Κατσώνης ΙΙ (υποβρύχιο)
![]() Το Β.Π. Υ/Β Κατσώνης ΙΙ (Υ1) | |
Καριέρα (Ελλάδα) | ![]() |
---|---|
Όνομα: | Υ/Β Κατσώνης ΙΙ (Υ1) |
Παραγγέλθηκε: | Ελληνική κυβέρνηση το 1925 |
Κατασκευαστής: | Forge et Chantiers de la Gironde, Μπορντό, Γαλλία[Σημ. 1][1] |
Αρχή ναυπήγησης: | 1925 |
Καθελκύστηκε: | 1927 |
Τέθηκε σε υπηρεσία: | 8 Ιουνίου 1928 |
Μοίρα: | Εμβολίστηκε και βυθίστηκε βόρεια της Σκιάθου (γερμανικές συντεταγμένες Marine Quadrat CK 8612) στις 14 Σεπτεμβρίου 1943 από το Γερμανικό ανθυποβρυχιακό πλοίο UJ-2101 (πρώην Ελληνικό ναρκαλιευτικό-ναρκοθετικό Στρυμών Ι). |
Γενικά χαρακτηριστικά | |
Τύπος: | Κατσώνης[2] |
Εκτόπισμα: | 576 τόνων (ή 775 τόνων εν καταδύσει) |
Μήκος: | 62,5 μέτρα |
Πλάτος: | 5,3 μέτρα |
Βύθισμα: | 3,6 μέτρα |
Εγκατεστημένη ισχύς: | 2 κινητήρες Diesel, τύπου Schneider-Carel, ισχύος 1.300 hp για κίνηση στην επιφάνεια και 2 ηλεκτροκινητήρες ισχύος 1.000 hp για κίνηση εν καταδύσει[3] |
Ταχύτητα: | 14 κόμβοι στην επιφάνεια και 9,5 κόμβοι σε κατάδυση |
Εμβέλεια: | Εν επιφανεία, μεγίστη 3.500 ναυτικά μίλια με ταχύτητα 10 κόμβων. Σε κατάδυση, μεγίστη 100 ναυτικά μίλια με ταχύτητα 5 κόμβων [4] |
Πλήρωμα: | 45 άνδρες[3] |
Οπλισμός: |
6 τορπιλοσωλήνες των 533 χιλ. (2 εξωτερικοί στην πλώρη, 2 εσωτερικοί στην πλώρη, 2 εξωτερικοί στην πρύμνη), 1 πυροβόλο των 100 χιλ. και 2 πολυβόλα. Επίσης μπορούσε να φέρει εν αποθέσει: 13 τορπίλες και 100 βλήματα των 100 χιλ.[3] |
Ναυπήγηση και ένταξη του Κατσώνης ΙΙ στο ΠΝ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το Κατσώνης ΙΙ (Υ1) ήταν ένα από τα έξι υποβρύχια του Ελληνικού πολεμικού ναυτικού στη διάρκεια του Μεσοπολέμου και του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, έλαβε το όνομά του από τον Έλληνα αξιωματικό του τσαρικού στρατού Λάμπρο Κατσώνη (1752-1804). Ήταν το δεύτερο σκάφος του πολεμικού ναυτικού με αυτή την ονομασία. Το υποβρύχιο Κατσώνης ΙΙ παραγγέλθηκε στη Γαλλία από την τότε Ελληνική κυβέρνηση το 1925, μαζί με το άλλο υποβρύχιο Παπανικολής Ι, κατασκευάστηκε τα έτη 1925-1927 στο ναυπηγείο Forge et Chantiers de la Gironde του Μπορντό. Η παραλαβή του έγινε στη Χάβρη της Γαλλίας στις 8 Ιουνίου 1928 με πρώτο του κυβερνήτη τον αντιπλοίαρχο Κωνσταντίνο Αρβανίτη, εν συνεχεία κατέπλευσε στο ναύσταθμο Σαλαμίνας στις 21 Ιουνίου 1928 και εντάχθηκε στο Ελληνικό βασιλικό πολεμικό ναυτικό με τον διακριτικό κωδικό "Y1".
Σύμφωνα με τον ημερήσιο Ελληνικό τύπο [5], η ναυπήγηση του υποβρύχιου συνδέεται με την απόφαση παραγγελίας δύο ακόμη υποβρυχίων για το ΠΝ, απόφαση που ελήφθηκε τη 10/05/1924 στη διάρκεια συμβουλίου υπό την προεδρία του υπουργού των ναυτικών Αλέξανδρου Χατζηκυριακού στο πλαίσιο μιας πρώτης αντίδρασης για την ενίσχυση του πολεμικού στόλου μετά τη Μικρασιατική καταστροφή. Την 17/05/1924 υπεγράφθηκε η σύμβαση για τη ναυπήγηση των δύο υποβρυχίων, η σύμβαση ήταν μεταξύ του Ελληνικού δημοσίου, που το αντιπροσώπευε ο υπουργός των ναυτικών Α. Χατζηκυριάκος, και των Γαλλικών ναυπηγείων Schneider. Η σύμβαση αφορούσε στη ναυπήγηση δύο μόνο υποβρυχίων βάρους 600 τόνων έκαστο.
Σύμφωνα με τον ημερήσιο τύπο της εποχής αντλούνται μεταξύ άλλων τα εξής [5]
«Η τιμή εκάστου υποβρυχίου ωρίσθη εις 11.970.000 γαλλικά φράγκα. Το Ελληνικόν Δημόσιον υποχρεούται όπως πρκαταβάλη εις τα εν λόγω ναυπηγεία 15% έναντι της αξίας εκάστου υποβρυχίου. Τα υποβρύχια θα παραδοθούν εις το Ελληνικόν Ναυτικόν εκ του λιμένος Τουλώνος.
Δια της συμβάσεως παρέχεται εις τον υπουργόν των Ναυτικών το δικαίωμα να διαλύση την σύμβασιν και να επιστραφή εις το Ελληνικόν Δημόσιον η προκαταβολή, εάν τα ναυπηγεία δεν τηρούν επακριβώς τους εν τη συμβάσει αναγραφομένους όρους. Υπό του οίκου Σνάϊδερ παρεχωρήθη εις το Δημόσιον ως προμήθεια 1% εκ της αξίας των υποβρυχίων.
Περί της ονομασίας των δύο υποβρυχίων δεν ελήφθη εισέτι ουδεμία απόφασις. Κατά πάσαν πιθανότηταν εις τα υποβρύχια θα δοθούν ονόματα πυρπολητών της Επαναστάσεως του 1821.
Περί τας αρχάς του μεθεπόμενου μηνός Ιουλίου [1924] θ΄ αποσταλούν εις την Κρατικήν Σχολήν Υποβρυχίων της Γαλλίας τέσσαρες Υποπλοίαρχοι προς εκπαίδευσιν.»[Σημ. 2]
Την 19/05/1924 ο υπουργός των Ναυτικών ενέκρινε το πρώτο χρηματικό ένταλμα επ΄ ονόματι των αντιπροσώπων του γαλλικού ναυπηγικού οίκου Chantiers Schneider et Cie για την πραγματοποίηση της παραγγελίας των υποβρυχίων. [6]
Οι εργασίες ναυπήγησης του Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 1924[Σημ. 3] στα ναυπηγεία της εταιρείας Chantiers Schneider et Cie στο Chalon-sur-Saône[Σημ. 4]
Την 20/01/1926 αποφασίστηκε, σύμφωνα με το διάταγμα αριθ,15, να δοθούν τα ονόματα ΚΑΤΣΩΝΗΣ και ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ στα υπό κατασκευή υποβρύχια. Την 26η Μαρτίου του ιδίου έτους το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ καθελκύθηκε και ρυμουλκήθηκε στο σημείο όπου συνεχίστηκαν οι εργασίες για την ολοκλήρωση της κατασκευής. Την 04/09/1926 και ενώ τα Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ και ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ βρίσκονταν στο ήμισυ της αποπεράτωσής τους, ο υπουργός των Ναυτικών υπέγραψε νέα διαταγή με την οποία τοποθετήθηκαν στο Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ ο αντιπλοίαρχος Κωνσταντίνος Αρβανίτης με καθήκοντα Κυβερνήτου και ο πλωτάρχης Γ. Βλαχόπουλος με τα καθήκοντα του Υπάρχου, ενώ στο Υ/Β ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ τοποθετήθηκαν αντίστοιχα με καθήκοντα Κυβερνήτη και Υπάρχου ο αντιπλοίαρχος Π. Βανδώρος και ο πλωτάρχης Ν. Στυμφαλιάδης[7]Σφάλμα αναφοράς: Μη έγκυρη ετικέτα <ref>
·
οι παραπομπές χωρίς όνομα πρέπει να έχουν περιεχόμενο
Το φθινόπωρο του 1927 τα υποβρύχια πήραν τα διακριτικά Κ [8] για το ΚΑΤΣΩΝΗΣ και Κ2 για το ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ, ετσί και ξεκίνησαν τις δοκιμές οι οποίες ήταν και οι τελικές στην Τουλώνα. Πρώτο τερμάτισε τις δοκιμές του το Υ/Β ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ και εν συνεχεία αναχώρησε για την Ελλάδα τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, με Κυβερνήτη τον Αντιπλοίαρχο Π. Βανδώρο, με τελικό προορισμό του στον Ναύσταθμο Σαλαμίνας στις 14:00 της 29/12/1927.
Ο ελληνικός ημερήσιος τύπος αναφέρθηκε στον κατάπλου του Υ/Β ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ και γράφει τα εξής[9]:
«Ο «Παπανικολής» ηγκυροβόλησεν, ως και χθες εγράφομεν, πλησίον ειδικής προβλήτος, που κατασκευάσθη εις τον ναύσταθμον. Εκεί θα έλθουν και τα άλλα μας υποβρύχια. Τα πληρώματα των πρόκειται να είνε εγκατστημένα, εφ΄όσον τα υποβρύχια θα ευρίσκονται εις την βάσιν των, επί της επισκευαζομένης διαρκώς «Αμφιτρίτης.[Σημ. 5] Τάχιστα θα ιδρυθή εις τον Ναύσταθμον και ειδική σχολή υποβρυχίων εις την οποίαν θα μετεκπαιδεύωνται πληρώματα και επιτελεία. Νυν ο «Παπανικόλής» θα εκτελέσει καταδύσεις και μικράς ασκήσεις διά να αντιληφθούν τας αρετάς του οι ανώτεροι μας αξιωματικοί. Αργότερον θα εκτελέση τακτικάς ασκήσεις, τον δε Μάρτιον θα μετάσχη των μεγάλων ασκήσεων της μελούσης ν' ανασυγκροτηθή μοίρας του Στόλου.»
Το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ τερμάτισε τις δοκιμές του στις αρχές Μαΐου 1928 οπότε και δεξαμενίστηκε για καθαρισμό στις μόνιμες δεξαμένες της Τουλώνας.[10] Την 18/06/1928 απέπλευσε για την Ελλάδα, με Κυβερνήτη τον Αντιπλοίαρχο Κωνσταντίνο Αρβανίτη, με επιβαίνοντες το 25μελές πλήρωμά του.[11] Πρωινές ώρες της 21/061928 ελλιμενίστηκε στον Ναύσταθμο Σαλαμίνα μαζί με το εκπαιδευτικό πλοίο ΑΡΗΣ[Σημ. 6], τα δύο πλοία τα υποδέχθηκε ο διοικητής της τότε βάσεως υποβρυχίων Ι. Δεμέστιχας[Σημ. 7]. Οι εφημερίδες της εποχής γράφουν για τον ενθουσιασμό που επέφερε ο κατάπλους των δύο πλοίων και αναφέρθηκαν με τα ακόλουθα:[12]:
«Κατά τον πλουν του υποβρυχίου ο κυβερνήτης αυτού αντιπλοίαρχος κ. Αρβανίτης και οι αξιωματικοί απηύθυναν θερμόν χαιρετισμόν προς τον Διοικητήν της βάσεως υποβρυχίου κ. Δεμέστιχαν. Ο κ. Δεμέστιχας απήντησεν εις τον χαιρετισμόν τούτον θερμώς. Ευθύς ως κατέπλευσεν εις τον ναύσταθμον το υποβρύχιον, ο διοικητής της βάσεως υποβρυχίου κ. Δεμέστιχας ανήλθεν επ΄αυτού και εξέφρασε τα συγχαρητήρια του προς τον κυβερνήτην, τους αξιωματικούς και το πλήρωμα, διά τον επιτυχή πλουν του υποβρυχίου. Ο κ. Αρβανίτης απήντησεν ευχαριστών
Το εκπαιδευτικόν πλοίον «Άρης» το οποίον θα χρησιμοποιηθή διά την εκπαίδευσιν των δοκίμων αξιωματικών και υπαξιωματικών, ηγκυροβόλησε προ του Διοικητηρίου. Είναι θαύμα ναυπηγικής. Ταχύτατον και εφωδιασμένον δι΄όλων των τελειοτάτων μηχανημάτων. Εινε τόννων δύο χιλιάδων. Ο κυβερνήτης του σκάφους πλοίαρχος κ. Οικονόμου ανέφερεν εις την Διοίκησιν του Ναυστάθμου, ότι κατά τον πλουν ανέπτυξε ταχύτητα 8 μιλλίων καθ΄ ώραν, χωρίς να χρησιμοποιηθούν τα ιστία του.
Εις τον ναύσταθμον κατά τον κατάπλουν του υποβρυχίου και του εκπαιδευτικού σκάφους, είχεν συγκεντρωθή πλήθος κόσμου, όστις επί πολύν ώρα απεθαύμαζον αυτά. Και τα δύο ταύτα πλοία του ελληνικού στόλου θεωρούνται από τα τελειότερα εις το είδος των και αυξάνουν σημαντικώς την δύναμιν του ελληνικού στόλου.
Και τα δύο ταύτα πλοία, μετά του «Παπανικολή» θα καταπλεύσουν προσεχώς εις τα Φαληρικά ύδατα, όπου θα επιτραπή εις το Κοινόν να τα επισκεφθή και να τα θαυμάση εκ του πλησίον. Τα ίδια πλοία κατόπιν θα πλεύσουν και προς άλλους ελληνικούς λιμένες, όπως γίνουν αντικείμενα θαυμασμού και από τα άλλα ναυτικά κέντρα της Ελλάδος προς έξαρσιν του εθνικού φρονήματος και ενίσχυσιν του αισθήματος της ναυτικής δυνάμεώς μας, επί της οποίας βασίζεται η εθνική μας υπόστασις.»
Την 13/07/1928 το πρωί εκτελέστηκε η τελετή της πρώτης ανύψωσης της σημαίας του Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ στο Ναύσταθμο Σαλαμίνας και έτσι εντάχθηκε στο ΠΝ. Στην τελετή ύψωσης σημαίας και στον αγιασμό, που πραγματοποιήθηκε από τον επίσκοπο της Σύρου Αθανάσιο, παρευρέθησαν ανώτεροι και κατώτεροι αξιωματικοί του ΠΝ, οι διευθυντές του υπουργείου των Ναυτικών, ο διοικητικής της τότε Ανωτάτης Διοίκησης Υποβρυχίων (Α.Δ.Υ), Ιωάννης Δεμέστιχας,[Σημ. 7] και φυσικά ο Έλληνας πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος στον λόγο του είπε:[13]
«Το ναυτικόν, θ΄ ακολουθήση την ελληνικήν εξωτερικής πολιτικήν, ήτις μετά τας περιπέτειας του πολέμου, είνε πολιτική ειρήνης. Θεωρούμεν τώρα όλα τα εξωτερικά ζητήματα ως λελυμένα, άλλα μεν καλώς, άλλα δεν κακώς, αλλά μάλλον καλώς, εάν ενθυμηθώμεν πόθεν εξεκινήσαμεν προ 16 ετών και ότι σήμερον ευρισκόμεθα εις τα όχθας του Έβρου.[Σημ. 8] Η Ελλάς ενδιαφέρεται σήμερον, όπως η εφαρμογή των συνθηκών ευρίσκεται εις πεδίον ειλικρίνειας, και όπως τα δικά της δικαιώματα ώσιν σεβαστά παρ΄ όλων. Παρ΄ όλα ταυτα η Κυβέρνησις δεν θα παρίδη και τα ναυτικά ζητήματα άτινα θα τυχώσι της δεούσης προσοχής, διότι και εις τούτο απεβλεπε η συγκρότησις της παρούσης Κυβερνήσεως.»[Σημ. 9]
Μετά το πέρας της τελετής αυτής το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ ήταν ενταγμένο πλέον ως μάχιμο πλοίο στο ΠΝ. Το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ διατήρησε το διακριτικό Κ[8] μέχρι και τις αρχέςτης δεκαετίας του 30 όπου μετά πήρε το τελικό και μόνιμο διακριτικό του, τον πλευρικό αριθμό Υ1.
Ιστορική σύνοψη και γενικά χαρακτηριστικά του Κατσώνης ΙΙ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ ήταν το δεύτερο σκάφος του βασιλικού ναυτικού (ΒΝ), το πρώτο πλοίο με την ίδια ονομασία ήταν το εύδρομο ΚΑΤΣΩΝΗΣ Ι το οποίο το παράγγειλε η Ελληνική κυβέρνηση στη Βρετανία και συγκεκριμένα στα ναυπηγεία Cammei Laird του Birkenhead το 1914. Μετά την έναρξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, οι Βρετανοί επίταξαν το πλοίο το 1915, εξαιτίας των κρίσιμων συνθηκών προκειμένου να καλύψει τις πολεμικές της ανάγκες, το υποβρύχιο μετονομάστηκε ως HMS CHESTER και τελικά εντάχθηκε στο Βασιλικό Ναυτικό της Βρετανίας (Royal Navy)[Σημ. 10]. Με το τέλος του πολέμου προσφέρθηκε για πώληση στην Ελλάδα αλλά η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε την προσφορά με αποτέλεσμα να πωληθεί και να διαλυθεί την 09/11/1921.
Το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ τον Μάρτιο του 1935, είχε συμμετοχή Βενιζελικό Κίνημα το οποίο απέτυχε, με Κυβερνήτη τον πλωτάρχη Ελευθέριο Γεωργακόπουλο, μαζί με το θωρακισμένο καταδρομικό ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΒΕΡΩΦ, το καταδρομικό ΕΛΛΗ, το τορπιλοβόλλο ΝΙΚΗ, τα αντιτορπιλικά ΨΑΡΑ και ΛΕΩΝ και το υποβρύχιο ΝΗΡΕΥΣ. Η κυβέρνηση του Π. Τσαλδάρηκατέστειλε το κίνημα και το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ διέφυγε στην τότε ιταλική Πάτμο[Σημ. 11] τη 12η Μαρτίου 1935, όπου παραδόθηκε στη ναυτική διοίκηση του νησιού. Οι Ιταλοί ρυμούλκησαν το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ στη Λέρο και στη συνέχεια το παρέδωσαν στην ελληνική αντιπροσωπεία, υπό τις διαταγές του υποπλοίαρχου Κωνσταντίνου Δούση, οι οποίοι τη 17η Μαρτίου 1935το οδήγησαν στον Ναύσταθμο Σαλαμίνας.
Στη διάρκεια του Ελληνοïταλικού Πολέμου, το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ με κυβερνήτη τον υποπλοίαρχο Αθανάσιο Σπανίδη, εκτέλεσε τέσσερις περιπολίες. Την 31η Δεκεμβρίου 1940 βύθισε με το πυροβόλο του ένα μικρό ιταλικό ατμόπλοιο με την ονομασία QUINΤO πλησίον των γιουγκοσλαβικών ακτών. Όταν κατέρευσε το μέτωπο και ο γερμανικός στρατός μπήκε στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 1941, το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ διέφυγε με τον υπόλοιπα πλοία του ελληνικού στόλου στην Αιγύπτου και συγκεκριμένα στην Αλεξάνδρεια, εν συνέχεια κατέπλευσε στο Πορτ-Σουδάν της χώρας του Σουδάν όπου παρέμεινε εκεί σε μακρά επισκευή.
