκε επίτροπος του Μάρκε. Η επιλογή αυτή μοιάζει απροσδόκητη, αλλά πολυάριθμα χρονικά της εποχής δηλώνουν, ότι η Μπιάνκα-Μαρία είχε επανειλημμένα αποδείξει τις ικανότητές της στη διοίκηση και τη διπλωματία. Όσο για τη μεταξύ τους σχέση, είναι σίγουρο ότι ο Φραντσέσκο έτρεφε δυνατά αισθήματα γι'αυτήν, αλλά είναι αληθές και ότι συχνά τής ήταν άπιστος. Η Μπιάνκα-Μαρία αντιδρούσε συνήθως με απάθεια. Σε μία περίπτωση όμως, το 1443, μία από τις ερωμένες του συζύγου της εξαφανίστηκε, ενώ είχε σκοτωθεί υπό μυστηριώδης συνθήκες.

Το 1442 ο Φραντσέσκο αφορίστηκε. Τέσσερα έτη μετά, ασθενής και φθίνων ο Φιλίππο-Μαρία Βισκόντι προσέγγισε τον Φραντσέσκο για συμφιλίωση. Ο τελευταίος ωστόσο παρέμεινε δύσπιστος και, παρά τις παρακλήσεις της συζύγου του, προτίμησε να επικεντρωθεί στην υπεράσπιση των εδαφών του, που απειλούνταν από τον παπικό στρατό. Το 1447 ο Σφόρτσα, νοιώθοντας πιο ασφαλής, αποδέχθηκε τη θέση του υποδιοικητή του δουκάτου τού Μιλάνου, αλλά ο Βισκόντι, ζηλόφθονος και καχύποπτος έπειτα από τη δημοτικότητα του Σφόρτσα στο Μιλάνο, σύντομα άλλαξε άποψη. Ταυτόχρονα ο νέος πάπας Νικόλαος Ε΄ ζήτησε την επιστροφή του Γιέζι. Ήταν μία δύσκολη στιγμή για το ζεύγος.

Ο Φραντσέσκο έδωσε την πόλη πίσω στον πάπα με αντάλλαγμα 35.000 φλορίνια και μετακινήθηκε προς το Μιλάνο με τη σύζυγό του. Τα νέα του τέλους του Φιλίππο-Μαρία, ότι απεβίωσε το βράδυ της 13ης προς τη 14η Αυγούστου 1447, έφθασαν στον Φραντσέσκο στην Κοτίνιολα. Η Μπιάνκα-Μαρία θύμωσε πολύ όταν άκουσε για τις διαρπαγές που υπέστησαν οι ιδιοκτησίες των Βισκόντι στο Μιλάνο, έπειτα από το τέλος του πατέρα της. Αυτή και ο Φραντσέσκο βάδισαν εναντίον του Μιλάνου με 4000 ιππότες και 2000 πεζούς, όταν η νέα Αμβροσιανή Δημοκρατία, υπό την απειλή Βενετικής εισβολής, πρόσφερε στον Φραντσέσκο τον τίτλο του γενικού διοικητή. Η Μπιάνκα-Μαρία ήθελε να αρνηθούν, αλλά ο Φραντσέσκο το δέχθηκε, έτσι για τρία έτη προσπάθησε να ανακτήσει την πόλεις, που είχαν κηρύξει ανεξαρτησία από το δουκάτο μετά το τέλος του Βισκόντι.

Τον Μάιο του 1448, όταν ο Σφόρτσα ήταν στην Παβία, οι Βενετοί επιτέθηκαν στην Κρεμόνα. Σύμφωνα με τα χρονικά, η Μπιάνκα-Μαρία φόρεσε μία πανοπλία και, μαζί με ένα μέρος του στρατού, έσπευσε να υπερασπιστεί τις πτέρυγες της πόλεις. Πολέμησε στη μάχη, που ακολούθησε την υπόλοιπη ημέρα. Το επεισόδιο τής έδωσε τη φήμη της γυναίκας πολεμιστή.

