Μετάβαση στο περιεχόμενο

Καρυές Λακωνίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Κοινότητα Καρυών)

Συντεταγμένες: 37°17′32.413″N 22°30′0.684″E / 37.29233694°N 22.50019000°E / 37.29233694; 22.50019000

is located in Greece
               Map
Διοίκηση
ΧώραΕλλάδα
Αποκεντρωμένη ΔιοίκησηΠελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου
ΠεριφέρειαΠελοποννήσου
Περιφερειακή ΕνότηταΛακωνίας
ΔήμοςΣπάρτης
Δημοτική ΕνότηταΚαρυών
Γεωγραφία
Γεωγραφικό διαμέρισμαΠελοπόννησος
ΝομόςΛακωνίας
Υψόμετρο950 μέτρα
Πληθυσμός
Μόνιμος352
Έτος απογραφής2021
Πληροφορίες
Παλαιά ονομασίαΑράχοβα
Ταχ. κώδικας230 67
http://www.karyes.gr/
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Οι Καρυές (αρχ. αι Καρυαί ) είναι ένας ορεινός οικισμός του νομού Λακωνίας, χτισμένος στις δυτικές πλαγιές του Πάρνωνα σε υψόμετρο 950 μέτρων. Βρίσκονται στην θέση του ομώνυμου αρχαίου οικισμού, στον οποίον οφείλουν το όνομά τους οι Καρυάτιδες του Ερεχθείου. Αποτελούν έδρα της ομώνυμης κοινότητας και ο μόνιμος πληθυσμός τους σύμφωνα με την απογραφή του 2021 είναι 352 κάτοικοι (την χειμερινή περίοδο μετά δυσκολίας υπερβαίνουν τους 150).

Ιστορικά στοιχεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ήδη από τα ομηρικά χρόνια η αρχαία πολίχνη ς ανήκε στην Τεγέα και μάλιστα φαίνεται πως συμμετείχε στον Τρωϊκό πόλεμο. Στις Καρυές λέγεται πως συγκέντρωσε τον στρατό του ο βασιλιάς της Σπάρτης Μενέλαος, πριν αναχωρήσει για την Τροία. Εύλογα μπορούμε να ταυτίσουμε το πέρασμα του Μενελάου με τη φύτευση των υπεραιωνόβιων, πλέον, πλατανιών της Παναγίας, τα οποία λέγεται ότι τα φύτεψε ο ίδιος.[1]

Οι Καρυές αποτέλεσαν το μήλο της έριδος μεταξύ Τεγέας και Σπάρτης. Άλλαξε αρκετές φορές χέρια, για να καταλήξει τελικώς στη Σπάρτη.

Αξιόλογο είναι και το γεγονός, το οποίο αναφέρει ο Παυσανίας στα “Μεσσηνιακά” (16, 9-10), ότι κατά τον Β' Μεσσηνιακό Πόλεμο (685-668 π.Χ.) ο Αριστομένης, ο αρχηγός των Μεσσήνιων, για να εκδικηθεί τους Σπαρτιάτες άρπαξε τις ιέρειες χορεύτριες επιφανών οικογενειών της Λακεδαίμονας από το ιερό της Αρτέμιδος Καρυάτιδος, ώστε να ζητήσει λύτρα.[2]

Οι Καρυές φαίνεται ότι συμμετείχαν στους Περσικούς πολέμους (5ος αι. π.Χ.), καθ' όσον αναφέρει ο Ηρόδοτος: «Λακεδαιμονίοι και Αρκάδες πάντες». Στην πορεία, κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο βρίσκονταν υπό την κατοχή της Σπάρτης, η οποία εκείνη την εποχή ήταν η κύρια δύναμη της Πελοποννήσου, αλλά και μεγάλου μέρους του τότε ελλαδικού χώρου. Ωστόσο, η σπαρτιατική δύναμη κλονίστηκε από τους Θηβαίους, ύστερα από τη μάχη στα Λεύκτρα (371 π.Χ.). Το μεγαλύτερο χτύπημα για τους Σπαρτιάτες συνέβη δύο χρόνια αργότερα (369 π.Χ.), όταν οι Καρυάτες βοήθησαν τους Θηβαίους να περάσουν τα σπαρτιατικά σύνορα και να εισβάλλουν στη λακωνική χώρα. Βέβαια, οι Σπαρτιάτες δεν παρέβλεψαν το γεγονός, εφόσον τον επόμενο χρόνο τιμώρησαν σκληρά τους κατοίκους των Καρυών για αυτή την αποστασία, αφού ο Αρχίδαμος «και Καρύας μεν εξαιρεί κατά κράτος και όσους ζώντας έλαβεν απέσφαζεν».