Στις 2 Ιουλίου 1942, μετά την επανάπλευση του στην Αίγυπτο, βυθίστηκε από λανθασμένο χειρισμό στο λιμάνι του Πορτ Σάιντ κατά την αποπεράτωση του δεξαμενισμού του. Ανελκύστηκε, επισκευάστηκε και άρχισε περιπολίες στο Αιγαίο με κυβερνήτη τον Βασίλη Λάσκο. Στις 2 Απριλίου 1943 βύθισε το ιταλικό βοηθητικό περιπολικό TERGESTE στο λιμάνι του Γυθείου. Στις 5 Απριλίου 1943 βύθισε έξω από τον Μέριχα της Κύθνου το ισπανικό ατμόπλοιο SAN ISIDRO LABRADOR. Στις 29 Μαΐου 1943 βύθισε κοντά στη Σηπιάδα το ισπανικό ατμόπλοιο RIGEL, συλλαμβάνοντας αιχμάλωτο τον καπετάνιο και τέσσερα μέλη του πληρώματος. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1943 και ενώ το ΚΑΤΣΩΝΗΣ ανέμενε τη διέλευση εχθρικού πλοίου κοντά στις ακτές του νοτίου Πηλίου, εντοπίστηκε από το γερμανικό ανθυποβρυχιακό UJ-2101 (πρώην ελληνικό Β.Π. ναρκαλιευτικό-ναρκοθετικό ΣΤΡΥΜΩΝ). Μετά τη ρίψη βομβών βάθους το ΚΑΤΣΩΝΗΣ εξαναγκάσθηκε σε ανάδυση και εξόρμηση δια πυροβόλου αλλά εμβολίστηκε από το διώκτη του, με αποτέλεσμα να βυθιστεί βόρεια της Σκιάθου. Φονεύθηκαν ο κυβερνήτης του Βασίλης Λάσκος και 31 μέλη του πληρώματος, οδηγήθηκαν στην αιχμαλωσία 17, ενώ τρεις κατάφεραν να διαφύγουν κολυμπώντας.
Την 29η Μαΐου 1943, στη διάρκεια της 6ης περιπολίας, το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ επιτέθηκε εναντίον του ισπανικού ατμόπλοιου RIGEL, στην περιοχή Σηπιάδα της Μαγνησίας. Συνελήφθησαν ο κυβερνήτης του και τέσσερα μέλη του πληρώματος του RIGEL. Τη 14η Σεπτεμβρίου 1943, στη διάρκεια της 7ης περιπολίας, η οποία ήταν και η τελευταία, ενώ το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ περίμενε τη διέλευση ενός εχθρικού πλοίου, κοντά στις ακτές του νοτίου Πηλίου και κατά τη διάρκεια διαδικασίας κατάδυσης εντοπίστηκε από το γερμανικό ανθυποβρυχιακό΄Uj-2101. Το γερμανικό πλοίο επιτέθηκε με ρίψη βομβών βάθους που προκάλεσαν στο Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ σοβαρές βλάβες, η οποίες το εξανάγκασαν σε ανάδυση και σε αντεπίθεση με το πυροβόλο, με τελική έκβαση τον εμβολισμό απο το Uj-2101 και τη βυθισή του βορειοδυτικα της Σκιάθου με μεγάλες απώλειες. Ο κυβερνήτης Βασίλης Λάσκος και 31 μέλη του πληρώματος εφονεύθησαν κατά τη διάρκεια της μάχης, ενώ 17 μέλη του πληρώματος αιχμαλωτίστηκαν και μόνο 3 κατάφεραν να ξεφύγουν κολυμπώντας.
Χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το υποβρύχιο Κατσώνης ΙΙ όπως και το αδελφό του υποβρύχιο Παπανικολής Ι ανήκε στον τύπο Κατσώνης στον οποίο και έδωσε το όνομα του. Ο τύπος αυτός στον οποίο κατατάσσονται μόνο δυο υποβρύχια, τα Κατσώνης ΙΙ και Παπανικολής Ι ήταν όμοια με του Γαλλικού τύπου υποβρυχίων Circé[14] έχοντας σαν κύρια διαφορά με αυτόν το μέγεθος του πυργίσκου, ο οποίος στο τύπο Κατσώνης ήταν μεγαλύτερος για να χωρέσει την περιστροφική βάση του πυροβόλου των 100 χιλ. Το Κατσώνης ΙΙ όπως και το αδελφό του Παπανικολής Ι κατασκευάστηκε σύμφωνα με τον τύπο Schneider-Laubeuf ο οποίος υπήρξε και ο κύριος κατασκευαστικός τύπος των Γαλλικών υποβρυχίων του μεσοπολέμου.[15] Είχε διαστάσεις 62,5 x 5,3 x 3,6 μέτρα και εκτόπισμα 576 τόνων (ή 775 τόνων σε κατάδυση), εκινείτο δε με δυο έλιγκες. Το σύστημα πρόωσης αποτελείτο από δύο κινητήρες Diesel, τύπου Schneider-Carel, ισχύος 1.300 hp (Horsepower) για κίνηση στην επιφάνεια και δύο ηλεκτροκινητήρες ισχύος 1.000 hp για κίνηση εν καταδύσει. Το σκάφος επανδρωνόταν από πλήρωμα 45 ανδρών (6 αξιωματικοί, 39 υπαξιωματικοί και ναύτες).[3] Ο οπλισμός του αποτελείτο από έξι τορπιλοσωλήνες των 533 χιλ. (2 εσωτερικοί στην πλώρη, 2 εξωτερικοί στην πλώρη, 2 εξωτερικοί στην πρύμνη), ένα πυροβόλο των 100 χιλ. και δύο πολυβόλα. Το Κατσώνης ΙΙ όπως και τα υπόλοιπα πέντε υποβρύχια του στόλου είχε υπερβεί κατά πολύ το όριο της επιχειρησιακής του δράσης, τα δέκα έτη σύμφωνα με τον κατασκευαστή του, παρέμενε όμως σε υπηρεσία λόγω του ότι ο παροπλισμός του είχε κριθεί αδύνατος, καθώς δεν υπήρχε δυνατότητα προμήθειας νέων σκαφών.[16][17]
Και τα έξι υποβρύχια του Ελληνικού στόλου τα οποία παραγγέλθηκαν το 1925 και το 1927 από την Ελληνική κυβέρνηση στη Γαλλία αποδείχτηκαν εκ των υστέρων ελαττωματικά καθώς εμφάνιζαν συνεχή προβλήματα και αδυναμίες όπως:[18]
- Θαλασσέρματα εκτός του ανθεκτικού σκάφους με αποτέλεσμα να είναι ευπαθή και εύτρωτα σε ζημιές και σε βόμβες βάθους.
- Απουσία δεξαμενής ταχείας καταδύσεως (Q Tank), γεγονός το οποίο επηρέαζε την ταχεία λήψη βάθους και την αποκατάσταση ζυγίσεως του υποβρυχίου.
- Απουσία καθόδων ασφαλείας, καθώς οι υπάρχουσες δεν ήταν διπλές και δεν ασφάλιζαν εκ των έξω.
- Περιορισμένο μέγιστο βάθος κατάδυσης της τάξεως των 50-60 μέτρων.
- Πολύπλοκα βοηθητικά μηχανήματα και εξαρτήματα τα οποία με τη συνεχή έκθεση τους στο θαλασσινό νερό και εκτός του ανθεκτικού σκάφους, επέφεραν συνεχείς ζωτικές βλάβες με αποτέλεσμα την πλήρη έλλειψη ελέγχου του υποβρυχίου.
- Πρωραία μη αναδιπλούμενα πηδάλια βάθους τα οποία πάθαιναν συχνά βλάβες από τον κυματισμό στην επιφάνεια.
- Απουσία αφανούς συστήματος εκσφενδόνισης τορπιλών. Το σύστημα στα υποβρύχια αυτά λειτουργούσε με εσωτερικό εξαερισμό των τορπιλοσωλήνων, με αποτέλεσμα να προδίδεται κατά την εξαπόλυση της τορπίλης η θέση του υποβρυχίου και να προκαλείται απώλεια της ζύγισης του.
- Απουσία δεξαμενής αντισταθμίσεως για την επαναζύγιση του υποβρυχίου κατά τον χειρισμό αναγέμισης των τορπιλοσωλήνων.
- Απομόνωση του κυβερνήτη στον πυργίσκο του υποβρυχίου, με αποτέλεσμα την μη ύπαρξη επαφής με τον ύπαρχο του και τη μη άμεση αντίληψη των δρώμενων εντός του σκάφους.
- Απουσία υπολογιστή τορπιλών με αποτέλεσμα να δημιουργούνται δυσχέρειες κατά την επίθεση.
- Απουσία υπερηχητικών συσκευών στα Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ και ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ γεγονός το οποίο επηρέαζε την ασφαλή ναυσιπλοΐα σε επικίνδυνες περιοχές όπως τα ναρκοπέδια και τα υποβρύχια εμπόδια.
- Απουσία εκρηκτικών βλημάτων για τα πυροβόλα των υποβρυχίων με αποτέλεσμα την ανικανότητα διάτρησης του κελύφους των εχθρικών πλοίων.
- Απουσία ραντάρ, ραδιογωνιομέτρου και πορειογράφου, με αποτέλεσμα την δυσχέρεια της λήψης στίγματος του πλοίου.
- Ελαττωματική προκίνηση των μηχανών με αέρα.
- Συχνά βραχυκυκλώματα και ηλεκτρικές απώλειες.
Στα ελάχιστα πλεονεκτήματα τους συγκαταλέγονταν:[19]
- Καλή πλευστική συμπεριφορά λόγω του μεγάλου τους πλάτους το οποίο προήρχετο σαν αποτέλεσμα των εξωτερικών τους θαλασσερμάτων.
- Ταχεία κατάδυση λόγω της μεγάλης διατομής των πληρώσεων και των θαλασσερμάτων και της μεγάλης επιφανείας των πρωραίων πηδαλίων βάθους.
- Καλός χειρισμός εν καταδύσει λόγω της μεγάλης επιφανείας των πηδαλίων και του μικρού μεγέθους του σκάφους.
- Μεγάλο περισκοπικό βάθος.
Ένα από τα κύρια προβλήματα των υποβρυχίων αυτών ήταν η ελλιπής συντήρηση τους, εξαιτίας των περιορισμένων πιστώσεων που διατέθηκαν από το ελληνικό κράτος για την προμήθεια ανταλλακτικών. Όταν το καλοκαίρι του 1939 διατέθηκαν οι απαραίτητες πιστώσεις για την παραγγελία των αναγκαίων ανταλλακτικών ήταν πλέον αργά, καθώς η παραγγελία δεν ολοκληρώθηκε λόγω της κατάληψης της Γαλλίας από τη ναζιστική Γερμανία το καλοκαίρι του 1940. Παρόλα τα προαναφερόμενα προβλήματα όμως όλα τα ελληνικά υποβρύχια, πλην του Υ/Β ΓΛΑΥΚΟΣ, ήταν έτοιμα να λάβουν μέρος σε επιχειρήσεις αμέσως μετά την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου στις 28 Οκτωβρίου 1940.
Πολεμικές περιπολίες 1-4 (Ελλάδα)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με την έκθεση της 1ης Νοεμβρίου 1939 του Ανώτερου Διοικητή Υποβρυχίων, πλοιάρχου Αθανάσιου Ξηρού, το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ το φθινόπωρό του 1939 ήταν σε ακινησία για την εκτέλεση εργασιών γενικής επιθεώρησης του υλικού του το οποίο ήταν καταπονημένο και γερασμένο. Στις αρχές του 1940 το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ ήταν έτοιμο να επιστρέψει και να συμμετάσχει στις επιχειρήσεις.
Με την έναρξη του ελληνοïταλικού πολέμου το ΚΑΤΣΩΝΗΣ μαζί με τα υπόλοιπα υποβρύχια του ελληνικού στόλου - εκτός του ΓΛΑΥΚΟΣ το οποίο βρισκόταν σε συνεχή επισκευή - άρχισε τις πολεμικές του περιπολίες στο Ιόνιο Πέλαγος και στην Αδριατική.[20] Σύμφωνα με το πολεμικό σχέδιο του Γ.Ε.Ν. δυο εκ των έξι υποβρυχίων (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ, ΝΗΡΕΥΣ) τέθηκαν στη διάθεση της Ν.Α.Π./1,[Σημ. 12] με κύριο στόχο την αποτροπή πιθανής απόβασης ιταλικών στρατευμάτων στα νησιά του Ιονίου και τη δυτική Ελλάδα, ενώ άλλα δυο (ΚΑΤΣΩΝΗΣ, ΤΡΙΤΩΝ) τέθηκαν υπό των άμεσων διαταγών του Α.Σ.[Σημ. 13][21]
1η πολεμική περιπολία, 03.11.-10.11.1940: Θαλάσσια περιοχή Αγίων Σαράντα, κυβερνήτης υποπλοίαρχος Αθανάσιος Σπανίδης. Το ΚΑΤΣΩΝΗΣ ξεκίνησε στις 16:00 της 3ης Νοεμβρίου 1940 για την πρώτη πολεμική του περιπολία στην περιοχή Ε[22][Σημ. 14] με κύριο σκοπό τη διακοπή των εχθρικών συγκοινωνιών μεταξύ Ιταλίας και Αλβανίας. Το υποβρύχιο έφθασε στην περιοχή της περιπολίας του στις 06:30 της 6ης Νοεμβρίου 1940 και παρέμεινε για πέντε ημέρες περιπολώντας σε απόσταση 4-6 ναυτικών μιλίων από τις αλβανικές ακτές. Κατά τη διάρκεια της περιπολίας του δεν κατόρθωσε να διακρίνει ή να επισημάνει με τα υδρόφωνα του κανένα εχθρικό πλοίο στην περιοχή. Ενώ κατέφθαναν καθημερινά στο Γ.Ε.Ν. πληροφορίες για ύπαρξη ιταλικών μεταγωγικών με προορισμό το λιμάνι των Αγίων Σαράντα, το αποτέλεσμα της περιπολίας του ΚΑΤΣΩΝΗΣ έδειξε ότι αυτό δεν συνέβαινε, γεγονός το οποίο οδήγησε στη συνέχεια στην κατάργηση των περιπολιών στην περιοχή Ε. Μετά το τέλος της περιπολίας του το υποβρύχιο επέστρεψε στον ναύσταθμο όπου και κατέπλευσε στις 10.11.1940.[22][23]
2η πολεμική περιπολία, 22.12.1940–04.01.1941: Αδριατική, κυβερνήτης υποπλοίαρχος Αθανάσιος Σπανίδης. Το απόγευμα της 22ας Δεκεμβρίου 1940 το ΚΑΤΣΩΝΗΣ απέπλευσε από τον ναύσταθμο, με σκοπό την εγκατάσταση επιθετικής περιπολίας στην Αδριατική. Ως τομέας της περιπολίας του είχε ορισθεί από τον Α.Δ.Υ.[Σημ. 15] η περιοχή ευρισκόμενη μεταξύ των παραλλήλων 40° 55´ και 41° 30´ Β και μεταξύ του μεσημβρινού 18° 07´ A και των αλβανικών ακτών, στην οποία εισήλθε το υποβρύχιο τη νύχτα της 24ης Δεκεμβρίου. Το απόγευμα της 26ης εντόπισε ένα ατμόπλοιο πλησίον του Αγίου Ιωάννη της Μέδουα (San Giovanni di Medua, σήμερα Shëngjin, Αλβανία) στο οποίο και επιτέθηκε εξαπολύοντας τρεις τορπίλες οι οποίες όμως δεν βρήκαν τον στόχο τους. Το ιταλικό πλοίο βοηθούμενο από τη μεγάλη απόσταση που το χώριζε από το υποβρύχιο, κατευθύνθηκε βορειοανατολικά με αποτέλεσμα να πλησιάσει τις γιουγκοσλαβικές ακτές και να διαφύγει αποφεύγοντας με τον τρόπο αυτό τη συνέχιση της επίθεσης, η οποία έπρεπε να πραγματοποιηθεί από το ΚΑΤΣΩΝΗΣ εντός των σερβικών χωρικών υδάτων. Στις 29 Δεκεμβρίου ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ εντόπισε ένα ακόμα φορτηγό ατμόπλοιο εναντίον του οποίου δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει επίθεση αφενός λόγω της ατέλειας των περισκοπίων του, αφετέρου λόγω της μικρής απόστασης ανάμεσα στο ατμόπλοιο και το υποβρύχιο η οποία δεν επέτρεπε τη σωστή εξαπόλυση των τορπιλών. Συνεχίζοντας ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ την επιθετική του περιπολία στην ίδια περιοχή, εντόπισε στις 08:20 της 31ης Δεκεμβρίου 1940, σε απόσταση 10 ν.μ. βορειοδυτικά του Αγίου Ιωάννη της Μέδουα, το ιταλικό ατμόπλοιο QUINTO (531 ΚΟΧ[Σημ. 16]) εναντίον του οποίου εξαπέλυσε δυο τορπίλες από απόσταση 500 μέτρων. Οι τορπίλες, αν και διασταύρωσαν τον στόχο, δεν τον πέτυχαν πιθανώς λόγω του μικρού βυθίσματος του εχθρικού πλοίου.[24] Βλέποντας ο κυβερνήτης του υποβρυχίου, υποπλοίαρχος Σπανίδης, το αποτέλεσμα και φοβούμενος τη διαφυγή του εχθρικού πλοίου διέταξε «εξόρμηση δια πυροβόλου». Το ΚΑΤΣΩΝΗΣ ανήλθε στην επιφάνεια και καταδίωξε το QUINTO μέχρι τις γιουγκοσλαβικές ακτές βάλλοντας συνεχώς εναντίον του και καταφέρνοντας τελικά να το βυθίσει κοντά στο Αντιβάρι (Antivari, σήμερα Bar, Μαυροβούνιο).[25] Το QUINTO[νεκρός σύνδεσμος] (πρώην FLEISS), το οποίο μετέφερε πετρέλαιο για τον ιταλικό στρατό, ήταν ένα μικρό φορτηγό πλοίο μήκους 47 και πλάτους 8 μέτρων, το οποίο είχε επιταχθεί από τη Regia Marina Italiana. Ανήκε στη ναυτιλιακή εταιρεία Agricola Industriale per la Produzione Italiana di Cellulosa, με έδρα της Γένουα και το Φιούμε (σήμερα Κροατία), και είχε κατασκευαστεί το 1922 στην Ολλανδία. Αμέσως μετά την επίθεση το Υ/Β Κατσώνης εγκατέλειψε την περιοχή πλέοντας εν καταδύσει προς το Μπρίντιζι. Την επόμενη ημέρα εξήλθε από το στενό του Οτράντο και κατευθύνθηκε προς την βάση του όπου και κατέπλευσε το πρωί της 4ης Ιανουαρίου 1941.[26] Στις 5 Ιανουαρίου 1941 ο κυβερνήτης του ΚΑΤΣΩΝΗΣ, ο οποίος κατά τη διάρκεια της περιπολίας είχε λάβει τον βαθμό του πλωτάρχη, προήχθη δια βασιλικού διατάγματος σε αντιπλοίαρχο λαμβάνοντας ταυτόχρονα και το Χρυσό Αριστείο Ανδρείας. Στους τέσσερεις αξιωματικούς του υποβρυχίου απενεμήθη ο Πολεμικός Σταυρός Β΄ Τάξεως και στο υπόλοιπο πλήρωμα απενεμήθη ο Πολεμικός Σταυρός Γ΄ Τάξεως.[27] Η βύθισης του QUINTO ανακοινώθηκε από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Ρώμης στις 14.1.1941.[28]
3η πολεμική περιπολία, 14.02.–21.02.1941: Ιόνιο, αντιπλοίαρχος Α. Σπανίδης. Στις 14 Φεβρουαρίου 1941 το ΚΑΤΣΩΝΗΣ ξεκίνησε για την τρίτη πολεμική του περιπολία. Την επόμενη ημέρα και ενώ το υποβρύχιο βρισκόταν στο Ιόνιο, διαπιστώθηκε ότι ο άξονας του δεξιού κινητήρα είχε μετατοπισθεί με αποτέλεσμα την τήξη του μετάλλου αντιτριβής.[29] Το υποβρύχιο κατέπλευσε για την επισκευή της ζημιάς στον όρμο Βαθύ της Ιθάκης όπου παρέμεινε μέχρι και την 17η Φεβρουαρίου. Το πρωί της 18ης απέπλευσε από την Ιθάκη με βόρεια πορεία, έτσι ώστε διαβαίνοντας το στενό του Οτράντο να εγκαταστήσει επιθετική περιπολία στην Αδριατική. Κατά τον πλου συνάντησε σφοδρή κακοκαιρία η οποία ανάγκασε το υποβρύχιο να κινηθεί εν καταδύσει, με σκοπό να αποφύγει τον ισχυρό κυματισμό και τη μεγάλη κλίση του πλοίου. Το πρωί της 19ης Φεβρουαρίου η συνεχιζόμενη σφοδρή κακοκαιρία, σε συνδυασμό με την εξάντληση του πληρώματος λόγω συνεχούς ναυτίας και της προηγηθείσας εντατικής εργασίας για την επισκευή του άξονα, οδήγησε στο να αλάξει πορεία το υποβρύχιο και να κατευθυνθεί και πάλι στο Βαθύ της Ιθάκης. Το πρωί της 20ής Φεβρουαρίου κατευθύνθηκε προς το ακρωτήριο Δουκάτο με σκοπό να πλεύση και πάλι τη νύχτα προς βορά, αλλά το απόγευμα της ίδιας ημέρας παρατηρήθηκε ανωμαλία στην ελαιοθλιπτική εγκατάσταση του υποβρυχίου η οποία οδήγησε τον Α.Δ.Υ. να ανακαλέσει το υποβρύχιο στη βάση του.[30] Το ΚΑΤΣΩΝΗΣ κατέπλευσε στον ναύσταθμο το απόγευμα της 21ης Φεβρουαρίου 1941 χωρίς να καταφέρει να προσεγγίσει τον τομέα της περιπολίας του λόγω των βλαβών και της σφοδρής κακοκαιρίας.
