Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κνουτ Χάμσουν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κνουτ Χάμσουν
ΌνομαΚνουτ Χάμσουν
Γέννηση4 Αυγούστου 1859[1]
Lom, Νορβηγία[1]
Θάνατος19 Φεβρουαρίου 1952 (92 ετών)[1]
Grimstad, Νορβηγία[1]
Επάγγελμα/
ιδιότητες
συγγραφέας, ποιητής, μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, κριτικός και συγγραφέας[2]
ΕθνικότηταΝορβηγός
ΥπηκοότηταΝορβηγία
Αξιοσημείωτα έργαΕυλογία της γης κ.α.
Σύζυγος(οι)Marie Hamsun (1909, 19  Φεβρουαρίου 1952) και Bergljot Bech (13  Μαΐου 1898, 1906)
ΤέκναArild Hamsun, Ellinor Hamsun, Tore Hamsun και Victoria Hamsun Charlesson
Commons page Πολυμέσα σχετικά με τoν συγγραφέα

Ο Κνουτ Χάμσουν(4 Αυγούστου 1859 - 19 Φεβρουαρίου 1952) ήταν Νορβηγός συγγραφέας που του απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1920. Το έργο του εκτείνεται σε περισσότερα από 70 χρόνια και εμφανίζει ποικιλία όσον αφορά τη συνείδηση, το θέμα, την προοπτική και το περιβάλλον. Εξέδωσε πάνω από 20 μυθιστορήματα, μια ποιητική συλλογή, μερικά διηγήματα και θεατρικά έργα, ένα οδοιπορικό, μη μυθοπλαστικά έργα και μερικά δοκίμια.

Ο νεαρός Χάμσουν αντιτάχθηκε στο ρεαλισμό και το νατουραλισμό. Υποστήριξε ότι το κύριο αντικείμενο της μοντέρνας λογοτεχνίας πρέπει να είναι οι περιπλοκές του ανθρώπινου νου, ότι οι συγγραφείς θα πρέπει να περιγράψουν τον «ψίθυρο του αίματος και την έκκληση του μυελού των οστών».[3] Ο Χάμσουν θεωρείται «ο ηγέτης της νεορομαντικής εξέγερσης στο γύρισμα του 20ου αιώνα», με έργα όπως η Πείνα (1890), τα Μυστήρια (1892), ο Παν (1894) και η Βικτώρια (1898).[4] Τα μετέπειτα έργα του –ιδίως τα «μυθιστορήματα του Nόρντλαντ»-επηρεάστηκαν από το νορβηγικό νέο ρεαλισμό, που απεικονίζει την καθημερινή ζωή στην αγροτική Νορβηγία και συχνά χρησιμοποιεί τοπική διάλεκτο, ειρωνεία και χιούμορ.[5] Ο Χάμσουν δημοσίευσε μόνο μια ποιητική συλλογή, την Αγρια Χορωδία, που έχει μελοποιηθεί από πολλούς συνθέτες.

Ο Χάμσουν θεωρείται «ένας από τους πιο σημαντικούς και καινοτόμους λογοτεχνικούς στυλίστες των τελευταίων εκατό ετών» (περ. 1890–1990).[6] Πρωτοπόρησε στην ψυχολογική λογοτεχνία με τεχνικές ροής της συνείδησης και εσωτερικού μονόλογου και επηρέασε συγγραφείς όπως οι Τόμας Μαν, Φραντς Κάφκα, Μαξίμ Γκόργκι, Στέφαν Τσβάιχ, Χένρυ Μίλλερ, Έρμαν Έσσε, Τζον Φαντ και Έρνεστ Χέμινγουεϊ.[7] Ο Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ χαρακτήρισε τον Χάμσουν "πατέρα της σύγχρονης σχολής λογοτεχνίας σε κάθε πτυχή του - την υποκειμενικότητά του, την αποσπασματικότητά του, τη χρήση των αναδρομών στο παρελθόν, το λυρισμό του. Ολόκληρη η μοντέρνα σχολή της μυθοπλασίας τον εικοστό αιώνα έχει τις ρίζες της στον Χάμσουν ".[8]

Στις 4 Αυγούστου 2009 άνοιξε στο Χάμερεϊ το Κέντρο Κνουτ Χάμσουν.[9] Από το 1916 πολλά από τα έργα του έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο.

Ο Χάμσουν το 1890, τη χρονιά που δημοσίευσε το πρώτο μεγάλο έργο του, Πείνα.

