Μετάβαση στο περιεχόμενο

Για την προσωπολατρία και τις συνέπειές της

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Για την προσωπολατρία και τις συνέπειες της (ρωσικά: «О культе личности и его последствиях»‎‎), ευρέως γνωστή ως μυστική ομιλία του Χρουσιόφ ( ρωσικά: секретный доклад Хрущёва‎‎), ήταν μια ομιλία του σοβιετικού ηγέτη Νικίτα Χρουσιόφ, του Πρώτου Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία έλαβε χώρα στο 20ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης στις 25 Φεβρουαρίου 1956. Η ομιλία του Χρουστσόφ ήταν έντονα επικριτική για την κυριαρχία του Γενικού Γραμματέα και πρωθυπουργού Ιωσήφ Στάλιν, ιδιαίτερα σε σχέση με τις εκκαθαρίσεις που είχαν σημαδέψει τα τελευταία χρόνια της δεκαετίας του 1930. Ο Χρουστσόφ κατηγόρησε τον Στάλιν ότι ενθάρρυνε μια ηγετική προσωπολατρεία παρά το ότι φαινομενικά διατήρησε την υποστήριξη των ιδανικών του κομμουνισμού. Η ομιλία διέρρευσε στη Δύση από την ισραηλινή υπηρεσία πληροφοριών Σιν Μπετ, η οποία προμηθεύτηκε αντίγραφο της ομιλίας από τον Πολωνοεβραίο δημοσιογράφο Βίκτορ Γκραγιέφσκι.

Η ομιλία ήταν συγκλονιστική για την εποχή της. Υπάρχουν αναφορές ότι το κοινό αντέδρασε με χειροκροτήματα ή γέλια αναλόγως το σημείο της ομιλίας.[1] Υπάρχουν επίσης αναφορές ότι μερικοί από τους παρόντες υπέστησαν καρδιακές προσβολές και άλλοι αργότερα αυτοκτόνησαν από το σοκ που υπέστησαν λόγω των αποκαλύψεων που βγήκαν στο φως για τον Στάλιν.[2] Η επακόλουθη σύγχυση μεταξύ πολλών σοβιετικών πολιτών, επειδή παλαιότερα γινόταν έπαινος στο κράτος για την "ιδιοφυΐα" του Στάλιν, ήταν ιδιαίτερα εμφανής στη Γεωργία (τη πατρίδα του Στάλιν) όπου αρκετές ημέρες διαμαρτυριών και ταραχών τελείωσαν με παρέμβαση Σοβιετικού Στρατού στις 9 Μαρτίου 1956.[3] Στη Δύση, η ομιλία κατέστρεψε πολιτικά τους οργανωμένους κομμουνιστές. Το Κομμουνιστικό Κόμμα των ΗΠΑ έχασε περισσότερα από 30.000 μέλη στις εβδομάδες μετά τη δημοσίευσή της.[4]

Η ομιλία είναι μια σημαντική αιτία για το σινοσοβιετικό σχίσμα στο οποίο προέβη η Κίνα (υπό τον Πρόεδρο Μάο Τσε Τουνγκ) η οποία έπειτα ακολουθήθηκε από την Αλβανία (υπό τον Πρώτο Γραμματέα Ενβέρ Χότζα) που καταδίκασαν τον Χρουσιόφ ως ρεβιζιονιστή. Οι δύο τους δημιούργησαν το αντιρεβιζιονιστικό κίνημα κατηγορώντας την μετασταλινική ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης για δήθεν παρέκκλιση από τον δρόμο του Λένιν και του Στάλιν.[5] Ο Μάο ενίσχυσε τη δική του προσωπολατρεία αντίστοιχα με τον Στάλιν. Στη Βόρεια Κορέα, φράξιες του Εργατικού Κόμματος της Κορέας προσπάθησαν να απομακρύνουν τον Πρόεδρο Κιμ Ιλ Σουνγκ, επικρίνοντάς τον ότι δεν «διόρθωνε» τις μεθόδους ηγεσίας του, αναπτύσσοντας μια λατρεία προσωπικότητας, διαστρέβλωνε τη «λενινιστική αρχή της συλλογικής ηγεσίας» και «διαστρέβλωνε τη σοσιαλιστική νομιμότητα»[6] (δηλαδή χρησιμοποιούσε μεθόδους όπως η αυθαίρετη σύλληψη και η εκτέλεση). Η προσπάθεια απομάκρυνσης του Κιμ απέτυχε και οι συμμετέχοντες συνελήφθησαν και αργότερα εκτελέστηκαν, επιτρέποντας στον Κιμ να ενισχύσει περαιτέρω τη δική του προσωπολατρεία.