4η πολεμική περιπολία, 24.03.–02.04.1941: Αδριατική, κυβερνήτης αντιπλοίαρχος Α. Σπανίδης. Το απόγευμα της 24ης Μαρτίου 1941 το ΚΑΤΣΩΝΗΣ ξεκίνησε για την τέταρτη πολεμική του περιπολία. Το πρωί της επόμενης ημέρας διήλθε από το φράγμα της Θολής, στον Πατραϊκό, και το απόγευμα της ίδιας ημέρας διαπίστωσε βλάβη στην ελαιοθλιπτική του εγκατάσταση η οποία και επισκευάστηκε. Από την 27η Μαρτίου εγκατέστησε επιθετική περιπολία παράλληλα στα χωρικά ύδατα της Γιουγκοσλαβίας. Την 29η Μαρτίου εντόπισε μεγάλο ιστιοφόρο εναντίον του οποίου όμως δεν κατάφερε να επιτεθεί. Πλησιάζοντας τις επόμενες ημέρες στον Άγιο Ιωάννη της Μέδουα εντόπισε και πάλι ένα ιστιοφόρο στο οποίο δεν κατάφερε και πάλι να επιτεθεί λόγω της θέσης του υποβρυχίου η οποία ήταν πολύ κοντά στον όρμο εκ του οποίου είχε εξέλθει το ιστιοφόρο. Οι δυο αυτές επιθετικά αποτυχημένες εντοπίσεις και η μέχρι της στιγμής εκείνης άκαρπη περιπολία, οδήγησαν στη διακοπή της και στην επιστροφή του υποβρυχίου στη βάση του όπου κατέπλευσε το απόγευμα της 2ας Απριλίου 1941.[31] Αυτή ήταν η τελευταία πολεμική περιπολία του ΚΑΤΣΩΝΗΣ ως σκάφος του πολεμικού στόλου στην ελεύθερη Ελλάδα. Αμέσως μετά την κήρυξη του πολέμου από τη ναζιστική Γερμανία εναντίον της Ελλάδας, την πτώση του μετώπου και την επέλαση του γερμανικού στρατού, το ΚΑΤΣΩΝΗΣ, με κυβερνήτη τον αντιπλοίαρχο Αθανάσιο Σπανίδη και ύπαρχο τον πλωτάρχη Πλάτωνα Λίβα,[32] εγκατέλειψε στις 19 Απριλίου 1941 την Αττική με προορισμό τη Σούδα.[33][34] Το ΚΑΤΣΩΝΗΣ ήταν ενταγμένο σε νηοπομπή μαζί με το Υ/Β ΓΛΑΥΚΟΣ, το πλωτό συνεργείο Β.Π. ΗΦΑΙΣΤΟΣ και 19 φορτηγά πλοία, η οποία συνοδευόταν από δυο βρετανικά αντιτορπιλικά και το βρετανικό καταδρομικό HMS CARLISLE. Μετά την άφιξη στη Σούδα και την ένταξη στη νηοπομπή του Β.Π. θωρηκτού ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΒΕΡΩΦ, του Β.Π. Α/Τ ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ και των τορπιλοβόλων ΑΣΠΙΣ και ΝΙΚΗ, κατευθύνθηκε στη συνέχεια προς την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου όπου και κατέπλευσε το απόγευμα της 23ης Απριλίου 1941.[35][36]
Η μακρόχρονη επισκευή του Κατσώνης ΙΙ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αμέσως μετά τον κατάπλου τη νύχτα της 24ης Απριλίου 1941, του αρχηγού του ελληνικού στόλου, αντιναυάρχου Επαμεινώνδα Καββαδία, στην Αλεξάνδρεια, με το αντιτορπιλικό ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑ, και την ανάληψη της διοίκησης των υποβρυχίων, την 15η Μαΐου 1941, από τον πλοίαρχο Αντωνόπουλο,[37] ακολούθησε μια περίοδος ελέγχου και επισκευών όλων των υποβρυχίων του ελληνικού στόλου. Το Υ/Β Κατσώνης είχε ανάγκη μακράς επιθεώρησης και γενικής επισκευής, λόγω των διαρκών αστοχιών του καταπονημένου υλικού και της παλαιότητας του υποβρυχίου. Κάποια στιγμή μάλιστα υπήρξαν και σκέψεις περί παροπλισμού του.[37] Για να εκτιμηθεί η κατάσταση του υποβρυχίου και να αποφασισθεί αν θα παροπλιζόταν ή όχι, ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ πραγματοποίησε τρεις ασκήσεις τον Μάιο του ΄41, έξω από την Αλεξάνδρεια, μαζί με τα υποβρύχια ΤΡΙΤΩΝ και ΝΗΡΕΥΣ. Αν και η αρχική σκέψης περί παροπλισμού του εγκαταλείφθηκε, αποφασίσθηκε εν τούτοις να πραγματοποιηθεί γενική επιθεώρηση και επισκευή του υποβρυχίου στο Πορτ-Σουδάν, του Σουδάν, η οποία έμελλε να διαρκέσει ένα έτος. Μετά την έγκριση του βρετανού στόλαρχου ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ απέπλευσε υπό τη διοίκηση του πλωτάρχη Δημητρακόπουλου[38] στις 30 Ιουνίου 1941, μαζί με το Β.Π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΒΕΡΩΦ και το πλωτό συνεργείο ΗΦΑΙΣΤΟΣ, για το Πορτ-Σάιντ όπου και κατέπλευσε την 1η Ιουλίου 1941. Την επόμενη ημέρα ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ, μαζί με τα υπόλοιπα πλοία της νηοπομπής, συνέχισε προς το Σουέζ όπου και φτάνοντας παρέμεινε για έναν περίπου μήνα.
Την 21η Ιουλίου, μετά από έγκριση των βρετανικών αρχών, η νηοπομπή αποτελούμενη από τα Β.Π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΒΕΡΩΦ, ΗΦΑΙΣΤΟΣ, ΣΦΕΝΔΟΝΗ και ΚΑΤΣΩΝΗΣ απέπλευσε από το Σουέζ με τελικό προορισμό το Πορτ-Σουδάν. Αμέσως μετά τον απόπλου και λόγω του ότι οι μηχανές του υποβρυχίου θερμαίνονταν, όταν υπερέβαινε την ταχύτητα των εφτά κόμβων, ρυμουλκήθηκε από το ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΒΕΡΩΦ καθ΄ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού. Στις 25 Ιουλίου 1941 η νηοπομπή έφτασε στο Πορτ-Σουδάν αφού διάνυσε 700 ναυτικά μίλια με ταχύτητα εννέα κόμβων.[39]
Οι επισκευαστικές εργασίες του ΚΑΤΣΩΝΗΣ άρχισαν αμέσως μετά τον κατάπλου του και εκτελέστηκαν πρωτίστως από τους μηχανικούς του πλωτού συνεργείου Β.Π. ΗΦΑΙΣΤΟΣ και τα εργοστάσια της πόλης του Πορτ-Σουδάν. Το διάστημα που το υποβρύχιο βρισκόταν στο Πορτ-Σουδάν για επισκευές, ανέλαβε στις 26.1.1942 χρέη κυβερνήτη ο αντιπλοίαρχος Βασίλης Λάσκος, ο οποίος είχε κατέλθει εκείνο το διάστημα από την Ελλάδα στη Μέση Ανατολή.[40][41] Οι επισκευές που πραγματοποιήθηκαν και οι οποίες είχαν ορισθεί από ειδική επιτροπή, η οποία συνεδρίασε υπό την προεδρία του Α.Σ. υποναυάρχου Ε. Καββαδία στις 23.10.1941, συμπεριλάμβαναν την αντικατάσταση των αεροθλιπτικών και ελαιοθλιπτικών εγκαταστάσεων του υποβρυχίου, τα χιτώνια κυλίνδρων και τις κεφαλές εμβόλων, των συστοιχιών των συσσωρευτών, τους άξονες των πρωραίων πηδαλίων βάθους και την εγκατάσταση συστήματος αφανούς εκσφενδόνισης τορπιλών.[42] Μετά την αποπεράτωση των εργασιών στις 20 Φεβρουαρίου 1942 και των δοκιμών που στη συνέχεια πραγματοποιήθηκαν στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή, το ΚΑΤΣΩΝΗΣ απέπλευσε στις 30.3.1942 με προορισμό το Πορτ-Σάιντ όπου και κατέπλευσε στις 4.4.1942.[43] Ο σκοπός του ταξιδιού του στο Πορτ-Σάιντ ήταν ο δεξαμενισμός του ο οποίος λόγω καθυστέρησης πραγματοποιήθηκε στις 8 Ιουνίου 1942.[44] Την 2α Ιουλίου 1942 και ενώ το ΚΑΤΣΩΝΗΣ εξέρχετο από τη δεξαμενή, παρουσιάστηκε διαρροή σε κοινωμάτια του αριστερού θαλασσέρματος αριθ. 5. Στην προσπάθεια να πληρωθούν τα δεξιά θαλασσέρματα δόθηκε κλίση τεσσάρων μοιρών στο υποβρύχιο. Όταν αργότερα οι εργασίες στεγανοποίησης αποπερατώθηκαν και το υποβρύχιο επανήλθε σε οριζόντια θέση, διέρρευσε νερό στα θαλασσέρματα, λόγω σφάλματος στον χειρισμό των εξαεριστικών, με αποτέλεσμα τη βύθιση του ΚΑΤΣΩΝΗ στο λιμάνι του Πορτ-Σάιντ.[45] Στις 23 Ιουλίου ανελκύθηκε και ρυμουλκήθηκε στην Ισμαϊλία της Αιγύπτου, όπου υποβλήθηκε και πάλι σε γενική επιθεώρηση και επισκευή από τα εργοστάσια της εταιρείας της Διώρυγας του Σουέζ και των μηχανικών του πλωτού συνεργείου ΗΦΑΙΣΤΟΣ. Το γεγονός αυτό οδήγησε στην αχρήστευση του ΚΑΤΣΩΝΗ μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου 1943.
Πολεμικές περιπολίες 5 και 6 (Μέση Ανατολή)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την αποπεράτωση των επισκευών του το ΚΑΤΣΩΝΗΣ πραγματοποίησε μια σειρά εκπαιδευτικών πλόων στην περιοχή του Πορτ-Σάιντ και την 28η Ιανουαρίου 1943 αναχώρησε με προορισμό τη Βηρυτό στην οποία είχε εγκατασταθεί η βάση των ελληνικών υποβρυχίων. Την 20ή Φεβρουαρίου απέπλευσε από τη Βηρυτό για την εκτέλεση ασκήσεων κατά τη διάρκεια των οποίων εκδηλώθηκε πυρκαγιά στο διαμέρισμα των ηλεκτροκινητήρων, οφειλόμενη σε βραχυκύκλωμα. Μετά την επισκευή της βλάβης και την αποπεράτωση των απαιτούμενων δοκιμαστικών ασκήσεων, το υποβρύχιο ήταν και πάλι έτοιμο για την εκτέλεση πολεμικών περιπολιών.[46]
5η πολεμική περιπολία, 28.03.–10.04.1943: Αιγαίο, κυβερνήτης αντιπλοίαρχος Βασίλης Λάσκος. Κατά την περιπολία αυτή, η οποία διήρκεσε 408 ώρες (238 εν καταδύσει), το ΚΑΤΣΩΝΗΣ είχε αρχικά τη διαταγή να αποβιβάσει στην ανατολική ακτή της Πελοποννήσου, κοντά στο Πόρτο-Φωκιανό, δυο πράκτορες με το σχετικό συνοδευτικό υλικό. Μετά την εγκατάσταση επιθετικής περιπολίας έξω από τη Μήλο και στη συνέχεια την αποβίβαση των δυο πρακτόρων, το υποβρύχιο συνέχισε την περιπολία του στην περιοχή του Μαλέα.
Την 1η Απριλίου 1943 ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ εντόπισε τρία πετρελαιοκίνητα και αναδυόμενος ανάγκασε δυο από αυτά να πλησιάσουν. Διαπιστώνοντας ο κυβερνήτης ότι μετέφεραν ελαιόλαδο και σταφίδα για τα λαϊκά συσσίτια της Αθήνας, αποφάσισε να μην τα βυθίσει και τα άφησε ελεύθερα.[47][Σημ. 17]
Την επόμενη ημέρα 2.4.1943 έχοντας λάβει το υποβρύχιο πληροφορίες για ένα Ιταλικό περιπολικό[Σημ. 18] το οποίο επιχειρούσε στην περιοχή, παρέμεινε ολόκληρη την ημέρα έξω από το Γύθειο περιπολώντας εν καταδύσει και αναμένοντας την εμφάνιση του εχθρικού πλοίου. Στις 18:15 εντόπισε το πλοίο, το οποίο είχε πρυμνοδετήσει παράλληλα με τον λιμένα, και προετοιμάστηκε για επίθεση. Ο κυβερνήτης του ΚΑΤΣΩΝΗ, Βασίλης Λάσκος, αναφέρεται σχετικά με την επίθεση της 2ας Απριλίου 1943 στην έκθεση της πολεμικής περιπολίας του υποβρυχίου, με αριθμό πρωτοκόλλου 44[48] δηλώνοντας τα εξής:
«20:26 Ευρισκόμεθα εις ευνοϊκήν θέσιν βολής τορπιλλών εις απόστασιν 400 μέτρων προ του στομίου του λιμένος. Το υδραργυρικόν βαθύμετρον δυκνύει 10 μέτρα και το τελευταίον βόλισμα προ του πυρός βάθος θαλάσσης 18 μέτρα. Βάλλεται ομοβροντία τριών τορπιλλών με μικρόν διάλειμμα πυροδοτήσεως και πορείαν επιθέσεως 200 κάθετον επί την πλευράν του εχθρικού σκάφους. Παρηκολουθήσαμεν την εντελώς κανονικήν τροχιάν των τορπιλλών, και μετά, εξαιρετικώς ισχυράν έκκρηξιν μετά λάμψεως φωτισάσης όλον το Γύθειον, και προκαλεσάσης εξαιρετικώς ισχυράν δόνησιν του πλοίου. Ταύτην επηκολούθησε δευτέρα έκκρηξις κατά πολύ ασθενεστέρα της πρώτης χωρίς να επακολουθήση τρίτη τοιαύτη. Σχεδόν ταυτοχρόνως με την πρώτην ισχυράν έκκρηξιν και αμέσως μετά την δευτέραν υπόκωφον έκκρηξιν το παν ύπερθεν του λιμένος εκαλύφθη υπό μέλανος πυκνού καπνού εις τρόπον ώστε ουδέν πλέον καθίστατο ορατόν. Συνθήκαι φωτισμού. Προχωρημένον λυκόφως. Αποκτασταθήσεις της ζυγίσεως του πλοίου μετά την βολήν των τορπιλλών επλεύσαμεν με πορείαν διαφυγής 120».
