Ρομπ Χάλφορντ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Rob Halford)
Ρομπ Χάλφορντ
Ο Ρομπ Χάλφορντ το 2010
Πληροφορίες
Όνομα γέννησηςΡόμπερτ Τζον Άρθουρ Χάλφορντ (Robert John Arthur Halford)
Γέννηση25  Αυγούστου 1951[1][2][3]
Γουόλσολ
ΚαταγωγήΣάτον Κόλντφιλντ, Αγγλία
EίδοςHeavy Metal, Speed Metal, Hard Rock, Industrial Metal
ΙδιότητεςΜουσικός, Συνθέτης
Μουσικά όργαναΦωνητικά
Παρουσία1969 - σήμερα
ΣυμμετοχέςJudas Priest, Fight, 2wo, Halford, Bullring Brummies, Black Sabbath, Hear 'n Aid, Krokus, Ugly Kid Joe
Ιστότοπος
http://www.robhalford.com/

Ο Ρομπ Χάλφορντ (Robert John Arthur "Rob" Halford, γενν. 25 Αυγούστου 1951) είναι Άγγλος τραγουδιστής της χέβι μέταλ μουσικής σκηνής, γνωστός ως μέλος του συγκροτήματος Judas Priest, ενώ από το 1992 μέχρι το 2004 σχημάτισε τα συγκροτήματα Fight, 2wo και Halford.

Βιογραφία και καριέρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Χάλφορντ γεννήθηκε στο Σάτον Κόλντφιλντ και μεγάλωσε στο Γουόλσολ της Κεντρικής Αγγλίας.[4]

Τα πρώτα του συγκροτήματα ήταν οι Thark και οι Abraxis κατά τα εφηβικά του χρόνια. Το 1970 έγινε μέλος των Athens Wood και ένα χρόνο αργότερα των Lord Lucifer. Οι μόνες ηχογραφήσεις από τα πρώτα συγκροτήματα στα οποία συμμετείχε ο Χάλφορντ είναι κάποια ντέμο τα οποία ηχογράφησε με τους Hiroshima το 1972 και το 1973.

Judas Priest[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Judas Priest

Ο Χάλφορντ γνώρισε τον μπασίστα των Judas Priest, Ίαν Χιλ, από την αδελφή του η οποία ήταν φίλη του Χιλ εκείνο το διάστημα. Μέσα στο 1973, ανέλαβε το μικρόφωνο του συγκροτήματος, ενώ ο Τζον Χιντς των Hiroshima ανέλαβε τα τύμπανα. Τον Σεπτέμβριο του 1974 κυκλοφόρησαν το πρώτο τους άλμπουμ με τίτλο "Rocka Rolla", ενώ ακολούθησε μία σειρά δίσκων ("Sad Wings of Destiny", "Sin After Sin", "Stained Class", "Killing Machine") οι οποίοι καθιέρωσαν τους Judas Priest ως ένα από σημαντικότερα συγκροτήματα της χαρντ ροκ μουσικής.

Η μεγάλη επιτυχία του συγκροτήματος ήλθε με το ζωντανά ηχογραφημένο "Unleashed in the East" του 1979, το οποίο σκαρφάλωσε στο Top-10 στην πατρίδα τους και μπήκε στο Hot-100 του Billboard στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το "British Steel" του 1980 παρουσίασε μία νέα κατεύθυνση στον ήχο τους, με πιο εμπορικά κομμάτια προσαρμοσμένα στον ήχο του New Wave of British Heavy Metal. Ο δίσκος περιείχε τις μεγάλες επιτυχίες "Breaking the Law" και "Living After Midnight" και έφθασε στο # 4 των βρετανικών τσαρτ. Ακολούθησαν τα ιδιαίτερα επιτυχημένα "Point of Entry", "Screaming for Vengeance" και "Defenders of the Faith", τα οποία έγιναν πλατινένια στις Ηνωμένες Πολιτείες, επιτυχία η οποία ώθησε τους Judas Priest σε πολύ μεγάλες περιοδείες.

Ο Ρομπ Χάλφορντ σε συναυλία το 1984

Το 1986, κυκλοφόρησαν το άλμπουμ "Turbo" επηρεασμένοι από το κίνημα του Glam Metal το οποίο είχε ξεσπάσει κυρίως στην Αμερική, κάνοντας πιο εμπορικό τον ήχο τους προς απογοήτευση των φανατικών οπαδών του συγκροτήματος. Ακολούθησε το ζωντανά ηχογραφημένο "Priest...Live!" και το "Ram it Down" στο ίδιο μοτίβο, πριν το συγκρότημα επιστρέψει σε πιο δυνατούς χέβι μέταλ ήχους με ένα από τα καλύτερα άλμπουμ στην ιστορία του ιδιώματος, το "Painkiller".[5] Μετά το τέλος της περιοδείας για το συγκεκριμένο άλμπουμ, ο Χάλφορντ ανακοίνωσε την αποχώρηση του το καλοκαίρι του 1991, δημοσιοποιώντας την κίνηση του αυτή τον Μάιο της επόμενης χρονιάς.[6]

