Ελεονώρα της Ακουιτανίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ελεονώρα της Ακουιτανίας
Βασίλισσα των Φράγκων
Περίοδος1 Αυγούστου 1137 - 21 Μαρτίου 1152
Στέψη25 Δεκεμβρίου 1137
ΠροκάτοχοςΑδελαΐδα του Μωριέν
ΔιάδοχοςΚωνσταντία της Καστίλης
Βασίλισσα της Αγγλίας
Περίοδος25 Οκτωβρίου 1154 - 6 Ιουλίου 1189
Στέψη19 Δεκεμβρίου 1154
ΠροκάτοχοςΜατθίλδη της Βουλώνης
ΔιάδοχοςΒερεγγαρία
Περίοδος9 Απριλίου 1137 - 31 Μαρτίου 1204
ΠροκάτοχοςΓουλιέλμος Ι΄ της Ακουιτανίας
ΔιάδοχοςΙωάννης της Αγγλίας
Γέννηση1122
Μπελέν-Μπελιέ ή Μπορντό, Γαλλία
Θάνατος1 Απριλίου 1204,
Πουατιέ, Γαλλία
Τόπος ταφήςΑββαείο του Φοντεβρώ
ΣύζυγοςΛουδοβίκος Ζ´ της Γαλλίας (1137-1152)
Ερρίκος Β΄ της Αγγλίας (1152-1189)
ΕπίγονοιΜαρία της Γαλλίας (1145-1198)
Αλίκη της Γαλλίας (1150-1197)
Γουλιέλμος Θ΄ του Πουατιέ
Ερρίκος ο Νεότερος
Ματθίλδη της Αγγλίας
Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος
Γοδεφρείδος Β΄ της Βρετάνης
Ελεονώρα της Αγγλίας
Ιωάννα της Αγγλίας
Ιωάννης της Αγγλίας
ΟίκοςΟίκος του Πουατιέ
ΠατέραςΓουλιέλμος Ι΄ της Ακουιτανίας
ΜητέραΆενορ του Σατελλερώ
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Η Ελεονώρα της Ακουιτανίας (Aliénor d'Aquitaine, περ. 11221 Απριλίου, 1204) ήταν λόγω των γάμων της πρώτα βασίλισσα της Γαλλίας (1137-1152) και μετά της Αγγλίας (1154-1189). Ως κληρονόμος του πατέρα της έγινε δούκισσα της Ακουιτανίας (1137-1204). Ήταν μία από τις πλουσιότερες και πιο ισχυρές γυναίκες στη Δυτική Ευρώπη κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Υπήρξε σύζυγος διαδοχικά δύο βασιλέων, του Λουδοβίκου Ζ΄ της Γαλλίας και του Ερρίκου Β΄ της Αγγλίας, μητέρα δύο Άγγλων βασιλέων, του Ριχάρδου Α΄ και του Ιωάννη.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

H Ελεονώρα της Ακουιτανίας.

Ήταν κόρη του Γουλιέλμου Ι΄ δούκα της Ακουιτανίας και της Αενόρ, κόρης του Αιμερύ Α΄ υποκόμη του Σατελερώ. Ο πατέρας της τής έδωσε εξαιρετική εκπαίδευση: έμαθε λατινικά, μουσική, λογοτεχνία, ενώ παράλληλα εξασκήθηκε στην ιππασία και στο κυνήγι. Έγινε διάδοχος του δουκάτου της Ακουιτανίας, όταν ο αδελφός της απεβίωσε σε βρεφική ηλικία, ενώ είχε άλλη μία αδελφή, μικρότερη, την Πετρονίλλα της Ακουιτανίας.

Ο πατέρας της Γουλιέλμος Ι΄, σε εκστρατεία του το 1137 στην Ισπανία, άφησε τις κόρες του υπό την επίβλεψη του επισκόπου του Μπορντώ. Δεν επέστρεψε όμως, διότι απεβίωσε, πιθανότατα δηλητηριασμένος, ορίζοντας ως διάδοχο στο δουκάτο της Ακουιτανίας τη μεγαλύτερη κόρη του, Ελεονώρα. Παράλληλα, όρισε σαν προστάτη της μέχρι να ενηλικιωθεί τον Λουδοβίκο ΣΤ΄ της Γαλλίας, ο οποίος θα είχε ο ίδιος την ψιλή επικυριαρχία της Ακουιτανίας, μέχρι να βρει σύζυγο της αρεσκείας του.