Οι Καρυές κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής περιόδου και μέχρι το 395 μ.Χ. δεν εμφανίζονται σε ιστορικές πηγές. Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι θα διένυε μια ήρεμη περίοδο και θα επηρεαζόταν από τις κινήσεις και τα πεπραγμένα της Σπάρτης.

Τον 5ο αι. μ.Χ. γίνεται αναφορά στην Επισκοπή της Λακεδαιμονίας, η οποία μάλιστα συμμετείχε στην 4η Οικουμενική Σύνοδο το 451μ.Χ. Τα επόμενα χρόνια επικράτησε μια σχετική ευμάρεια. Εν τω μεταξύ, οι Σλάβοι περί τον 7ο αι μ.Χ. σχηματίζουν τις σκλαβηνίες στα εδάφη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και αφομοιώνονται σταδιακά με τον πληθυσμό. Ωστόσο, η χολέρα που επικράτησε το 747 μ.Χ. αφάνισε αρκετό πληθυσμό και επέβαλε την κάθοδό τους νοτιότερα. Στην περιοχή του Πάρνωνα φαίνεται ότι αφομοιώθηκαν αρμονικά με τους ντόπιους πληθυσμούς. Μάλιστα λέγεται ότι αυτή την περίοδο, της εγκατάστασης των Σλάβων, οι Καρυές γίνονται γνωστές με το όνομα Αράχοβα, καθώς στη γλώσσα των Σλάβων “ορέχ” σημαίνει καρύδι και “οράχοβ” καρυδένιο. Επομένως, οι ντόπιοι εξελλήνισαν τον όρο σε Αράχοβα, δηλαδή καρυδένιος τόπος, εφόσον, όπως δηλώνει και το αρχαίο όνομα του οικισμού, ήταν και είναι γεμάτος από καρυδιές. Μια νεώτερη μελέτη[3], ωστόσο, έρχεται να ακυρώσει την παραπάνω θεωρία που για χρόνια ήταν αποδεκτή. Ο Ασημάκης, λοιπόν, αναφέρει ότι η ονομασία Αράχοβα είναι βλάχικη και προέρχεται από τη λέξη “ρέχα”, που στη διάλεκτό τους σημαίνει “ράχη βουνού”.

Την ύστερη βυζαντινή περίοδο, στα χρόνια που ο Γοδεφρείδος Βιλεαρδουίνος (1210-1212 μ.Χ.) πολιορκούσε και καταλάμβανε περιοχές της Πελοποννήσου, φαίνεται ότι πέρασε από την περιοχή της Αραχόβης και ο κάμπος έγινε φέουδο. Εκείνη την εποχή χτίζονται κάστρα από τους μεγάλους ηγεμόνες και πύργοι από τους φεουδάρχες. Στην Αράχοβα, λοιπόν, διατηρείται ως τις μέρες μας ένας πύργος που φαίνεται να ανήκε στον τοπικό άρχοντα – φεουδάρχη τρία χιλιόμετρα δυτικά του οικισμού.

Κατά τη δεύτερη οθωμανική κυριαρχία, η οποία είναι η πιο πένθιμη περίοδος της ελληνικής ιστορίας, στο βιβλίο του Πίτσιου[2] αναφέρονται αναλυτικώς τα οδυνηρά χρόνια που βίωσαν οι Αραχωβίτες από τους Τούρκους. Αρκετοί Αραχωβίτες είχαν ταχθεί σε ομάδες εναντίον των κατακτητών. Η πρώτη μεγάλη καταστροφή του χωριού έγινε στις 12 Μαΐου 1826, όταν ο Ιμπραήμ εισέβαλε στο χωριό, κατέσφαξε όσους έπιασε και το έκαψε ολόκληρο. Για τα δύο επόμενα χρόνια (1826-1828) οι λεηλασίες των Οθωμανών ήταν αρκετές, κυρίως για να αρπάξουν από τους κατοίκους τρόφιμα και ζώα. Η κατάσταση που βίωναν οι κάτοικοι σκιαγραφείται έντονα με το παρακάτω περιστατικό: «σε μια εισβολή των Τούρκων ένας πατέρας προτίμησε να αποκεφαλίσει ο ίδιος τα παιδιά του, παρά να τα πιάσουν οι Οθωμανοί και να γίνουν Τουρκαλάκια».[4]