Ο Κνουτ Χάμσουν γεννήθηκε ως Κνουντ Πέντερσεν στο Λομ στην κοιλάδα Γκούντμπραντσνταλ της Νορβηγίας.[10] Ήταν ο τέταρτος γιος (από επτά παιδιά) της Τόρα Ολσντατερ και του Πέντερ Πέντερσεν. Όταν ήταν τριών η οικογένεια μετακόμισε στο Χάμσουντ του Χάμερεϊ στο Νόρντλαντ.[11] Ήταν φτωχοί και ένας θείος τους είχε προσκαλέσει να καλλιεργούν τη γη του.

Στα εννέα ο Κνουτ χωρίστηκε από την οικογένειά του και ζούσε με το θείο του Χανς Ολσεν, που χρειαζόταν βοήθεια για το ταχυδρομείο του. Ο Όλσεν συνήθιζε να χτυπάει και να αφήνει νηστικό τον ανιψιό του και ο Χάμσουν αργότερα δήλωνε ότι οι χρόνιες νευρικές δυσκολίες του οφείλονται στον τρόπο που τον μεταχειριζόταν ο θείος του.

Το 1874 δραπέτευσε τελικά πίσω στη Λομ και τα επόμενα πέντε χρόνια έκανε διάφορες δουλειές για να βγάλει χρήματα : ήταν υπάλληλος καταστήματος, γυρολόγος, μαθητευόμενος τσαγκάρης, βοηθός κλητήρα και δάσκαλος δημοτικού σχολείου.[12]

Στα 17 του έγινε μαθητευόμενος σχοινοποιός και περίπου τότε άρχισε να γράφει. Ζήτησε από τον επιχειρηματία Ερασμους Τζαλ να τον βοηθήσει οικονομικά και αυτός συμφώνησε. Ο Χάμσουν αργότερα χρησιμοποίησε τον Τζαλ ως πρότυπο για τον ήρωα Μακ, που εμφανίζεται στα μυθιστορήματά του Παν (1894), Ονειροπαρμένοι (1904), Μπένονι (1908) και Ρόζα (1908).[13]

Πέρασε αρκετά χρόνια στην Αμερική, ταξιδεύοντας και κάνοντας διάφορες δουλειές και δημοσίευσε τις εντυπώσεις του με τον τίτλο Fra det moderne Amerikas Aandsliv (1889).

Πρώιμη λογοτεχνική καριέρα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Photogravure made after the portrait of Hamsun by Edvard Munch in the collection of the National Gallery of Art, Washington DC..
Κνουτ Χάμσουν, φωτοχαρακτική του Έντβαρτ Μουνκ του 1896, Εθνική Γκαλερί Τέχνης της Ουάσιγκτον, Συλλογή Ρόσενβαλντ, 1951.10.360

Κάνοντας όλες αυτές τις περίεργες κακοπληρωμένες δουλειές [14] δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο: Den Gaadefulde: En Kjærlighedshistorie fra Nordland (Ο Αινιγματικός Ανθρωπος: Μια Ιστορία Αγάπης από τη Βόρεια Νορβηγία, 1877). Εμπνεύστηκε από τις εμπειρίες και τον αγώνα που υπέμεινε από τις δουλειές του.

Στο δεύτερο μυθιστόρημά του Μπγέργκερ (1878), προσπάθησε να μιμηθεί το ύφος της γραφής του Μπιέρνστιερνε Μπιέρνσον του αφηγήματος της Ισλανδικής Σάγκας. Η μελοδραματική ιστορία ακολουθεί έναν ποιητή, τον Μπγέργκερ, και την αγάπη του για τη Λάουρα. Αυτό το βιβλίο εκδόθηκε με το ψευδώνυμο Κνουντ Πέντερσεν Χάμσουντ. Αυτό το βιβλίο αποτέλεσε αργότερα τη βάση για το Βικτώρια: Μια Ερωτική Ιστορία (1898).[15]

Η επίδραση που φαίνεται να άσκησαν πάνω του ο Γιάκομπσεν, ο Στρίνμπεργκ, ο Νίτσε και ο Ντοστογέφσκι τον έκανε να απορρίψει τον νατουραλισμό. Ο Χάμσουν έτυχε για πρώτη φορά ευρείας αναγνώρισης με το μυθιστόρημα του 1890 Πείνα (Sult). Το ημιαυτοβιογραφικό έργο περιέγραψε την κάθοδο ενός νεαρού συγγραφέα σχεδόν στην τρέλα ως αποτέλεσμα της πείνας και της φτώχειας στη νορβηγική πρωτεύουσα της Χριστιανίας (σύγχρονο Όσλο). Για πολλούς το μυθιστόρημα προμηνύει τα γραπτά του Φραντς Κάφκα και άλλων μυθιστοριογράφων του εικοστού αιώνα με τον εσωτερικό του μονόλογο και αλλόκοτη λογική.