Ο Λουδοβίκος ΣΤ΄ όμως ήταν άρρωστος από δυσεντερία, αρρώστια ανίατη εκείνη την εποχή, που είχε προκληθεί από το υπερβολικό του πάχος, άρα το τέλος του ήταν βέβαιο. Σκέφτηκε να παντρέψει την Ελεονώρα με τον γιο και διάδοχό του, Λουδοβίκο (Ζ΄), προκειμένου να εξασφαλιστεί η ενότητα της Ακουιτανίας με το γαλλικό στέμμα. Ο διάδοχος Λουδοβίκος πήγε στο Μπορντό με μεγαλοπρεπή συνοδεία 500 ευγενών, όπου και πραγματοποιήθηκε ο γάμος υπό τον αρχιεπίσκοπο Γοδεφρείδο του Λωρού, με την Ελεονώρα να κάνει δώρο στον σύζυγο της ένα μοναδικό βάζο από χαλαζία, το οποίο εκτίθεται στο Λούβρο[1]. Ο Λουδοβίκος έδωσε το βάζο στη Βασιλική του Αγίου Διονυσίου. Το βάζο αυτό είναι το μόνο αντικείμενο που διασώζεται, το οποίο σχετίζεται με την Ελεονώρα της Ακουιτανίας. Σύντομα, η Ελεονώρα έγινε αντιπαθητική στη γαλλική κοινωνία λόγω της επαρχιακής της καταγωγής, ενώ η Εκκλησία κατέκρινε τη συμπεριφορά της. Ο Λουδοβίκος Ζ΄ την αγαπούσε έντονα στην αρχή και δεν της χάλαγε κανένα χατίρι, αλλά στο τέλος η Ελεονώρα έπεσε στη δυσμένειά του.

Βασίλισσα της Γαλλίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν και ο Λουδοβίκος Ζ΄ ήταν ευσεβέστατος βασιλιάς, το 1141 ήρθε σε σφοδρή σύγκρουση με τον πάπα Ιννοκέντιο Β΄ σχετικά με το θέμα της χηρεύσασας επισκοπικής έδρας στη Μπουρζ. Τοποθέτησε διάδοχο της έδρας έναν από τους καγκελάριούς του, τον Καντύρκ, και αρνήθηκε να δεχθεί τον χρισμένο από τον πάπα Πιέρ ντε λα Σατρ, κλείνοντάς του τις πόρτες της πόλης. Ο πάπας κατηγόρησε -για τη στάση αυτή του βασιλιά- τη σύζυγο εκείνου Ελεονώρα της Ακουιτανίας, λέγοντας ότι και ο πατέρας της, Γουλιέλμος Ι΄, χρησιμοποιούσε τις ίδιες τακτικές, ενώ ο Λουδοβίκος Ζ΄ ήταν άβουλο όργανο στα χέρια της. Εξοργισμένος ο βασιλιάς από την τοποθέτηση του πάπα, ορκίστηκε ότι όσο ζει αυτός, ο Πιέρ ντε λα Σατρ δεν θα έμπαινε στην Μπουρζ. Ο τελευταίος βρήκε καταφύγιο στην αυλή του Θεοβάλδου Β΄ της Καμπανίας.

Ο Λουδοβίκος Ζ΄ ενεπλάκη αμέσως σε πόλεμο με τον Θεοβάλδο Β΄ της Καμπανίας, επιτρέποντας στον σενεσάλη της Γαλλίας Ραούλ Α΄ του Βερμαντουά, να χωρίσει την ανιψιά τού Θεοβάλδου Β΄, Ελεονώρα, προκειμένου να νυμφευτεί την Πετρονίλλα της Ακουιτανίας, μικρότερη αδελφή της Ελεονώρας. Ο πόλεμος με την Καμπανία (1142–1144) κατέληξε στην καταστροφή της πόλης του Βιτρύ, όπου η πόλη παραδόθηκε στις φλόγες, ενώ σκοτώθηκαν 1.300 άνθρωποι. Ο βασιλιάς κατηγορήθηκε ότι επέτρεψε τη σφαγή, οπότε ως θεοσεβής, τρομοκρατημένος από την επερχόμενη θεία οργή, υποχώρησε σε όλες τις εναντίον του αιτήσεις. Άφησε την Καμπανία άθικτη στην εξουσία τού έκπληκτου Θεοβάλδου Β΄ χωρίς να διεκδικήσει τίποτα από τα εδάφη του, ενώ δέχθηκε τον Πιερ ντε λα Σατρ σαν αρχιεπίσκοπο της Μπουρζ.