Αναφορικά με την περίοδο της Κατοχής, οι Γερμανοί εμφανίστηκαν στην Αράχοβα στις 15 Ιουνίου 1941, ώστε να απαιτήσουν τρόφιμα και διάφορα είδη ανάγκης. Στην Αράχοβα δημιουργήθηκε κρυφά ένα παράρτημα του Ε.Α.Μ. με την εντολή να επιτεθούν στους κατακτητές. Με την επίθεση στις 18 Δεκεμβρίου 1942 σκοτώθηκαν κάποιοι κατακτητές, ωστόσο οι επόμενες μέρες ήταν τραγικές. Ορισμένοι έγιναν αντάρτες στα βουνά, ενώ οι υπόλοιποι κάτοικοι σε κάθε συναγερμό έτρεχαν στα γύρω βουνά για να κρυφτούν. Ένα ακόμα αξιοσημείωτο ιστορικό γεγονός είναι η «κύκλωση» του χωριού από τους Γερμανούς στις 19 Σεπτεμβρίου 1943. Οι Γερμανοί, πριν ακόμα χαράξει η μέρα, είχαν περικυκλώσει τις Καρυές και οι χωρικοί, όταν το αντιλήφθηκαν προσπάθησαν να κρυφτούν. Σαν “από μηχανής θεός” εμφανίστηκε στο χωριό ο Άξελ Πέρσον, αντιπρόσωπος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και οι κατακτητές προσπάθησαν να κρύψουν και να μετριάσουν τα εγκλήματά τους[5]. Ύστερα από το παραπάνω περιστατικό οι κάτοικοι όρισαν φυλάκια σε δύο εισόδους του χωριού και συγκέντρωσαν τρόφιμα σε περίπτωση συναγερμού. Οι ενέδρες των ανταρτών ήταν αρκετές, αλλά ωστόσο τα αντίποινα των Γερμανών πιο σκληρά. Αποκορύφωμα, το ολοκαύτωμα του χωριού στις 14 Μαρτίου 1944. Τα περισσότερα σπίτια του χωριού και το σχολείο κάηκαν, μάλιστα επέτρεψαν την επομένη και αποτελείωσαν ότι είχε μείνει και επιπλέον το Ρολόι. Οι επιδρομές ήταν αρκετές μέχρι και τον Ιούλιο του 1945 που οι Γερμανοί έφυγαν οριστικά από τον Πάρνωνα και σταδιακά από τη χώρα. Ο πληθυσμός των Καρυών το 1945, σύμφωνα με καταγραφή ήταν 787 άνδρες και 919 γυναίκες.[6]

Αρχαιολογικά τεκμήρια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι αρχαίες Καρυές επιβεβαιώνουν την παρουσία τους χάρη στον περιηγητή Παυσανία, ο οποίος πέρασε από τον οικισμό τον 2ο αι. μ. Χ. και αναφέρθηκε στην ύπαρξη ενός ιερού που ήταν αφιερωμένο στη θεά Άρτεμη[7], ενώ επιπλέον σώζονται ως μαρτυρίες πληροφορίες σχετικά με την εύρεση αρχαιολογικών τεκμηρίων από ντόπιους.

Έξω από τον οικισμο υπάρχουν αναφορές από τον Παυσανία για το ιερό του Δία Σκοτίτα και το τρόπαιο του Ηρακλή. Το ιερό του Δία βρισκόταν στο ομώνυμο δάσος και ήταν αφιερωμένο σε μια ιδιότητα του Διά που σχετεζόταν με τον Κάτω Κόσμο. Αντίστοιχα και το τρόπαιο του Ηρακλή βρισκόταν κοντά στο ιερό του Δία και λέγεται πως το έστησε ο ίδιος ύστερα από τον φόνο του Ιπποκόωντος και των δώδεκα γιων του.

Το ιερό της Αρτέμιδος Καρυάτιδος βρισκόταν μέσα στον αρχαίο οικισμό και πρόκειται για ένα αγροτικό ιερό, το οποίο οικοδομήθηκε την αρχαϊκή περίοδο. Ο οικισμός φαίνεται πως ήταν σπουδαίο θρησκευτικό κέντρο της εποχής, καθώς εδώ κάθε χρόνο τελούντο μια ετήσια εορτή προς τιμήν της θεάς, τα Καρυάτεια. Στην εορτή αυτή οι ιέρειες χορεύτριες της θεάς, οι γνωστές Καρυάτιδες, χόρευαν έναν τοπικό χορό, ενώ έφεραν στα κεφάλια του καλάθια όπου είχαν συγκεντρώσει τις προσφορές των πιστών.