Ένα θέμα στο οποίο ο Χάμσουν επέστρεφε συχνά είναι αυτό του διαρκώς περιπλανώμενου, ενός περιπλανώμενου ξένου (συχνά του αφηγητή) που εμφανίζεται και υπαινίσσεται τον εαυτό του στη ζωή των μικρών αγροτικών κοινοτήτων. Αυτό το θέμα του περιπλανώμενου είναι το επίκεντρο των μυθιστορημάτων «Μυστήρια» (1892), «Ο Παν» (1894), «Βικτωρία» (1898), Στο άστρο του φθινόπωρου (1906), «Ένας αλήτης παίζει με σουρντίνα» (1909), Στερνή Χαρά, Περιπλανώμενοι, Ρόζα και άλλων.

Η πεζογραφία του Χάμσουν συχνά περιέχει εκστατικές απεικονίσεις του φυσικού κόσμου, με οικείες αντανακλάσεις στα νορβηγικά δάση και τις ακτές. Για αυτό τον λόγο έχει συνδεθεί με το πνευματικό κίνημα που είναι γνωστό ως πανθεϊσμός («Δεν υπάρχει Θεός», έγραψε κάποτε. «Μόνο θεοί».). Ο Χάμσουν είδε την ανθρωπότητα και τη φύση ενωμένες σε έναν ισχυρό, μερικές φορές μυστικιστικό δεσμό. Αυτή η σχέση μεταξύ των ηρώων και του φυσικού τους περιβάλλοντος είναι χαρακτηριστική στα μυθιστορήματα Παν, Ενας Αλήτης Παίζει με Σουρτίνα, και το επικό Η Ευλογία της Γης, το "μνημειακό έργο του" που του χάρισε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1920.[16]

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, σύλληψη και δίκη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ο Χάμσουν υποστήριξε την πολεμική προσπάθεια της Γερμανίας. Προσέγγισε και συναντήθηκε με υψηλόβαθμους ναζί αξιωματικούς, συμπεριλαμβανομένου του Αδόλφου Χίτλερ. Ο ναζιστής υπουργός προπαγάνδας Γιόζεφ Γκαίμπελς έγραψε ένα μεγάλο και ενθουσιώδες ημερολόγιο για μια ιδιωτική συνάντηση με τον Χάμσουν : σύμφωνα με τον Γκαίμπελς «η πίστη [του Χάμσουν] στη γερμανική νίκη είναι ακλόνητη».[17] Το 1940 ο Χάμσουν έγραψε ότι «οι Γερμανοί μάχονται για μας».[18] Μετά το θάνατο του Χίτλερ δημοσίευσε μια σύντομη νεκρολογία στην οποία τον περιέγραψε ως «πολεμιστή για την ανθρωπότητα» και «ιεροκήρυκα του ευαγγελίου της δικαιοσύνης για όλα τα έθνη».

Μετά τον πόλεμο συνελήφθη από την αστυνομία στις 14 Ιουνίου 1945 για προδοσία και στη συνέχεια μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο στο Γκρίμσταντ (Grimstad sykehus) "λόγω της προχωρημένης ηλικίας του", σύμφωνα με τον Ειναρ Κρίνγκλεν (καθηγητή και ιατρό).[19] Το 1947 δικάστηκε στο Γκρίμσταντ και του επιβλήθηκε πρόστιμο.[20] Το ανώτατο δικαστήριο της Νορβηγίας μείωσε το πρόστιμο από 575.000 σε 325.000 νορβηγικές κορώνες.[21]

Μετά τον πόλεμο οι απόψεις του Χάμσουν για τους Γερμανούς κατά τη διάρκεια του πολέμου λύπησαν ιδιαίτερα τους Νορβηγούς και προσπάθησαν να διαχωρίσουν τον παγκοσμίου φήμης συγγραφέα τους από τις ναζιστικές πεποιθήσεις του. Στη δίκη ο Χάμσουν είχε επικαλεσθεί άγνοια. Οι βαθύτερες εξηγήσεις περιλαμβάνουν την αντιφατική προσωπικότητά του, την αποστροφή του για τον όχλο, το σύμπλεγμα κατωτερότητάς του, μια βαθιά απόγνωση για την εξάπλωση της απειθαρχίας, την αντιπάθεια για τη μεσοπολεμική δημοκρατία και ιδιαίτερα την αγγλοφοβία του.[22]

Ο Κνουτ Χάμσουν πέθανε στις 19 Φεβρουαρίου 1952, σε ηλικία 92 ετών, στο Γκρίμσταντ. Η στάχτη του ετάφη στον κήπο του σπιτιού του στο Nέρχολμ.[23]

Ο Τόμας Μαν τον περιέγραψε ως «απόγονο των Φιόντορ Ντοστογιέφσκι και Φρίντριχ Νίτσε. Ο Άρθουρ Κέσλερ ήταν θιασώτης των ερωτικών ιστοριών του. Ο Χ. Τζ. Γουέλς επαίνεσε την Ευλογία της Γης (1917), για την οποία του απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ο Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ ήταν θιασώτης του σύγχρονου υποκειμενισμού του, της χρήσης χρονικών αναδρομών, της χρήσης του κατακερματισμού και του λυρισμού του.[15] Ένας ήρωας στο μυθιστόρημα Γυναίκες του Τσαρλς Μπουκόφσκι αναφέρεται σε αυτόν ως το μεγαλύτερο συγγραφέα που έχει ζήσει ποτέ.[24]

Μια έκδοση δεκαπέντε τόμων των πλήρων έργων του Χάμσουν δημοσιεύθηκε το 1954. Το 2009, με την ευκαιρία των 150 χρόνων από τη γέννησή του, εκδόθηκε μια νέα έκδοση 27 του συνόλου των έργων του, που περιλαμβάνει διηγήματα, ποίηση, θεατρικά έργα και άρθρα που δεν περιλαμβάνονται στην έκδοση του 1954. Για αυτή τη νέα έκδοση όλα τα έργα του υπέστησαν ελαφρές γλωσσικές τροποποιήσεις, προκειμένου να καταστούν πιο προσιτά στους σύγχρονους Νορβηγούς αναγνώστες.[25]

Τα έργα του Χάμσουν παραμένουν δημοφιλή. Το 2009 ένας Νορβηγός βιογράφος δήλωσε : "Δεν μπορούμε παρά να τον αγαπήσουμε, αν και τον έχουμε μισήσει όλα αυτά τα χρόνια ... Αυτό είναι το τραύμα του Χάμσουν. Είναι ένα φάντασμα που δεν θα μείνει στον τάφο."

Μαζί με τους Όγκουστ Στρίντμπεργκ, Χένρικ Ίψεν και τον Σίγκριντ Ούντσετ ο Χάμσουν αποτέλεσε ένα κουαρτέτο Σκανδιναβών συγγραφέων που έγιναν διεθνώς γνωστοί για τα έργα τους. Ο Χάμσουν πρωτοπόρησε στην ψυχολογική λογοτεχνία με τις τεχνικές της ροής της συνείδησης και του εσωτερικού μονόλογου, που βρίσκονται στο έργο, για παράδειγμα, των Τζόυς, Προυστ, Μάνσφιλντ και Γουλφ.

Οικογενειακό πορτρέτο στις σκάλες της "Βίλα Χάβγκλετ", από αριστερά προς τα δεξιά: Τόρε, Μαρίε, Αριλντ, Κνουτ και Ελινορ Χάμσουν.

Το 1898 ο Χάμσουν παντρεύτηκε την Μπέργκλγιοτ Γκέπφερτ (το γένος), που γέννησε την κόρη τους Βικτώρια, αλλά χώρισαν το 1906. Στη συνέχεια ο Χάμσουν παντρεύτηκε το 1909 τη Μαρίε Αντερσεν (1881-1969), που ήταν η σύντροφός του μέχρι το τέλος της ζωής του. Απέκτησαν τέσσερα παιδιά: τους γιους Τόρε και Αριλντ και τις κόρες Ελινορ και Σεσίλια.

Η Μαρίε έγραψε για τη ζωή της με τον Χάμσουν σε δύο βιογραφίες. Ήταν μια πολλά υποσχόμενη ηθοποιός όταν τον γνώρισε, αλλά τελείωσε την καριέρα της και πήγαν μαζί στο Χάμερεϊ. Αγόρασαν ένα αγρόκτημα, με την πρόθεση να «κερδίζουν τα προς το ζην ως αγρότες, με το συγγραφικό του έργο να τους παρέχει κάποιο πρόσθετο εισόδημα».

Μετά από λίγα χρόνια αποφάσισαν να μετακινηθούν νότια στο Λάρβικ. Το 1918 αγόρασαν το Νέρχολμ, ένα παλιό, σχετικά ερειπωμένο αρχοντικό μεταξύ Λίλεσαντ και Γκρίμσταντ. Η κύρια κατοικία αποκαταστάθηκε και ανακαινίστηκε. Εδώ ο Χάμσουν μπορούσε να ασχοληθεί με τη συγγραφή ανενόχλητος, αν και συχνά ταξίδευε για να γράψει σε άλλες πόλεις και μέρη (κατά προτίμηση σε σπαρτιατικά καταλύματα).

Πολιτικές συμπάθειες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα νεανικά του χρόνια ο Χάμσουν είχε μια τάσεις αντιισωτικές και ρατσιστικές. Στην Πολιτιστική Ζωή της Σύγχρονης Αμερικής (1889) εξέφρασε την έντονη αντίθεσή του στην επιμιξία: «Οι Νέγροι είναι και θα παραμείνουν Νέγροι, μια νεογέννητη ανθρώπινη μορφή από τους τροπικούς, στοιχειώδη όργανα στο σώμα της λευκής κοινωνίας. Αντί να δημιουργήσει μια ελίτ διανοούμενων η Αμερική δημιούργησε ένα ιπποτροφείο μιγάδων. "[26]

Μετά το Δεύτερο Πόλεμο των Μπόερς υιοθέτησε όλο και πιο συντηρητικές απόψεις. Έγινε επίσης γνωστός ως εξέχων υποστηρικτής της Γερμανίας και του γερμανικού πολιτισμού, καθώς και σταθερός αντίπαλος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και της Σοβιετικής Ένωσης. Κατά τη διάρκεια του Α' και του Β' Παγκοσμίου Πολέμου εξέφρασε δημόσια τη συμπάθειά του για τη Γερμανική Αυτοκρατορία και τη Ναζιστική Γερμανία.

Οι συμπάθειές του επηρεάστηκαν σε μεγάλο βαθμό από το Δεύτερο Πόλεμο των Μπόερς, που θεωρήθηκε από το Χάμσουν ως βρετανική επιθετικότητα εναντίον ενός αδύναμου έθνους, καθώς και από την αγγλοφοβία και τον αντιαμερικανισμό του. Κατά τη δεκαετία του 1930 οι περισσότερες νορβηγικές δεξιές εφημερίδες και τα πολιτικά κόμματα ήταν συμπαθούντα σε διάφορους βαθμούς των φασιστικών καθεστώτων στην Ευρώπη και ο Χάμσουν ήταν εξέχων υποστηρικτής τέτοιων απόψεων. Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου συνέχισε να εκφράζει την υποστήριξή του στη Γερμανία και οι δημόσιες δηλώσεις του συνάντησαν αντιδράσεις, ιδιαίτερα, αμέσως μετά τον πόλεμο. Όταν ξεκίνησε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν 80 ετών, σχεδόν κωφός και η κύρια πηγή ενημέρωσής του του ήταν η συντηρητική εφημερίδα Aftenposten, που υποστήριζε τη Φασιστική Ιταλία και τη Ναζιστική Γερμανία από την αρχή. Κατά τη διάρκεια του πολέμου υπέστη δύο ενδοκρανιακές αιμορραγίες.

Ο Χάμσουν έγραψε αρκετά άρθρα σε εφημερίδες κατά τη διάρκεια του πολέμου, συμπεριλαμβανομένης της περίφημης δήλωσης του 1940 ότι «οι Γερμανοί μάχονται για εμάς και τώρα συντρίβουν την τυραννία της Αγγλίας για εμάς και για όλους τους ουδέτερους». .[18] Το 1943 έστειλε ως δώρο τον υπουργό Προπαγάνδας της Γερμανίας Γιόζεφ Γκαίμπελς το μετάλλιό του του Βραβείου Νόμπελ. Ο βιογράφος του Θόρκιλντ Χάνσεν το ερμήνευσε ως μέρος της στρατηγικής του να πετύχει μια ακρόαση του Χίτλερ.[27] Ο Χάμσουν τελικά κλήθηκε να συναντηθεί με το Χίτλερ διαμαρτυρήθηκε για το Γερμανό πολιτικό διοικητή στη Νορβηγία, Γιόζεφ Τέρμποβεν, και ζήτησε την απελευθέρωση των φυλακισμένων Νορβηγών πολιτών, εξοργίζοντάς τον.[28] Ο Χάμσουν επίσης σε άλλες περιπτώσεις βοήθησε Νορβηγούς που είχαν φυλακιστεί για αντιστασιακή δράση και προσπάθησε να επηρεάσει τη γερμανική πολιτική στη Νορβηγία.[29]

Ωστόσο, μια εβδομάδα μετά το θάνατο του Χίτλερ, ο Χάμσουν του έγραψε ένα εγκώμιο, λέγοντας: «Ήταν πολεμιστής, πολεμιστής για την ανθρωπότητα και προφήτης του ευαγγελίου της δικαιοσύνης για όλα τα έθνη». Μετά το τέλος του πολέμου θυμωμένα πλήθη έκαψαν τα βιβλία του δημόσια σε μεγάλες πόλεις της Νορβηγίας και ο Χάμσουν έμεινε κλεισμένος για αρκετούς μήνες σε ψυχιατρικό νοσοκομείο.