Η καταχώρηση της επίθεσης στο πολεμικό ημερολόγιο του γερμανικού Ναυαρχείου Νότου[49] δεν αναφέρει μεγάλες απώλειες από την επίθεση αυτή, παρά μόνο ότι επλήγη και βυθίστηκε, σε ρηχά νερά, το ιταλικό βοηθητικό περιπολικό F.77 – TERGESTE[νεκρός σύνδεσμος] (212 ΚΟΧ).[50] Το TERGESTE ανελκύθηκε αργότερα, επιδιορθώθηκε και εντάχθηκε και πάλι στο ιταλικό Βασιλικό Ναυτικό μέχρι την 18η Σεπτεμβρίου 1943 όπου βυθίστηκε στην Κέρκυρα κατά τη διάρκεια των γερμανικών βομβαρδισμών για την κατάληψη της νήσου, δέκα ημέρες μετά την ιταλική συνθηκολόγηση.[51][Σημ. 19] Εν αντιθέσει με τις γερμανικές ημερολογιακές καταγραφές οι ελληνικές πηγές αναφέρουν ότι: «τορπίλη εξερράγη εις το κρηπίδωμα και ανετίναξε δύο πλοιάρια με πυρομαχικά. Η δύναμις της εκρήξεως προεκάλεσε την βύθισην του εχθρικού πλοίου και τον επί του κρηπιδώματος φόνον 20 ιταλών στρατιωτών. Τα επάκτια πυροβόλα ήνοιξαν πυρ. Οι ιταλοί επανικοβλήθησαν».[52][53][54][Σημ. 20]
Τρεις ημέρες αργότερα, στις 5 Απριλίου 1943, και ενώ το ΚΑΤΣΩΝΗΣ περιπολούσε έξω από την Κύθνο, εντόπισε στις 09:30 ένα ατμόπλοιο το οποίο ερχόμενο από τον νότο έπλεε παράλληλα στις δυτικές ακτές του νησιού. Στις 10:00 εξαπέλυσε το ΚΑΤΣΩΝΗΣ, από απόσταση 400 μέτρων, δέσμη τριών τορπιλών εκ των οποίων δυο διασταύρωσαν καταφανώς τον στόχο τους.[55] Αμέσως μετά και ενώ το πλοίο προσπαθούσε ημιβυθισμένο να πλησιάσει την ακτή για να προσαράξει, το ΚΑΤΣΩΝΗΣ αναδύθηκε και προσπάθησε με πέντε βολές του πυροβόλου του να βυθίσει το χτυπημένο ατμόπλοιο κοντά στις ακτές του κόλπου Μέριχα της Κύθνου. Αν και οι βολές δεν βρήκαν τον στόχο τους, το πλοίο βυθίστηκε σε μικρό χρονικό διάστημα, λόγω του τορπιλισμού, και σε απόσταση 200 περίπου μέτρων από την ακτή.[56][57] Επρόκειτο για το μικρό ισπανικό ατμόπλοιο SAN ISIDRO LABRADOR[νεκρός σύνδεσμος] (πρώην SAN SEBASTIAN, πρ. CARMEN, πρ. GUANCHE, 253 ΚΟΧ) το οποίο αν και έφερε στο ιστίο της πρύμνης και στις δυο πλευρές του σκάφους την ουδέτερη ισπανική σημαία[55][Σημ. 21] τελούσε υπό τη διοίκηση της Kriegsmarine.[58][59] Σύμφωνα με το πολεμικό ημερολόγιο του γερμανικού Ναυαρχείου Αιγαίου, το SAN ISIDRO LABRADOR βρισκόταν εν πλω από τη Σαντορίνη προς τον Πειραιά. Από τις τρεις τορπίλες μόνο η μία βρήκε τον στόχο της. Από τις άλλες δυο η μια δεν ανατινάχθηκε και βρέθηκε αργότερα, ενώ η τρίτη προσέκρουσε και ανατινάχθηκε στην ακτή. Σώθηκαν 16 επιβαίνοντες εκ των οποίων οι τρεις ήταν γυναίκες. Σύμφωνα με τις ιταλικές πηγές, θεωρήθηκαν αγνοούμενοι τρία μέλη του πληρώματος (δυο Ισπανοί και ένας Έλληνας) και από τους επιβαίνοντες ένας άντρας και τρεις γυναίκες.[57] Αμέσως μετά τη βύθιση του ισπανικού SAN ISIDRO LABRADOR το ΚΑΤΣΩΝΗΣ κατευθύνθηκε προς τη Φαλκονέρα. Το βράδυ της 6ης Απριλίου αποπεράτωσε την περιπολία του και κατευθύνθηκε προς τη βάση του, τη Βηρυτό, όπου και κατέπλευσε την 10η Απριλίου του 1943.[60]
6η πολεμική περιπολία, 21.05.–04.06.1943: Αιγαίο, κυβερνήτης αντιπλοίαρχος Βασίλης Λάσκος. Την 21η Μαΐου 1943 το ΚΑΤΣΩΝΗΣ ξεκίνησε για την 6η πολεμική του περιπολία. Αφού εκτέλεσε αρχικά, στις 27.5.1943, δυο ειδικές αποστολές αποβιβάσεως πρακτόρων, εγκατέστησε επιθετική περιπολία στις βόρειες Σποράδες. Στις 29.5.1943, βρισκόμενο το υποβρύχιο στο στενό Σκιάθου – Άκρας Σηπιάδος,[Σημ. 22] εντόπισε στις 16:15 ατμόπλοιο κατευθυνόμενο από τον φάρο του υφάλου «Λευτέρη» προς βορά. Το πλοίο έφερε και στις δυο του πλευρές ζωγραφισμένη την ουδέτερη ισπανική σημαία, αλλά τελούσε υπό τη διοίκηση της Kriegsmarine. Στις 17:45 εξαπέλυσε δυο τορπίλες από απόσταση 800 μέτρων, εκ των οποίων το ίχνος της μίας διασταύρωσε τον στόχο. Αμέσως το εχθρικό πλοίο έστρεψε και προσάραξε στην πλησίον βρισκόμενη ακτή της Άκρας Σηπιάδος. Στις 17:48 το ΚΑΤΣΩΝΗΣ αναδύθηκε πραγματοποιώντας «εξόρμηση ομοχειρίας πυροβόλου» και βάλλοντας 36 βολές από κοντινή απόσταση ενάντια του εχθρικού στόχου. Στις 18:07 εξαπέλυσε ακόμα μια τορπίλη, με σκοπό την ολοκληρωτική καταστροφή του πλοίου, η οποία όμως αν και βρήκε τον στόχο της δεν προκάλεσε έκρηξη αλλά παρέκκλινε προς τα αριστερά καταλήγοντας στην αμμώδη ακτή. Το πλήρωμα του πλοίου, ένας Ισπανός πλοίαρχος και τέσσερις έλληνες ναύτες, περισυλλέχθηκε από το ΚΑΤΣΩΝΗΣ το οποίο στις 18:18 καταδύθηκε και αποχώρησε από τον τόπο της επίθεσης συνεχίζοντας την επιθετική του περιπολία. Σύμφωνα με την καταχώρηση του κυβερνήτη Λάσκου, στο πολεμικό ημερολόγιο του υποβρυχίου, εκτιμήθηκε ότι το μέγεθος του εχθρικού πλοίου ήταν 1.000 τόννων.[61] Οι γερμανικές αρχειακές πηγές αναφέρουν ότι επρόκειτο για το ισπανικό ατμόπλοιο RIGEL[νεκρός σύνδεσμος] (πρώην Tercio de Montejurra, 549 ΚΟΧ)[Σημ. 23] το οποίο είχε μεταφέρει καύσιμα από τη Θεσσαλονίκη στη Στυλίδα και βρισκόταν καθ΄ οδόν και πάλι προς τη Θεσσαλονίκη, όταν εντοπίστηκε από τον ΚΑΤΣΩΝΗ. Πληροφορεί επιπλέον ότι οι δυο τορπίλες που εξαπέλυσε το υποβρύχιο δεν βρήκαν τον στόχο τους, αλλά ότι το RIGEL προσάραξε για να αποφύγει τη βύθιση, δεχόμενο στη συνέχεια επίθεση με το πυροβόλο του ΚΑΤΣΩΝΗΣ. Σύμφωνα με την ημερολογιακή αναφορά του γερμανικού Ναυαρχείου Αιγαίου, στο πλοίο επέβαιναν 16 άτομα εκ των οποίων τα 12 σώθηκαν, ενώ ο καπετάνιος και τρία ακόμα μέλη του πληρώματος συνελήφθησαν αιχμάλωτοι από το ελληνικό υποβρύχιο, το οποίο αναγνωρίστηκε σαν τέτοιο λόγω της ελληνικής σημαίας που έφερε στον ιστό του. Τα 12 διασωθέντα μέλη του πληρώματος δέχθηκαν στη συνέχεια έλεγχο από ομάδα ανταρτών της περιοχής, οι οποίοι αφού αφαίρεσαν κάθε χρήσιμο αντικείμενο από αυτά και το πλοίο τους, τους επέτρεψαν να κατευθυνθούν με τα πόδια στον Βόλο.[62] Ο διοικητής της γερμανικής Ναυτικής Διοίκησης Θεσσαλονίκης αναφέρει ότι μετά από πραγματογνωμοσύνη που πραγματοποιήθηκε στο RIGEL, το ναυάγιο του πλοίου βρέθηκε καμένο και επικαθήμενο σε επίπεδο βυθό, σε βάθος τεσσάρων μέτρων, έχοντας στην πρύμνη του ορατά τα σημάδια 50 επιτυχών βολών. Λόγω της σχετικά καλής κατάστασης του πλοίου αποφασίστηκε η ανέλκυση του και για τον λόγο αυτό διατάχθηκε η αποστολή του ιταλικού ρυμουλκού CITTA, με δύτες από τη Λήμνο, στον τόπο του ναυαγίου. Εκτός αυτού διατάχθηκε και η αποστολή δυο πετρελαιοκίνητων του Προστατευτικού Παράκτιου Στολίσκου Μακεδονίας (Küstenschutzflottille Mazedonien) προς το RIGEL, με σκοπό να παραμείνουν εκεί προστατεύοντας το από τυχών επιθέσεις.[63] Στις 5.6.1943 και ενώ τα δυο καΐκια του γερμανικού Προστατευτικού Παράκτιου Στολίσκου Μακεδονίας προστάτευαν το ναυάγιο του RIGEL, δέχτηκαν επίθεση από το βρετανικό υποβρύχιο HMS TAURUS το οποίο και τα βύθισε. Αν και το όνομα του ενός καϊκιού παραμένει άγνωστο, του άλλου έχει διασωθεί. Πρόκειται για το με ελληνικό πλήρωμα επιταγμένο πετρελαιοκίνητο ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (29 ΚΟΧ), Νηολόγιο Βόλου 29.[64][65] Το προσαραγμένο RIGEL ανελκύθηκε αργότερα από τον γερμανικό στρατό κατοχής, επισκευάστηκε, και τέθηκε και πάλι σε υπηρεσία με το όνομα REAUMUR μέχρι την 6.6.1944 όπου τορπιλίστηκε και βυθίστηκε από το βρετανικό υποβρύχιο HMS SICKLE στο ενδεικτικό στίγμα 38° 24´ Β και 24° 35´ Α.[66][67]
Μετά την επίθεση ενάντια στο ατμόπλοιο RIGEL το ΚΑΤΣΩΝΗΣ συνέχισε την περιπολία του προς τη Σκόπελο και την Αλόννησο, και στη συνέχεια κατευθύνθηκε προς την περιοχή της Ικαρίας και της Σάμου. Την 1η Ιουνίου 1943 και βρισκόμενος ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ έξω από το Καρλόβασι της Σάμου, εντόπισε μέσα στο λιμάνι ένα μεγάλο ιταλικό ατμόπλοιο το οποίο εκτίμησε ότι υπερέβαινε τους 7.000 τόννους.[68] Το πλοίο είχε προσδεθεί έτσι ώστε ένα μικρό μέρος του ήταν εμφανές από το άνοιγμα του λιμένα. Στις 20:15 διατάχθηκε «πολεμική έγερσης» αλλά λόγου του σκότους και των δυσκολιών λήψης «θέσης προσβολής» δεν πραγματοποιήθηκε η σχεδιασμένη επίθεση. Αφού το ΚΑΤΣΩΝΗΣ πέρασε τη νύχτα στην επιφάνεια, για να φορτίσει τις συστοιχίες του, κοντά στις τουρκικές ακτές, επέστρεψε την επόμενη ημέρα, 2.6.1943, και πάλι στο Καρλόβασι παραμένοντας όλη την ημέρα εν καταδύσει και περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία για να επιτεθεί. Στις 20:13 εξαπέλυσε δυο τορπίλες εκ των οποίων η μια απέκλινε της πορείας της και στη συνέχεια εξερράγη, μετά από πρόσκρουση της, στην ακτή. Η δεύτερη, αφού πέρασε το άνοιγμα του λιμανιού, κατευθύνθηκε προς τον εχθρικό στόχο χωρίς όμως να ακουστεί στη συνέχεια η αναμενόμενη έκρηξη.[69] Σύμφωνα με τις γερμανικές καταγραφές των γερμανικών και ιταλικών ημερολογίων το πλοίο, εναντίον του οποίου ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ εξαπέλυσε τις τορπίλες του, ήταν το ιταλικό ατμόπλοιο VERSILIA (591 ΚΟΧ) το οποίο παρέμεινε ανέπαφο από την επίθεση του υποβρυχίου.[70] Μετά την αποτυχημένη του προσπάθεια να βυθίσει το ατμόπλοιο VERSILIA, το υποβρύχιο κατευθύνθηκε προς την Άκρα Κόρακα και από εκεί άρχισε το ταξίδι της επιστροφής προς τη βάση του όπου και κατέπλευσε την 4η Ιουνίου του 1943.
Η 7η και τελευταία πολεμική περιπολία του Κατσώνης ΙΙ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Στις 20:45 της 5ης Σεπτεμβρίου 1943, τρεις ημέρες πριν τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, το ΚΑΤΣΩΝΗΣ απέπλευσε από τη βάση υποβρυχίων της Βηρυτού αφενός για να αποβιβάσει τον συνταγματάρχη Φραδέλο για μυστική αποστολή στην Εύβοια, αφετέρου για να εγκαταστήσει στη συνέχεια επιθετική πολεμική περιπολία στο βορειοδυτικό Αιγαίο. Κατευθυνόμενος ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ προς το στενό Κάσου – Κρήτης συνάντησε άσχημες καιρικές συνθήκες και μια σειρά βλαβών[Σημ. 24] οι οποίες, αν και εν μέρει επιδιορθώθηκαν εκτός του αριστερού ηλεκτρικού κινητήρα, επηρέασαν την πορεία του έτσι ώστε να περάσει με καθυστέρηση 24 ωρών, το βράδυ της 10ης Σεπτεμβρίου, το στενό της Ικαρίας. Φτάνοντας το πρωί της 12ης Σεπτεμβρίου στις νοτιοανατολικές ακτές της Εύβοιας παρέμεινε όλη την ημέρα εν καταδύσει κατοπτεύοντας την ακτή και προσδιορίζοντας το ακριβές σημείο που θα αποβιβάζονταν ο συνταγματάρχης. Στις 21:00 της ίδιας ημέρας ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ αναδύθηκε και με τον ένα του μόνο κινητήρα πλησίασε στην ακτή και αποβίβασε με ελαστική βάρκα τον συνταγματάρχη Φραδέλο στη στεριά.[71]
Κατευθυνόμενος στη συνέχεια ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ προς τη Σκύρο συνάντησε δυο μικρά ιστιοφόρα τα οποία ανάγκασε, με προειδοποιητικούς πολυβολισμούς και βολές του πυροβόλου, να σταματήσουν.[72] Από τα πληρώματα των πλοίων πληροφορήθηκε ότι αφενός στον όρμο της Σκιάθου ελλιμενίζονταν ένα γερμανικό ναρκαλιευτικό, αφετέρου ότι από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης αναμένετο να αποπλεύσει εντός των ημερών το από τον γερμανικό στρατό επιταγμένο γαλλικό πλοίο SINFRA[νεκρός σύνδεσμος] (4.470 ΚΟΧ).[Σημ. 25] Αφήνοντας τα ιστιοφόρα ελεύθερα το ΚΑΤΣΩΝΗΣ, αφού πέρασε το στενό Σκοπέλου – Χεληδρομίου,[Σημ. 26] συνέχισε την πορεία του προς τα βόρεια του πορθμού της Σκιάθου, κατευθυνόμενος στην περιοχή που περίμενε να περάσει το SINFRA. Στις 04:30 της 14ης Σεπτεμβρίου, και αφού το υποβρύχιο είχε παραλλάξει το βόρειο ακρωτήριο της Σκιάθου, έλαβε σήμα το οποίο διάταξε τον ΚΑΤΣΩΝΗ να κατευθυνθεί προς την Ικαρία, με σκοπό την εγκατάσταση περιπολίας, έτσι ώστε να επέμβει σε περίπτωση αποστολής γερμανικών ενισχύσεων προς τη Σάμο.[72][Σημ. 27] Ο κυβερνήτης του υποβρυχίου, Βασίλης Λάσκος, αποφάσισε να παραμείνει εν καταδύσει κατά τη διάρκεια της ημέρας στην περιοχή, περιμένοντας το SINFRA, και να κατευθυνθεί προς την Ικαρία τη νύχτα βρισκόμενος εν αναδύσει.
Όλη την ημέρα της 14ης Σεπτεμβρίου το ΚΑΤΣΩΝΗΣ παρέμεινε σε περισκοπικό βάθος περιπολώντας κοντά στις ανατολικές ακτές του Πηλίου και περιμένοντας τη διέλευση του SINFRA. Το μεσημέρι εντόπισε με το περισκόπιο δυο επιπλέοντες νάρκες τις οποίες και απέφυγε. Στις 19:30 εντοπίζοντας ένα μικρό ιστιοφόρο, τεσσάρων περίπου τόνων, αναδύθηκε, επικοινώνησε μαζί του και έλαβε την πληροφορία ότι ο καπνός που εκείνη τη στιγμή διακρινόταν στο βάθος του ορίζοντα, προερχόταν από μεγάλο ατμόπλοιο ερχόμενο από τη Θεσσαλονίκη. Ο κυβερνήτης Λάσκος θεωρώντας ότι επρόκειτο για το SINFRA, διέταξε την άμεση κατάδυση του υποβρυχίου και την κατεύθυνση του προς το σημείο όπου είχε εμφανιστεί ο εχθρικός στόχος.[73] Κατά την κατάδυση παρουσιάστηκε βλάβη και στον δεξιό ηλεκτρικό κινητήρα του πλοίου η οποία επισκευάστηκε πρόχειρα. Φοβούμενους ο κυβερνήτης περαιτέρω βλάβη του δεξιού κινητήρα, η οποία και θα άφηνε το υποβρύχιο ακυβέρνητο, έδωσε τη διαταγή να χρησιμοποιηθεί, χωρίς κανέναν περιορισμό, και ο αριστερός ηλεκτρικός κινητήρας του σκάφους, ο οποίος είχε τεθεί εκτός λειτουργίας λόγω κακής μόνωσης. Στη συνέχεια ετοιμάσθηκαν οι πρωραίοι και πρυμναίοι τορπιλοσωλήνες, δόθηκαν οι τελευταίες οδηγίες και το υποβρύχιο τέθηκε σε θέση «πολεμικής έγερσης». Στις 20:00 διατάχθηκε ανάδυση. Η ομοχειρία του πυροβόλου πήρε θέση και έπλευσε εν επιφανεία, και με τις δύο του μηχανές, εναντίον του εχθρικού στόχου. Βρισκόμενο το υποβρύχιο σε απόσταση 2.000 μέτρων από τον εχθρικό στόχο, διέκρινε ότι αυτός αιφνίδια εξέπεμψε σήμα αναγνώρισης. Κατανοώντας ο Λάσκος ότι επρόκειτο περί εχθρικού πολεμικού πλοίου, έδωσε αμέσως διαταγή ταχείας κατάδυσης η οποία εξετελέσθη φέρνοντας τον ΚΑΤΣΩΝΗ σε περισκοπικό βάθος και έτοιμο να επιτεθεί «δια τορπιλικής προσβολής». Φοβούμενος ο Λάσκος ότι υπήρχε κίνδυνος να εισέλθει ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ στο παραπλήσιο ναρκοπέδιο[Σημ. 28][74] ζήτησε εσπευσμένα πληροφορίες για την αποτύπωση του στον χάρτη. Παραμένοντας σε περισκοπικό βάθος ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ διαπίστωσε ότι το εχθρικό πλοίο εξέπεμπε με ηχοεντοπιστική συσκευή. Το εχθρικό πλοίο - το οποίο ήταν το γερμανικό ανθυποβρυχιακό UJ-2101 (πρώην ελληνικό Β.Π. ναρκαλιευτικό-ναρκοθετικό ΣΤΡΥΜΩΝ) με κυβερνήτη τον υποπλοίαρχο Friedrich Vollheim - φθάνοντας πάνω από τον ΚΑΤΣΩΝΗ, εξαπέλυσε τρεις δέσμες βομβών βάθους, με μικρά χρονικά διαστήματα ρίψης αναμεταξύ τους.