Η ομιλία ήταν σημαντικότατο ορόσημο για το ξεπάγωμα επί Χρουσιόφ. Ενδεχομένως να εξυπηρέτησε τα απώτερα κίνητρα του Χρουστσόφ να νομιμοποιήσει και να εδραιώσει τον έλεγχό του στο κόμμα και την κυβέρνηση της Σοβιετικής Ένωσης μετά από ενδοκομματικές εντάσεις με τον Γκεόργκι Μαλένκοφ και φιλοσταλινικά στελέχη του κόμματος όπως ο Βιάτσεσλαβ Μόλοτοφ, οι οποίοι σε κάποιο βαθμό μετείχαν στις εκκαθαρίσεις. Το όνομα «Μυστική ομιλία», το οποίο δόθηκε αρχικά στην ομιλία του Χρουσιόφ, προήλθε επειδή εκφωνήθηκε σε μια μη δημοσιευμένη κλειστή συνεδρίαση των αντιπροσώπων του κόμματος, όπου οι προσκεκλημμένοι από τις αντιπροσωπείες άλλων κομμουνιστικών κομμάτων και δημοσιογράφοι αποκλείστηκαν από την είσοδο. Το κείμενο της ομιλίας άρχισε να συζητάται στις αρχές του Μαρτίου, σε κομματικούς πυρήνες, συχνά με τη συμμετοχή ατόμων που δεν ήταν ενταγμένοι στο κόμμα. Το επίσημο ρωσικό κείμενο δεν δημοσιεύτηκε ανοιχτά μέχρι το 1989, δηλαδή ως τις μεταρρυθμίσεις της γκλάσνοστ του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ.

Το θέμα των μαζικών καταστολών ήταν γνωστό στους σοβιετικούς ηγέτες πολύ πριν από την ομιλία. Η ίδια η ομιλία προετοιμάστηκε με βάση τα πορίσματα που έβγαλε μια κομματική επιτροπή από τους Πιοτρ Πασπέλοφ, Π.Τ. Κομάροφ, Αβέρκι Αρίστοφ και Νικολάι Σβέρνικ η οποία ιδρύθηκε με απόφαση του Προεδρείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος στις 31 Ιανουαρίου 1955. Ο άμεσος στόχος της επιτροπής ήταν να διερευνήσει τις καταστολές που υπέστησαν αντιπρόσωποι του 17ου Συνεδρίου του Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος (Μπολσεβίκων) το 1934.

Το 17ο Συνέδριο επιλέχθηκε για να ερευνηθεί επειδή ήταν γνωστό ως «το Συνέδριο των Νικητών» στη χώρα του «νικηφόρου σοσιαλισμού» και έτσι ο τεράστιος αριθμός των αντιπροσώπων που επίσημα ονομάστηκαν «εχθροί» έπρεπε να εξηγηθεί με κάποιο λογικό τρόπο. Η επιτροπή παρουσίασε στοιχεία ότι το 1937 και το 1938 (η κορύφωση της Μεγάλης Εκκαθάρισης), πάνω από ενάμιση εκατομμύριο άτομα, τα περισσότερα από τα οποία ήταν για χρόνια μέλη του ΚΚΣΕ, συνελήφθησαν για «αντισοβιετικές δραστηριότητες », εκ των οποίων πάνω από 680.500 εκτελέστηκαν.[7]