Γενικότερα, έχουν βρεθεί αρχαιολογικά τεκμήρια, τα οποία μας βοηθούν να οροιοθετήσουμε τον αρχαίο οικισμό. Συγκεκριμένα έχουν βρεθεί: σπόνδυλοι και θεμέλια οικοδομημάτων, μαρμάρινος κίονας καθώς επίσης τρεις μεγάλοι πίθοι ύψους ενάμιση περίπου μέτρων, οι οποίοι, καθόσον λέγεται, έμοιαζαν αρχαίοι. Διάσπαρτα και αρκετά είναι τα όστρακα αγγείων, που βρέθηκαν προς τον λόφο του Άη Λια και μάλιστα λέγεται ότι έφεραν μαύρη στιλπνή διακόσμηση. Αρκετά είναι τα νομίσματα, χρυσά και χάλκινα, τα οποία ύστερα από μελέτες, τοποθετούνται χρονικά από τα αρχαία μέχρι και τα βυζαντινά χρόνια και συνεπώς γίνεται φανερό ότι ο οικισμός ήταν αναπτυγμένος και οικονομικά. Προς το λόφο του Άη Λια, τέλος, βρέθηκαν τριάντα περίπου τάφοι, καθώς στη περιοχή εκείνη φαίνεται ότι λειτουργούσε βυζαντινό νεκροταφείο.[8]

Τα παραπάνω στοιχεία οροιθετούν τον αρχαίο οικισμό γύρω από τον ποταμό Δειρό.

Υλικές και άυλες μαρτυρίες του παραδοσιακού κόσμου των Καρυών

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο οικισμός δεν χάθηκε ποτέ στον χρόνο, αντιθέτως γίνεται φανερό ότι η πορεία και η συμβολή του στην ιστορία και στον πολιτισμό υπήρξε και συνεχίζει αλώβητη στο πέρασμα του χρόνου. Κατάφερε να επιβιώσει αφήνοντας παρακαταθήκη υλικά κατάλοιπα, καθώς και άυλα πολιτισμικά τεκμήρια στις μνήμες των κατοίκων, διατηρώντας τα, κατ' αυτό τον τρόπο, έως σήμερα.

Στον οικισμό επιβιώνουν ακόμα στοιχεία του παλαιού και παραδοσιακού κόσμου. Τα υλικά στοιχεία σε συνδυασμό με τα άυλα ήθη και έθιμα, που διατηρούνται έως σήμερα, κρατούν ζωντανή την παράδοση και την αυθεντικότητα της τοπικής κουλτούρας.

Οι κάτοικοι ασχολούνται με την κτηνοτροφία, τη μελισσοκομία, την τυροκομία, τη γεωργία, με οικοδομικές εργασίες, καθώς και με εμπορικές, βιοτεχνικές και τουριστικές δραστηριότητες.

Ο πληθυσμός των Καρυών εμφάνισε σημαντική άνοδο την περίοδο 1879 - 1896 και 1928 - 1940 ενώ τις υπόλοιπες περιόδους γνώρισε μείωση, με πιο σημαντική αυτή απο το 1951 μέχρι και σήμερα. Το 2021 ο πληθυσμός κατέγραψε πολύ μεγάλη μείωση.

Ιστορική εξέλιξη πληθυσμού
Έτος Πληθ.   ±%  
1879 1.587 —    
1889 1.672 +5.4%
1896 1.688 +1.0%
1907 1.482 −12.2%
1920 1.321 −10.9%
1928 1.683 +27.4%
1940 1.788 +6.2%
1951 1.310 −26.7%
1961 986 −24.7%
1971 600 −39.1%
1981 665 +10.8%
1991 519 −22.0%
2001 626 +20.6%
2011 729 +16.5%
2021 352 −51.7%
  • Μνημείο Καρυάτιδων
  • Παναγία - Πλάτανοι Μενελάου
  • Ρολόι - Πανόραμα
  1. Μεϊντανής & Μεϊντανής, Π. & Ι. (1950). Καρυατικά: Δια την ιστορίαν των Καρυών – Αραχώβης, Λακωνίας και των εις την αλλοδαπήν Αραχωβιτών». New York: Anatolia. σελ. 58. 
  2. 2,0 2,1 Πίτσιος, Κώστας (1948). Καρυαί (Αράχοβα) Λακεδαίμονος. Ιστορική και λαογραφική μελέτη. Αθήνα: Ηλίας Ν. Δίκαιος. σελ. 31. 
  3. «Στ. Ασημάκης: τοπωνύμια οβα, οβο,ιστα, ιτσα». 
  4. Πίτσιος, Κώστας (1948). Καρυαι (Αράχοβα) Λακεδαίμονος, Ιστορική Λαογραφική Μελέτη. Αθήνα: Δικαιος. σελ. 150-177. 
  5. «Αρχείο Πέρσον». Εκδόσεις Παπαζήση. Ανακτήθηκε στις 1 Μαρτίου 2022. 
  6. Ο. π: 267-326
  7. «Ελλάδος περιήγησις/Λακωνικά - Βικιθήκη». el.wikisource.org. Ανακτήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2020. 
  8. Μεϊντανής & Μεϊντανής, Π. & Ι. (1950). Καρυατικά: Δια την ιστορία των Καρυών - Αραχόβης, Λακωνίας και των εις την αλλοδαπήν Αραχωβιτών. New York: Anatolia. σελ. 16 -17. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]