Η Ελληνική εκδοχή της μάχης και της βύθισης του Κατσώνης ΙΙ[Σημ. 29][Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι δέσμες βομβών βάθους εξερράγησαν πλησίον του Κατσώνης ΙΙ προκαλώντας σοβαρές βλάβες και ανωμαλίες.[Σημ. 30][75] Η αντίδραση του Λάσκου ήταν να διατάξει «γενική δίωξη», διαταγή η οποία όμως δεν επαναλήφθηκε από το κέντρο με αποτέλεσμα να μην τη λάβει ο υπεύθυνος αξιωματικός. Ο Β΄ μηχανικός αντελήφθη τη διαταγή απ΄ ευθείας από τον πυργίσκο και άνοιξε το επιστόμιο του γενικού εξαερισμού. Ο ύπαρχος του υποβρυχίου, Ηλίας Τσουκαλάς, θεωρώντας ότι το άνοιγμα του επιστομίου προήλθε από πρωτοβουλία του Β΄ μηχανικού το ξαναέκλεισε. Πριν όμως τελειώσει τον χειρισμό του άκουσε από τον πυργίσκο τη διαταγή του κυβερνήτη «επιφάνεια – γενική εκδίωξης». Το επιστόμιο ανοίχτηκε και πάλι και το υποβρύχιο ανήλθε στην επιφάνεια. Η κάθοδος του πυργίσκου όμως, λόγω εμπλοκής της, παρουσίασε δυσκολία στο να ανοιχτεί και ανοίχτηκε μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα με τη χρήση σιδερένιου μοχλού. Μετά το άνοιγμα της καθόδου του πυργίσκου βγήκαν στη γέφυρα ο κυβερνήτης, Βασίλης Λάσκος, και μέλη του πληρώματος[Σημ. 31] καθώς και η ομοχειρία του πυροβόλου,[Σημ. 32] αμέσως δε άρχισε η τροφοδότηση του πυροβόλου με πυρομαχικά από την πυριτιδαποθήκη του πλοίου προς τη γέφυρα. Μετά την απασφάλιση του πυροδοτικού μηχανισμού, το πυροβόλο του ΚΑΤΣΩΝΗ άρχισε να βάλλει εναντίον του γερμανικού ανθυποβρυχιακού το οποίο άρχισε να ανταποδίδει τα πυρά με τα δυο του πυροβόλα και όλα τα βαρειά και ελαφρά πολυβόλα που έφερε. Όπως παραστατικά αναφέρει ο ύπαρχος του Κατσώνη, υποπλοίαρχος Ηλίας Τσουκαλάς:[Σημ. 33]
«Υπό του υποβρυχίου εβλήθησαν εν όλω 12 βολαί πυροβόλου εκ των οποίων 4-5 επιτυχείς βολαί επέτυχον να σιγήσουν το πρυμναίο πυροβόλον της κορβέττας, η οποία τότε έστρεψεν την πρώραν και επλησίασεν ολοταχώς προς εμβολισμόν. Η τελευταία βολή εβλήθη υπό του υποβρυχίου από αποστάσεως 50 μέτρων κατά της κορβέττας και την έπληξεν εις την γέφυραν, έπειτα δε εκαλύφθη εις το απυρόβλητον του πυροβόλου του υποβρυχίου ο εχθρός. Ο σκοπευτής κελ. Στάμου ετραυματίσθη θανασίμως και έπεσεν. Εν τω μεταξύ κατηνοίχθη το κάτω πώμα του θαλάμου δύτου, απηλευθερώθη δε το άνω από τας ασφαλιστικάς πεταλούδας. Ηνοίχθη έπειτα η πρυμναία φρακτή προς απελευθέρωσιν των απομονοθέντων ανδρών, εντός του πρυμναίου διαμερίσματος. Μεταβάς ο ίδιος προς πρύμναν αντελήφθην τότε ότι αμφότεροι οι κινητήρες ήσαν κράτει εις δε το ηλεκτροστάσιον υπήρχον πυκνοί καπνοί.
Ελλείψει διαταγών από την γέφυραν, ανέλαβα την πρωτοβουλίαν της εκκινήσεως των μηχανών. Η δεξιά μηχανή ετέθη δι΄ αέρος πρόσω υπό του Α΄ μηχανικού κελευστή Μαγιάτη και υποκελευστή Σελάκη υπό την άμεσον καθοδήγησιν μου εις το μηχανοστάσιον. Ουδείς άλλος παρευρίσκετο εκεί. Το πλοίον προωθήθη ταχέως προς τα εμπρός και παρέσυρεν τους άνδρας οι οποίοι είχον ήδη πέσει εις την θάλασσαν και συνεκρατούντο από τους προφυλακτήρας των ελίκων. Η ταχεία προώθησης του πλοίου συνετέλεσεν εις το να αποτύχη εν μέρει ο υπό της κορβέττας επιδιωκόμενος σκοπός, η οποία εν τέλει μας ενεβόλισεν πολύ πρύμα αριστερά, εις την εξωτερικήν πετρελαιοδεξαμενήν, προκαλέσασα συγχρόνως σοβαράς ζημίας εις το Νο 5 θαλάσσερμα. Η επιφάνεια της θαλάσσης εγέμισεν πετρέλαιον. Το πλοίον εκλονίσθη ολόκληρον και υπέστη μέγαν εγκάρσιον διατοιχισμόν, μετά τον οποίον ήρχισεν να κλείνη προς την αριστεράν πλευράν. Εξετέλεσα αμέσως ο ίδιος «γενικήν εκδίωξην» και εν συνεχεία αφού έκλεισα το επιστόμιον γενικού εξαερισμού, εκδίωξιν αριστεράς υδροδόκης, η οποία περιείχε 3.500 χιλιόγραμμα. Το πλοίον επανήλθε εις το οριζόντιον και επανέκτησεν δι΄ ολίγον την ευστάθειαν του. Διέταξα τον παρευρισκόμενον κελευστήν Μαγιάτην να ανοίξη το άνω πόμα του θαλάμου δύτου, αλλά τούτο δεν κατέστη δυνατόν λόγω φαίνεται, παραμορφώσεως την οποίαν είχεν υποστή η γέφυρα από τα εχθρικά βλήματα, εμποδίζουσα το άνοιγμα του πώματος προς τα άνω. Το πλοίον ήρχισεν να βυθίζεται δια της πρύμνης και να κλίνη και πάλιν προς τα αριστερά όταν διέταξα τους ολίγους εναπομείναντας εν τω πλω άνδρας, «άπαντες άνω, εγκατάλειψις πλοίου». Εις την κάτω δίοδον του πυργίσκου ανερχόμενοι προς τα άνω εσταμάτησαν οι τέσσαρες τελευταίοι άνδρες, όταν τους ρώτησα άκουσα που μου φώναξαν «δεν μπορούμε ν΄ ανέβουμε». Τους εκτύπησα δυνατά δια να τους ενθαρρύνω, δεν ηδυνήθην όμως ν΄ αντιληφθώ τι τους συνέβαινε, δεδομένου ότι αι κεφαλαί των εκρύπτοντο προς το άνω εντός του πυργίσκου. Και οι τέσσαρες άνδρες παρέμενον εκεί μη δυνάμενοι να κινηθούν ουδέ προς τα άνω, ουδέ προς τα κάτω. Πυκνοί καπνοί πυρκαϊών εγέμιζον τον εσωτερικόν του πλοίου και αποπνυκτική οσμή καθίστα την ατμόσφαιραν αφόρητον. Δεν διέκρινε κανείς εις απόστασιν μεγαλυτέρα του μέτρου. Άνοιξα δια δευτέραν φοράν το επιστόμιον γενικού εξαερισμού δια να τους δώσω καιρόν και το άφισα τελείως ανοικτόν. Τόση ήτο η προς τα αριστερά κλίσις του πλοίου και τόσος ο καπνός ώστε έπεσα επάνω εις τον πρωραίον πίνακα δυνάμεως ο οποίος μου έδωσεν έναν ισχυρόν τιναγμόν.
Εν τω μεταξύ η εχθρική κορβέττα, εγχείρισεν μετά τον εμβολισμόν με ανάποδα και από εγγυτάτης αποστάσεως από της πρύμνης του υποβρυχίου, έβαλλεν με όλον τον όγκον του πυρός της και με χειροβομβίδας, τυφέκια και περίστροφα κατά της γεφύρας και επί των θαλασσερμάτων. Τότε υπήρξαν πάρα πολλά τα θύματα και εκ των επιπλεόντων εγγύς του πλοίου. Ο κυβερνήτης έπεσεν εν τη εκτελέσει του καθήκοντος επί της γεφύρας, αποκλειομένης της περιπτώσεως αυτοκτονίας, δεδομένου ότι δεν έφερεν μεθ΄ εαυτού περίστροφον και ουδέν περίστροφον εξήχθη του πλοίου. Τα σιδηρελάσματα της γεφύρας πλησίον της καθόδου του πυργίσκου ήσαν διάπυρα και εφλέγοντο.
Εν τω μεταξύ αποκλεισθείς εις το εσωτερικόν του πλοίου, λόγω της εμφράξεως της καθόδου του πυργίσκου, ανέλαβα την ατομικήν μου προσωπίδα προστασίας κατ΄ αερίων, έπειτα ήνοιξα την πλήρωσιν και το εξαεριστικόν σύστημα της αριστεράς υδροδόκης, ώστε να επιταχυνθή η βύθισης του πλοίου. Την στιγμήν εκείνην, αντελήφθην πλησίον μου κάποιον και στρέψας διέκρινα εις τον διάδρομον πλησίον του διαμερίσματος Α/Τ, τον άγγλον αξιωματικόν σύνδεσμον. Προχώρησα και συνήντησα τον υπόλογον Α/Τ υπασπιστήν Αναστασόπουλον και τον υπασπιστήν Σελάκην, οι μόνοι οι οποίοι παρέμενον ακόμη εις το εσωτερικόν του πλοίου, αποκεκλεισμένοι λόγω του αδυνάτου της εξόδου δια της διόδου του πυργίσκου. Τους παρώτρυνα ν΄ ανοίξουν την κάθοδον των αξιωματικών, της οποίας ο χειρισμός ήτο εύκολος και δια την οποίαν υπελόγιζα ότι υπήρχε πιθανότης να ελευθερωθή του ύδατος, καθώς το πλοίον βυθιζόμενον δια της πρύμνης θα ηνώρθου την πρώραν.
Όλοι ομού εχειρίσαμεν την κάθοδον προς άνοιγμα, αλλά μόλις ανεγείραμεν ολίγον το πώμα, το ύδωρ ήρχισεν να εισρέη αφθόνως εις το εσωτερικόν του πλοίου. Επιμείναμεν και εξακολουθήσαμε να ωθώμεν προς τα άνω, μέχρις ότου έξαφνα απηλευθερώθη η κάθοδος από το ύδωρ, καθώς το πλοίον ήρχισεν να λαμβάνη μεγάλην κλίσιν προς τα πρύμα. Εξήλθομεν τελευταίοι από το εσωτερικόν του πλοίου, ελάχιστα προτού τούτο βυθισθή. Διέκρινα την γερμανικήν κορβέτταν προβαλλομένην επί των ακτών του Πηλίου να εκσφενδονίζη από αποστάσεως 300 μέτρων τον όγκον του πυρός της, επί του βυθιζομένου υποβρυχίου, προβαλλομένου προς το μέρος της σελήνης. Αι πολύχρωμοι τροχιαί των τροχιοδεικτικών βλημάτων και αι αναλαμπούσαι εκρήξεις επί του σκάφους ήσαν τόσο πυκναί ώστε ευρισκόμενος εγγύς του υποβρυχίου και προς το μέρος της κορβέττας, υπέστην πλήθος αμυχών από τα θραύσματα εις τας χείρας και την κεφαλήν. Το πλοίον ηνορθώθη τελείως κατακορύφως, ένα βλήμα εξερράγη εις απόστασιν 50 μέτρων πλησίον μου την τελευταίαν στιγμήν επί της προεξεχούσης πρώρας η οποία απότομα εξηφανίσθη υπό την επιφάνειαν της θαλάσσης. Η ώρα ήτο 21.00/14/9. Μετά την τελείαν βύθισην του υποβρυχίου, η γερμανική κορβέττα εξηκολούθησεν επί 20 λεπτά να βάλλη συνεχώς δια των πολυβόλων κλπ., χαμηλά επί της επιφανείας της θαλάσσης, εναντίον των επιπλεόντων ναυαγών.[Σημ. 34]»[76]
Η Γερμανική εκδοχή της μάχης και της βύθισης του Κατσώνης ΙΙ[Σημ. 35][77][Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


«Έκθεση μάχης
Περί της βυθίσεως του ελληνικού υποβρυχίου ΚΑΤΣΩΝΗΣ στις 14.9.1943 στο Quadrat CK 8612[78]
Στις 14.9.1943 και μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της συνοδείας μιας νηοπομπής, το ανθυποβρυχιακό UJ-2101 βρισκόταν εν πλω κατά την επιστροφή του από τη Θεσσαλονίκη στον Πειραιά μέσω Χαλκίδας.
Καιρικές συνθήκες: Άνεμος νοτιοανατολικός 1, Ύψος κύματος: 1, ελαφρά αποθαλασσία,[Σημ. 36] ελαφρά συννεφιά, πανσέληνος (μισή ώρα μετά την ανατολή της σελήνης).
19:36[Σημ. 37] Θέση στίγματος Quadrat CK 8612. Πορεία 150 μοίρες. Διακρίνεται ένα ύποπτο πλωτό όχημα δεξιά από εμάς με πορεία 140 μοίρες. Απόσταση 7.000 περίπου μέτρα.
19:37 Πολεμική έγερση. Το ύποπτο όχημα αναγνωρίζεται αρχικά σαν ιστιοφόρο, διακρίνεται όμως να κινείται γρήγορα, γεγονός το οποίο με ωθεί στην απόφαση να του ζητήσω αναγνωριστικό σήμα. Το αναγνωριστικό σήμα που του ζητώ δεν απαντάται.
19:43 Ρίχτηκαν φωτοβολίδες σε δέσμη των πέντε (απόσταση 5.000 μέτρα). Το όχημα αναγνωρίζεται σαν καταδυόμενο υποβρύχιο. Απόσταση: 2.500 μέτρα. Συναγερμός ύπαρξης υποβρυχίου. Πορεία 140 μοίρες, ταχύτητα 8 κόμβοι.
19:47 Εντοπισμός[Σημ. 38][79] του υποβρυχίου στις 355 μοίρες και σε απόσταση 800 μέτρων. Το ανθυποβρυχιακό στρέφει προς αυτή τη διόπτευση.
19:48 Εντοπισμός του υποβρυχίου σε 0 μοίρες και σε απόσταση 400 μέτρων. Το υποβρύχιο κατευθύνεται με ταχύτητα 4 κόμβων προς το UJ-2101.
19:49 Προετοιμασία δέσμης βομβών βάθους. Ο τελευταίος εντοπισμός του υποβρυχίου έδινε διόπτευση 5 μοίρες και απόσταση 350 μέτρων. Πέρασαν 27 δευτερόλεπτα από την τελευταία διόπτευση. Έναρξη ρίψης βομβών βάθους. Ρύθμιση βάθους 50 μέτρα. Ρύθμιση ρίψης 70 μέτρα. Μετά τη ρίψη της πρώτης δέσμης διακρίνεται από τη δεξιά πλευρά του πλοίου και σε κάθετη απόσταση 40 περίπου μέτρων, το περισκόπιο του υποβρυχίου.
Διαταγή: Ρύθμιση βομβών βάθους 35 μέτρα. Ρίψη της επόμενης δέσμης αποκλειστικά από τη δεξιά πλευρά του πλοίου και τη συσκευή κύλισης.
Ρίπτετε η δεύτερη δέσμη βομβών βάθους, 20 δευτερόλεπτα μετά την πρώτη δέσμη. Χρονικό διάλειμμα ανάμεσα στην 2η, 3η και 4η δέσμη 12 δευτερόλεπτα. Το περισκόπιο του υποβρυχίου βρίσκεται, κατά την έκρηξη της τρίτης και της τέταρτης δέσμης, ακριβώς ανάμεσα στις τέσσερεις βόμβες βάθους των δυο αυτών δεσμών.
19:50 Το υποβρύχιο αναδύεται στην περιοχή των εκρήξεων της δεύτερης και τρίτης δέσμης και παραμένει ακίνητο στην επιφάνεια, οριζόντια στην πορεία μας. Οι εκρήξεις των βομβών βάθους προκαλούν κατά τη δεύτερη και τρίτη δέσμη, και στις τέσσερεις βόμβες βάθους, πίδακες νερού 15 έως 20 μέτρων ύψους.
Διαταγή: Πολεμική έγερση, όλα τα όπλα ελεύθερα για βολές εναντίον του στόχου.
Μέσα στις γενικές ζητωκραυγές του πληρώματος, αμέσως μετά την ανάδυση του υποβρυχίου, η διαταγή δεν ακούγεται. Μόνο μετά τη θαυμαστή γρηγοράδα των βολών του υποβρυχίου με το πυροβόλο του παίρνουν οι άνδρες θέση μάχης.
Διαταγή: Κλειστή στροφή προς τα δεξιά. Το πλοίο στρίβει σε θέση εμβολισμού.
19:53 Το υποβρύχιο εμβολίζεται στην πρύμνη, στο ύψος της πρυμναίας καθόδου. Κατά τη διάρκεια του εμβολισμού το υποβρύχιο βάλλεται με όλα τα όπλα, συμπεριλαμβανομένων των φορητών όπλων, των πιστολιών, καθώς και τη ρίψη χειροβομβίδων. Αμέσως μετά τον εμβολισμό απομάκρυνση του πλοίου κάνοντας ανάποδα. Το μηχάνημα εντοπισμού υποβρυχίων αχρηστεύθηκε κατά τη διάρκεια του εμβολισμού.
19:58 Το υποβρύχιο βυθίζεται με την πρύμνη ενώ η πλώρη παραμένει για αρκετή ώρα να εξέχει κάθετα, 10 με 15 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Σημείο βύθισης: 39 μοίρες, 15 πρώτα βόρειο και 23 μοίρες, 26,8 πρώτα ανατολικό, σύμφωνα με τον βρετανικό χάρτη Αριθ. 1085. Βάθος θαλάσσης 116 οργιές (200 μέτρα).
20:45 Περισυνελλέχθηκαν από τη θάλασσα 1 άγγλος αξιωματικός, 1 άγγλος κελευστής και 13 άτομα, μέλη του ελληνικού πληρώματος.
21:20 Συνέχιση της πορείας μας μετά τη διαπίστωση ότι στην επιφάνεια της θάλασσας παρέμειναν μόνο επιπλέοντα πτώματα.
Δικές μας απώλειες: 1 κατώτερος αξιωματικός νεκρός, 2 βαριά τραυματίες και 8 ελαφρά.
Σύμφωνα με δηλώσεις των αιχμαλώτων το υποβρύχιο έβαλλε με το 10 εκατοστών πυροβόλο του 4 με 6 βολές κατά τη διάρκεια του εμβολισμού ενάντια στο ανθυποβρυχιακό. Τα θραύσματα ενός τέτοιου 10 εκ. βλήματος προκάλεσαν τον τραυματισμό ολόκληρου του προσωπικού της γέφυρας.
Κατά τη διάρκεια της μάχης διακρίθηκαν οι εξής:
1. Α΄ αξιωματικός Obersteurmann (ανώτερος πηδαλιούχος)[Σημ. 39] Eschenhorst
2. Bootsmann[Σημ. 40] Kiel
3. Strm.Ob.Gefr. (πηδαλιούχος μάχης) Solteck
Κατανάλωση πυρομαχικών: 58 βλήματα των 8,8 εκ. / 116 βλήματα των 3,7 εκ. / 1.000 βλήματα των 2 εκ. / 100 βλήματα πολυβόλου C34 / 236 βλήματα πιστολιού / 270 βλήματα 13,2 χιλ. / 60 χειροβομβίδες / 9 εκρήξεις βομβών βάθους.
15.9.1943
06:05 Τηλεγράφημα, αύξων αριθμός 82, επιχειρησιακή ώρα 2010, πολεμικό μήνυμα.[Σημ. 41]
Βύθιση εχθρικού υποβρυχίου κατά την διάρκεια επίθεσης επιφανείας στο Quadrat CK 8611.
06:25 Τηλεγράφημα, αυξ. αριθ. 83, επιχειρησιακή ώρα 2055, προς την Διεύθυνση Ασφαλείας Πλοίων[Σημ. 42] του Ναυαρχείου Αιγαίου, από το ανθυποβρυχιακό UJ-2101.
Ελληνικό υποβρύχιο ΚΑΤΣΩΝΗΣ. Αιχμάλωτοι ένας άγγλος αξιωματικός και 13 άτομα του πληρώματος. Οι περισσότεροι βαριά τραυματισμένοι. Επίθεση με βόμβες βάθους, εμβολισμός και επίθεση δια πυροβόλου.
06:40 Τηλεγράφημα, αυξ. αριθ. 84, επιχειρησιακή ώρα 2040, πολεμικό μήνυμα.
Τρεις βαριά και οχτώ ελαφρά τραυματισμένοι, παρακαλώ όπως αποστείλετε γιατρό στη Χαλκίδα.