Η δημόσια συνεδρίαση του 20ού Συνεδρίου τελείωσε στις 24 Φεβρουαρίου 1956, όταν διαδόθηκε στους αντιπροσώπους να επιστρέψουν στη Μεγάλη Αίθουσα του Κρεμλίνου για μια πρόσθετη «κλειστή συνεδρίαση» στην οποία δημοσιογράφοι, καλεσμένοι και εκπρόσωποι «αδελφικών κομμάτων» εκτός Σοβιετικής Ένωσης δεν προσκλήθηκαν.[8] Εκδόθηκαν ειδικές κάρτες εισόδου για όσους δικαιούνταν να συμμετάσχουν, με επιπλέον 100 πρώην μέλη του κόμματος, που είχαν πρόσφατα αποφυλακιστεί από τα γκουλάγκ, να καλούνται στη συνέλευση για ηθικούς λόγους.[8]

Ο πρωθυπουργός Νικολάι Μπουλγκάνιν, πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου της Σοβιετικής Ένωσης και στη συνέχεια σύμμαχος του Χρουσιόφ, κάλεσε τη σύνοδο σε τάξη και αμέσως έδωσε τον λόγο στον Χρουσιόφ,[8] ο οποίος άρχισε την ομιλία του λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 25ης Φεβρουαρίου. Για τις επόμενες τέσσερις ώρες, ο Χρουστσόφ παρέδωσε την ομιλία "Για την προσωπολατρία και τις συνέπειες της" ενώπιον έκπληκτων συνέδρων.[8] Αρκετοί παριστάμενοι αρρώστησαν κατά τη διάρκεια της τεταμένης αναφοράς και χρειάστηκε να απομακρυνθούν από την αίθουσα.[8]

Ο Χρουσιόφ διάβασε έτοιμο κείμενο και δεν κρατήθηκε κανένα αρχείο της κλειστής συνεδρίας.[9] Μετά την παράδοση της ομιλίας δεν έγινε καμία συζήτηση ή ερώτηση και οι παριστάμενοι αποχώρησαν από την αίθουσα σε μια κατάσταση οξέως ιδεολογικού αποπροσανατολισμού.[9] Το ίδιο βράδυ, οι εκπρόσωποι των ξένων κομμουνιστικών κομμάτων κλήθηκαν στο Κρεμλίνο και τους δόθηκε η ευκαιρία να διαβάσουν το κείμενο της ομιλίας του Χρουστσόφ, το οποίο ήταν ένα άκρως απόρρητο κρατικό έγγραφο.[9]

Την 1η Μαρτίου, το κείμενο της ομιλίας του Χρουσιόφ διανεμήθηκε σε έντυπη μορφή σε ανώτερα στελέχη της Κεντρικής Επιτροπής.[10] Ακολούθησε, στις 5 Μαρτίου, η μείωση της διαβάθμισης ασφαλείας του κειμένου σε "όχι για δημοσίευση".[11] Η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος διέταξε να διαβαστεί η ομιλία του Χρουσιόφ σε όλες τις συγκεντρώσεις των τοπικών μονάδων των Κομμουνιστών και της Κομσομόλ, με ακτιβιστές μη μέλη του κόμματος να προσκαλούνται να τις παρακολουθήσουν και οι ίδιοι.[11] Ως εκ τούτου, η «Μυστική Ομιλία» διαβάστηκε δημόσια για μέλη και μη μέλη του κόμματος, και επομένως ο τίτλος ήταν πια λανθασμένος.[11] Το πλήρες κείμενο δημοσιεύτηκε επίσημα στον σοβιετικό τύπο το 1989.[12]

Δημοσιοποίηση εκτός Ανατολικού Μπλοκ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η πολωνική μετάφραση (O kulcie jednostki i jego następstwach) δημοσιευμένη στη Βαρσοβία τον Μάρτιο του 1956, για εσωτερική χρήση εντός του Ενιαίου Εργατικού Κόμματος της Πολωνίας.

