Οι ενοχλητικοί (Μολιέρος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οι ενοχλητικοί
Εικονογράφηση από έκδοση του 1682
ΣυγγραφέαςΜολιέρος
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημιουργίας1661
Ημερομηνία δημοσίευσης1662
1661
Μορφήθεατρικό έργο
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Οι ενοχλητικοί (γαλλικός τίτλος: Les Fâcheux) είναι τρίπρακτη έμμετρη κωμωδία-μπαλέτο του Μολιέρου. Το έργο παίχτηκε για πρώτη φορά τον Αύγουστο του 1661 στο κάστρο του Βω-λε-Βικόντ παρουσία του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΔ΄. Είναι η πρώτη κωμωδία-μπαλέτο του Μολιέρου, ένα υβρίδιο όπερας, μπαλέτου και θεατρικής παράστασης, που παίχτηκε στη Γαλλία μέχρι τα τέλη του 17ου αιώνα με μεγάλη επιτυχία. Τη μουσική έγραψαν ο Ζαν Μπατίστ Λυλί και ο Πιέρ Μπωσάν, ο τελευταίος επίσης έκανε τη χορογραφία και τα σκηνικά.[1]

Η υπόθεση αναφέρεται σε διάφορους «ενοχλητικούς» που εμποδίζουν τη συνάντηση ενός ερωτευμένου ζευγαριού. Τους οκτώ ανδρικούς ρόλους, μια σειρά από σατιρικά πορτρέτα, έπαιξε όλους ο Μολιέρος ταυτόχρονα. Στο τέλος κάθε πράξης, ένα χορευτικό μπαλέτο συμπληρώνει την κωμωδία εμφανίζοντας τους νέους ενοχλητικούς.[2]

Σύμφωνα με τον Μολιέρο στην έκδοση του 1662, το έργο δημιουργήθηκε σε ένα δεκαπενθήμερο, ήταν παραγγελία του υπουργού Οικονομικών Νικολά Φουκέ.

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εικονογράφηση του 1773

Ο Εράστης, ένας νεαρός ευγενής, είναι ερωτευμένος με την Ορφίση και αυτή ανταποκρίνεται στα αισθήματά του. Ωστόσο, ο κηδεμόνας της κοπέλας, ο Δάμις, προσπαθεί με κάθε τρόπο να εμποδίσει τους δύο ερωτευμένους να συναντηθούν ή να παντρευτούν και κανονίζει τον γάμο της με άλλον.

Οι δύο ερωτευμένοι κανονίζουν ένα ραντεβού, αλλά εννέα «ενοχλητικοί» άνθρωποι - οκτώ άνδρες και μία γυναίκα: ένας υπερβολικά εξυπηρετικός υπηρέτης, ένας γελοίος μαρκήσιος, ένας χορευτής, ένας μονομάχος, ένας χαρτοπαίκτης, μια περισπούδαστη κυρία που επιθυμεί συμβουλές για ένα σημείο της μεταφυσικής, ένας κυνηγός που αφηγείται μια μακρά ιστορία κυνηγιού με κυνηγόσκυλα (θαυμάσια και σε γραφικό ύφος), ένας παιδαγωγός που ονειρεύεται ακροστιχίδες, ένας ενθουσιώδης εφευρέτης - ο ένας μετά τον άλλον με τα πιο ποικίλα προσχήματα εμπλέκουν τους δύο νέους σε συζητήσεις και τους εμποδίζουν να συναντηθούν. [3]

Τελικά, ο κηδεμόνας της Ορφίσης σκέφτεται να δολοφονήσει τον Εράστη, αλλά στη συνέχεια δέχεται επίθεση από τους υπηρέτες του νεαρού. Ο Εράστης καταφέρνει να αποτρέψει τον σοβαρό τραυματισμό του κηδεμόνα και έτσι κερδίζει τη συγκατάθεσή του να παντρευτεί την αγαπημένη του. [4]

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μαντλέν Μπεζάρ αναδυόμενη ως Ναϊάδα

Το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 17 Αυγούστου 1661 από τον θίασο του Μολιέρου σε μια εορταστική εκδήλωση προς τιμήν του Λουδοβίκου ΙΔ΄ που διοργάνωσε ο υπουργός Οικονομικών Νικολά Φουκέ στο εξοχικό του κτήμα στο κάστρο του Βω-λε-Βικόντ. Εκτός από τα σιντριβάνια, τα πυροτεχνήματα και το δείπνο με περισσότερα από 1000 εδέσματα που ετοίμασε ο Φρανσουά Βατέλ, παρουσιάστηκε επίσης η κωμωδία-μπαλέτο Οι ενοχλητικοί του Μολιέρου στον κήπο του κάστρου.

Τον πρόλογο του έργου έγραψε ο ποιητής Πωλ Πελισόν, προστατευόμενος του Φουκέ και φίλος του Ζαν ντε Λα Φονταίν, ο οποίος έγραψε και ένα ποίημα για τη γιορτή. Τον πρόλογο, που υμνούσε τον βασιλιά, απήγγειλε η Μαντλέν Μπεζάρ αναδυόμενη από το νερό σε ένα μεγάλο κοχύλι ως Ναϊάδα, ακολουθούμενη από Δρυάδες και Φαύνους.[5]

Ο Μολιέρος έπαιξε και τους οκτώ ανδρικούς ρόλους των Ενοχλητικών. Ο βασιλιάς ενθουσιάστηκε με το έργο και κανόνισε νέες παραστάσεις στο θέατρο του Παλαί Ρουαγιάλ, όπου έκανε πρεμιέρα στις 4 Νοεμβρίου. Το 1672, το έργο ανέβηκε στην Κομεντί Φρανσαίζ με τη (χαμένη πλέον) μουσική που συνέθεσε ο Μαρκ-Αντουάν Σαρπαντιέ.[6]

Το κάστρο του Βω-λε-Βικόντ

Για τον οικοδεσπότη υπουργό Οικονομικών του Λουδοβίκου ΙΔ' Νικολά Φουκέ όμως η γιορτή για τα εγκαίνια του κάστρου του σφράγισε τη μοίρα του. Ο βασιλιάς αγανάκτησε από την επίδειξη της πολυτέλειας, του πλούτου και της δύναμής του. Ο Φουκέ συνελήφθη στις 5 Σεπτεμβρίου 1661, κατηγορούμενος για υπεξαίρεση, κρίθηκε ένοχος το 1664 και καταδικάστηκε σε εξορία, την οποία ο Λουδοβίκος μετέτρεψε σε ισόβια κάθειρξη, και το κάστρο Βω-λε-Βικόντ κατασχέθηκε από τον βασιλιά. Ο Φουκέ έμεινε φυλακισμένος μέχρι τον θάνατό του το 1680.[7]

Το έργο, το οποίο ήταν πολύ δημοφιλές και παιζόταν συχνά στην εποχή του, σπάνια βρίσκεται στο θεατρικό ρεπερτόριο σήμερα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]