Επί της τραπέζης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο επί της τραπέζης ήταν αξίωμα στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία και το έφερε ο υπεύθυνος για τα αυτοκρατορικά συμπόσια.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το αξίωμα, πιο γνωστό ως «δομέστικος τῆς βασιλικῆς τραπέζης», «ὁ ἐπὶ τῆς βασιλικῆς τραπέζης» ή «ὁ ἐπὶ τῆς τραπέζης τοῦ δεσπότου», αναφέρεται για πρώτη φορά στα μέσα του 7ου αιώνα, αλλά η πηγή, μια αγιολογία του Μαξίμου του Ομολογητού, είναι πολύ μεταγενέστερη. Πιστοποιείται πάντως επαρκώς με σφραγίδες από τον 8ο αιώνα και μετά, με τον κάτοχο να φέρει συχνά παράλληλα και τα αξιώματα του κουβικουλάριου ή του παρακοιμώμενου[1][2]. Ο επί της τραπέζης ήταν αρμόδιος για την υποδοχή των επισκεπτών στα αυτοκρατορικά συμπόσια, για την αναμονή του Αυτοκράτορα μαζί με τον πιγκέρνη και για την μεταφορά των πιάτων από το αυτοκρατορικό τραπέζι στους επισκέπτες. Ιστορικές πηγές, ωστόσο, δείχνουν ότι ορισμένοι κάτοχοι της θέσης ήταν επιφορτισμένοι με ηγετικά καθήκοντα στο στράτευμα ή διάφορες άλλες ειδικές αποστολές. Όπως πολλά άλλα αυλικά αξιώματα με στενή πρόσβαση στον Αυτοκράτορα, περιοριζόταν σε ευνούχους. Υπήρχε επίσης ο ὁ ἐπὶ τῆς τραπέζης τῆς Αὐγούστης, ο οποίος είχε τα ίδια καθήκοντα για την Αυτοκράτειρα[1][3].

Τον επί της τραπέζης βοηθούσε το προσωπικό, το λεγόμενο ὐπουργία, με επικεφαλής τον δομέστικο της υπουργίας, στο οποίο περιλαμβάνονταν επίσης οι γραμματείς που ονομάζονταν νοτάριοι τῆς ὐπουργίας[1][3]. Ο Γερμανός μελετητής Werner Seibt θεωρεί ότι οι επί της τραπέζης απορρόφησαν τις κύριες λειτουργίες του καστρησίου, πρώην αξιωματούχου με προφανώς παρόμοιο ρόλο[4]. Ένας άλλος αξιωματούχος με παρόμοια καθήκοντα, ο κηνάριος, αναφέρεται μόνο δύο φορές κατά τις πρώτες δεκαετίες του 9ου αιώνα. Ο Seibt τον θεωρεί είτε δευτερεύοντα αξιωματούχο του επί της τραπέζης είτε ένα ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ του καστρησίου και την τελική απορρόφηση των καθηκόντων του από τον επί της τραπέζης[5].

Από τον 13ο αιώνα και μετά, οι επί της τραπέζης και η παραλλαγή δομέστικος της τραπέζης έγιναν καθαρά τιμητικοί τίτλοι της Αυλής, χωρίς συγκεκριμένα καθήκοντα. Σε αυτό το πνεύμα, ο Νικηφόρος Γρηγοράς αναφέρει ότι αυτός ο τίτλος φέρεται να παραχωρήθηκε και να έγινε κληρονομικός στους πρίγκιπες της Ρωσίας από την εποχή του αυτοκράτορα Μεγάλου Κωνσταντίνου (περίπου 306-337[1]).

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Kazhdan 1991, σελ. 722–723.
  2. Bury 1911, σελ. 125–126.
  3. 3,0 3,1 Bury 1911, σελ. 126.
  4. Kazhdan 1991, σελ. 1111–1112.
  5. Kazhdan 1991, σελ. 1120.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]