Λίγο μετά την ολοκλήρωση της ομιλίας, ο ανταποκριτής του Ρόιτερς, Τζον Ρέτι έμαθε για την ομιλία, το περιεχόμενο της και γενικά στοιχεία για την παράδοση της από έναν Σοβιετικό γνωστό του λίγο πριν φύγει προς τη Στοκχόλμη για διακοπές. Ως εκ τούτου, ο Ρέτι μετέδωσε τις πληροφορίες για την ομιλία στη Δύση. Ο Ρέτι εντέλει θεώρησε ότι η πληροφορία ήρθε σε αυτόν από τον Χρουσιόφ μέσω του Σοβιετικού γνωστού του.[13]

Το κείμενο της ομιλίας αποκαλύφθηκε σιγά σιγά στην Ανατολική Ευρώπη. Στα δυτικά κομμουνιστικά κόμματα δεν έγινε γνωστή ούτε καν στα μέλη των κομμάτων, παρά μόνο στη νομενκλατούρα, και οι περισσότεροι δυτικοί κομμουνιστές έμαθαν για τις λεπτομέρειες του κειμένου μόνο μετά αφού οι New York Times (5 Ιουνίου 1956), Le Monde (6 Ιουνίου 1956) και The Observer (10 Ιουνίου 1956) αναδημοσίευσαν το κείμενο.

Το περιεχόμενο της ομιλίας έφτασε στη Δύση μέσω μιας κυκλικής διαδρομής. Μερικά αντίγραφα της ομιλίας στάλθηκαν με εντολή του Σοβιετικού Πολιτικού Γραφείου στους ηγέτες των χωρών του Ανατολικού Μπλοκ . Λίγο μετά τη διάδοση της ομιλίας, ένας Πολωνοεβραίος δημοσιογράφος Βίκτορ Γκραγιέφσκι, επισκέφθηκε την ερωμένη του Γούτσια Μπαράνοφσκα, η οποία εργαζόταν ως κατώτερη γραμματέας στο γραφείο του Πρώτου Γραμματέα του Πολωνικού Ενωτικού Εργατικού Κόμματος, Έντβαρντ Όχαπ. Στο γραφείο της υπήρχε ένα χοντρό βιβλιαράκι με κόκκινο δέσιμο, με τις λέξεις: «Το 20ο Συνέδριο του Κόμματος, η ομιλία του συντρόφου Χρουστσόφ». Ο Γκραγιέφσκι είχε υπόψη του τις φήμες που κυκλοφορούσαν για την ομιλία και της ζήτησε να την πάρει για να την διαβάσει, κάτι που η Μπαράνοφσκα δέχτηκε.[14][15]

Όπως συνέβη, ο Γκραγιέφσκι είχε κάνει ένα πρόσφατο ταξίδι στο Ισραήλ για να επισκεφτεί τον άρρωστο πατέρα του και αποφάσισε να μεταναστεύσει εκεί. Αφού διάβασε την ομιλία, αποφάσισε να την πάει στην ισραηλινή πρεσβεία και την έδωσε στον Γιαάκοβ Μπαρμόρ, ο οποίος είχε βοηθήσει τον Γκραγιέφσκι να πραγματοποιήσει το ταξίδι του. Ο Μπάρμορ, εκπρόσωπος της Σιν Μπετ, τράβηξε φωτογραφίες του εγγράφου και τις έστειλε στο Ισραήλ.[14][15][16]

Μέχρι το απόγευμα της 13ης Απριλίου 1956, η Σιν Μπετ έλαβε τις φωτογραφίες. Οι μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ και οι μυστικές υπηρεσίες των Ηνωμένων Πολιτειών είχαν συμφωνήσει στο παρελθόν να συνεργαστούν σε θέματα ασφάλειας. Οι φωτογραφίες παραδόθηκαν στον Τζέιμς Τζίζους Άνγκλτον, επικεφαλής του τμήματος αντικατασκοπείας της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και υπεύθυνο για τις μυστικές επαφές με τις ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες. Στις 17 Απριλίου 1956, έφτασαν στον αρχηγό της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, Άλεν Ντάλες, ο οποίος ενημέρωσε γρήγορα τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Ντουάιτ Αϊζενχάουερ. Αφού διαπίστωσε ότι η ομιλία ήταν γνήσια, η Υπηρεσία διέρρευσε την ομιλία στους New York Times στις αρχές Ιουνίου.[15]

Ενώ ο Χρουσιόφ δεν δίσταζε να επισημάνει τα ελαττώματα της σταλινικής πρακτικής ως προς τις στρατιωτικές και κομματικές εκκαθαρίσεις, αλλά και την διαχείριση του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, της σοβιετικής συμμετοχής στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν πολύ προσεκτικός να αποφύγει οποιαδήποτε κριτική στο θέμα της πολιτικής εκβιομηχάνισης ή της κομματικής ιδεολογίας του Στάλιν. Ο Χρουσιόφ ήταν ένας πιστός κομματικός άνθρωπος και επαίνεσε τον λενινισμό και την κομμουνιστική ιδεολογία στην ομιλία του τόσο συχνά όσο καταδίκαζε τις ενέργειες του Στάλιν. Ο Στάλιν, υποστήριξε ο Χρουσιόφ, ήταν το πρωταρχικό θύμα της καταστροφικής επίδρασης της προσωπολατρία του,[17] που, μέσω των υπαρχόντων ελαττωμάτων του, είχε μετατραπεί από ένα κρίσιμο μέρος για τις νίκες, πολιτικές και κομματικές, του Λένιν σε έναν παρανοϊκό άνθρωπο που επηρέαζε εύκολα ο «έξαλλος εχθρός του κόμματός μας», Λαυρέντι Μπέρια.[18]

Η βασική δομή της ομιλίας ήταν η εξής:

  • Αποκήρυξη της προσωπολατρείας του Στάλιν.
    • Αποσπάσματα από κλασικούς συγγραφείς του μαρξισμού-λενινισμού που κατήγγειλαν τη "προσωπολατρία", όπως η επιστολή του Καρλ Μαρξ σε έναν Γερμανό εργάτη που δήλωνε την αντιπάθειά του προς αυτήν.
    • Το Γράμμα προς το Συνέδριο και οι παρατηρήσεις της Ναντέζντα Κρούπσκαγια (πρώην Λαϊκός Επίτροπος για την Παιδεία και σύζυγος του Λένιν), για τον χαρακτήρα του Στάλιν.
    • Πριν από τον Στάλιν, η μάχη με τον τροτσκισμό ήταν καθαρά ιδεολογική. Ο Στάλιν εισήγαγε την έννοια του «εχθρού του λαού» που θα χρησιμοποιηθεί ως «βαρύ πυροβολικό» για τους διωγμούς από τα τέλη της της δεκαετίας του 1920.
    • Ο Στάλιν παραβίασε τις συμβάσεις της συλλογικής ηγεσίας.
      • Κατέστειλε τη πλειοψηφία των παλαιών μπολσεβίκων και των αντιπροσώπων του 17ου Συνεδρίου, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν εργάτες και είχαν ενταχθεί στο κόμμα πριν από το 1920. Από τους 1.966 αντιπροσώπους, οι 1.108 κηρύχθηκαν «αντεπαναστάτες» (εκ των οποίων τα 848 εκτελέστηκαν), ενώ 98 από τα 139 μέλη και υποψήφιοι για την Κεντρική Επιτροπή κηρύχθηκαν «εχθροί του λαού» από το συνέδριο.
      • Μετά την καταστολή, ο Στάλιν έπαψε να εξετάζει ακόμη και τη γνώμη της βάσης, των οργάνων και των μελών του κόμματος.
    • Παρουσιάστηκαν αναλυτικά μερικά παραδείγματα καταστολής ορισμένων αξιοσημείωτων Μπολσεβίκων.
    • Η εντολή του Στάλιν να ενισχυθούν οι διώξεις: το Ενκαβεντέ άργησε «τέσσερα χρόνια» να συντρίψει την αντιπολίτευση, σύμφωνα με την αρχή της «όξυνσης της ταξικής πάλης».
      • Ακολούθησαν πρακτικές παραποιήσεων για την αντιμετώπιση «σχεδίων» για αποκάλυψη αριθμών εχθρών.
    • Προπαγανδιστικές υπερβολές ως προς τον ρόλο του Στάλιν στον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο (Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος).
    • Απελάσεις ολόκληρων εθνικοτήτων.
    • Η συνωμοσία των γιατρών και η Μινγκρελική υπόθεση.
    • Εκδηλώσεις προσωπολατρείας: τραγούδια, ονόματα πόλεων και ούτω καθεξής.
  • Η μη απονομή του Κρατικού Βραβείου Λένιν από το 1935, μια κίνηση που κανονικά θα έπρεπε να είχε αναστραφεί από το Ανώτατο Σοβιέτ και το Υπουργικό Συμβούλιο.
  • Αποκήρυξη του σοσιαλιστικού ρεαλισμού από τον Στάλιν, γνωστή και ως Ζντανοβισμός, η οποία επηρέασε τα λογοτεχνικά έργα.