Παράλληλα, για να ξεπλύνει τις αμαρτίες του από την καταστροφή του Βιτρύ, το 1145 προετοιμάστηκε για Σταυροφορία με τη σύζυγο του Ελεονώρα, κατόπιν αιτήματος του Πάπα Ευγένιου Γ΄. Με την Ελεονώρα της Ακουιτανίας είχε ήδη κάνει το πρώτο του παιδί, Μαρία (1145) και μετά έκανε και την Αλίκη (1150).

Συμμετοχή της με τον Λουδοβίκο Ζ΄ στην τρίτη Σταυροφορία, και διαζύγιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ελεονώρα της Ακουιτανίας (δεξιά), με τον μικρότερο γιο της Ιωάννη τον Ακτήμονα (αριστερά).

Αναχώρησαν μαζί για τη Β΄ Σταυροφορία με 300 ευγενείς, ενώ αυτή ήταν μαζί με γυναίκες που -σύμφωνα με φήμες- ήταν ντυμένες σαν αμαζόνες. Ο Λουδοβίκος Ζ΄, που ήταν προσκολλημένος έντονα στον χριστιανισμό, δεν ήταν ικανός στρατιωτικός αρχηγός και το όραμα της αποτυχίας σε αυτή την αμφίβολη εκστρατεία ήταν πολύ πιθανό. Ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Μανουήλ Α΄ Κομνηνός δεν ήθελε να περάσουν από τα εδάφη του, γιατί φοβόταν την ασφάλεια της Αυτοκρατορίας του. Έμειναν τρεις εβδομάδες στην Κωνσταντινούπολη στα ανάκτορα του Φιλοπάτιου. Ο λαός της πόλης λάτρεψε την Ελεονώρα, ενώ ο ιστορικός Νικήτας Χωνιάτης την παρομοίασε με τη μυθική βασίλισσα των Αμαζόνων Πενθεσίλεια.

Στη συνέχεια, στη Μικρά Ασία βρήκαν τα υπολείμματα του κατεστραμμένου γερμανικού στρατού, που διοικείτο από τον εξαντλημένο και άρρωστο Κορράδο Γ΄ της Γερμανίας, ο οποίος ενώθηκε μαζί τους. Έξω από τη Λαοδίκεια, ο Λουδοβίκος Ζ΄ δέχθηκε επίθεση από Τούρκους, που του είχαν στήσει παγίδα, με ρίψεις από πέτρες και βέλη. Ωστόσο, ο βασιλιάς κατάφερε να διαφύγει στις απόκρημνες περιοχές και οι σταυροφόροι σώθηκαν με τις ασπίδες από τα τουρκικά βέλη.

Διαφεύγοντας έφτασε στους Αγίους Τόπους το 1148. Η Ελεονώρα είχε στο μυαλό της τον θείο της, Ραϋμόνδο πρίγκιπα της Αντιόχειας, που πολεμούσε ενάντια στο Αλέππο. Ο ίδιος ζητούσε την κατάληψη της Ιερουσαλήμ και γι' αυτό διέφυγε από την υπηρεσία του Ραϋμόνδου, συναντήθηκε με τον Κορράδο Γ΄ της Γερμανίας και τον Βαλδουίνο Γ΄ της Ιερουσαλήμ και άρχισαν να πολιορκούν τη Δαμασκό. Η προσπάθεια απέτυχε και ο ΛουδοβίκοςΖ΄ τελικά επέστρεψε στη Γαλλία το 1149, παρά τις διαμαρτυρίες της Ελεονώρας να παραμείνει για να βοηθήσει τον θείο της. Σε λίγο, με δικαιολογία το συγκεκριμένο γεγονός, διέλυσαν τον γάμο τους, αλλά αυτό ήταν μόνο η πρόφαση. Η αληθινή αιτία ήταν η δυσαρέσκεια τού ενός προς τον άλλον, ο μεν Λουδοβίκος Ζ΄ διότι αυτή δεν του είχε κάνει γιο, η δε Ελεονώρα διότι αυτός δεν μπορούσε να υπομείνει τον καλογερικό τρόπο κατά τον οποίο εκείνη προτιμούσε να ζει.