Έπειτα από την απόκρουση του Βενετικού κινδύνου, η Μπιάνκα-Μαρία εγκαταστάθηκε στο κάστρο της Παβίας, μαζί με μεγάλη Αυλή. Οι καλές της σχέσεις με τους συγγενείς της Βισκόντι την έκαναν λαοφιλή, όπως επίσης δάνεια και δωρεές για το νέο, εύθραυστο κράτος που έφτιαξε ο σύζυγός της. Στις 24 Φεβρουαρίου 1450 άρχισε μία εξέγερση στο Μιλάνο: ο Βενετός πρέσβης σκοτώθηκε, όταν η Δημοκρατία της Βενετίας θεωρήθηκε υπεύθυνη για τον λιμό που έπληξε το Μιλάνο. Μία συνάντηση ευγενών και πολιτών αναγνώρισαν τον Φραντσέσκο ως κύριο.

Δούκισσα του Μιλάνου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ημερομηνία εισόδου του νέου δούκα και της δούκισσας στο Μιλάνο είναι συζητήσιμη: 22 ή 25 Μαρτίου. Ο Φραντσέσκο και η Μπιάνκα-Μαρία αρνήθηκαν τη θριαμβική άμαξα (την αποκάλεσαν πρόληψη του ηγεμόνα) και προτίμησαν να φθάσουν στον Καθεδρικό επάνω σε άλογα. Ήταν η πρώτη φορά που ο τίτλος του δούκα απονεμόταν από τους πολίτες της πόλης.

Κατά τα πρώτα έτη της εξουσίας του η Μπιάνκα συνεργάστηκε με τον σύζυγό της για την ανάκτηση των ιδιοκτησιών του πατέρα της και την ανακαίνιση του Δουκικού Ανακτόρου. Ο Φραντσέσκο ενεπλάκη πάλι σε πόλεμο εναντίον της Βενετίας. Η Μπιάνκα, μένοντας μόνη στο Μιλάνο, αφιερώθηκε στη διοίκηση του δουκάτου, όπως επιβεβαιώνεται από την αλληλογραφία με τον σύζυγό της, η οποία δίνει πολύτιμες πληροφορίες για την εκπαίδευση των παιδιών τους, τις κρατικές υποθέσεις, τις οικονομικές δυσκολίες και τις λεπτομέρειες της καθημερινής της ζωής. Τα γράμματα δείχνουν επίσης τον αποφασιστικό χαρακτήρα της Μπιάνκας, που δεν δίσταζε να εκφράσει τις απόψεις της, ακόμη και όταν διέφεραν από αυτές του συζύγου της. Οι επιστολές περιέχουν ακόμη κατηγορίες για τις εξωσυζυγικές περιπέτειές του.

Το 1453 στην Παβία η Μπιάνκα φιλοξένησε τον Ρενέ Α΄ της Νάπολης, που του ζητήθηκε να πάει με τον στρατό του στην Κρεμόνα για να πολεμήσει μαζί με τον Σφόρτσα. Αργότερα η Μπιάνκα του έδειξε το εργοτάξιο του νέου, μεγάλου Κάστρου των Σφόρτσα στο Μιλάνο.

Τα επόμενα έτη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την ειρήνη του Λόντι το 1454, η Μπιάνκα Μαρία αφιερώθηκε όχι μόνο στη διπλωματία, την αποκατάσταση και τη διακόσμηση αρκετών δουκικών κατοικιών, αλλά και σε δημόσια έργα. Το ζεύγος έκτισε ένα μεγάλο νοσοκομείο στο Μιλάνο, το Οσπεντάλε Ματζιόρε, και συχνά η Μπιάνκα πρόσφερε άμεση βοήθεια σε πολυάριθμες ενδεείς γυναίκες. Το 1459 ο πάπας Πίος Β΄ συγκάλεσε μία Σύνοδο στην Μάντουα, για να προετοιμάσει μία σταυροφορία εναντίον των Οθωμανών. Η Μπιάνκα θα διέθετε 300 ιππότες και ο Φραντσέσκο προτάθηκε ως στρατιωτικός ηγέτης της αποστολής. Η σταυροφορία δεν πραγματοποιήθηκε, όμως η υποστήριξη του πάπα τους απέφερε βούλες ευαρέσκειας για τον Καθεδρικό και το Οσπεντάλε Ματζιόρε του Μιλάνου.