Μήνυμα Ναυαρχείου Αιγαίου: Ως αποτέλεσμα του εξοπλισμού των πλοίων του 21ου Ανθυποβρυχιακού Στολίσκου με ραδιοσταθμούς τύπου Johnson, των οποίων η απόδοση είναι μη ικανοποιητική, όπως πολλές φορές έχει αναφερθεί στο πολεμικό ημερολόγιο, έγινε δυνατόν να πραγματοποιηθεί η διαβίβαση του τηλεγραφήματος 10 ώρες μετά τη μάχη.
Καταθέσεις των αιχμαλώτων: Σαν αποτέλεσμα των εκρήξεων των βομβών βάθους, τέθηκε αμέσως εκτός λειτουργίας όλο το ηλεκτρικό σύστημα του υποβρυχίου. Λόγω του χτυπήματος στις φιάλες πεπιεσμένου αέρα, διέρρευσε αέρας στις δεξαμενές θαλασσέρματος έτσι ώστε το υποβρύχιο αναδύθηκε από μόνο του χωρίς αυτό να ήταν επιθυμητό. Ήδη από τις εκρήξεις των βομβών βάθους είχε χτυπηθεί το κύτος πίεσης και στο υποβρύχιο υπήρχε διαρροή νερού. Ο έλληνας κυβερνήτης του υποβρυχίου έπεσε στο πεδίο της μάχης μετά από βολές που δέχτηκε στο στήθος. Με τον ίδιο τρόπο έπεσε και η ομοχειρία του πυροβόλου καθώς και το προσωπικό της γέφυρας. Οι αιχμάλωτοι βρίσκονταν κατά τη διάρκεια της μάχης στο εσωτερικό του υποβρυχίου. Η μόνη δυνατότητα εξόδου ήταν από την πρωραία κάθοδο, καθώς η πρυμναία κάθοδος και η κάθοδος του πυργίσκου βρισκόταν συνεχώς υπό καταιγιστικό πυρ. Ο βρετανός κελευστής (ραδιοτηλεγραφητής) δηλώνει ότι βρισκόταν μέχρι του στήθους στο νερό πριν εγκαταλείψει το πλοίο.
Ο κυβερνήτης υποπλοίαρχος Friedrich Vollheim[Σημ. 43]
(Υπογραφή)»
Μετά τη βύθιση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τη βύθιση του ΚΑΤΣΩΝΗΣ ο ύπαρχος του υποβρυχίου υποπλοίαρχος Ηλίας Τσουκαλάς, μαζί με τον υπαξιωματικό Α. Τσίγκρο, κατόρθωσε να διαφύγει και να φθάσει κολυμπώντας, μετά από εννέα ώρες, στη Σκιάθο. Ο υπαξιωματικός Α. Αντωνίου, μαζί με τον δίοπο ηλεκτρολόγο Ν. Θυμαρά, διέφυγαν επίσης τη σύλληψη και κατευθύνθηκαν κολυμπώντας προς το Πήλιο. Ενώ ο πρώτος κατάφερε να φθάσει σώος στην ακτή, ο δεύτερος δεν το κατόρθωσε καθώς οι δυνάμεις του τον εγκατέλειψαν με αποτέλεσμα να πνιγεί γύρω στις 02:00 το πρωί της 15.9.1943 ανοιχτά των ακτών του Πηλίου. Οι Τσουκαλάς και Τσίγκρος μεταφέρθηκαν στη συνέχεια, με τη βοήθεια των κατοίκων της Σκιάθου, στο Πήλιο όπου συνάντησαν τον Α. Αντωνίου. Μετά από χρονοβόρα αναμονή κατάφεραν να επιστρέψουν τελικά, μέσω Τουρκίας, στη Μέση Ανατολή όπου εντάχθηκαν και πάλι στο δυναμικό του ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού.[80]
Οι συλληφθέντες αιχμάλωτοι κρατήθηκαν αρχικά στις φυλακές Αβέρωφ οι υγιείς και στο νοσοκομείο της Κηφισιάς οι τραυματίες. Στη συνέχεια μεταφέρθηκαν, μέσω Γιουγκοσλαβίας, στο γερμανικό στρατόπεδο ναυτικών αιχμαλώτων «MARLANG», κοντά στη Βρέμη, όπου και παρέμειναν κρατούμενοι μέχρι την απελευθέρωση τους από τον συμμαχικό στρατό στις 28 Απριλίου 1945.[81]
Ο βρετανός πλοίαρχος, διοικητής του 1ου Στολίσκου Υποβρυχίων, D.C. Ingram,[Σημ. 44] στον οποίον υπαγόταν ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ, υπέβαλε στις 11.11.1943 έκθεση η οποία εμπεριέχει αφενός την εκτίμηση, τον θαυμασμό και τη λύπη του για τον χαμό του κυβερνήτη και των μελών του πληρώματος του ΚΑΤΣΩΝΗΣ, αφετέρου αναπτύσσει σχετική κριτική επί του γεγονότος κύρια στοιχεία της οποίας είναι:[82]
- Η μη υπακοή του κυβερνήτη του ΚΑΤΣΩΝΗ, Βασίλη Λάσκου, στην οδηγία την οποία έλαβε στις 04:00 της 14ης Σεπτεμβρίου 1943 και η οποία τον διάτασσε να αναχωρήσει άμεσα για την εγκατάσταση πολεμικής περιπολίας στην Ικαρία.
- Η εσφαλμένη εκτίμηση και η πίστη που έδειξε στην πληροφορία που έλαβε από τα δυο καΐκια που συνάντησε στις 13.9.1943, σχετιζόμενη με την επικείμενη άφειξη του πλοίου SINFRA.
- Το γεγονός ότι ο Λάσκος επικοινώνησε και μίλησε με τα πληρώματα των ελληνικών καϊκιών, πληροφορία η οποία μπορεί να έφθασε άμεσα ή έμεσσα στον εχθρό.
- Η εμπιστοσύνη που έδειξε στην πληροφορία που έλαβε το απόγευμα της 14ης Σεπτεμβρίου 1943 από το ιστιοφόρο που συνάντησε λίγο πριν την μάχη με το UJ-2101 και η οποία δήλωνε ότι ο καπνός του πλοίου στον ορίζοντα προέρχονταν από το SINFRA. Σύμφωνα με την αυτούσια δήλωση του συντάκτη «ο αντιπλοίαρχος Λάσκος φαίνεται να επίστευεν απολύτως τούτο και να ήτο τόσον κυριευμένος από την ιδέαν αυτήν ώστε η αυταπάτη του δεν διελύθη παρά εκ των υστέρων, καθ΄ ην στιγμήν εξερράγησαν αι βόμβαι βυθού, μολονότι εις μίαν στιγμήν ευρίσκετο εις απόστασιν ενός μιλλίου από του πλοίου υπό λαμπερόν σεληνόφως.[83]»
Ο Βρετανός σύνδεσμος υποπλοίαρχος Horgan ο οποίος επέβαινε στο Κατσώνης ΙΙ κατά την τελευταία περιπολία του, σε αναφορά του, την οποία υπέβαλε στις 22.6.1946, αναφέρεται διεξοδικά στα γεγονότα πραγματοποιώντας ευμενή σχόλια για την πειθαρχία και το θάρρος των ανδρών του πληρώματος του Κατσώνης ΙΙ τόσο κατά τη διάρκεια της πολεμικής περιπολίας και της τελευταίας μάχης του υποβρυχίου όσο και κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας. Τέλος δίνει και κάποιες άγνωστες πληροφορίες οι οποίες αφορούν την ανάκριση του από τον υποπλοίαρχο Vollheim επί του UJ-2101:[84]
«Ανεκρίθην από του κυβερνήτου πλωτάρχου Vollheim και του υπάρχου όστις ήτο τραυματισμένος. Ούτοι είχον αποκομίσει μεγάλην εκτίμησην από την μάχην την αναληφθείσαν υπό των Ελλήνων και απέδωσαν φόρον τιμής εις την ηγεσίαν και το θάρρος του κυβερνήτου Λάσκου. Ένα από τα βλήματα μας έθεσεν εκτός μάχης το πρυμναίον του πυροβόλον φονεύσαν έναν άνδρα του πληρώματος και τραυματίσαν πλείστους άλλους, συμπεριλαμβανομένου και του υπάρχου. Ο Vollheim μου ωμολόγησεν ότι δεν εγνώριζεν την παρουσίαν υποβρυχίου εις την περιοχήν. Κατηύθυνεν μίαν αναγνωριστικήν λάμψιν και όταν μας είδεν να καταδυόμεθα, διαπίστωσεν ότι είμεθα ένα εχθρικόν υποβρύχιον. Επίσης μου εξήγησεν την απότομον πλεύσιν του προς Νότον. Ευρίσκετο υπό την εντύπωσιν ότι το υποβρύχιον όπερ εβύθισεν ήτο βρεττανικόν και υπέθετεν ότι περιπολούσαμεν καθ΄ ομάδας υποβρυχίων. Απεμακρύνθη λοιπόν, προσωρινώς, διά λόγους ασφαλείας.»
Το Κατσώνης ΙΙ ήταν το τέταρτο Ελληνικό υποβρύχιο που βυθίστηκε εν ώρα μάχης μετά το Γλαύκος ΙΙ, το Πρωτεύς Ι και το Τρίτων. Μετά τον πόλεμο το έτος 1948 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις της Εστίας ένα βιβλίο του γνωστού συγγραφέα Μ. Καραγάτση με τον τίτλο «Βασίλης Λάσκος – Μυθιστορηματική Βιογραφία». Το βιβλίο, στηριγμένο στην προσωπική ζωή του αρβανίτη Λάσκου και στη χαρακτηριστική γραφή του Μ. Καραγάτση, έγινε πολύ γρήγορα δημοφιλές ανάγνωσμα καθιστώντας τον κυβερνήτη του Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ, Βασίλη Λάσκο (αδελφό του σκηνοθέτη και σεναριογράφου Ορέστη Λάσκου), γνωστό στο πανελλήνιο. Το 1951 ο πρώην ύπαρχος του Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ, Ηλίας Τσουκαλάς, συνέταξε με ιδιαίτερη παραστατικότητα τις λεπτομέρειες της τελευταίας περιπολίας και της βύθισης του υποβρυχίου, καθώς και την επιτυχημένη προσπάθεια διαφυγής αυτού και των συντρόφων του στη Σκιάθο και στη Μέση Ανατολή. Η διήγηση του κυκλοφόρησε σε βιβλίο με τον τίτλο «Το υποβρύχιον Υ1», από το Ναυτικό Μουσείο Ελλάδας, λαμβάνοντας στη συνέχεια βραβείο από την Ακαδημία Αθηνών. Τα δύο αυτά βιβλία, σε συνδυασμό με το θλιβερό τέλος του υποβρυχίου, οδήγησαν το ΚΑΤΣΩΝΗΣ να αποτελεί σήμερα κομβικό σημείο αναφοράς του υποβρυχιακού αγώνα του Ελληνικού Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.[85]
Πίνακας βυθίσεων του ΚΑΤΣΩΝΗΣ | |||||||
α/α | Όνομα πλοίου | Τύπος | Εθνικότητα | Ημερομηνία | Εκτόπισμα | Κατάληξη | Επιβεβαίωση |
---|---|---|---|---|---|---|---|
1 | QUINTO | Ατμόπλοιο | Ιταλική | 31/12/1940 | 531 ΚΟΧ | Βύθιση | Ναι |
2 | F.77 TERGESTE | Ατμόπλοιο | Ιταλική | 2/4/1943 | 212 ΚΟΧ | Βύθιση | Ναι |
3 | SAN ISIDRO LABRADOR | Ατμόπλοιο | Ισπανική | 5/4/1943 | 253 ΚΟΧ | Βύθιση | Ναι |
4 | RIGEL | Ατμόπλοιο | Ισπανική | 29/5/1943 | 549 ΚΟΧ | Βύθιση | Ναι |
Σύνολο (επιβεβαιωμένων): | 1.545 ΚΟΧ |
Πίνακας απωλειών του ΚΑΤΣΩΝΗΣ[86][87][88] | |||||||
α/α | Όνομα | Βαθμός[Σημ. 45] και Ειδικότητα | |||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
01 | Βασίλειος Λάσκος | Αντιπλοίαρχος - Κυβερνήτης | |||||
02 | Σοφοκλής Μυκονιός | Υποπλοίαρχος | |||||
03 | Στέφανος Τρουπάκης | Υποπλοίαρχος | |||||
04 | Παύλος Λαμπρινούδης | Επίκουρος σημαιοφόρος | |||||
05 | Κωνσταντίνος Ξένος | Σημαιοφόρος μηχανικός | |||||
06 | Μηνάς Καβαλούδης | Σημαιοφόρος τορπιλιτής | |||||
07 | Ηρακλής Χρυσοχέρης | Αρχικελευστής μηχανικός | |||||
08 | Νικόλαος Παναγιώτιζας | Αρχικελευστής μηχανικός | |||||
09 | Δημήτριος Μαραλέτος | Κελευστής αρμενιστής | |||||
10 | Λεωνίδας Στάμου | Κελευστής πυροβολητής | |||||
11 | Προκόπιος Μαγιάτης | Κελευστής μηχανικός | |||||
12 | Βασίλειος Ράντος | Κελευστής ηλεκτρολόγος | |||||
13 | Νικόλαος Μαντωνανάκης | Υποκελευστής Α΄ τορπιλητής | |||||
14 | Απόστολος Βλαχάκης | Υποκελευστής Α΄ ηλεκτρολόγος | |||||
15 | Δημήτριος Κουβέλης | Υποκελευστής Β΄ μηχανικός | |||||
16 | Ελευθέριος Τσάτσαρης | Υποκελευστής Β΄ μηχανικός | |||||
17 | Κυριάκος Σελλάκης | Υποκελευστής Β΄ μηχανικός | |||||
18 | Παναγιώτης Τσάκωνας | Υποκελευστής Β΄ μηχανικός | |||||
19 | Ιωάννης Οικονόμου | Υποκελευστής Β΄ ηλεκτρολόγος | |||||
20 | Αναστάσιος Κρέστας | Υποκελευστής Β΄ ηλεκτρολόγος | |||||
21 | Ευστάθιος Πλατίδης | Δίοπος τορπιλιτής | |||||
22 | Σωτήριος Ξεπαπαδέας | Δίοπος τορπιλιτής | |||||
23 | Χρήστος Αλεξίου | Δίοπος σηματωρός | |||||
24 | Νικόλαος Θυμαράς | Δίοπος ηλεκτρολόγος | |||||
25 | Μιχαήλ Λιμναίος | Δίοπος τεχνικός | |||||
26 | Χριστόφορος Μιτσιάλης | Ναύτης αρμενιστής | |||||
27 | Γεώργιος Λεντζάκης | Ναύτης τηλεγραφητής | |||||
28 | Νικόλαος Μοσχονάς | Ναύτης μηχανικός | |||||
29 | Αριστείδης Φουντουλάκος | Ναύτης μηχανικός | |||||
30 | Δημήτριος Πρίντζος | Ναύτης ηλεκτρολόγος | |||||
31 | Ανέστης Ζωγράφος | Ναύτης ηλεκτρολόγος | |||||
32 | Νικόλαος Κουρμούζης | Ναύτης ηλεκτρολόγος | |||||
Σύνολο απωλειών: 32 άτομα |
Πίνακας αιχμαλώτων του ΚΑΤΣΩΝΗΣ[89][Σημ. 46] | |||||||
α/α | Όνομα | Βαθμός και Ειδικότητα | |||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
01 | Γρηγόριος Δημητριάδης | Κελευστής τορπιλιτής | |||||
02 | Αρίστος Αναστόπουλος | Υποκελευστής Α΄ τηλεγραφητής | |||||
03 | Βασίλειος Μπούκης | Υποκελευστής Β΄ αρμενιστής | |||||
04 | Σπυρίδων Γκίνης | Υποκελευστής Β΄ αρμενιστής | |||||
05 | Μιχαήλ Γκιόκας | Υποκελευστής Β΄ αρμενιστής | |||||
06 | Χριστόφορος Μανόπουλος | Υποκελευστής Β΄ τηλεγραφητής | |||||
07 | Κωνσταντίνος Μαλέας | Υποκελευστής Β΄ τηλεγραφητής | |||||
08 | Στέφανος Τοκατλίδης | Υποκελευστής Β΄ εσχαρεύς | |||||
09 | Γεώργιος Γιαννέλης | Δίοπος νοσοκόμος | |||||
10 | Δημήτριος Αναγνωστόπουλος | Ναύτης σηματωρός | |||||
11 | Χαράλαμπος Βακαλόπουλος | Ναύτης μηχανικός | |||||
12 | Ιωάννης Παπαδάκης | Κελευστής τορπιλητής | |||||
13 | Σάββας Χαρίδης | Υποκελευστής Β΄ σηματωρός | |||||
14 | Αλέξανδρος Φραγκούλης | Υποκελευστής Β΄ ηλεκτρολόγος | |||||
15 | Κωνσταντίνος Σταμούλης | Ναύτης τορπιλιτής | |||||
16 | H. J. Horgan | Υποπλοίαρχος βρετανικός σύνδεσμος | |||||
17 | Leonard Joseph Smith[90] | Υπαξιωματικός τηλεγραφητής βρετ. συνδ. | |||||
Σύνολο αιχμαλώτων: 17 άτομα |
Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- ↑ Αν και στη γαλλική έκδοση του περιοδικού JANE´S, του έτους 1929, αναφέρεται ότι το Κατσώνης ΙΙ ναυπηγήθηκε στα ναυπηγεία Chantiers de la Méditerranée της Χάβρης, η αγγλική έκδοση του ίδιου περιοδικού το διορθώνει ένα χρόνο αργότερα αναφέροντας ότι το υποβρύχιο κατασκευάστηκε στα ναυπηγεία Forge et Chantiers de la Gironde του Μπορντό
- ↑ Η αποστολή των τεσσάρων υποπλοιάρχων του ΠΝ στη Γαλλία δεν πραγματοποιήθηκε λόγω της προβλεπόμενης έναρξης λειτουργίας της σχολής υποβρυχίων του Πόρου την 12/10/1925. Ενάμιση περίπου έτος μετά την απόφαση παραγγελίας των υποβρυχίων, ο ημερήσιος τύπος της 11/10/1925 μας πληροφορεί ότι: « Από της προσεχούς Δευτέρας άρχεται η λειτουργία της νεοσυσταθείσης εν Πόρο σχολής υποβρυχίων. Εις ταύτην θα φοιτήσουν προς εκπαίδευσιν οι Υποπλοίαρχοι κ.κ. Παπαγιάννης, Πεζόπουλος, Τριανταφυλλόπουλος, και Λάσκος. Η διάρκεια της εκπαιδεύσεως θα είναι πεντάμηνος, μετά το πέρας της οποίας οι εκπαιδευόμενοι θα αποσταλλούν εις Γαλλίαν προς παραλαβήν των κατασκευαζόμενων Ελληνικών υποβρυχίων» (προβλ. εφημ. ΕΜΠΡΟΣ 11/10/1925 σελ.2.)
- ↑ Αν και στις περισσότερες βιβλιογραφικές πηγές αναφέρεται ότι η σύμβαση για τη ναυπήγηση των υποβρυχίων υπογράφηκε το 1925, η έρευνα στον ημερήσιο τύπο της εποχής έδειξε ότι αυτό πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 1924 και ότι η ναυπήγησή τους ξεκίνησε αμέσως μετά την καταβολή της πρώτης δόσης από το ελληνικό δημόσιο.