Δεύτερος γάμος της με τον Ερρίκο Πλανταγενέτη του Ανζού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τον χωρισμό της, δύο κόμητες, ο Θεοβάλδος Ε΄ του Μπλουά και ο Γοδεφρείδος της Νάντης, επιζήτησαν να τη νυμφευτούν. Όμως η Ελεονώρα προτίμησε σαν δεύτερο σύζυγό της τον Ερρίκο κόμη του Ανζού και τον παντρεύτηκε το 1152, μόλις έξι μήνες μετά το διαζύγιο με τον πρώτο σύζυγό της. Ήταν 11 χρόνια μεγαλύτερή του· και οι δυο τους ήταν απόγονοι του Ροβέρτου Α΄ δούκα της Νορμανδίας. Αναφέρεται ότι ένας παλιός εραστής της ήταν ο πατέρας του Ερρίκου, ο Γοδεφρείδος Ε΄ του Ανζού, ο οποίος -γνωρίζοντας τον υποχθόνιο χαρακτήρα της- είχε συμβουλέψει τον γιο του να αποφύγει κάθε σχέση μαζί της.

Μαζί της τα επόμενα 13 χρόνια έκανε οκτώ παιδιά:

Σύγκρουση με τον Ερρίκο Β΄ και αιχμαλωσία της[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος όμως δεν έμεινε πιστός στη γυναίκα του, ίσως λόγω της πολύ μεγαλύτερης ηλικίας της, ενώ αυτός είχε τάσεις ερωτοτροπίας, με αποτέλεσμα ο Ερρίκος να αποκτήσει πολλά εξώγαμα παιδιά. Στην περίοδο αυτή σημειώθηκαν πολλές ταραχές, αφού στην Ακουιτανία αρνήθηκαν να δεχτούν την κυριαρχία του νέου συζύγου της Ελεονώρας, ενώ απέτυχε στην προσπάθεια του να αποκτήσει την Τουλούζη.

Ο νέος γάμος του βασιλιά Λουδοβίκου Ζ΄ της Γαλλίας και ο αρραβώνας τού μεγαλύτερου γιου και διαδόχου τού Ερρίκου Β΄ με τη Μαργαρίτα της Γαλλίας το 1166, τον έφερε σε σύγκρουση, μέσα στην ίδια χρονιά, με τον αρχιεπίσκοπο Τόμας Μπέκετ, τον καγκελάριό του και αργότερα αρχιεπίσκοπο του Κάντερμπερυ. Η Ελεονώρα έμεινε έξω από τα γεγονότα αυτά, αλλά όταν παντρευόταν η κόρη της Ματθίλδη με τον Ερρίκο Γ΄ τον Λέοντα δούκα της Σαξονίας το 1167, ενώ ως τότε έμενε με τον σύζυγο της, μάζεψε όλα τα πράγματά της και πήγε να ζήσει ξεχωριστά στο Ανζού στη Βόρεια Γαλλία. Ήταν προδιαγεγραμμένο να ζήσουν σαν μία διαλυμένη οικογένεια και ο Ερρίκος όχι μόνο δεν αντέδρασε, αλλά τη συνόδευσε κιόλας.

Μετά τη δολοφονία του Τόμας Μπέκετ το 1170 και τη μεγάλη κατακραυγή, η Ελεονώρα άρχισε να υποτιμά έντονα, περισσότερο τον σύζυγο της. Το 1173 εκμεταλλεύτηκε τις αδυναμίες του Ερρίκου Β΄ και ξεσήκωσε τους τρεις μεγαλύτερους γιους της εναντίον του. Το κίνημα απέτυχε και η Ελεονώρα συνελήφθη και αιχμαλωτίστηκε στο κάστρο του Ουίντσεστερ για τα υπόλοιπα 15 χρόνια που έζησε ο σύζυγός της.

Η μεγάλη ερωμένη του Ερρίκου Β΄, Ρόζαμουντ Κλίφορντ, που αυτός σχεδίαζε να νυμφευτεί, αφού πρώτα θα έπαιρνε διαζύγιο από την Ελεονώρα, απεβίωσε το 1176. Πολλές φήμες κατηγόρησαν την Ελεονώρα ότι βρισκόταν πίσω από το τέλος της, ότι δηλαδή είχε σχεδιάσει τη δηλητηρίασή της. Το 1183 ο μεγαλύτερος γιος του, Ερρίκος, ενώθηκε ξανά με τους αδελφούς του, Ριχάρδο και Γοδεφρείδο, κατά του πατέρα του, αλλά έπαθε δυσεντερία και απεβίωσε. Το τραγικό γεγονός είχε προβλέψει η Ελεονώρα στο όνειρο της. Θεωρήθηκε από πολλούς σαν θεία τιμωρία, για τη στάση που κράτησε απέναντι στον πατέρα του.