Ο Χάμσουν αναγκάστηκε να υποβληθεί σε ψυχιατρική εξέταση, που κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είχε «μόνιμα εξασθενημένες ψυχικές ικανότητες», και σε αυτή τη βάση απορρίφθηκαν οι κατηγορίες για προδοσία. Αντίθετα κατηγορήθηκε για μια υπόθεση αστικής ευθύνης και το 1948 κλήθηκε να πληρώσει στη Νορβηγική κυβέρνηση το κολοσσιαίο ποσό των 325.000 κορωνών (65.000 $ ή 16.250 £ εκείνη την εποχή) για την υποτιθέμενη ένταξή του στο Nasjonal Samling και για την ηθική υποστήριξη που έδωσε στους Γερμανούς, αλλά απαλλάχθηκε από οποιαδήποτε άμεση σχέση με τους Ναζί. Το αν ήταν μέλος του Nasjonal Samling ή αν η διανοητική του υγεία είχε τρωθεί είναι ένα πολύ αμφισβητούμενο ζήτημα ακόμη και σήμερα. Ο Χάμσουν δήλωσε ότι δεν ήταν ποτέ μέλος κάποιου πολιτικού κόμματος. Έγραψε το τελευταίο του βιβλίο Paa giengrodde Stier (Σε χορταριασμένα μονοπάτια) το 1949, βιβλίο που πολλοί θεωρούν ως απόδειξη των λειτουργικών του πνευματικών ικανοτήτων. Σε αυτό επικρίνει σκληρά τους ψυχίατρους και τους δικαστές και, με τα δικά του λόγια, αποδεικνύει ότι δεν είναι ψυχικά άρρωστος.

Ο Δανός συγγραφέας Θόρκιλντ Χάνσεν ερεύνησε τη δίκη και έγραψε το βιβλίο Η Δίκη του Χάμσουν (1978), που προκάλεσε καταιγίδα στη Νορβηγία. Μεταξύ άλλων ο Χάνσεν δήλωσε: «Αν θέλετε να συναντήσετε ηλίθιους, πηγαίνετε στη Νορβηγία», καθώς ένιωθε ότι τέτοια μεταχείριση του παλαιού βραβευμένου με Νόμπελ συγγραφέα ήταν εξωφρενική. Το 1996, ο Σουηδός σκηνοθέτης Γιαν Τρελ βασίστηκε για την ταινία Χάμσουν στο βιβλίο του Χάνσεν. Στο Χάμσουν τον υποδύεται ο Σουηδός ηθοποιός Μαξ φον Σίντοφ. Τη σύζυγό του Μαρίε παίζει η Δανή ηθοποιός Γκίτα Νόρμπι.

Μελέτες για το έργο του Χάμσουν

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα κείμενα του Χάμσουν αποτέλεσαν αντικείμενο πολλών βιβλίων και άρθρων εφημερίδων. Μερικά από αυτά τα κείμενα διερευνούν τη διαλεκτική μεταξύ των λογοτεχνικών έργων του Χάμσουν και των πολιτικών και πολιτιστικών του τάσεων που εκφράζονται στα μη μυθοπλαστικά έργα του.

Μεταφορές στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα έργα του Χάμσουν αποτέλεσαν τη βάση 25 ταινιών και τηλεοπτικών μίνι σειρών, ξεκινώντας από το 1916.[30]

Το βιβλίο Μυστήρια ήταν η βάση ομώνυμης ταινίας του 1978 (από την ολλανδική κινηματογραφική εταιρεία Sigma Pictures),[31] σε σκηνοθεσία Πωλ ντε Λυσανέ, με πρωταγωνιστές τη Σίλβια Κριστέλ, το Ρούτγκερ Χάουερ, την Αντρέα Φερεόλ και τη Ρίτα Τάσιγκαμ.

Το Landstrykere (Οδοιπόροι) είναι μια νορβηγική ταινία του 1990 σε σκηνοθεσία του Ολα Σόλουμ.

Ο Τηλεγραφητής είναι μια νορβηγική ταινία του 1993 σε σκηνοθεσία του Ερικ Γκούσταβσον. Βασίζεται στο μυθιστόρημα Ονειροπόλοι (Sværmere).

Ο Παν υπήρξε η βάση τεσσάρων ταινιών μεταξύ του 1922 και του 1995. Η τελευταία ομώνυμη δανική ταινία σκηνοθετήθηκε από το Χένινγκ Κάρλσεν, που σκηνοθέτησε επίσης τη δανική, νορβηγική και σουηδική συμπαραγωγή της ταινίας Sult (Πείνα) του 1966 από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Χάμσουν.

Ο μεταμοντέρνος σκηνοθέτης Τζέσι Ρίτσαρντς έχει ανακοινώσει ότι προετοιμάζεται να σκηνοθετήσει μια μεταφορά του διηγήματος του Χάμσουν Η Πρόσκληση της Ζωής.

