Μετάβαση στο περιεχόμενο

Χλωριούχο κάλιο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χλωριούχο κάλιο
Γενικά
Όνομα IUPAC Χλωριούχο κάλιο
Άλλες ονομασίες Συλβίτης
Χλωρίδιο του καλίου
Χημικά αναγνωριστικά
Χημικός τύπος KCl
Μοριακή μάζα 74,5513 amu
Αριθμός CAS 7447-40-7
SMILES [K+].[Cl-]
InChI 1S/ClH.K/h1H;/q;+1/p-1
Αριθμός RTECS TS8050000
PubChem CID 4873
ChemSpider ID 4707
Κωδικός προσθέτου
τροφίμων
Ε508
Δομή
Κρυσταλλική δομή
στερεού
Οκταεδρική
Φυσικές ιδιότητες
Σημείο τήξης 770 °C
Σημείο βρασμού 1.420 °C
Πυκνότητα 1.984 kg/m³
Διαλυτότητα
στο νερό
217.1 kg/m³ (0 °C)
253,9 kg/m³ (20 °C)
360.5 kg/m³ (100 °C)
Διαλυτότητα
σε άλλους διαλύτες
Γλυκερίνη
Βάσεις
Ελαφρά διαλυτό στην EtOH
Αδιάλυτο στον Et2O
Δείκτης διάθλασης ,
nD
1,4902 (589 nm)
Εμφάνιση Λευκό κρυσταλλικό στερεό
Χημικές ιδιότητες
pKa 7
Επικινδυνότητα
LD50 2.600 mg/kg
Κίνδυνοι κατά
NFPA 704

0
1
0
 
Εκτός αν σημειώνεται διαφορετικά, τα δεδομένα αφορούν υλικά υπό κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος (25°C, 100 kPa).

Το χλωριούχο κάλιο ή χλωρίδιο του καλίου (αγγλικά: potassium chloride) είναι η ανόργανη ένωση με εμπειρικό τύπο KCl. Είναι το άλας που προκύπτει από την εξουδετέρωση του υδροχλωρικού οξέος (HCl) από το υδροξείδιο του καλίου (KOH).

Το χημικά καθαρό χλωριούχο κάλιο, στις κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος, είναι άοσμο λευκό ή άχρωμο υαλώδες κρυσταλλικό στερεό. Είναι ευδιάλυτο στο νερό και τα υδατικά του διαλύματα έχουν γεύση παρόμοια με αυτήν του αλατιού. Το χλωριούχο κάλιο χρησιμοποιήθηκε ως λίπασμα,[1] στην ιατρική, σε επιστημονικές εφαρμογές και στην κατεργασία τροφίμων, όπου είναι γνωστό ως πρόσθετο E508.

Σε λίγες πολιτείες των ΗΠΑ χρησιμοποιήθηκε για να προκαλεί καρδιακό επεισόδιο, συγκεκριμένα ως τρίτο φάρμακο σε φαρμακευτικό μείγμα για εκτελέσεις με θανατηφόρα ένεση. Βρίσκεται με φυσικό τρόπο στο συλβίνη ή συλβίτη, που είναι ένα ορυκτό.[2] Το όνομα αυτού του ορυκτού προέκυψε από την παλιά χημική ονομασία του χλωριούχου καλίου, Sal digestivus Sylvite, που του έδωσε ο Ολλανδός φυσικός και χημικός Φρανσίσκους Σύλβιους (Franciscus de le Boë Sylvius) (1614-1672) στο ορυκτό αυτό. Κρυσταλλώνεται στο κυβικό σύστημα σε εξάεδρα, μερικές φορές και σε οκτάεδρα. Έχει πυκνότητα 1.984 kg/m³ περίπου, σκληρότητα 2, λάμψη υαλώδη, σχισμό τέλειο κατά (100). Το χρώμα του είναι λευκό ή άχρωμο, όπως επίσης και διάφορες αποχρώσεις του κίτρινου, κυανού, κόκκινου κ.α. (ανάλογα με τις διάφορες προσμίξεις που περιέχει). Έχει τον ίδιο τρόπο γένεσης και εμφάνισης με αυτόν του αλίτη, μόνο που εμφανίζεται σπανιότερα. Διαγνωστικά στοιχεία του η εξαεδρική και οκταεδρική μορφή και η γεύση του. Χρησιμοποιείται ως κύρια πηγή ιόντων καλίου (K+), που χρησιμοποιούνται για λίπασμα. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί σαν υποκατάστατο του αλατιού (χλωριούχου νατρίου) από όσους ακολουθούν δίαιτα πτωχή σε νάτριο. Το χλωριούχο κάλιο χρησιμοποιήθηκε στην καρδιοχειρουργική, για να σταματά την καρδιά.

Συλβίτης ή συλβίνης.
Συλβινίτης.

Το χλωριούχο κάλιο εξορύσσεται από τα καλιούχα ορυκτά συλβίτης, καρναλλίτης και από την ποτάσα. Εξορύσσεται, ακόμη, από την άλμη και μπορεί να παραχθεί με κρυστάλλωση από διάλυμα, με επίπλευση ή ηλεκτροστατικό διαχλωρισμό από κατάλληλα ορυκτά. Είναι παραπροϊόν της παραγωγής νιτρικού οξέος (HNO3) από νιτρικό κάλιο (KNO3) και υδροχλωρικό οξύ:

Η μεγάλη πλειοψηφία του χλωριούχου καλίου παράγεται ως αγροτικού ή βιομηχανικού βαθμού καθαρότητας ποτάσα στο Σασκάτσουαν του Καναδά, στη Ρωσία και στη Λευκορωσία. Μόνο η παραγωγή του Σασκάτσουαν αντιστοιχούσε σε πάνω από το 25% της παγκόσμιας παραγωγής, το 2017.[3]

Εργαστηριακές μέθοδοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το χλωριούχο κάλιο είναι οικονομικά διαθέσιμο και γι' αυτό σπάνια παράγεται εσκεμμένα στο εργαστήριο. Μπορεί να παραχθεί (πάντως) με επίδραση υδροχλωρικού οξέος σε υδροξείδιο του καλίου (ή και σε άλλη καλιούχα βάση) :

Αυτή η μετατροπή είναι μια απλή αντίδραση οξεοβασικής εξουδετέρωσης. Το παραγόμενο άλας μπορεί να καθαριστεί με ανακρυστάλλωση.

Άλλη μέθοδος παραγωγής χλωριούχου καλίου αποτελεί η ολική σύνθεσή του, δηλαδή η επίδραση αερίου χλωρίου (Cl2) σε μεταλλικό κάλιο. Αυτή είναι μια πολύ εξώθερμη αντίδραση:

Επιπλέον πηγές πληροφόρησης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Πετρογραφία 2, Κ. Γ.Χατζηπαναγιώτου, καθηγητή τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών


Σημειώσεις και αναφορές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. «Potassium Fertilizers (Penn State Agronomy Guide)». Penn State Agronomy Guide (Penn State Extension). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Δεκεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 2016. 
  2. Burkhardt, Elizabeth R. (2006). «Potassium and Potassium Alloys». Ullmann's Encyclopedia of Industrial Chemistry. doi:10.1002/14356007.a22_031.pub2. 
  3. «Potash Mineral Commodity Summaries 2018» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 10 Ιανουαρίου 2019.