Μετάβαση στο περιεχόμενο

Καλλίμαχος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Καλλίμαχος
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση3ος αιώνας π.Χ.
Κυρήνη
Θάνατος240 π.Χ. (περίπου)
Αλεξάνδρεια
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςαρχαία ελληνικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταποιητής
βιβλιοθηκονόμος
επιγραμματοποιός
μυθογράφος
ελεγειακός ποιητής
συγγραφέας
Περίοδος ακμής2ος αιώνας π.Χ.
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Καλλίμαχος ο Κυρηναίος (η γέννησή του επισφαλώς τοποθετείται περί το 300 π.Χ.) ήταν αρχαίος ποιητής, επιγραμματοποιός και εκπρόσωπος της Αλεξανδρινής ποίησης, ο οποίος άκμασε την εποχή των Πτολεμαίων Φιλάδελφου και Ευεργέτη. Καταγόταν από μεγάλη οικογένεια της Κυρήνης, η οποία ανήγαγε την καταγωγή της στον μυθικό οικιστή της πόλης Βάττο. Ο παππούς του, επίσης Καλλίμαχος, είχε αναγορευθεί στο παρελθόν στρατηγός. Ο πατέρας του ονομαζόταν Ἑρμοκράτης και η μητέρα του Μεσάτμα. Ομώνυμος επικός ποιητής υπήρξε και ο ανεψιός του, υιός της αδελφής του Μεγατίμας.

Μεγάλωσε και σπούδασε στην Αθήνα δίπλα στον Άρατο με δάσκαλό τους τον περιπατητικό Παξιφάνη αλλά πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του στην Αλεξάνδρεια εργαζόμενος στην αλεξανδρινή βιβλιοθήκη. Η φιλολογική έρευνα έχει δείξει ότι αυτό οφείλεται στη δεινή οικονομική του θέση, καθώς η οικογένειά του επλήγη οικονομικώς, ίσως λόγω των συγκρούσεων μεταξύ των διαδόχων τού Μ. Αλεξάνδρου. Στην Αλεξάνδρεια εγκαταστάθηκε περί το 285π.Χ., όπου και διεκρίθη λόγω της ευρυμάθειάς του στα φιλολογικά. Τότε τιμιτικώς οδηγήθηκε στην αυλή του Πτολεμαίου Β´ του Φιλαδέλφου και εν συνεχεία κέρδισε και την εύνοια της βασίλισσας Αρσινόης Β´, όπως και της διαδόχου της, Βερενίκης Β´. Εκείνη ακριβώς την εποχή του ανατέθη το γιγαντιαίο έργο της καταγραφής όλων των βιβλίων της βιβλιοθήκης (κατά τον Τζέτζην ανερχόταν σε 532.800 πονήματα/τόμους).[1] Στην Αλεξάνδρεια ίδρυσε γραμματική σχολή με μαθητές του, φημισμένους σοφούς όπως ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος, Απολλώνιος ο Ρόδιος, ο Ερατοσθένης κ.ά. Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος, εκτός από μαθητής του, υπήρξε και ισχυρός αντίζηλος και εχθρός του. Ο λόγος φαίνεται να ήταν η αγάπη του τελευταίου για τη σύνθεση μεγάλων ποιητικών επών (βλέπε τα Ἀργοναυτικά), κάτι το οποίο απετέλεσε πιθανότητα την αιτία να μετοικίσει ο Απολλώνιος στη Ρόδο (εξ ού και η επωνυμία Ῥόδιος). Ο Καλλίμαχος προτιμούσε να γράφει σύντομες ποιητικές συνθέσεις, κάτι το οποίο ξεκίνησε ένα μεγάλο φιλολογικό πόλεμο ο οποίος άρχισε όταν ο Καλλίμαχος επετέθη σε μια θαυμαστή για την αρχαιότητα ερωτική ελεγεία εν ονόματι Λύδη του Ἀντιμάχου του Κολοφωνίου. Ο Ἀθήναιος μάλιστα (Γ´1) αναφέρει «ὁτι Καλλίμαχος ὁ γραμματικὸς το μέγα βιβλίον ἴσον ἔλεγεν εἶναι τῷ μεγάλῳ κακῷ». Οι αντίπαλοί του υποστήριξαν ότι αυτή του η περιέργεια οφείλεται στο ότι δεν εδύνατο ο ίδιος να γράφει μακροσκελή κείμενα, χωρίς να χάσει το μέτρο. Αυτό τον οδήγησε για πρώτη και τελευταία φορά να κάνει αυτό το οποίο κατηγορούσε και να γράψει το επύλλιο «Ἑκάλη», στο οποίο εξιστορείτο η φιλοξενεία της γερόντισσας Εκάλης στον Θησέα. Ο Καλλίμαχος θεωρείται ο πρώτος καταλογογράφος στην ιστορία της Βιβλιοθηκονομίας και το πρώτο σύστημα ταξινόμησης ανά κατηγορίες αποδίδεται στους δικούς του Πίνακες.