Στη συνέχεια, ο Φίλιππος Β΄ της Γαλλίας απαίτησε τη Νορμανδία και ο Ερρίκος Β΄ τη διεκδίκησε, λόγω του ότι ανήκε στη σύζυγό του, που την κάλεσε στη Νορμανδία το 1184. Η Ελεονώρα έμεινε στη Νορμανδία έξι μήνες. Από εκεί και πέρα, είχε μία σχετική ελευθερία, ενώ επισκέφτηκε πολλές φορές την Αγγλία, πάντα κάτω από επιτήρηση.

Τελευταία χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο τάφος της Ελεονώρας και του Ερρίκου Β΄ στο Φοντεβρώ.

Το 1189, μόλις απεβίωσε ο Ερρίκος Β΄, ο διάδοχός του και γιος του, Ριχάρδος Α΄, την απελευθέρωσε και την επανέφερε αμέσως στη βασιλική Αυλή, δίνοντάς της απόλυτη εξουσία, ενώ ετοιμαζόταν να αναχωρήσει για την Γ΄ Σταυροφορία. Υποστήριξε τον Ριχάρδο έναντι του αδελφού του Ιωάννη του Ακτήμονα και με πρωτοβουλία της συγκεντρώθηκε το ποσό που ζήτησε ο Ερρίκος ΣΤ΄ της Γερμανίας για την απελευθέρωσή εκείνου. Επέζησε της βασιλείας τού γιου της Ριχάρδου και τού γιου της Ιωάννη. Ο Ιωάννης την έστειλε στην Καστίλη το 1199 να αντιπροσωπεύσει την αγγλική Αυλή στους γάμους της εγγονής της Λευκής της Καστίλης με τον 12χρονο διάδοχο του γαλλικού θρόνου Λουδοβίκο (μέλλοντα Λουδοβίκο Η΄). Μεταβαίνοντας τα Πυρηναία αιχμαλωτίστηκε από τον Ούγο Θ΄ κύριο του Λουζινιάν, αλλά ελευθερώθηκε γρήγορα, έφτασε στην Καστίλη και παραβρέθηκε στους γάμους το 1200.

Ηλικιωμένη και εξαντλημένη, δέχτηκε και το πλήγμα της δολοφονίας τού περίφημου πολεμιστή Μερκαντιέ, που ήταν και φρουρός της. Ήταν ανίκανη να επιστρέψει στην Αγγλία λόγω τής μεγάλης της ηλικίας και παρέμεινε στον πύργο του Φοντεβρώ. Στη διαμάχη τού γιου της Ιωάννη με τον εγγονό της Αρθούρο, υποστήριξε τον Ιωάννη, κάτι που έκανε τον Αρθούρο να κατέβει να την πολιορκήσει, ενώ είχε καταφύγει στο κάστρο του Μιραμπώ. Μόλις το έμαθε ο Ιωάννης, κατέβηκε εξοργισμένος με ισχυρό στρατό και συνέλαβε τον Αρθούρο. Η ηλικιωμένη Ελεονώρα κατέφυγε στο μοναστήρι του Μιραμπώ, όπου έζησε σαν μοναχή ως το τέλος της, ενώ τάφηκε στο αββαείο του Φοντεβρώ.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Weir, Alison (2001). Eleanor of Aquitaine: A Life. Ballantine Books. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Eleanor of Aquitaine: Lord and Lady, John Carmi Parsons & Bonnie Wheeler (2002)
  • Queen Eleanor: Independent Spirit of the Medieval World, Polly Schover Brooks (1983) (for young readers)
  • Eleanor of Aquitaine: A Biography, Marion Meade (1977)
  • Eleanor of Aquitaine and the Four Kings, Amy Kelly (1950)
  • Eleanor of Aquitaine: The Mother Queen, Desmond Seward (1978)
  • Eleanor of Aquitaine: A Life, Alison Weir (1999)
  • Le lit d'Aliénor, Mireille Calmel (2001)
  • "The Royal Diaries, Eleanor Crown Jewel of Aquitaine", Kristiana Gregory (2002)
  • Women of the Twelfth Century, Volume 1 : Eleanor of Aquitaine and Six Others, Georges Duby
  • A Proud Taste For Scarlet and Miniver, E. L. Konigsburg
  • The Book of Eleanor: A Novel of Eleanor of Aquitaine, Pamela Kaufman (2002)
  • The Courts of Love, Jean Plaidy (1987)
  • Power of a Woman. Memoirs of a turbulent life: Eleanor of Aquitaine, Robert Fripp (2006)
Προκάτοχος:
Γουλιέλμος Ι΄
Δούκας της Ακουιτανίας

11371168
Διάδοχος:
Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος