Μετάβαση στο περιεχόμενο

Οι επικίνδυνες σχέσεις

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οι επικίνδυνες σχέσεις
Εξώφυλλο έκδοσης του 1796
ΣυγγραφέαςΣοντερλό ντε Λακλό
ΤίτλοςLes Liaisons dangereuses
ΓλώσσαΓαλλικά[1]
Ημερομηνία δημοσίευσης23  Μαρτίου 1782
Μορφήμυθιστόρημα
επιστολικό μυθιστόρημα
Θέμαέγκλημα[2]
αρετή[2]
ηθικότητα[2]
φιλοσοφία[2]
αγάπη[2]
αίσθημα[2]
αλληλογραφία[2]
αλληλεπίδραση[2]
ευτυχία[2]
libertinism[2]
κοινωνία[2]
εξουσία[2]
vanity[2]
προοπτική[2]
Αριστοκρατία
gentry
Βασίλειο της Γαλλίας
social dynamics
seduction
διαφθορά
ΧαρακτήρεςMarquise de Merteuil, Vicomte de Valmont, Cécile de Volanges, Madame de Tourvel και Danceny
ΤόποςΠαρίσι[3][1]
ύπαιθρος[3][1]
LC ClassOL15725752W[4] και OL1157252W
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Οι επικίνδυνες σχέσεις (γαλλικός τίτλος: Les Liaisons dangereuses) με υπότιτλο Γράμματα που συλλέχθηκαν σε μια κοινωνία και δημοσιεύονται για την καθοδήγηση κάποιων άλλων είναι γαλλικό επιστολικό μυθιστόρημα του Πιερ Σοντερλό ντε Λακλό, το οποίο δημοσιεύθηκε σε τέσσερις τόμους το 1782.[5]

Η υπόθεση διαδραματίζεται στη Γαλλία κατά τον 18ο αιώνα και απεικονίζει την ακολασία των Γάλλων ευγενών λίγο πριν τη Γαλλική Επανάσταση. Οι αριστοκράτες ήρωες, πλήττοντας θανάσιμα μέσα στην πολυτελή ζωή τους, επιδίδονται αχαλίνωτα στην αναζήτηση του έρωτα και της ηδονής, της διαφθοράς και του αισθησιασμού, χωρίς να υποψιάζονται ότι ζουν το λυκόφως της εποχής τους.[6]

Σε 175 γράμματα, το μυθιστόρημα αφηγείται την ιστορία δύο ραδιουργιών: της αποπλάνησης της Σεσίλ ντε Βολάνζ, μιας αφελούς νεαρής κοπέλας που μόλις έφυγε από το σχολείο του μοναστηριού, και της κυρίας ντε Τουρβέλ, μιας ενάρετης παντρεμένης γυναίκας. Οι ανήθικοι ελευθεριάζοντες ραδιουργοί είναι η μαρκησία ντε Μερτέιγ και ο υποκόμης ντε Βαλμόν, που δεν αισθάνονται δεσμευμένοι από ηθικούς και παραδοσιακούς κανόνες και ακολουθούν έναν υπερβολικό τρόπο ζωής. Για τη μαρκησία ντε Μερτέιγ, η αποπλάνηση της Σεσίλ ντε Βολάνζ είναι εκδίκηση στον πρώην εραστή της, που την εγκατέλειψε για μια άλλη γυναίκα και που πρόκειται να παντρευτεί τη Σεσίλ. Για τον υποκόμη, η κατάκτηση της φρόνιμης και πιστής κυρίας ντε Τουρβέλ θα υπογραμμίσει τη φήμη του ως ακαταμάχητου σαγηνευτή και το ταλέντο του στη διαφθορά. Ωστόσο, και οι δύο ραδιουργοί μπλέκονται στις παγίδες της δικής τους ίντριγκας και καταστρέφονται.

Αυτό το σημαντικό λογοτεχνικό έργο του 18ου αιώνα θεωρείται αριστούργημα της γαλλικής λογοτεχνίας, αν και έπεσε σε αφάνεια για το μεγαλύτερο μέρος του 19ου αιώνα, πριν ανακαλυφθεί ξανά στις αρχές του 20ού. Έργο εγγεγραμμένο στην παράδοση του ελευθερισμού των ηθών, είναι επίσης ένα μυθιστόρημα ψυχολογικής ανάλυσης και ανάγει την επιστολική μορφή, στην παράδοση της Νέας Ελοΐζας του Ζαν-Ζακ Ρουσσώ, σε βαθμό τελειότητας: κανένα στοιχείο δεν είναι περιττό, κάθε επιστολή έχει το δικό της ύφος και η πολυφωνία των διασταυρούμενων στοιχείων δημιουργεί ένα δράμα, που συνεχίζει να γοητεύει τον αναγνώστη και να εμπνέει πολυάριθμες διασκευές μέχρι την εποχή μας.[7]

Εικονογράφηση του Φραγκονάρ, 1796

Ο υποκόμης ντε Βαλμόν είναι αποφασισμένος να αποπλανήσει την ενάρετη, παντρεμένη και απρόσιτη κυρία ντε Τουρβέλ, η οποία φιλοξενείται στο σπίτι της θείας του ενώ ο σύζυγός της λείπει για δικαστική υπόθεση. Ταυτόχρονα, η μαρκησία ντε Μερτέιγ για να εκδικηθεί τον πρώην εραστή της κόμη Ζερκούρ που την εγκατέλειψε, αποφασίζει να διαφθείρει τη 15χρονη εξαδέλφη της Σεσίλ ντε Βολάνζ, η οποία πρόσφατα ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή της σε μοναστήρι και η μητέρα της σκοπεύει να την παντρέψει με τον κόμη ντε Ζερκούρ.

Η Σεσίλ είναι ερωτευμένη με τον νεαρό δάσκαλο μουσικής ιππότη Ντανσενί, έναν ευγενή χωρίς περιουσία από τη Μάλτα, και η Μερτέιγ και ο Βαλμόν προσποιούνται ότι βοηθούν τους νεαρούς εραστές για να κερδίσουν την εμπιστοσύνη τους και να τους χειραγωγήσουν αργότερα προς όφελος των δικών τους σχεδίων.[8]

Η Μερτέιγ προτείνει στον υποκόμη να αποπλανήσει τη Σεσίλ για να εκδικηθεί τον μελλοντικό της σύζυγο. Ο Βαλμόν αρνείται, θεωρεί την πρόκληση πολύ εύκολη και προτιμάει να επικεντρωθεί στην αποπλάνηση της κυρίας ντε Τουρβέλ. Η Μερτέιγ υπόσχεται στον Βαλμόν ότι αν καταφέρει να αποπλανήσει την κυρία ντε Τουρβέλ και της παράσχει γραπτές αποδείξεις αποπλάνησης, θα περάσει τη νύχτα μαζί του. Περιμένει γρήγορη επιτυχία, αλλά δεν είναι τόσο εύκολο όσο πολλές άλλες κατακτήσεις του. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του, ο Βαλμόν ανακαλύπτει ότι η μητέρα της Σεσίλ έχει γράψει στην κυρία ντε Τουρβέλ ενημερώνοντάς την για την κακή του φήμη. Για να την εκδικηθεί αποφασίζει να αποπλανήσει τη Σεσίλ, όπως είχε προτείνει η Μερτέιγ και σύντομα γίνεται εραστής της. Εν τω μεταξύ, η Μερτέιγ σαγηνεύει τον νεαρό ιππότη Ντανσενί και γίνεται ερωμένη του. Όταν ο Βαλμόν καταφέρνει να σαγηνεύσει την κυρία ντε Τουρβέλ, φαίνεται να την έχει ερωτευτεί ο ίδιος. Ζηλεύοντας, η Μερτέιγ τον καταφέρνει να την εγκαταλείψει — αν και αρνείται την υπόσχεσή της να περάσει τη νύχτα μαζί του. Σε αντίποινα, ο Βαλμόν αποκαλύπτει ότι ώθησε τον Ντανσενί να επανενωθεί με τη Σεσίλ, αφήνοντας την Μερτέιγ εγκαταλειμμένη για άλλη μια φορά. Η Μερτέιγ κηρύσσει τον πόλεμο στον Βαλμόν και αποκαλύπτει στον Ντανσενί ότι ο υποκόμης έχει αποπλανήσει τη Σεσίλ.[9]

Ο σύρτης, Φραγκονάρ (1776-79), Μουσείο του Λούβρου

Ο νεαρός ιππότης, βαθιά απογοητευμένος από την προδοσία του Βαλμόν τον οποίο θεωρούσε φίλο του, τον προκαλεί σε μονομαχία όπου ο Βαλμόν τραυματίζεται θανάσιμα. Πριν πεθάνει, δίνει στον Ντανσενί τα γράμματα που αποδεικνύουν την εμπλοκή και το ποιόν της Μερτέιγ. Ο Ντανσενί τα δημοσιεύσει, καταστρέφοντας έτσι τη φήμη της μαρκησίας για πάντα και έτσι αυτή αναγκάζεται να φύγει, αφού έχει προσβληθεί από ευλογιά. Το πρόσωπό της έχει μείνει μόνιμα σημαδεμένο και τυφλώνεται από το ένα μάτι, έτσι χάνει το μεγαλύτερο ατού της: την ομορφιά της. Η μαρκησία εξαφανίζεται χωρίς κανείς να ξέρει τι της έχει συμβεί, λένε ότι πήγε στην Ολλανδία.

Αλλά και οι αθώοι καταστρέφονται από τα σχέδια των διεστραμμένων πρωταγωνιστών: απελπισμένη από ενοχές και θλίψη, η κυρία ντε Τουρβέλ υποκύπτει στον πυρετό και πεθαίνει, ενώ η Σεσίλ επιστρέφει στο μοναστήρι, ατιμασμένη, αφού έχει αποβάλλει το παιδί του Βαλμόν. Ο ιππότης Ντανσενί αποσύρεται στη Μάλτα.[10]

Πολιτικές, ηθικοπλαστικές προθέσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Βαλμόν μπαίνει στο δωμάτιο της Σεσίλ, Μαργκερίτ Ζεράρ (1796)

Το μυθιστόρημα διακρίνεται για την εξερεύνηση της αποπλάνησης, της εκδίκησης και της ανθρώπινης κακίας. Την εποχή της έκδοσής του, θεωρήθηκε σκανδαλώδες «έργο εξοργιστικής ανηθικότητας» αλλά η πρώτη έκδοση εξαντλήθηκε σε μερικές μέρες και ακολούθησαν πολλές επόμενες.

Ωστόσο, οι προθέσεις του συγγραφέα παραμένουν άγνωστες. Πολλοί θέλησαν να δουν την πολιτική του πρόθεση, σκοπός της οποίας θα ήταν να ασκήσει κριτική στη διαφθορά και την παρακμή στην οποία ζούσε η αριστοκρατία του 18ου αιώνα στο λυκόφως του Παλαιού Καθεστώτος. Ωστόσο, αυτή η θεωρία έχει αρκετές αδυναμίες. Καταρχήν, ο συγγραφέας όχι μόνο απολάμβανε την προστασία του δούκα της Ορλεάνης Λουδοβίκου Φιλίππου Β', αλλά προσέλκυσε ένα πολύ βασιλικό και έντονα συντηρητικό κοινό με αυτό το έργο, συμπεριλαμβανομένης της βασίλισσας Μαρίας Αντουανέτας. Δεύτερον, όλοι οι χαρακτήρες της ιστορίας είναι αριστοκράτες, ακόμη και τα θύματα, όπως η κυρία ντε Τουρβέλ, η Σεσίλ και ο ιππότης Ντανσενί, χωρίς να υπάρχει καμία αντίθεση μεταξύ ενάρετων κοινών και διεφθαρμένων αριστοκρατών, ούτε κάποια πολιτική νύξη ή κοινωνική απαίτηση, ούτε η παραμικρή αναφορά κατά του καθεστώτος. Αυτοί οι παράγοντες υποδηλώνουν ότι το μυθιστόρημα παρουσιάσθηκε ως πολιτικό έργο χρόνια αργότερα από τη Γαλλική Επανάσταση, καθώς το 1825 επί βασιλείας Καρόλου Ι΄ απαγορεύθηκε μαζί με τα βιβλία των φιλοσόφων του Διαφωτισμού.[11]

Στην πραγματικότητα, το μυθιστόρημα βρίσκεται σε ένα εντελώς διαφορετικό επίπεδο: δεν υπάρχει λόγος να αμφισβητηθεί η ειλικρίνεια των ηθικολογικών προθέσεων του Λακλό, καθώς σημειώνει αυτή τη φράση, δανεισμένη από τη Νέα Ελοΐζα του Ζαν-Ζακ Ρουσσώ:

«Είδα τα ήθη της εποχής μου και δημοσίευσα αυτές τις επιστολές. »

Η πρόθεσή του ως ηθικολόγος επιβεβαιώνεται ξεκάθαρα στον υπότιτλο αλλά και στον πρόλογο του βιβλίου:

«Μου φαίνεται ότι θα προσφέρω υπηρεσία στην ηθική αποκαλύπτοντας τα μέσα που χρησιμοποιούν αυτοί που έχουν κακή ηθική για να διαφθείρουν αυτούς που έχουν καλή ηθική.»[12]

Λογοτεχνικές προθέσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε ένα πολύ γνωστό δοκίμιο για τις Επικίνδυνες Σχέσεις, το οποίο έχει χρησιμοποιηθεί συχνά ως πρόλογος σε εκδόσεις του μυθιστορήματος, ο Αντρέ Μαλρώ υποστηρίζει ότι, πέραν της συμβολής του στην ελευθεριακή παράδοση, η πραγματική σημασία του έργου έγκειται στον πρωτοποριακό χαρακτήρα του, που θέτει τις βάσεις για ένα νέο είδος μυθοπλασίας. Οι δύο πρωταγωνιστές είναι, για τον Μαλρώ, «πρωτοφανείς» δημιουργίες. Είναι «οι πρώτοι χαρακτήρες στην ιστορία της δυτικής λογοτεχνίας των οποίων οι πράξεις καθορίζονται από μια ιδεολογία».

Κατά κάποιο τρόπο, οι Επικίνδυνες Σχέσεις είναι η λογοτεχνική αντίθεση του επιστολικού μυθιστορήματος του Σάμουελ Ρίτσαρντσον Πάμελα (1740). Ενώ ο Ρίτσαρντσον χρησιμοποιεί την αλληλογραφία για να δημιουργήσει στον αναγνώστη την αίσθηση ότι γνωρίζει τις πιο οικείες σκέψεις του πρωταγωνιστή, ο Λακλό χρησιμοποιεί τον επιστολικό χαρακτήρα για το αντίθετο. Καθώς στον αναγνώστη παρουσιάζονται πολλές διαφορετικές και αντιφατικές προοπτικές, είναι αυτός ο ίδιος που πρέπει να ανασκευάσει την πλοκή και τους χαρακτήρες της ιστορίας.[13]

Το μυθιστόρημα έχει διασκευαστεί επανειλημμένα από την εποχή του έως σήμερα για το θέατρο, την όπερα, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Μερικές από τις διασκευές για τον κινηματογράφο:

Μετάφραση στα ελληνικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Επικίνδυνες σχέσεις, μετάφραση: Ανδρέας Στάικος, με εκτενή εισαγωγή του Αντρέ Μαλρώ, εκδόσεις Άγρα, 1998. [11]
  • Οι επικίνδυνες σχέσεις, μετάφραση: Κώστας Κατσουλάρης, εκδόσεις Ψυχογιός. [15]