Το λεξικό Σούδα, το οποίο γράφτηκε το δέκατο αιώνα, αναφέρει πως έγραψε 800 τόμους έργων. Το σπουδαιότερο πεζό του έργο ήταν οι "Πίνακες τῶν ἐν πάσῃ παιδείᾳ διαλαμψάντων καὶ ὧν συνέγραψαν", ένας κατάλογος σε 120 βιβλία που περιλάμβανε όλα τα έργα όλων των συγγραφέων, σύμφωνα με το είδος των έργων τους κατά αλφαβητική σειρά. Δυστυχώς όμως κανένα από τα πεζά του κείμενα δεν εσώθησαν. Από το ποιητικό του έργο σώθηκαν οι Ὕμνοι (το μοναδικό ολόκληρο πόνημα), 64 επιγράμματα στην Παλατινή Ανθολογία από τον Στέφανο του Μελεάγρου και μερικά αποσπάσματα από άλλα έργα του. Τα σπουδαιότερα από τα έργα του ήταν ένα επύλλιο, η Ἑκάλη και τα Αἴτια, που ήταν ποιήματα πάνω σε διάφορα θέματα και κατέληγαν στον περίφημο Βόστρυχο της Βερενίκης, γνωστό κυρίως από τη μετάφραση του Λατίνου ποιητή Κάτουλλου. Εκεί με ποιητικό τρόπο ο Καλλίμαχος δίκην Ἡσιόδου ομιλούσε με τις Μούσες και αφού ρωτούσε περί κάποιον περιέργων εθίμων ανά την Ελλάδα, εκείνες του απαντούσαν. Δυστυχώς σώζεται μόνον αποσπασματικά.

Ο Καλλίμαχος υπήρξε από τους αντιπροσωπευτικούς ποιητές της ελληνιστικής εποχής. Βασικό του γνώρισμα ήταν η υπέρμετρη λογιότητα και γρήγορα έγινε σύμβολο για όλους τους περί της γλώσσης ασχολουμένους. Στα συγγράματά του μπορεί κάποιος να συναντήσει εξαιρετικά απαρχαιωμένες λέξεις και ποιητικές εν όλω εκφράσεις. Δεν ασχολήθηκε με τα μεγάλα θέματα της κλασσικής ποίησης αλλά με την καθημερινότητα και τους λαϊκούς μύθους. Μεγάλη ήταν η επίδρασή του στον ελληνιστικό χώρο καθώς επίσης και στη Ρώμη. Πηγές μάλιστα αναφέρουν ότι ήταν δημοφιλέστερος ακόμη και από τον Ευριπίδη, καθώς οι πάπυροι με θέμα τον Καλλίμαχο ήταν περισσότεροι.[2] Το ιδιότυπο, σύντομο και περιεκτικό ύφος του το μιμήθηκε ύστερα από αιώνες ένας άλλος Αλεξανδρινός ποιητής.[εκκρεμεί παραπομπή]

  1. Joannes Tzetzes Gramm. Poeta (1975). Prolegomena de comoedia Aristophanis (9022: 003) “Prolegomena de comoedia. Scholia in Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed. Koster, W.J.W. Groningen: Bouma, 1975; Scholia in Aristophanem 1.1A. Section 2, line 8. 
  2. Καλλιμάχου Ἅπαντα, 1ος Τόμος, εκδόσεις Κάκτου, 2010, υπ' αριθμόν 1088 σ. 24.