- ↑ Η γαλλική έκδοση του περιοδικού Jane's Fighting Ships, του έτους 1929 αναφέρει ότι το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ ναυπηγήθηκε στα ναυπηγεία Chartiers de la Mediterranée στη Le Havre, η αγγλική έκδοση του ίδιου περιοδικού όμως το διορθώνει το επόμενο έτος αναφέροντας ότι το υποβρύχιο κατασκευάστηκε στα ναυπηγεία Forge et Chartiers de la Gironde του Bordeaux. Ως τόπος ναυπήγησης του Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ αναφέρονται από τον Παΐζη - Παραδέλλη επίσης τα ναυπηγεία Forge et Chartiers de la Gironde. Σύμφωνα με το βιβλίο του Δημήτρη Γκαλών «Διαβαίνοντας τις ατραπούς του θρύλου» το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ ναυπηγήθηκε στα ναυπηγεία της Chantiers Schneider et Cie στο Chalon-sur-Saône, έδρα της εταιρείας, εκεί όπου επίσης ναυπηγήθηκαν τα τέσσερα γαλλικά υποβρύχια του γαλλικού τύπου C. Η θέση αυτή επιβεβαιώνεται όχι μόνο της έδρας και των ναυπηγείων του κατασκευαστή, της εταιρείας Chantiers Schneider et Cie, τα οποία βρίσκονται στο Chalon-sur-Saône, αλλά και λόγω αναφορών τόσο σε γαλλικέςπηγές όσο και στον ελληνικό ημερήσιο τύπο. Στο βιβλίο του Pierre de Cossé, Δούκα του Brissac, αναφέρεται μία κατάδυση που πραγματοποίησε ο συγγραφέας τον Σεπτέμβριο του 1927 με το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ πλησίον της Τουλώνας κατά τη διάρκεια των δοκιμών του υποβρυχίου. Κατά την περιγραφή της κατάδυσης ο Pier de Cossé, αναφερόμενος στο Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ, πληροφορεί ότι: «...το Κατσώνης κατασκευάστηκε και καθελκύθηκε στο Chalon-sur-Saône για το ελληνικό ναυτικό.» (ie Katsonis, construit et lancé dans nos chantiers de Chalon-sur-Saône pour la marine grecque). Το γεγονός ότι το Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ παραδόθηκε στην Τουλώνα αποτελεί επίσης ένα επιπλέον στοιχείο ότι το πλοίο ναυπηγήθηκε στα Chantier de Chalon-sur-Saône, καθώς η εταιρεία Schneider παρέδιδε τα πλοία της στην Τουλώνα.
- ↑ Πρόκεται για το ατμόπλοιο ΑΜΦΙΤΡΙΤΗ (πρώην ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ, πρ. MALVINA), 1172 k.o.x, το οποίο από το 1927 χρησιμοποιήθηκε από το Α.Δ.Υ. ως βοηθητικό υποβρυχίων. Το πλοίο ναυπηγήθηκε ως MALVINA το 1875 από τη ναυπηγική εταιρεία Mc Millan στο Dumbarton της Μεγάλης Βρετανίας για τη Βρετανική ναυτιλιακή εταιρεία London & Edindurgh Sg Co. Το 1828 αγοράστηκε από το Ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό και μετονομάστηκε σε ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ. Τον Απρίλιο του 1941 βυθίστηκε από γερμανική αεροπορική επιδρομή ενώ μετασκευαζόταν ως πλωτή γαιανθρακαποθήκη (βλ. LRS και Παΐζη-Παραδέλλη).
- ↑ Το ιστιοφόρο εκπαιδευτικό ΑΡΗΣ ναυπηγήθηκε στη Γαλλία μεταξύ του 1925-1927 ειδικά για την εκπαίδευση των ναυτικών δοκίμων και των ναυτοπαίδων του ΠΝ. Στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο χρησιμοποιήθηκε ως πλωτό νοσοκομείο. Κατά την αποδημία του στόλου στη Μέση Ανατολή αποφασίστηκε να παραμείνει στην Ελλάδα αφενός λόγω του ότι νοσηλεύονταν επ΄ αυτού ναύτες και οπλίτες, αφετέρου λόγω της μικρής ταχύτητας που μπορούσε να αναπτύξει. Τον Μάιο του 1941 εντοπίστηκε από τον γερμανικό στρατό κατοχής στη Σαλαμίνα, χαρακτηρίστηκε λεία πολέμου και χρησιμοποιήθηκε από τη 16/05/1941 ως νοσοκομειακό. Την 28/11/1941 μετονομάστηκε σε GRAZ. Την 05/12/1942 προσέκρουσε στις 06:15 το πρωί σε νάρκη και βυθίστηκε πλησίον της τυνησιακής νησίδας al-Qänї, 10 περίπου ν.μ. βορειοανατολικά της Μπιζέρτας (βλ.Παΐζη-Παραδέλλη και Gröner/Jung/Maass, Bd 5, σελ.48).
- ↑ 7,0 7,1 Ο Ιωάννης Δεμέστιχας (1882-1960) ήταν έλληνας αξιωματικός του ΠΝ και πολιτικός. Το 1927-1928 διετέλεσε διοικητής της νεοσύστατης Ανώτερης Διοίκησης Υποβρυχίων (Α.Δ.Υ)
- ↑ Αναφέρεται στα σύνορα της Ελλάδας πριν τον Α΄Βαλκανικό Πόλεμο του 1912
- ↑ Πρόκειται για την Κυβέρνηση Βενιζέλου η οποία σχηματίστηκε την 04/07/1928 ως απόρροια της Κυβέρνησης Ζαΐμη.
- ↑ Εκτός του ευδρόμου ΚΑΤΣΩΝΗΣ είχε παραγγελθεί στα ίδια ναυπηγεία και το ίδιου τύπου αδελφό πλοίο ΠΑΥΛΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ, το οποίο επίσης επιτάχθηκε από τη βρετανική κυβέρνηση το 1915 για τις πολεμικές της ανάγκες και μετονομάστηκε σε HMS BIRKENHEAD. Τα δύο πλοία συμμετείχαν τον Μάιο και τον Ιούνιο του 1916 στη Ναυμαχία της Γιουτλάνδης (Skagerrakschlacht γερμ), τη μεγαλύτερη ναυμαχία του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου, η οποία έλαβε χώρα στη θαλάσσια περιοχή του Jylland της Δανίας. Αντιμέτωποι στη ναυμαχία αυτή υπήρξαν ο στόλος του Βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού (βλ. Grand Fleet) και ο στόλος (βλ. Hochseeflotte) του Γερμανικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού (βλ. Kaiserliche Marine).
- ↑ Τα Δωδεκάνησσα προσαρτήθηκαν από την Ιταλία μετά την ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά τον Ιταλοτουρκικό πόλεμο του 1911-1912
- ↑ Ν.Α.Π./1 = Ναυτική Αμυντική Περιοχή 1 (Δυτική Ελλάδα, έδρα Πάτρα)
- ↑ Α.Σ. = Αρχηγός Στόλου
- ↑ Περιοχή Ε = Περιοχή περιπολίας ανατολικά του μεσημβρινού 19° Α και των παραλλήλων 39° 50´ και 40° 10´ Β
- ↑ Α.Δ.Υ. = Ανώτερος Διοικητής Υποβρυχίων
- ↑ ΚΟΧ = Κόροι Ολικής Χωρητικότητας, δείτε στο Χωρητικότητα πλοίου
- ↑ Αν και οι πληροφορίες, τόσο στο Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, όσο και στον Φωκά (βλ. Τόμο Β΄ (1954), σ. 216), δεν αναφέρουν καμία πολεμική διένεξη κατά τη συνάντηση αυτή, η καταχώρηση του συνοδού βρετανού συνδέσμου του ΚΑΤΣΩΝΗΣ στον φάκελο ADM 199/1850 (British Admiralty War Diaries WWII Αρχειοθετήθηκε 2013-06-18 στο Wayback Machine.) αναφέρει ότι: «Στις 09:50 (βρετανική επιχειρησιακή ώρα) της 1.4.1943 εντοπίστηκαν πολύ κοντά στο ακρωτήριο Μαλέας τρία πετρελαιοκίνητα. Στις 10:30, κατά τη διάρκεια ανάδυσης του υποβρυχίου, ένα από τα πετρελαιοκίνητα, το οποίο ήταν ήδη μακριά από το υποβρύχιο και κοντά στην ακτή, προσπάθησε να διαφύγει ενώ το πλήρωμα του ήταν έτοιμο να επιβιβασθεί στις βάρκες. Μετά από πολυβολισμούς του υποβρυχίου αναγκάστηκαν τα δυο πετρελαιοκίνητα να πλησιάσουν το ΚΑΤΣΩΝΗΣ». Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται τόσο από το πολεμικό ημερολόγιο του γερμανικού Ναυαρχείου Νότου (βλ. 2.4.1943 Kriegstagebuch Marinegruppenkommando Süd NARA), όσο και από το πολεμικό ημερολόγιο του γερμανικού Ναυαρχείου Αιγαίου (βλ. 2.4.1943 Kriegstagebuch Admiral Ägäis NARA). Στο ημερολόγιο του Ναυαρχείου Αιγαίου αναφέρεται επακριβώς ότι: «Στις 09:00 (γερμανική επιχειρησιακή ώρα) της 1.4.1943, στο ακρωτήριο Μαλέας, αναδυόμενο υποβρύχιο, το οποίο πλησίασε πετρελαιοκίνητα, έβαλε με το πολυβόλο του εναντίον του ενός κοντά στο οποίο βρίσκονταν πέντε άντρες του σταθμού διαβιβάσεως της Luftwaffe. Σύμφωνα με μαρτυρίες των πληρωμάτων των πετρελαιοκίνητων, επρόκειτο για ελληνικό υποβρύχιο, υπό βρετανική σημαία, το οποίο είχε σκοπό την επίταξη του ελληνικού πληρώματος. Κατάφερε να παραλάβει μόνο ένα άτομο και στη συνέχεια κατεδύθη.» Ο άνθρωπος που παρελήφθη ήταν ο νεαρός Χριστόφορος Μιτσιάλης, ο οποίος εντάχθηκε στο πλήρωμα, παρέμεινε επί του ΚΑΤΣΩΝΗ, και απωλέσθηκε μαζί του στις 14.9.1943 (βλ. Τσουκαλάς Η.: Υποβρύχιον Υ1, σ. 26 και Φωκάς Β΄ (1954), σ. 216)
- ↑ Αν και σε πολλές ελληνικές πηγές (βλ. Φωκάς, Β΄, σ. 217 και Μασούρας, σ. 19) αναφέρεται ότι το πλοίο ήταν γερμανικό, αυτό δεν ισχύει καθώς σύμφωνα με το Ufficio Storico della Marina Militare και το Lloyd´s Register of Shipping[νεκρός σύνδεσμος] το πλοίο ήταν ένα μικρό επιταγμένο ιταλικό επιβατηγό το οποίο είχε ενταχθεί, σαν βοηθητικό περιπολικό «F.77», στην Regia Marina Italiana. Ονομαζόταν TERGESTE[νεκρός σύνδεσμος], ήταν 212 ΚΟΧ, είχε κατασκευαστεί το 1913 στην Ολλανδία και ανήκε στην ιταλική ναυτιλιακή εταιρεία Navigazione Capodistriana Soc. Anon. με έδρα της την Τεργέστη.
- ↑ Στη διεθνή βιβλιογραφία υπάρχει συχνά η αναφορά ότι το από τον ΚΑΤΣΩΝΗ βυθισμένο πλοίο ήταν το ιταλικό TERGESTEA (5.890 ΚΟΧ). Αυτό δεν μπορεί να ισχύει καθώς το TERGESTEA είχε βυθιστεί ήδη από τις 26.10.1942 στο στίγμα 32° 02´ Β και 24° 24´ Α.
- ↑ Τόσο τα γερμανικά και τα ιταλικά, όσο και τα βρετανικά πολεμικά ημερολόγια, δεν έχουν αναφορές που να επιβεβαιώνουν τις ελληνικές πηγές. Το γεγονός ότι ο γερμανικός και ιταλικός στρατός κατοχής, εν αντιθέσει με τον ελληνικό, αναφέρεται σε γεγονότα τα οποία είχε τη δυνατότητα να ελέγξει και να επιβεβαιώσει εκ των έσω, καθιστά τις καταχωρήσεις των πολεμικών ημερολογίων των κατοχικών στρατευμάτων σαν ιδιαίτερα έγκυρες. Η καταχώρηση του Τσουκαλά στο βιβλίο του Υποβρύχιον Υ1, σ. 29, σχετιζόμενη με τις ζημιές που προκάλεσε ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ, αν και αναφέρει ότι προέρχεται από βρετανική πηγή, δεν συνάδει με την αντίστοιχη ανάλογη καταχώρηση στον φάκελο ADM 199/1850 του βρετανικού Ναυαρχείου.
- ↑ Η καταχώρηση στον Μασούρα, σ. 19, ότι το πλοίο έφερε γερμανική σημαία είναι λανθασμένη.
- ↑ Αν και στην καταχώρηση του Ημερολογίου Πολέμου 1940-1944 αναφέρεται επακριβώς το τοπωνύμιο «Άκρα Σιτιάδος», αυτό θα πρέπει να θεωρηθεί σαν ορθογραφικό λάθος ή γραμματική ιδιαιτερότητα της εποχής. Η τοποθεσία, όπως είναι σήμερα γνωστή, ονομάζεται «Άκρα Σηπιάς».
- ↑ Για την αντιμετώπιση των ισχνών μεταφορικών της δυνατοτήτων, η γερμανική Ανώτατη Διοίκηση Ναυτικού (Oberkommando der Marine) ξεκίνησε από το 1941 τις προσπάθειες αγοράς ισπανικών πλοίων από την εταιρεία Sofindus (Sociedad Financiera Industrial, Madrid). Τα πλοία αυτά, τα οποία ταξίδευαν για την ισπανική εταιρεία Transcomar (Comercial Maritima de Transportes S.A., Madrid), γερμανικών συμφερόντων, έφεραν την ισπανική σημαία και υπόκεινταν σε ισπανικούς νόμους. Από τον Μάιο του 1941 μεταφέρθηκαν δέκα από αυτά τα πλοία, σε δυο δόσεις μέσω Γένουας, από τις μεσογειακές ανατολικές ακτές της Ισπανίας στο Αιγαίο πέλαγος. Τα πλοία αυτά χρησιμοποιήθηκαν στη συνέχεια για τη μεταφορά εφοδίων στις γερμανικές μονάδες του ελληνικού αρχιπελάγους, κυρίως για την Κρήτη. Ανάμεσα σε αυτά κατατάσσονται και τα δύο πλοία, SAN ISIDRO LABRADOR και RIGEL, που βυθίστηκαν από το ΚΑΤΣΩΝΗΣ (βλ. Transporter unter spanischer Flagge - Chronik des Seekrieges 1939-1945.
- ↑ Σύμφωνα με τις καταχωρήσεις της αναφοράς της τελευταίας περιπολίας και βύθισης του Υ/Β Κατσώνης (βλ. Τσουκαλάς, Η., Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος ΙΖ, σ. 87) οι βλάβες που προέκυψαν ήταν: α. Διαρροή πετρελαίου στο σωλήνα του θαλασσέρματος Νο 4, προς το δεξί εξαεριστικό. β. Κακή στεγανότητα της πλήρωσης της αριστερής υδροδόκης. γ. Θραύση της ανασταλτικής βαλβίδας του αριστερού θαλασσέρματος Νο 5. δ. Μηδενική μόνωση στην διέγερση και στον πρυμναίο αριστερό συλλέκτη του κυρίου ηλεκτροκινητήρα. ε. Μηδενική μόνωση στον μεταγωγέα του πίνακα ελαιοθληπτικών. ζ. Διαρροή του αριστερού σιγαστήρα. η. Θραύση στελέχους της βαλβίδας του ελαιοδιανομέα του πρυμναίου πηδαλίου βάθους. Οι βλάβες επιδιορθώθηκαν εν πλω εκτός του αριστερού ηλεκτρικού κινητήρα ο οποίος μετά από προσωρινή βελτίωση παρουσίασε και πάλι κακή μόνωση, με αποτέλεσμα να παραμείνει εκτός λειτουργίας.
- ↑ Πρόκειται για το πλοίο SINFRA (πρώην SANDHAMN, πρ. FERNGLEN) και όχι SIMFRA, όπως συχνά αναφέρεται, κατασκευασμένο στη Νορβηγία το 1929. Το πλοίο, ιδιοκτησίας Cyprien Fabre, επιτάχθηκε από τον γερμανικό στρατό, μετά τη συνθηκολόγηση της Γαλλίας το καλοκαίρι του 1940, και χρησιμοποιήθηκε σαν μεταγωγικό στην ανατολική Μεσόγειο. Στις 19.10.1943, έμφορτο με 2.389 ιταλούς αιχμαλώτους, βυθίστηκε μετά από αεροπορική επίθεση βρετανικών και αμερικανικών αεροσκαφών βόρεια της Σούδας. Από τη βύθιση σώθηκαν μόνο 539 ιταλοί αιχμάλωτοι.
- ↑ Χεληδρόμιο = Αλόννησος
- ↑ Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, στις 8.9.1943, ο γερμανικός στρατός ξεκίνησε να καταλαμβάνει όλες τις περιοχές οι οποίες βρίσκονταν υπό ιταλικό έλεγχο.
- ↑ Πρόκειται για το ναρκοπέδιο το οποίο είχε ποντισθεί από το βρετανικό υποβρύχιο HMS RORQUAL στις 9 και 11 Σεπτεμβρίου 1943 βορειοανατολικά από τον δίαυλο του Τρικερίου και βόρεια της Σκιάθου
- ↑ Οι πληροφορίες για τη μάχη του Κατσώνης ΙΙ εναντίον του Γερμανικού ανθυποβρυχιακού UJ-2101 προέρχονται από την αναφορά του υποπλοιάρχου Ηλία Τσουκαλά, ύπαρχου του Κατσώνης ΙΙ, η οποία υπεβλήθη στις 29.10.1943 στη Σμύρνη, μετά τη διάσωση και διαφυγή του προς τη Μέση Ανατολή, καθώς και από την αναφορά μάχης του Βρετανικού συνδέσμου lieutenent H.G.C. Horgan R.N.V.R. ο οποίος επέβαινε στο υποβρύχιο κατά την τελευταία του περιπολία και η οποία υπεβλήθη στις 22.6.1946 (Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος ΙΖ, σ. 86-94στ Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού Αρχειοθετήθηκε 2013-04-24 στο Wayback Machine.).
- ↑ Στην πολεμική αναφορά του Ηλία Τσουκαλά αναφέρονται οι εξής βλάβες: α. Θραύση των ηλεκτρικών λαμπτήρων με αποτέλεσμα το υποβρύχιο να βυθιστεί στο σκοτάδι. Ετέθη σε λειτουργία ο βοηθητικός φωτισμός, ο οποίος εξυπηρέτησε ικανοποιητικά την κατάσταση. β. Άνοιξε κατά το μισό η κάθοδος του πυργίσκου παθαίνοντας ταυτόχρονα εμπλοκή, με αποτέλεσμα το νερό να τρέχει άφθονο μέσα στο σκάφος. γ. Διαρροή νερού στο πρυμναίο διαμέρισμα και μετακίνηση της πρυμναίας καθόδου. Κλείστηκε αμέσως η φρακτή απομονώντας το πρυμναίο διαμέρισμα από το υπόλοιπο σκάφος. δ. Ανατράπηκε ο σφόνδυλος της γυροσκοπικής πυξίδας και άρχισε να σημαίνει ο κώδωνας κινδύνου. Στη συνέχεια τέθηκε εκτός κυκλώματος ο πίνακας τροφοδοσίας της γυροσκοπικής πυξίδας και του κώδωνα κινδύνου. ε. Επήλθε βλάβη στα μεταλλικά βαθύμετρα του κέντρου, απομονώθηκε όμως έγκαιρα το υδραργυρικό βαθύμετρο το οποίο στη συνέχεια λειτούργησε ικανοποιητικά. ζ. Θραύτηκαν τα ερμάρια και χύθηκαν οι κονσέρβες και όλα τα περιεχόμενα. η. Η ηλεκτρική κουζίνα ανατράπηκε προκαλώντας βραχυκυκλώματα.
- ↑ Ύπαρχος υποπλοίαρχος Στέφανος Τρουπάκης, κελευστής Λεωνίδας Στάμου, οι υπασπιστές Α. Τσίγκρος και Α. Αντωνίου, ναύτης σηματωρός Δημήτρης Αναγνωστόπουλος, υποκελεστής Μιχάλης Γκιόκας, υποκ. Σπύρος Γκίνης, ηλεκτρ. Νίκος Θυμαράς και ο επικ. σημαιοφόρος Παύλος Λαμπρινούδης.
- ↑ Κελευστής Λεωνίδας Στάμου (σκοπευτής), υπασπιστής Α. Τσίγκρος (χειριστής διευθύνσεως), υπασπιστής Α. Αντωνίου (χειριστής κλείστρου).
- ↑ Στο κείμενο έχει διατηρηθεί η ορθογραφία του συντάκτη. Το κείμενο έχει αποδοθεί στο μονοτονικό σύστημα.
- ↑ Η πληροφορία αυτή υπάρχει μόνο στην πολεμική έκθεση του υποπλοιάρχου Ηλία Τσουκαλά και δεν επιβεβαιώνεται από κανέναν άλλον μάρτυρα της μάχης. Το γεγονός καθαυτό αποτελεί έγκλημα πολέμου και θα έπρεπε ο κυβερνήτης του UJ-2101, Friedrich Vollheim, να διωχθεί νομικά μετά το πέρας του πολέμου και την απόλυση του από την Kriegsmarine στις 15.5.1946 (βλ. Lohmann, W. – Hildebrand H.H., Band III Personalien, σ. 412). Το γεγονός όμως ότι στην πολεμική έκθεση του υποπλοιάρχου Vollheim αναφέρεται ότι το UJ-2101 «περισυνέλεξε όλους τους ναυαγούς», και τους τραυματισμένους, σε συνδυασμό με την αναφορά του βρετανικού συνδέσμου υποπλοιάρχου Horgan, καθώς και την μεταπολεμική μη νομική δίωξη του Vollheim από το ελληνικό και βρετανικό Βασιλικό Πολεμικό Ναυτικό, μαρτυρεί ότι πιθανώς η μαρτυρία του υποπλοιάρχου Τσουκαλά δεν ευσταθεί.
- ↑ Οι πληροφορίες για την μάχη του Γερμανικού ανθυποβρυχιακού UJ-2101 εναντίον του Κατσώνης ΙΙ προέρχονται από την έκθεση μάχης του υποπλοιάρχου Friedrich Vollheim, κυβερνήτη του UJ-2101, με τον τίτλο «Περί της βυθίσεως του ελληνικού υποβρυχίου Κατσώνης ΙΙ στις 14.9.1943 στο Quadrat CK 8612» (Kriegstagebuch des U-Jägers 2101 der 21 U-Jagdflottille NARA)
- ↑ Αποθαλασσία = Σάλος, ρεστία, σουέλ. Κοινώς βουβό κύμα.
- ↑ Υπήρχε μία ώρα διαφορά ανάμεσα στη βρετανική και γερμανική επιχειρησιακή ώρα. Τα πλοία του ελληνικού Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού επιχειρούσαν σύμφωνα με τη βρετανική επιχειρησιακή ώρα.
- ↑ Ο εντοπισμός του εχθρικού στόχου γινόταν στα γερμανικά υποβρύχια και ανθυποβρυχιακά με το επονομαζόμενο S-Gerät (Sondergerät für aktive Schallortung)
- ↑ Δεν υπάρχει αντιστοιχία ανάμεσα στους χαμηλούς στρατιωτικούς βαθμούς της Kriegsmarine και του ελληνικού Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού. Οι στρατιωτικοί βαθμοί στην Kriegsmarine ήταν περισσότεροι από του βαθμούς του ελληνικού Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού.
- ↑ Ο βαθμός αυτός δεν υπάρχει πλέον στο γερμανικό ναυτικό. Ίσως θα μπορούσε να αποδοθεί με τον βαθμό του διόπου.
- ↑ Υπήρχε μια κεντρική υπηρεσιακή ώρα για όλο τον γερμανικό στρατό η οποία έπρεπε να αναφέρεται στα τηλεγραφήματα. Η αναφορά «πολεμικό μήνυμα» (γερμ. KR ή KR-Meldung =Kriegsmeldung) σήμαινε ότι το μήνυμα είχε προτεραιότητα σε σχέση με τα άλλα μηνύματα και έπρεπε να διαβιβαστεί άμεσα.
- ↑ SSD = Schiffssicherungsdiesnt = Διεύθυνση Ασφαλείας Πλοίων
- ↑ Ο Friedrich (Fritz) Vollheim, γεννήθηκε στις 20.02.1927 στο Darmstadt της Γερμανίας. Έλαβε τον βαθμό του υποπλοιάρχου (Kapitänleutnant) της Kriegsmarine την 01.04.1943. Από το Ιούλιο μέχρι και τον Δεκέμβριο του 1941 διετέλεσε κυβερνήτης του ναρκοθετικού BULGARIA. Από τον Ιανουάριο του 1942 έως και τον Απρίλιο του 1944 υπηρέτησε ως κυβερνήτης ανθυποβρυχιακών στον 21ο Ανθυποβρυχιακό Στολίσκο (21. Ujagd-Flottille) της Kriegsmarine. Από τον Απρίλιο έως και τον Δεκέμβριο του 1944 ήταν ο διοικητής του 2ου Ανθυποβρυχιακού Στολίσκου (2. Ujagd-Flottille) της Kriegsmarine. Από τον Δεκέμβριο του 1944 έως και τον Φεβρουάριο του 1945 διετέλεσε κυβερνήτης του Α/Τ ΤΑ 44. Από τον Φεβρουάριο του 1945 έως και το τέλος του πολέμου υπήρξε Ναυτικός Διοικητής της Ίστριας, στην Κροατία. Αποχώρησε από το Ναυτικό, μετά τη διάλυση της Kriegsmarine, στις 15.05.1946 (βλ. Lohmann, W. – Hildebrand H.H., Band III Personalien, σ. 412).
- ↑ Captain (S) One D.C. Ingram, 1st Submarine Flottilla, HMS MEDWAY II
- ↑ Με Β.Δ της 4ης Δεκεμβρίου 1943 τα 32 μέλη του πληρώματος που έχασαν τη ζωή τους προήχθησαν επ ανδραγανθία στον επόμενο βαθμό. Εδώ καταγράφονται με τον βαθμό πριν την προαγωγή τους
- ↑ Οι αιχμάλωτοι με τον αύξοντα αριθμό 1-11 κρατήθηκαν στις φυλακές Αβέρωφ. Οι αιχμάλωτοι 12-15 ήταν τραυματίες και νοσηλεύθηκαν στο νοσοκομείο της Κηφισιάς.
Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- ↑ Μασούρας (2007) σελ. 23[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ Ιστοσελίδα uboat.net, Katsonis class
- ↑ 3,0 3,1 3,2 3,3 Μασούρας (2007) σελ. 17[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ Μασούρας (2007) σελ. 24[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ 5,0 5,1 «Digital Library - PDF Document». efimeris.nlg.gr. Ανακτήθηκε στις 15 Αυγούστου 2021. Πρβλ. εφημ. ΕΜΠΡΟΣ 09/05/1924, σελ.2.
- ↑ «Προβλ. εφημ ΕΜΠΡΟΣ 20/05/1924, σελ.4».
- ↑ «Έντυπο: ΕΜΠΡΟΣ(1896-1969), Φύλλο: 5/9/1926, σελ.: 2».
- ↑ 8,0 8,1 Καταδυόμενο
- ↑ «Έντυπο: ΕΜΠΡΟΣ(1896-1969), Φύλλο: 30/12/1927, σελ.: 1».
- ↑ «Έντυπο: ΕΜΠΡΟΣ(1896-1969), Φύλλο: 7/5/1928, σελ.: 6».
- ↑ «Έντυπο: ΕΜΠΡΟΣ(1896-1969), Φύλλο: 19/6/1928, σελ.: 8».
- ↑ «Έντυπο: ΕΜΠΡΟΣ(1896-1969), Φύλλο: 22/6/1928, σελ.: 5».
- ↑ «Έντυπο: ΕΜΠΡΟΣ(1896-1969), Φύλλο: 14/7/1928, σελ.: 8».
- ↑ Bagnasco, Erminio
- ↑ Miller, David (2002) σ. 134[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ Στεφανάδης (2005) σ. 60
- ↑ Φωκάς Α΄ (1953), σ. 25
- ↑ Έκθεση του αντιπλοιάρχου Ηλία Τσουκαλά στο Φωκάς Α΄ (1953), σ. 25-27
- ↑ Έκθεση του αντιπλοιάρχου Ηλία Τσουκαλά στο Φωκάς Α΄ (1953), σ. 27
- ↑ Φαγκρίδας (2005), σελ. 28
- ↑ Φωκάς Α΄ (1953), σ. 82
- ↑ 22,0 22,1 Φωκάς Α΄ (1953), σ. 103
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος Α σ. 334
- ↑ Φωκάς Α΄ (1953), σ. 201
- ↑ Alliierte U-Boot-Angriffe in Europa, Das Historische Marinearchiv
- ↑ Φωκάς Α΄ (1953), σ. 202
- ↑ Λάχανος, Ν. (1991), σ. 45-46
- ↑ Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ της 15.1.1941
- ↑ Φωκάς Α΄ (1953), σ. 253
- ↑ Φωκάς Α΄ (1953), σ. 254
- ↑ Φωκάς Α΄ (1953), σ. 319
- ↑ Φωκάς Α΄ (1953), σ. 441
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος ΣΤ σ. 184, 200
- ↑ Διαταγή Υπουργείου Ναυτικών 11.4.1941, Αριθ. Πρωτ. Απορρ. 927, στο Οικονόμου (1947), σ. 6-8
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος ΣΤ σ. 200
- ↑ Φωκάς Α΄ (1953), σ. 458
- ↑ 37,0 37,1 Φωκάς Β΄ (1954), σ. 22
- ↑ Καββαδίας (1950), σ. 404
- ↑ Καββαδίας (1950), σ. 414
- ↑ Καββαδίας (1950), σ. 419
- ↑ Φωκάς Β΄ (1954), σ. 195
- ↑ Φωκάς Β΄ (1954), σ. 73-74
- ↑ Φωκάς Β΄ (1954), σ. 100
- ↑ Φωκάς Β΄ (1954), σ. 119
- ↑ Φωκάς Β΄ (1954), σ. 136
- ↑ Φωκάς Β΄ (1954), σ. 215, 216
- ↑ Φωκάς Β΄ (1954), σ. 216
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΣΤ σ. 3
- ↑ 3.4.1943 Kriegstagebuch Marinegruppenkommando Süd NARA
- ↑ Alliierte U-Boot-Angriffe in Europa, Das Historische Marinearchiv
- ↑ Fioravanzo, Giuseppe
- ↑ Φωκάς Β΄ (1954), σ. 217, 218
- ↑ Τσουκαλάς Η.: Υποβρύχιον Υ1, σ. 29
- ↑ Μασούρας (2007) σελ. 19[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ 55,0 55,1 Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΣΤ σ. 7
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΣΤ σ. 7-8
- ↑ 57,0 57,1 5.4.1943 Kriegstagebuch Admiral Ägäis NARA
- ↑ Alliierte U-Boot-Angriffe in Europa, Das Historische Marinearchiv
- ↑ War Sailors
- ↑ Φωκάς Β΄ (1954), σ. 218
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΣΤ σ. 115
- ↑ 30.5.1943 Kriegstagebuch Admiral Ägäis NARA
- ↑ 2.6.1943, σ. 5, Kriegstagebuch Admiral Ägäis NARA
- ↑ 6.6.1943, σ. 15, Kriegstagebuch Admiral Ägäis NARA
- ↑ Alliierte U-Boot-Angriffe in Europa, Das Historische Marinearchiv
- ↑ Alliierte U-Boot-Angriffe in Europa, Das Historische Marinearchiv
- ↑ Verluste der griechischen Marine im Zweiten Weltkrieg
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΣΤ σ. 125
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΣΤ σ. 126
- ↑ Alliierte U-Boot-Angriffe in Europa, Das Historische Marinearchiv
- ↑ Φωκάς Β΄ (1954), σ. 275
- ↑ 72,0 72,1 Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΖ σ. 88
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΖ σ. 89
- ↑ Naval History Net
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΖ σ. 90
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΖ σ. 91-94
- ↑ «Verluste der griechischen Marine im Zweiten Weltkrieg». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 7 Ιουνίου 2013.
- ↑ «Kriegsmarine Marinequadratkarte». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Απριλίου 2013. Ανακτήθηκε στις 7 Ιουνίου 2013.
- ↑ Holt, L.E.
- ↑ Τσουκαλάς, Ηλίας: (1951) Το υποβρύχιον Υ1
- ↑ Μασούρας (2007) σελ. 22[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΖ σ. 94α-94γ
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΖ σ. 94β
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΖ σ. 94ε
- ↑ Μαδωνής, Α.
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΖ σ. 94η, 94θ
- ↑ Μασούρας (2007) σ. 23[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ Λάχανος (1991) σ. 150-151
- ↑ Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Τόμος IΖ σ. 94ζ
- ↑ «RHS Katsonis (Y 1) of the Royal Hellenic Navy - Greek Submarine of the Katsonis class - Allied Warships of WWII - uboat.net». uboat.net (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 29 Μαΐου 2018.
Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Αρχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού
- Τσουκαλάς, Ηλίας: (1943) Αναφορά της τελευταίας περιπολίας και βύθισης του Υ/Β Κατσώνης, Ημερολόγιο Πολέμου 1940-1944, τόμος ΙΖ, σσ. 86-94, Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού
- ADM 199/1850 British Admiralty War Diaries WWII
- Kriegstagebuch Admiral Ägäis (Roll 4024 NARA)
- Kriegstagebuch Marinegruppenkommando Süd (Roll 2584 NARA)
- Kriegstagebuch der 21. UJ-Flottille (Roll 3665, 3666 NARA)
Βιβλία και άρθρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Δαμβέργης, Νικόλαος: (1995) Ο Σιωπηλός Πόλεμος - Η δράση των Ελληνικών Υποβρυχίων 1940-1944, Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος, Αθήνα
- Καββαδίας, Επαμεινώνδας: (1950) Ο Ναυτικός Πόλεμος του 1940 όπως τον έζησα, Αθήνα
- Καραγάτσης, Μ.: (1948) Βασίλης Λάσκος (Μυθιστορηματική Βιογραφία), Εκδόσεις της Εστίας, Αθήνα
- Κώνστας, Π: Έκθεση πλοιάρχου Βασιλικού Ναυτικού Π. Κώνστα ’Εκθεσις Πεπραγμένων Στολίσκου Υποβρυχίων από 25/4/42 μέχρι 5/4/43, Πολεμικό Ναυτικό, Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού, Τμήμα Ιστορικού Αρχείου
- Λάχανος Νικόλαος (1991). Δόξα και Δάφνες, Τιμητικές διακρίσεις που απονεμήθησαν εις το προσωπικό του Πολεμικού Ναυτικού κατά τον πόλεμο του 1940-1945, Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος, Αθήνα.
- Μασούρας, Τιμόθεος: (2007) "Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ (Υ1)", στο Περίπλους Ναυτικής Ιστορίας, Αφιέρωμα Η δράση των ελληνικών υποβρυχίων[νεκρός σύνδεσμος], Τεύχος 60, σσ. 17-23, Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2007, έκδ. Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος
- Οικονόμου, Δ.: (1947) Τα πεπραγμένα του Βασιλικού Ναυτικού από της 10 μέχρι της 27 Απριλίου 1941, Εκδοτικός οίκος Ν. Αλικιώτης και Υιοί, Αθήνα
- Στεφανάδης Αδάμ (2005). "Υ6 ΓΛΑΥΚΟΣ. Η ιστορία του ατυχέστερου ελληνικού υποβρυχίου κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο", περιοδικό Πόλεμος και Ιστορία, τεύχος 84, Μάιος 2005, σσ. 60-69, εκδ. Επικοινωνίες α.ε.
- Τσουκαλάς, Ηλίας: (1951) Το υποβρύχιον Υ1, Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος, Αθήνα
- Φακάλου, Αικατερίνη: Τα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού 1828-2000, Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού, Τμήμα Ιστορικού Αρχείου
- Φωκάς, Δημήτριος: (1953). Έκθεσις επί της δράσεως του Β. Ναυτικού κατά τον πόλεμον 1940-1944, τόμος Α΄: Από της προπολεμικής περιόδου μέχρι της καταλήψεως της Ελλάδος (27 Απριλίου 1941), Εκδόσεις Ιστορικής Υπηρεσίας του Β.Ν.
- Φωκάς, Δημήτριος: (1954). Έκθεσις επί της δράσεως του Β. Ναυτικού κατά τον πόλεμον 1940-1944, τόμος Β΄ : Από της αποδημίας του Στόλου μέχρι της απελευθερώσεως της Ελλάδος (Απρίλ. 1941-Οκτώβρ. 1944), Εκδόσεις Ιστορικής Υπηρεσίας του Β.Ν.
- Notarangelo, Rolando e Pagano, Gian Paolo: (1997) Navi mercantili perdute, Ufficio Storico della Marina Militare, Roma
- Bagnasco, Erminio: (1977) Submarines of World War Two, Weidenfeld Military
- Fioravanzo, Giuseppe: (1962) La Marina dall´8 settembre 1943 alla fine del Conflitto, Ufficio Storico della Marina Militare, Roma
- Holt, L.E.: (1947) U.S. Navy Underwater Sound Laboratory, Fort Trumbull, New London, Connecticut. The Journal of the acoustical society of America. Volume 19, number 4, July 1947[νεκρός σύνδεσμος]
- Lohmann, W. – Hildebrand H.H.: Die deutsche Kriegsmarine 1939-1945, Band I-III, Podzun Verlag, Bad Nauheim
- Μαδωνής, Α.: (2006) "Ελληνικά Υποβρύχια: «ΚΑΤΣΩΝΗΣ» - «ΛΑΣΚΟΣ» / Προβάδισμα στο θρύλο", στο Περίπλους Ναυτικής Ιστορίας[νεκρός σύνδεσμος], Τεύχος 56, σσ. 4-5, Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2006, έκδ. Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος
- Miller, David: (2002) The Illustrated Directory of Submarines of the World', Salamander books, USA
- Γκαλών, Δημήτριος Διαβαίνοντας τις ατραπούς του θρύλουΕκδοτης:2020 Ελληνικό Ινστιτούτο Ναυτικής Ιστορίας
Ιστοσελίδες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Katsonis class, uboat.net
- Το Υ/Β Κατσώνης (Υ1) στην επίσημη ιστοσελίδα του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού Αρχειοθετήθηκε 2013-05-18 στο Wayback Machine.
- Naval Grid Calculator
- Trento in Cina
- German Naval History
- Alliierte U-Boot-Angriffe in Europa, Das Historische Marinearchiv
- Verluste der griechischen Marine im Zweiten Weltkrieg
- German Kriegsmarine Encyclopedia
- Foro Segunda Guerra Mondial
- Chronik des Seekrieges 1939-1945
Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Καργάκος, Ι.Σ.: "Το Ελληνικό Ναυτικό στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο" στο Ναυτική Επιθεώρηση, Τεύχος 568, σσ. 19-30, Μάρτιος – Μάιος 2009, εκδόσεις ΓΕΝ
- Παΐζης–Παραδέλλης, Κωνσταντίνος: (1980) Τα Πλοία του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού 1830 - 1979, Εκδόσεις ΓΕΝ, Αθήνα
- Tesapsides, Byron: (2010) Die Kriegsmarine in der Ägäis im zweiten Weltkrieg (1941-1944), Thessaloniki