Κινηματογραφική βιογραφία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια βιογραφική ταινία με τίτλο Χάμσουν κυκλοφόρησε το 1996, σε σκηνοθεσία Γιαν Τρελ, με πρωταγωνιστή στο ρόλο του Χάμσουν τον Μαξ φον Σίντοφ.

Εργογραφία και ελληνικές μεταφράσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • 1877 Den Gaadefulde. En kjærlighedshistorie fra Nordland
  • 1878 Et Gjensyn
  • 1878 Bjørger
  • 1889 Lars Oftedal. Udkast (11 άρθρα που είχαν δημοσιευτεί στην εφημερίδα Dagbladet)
  • 1889 Fra det moderne Amerikas Aandsliv'Η πνευματική Ζωή της σύγχρονης Αμερικής
  • 1890 Sult (Η Πείνα)

—:: μτφ. Βασίλης Δασκαλάκης (εκδ. "Δωρικός", 1970)

  • 1892 Mysterier (Μυστήρια)

—:: μτφ. Βασίλης Δασκαλάκης (εκδ. "Δωρικός", 1970)

—:: μτφ. Βασίλης Δασκαλάκης (εκδ. "Δωρικός", 1970)

  • 1893 Ny Jord (Νέα Γη)
  • 1894 Pan (Ο Παν)

—:: μτφ. Βασίλης Δασκαλάκης (εκδ. "Δωρικός", 1970)

  • 1895 Ved Rigets Port (Στις πύλες του Βασιλείου)
  • 1895 En ganske almindelig flue av middels størrelse (Μία κοινότατη μυίγα μετρίου μεγέθους)

—:: μτφ. Ιωάννης Γρυπάρης. Στον τόμο «Διηγήματα», εκδ. Σοκόλη, 2004

—:: μτφ. Ιωάννης Γρυπάρης, ως «Όβε Ρόλανδσεν». Στον τόμο «Διηγήματα», εκδ. Σοκόλη, 2004

—:: μτφ. Βασίλης Δασκαλάκης (εκδ. "Δωρικός", 1970)

—:: μτφ. Βασίλης Δασκαλάκης (εκδ. "Δωρικός", 1971)

  • 1908 Rosa. Af student Pærelius' Papirer (Ρόζα)

—:: μτφ. Βασίλης Δασκαλάκης (εκδ. "Δωρικός", 1971)

—:: μτφ. Βασίλης Δασκαλάκης (εκδ. "Δωρικός", 1970)

—:: μτφ. Βασίλης Δασκαλάκης (εκδ. "Δωρικός", 1970)

  • 1913 Børn av Tiden (Παιδιά της εποχής τους)
  • 1915 Segelfoss By (Το χωριό Σέγκελφος)
  • 1917 Markens Grøde (Ευλογία της Γης)

—:: μτφ. Άρης Δικταίος (εκδ. «Σ.Ι.Ζαχαρόπουλος»)

Το τεύχος 5 Δεκεμβρίου 20052 Ιανουαρίου 2006 του περιοδικού The New Yorker έχει ένα μείζον άρθρο από τον Τζέφρι Φρανκ (Jeffrey Frank) (σύνδεσμος εδώ). Φαίνεται ότι βασίζεται πάνω στη βιογραφία του Ίνγκαρ Κόλλοεν (Ingar Kolloen) (δύο τόμοι, κατά τα λεγόμενα 1000 σελίδες και οι δύο μαζί).

Ο βραβευμένος με Νόμπελ Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον Χάμσουν και μετέφρασε κάποια από τα έργα του.

Το βιβλίο Μυστήρια ήταν η βάση για την ταινία του 1978 (από την εταιρία ολλανδικών ταινιών Sigma Pictures), σκηνοθετημένη από τον Πάουλ ντε Λούσσανετ (Paul de Lussanet), όπου πρωταγωνιστούν οι Σύλβια Κρίστελ (Sylvia Kristel), Ρούτγκερ Χάουερ (Rutger Hauer), Αντρέα Φέρρεολ (Andrea Ferreol) και Ρίτα Τούσινγκχαμ (Rita Tushingham).