Στις 30 Ιουνίου 1956, η Κεντρική Επιτροπή του κόμματος εξέδωσε ψήφισμα, με τίτλο «Για την υπέρβαση της προσωπολατρείας και των συνεπειών της»,[19] την επίσημη και δημόσια ανακοίνωση του κόμματος για την εποχή του Στάλιν. Γραμμένο υπό την καθοδήγηση του Μιχαήλ Σουσλόφ, δεν περιλάμβανε τους συγκεκριμένους ισχυρισμούς του Χρουσιόφ. «Καθώς οι εκπρόσωποι διαμαρτύρονταν ότι δυτικοί πολιτικοί κύκλοι εκμεταλλεύονταν την ομιλία για την αποκάλυψη εγκλημάτων του Στάλιν, το ψήφισμα απέτισε φόρο τιμής στις υπηρεσίες [του Στάλιν]» και ήταν σχετικά επιφυλακτικό στις επικρίσεις του εναντίον του, αναφέρει μια πηγή.[20]

Μετά την ομιλία του Χρουσιόφ ακολούθησε μια περίοδος απελευθέρωσης, γνωστή ως το ξεπάγωμα του Χρουσιόφ, στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Το 1961, το σώμα του Στάλιν απομακρύνθηκε από το μαυσωλείο του Λένιν και θάφτηκε στη νεκρόπολη του Τείχους του Κρεμλίνου.

Ο Πολωνός φιλόσοφος Λέσεκ Κοουακόφσκι επέκρινε τον Χρουσιόφ το 1978 ότι δεν έκανε καμία ανάλυση του συστήματος του οποίου προήδρευσε ο Στάλιν, δηλώνοντας:

Ο Στάλιν ήταν απλώς ένας εγκληματίας και μανιακός, που έφταιγε προσωπικά για όλες τις ήττες και τις κακοτυχίες του έθνους. Για το πώς, και υπό ποιες κοινωνικές συνθήκες, ένας αιμοδιψής παρανοϊκός θα μπορούσε για είκοσι πέντε χρόνια να ασκήσει απεριόριστη δεσποτική εξουσία σε μια χώρα διακοσίων εκατομμυρίων κατοίκων, η οποία σε όλη εκείνη την περίοδο είχε ευλογηθεί με το πιο προοδευτικό και δημοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης στον άνθρωπο ιστορία — σε αυτό το αίνιγμα η ομιλία δεν έδωσε καμία πληροφορία. Το μόνο σίγουρο ήταν ότι το σοβιετικό σύστημα και το ίδιο το κόμμα παρέμεναν αψόγως καθαρά και δεν έφεραν καμία ευθύνη για τις φρικαλεότητες του τυράννου.[21]

Οι δυτικοί ιστορικοί έτειναν επίσης να έχουν μια κάπως κριτική άποψη του λόγου. Ο Τζ. Αρτς Γκέτι σχολίασε το 1985 ότι "οι αποκαλύψεις του Χρουστσόφ [...] είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου αυτοεξυπηρετούμενες". Είναι δύσκολο να αποφευχθεί η εντύπωση ότι οι αποκαλύψεις είχαν σκοπό να ενισχύσουν τον ίδιο απέναντι στις κομματικές διαμάχες με τους Μολότοφ, Μάλενκοφ και Καγκάνοβιτς.[22] Ο ιστορικός Τζέφρι Ρόμπερτς έγραψε ότι η ομιλία του Χρουστσόφ έγινε "ένα από τα βασικά κείμενα που χρησιμοποιούσε η δυτική ιστοριογραφία για την σταλινική περίοδο. Αλλά πολλοί δυτικοί ιστορικοί ήταν δύσπιστοι σχετικά με τις προσπάθειες του Χρουσιόφ να ρίξει όλη την ευθύνη για τα εγκλήματα του κομμουνιστικού καθεστώτος στον Στάλιν".[23]

  1. Clines, Francis X. (6 Απριλίου 1989). «Soviets, After 33 Years, Publish Khrushchev's Anti-Stalin Speech». The New York Times. Ανακτήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου 2016. 
  2. From Our Own Correspondent. BBC Radio 4. 22 Ιανουαρίου 2009. 
  3. Ronald Grigor Suny, The Making of the Georgian Nation. Bloomington: Indiana University Press, 1994; pp. 303–305.
  4. Vivian Gornick (29 April 2017). «When Communism Inspired Americans». The New York Times. https://www.nytimes.com/2017/04/29/opinion/sunday/when-communism-inspired-americans.html. Ανακτήθηκε στις 1 May 2017. 
  5. «1964: On Khrushchov's Phoney Communism and Its Historical Lessons for the World». marxists.org. 
  6. Lankov, Andrei (2007). Crisis in North Korea: The Failure of De-Stalinization, 1956. University of Hawaii Press. ISBN 978-0-8248-3207-0. 
  7. William Taubman: Khrushchev: The Man and His Era; 2003; Chapter 11.
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 8,4 Roy Medvedev and Zhores Medvedev, The Unknown Stalin: His Life, Death, and Legacy. Ellen Dahrendorf, trans. Woodstock, New York: Overlook Press, 2004, p. 102.
  9. 9,0 9,1 9,2 Medvedev and Medvedev, The Unknown Stalin, p. 103.
  10. Medvedev and Medvedev, The Unknown Stalin, p. 103–104.
  11. 11,0 11,1 11,2 Medvedev and Medvedev, The Unknown Stalin, p. 104.
  12. The text was published in the magazine Известия ЦК КПСС (Izvestiya CK KPSS; Reports of the Central Committee of the Party), #3, March 1989.
  13. Rettie, John (2006-02-18). «The day Khrushchev denounced Stalin». BBC News. http://news.bbc.co.uk/2/hi/programmes/from_our_own_correspondent/4723942.stm. Ανακτήθηκε στις 2021-07-21. 
  14. 14,0 14,1 «יש איזשהו נאום של חרושצ'וב מהוועידה». הארץ. 
  15. 15,0 15,1 15,2 Melman, Yossi. "Trade secrets", Haaretz, 2006.
  16. Matitiahu Mayzel (2003). «Israeli Intelligence and the leakage of Khrushchev's "Secret Speech"». Journal of Israeli History 32 (2): 257–283. doi:10.1080/13531042.2013.822730. 
  17. Chamberlain, William Henry. "Khrushchev's War with Stalin's Ghost", Russian Review 21, #1, 1962.
  18. Khrushchev, Nikita S. "The Secret Speech–On the Cult of Personality" Αρχειοθετήθηκε 2014-10-08 στο Wayback Machine., Fordham University Modern History Sourcebook. Accessed 12 September 2007.
  19. On Overcoming the Cult of the Individual and Its Consequences. Central Committee of the Communist Party of the Soviet Union. 
  20. McClellan, Woodford. Russia: A History of the Soviet Period. Engelwood Cliffs: Prentice-Hall. 1990. p. 239.
  21. Kołakowski, Leszek. Main Currents of Marxism: Its Origin, Growth, and Dissolution Vol. III. Oxford: Clarendon Press. 1978. pp. 451–452.
  22. Getty, J. Arch. Origins of the Great Purges: The Soviet Communist Party Reconsidered, 1933–1938. New York: Cambridge University Press, 1985. p. 217.
  23. Roberts, Geoffrey. Stalin's Wars: From World War to Cold War, 1939–1953. London: Yale University Press. 2006. pp. 3–4.