Δικαιοφύλαξ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο δικαιοφύλαξ ήταν νομικό αξίωμα στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, αντίστοιχο με το εκκλησιαστικό αξίωμα του εκδίκου. Γι' αυτό και κάποιες φορές στην εκκλησιαστική αλληλογραφία από τον 14ο αιώνα συναντάμε τον όρο «δικαιοφύλαξ» αντί του «έκδικος» ή «πρωτέκδικος», ή συναντάμε αυτούς τους όρους και μαζί. Παράδειγμα, στην επιστολή του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κάλλιστου Α΄, το 1352, διαβάζουμε: «ο τιμιώτατος δικαιοφύλαξ και πρωτέκδικος».

Ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος με νεαρά[1] του Μαΐου 1270 επέτρεψε στον δικαιοφύλακα Θεόδωρο Σκουταριώτη να λάβει κατ' εξαίρεση την αμέσως μετά τον πρωτέκδικο τάξη. Το αξίωμα αυτό απονέμεται όχι μόνο στην Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης, αλλά και σε άλλες μητροπόλεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Π.χ. στη μητρόπολη Χίου, όπως δείχνει η επιστολή, το 1579, του κλήρου της μητρόπολης αυτής προς τον πατριάρχη Μητροφάνη Γ', και η πράξη Χιακής Συνόδου του Οκτωβρίου 1671. Επίσης, στη μητρόπολη Σερρών, στον κώδικα αριθμός 1 αναφέρεται το αξίωμα του δικαιοφύλακος.

Συνοδική επιστολή των πατριαρχών Αντιοχείας Ιωακείμ και Ιεροσολύμων Σωφρονίου το 1599 φανερώνει ότι και στα πατριαρχεία αυτά υπήρχαν δικαιοφύλακες.

Το αξίωμα του δικαιοφύλακος απαντάται, εκτός από τα πατριαρχεία, και σε αυτοκέφαλες εκκλησίες. Στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου διαπιστώνεται αυτό από κυρωτική επιστολή του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ματθαίου Β΄ για τον αρχιεπίσκοπο Κύπρου Βενιαμίν.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Η νεαρά στη βυζαντινή νομοθεσία είναι διάταγμα που εκδίδει ένας αυτοκράτορας, το οποίο περιλαμβάνει ρυθμίσεις, συμπληρωματικές στους νομικούς κώδικες που εκείνος έχει εγκρίνει. Είναι γνωστές οι νεαρές του Θεοδοσίου Α΄ Μεγάλου, του Ιουστινιανού, του Λέοντος Στ΄ Σοφού, του Ηρακλείου, του Κωνσταντίνου Θ΄ Μονομάχου, του Βασιλείου Α΄ Μακεδόνα και άλλων.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ράλλη - Ποτλή: «Σύνταγμα Θείων και Ιερών Κανόνων»