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 «Knut Hamsun - Facts». Nobelprize.org. Ανακτήθηκε στις 4 Οκτωβρίου 2013. 
  2. The Fine Art Archive. cs.isabart.org/person/123729. Ανακτήθηκε στις 1  Απριλίου 2021.
  3. Knut Hamsun (1890). "Fra det ubevidste Sjæleliv", Samtiden, September 1890
  4. The new encyclopædia Britannica: Volum 5
  5. Hal May, Contemporary Authors, Volum 119, Gale, 1986
  6. Robert Ferguson (1987). Enigma: the life of Knut Hamsun, New York, N.Y. : Farra, Straus & Giroux, (ISBN 978-0-374-52093-9)
  7. «The St. Petersburg Times - A complex legacy». Sptimes.ru. 6 Νοεμβρίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουνίου 2011. 
  8. Isaac Bashevis Singer (1967). Introduction to Hunger
  9. [1] Αρχειοθετήθηκε January 19, 2012, στο Wayback Machine.
  10. Hamsun bio at Nobel Prize website.
  11. «salten museum - Knut Hamsun's Childhood Home». Saltenmuseum.no. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Ιουνίου 2011. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουνίου 2011. 
  12. Contemporary Authors Online. Farmington Hills, Michigan: Gale. 2009. ISBN 978-0-7876-3995-2. 
  13. Citation: [...] dobbeltromanen Benoni og Rosa fra 1908. I skikkelse av oppkomlingen BenoniHartvigsen tegner Hamsun her for første gang et portrett av en allmuens mann i full skikkelse, med ironisk distanse, men også med betydelig sympati.
  14. «Knut Hamsun | Biography, Books and Facts». www.famousauthors.org (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2018. 
  15. 15,0 15,1 Næss 2007, 1-608.
  16. «The Nobel Prize in Literature 1920». Nobelprize.org. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουνίου 2011. 
  17. The Goebbels Diaries, 1942–1943, translated, edited, and introduced by Louis P. Lochner, 1948, pp. 303–304. Goebbels also claimed that "from childhood on he [Hamsun] has keenly disliked the English".
  18. 18,0 18,1 «Norway: Put Out Three Flags». TIME. 1959-08-17. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-07-10. https://web.archive.org/web/20110710004237/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,937860,00.html. Ανακτήθηκε στις 2011-06-27. 
  19. «" Den 14. juni 1945 ble Hamsun «pågrepet» av politiet, men på grunn av høy alder innlagt på Grimstad sykehus og siden overflyttet til et gamlehjem. Spørsmålet for påtalemyndighetene var imidlertid hva man skulle gjøre med Hamsun. At Hamsun hadde vært en landsforræder var ingen i tvil om.. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Μαρτίου 2012. 
  20. «" Den 14. juni 1945 ble Hamsun «pågrepet» av politiet, men på grunn av høy alder innlagt på Grimstad sykehus og siden overflyttet til et gamlehjem. Spørsmålet for påtalemyndighetene var imidlertid hva man skulle gjøre med Hamsun. At Hamsun hadde vært en landsforræder var ingen i tvil om.. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Μαρτίου 2012. 
  21. «Knut Hamsun (1859-1952)». Daria.no. 
  22. Paul Knaplund, "Knut Hamsun: Triumph and Tragedy." Modern Age 9#2 (1965): 165+
  23. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2020. 
  24. Charles Bukowski, WOMEN,New York: Ecco Books, 2002. p.67
  25. «Gyldendal: Samlede verker 1–27» (στα Νορβηγικά). Gyldendal.no. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Σεπτεμβρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουνίου 2011. 
  26. Sjølyst-Jackson, Peter. Troubling legacies: migration, modernism and fascism in the case of Knut Hamsun. 2010: Continuum International Publishing Group. σελ. 16. 
  27. Thorkild Hansen, Prosessen mod Hamsun, 1978
  28. Morton Strand. «Fikk Hitler og Aftenposten til å rase». Dagbladet.no. Ανακτήθηκε στις 20 Μαΐου 2014. 
  29. «Archived copy». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Αυγούστου 2009. Ανακτήθηκε στις 22 Αυγούστου 2009. 
  30. «Knut Hamsun». IMDb. 
  31. «Sigma Pictures». www.sigmapictures.com. 
  • Ferguson, Robert. Αίνιγμα: Η Ζωή του Κνουτ Χάμσουν Farrar, Straus and Giroux, Νέα Υόρκη: 1987. ISBN 0-374-52093-3
  • Humpal, Martin. Οι Ρίζες της Νεωτεριστικής Αφήγησης: Τα Μυθιστορήματα του Κνουτ Χάμσουν Πείνα, Μυστήρια και ο Παν International Specialized Book Services. 1999 ISBN 82-560-1178-5
  • Kolloen, Ingar Sletten. Svermeren 2003 Βιογραφία
  • Kolloen, Ingar Sletten. Erobreren 2004 Βιογραφία
  • Larsen, Hanna Astrup. Knut Hamsun Alfred A. Knopf. 1922 Μία σύγχρονη βιογραφική θεώρηση με αποκορύφωμα τη βράβευση του Χάμσουν με το βραβείο Νόμπελ

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]