Σόλο καριέρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρώτη εμφάνιση του Χάλφορντ μετά την αποχώρηση του από τους Judas Priest ήταν για δύο βράδια ως τραγουδιστής των Black Sabbath το Νοέμβριο του 1992, όπου αντικατέστησε τον Ρόνι Τζέιμς Ντίο ο οποίος αρνήθηκε να ανοίξει την εμφάνιση του πρώην τραγουδιστή του συγκροτήματος, Όζι Όσμπορν.[7]

Στη συνέχεια σχημάτισε τους Fight μαζί με τον ντράμερ του συγκροτήματος, Σκοτ Τράβις. Τη σύνθεση συμπλήρωσαν οι κιθαρίστες Ρας Πάρις και Μπράιαν Τιλς και ο μπασίστας Τζέι Τζέι Μπράουν. Με έντονες επιρροές από Groove Metal της δεκαετίας του '90, κυκλοφόρησαν τα "War of Words" το 1993 και "A Small Deadly Space" το 1995.[8]

Το 1995, οι Fight διαλύθηκαν, με τον Χάλφορντ να σχηματίζει τους 2wo με σαφείς πιο industrial κατευθύνσεις. Μοναδική κυκλοφορία του συγκροτήματος ήταν το "Voyeurs" του 1998, πριν ο Χάλφορντ διαλύσει και πάλι το συγκρότημα για να δημιουργήσει το προσωπικό του σχήμα με την ονομασία Halford. Το πρώτο τους άλμπουμ με τίτλο "Resurrection" κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 2000, με τη συμμετοχή του τραγουδιστή των Iron Maiden, Μπρους Ντίκινσον στο κομμάτι "The One You Love to Hate". Ακολούθησε το "Crucible" τον Ιούνιο του 2002, μετά την περιοδεία για την προώθηση του οποίου ο Χάλφορντ ανακοίνωσε την επιστροφή του στους Judas Priest.[9]

Επιστροφή στους Judas Priest και άλλα πρότζεκτ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 2004 πραγματοποίησαν την πρώτη τους περιοδεία μετά από 13 χρόνια, κυκλοφορώντας το ιδιαίτερα επιτυχημένο "Angel of Retribution" τον Φεβρουάριο του 2005. Εκείνη τη χρονιά εμφανίστηκε και πάλι με τους Black Sabbath για μία εμφάνιση μετά από δώδεκα χρόνια, αντικαθιστώντας τον άρρωστο Όζι Όσμπορν.[10]

Ακολούθησε το "Nostradamus" του 2008, ένα concept άλμπουμ που πραγματεύεται την ζωή και το έργο του Νοστράδαμου. Το 2009 κυκλοφόρησαν το ζωντανά ηχογραφημένο "A Touch of Evil: Live" με τον κιθαρίστα και ιδρυτικό στέλεχος Κ.Κ. Ντάουνινγκ να αποχωρεί από τους Judas Priest δύο χρόνια αργότερα, αλλά το συγκρότημα να ανακοινώνει τον Ρίτσι Φόλκνερ ως αντικαταστάτη του.[11]

Ταυτόχρονα, με τους επανενωμένους Judas Priest, ο Χάλφορντ συνέχισε το προσωπικό του σχήμα κυκλοφορώντας το σινγκλ "Forgotten Generation" το 2006, ενώ το Νοέμβριο του 2009 κυκλοφόρησε ο τρίτος δίσκος των Halford με τίτλο "Halford III: Winter Songs", με κομμάτια ηχογραφημένα το 2008 και το 2009 σε διαλείμματα των περιοδειών των Judas Priest όπως και παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα τραγούδια διασκευασμένα σε χέβι μέταλ έκδοση. Τον Οκτώβριο του 2010 κυκλοφόρησε το "Halford IV: Made of Metal".

Προσωπική ζωή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1998, ο Ρομπ Χάλφορντ δήλωσε δημόσια ότι είναι ομοφυλόφιλος,[12] ενώ αργότερα δήλωσε ότι η κρυφή ζωή του μέχρι τότε τον είχε οδηγήσει στην απομόνωση και την κατάθλιψη, με προβλήματα αλκοολισμού και χρήσης ναρκωτικών να γίνονται καθημερινά βιώματα του.[13]

Διαμένει στο Φοίνιξ των Ηνωμένων Πολιτειών και είναι κάτοχος αρκετών κλασικών αυτοκινήτων.[14]

O Rob Halford υποβλήθηκε σε επιτυχημένη χειρουργική επέμβαση προστατεκτομής για να αφαιρέσει τον καρκίνο, στις 5 Ιουλίου 2020.

Μόνο η οικογένεια του και ο σύντροφός του,Thomas γνώριζαν για την περιπέτεια υγείας του τραγουδιστή που είναι αντιμέτωπος με την ασθένεια από το 2017.

Δισκογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

με τους Judas Priest[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

με τους Fight[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • K5 – The War of Words Demos (1992)
  • War of Words (1993)
  • Mutations (1994)
  • A Small Deadly Space (1995)

με τους 2wo[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Voyeurs (1998)

με τους Halford[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]