Το 1462 ο Φραντσέσκο, που υπέφερε από ποδάγρα και υδρωπικία, ασθένησε. Κατά την απουσία του από τη διακυβέρνηση, οι πολιτικές και διοικητικές ικανότητες της Μπιάνκας απέτρεψαν την κατάρρευση του κράτους, μετά από μερικές εξεγέρσεις που προκάλεσε η Βενετία. Αυτή έδρασε αποτελεσματικά ως συγκυβερνήτης του δουκάτου. Επίσης η Μπιάνκα προώθησε τον γάμο του Τζιάκοπο Πιτσίνο, γιου του Νικολό, και της Ντρουσιάνας, νόθης κόρης του Φραντσέσκο.

Τα τελευταία έτη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αντίθετα με τις υποδείξεις των συμβούλων της, η Μπιάνκα αποφάσισε να συμμετάσχει στον γάμο του γιου της Γκαλεάτσο στις 9 Μαΐου 1468. Στο τέλος των εορτών συνόδευσε την κόρη της Ιππολύτη στο Σεραβάλε, από όπου ξεκίνησε για την Κρεμόνα. Ωστόσο στη μέση της διαδρομής, στο Μελενιάνο, ασθένησε. Υψηλός πυρετός την ανάγκασε να μείνει στην κλίνη της ως τον Αύγουστο, κράτησε όμως πυκνή αλληλογραφία. Στις αρχές Οκτωβρίου η κατάσταση επιδεινώθηκε· απεβίωσε στις 28 Οκτωβρίου του έτους αυτού, αφού συνέστησε τα μικρότερα παιδιά της, την Ελισαβέτα και τον Οταβιάνο, στον αδελφό τους Γκαλεάτσο. Τάφηκε στον Καθεδρικό του Μιλάνου, δίπλα στον σύζυγό της. Ο επικήδειος λόγος παραγγέλθηκε από τον Γκαλεάτσο στον ανθρωπιστή Φραντσέσκο Φίλελφο.

Το τέλος της προκάλεσε υποψίες: ο Γκαλεάτσο-Μαρία κατηγορήθηκε από διάφορους άνδρες, όπως από τον Μπαρτολομέο Κολεόνι, ότι τη δηλητηρίασε. Είναι σίγουρο ότι κατά την ασθένειά της ήταν στο Μελενιάνο ορισμένοι άνδρες, έμπιστοι του Γκαλεάτσο, μερικοί από τους οποίους αργότερα ενεπλάκησαν σε άλλες υποθέσεις δηλητηρίασης. Σύμφωνα με τον Μπερναντίον Κόριο, η Μπιάνκα "απεβίωσε μάλλον από αχαριστία, παρά από δηλητήριο".

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παντρεύτηκε το 1441 με τον Φραγκίσκο Α΄ Σφόρτσα δούκα του Μιλάνου και είχε τέκνα:

Πρόγονοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
8. Γκαλεάτσο Β΄ Βισκόντι
 
 
 
 
 
 
 
4. Τζαν Γκαλεάτσο Βισκόντι
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
9. Λευκή της Σαβοΐας
 
 
 
 
 
 
 
2. Φιλίππο Μαρία Βισκόντι
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
10. Μπερναμπό Βισκόντι
 
 
 
 
 
 
 
5. Αικατερίνη Βισκόντι
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
11. Βεατρίκη Ρεγκίνα ντελα Σκάλα
 
 
 
 
 
 
 
1. Μπιάνκα-Μαρία Βισκόντι
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
6. Αμπρότζιο ντελ Μάινο
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
3. Ανιέζε ντελ Μάινο
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
7.
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Marina, Areli (2013). "The Langobard Revival of Matteo il Magno Visconti, Lord of Milan". I Tatti Studies in the Italian Renaissance. University of Chicago Press. Vol. 16, No. 1/2 September.
  • Daniela Pizzigalli, La signora di Milano: Vita e passioni di Bianca Maria Visconti, Rizzoli 2000
  • Caterina Santoro, Gli Sforza. La casata nobiliare che resse il Ducato di Milano dal 1450 al 1535, Lampi di Stampa 1999
  • Lila Jahn, Bianca Maria duchessa di Milano, Milano, Garzanti, 1941
  • Winifred Terni de Gregory, Bianca Maria Visconti duchessa di Milano, Bergamo, 1940

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]